Το δημοκρατικό κεκτημένο της μεταπολίτευσης και η Νέα Δημοκρατία

Το δημοκρατικό κεκτημένο της μεταπολίτευσης και η Νέα Δημοκρατία

Περιοδικό “ΒΟΥΛΗ Επί του … περιστυλίου”

https://www.hellenicparliament.gr/userfiles/ebooks/periodiko_t075/index.html

Η μετάβαση από τη δικτατορία των συνταγματαρχών στην Γ´ Ελληνική Δημοκρατία έχει καθιερωθεί στη διεθνή βιβλιογραφία ως ένα απολύτως επιτυχές παράδειγμα. Και στη διεθνή δημόσια σφαίρα έχει χαρακτηριστεί ως το “ελληνικό θαύμα”.
Η ελληνική περίπτωση ξεχωρίζει όχι μόνο για τους αριστοτεχνικούς χειρισμούς της μετάβασης (transition) στη δημοκρατία, αλλά και για την επιτυχημένη και ταχεία εδραίωση (consolidation) των δημοκρατικών θεσμών. Ξεχωρίζει επίσης, γιατί οι δημοκρατικοί θεσμοί της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας αποδείχθηκαν ανθεκτικοί σε βαθιές κρίσεις όπως η πρόσφατη οικονομική κρίση της χώρας.
Επίτευγμα μοναδικό για μια χώρα που η νεότερη πολιτική ιστορία της, από τη σύσταση του ελλαδικού κράτους μέχρι το 1974, ήταν κατάστικτη από κινήματα, δικτατορίες, πραξικοπήματα, πολιτειακές κρίσεις και εμφυλίους. Τα δημοκρατικά ξεσπάσματα των αντιμοναρχικών εξεγέρσεων του 1843 και του 1862, την καθιέρωση της δεδηλωμένης το 1875, και το Γουδί το 1909, ακολούθησαν τα πισωγυρίσματα του εθνικού διχασμού στον Μεσοπόλεμο, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ο εμφύλιος και η δικτατορία των συνταγματαρχών.
Η ρήξη με αυτό το ιστορικό παρελθόν και η εδραίωση ενός σύγχρονου δυτικοευρωπαϊκού δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η μεγάλη τομή και η κορωνίδα του μεταπολιτευτικού εγχειρήματος.
Όταν ο Καραμανλής ορκίστηκε μόνος τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου του 1974, ουδείς ανέμενε αυτό που θα επακολουθούσε. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι ομιλούσαν για μια απλή αλλαγή νατοϊκής φρουράς. Ο στρατός επεδίωκε μια καθοδηγούμενη μετάβαση (guided transition) που θα του επέτρεπε να διατηρήσει τον ρόλο θεματοφύλακα του ancient regime. Μια επιστροφή, δηλαδή, στον στείρο αντικομουνισμό του μετεμφυλιακού κράτους.
Σε κάθε περίπτωση, η κρατούσα προσδοκία για τη μεταπολίτευση το βράδυ της 24ης Ιουλίου του 1974, ήταν η συνέχεια με την προ της επταετίας εποχή και όχι μια σημαντική καθεστωτική μεταβολή.
Για τον Καραμανλή η κατάρρευση της χούντας και το θεσμικό κενό ήταν μοναδική ευκαιρία για την “βαθιά τομή.” Για τη θεμελίωση και εδραίωση ενός στέρεου δημοκρατικού πολιτεύματος, απαλλαγμένου από τις κοινωνικές και πολιτικές διαιρέσεις του Διχασμού και του Εμφυλίου. Ενός δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, θωρακισμένου από παρεμβάσεις θεσμικών και εξωθεσμικών παράκεντρων. Για τον Καραμανλή το 1974 ήταν ιστορική ευκαιρία για τον θεσμικό εκσυγχρονισμό του πολιτειακού και του πολιτικού πλαισίου της χώρας.
Οι δημοκρατικές μεταβάσεις ορίζονται από τη διεθνή βιβλιογραφία ως η ανατροπή των δικτατοριών και η επιστροφή στη δημοκρατία. Για την ελληνική περίπτωση, όμως, η μετάβαση του 1974 δεν αποτέλεσε μια απλή επιστροφή. Αντίθετα, η εγκαθίδρυση και εδραίωση της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας σηματοδότησε μια “βαθιά τομή” με το παρελθόν.
Η θέσπιση του Συντάγματος του 1975, μάς συνέδεσε με τον Ευρωπαϊκό συνταγματικό πολιτισμό. Η ένταξη στην ΕΟΚ συνέβαλε με καθοριστικό τρόπο στην αντιμετώπιση των οικονομικών και θεσμικών ελλειμμάτων και του διλήμματος ασφάλειας της χώρας. Τέλος, η υποδειγματική επίλυση του πολιτειακού, η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, το κράτος δικαίου και το κράτος πρόνοιας, συναπετέλεσαν το δημοκρατικό “κεκτημένο της μεταπολίτευσης”.
