Άλλο ένα ρουσφέτι

Άλλο ένα ρουσφέτι

Την καλύτερη εξήγηση για το βοήθημα στους συνταξιούχους, που οδήγησε σε άλλη μία κρίση με τους δανειστές, έδωσε ανώνυμος κυβερνητικός αξιωματούχος. Η κυβέρνηση, είπε, προσέφερε χριστουγεννιάτικο μποναμά εν όψει της επιστροφής των βουλευτών στις εκλογικές τους περιφέρειες για τις γιορτές. Αποκαθιστώντας έτσι στα μάτια των πολιτών την παραδοσιακή λειτουργία της πολιτικής. Που χαρακτηρίζεται από μια χρόνια και βαθιά ριζωμένη παθογένεια.

Η μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας στη μαζική δημοκρατία αύξησε την κοινωνική κινητικότητα. Αλλά δεν απάλειψε τις πατριαρχικές νοοτροπίες και σχέσεις. Αντίθετα η πατριαρχική δομή της κοινωνίας μεταφέρθηκε στην πολιτική διαδικασία. Και μεταβλήθηκε σε πελατειακή σχέση. Μια πελατειακή σχέση μεταξύ πολιτικού και ψηφοφόρου, όπου ο ψηφοφόρος παρέχει την υποστήριξή του (ψήφο) ζητώντας ανταλλάγματα. Και ο πολιτικός διανέμει θέσεις, αξιώματα, και παροχές με αντάλλαγμα την ψήφο. Αρχικά, ο σίγουρος εργοδότης, αλλά και το εργαλείο ικανοποίησης των πάσης φύσεως αιτημάτων, ήταν το κράτος. Η προσέλκυση ψηφοφόρων μέσα από την παροχή κρατικών θέσεων έγινε αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής διαδικασίας. Και συνέτεινε στη διόγκωση και λειτουργία του κρατικού μηχανισμού με κομματικά και όχι αξιοκρατικά κριτήρια. Ο κρατικός μηχανισμός αντί να γίνει φορέας οικονομικής ανάπτυξης και θεσμικού εκσυγχρονισμού έγινε ο τρύγος των πολιτών-πελατών.

Ο πελατειακός χαρακτήρας της πολιτικής μπόλιασε τα κόμματα με κρατικιστική και λαϊκιστική νοοτροπία. Μέσα από την πολιτική του βολέματος των πάντων, το κόμμα και ο πολιτικός έγιναν οι παντοδύναμοι δότες. Και τα επιμέρους συμφέροντα των πελατών-πολιτών έβρισκαν τρόπο ικανοποίησης μέσα από παραθυράκια του νόμου, τροπολογίες, και ρουσφέτια. Στη μαζική δημοκρατία, η παθογένεια αυτή από το επίπεδο των πολιτών μεταφέρθηκε και σε επίπεδο κοινωνικών ομάδων και επαγγελματικών κλάδων. Και στην εποχή του πολίτη-καταναλωτή πήρε τη μορφή ικανοποίησης των καταναλωτικών αιτημάτων και διασφάλισης ενός καταναλωτικού επιπέδου πέρα από τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας. Υλικές παροχές με αντάλλαγμα την ψήφο. Η ευημερία με δανεικά είναι η απόλυτη συμπαιγνία ανάμεσα στους πολίτες που αγκαλιάζουν το μοντέλο της παρασιτικής κατανάλωσης και ένα πολιτικό σύστημα που το προωθεί για να διαιωνίσει την παραμονή του στην εξουσία.

Όταν το μοντέλο αυτό ξεπέρασε τα όρια της οικονομικής αντοχής της χώρας, η χώρα κατέρρευσε. Η κρίση έφερε την επιτροπεία και η επιτροπεία έβαλε όρια στην πελατειακή πολιτική. Η εγχώρια πολιτική τάξη τα αποδέχτηκε. Αλλά σπασμωδικά, υποχρεωτικά, και έξωθεν επιβεβλημένα και όχι ως αποτέλεσμα κριτικής αυτοσυνειδησίας. Γι’ αυτό με την πρώτη ευκαιρία η κυβέρνηση έσπευσε να κλείσει το μάτι στη κοινωνική ομάδα των συνταξιούχων. Και να θυμίσει ότι οι παλιές καλές συνήθειες ποτέ δεν πεθαίνουν. Μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνουν για να επιστρέψουν μόλις οι περιστάσεις το επιτρέψουν.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χωριό Ποτέμκιν

Χωριό Ποτέμκιν

Η Αριστερά δεν είναι φυγάς της Ιστορίας, είπε ο Πρωθυπουργός. Μόνο που είναι φυγάς της πραγματικότητας. Ιδίως η καθ᾽ ημάς Αριστερά. Επιδίωξε την εξουσία εν μέσω της βαθύτερης κρίσης της μεταπολεμικής μας ιστορίας. Χωρίς πρόγραμμα, χωρίς ρεαλιστικό σχέδιο αλλαγής πορείας. Με ένα συνοθύλευμα παιδαριωδών, ανεδαφικών και απαρχαιωμένων απόψεων. Που συγκροτούσαν ένα χωριό Ποτέμκιν για την εξαπάτηση των πολιτών. Γιατί ο ουσιαστικός τους στόχος ήταν η κατάληψη της εξουσίας. Η ιστορική ρεβάνς.

