Δημοψηφίσματα

Δημοψηφίσματα

Το Μάιο του 2005 οι Γάλλοι είπαν «όχι» στο «Ευρωπαϊκό Σύνταγμα». Λίγες ημέρες αργότερα, τους ακολούθησαν και οι Ολλανδοί. Στο δημοψήφισμα της Πέμπτης, οι Βρετανοί καλούνται να επιλέξουν μεταξύ παραμονής και εξόδου από την Ευρώπη.

Στα καθ’ ημάς, οι συμπατριώτες μας, το καλοκαίρι του 2015, ψήφισαν «όχι» στην ευρωπαϊκή πρόταση διάσωσης με συντριπτικά ποσοστά. Ένα «όχι», που αν είχε ακολουθηθεί από τη κυβέρνηση που το πατρονάρισε θα είχε οδηγήσει, μετά βεβαιότητας, σε Grexit. Μια εθνικά μη συμφέρουσα επιλογή. Η κυβέρνηση, τελικά, υπερκέρασε το «ναι» αποδεχόμενη μια πολύ χειρότερη συμφωνία από αυτή που ήταν στο τραπέζι πριν το δημοψήφισμα.

Τώρα η κυβέρνηση μιλάει για συνταγματική αναθεώρηση. Αφήνοντας να διαρρεύσει ότι κάποιες διατάξεις της μπορεί να τεθούν σε δημοψήφισμα.

Οι κυβερνήσεις που καταφεύγουν στα δημοψηφίσματα επικαλούνται την άμεση συμμετοχική δημοκρατία και την ελεύθερη έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας. Στην άμεση δημοκρατία των αρχαίων ελληνικών «πόλεων-κοινοτήτων» οι αποφάσεις λαμβάνονταν από το δήμο δια βοής. Δήμος και Αγορά προϋπέθεταν το μικρό μέγεθος των «πόλεων-κοινοτήτων», και τη συνεχή τριβή των πολιτών με τα θέματα του δήμου. Για να έχει νόημα η συμμετοχή.

Το 19ο αιώνα, μετά από μακρά ιστορική διαδικασία, και ενδιάμεσους σταθμούς, οι «πόλεις-κοινότητες» γίνονται κράτη, και η άμεση δημοκρατία, αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι συνυφασμένη με πολλαπλές διαμεσολαβήσεις. Προβλέπει, όμως, όπως η δική μας, το θεσμό του δημοψηφίσματος ως κορυφαία επιλογή για κρίσιμα εθνικά θέματα. Ή για σοβαρά κοινωνικά ζητήματα, εκτός από τα δημοσιονομικά. Εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών.

Εδώ, όμως, διαγράφεται μια νέα τάση. Της «δημοκρατίας των δημοψηφισμάτων» ή «δημοψηφισματικής δημοκρατίας». Μια καταχρηστική τάση η κυβέρνηση να παρακάμπτει τα αντιπροσωπευτικά σώματα και να απευθύνεται στο λαό. Για διαφορετικά ζητήματα. Τέτοιου είδους δημοψηφίσματα, όμως, προϋποθέτουν δήμο, δηλαδή πολίτες, με βαθιά γνώση και πληροφόρηση και στα πιο εξειδικευμένα θέματα. Που καταλήγουν σε απόφαση μέσα από ενδελεχή διαβούλευση. Κάτι εξαιρετικά δύσκολο στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες.

Επιπλέον, στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία η απόφαση, ως προϊόν διαπραγμάτευσης, οδηγεί συνήθως σε θετικό άθροισμα. Όλοι, ακόμη και οι μειοψηφίες, έχουν μερίδιο στην πίτα. Η δημοκρατία των δημοψηφισμάτων μπορεί να οδηγήσει σε νικητές και ηττημένους. Δηλαδή σε διχασμό.

Είναι επίσης παράδοξο μια κυβέρνηση που καταγγέλλει την ηλεκτρονική ψηφοφορία στο «μικρό δήμο» των ΑΕΙ ως τεχνοφασισμό ή αρνείται ψήφο στους ομογενείς, να καταφεύγει αλά καρτ σε δημοψηφίσματα.