Επιπλέον, ο Καραμανλής ίδρυσε ένα σύγχρονο δημοκρατικό κόμμα σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Με ιδεολογικό πρόταγμα τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό και δημοκρατική λειτουργία για να αποτελέσει, και μετά την αποχώρηση του χαρισματικού ιδρυτή του, έναν βασικό πυλώνα του δημοκρατικού πολιτικού μας συστήματος. Με την ιδρυτική του διακήρυξη, το πρώτο συνέδριο και τη δημοκρατική εκλογή του διαδόχου του, ο Καραμανλής είχε ιδρύσει έναν πολιτικό φορέα με αποφασιστικό ρόλο στο θεσμικό οικοδόμημα του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας. Η ΝΔ, παρά το γεγονός ότι ιδρύθηκε από μια χαρισματική και εξέχουσα ιστορική προσωπικότητα δεν έγινε προσωποπαγές κόμμα. Εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο κόμμα με δημοκρατική λειτουργία. Αναδεικνύοντας εννιά αρχηγούς, μετά τον ιδρυτή της, και πέντε πρωθυπουργούς.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Συνέδριο της Χαλκιδικής, στην ιστορική του ομιλία στις 5 Μαΐου 1979, καθόρισε με σαφήνεια τις αρχές του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού και το όραμά του για την ελληνική κοινωνία σε πέντε κατευθυντήριους άξονες, που παραμένουν επίκαιροι. Εθνική ανεξαρτησία, ελευθερία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη, και ελεύθερη δημοκρατική οικονομία με ισχυρό κράτος που θα έχει ρυθμιστικό ρόλο για να εξισορροπεί τις οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις.
Η ιδεολογική διακήρυξη της Χαλκιδικής δημιούργησε το πλαίσιο για τη σύγκλιση πολιτών από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες. Και τις συνθήκες για μια νέα πλατιά κοινωνική συμμαχία για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Η ΝΔ, υπήρξε διαχρονικά η πολιτική μεταρρυθμιστική δύναμη με την αριστοτελική έννοια του μέτρου. Όχι του συμβιβασμού αλλά του μέτρου. Μακράν από τα άκρα είτε της υπερβολής είτε της έλλειψης. Γιατί οι καταστάσεις των άκρων βασανίζουν τον άνθρωπο, όπως γράφει ο Αριστοτέλης. Έτσι κατόρθωσε να συνδέσει σε ένα κοινό όραμα όλες τις κοινωνικές ομάδες που επιζητούν την πρόοδο.
Η ΝΔ συμπλήρωσε 50 χρόνια αδιάλειπτης πολιτικής παρουσίας. Αξιοσημείωτο όχι μόνο για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα, αλλά και τα ευρωπαϊκά. Οι μεγάλες πολιτικές οικογένειες της μεταπολεμικής Ευρώπης υφίστανται τριγμούς. Ιδιαίτερα η Κεντροαριστερά και οι Σοσιαλιστές. Στη χώρα μας, η Κεντροαριστερά μοριοποιήθηκε μεταπολιτευτικά τρεις φορές. Αρχικά η Ένωση Κέντρου, στη συνέχεια το ΠΑΣΟΚ που την είχε διαδεχθεί, και τελευταία ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ, ο κεντροδεξιός χώρος, παρέμεινε σταθερός. Παρά τις αποχωρήσεις και τη δημιουργία μικρότερων σχημάτων, αλλά και τις εξελίξεις σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Ορισμένοι διατύπωσαν κατά καιρούς θεωρίες περί φθαρμένου προϊόντος. Που έχουν πια οι ίδιες παραφθαρεί και διαψευστεί από το χρόνο και τα πράγματα. Γιατί σε μια χώρα που κατατρύχεται από θεσμική ασυνέχεια, η ΝΔ επιδεικνύει αξιοσημείωτη θεσμική αντοχή. Την θεσμική αντοχή και παράδοση ενός πραγματικού ευρωπαϊκού κόμματος. Κι αυτό γιατί οι ιδέες της έχουν επικρατήσει. Γιατί η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών συμμερίζεται ότι η ιδανική πολιτεία είναι αυτή που συνδυάζει την ελευθερία με την κοινωνική δικαιοσύνη. Γιατί είναι το κόμμα που με επιτυχία ενσωματώνει τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης σε ένα μεταρρυθμιστικό πλαίσιο ορθολογικών δημοκρατικών θεσμών και δομών. Και γεφυρώνει το μεταρρυθμιστικό πρόταγμα με τα συντηρητικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Αλλά και οι μεγάλες της στρατηγικές επιλογές έχουν ιστορικά δικαιωθεί. Θεσμοθέτησε το δημοκρατικό πλαίσιο της μεταπολίτευσης. Εδραίωσε το πιο στέρεο κοινοβουλευτικό πολίτευμα από τη σύσταση του νεότερου ελληνικού κράτους. Διεύρυνε και κατοχύρωσε μια σειρά από ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα και διασφάλισε την ομαλή εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία. Επέλυσε υποδειγματικά το πολιτειακό ενταφιάζοντας τον εθνικό διχασμό. Νομιμοποίησε το ΚΚΕ επουλώνοντας τις πληγές του εμφυλίου και έδωσε στη χώρα το καλύτερο Σύνταγμα της ιστορίας της. Ενέταξε τη χώρα στην Ενωμένη Ευρώπη. Τερμάτισε τη μακρόχρονη αντιπαράθεση για το γλωσσικό καθιερώνοντας τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους.
Οι κυβερνητικές της θητείες, παρά τα όποια αναπόφευκτα λάθη και αστοχίες έχουν θετικό πρόσημο. Και σε κάθε περίπτωση ήταν πάντοτε ενάντια στη δημαγωγία και τον λαϊκισμό.

Παρουσίαση βιβλίου

Παρουσίαση βιβλίου

Στο Ίδρυμα Λασκαρίδη για την παρουσίαση του βιβλίου των κ.κ. Αθ. Πλατιά και Β. Τρίγκα, “Αποδομώντας την Παγίδα του Θουκιδίδη”

Για το βιβλίο μίλησαν επίσης ο κ. Πρ. Παυλόπουλος, τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κ. Π. Ρουμελιώτης, ομότιμος καθηγητής και η κα Κ. Μπότσιου, καθηγήτρια. Τη συζήτηση συντόνισε η καθηγήτρια κ. Μ. Κοππά.

*οι φωτογραφίες ελήφθησαν από την ιστοσελίδα www.typospor.gr

Η “Αδέσμευτη” Σύμμαχος της Δύσης

Η “Αδέσμευτη” Σύμμαχος της Δύσης

Στον διπολικό κόσμο του ψυχρού πολέμου, Δύση και Τουρκία είχαν συγκλίνοντα συμφέροντα αντιμετωπίζοντας την κοινή απειλή του σοβιετικού κομμουνισμού. Το κεμαλικό κράτος ακολούθησε δυτικόστροφη πορεία επιδιώκοντας την εγγύηση ασφάλειας της ατλαντικής συμμαχίας. Η Αμερική είδε την Τουρκία, ειδικά μετά την πτώση του Σάχη στο Ιράν, ως κρίσιμη σύμμαχο σε μια σημαντική γεωπολιτικά περιοχή.
Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, την ευφορία του τέλους της ιστορίας, και την προσπάθεια επέκτασης της δυτικής φιλελεύθερης τάξης σε πλανητικό πρόταγμα, η Τουρκία εξελίχθηκε σε κράτος-κλειδί για τους αμερικανικούς σχεδιασμούς. Το αφήγημα που έπλασε η Δύση για την Τουρκία περιέγραφε μια κοσμική δημοκρατία, χώρα πρότυπο για την ισλαμική Μέση Ανατολή. Ιδιαίτερα μετά την 11η Σεπτεμβρίου, η προώθηση του αφηγήματος αυτού έγινε επιτακτική για τις ΗΠΑ. Με αυτή την λογική, προσπάθησαν να αγκυροβολήσουν την Τουρκία στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Να εντάξουν, δηλαδή, την Τουρκία πέραν του ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
Το δυτικό αφήγημα για την Τουρκία έχει, όμως, πλέον καταρρεύσει. Οι πλανητικές αλλαγές δημιούργησαν ένα νέο περιβάλλον στο οποίο η Τουρκία διέγνωσε ευκαιρίες. Η απαλλαγή από την Σοβιετική απειλή έφερε τάσεις απεξάρτησης της Τουρκίας από τη Δύση. Και η σταδιακή μετάβαση σε ένα πολυκεντρικό σύστημα μεγάλων δυνάμεων, μαζί με τη μερική αποχώρηση των ΗΠΑ από την περιοχή, αποχαλίνωσαν την Τουρκία.
Η Ερντογανική Τουρκία, ολοένα και πιο αυταρχική, αναθεωρητική και επεκτατική απειλεί τη σταθερότητα στην ευρύτερη γεωπολιτική περιοχή. Και σειρά πολιτικών του Ερντογάν, αντιτίθενται ευθέως στα δυτικά συμφέροντα.