Η δημοψηφισματική πολιτική για να είναι και δημοκρατική προϋποθέτει ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση και ενδελεχή διαβούλευση χωρίς χειραγώγηση. Αλλιώς είναι απλά η μετακύλιση των αδιεξόδων της κυβέρνησης στο λαό.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Νέα Μεταπολίτευση

Νέα Μεταπολίτευση

Δεν χωράει αμφιβολία ότι το μόρφωμα που μας κυβερνάει θα συνεχίσει να πολιτεύεται με τρόπο ταξικό, τιμωρητικό και βαθιά διχαστικό. Είναι η μόνη διέξοδος που έχει. Από τη μια πλευρά για να καλύψει το χάσμα ανάμεσα σ’αυτά που έλεγε και υποσχόταν, κι αυτά που κάνει. Και την ιδεολογική απόσταση ανάμεσα στις αριστερές τους θεωρίες και τις νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές τους πρακτικές. Από την άλλη, για να περιορίσει, όσο είναι δυνατόν, τις εκλογικές του διαρροές. Γιατί τα ανεμομαζώματα εύκολα γίνονται ανεμοσκορπίσματα.

Δεν χωράει επίσης αμφιβολία ότι η πολιτική δύναμη που θα κληθεί να φέρει την ανασύνταξη του τόπου θα είναι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και δεν χωράει επίσης αμφιβολία ότι όσο πιο γρήγορα γίνει αυτό τόσο το καλύτερο. Όχι για τη ΝΔ, αλλά για τον τόπο. Υπό την έννοια αυτή το αίτημα των εκλογών από τη ΝΔ αποτελεί μονόδρομο. Γιατί η πολιτική είναι διαχείριση συμβόλων. Και το αίτημα των εκλογών αποτελεί το έσχατο συμβολικό όπλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Απέναντι σε μια κυβέρνηση που διχάζει με τη ρητορεία της και καταστρέφει με τις πολιτικές της.

Η ΝΔ οφείλει να διαμορφώσει ένα νέο πεδίο συναίνεσης. Αποκαθιστώντας την ενότητα της ελληνικής κοινωνίας. Για να το κάνει αυτό, η ΝΔ οφείλει να επανασυμφιλιώσει την πολιτική με τις ιδέες. Βάζοντας τέλος στην άγονη πορεία ωμού κυβερνητισμού της ταξικής νεοαριστεράς. Επανοηματοδοτώντας τις αρχές του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Ιδεολογίας ανθρωποκεντρικής, με πυξίδα την ελευθερία, την αλληλεγγύη, και τη δημοκρατία. Ιδεολογίας που δεν υπηρετεί τα συμφέροντα μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, της αστικής τάξης, αλλά αυτά του κοινωνικού συνόλου. Όπως έλεγε ο Θεοτοκάς, η τρέχουσα έκφραση «αστική Δημοκρατία» περιέχει μια σκανδαλώδη αντίφαση. Η Δημοκρατία είναι του Δήμου. Η ίδια η λέξη Δημοκρατία εκφράζει ένα αίτημα λαϊκής χειραφέτησης, ισότητας, και δικαιοσύνης.

Κι αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο. Να δημιουργηθεί ένα σημείο σύγκλισης πολιτών από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες και ιδεολογικές προελεύσεις. Να δημιουργηθεί μια νέα πλατιά κοινωνική συμμαχία για τη διεύρυνση της δημοκρατίας, την ολόπλευρη οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική δικαιοσύνη, και την ανοιχτή κοινωνία. Και την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη ο τόπος. Η ΝΔ, όμως, πρἐπει να αποκαταστήσει την κακοποιημένη έννοια της μεταρρύθμισης. Επαναβαπτίζοντας την στην αριστοτελική έννοια του μέτρου. Όχι του συμβιβασμού αλλά του μέτρου. Μακράν από τα άκρα είτε της υπερβολής είτε της έλλειψης. Γιατί οι καταστάσεις των άκρων βασανίζουν τον άνθρωπο, έλεγε ο Αριστοτέλης.