Η Τουρκία αρνήθηκε να διευκολύνει τους Αμερικανούς ανοίγοντας βόρειο μέτωπο στον πόλεμο του Ιράκ. Αγοράζει οπλικά συστήματα από τη Ρωσία που δημιουργούν ζητήματα ασφάλειας για τη Δύση και το ΝΑΤΟ. Αρνείται να συνταχθεί με τη Δύση στην επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία για το Ουκρανικό. Συνάπτει συμφωνίες με τη Ρωσία που θα την καταστήσουν ενεργειακό κόμβο του ρωσικού φυσικού αερίου στην περιοχή. Προσεγγίζει το καθεστώς Άσαντ, με τη διαμεσολάβηση των Ρώσων και την υποστήριξη του Ιράν, με κοινό στόχο τους Κούρδους της Συρίας που συνέβαλαν στον αγώνα εναντίον του ISIS. Αναθέτει στη Ρωσία την κατασκευή πυρηνικού αντιδραστήρα στο Ακούγιου και την ανακατασκευή του λιμανιού της Μερσίνης. Και τέλος, κάνει ανατολίτικα παζάρια προκειμένου να συναινέσει στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Η Τουρκία μπορεί να παραμένει κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά συμπεριφέρεται, πλέον, ως αδέσμευτη και όχι ως συμμαχική χώρα.
Απέναντι σε αυτή την Τουρκία η Δύση συμπεριφέρεται αμήχανα. Είτε κατευνάζει τον Ερντογάν, όπως έκαναν ο Τραμπ και η Μέρκελ, είτε προσπαθεί να κερδίσει χρόνο. Υπάρχουν και εξαιρέσεις. Η Γαλλία αντέδρασε αποφασιστικά στην τουρκική προβολή ηγεμονικών αξιώσεων στο ζωτικό της χώρο της Μεσογείου και της Βορείου Αφρικής. Η ίδια η Αμερική διεύρυνε τη στρατιωτική της παρουσία στη χώρα μας, δημιουργώντας συνθήκες ενδεχόμενης αναδίπλωσης από την Τουρκία.
Δεν υπάρχει όμως συνολική στρατηγική απέναντι σε μια Τουρκία, που αντιμετωπίζει τις συμμαχικές της υποχρεώσεις αλά καρτ, απειλεί τα κυριαρχικά δικαιώματα άλλου κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ και κατέχει έδαφος ευρωπαϊκού κράτους-μέλους.
Η πολιτική του κατευνασμού, που ακολουθούν οι χώρες της Δύσης απέναντι στην Τουρκία, δεν πρόκειται να την επαναφέρει σε δυτική τροχιά. Αντίθετα, φέρνει το παιχνίδι στα μέτρα της Τουρκίας, δηλαδή σε ένα ατελείωτο ανατολίτικο παζάρι. Η Δύση πρέπει να αλλάξει υπόδειγμα στρατηγικής απέναντι στη νέα Τουρκία.

Πρώτη δημοσίευση: ΒΗΜΑ της Κυριακής

Η Δύση και η Ουκρανία

Η Δύση και η Ουκρανία

Η Ρωσία απέτυχε σε όλους τους στόχους της στην πρώτη φάση του πολέμου στην Ουκρανία. Η απρόκλητη εισβολή της στην Ουκρανία συσπείρωσε τη Δύση, επαναβεβαίωσε την αναγκαιότητα της ύπαρξης του ΝΑΤΟ, οδήγησε την Γερμανική εξωτερική πολιτική σε αλλαγή υποδείγματος, και τη Σουηδία και την Φινλανδία στον προθάλαμο της Νατοϊκής Συμμαχίας. Επιπλέον, η δυτική στρατιωτική

βοήθεια έδωσε τη δυνατότητα στην Ουκρανία να απωθήσει τις ρωσικές δυνάμεις και να τις περιορίσει στην περιοχή του Ντονμπάς.