Έτσι μόνο θα επανασυνδεθούν σε ένα κοινό όραμα όλες οι κοινωνικές ομάδες που επιζητούν την πρόοδο. Και θ’ανοίξει ο δρόμος για τη μεταμνημονιακή ανόρθωση και μια Νέα Μεταπολίτευση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η αποκατάσταση της δημοκρατίας

Η αποκατάσταση της δημοκρατίας

Η αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα μας, τον Ιούλιο του 1974, έβαλε τέλος σε μία μακρά περίοδο πολιτικής αστάθειας. Κατάστικτη από κινήματα, διχασμούς, εμφυλίους και αυταρχικές εκτροπές. Παράδοση που έκανε την Ελλάδα να μοιάζει περισσότερο με χώρα Λατινικής Αμερικής παρά με χώρα της Δύσης, έστω και του Ευρωπαϊκού Νότου. Ακόμη και το απριλιανό καθεστώς έγινε ευρύτερα γνωστό με το λατινοαμερικάνικο προσωνύμιο χούντα.
Η υποδειγματική διαδικασία μετάβασης σε ένα δημοκρατικό πολιτικό σύστημα και η εδραίωση των δημοκρατικών θεσμών φέρει τη σφραγίδα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Και αναγνωρίστηκε διεθνώς ως ένα σύγχρονο πολιτικό θαύμα.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με κινήσεις προσεκτικές αλλά αποφασιστικές απλωμένες κλιμακωτά σε ένα σφιχτό χρονοδιάγραμμα σκοινοβάτησε με επιτυχία ανάμεσα σε μια ριζοσπαστικοποιημένη κοινή γνώμη και τα απομεινάρια του στρατιωτικού καθεστώτος.
Νομιμοποίησε το Κομμουνιστικό Κόμμα. ´Εδωσε στη χώρα τον αρτιότερο και πιο φιλελεύθερο καταστατικό χάρτη. Το Συνταγμα του 1975. Έλυσε το πολιτειακό ζήτημα, που είχε ταλανίσει τη χώρα, από συστάσεως της, με ένα υποδειγματικό δημοψήφισμα. Προχώρησε στη διαδικασία της αποχουντοποίησης με συνοπτικές αλλά δίκαιες διαδικασίες.
Η ένταξη, τέλος, στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες ολοκλήρωσε και εγγυήθηκε το κεκτημένο της μεταπολίτευσης. Ισχυροποίησε τη διεθνή θέση της χώρας και την ασφάλειά της. Εδραίωσε και ενδυνάμωσε τους δημοκρατικούς θεσμούς και την πολιτική σταθερότητα. Συνέβαλε στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας βελτιώνοντας σημαντικά το βιοτικό επίπεδο του λαού.
Η αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα υπήρξε αναντίρρητα επιτυχής. Οδήγησε σε τέσσερις δεκαετίες στέρεου δημοκρατικού πολιτεύματος. Την μακρότερη περίοδο δημοκρατίας που είχε γνωρίσει η χώρα. Και τα επιτεύγματα της πρώτης περιόδου της μεταπολίτευσης ήταν χωρίς καμία αμφιβολία σημαντικά.
Δεν ακολουθήθηκαν όμως από τον αναγκαίο θεσμικό εκσυγχρονισμό. Οι πελατειακές σχέσεις αντί να καταργηθούν αναβαθμίστηκαν. Ο λαϊκισμός έγινε το κύριο πολιτικό πρόταγμα από το ´80 και μετά. Ο κομματισμός της δημόσιας διοίκησης και η απουσία αξιολόγησης έφεραν αναξιοκρατία, αναποτελεσματικότητα και διαφθορά. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια που εισέρευσαν στη χώρα αντί να χρησιμοποιηθούν για την ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού διοχετεύτηκαν στην κατανάλωση. Η είσοδος στην ΟΝΕ διασφάλισε πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό, ο οποίος αυξήθηκε κατακορυφα. Η παραγωγικότητα, όμως, δεν βελτιώθηκε. Όταν μετά τη διεθνή οικονομική κρίση το κόστος δανεισμού της Ελλάδας αυξήθηκε δραματικά φάνηκαν οι διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας μας. Η απουσία μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς και το υψηλό δημόσιο χρέος της χώρας έφεραν την οικονομική καταστροφή και τα μνημόνια.
Οι στέρεες βάσεις της δημοκρατίας που μπήκαν το 1974, ο δυτικός προσανατολισμός της χώρας, και οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις ειναι η εγγύηση για να ξεπεράσουμε την κρίση και να ανοίξει ένας νέος κύκλος δημιουργίας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η Μάστιγα του Λαϊκισμού

Η Μάστιγα του Λαϊκισμού

Ο λαϊκισμός ήταν πάντοτε εδώ. Στις μεταπολεμικές δημοκρατίες της Δύσης η απήχησή του ήταν μάλλον περιθωριακή. Τις τελευταίες δεκαετίες, όμως, λαϊκίστικα κόμματα αποσταθεροποιούν το πολιτικό σύστημα. Φέρνοντας στο επίκεντρο της πολιτικής περιθωριακά ιδεολογήματα και μια αντιδημοκρατική πολιτική κουλτούρα και συμπεριφορά.