Η δεύτερη φάση του πολέμου έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά. Έχει μετατραπεί σε έναν πόλεμο φθοράς. Ταυτόχρονα, όμως, αποκαλύπτει και την πραγματική στόχευση της Ρωσίας. Η Ρωσία πολεμάει την Ουκρανία αλλά στοχεύει τη Δύση. Η μόχλευση του ενεργειακού και του επισιτιστικού δείχνει τις πραγματικές διαστάσεις αυτού του πολέμου. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι μια μεμονωμένη περιφερειακή διένεξη. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν αποσκοπεί απλώς στην προσάρτηση εδαφών, στην “φινλανδοποίηση” της Ουκρανίας ή στην αλλαγή του καθεστώτος της. Έχει ως απώτερο στόχο τη συνολική αναθεώρηση του status quo. Η Ρωσία, όσο και η Κίνα με διαφορετική τακτική, αμφισβητούν συνολικά την δυτικοκεντρική φιλελεύθερη τάξη. Ο αναθεωρητισμός τους αμφισβητεί την πλανητική κατανομή ισχύος, προβάλλει το μοντέλο του αυταρχισμού ως εναλλακτικό της δημοκρατίας, και το μοντέλο του ολιγαρχικού καπιταλισμού στο οικονομικό επίπεδο.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία σηματοδοτεί την επιστροφή της Realpolitik, την επιστροφή σε ένα περιβάλλον ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων.

Η Κίνα και η Ρωσία επιδιώκουν ουσιαστικά τη μεταβολή του πλανητικού ισοζυγίου ισχύος εις βάρος της Δύσης. Οι αναθεωρητικές τους αξιώσεις συμπίπτουν με μια σειρά εσωτερικών προκλήσεων για τις δυτικές δημοκρατίες.

Από την αλλαγή του αιώνα η Δύση είχε εισέλθει σε μια παρατεταμένη περίοδο δυστοπίας. Οι βεβαιότητές μας κατέρρεαν η μία μετά την άλλη. Η οικονομική κρίση του 2008 ανέδειξε την αρνητική πλευρά της παγκοσμιοποίησης και επέτεινε τις ανισότητες δημιουργώντας κοινωνική δυσανεξία. Η τεχνολογική επανάσταση έχει ήδη δημιουργήσει μια νέα διαιρετική κοινωνική τομή προνομιούχων και μη προνομιούχων στη βάση του τεχνολογικού αλφαβητισμού.

Επιπλέον, οι πολιτικές ταυτότητας, διχάζουν τις δυτικές κοινωνίες. Αυτό, σε συνδυασμό με τα μεταναστευτικά ρεύματα, δημιουργεί μια πολιτική πόλωση, έναν κοινωνικό διχασμό, και κρίση των δημοκρατικών θεσμών.

Την ίδια ώρα, το δυτικό καπιταλιστικό μοντέλο πλησίαζε το σημείο τήξης και σε άλλα σημεία. Το μοντέλο της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης και η πληθυσμιακή έκρηξη απομείωνε τους πεπερασμένους πόρους του πλανήτη και έφερνε το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής.

Αλλά και στο επίπεδο της υγείας, από το ᾽85 και μετά, είχαμε αλλεπάλληλες κρίσεις: HIV, SARS, H1N1, Ebola. Ούτε οι κρίσεις αυτές, ούτε οι προειδοποιήσεις του Ομπάμα το 2014, αποδείχθηκαν αρκετές για να μας προετοιμάσουν για την κρίση πανδημίας που έφερε ο ιός COVID-19.

Τα εσωτερικά προβλήματα των δυτικών δημοκρατιών σε συνδυασμό με τις αναθεωρητικές αξιώσεις Κίνας και Ρωσίας είναι οι κύριοι λόγοι, για τους οποίους το διεθνές σύστημα έχει εισέλθει σε μια περίοδο συστημικής αλλαγής προς την κατεύθυνση ενός πολυκεντρικού συστήματος ισορροπίας της ισχύος. Ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να μην εξελιχθεί σε έναν καταστροφικό παγκόσμιο πόλεμο, όπως ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. Σηματοδοτεί, όμως, την είσοδο σε μια μεταβατική περίοδο συνολικής αμφισβήτησης του status quo, που οδηγεί, αν δεν αντιστραφεί η πορεία, στην απαρχή μιας μακρόσυρτης διαδικασίας συστημικής αλλαγής.

Για τη Δύση, πέρα από την όψιμη συσπείρωσή της, ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η αποτελεσματική αντιμετώπιση της Κίνας, της Ρωσίας, αλλά και των μεγάλων προκλήσεων του 21ου αιώνα, όπως των ανισοτήτων, του κοινωνικού κατακερματισμού, της κλιματικής αλλαγής, των πανδημιών, του μεταναστευτικού, προϋποθέτουν αλλαγή υποδείγματος στο εσωτερικό και την ενότητα του ευρωατλαντικού χώρου στο εξωτερικό.

Μετά τη μεγάλη ύφεση του 1929, o Ρούζβελτ ανέταξε την οικονομία και την κοινωνική συνοχή στη βάση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου με το New Deal, και την ομιλία του για τις τέσσερις ελευθερίες που αποτελούσαν τα βασικά κοινά ανθρώπινα δικαιώματα για την επιβίωση της δημοκρατίας και της ελεύθερης κοινωνίας. Οι δυτικές κοινωνίες βρίσκονται σήμερα απέναντι σε μια αντίστοιχη ιστορική πρόκληση στο εσωτερικό τους. Είναι επιτακτική η επιστροφή σε ένα κοινωνικό φιλελευθερισμό, που θα αντιμετωπίσει τη μάστιγα των ανισοτήτων αυξάνοντας την κοινωνική κινητικότητα, και ένα αξιακό πρόταγμα που θα εντάξει τις επιμέρους ταυτοτικές πολιτικές σε ένα ενιαίο κοινωνικό σύνολο.

Στο πλανητικό επίπεδο, η Δύση, ενωμένη, μπορεί να παραμείνει κυρίαρχη στο πλανητικό σύστημα. Χρειάζεται, όμως, ένα νέο Ατλαντικό Σύμφωνο, που να αποτυπώνει μια πιο ισότιμη σχέση, και μια νέα κατανομή ρόλων. Οι συνθήκες έχουν ωριμάσει, πλέον, για τη μετάβαση από το καθεστώς της «στρατηγικής εξάρτησης» της Ευρώπης από τις ΗΠΑ, στη διατλαντική «στρατηγική συμπληρωματικότητα».

Ο στρατηγικός στόχος της Δύσης δεν είναι, πλέον, η επέκταση της δυτικοκεντρικής φιλελεύθερης τάξης (liberal order), αλλά η περιχαράκωση και η διάσωση των δημοκρατιών και η ανάσχεση των αναθεωρητικών δυνάμεων του αυταρχισμού.

Βραχυπρόθεσμα, αυτό σημαίνει μια κοινή και αποτελεσματική στρατηγική για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού, και της επαπειλούμενης οικονομικής κρίσης που θα δοκιμάσει ακόμη περισσότερο τη συνοχή των δυτικών δημοκρατιών.

Μακροπρόθεσμα, η Δύση θα πρέπει να αποκρυσταλλώσει την στρατηγική της απέναντι στη μείζονα (Κίνα), και την ήσσονα (Ρωσία) αναθεωρητική δύναμη του σκαληνού γεωπολιτικού τριγώνου που σχηματίζεται. Την δεκαετία του 60 η Αμερική έκανε το περίφημο άνοιγμα στην Κίνα, ως τακτική απομόνωσης της μείζονος δύναμης που ήταν τότε η Ρωσία. Αν σήμερα η Κίνα αποτελεί την μείζονα αναθεωρητική δύναμη του συστήματος, η Δύση θα πρέπει να αποκαταστήσει κάποιου είδους modus operandi με τη Ρωσία, ώστε να αποφύγει ένα διμέτωπο ψυχρό πόλεμο. Αν αυτό το θεώρημα παραμένει στέρεο, θα πρέπει η τελευταία πράξη του ουκρανικού δράματος να γραφεί με την διπλωματική πένα και όχι με την στρατιωτική λόγχη.

Πρώτη δημοσίευση “ΕΣΤΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ” 23 Οκτωβρίου 2022

Μερκελισμός

Μερκελισμός

Η θητεία της σημαδεύτηκε από κρίσεις που θα μπορούσαν να αποβούν καταστροφικές για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αλλά και τη Γερμανία την ίδια. Τις διαχειρίστηκε σε ένα επίπεδο διατήρησης ισορροπιών αλλά δεν τις μετέτρεψε σε στρατηγικές ευκαιρίες.