Δυστυχώς, η άνοδος του λαϊκισμού δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο. Είναι απόρροια δομικών προβλημάτων των δυτικών καπιταλιστικών δημοκρατιών. Από τη βιομηχανική επανάσταση και μετά κάθε γενιά έβγαζε περισσότερα χρήματα, ζούσε περισσότερα χρόνια, και είχε περισσότερο ελεύθερο χρόνο από την προηγούμενη. Αυτό δεν συμβαίνει πια. Στις περισσότερες ανεπτυγμένες δημοκρατίες το μέσο εισόδημα έχει μείνει στάσιμο τα τελευταία 25 χρόνια. Και η οικονομική κρίση προσέθεσε ένα πρωτόγνωρο αίσθημα αβεβαιότητας και ανασφάλειας στους πολίτες για τις μελλοντικές τους προοπτικές. Για τους λαϊκιστές τα οικονομικά κεκτημένα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού απειλούνται από τα καρτέλ των τραπεζών, σκοτεινά οικονομικά κέντρα, μέχρι τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών. Αυτοί πρέπει να λογοδοτήσουν για τις οικονομικές ανισότητες, τη χαμηλή κοινωνική κινητικότητα, και τη μείωση του βιοτικού επιπέδου. Αυτός ο αριστερόστροφος λαϊκισμός εκφράζεται από το ΣΥΡΙΖΑ, το Κίνημα Πέντε Αστέρων στην Ιταλία, το Ποντέμος στην Ισπανία και το Ντι Λίνκε στη Γερμανία.

Το δεύτερο ζήτημα έχει να κάνει με τις εθνικές ταυτότητες και τις απειλές που προκύπτουν από τις ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές ροές. Αλλά και την εκχώρηση κυριαρχίας σε υπερεθνικούς οργανισμούς. Οι μετανάστες του ‘50 και του ‘60 στην Ευρώπη δεν έμειναν απλοί επισκέπτες. Έγιναν μόνιμοι κάτοικοι. Και τώρα, τα νέα μεταναστευτικά ρεύματα απειλούν εκ νέου την εθνική ταυτότητα. Ο δεξιόστροφος λαϊκισμός βρίσκει έδαφος να υποθάλψει το σοβινισμό και την ξενοφοβία. Από τον Φάρατζ στην Αγγλία, την Λεπέν στη Γαλλία, τον Στράχε στην Αυστρία, τη Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα.

Υπάρχει ένα κοινός παρανομαστής και για τις δυο εκφάνσεις του λαϊκισμού. Μια κοινή μεταγλώσσα. Αντισυστημική και κατ’ ουσίαν αντικοινοβουλευτική. Το κοινό αφήγημα είναι ότι κάποιες ομάδες, κάποιες μειοψηφίες, έρχονται να απειλήσουν τα όποια κεκτημένα, οικονομικά ή εθνικά, του λαού για τους μεν του έθνους για τους δε. Και για τους δυο εκφραστές του λαϊκισμού, το κοινοβούλιο, η κυβέρνηση, και το κράτος δεν είναι η απάντηση στο πρόβλημα. Είναι το πρόβλημα.

Η λύση για τη δημοκρατία είναι μεταρρυθμίσεις παντού. Μεταρρυθμίσεις για ένα πιο αποτελεσματικό κράτος, για ένα πιο δίκαιο φορολογικό σύστημα, για πιο ισότιμη κατανομή του πλούτου. Και η εμβάθυνση της πολιτικής ενοποίησης και της δημοκρατίας στην Ευρώπη. Για ένα νέο σημείο ισορροπίας. Ανάμεσα στις εθνικές ταυτότητες, την πολυεθνική Ευρώπη, και τις δημογραφικές και μεταναστευτικές τάσεις.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”