Τώρα δεν θέλουν να γίνουν φυγάδες της Ιστορίας. Δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την εξουσία. Αποδέχονται τα πάντα αρκεί να διατηρήσουν τη νομή της εξουσίας. Έχοντας αλλαξοπιστήσει στα πάντα προσπαθούν να συγκρατήσουν το ακροατήριό τους δίνοντας εξετάσεις κοινωνικής ευαισθησίας. Εμείς είμαστε με την κοινωνία, ενώ οι άλλοι με τον Σόιμπλε. Συνθηκολογούν στους έξω ενώ στήνουν θέατρο αντίστασης στους μέσα. Στην έρημο της πλήρους υποταγής τους παρουσιάζουν και μια όαση αντίστασης. Ένα χωριό Ποτέμκιν για τους ιθαγενείς.

Κάπως έτσι στήθηκε και ο παλληκαρισμός του βοηθήματος προς τους συνταξιούχους. Μόνο που το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι ότι η πολιτική Ποτέμκιν είναι, πλέον, και κοντόθωρη και προβλέψιμη. Γιατί όταν προσπαθείς να αντισταθμίσεις τη φοροκαταιγίδα με ένα αντίδωρο, κάνεις μια τρύπα στο νερό. Και πάντως δεν είναι πολιτικό καύσιμο για μακρινή απόσταση.

Το πρόβλημα του κ. Τσίπρα αυτή τη φορά είναι διττό. Και τους μέσα δεν πείθει και τους έξω έχει εξοργίσει. Γιατί ο Πρωθυπουργός δεν αρκέστηκε στον αιφνιδιασμό για το βοήθημα στους συνταξιούχους. Κλιμάκωσε την κρίση επιτιθέμενος κατά του ΔΝΤ και του Σόιμπλε ως άλλος Βαρουφάκης. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στην αξιοπιστία του και στη πορεία της χώρας. Επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον της διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Εταίροι και δανειστές εκτίμησαν ότι ο κ. Τσίπρας, μετά την υπογραφή που έβαλε στο τρίτο Μνημόνιο, έκανε στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία. Και θα μπορούσε να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις διατηρώντας την εσωτερική σταθερότητα.

Αντιθέτως παρατηρούν συνεχή πισωγυρίσματα. Την ασταθή και αντιφατική συμπεριφορά μελών της κυβέρνησης αλλά, τώρα, και του ίδιου του Πρωθυπουργού. Μια συμπεριφορά που στην ψυχολογία αποκαλείται γνωστική ασυμφωνία. Που προκύπτει όταν κάνεις πράγματα αντίθετα από αυτά που πιστεύεις. Στη συνάντησή του με την κ. Μέρκελ ο Πρωθυπουργός ανέκρουσε πρύμναν. Οι εντυπώσεις όμως παρέμειναν. Και σε κάθε περίπτωση, οι Γερμανοί δεν πρόκειται να δώσουν διέξοδο διαφυγής στον κ. Τσίπρα ενόψει των εκλογών τους. Συνεπώς, ο Πρωθυπουργός θα αναγκαστεί, για άλλη μια φορά, να πιεί το πικρό ποτήρι μέχρι τέλους. Ελπίζοντας ότι το χωριό Ποτέμκιν που έστησε στο εσωτερικό αρκεί για να τον διασώσει πολιτικά. Αλλιώς, θα ζυγοσταθμίσει τα πιστεύω του με τις πράξεις του και θα κάνει ηρωική έξοδο δια των εκλογών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χωρίς σχέδιο

Χωρίς σχέδιο

Ο Πρωθυπουργός, πριν από λίγο καιρό, έκανε έναν ανασχηματισμό για να επισπεύσει, κυρίως, το κλείσιμο της αξιολόγησης. Απομακρύνοντας από την κυβέρνηση τους υπουργούς που είτε αδρανούσαν είτε κωλλυσιεργούσαν σε κρίσιμους τομείς. Η άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης παρουσιαζόταν από τον Πρωθυπουργό και τον υπουργό των Οικονομικών ως άμεση προτεραιότητα. Και ορθώς. Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης διέλυε τα σύννεφα της αβεβαιότητας και μας οδηγούσε στην ευεργετική ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι.

Αίφνης όλα άλλαξαν. Ο Πρωθυπουργός, προφανώς υπο το βάρος της ραγδαίας δημοσκοπικής του κατάρρευσης, έστησε ένα σκηνικό διπλής κρίσης με εταίρους και δανειστές. Η πρώτη για το βοήθημα στους συνταξιούχους. Η κυβέρνηση γνώριζε ότι η αιφνίδια ανακοίνωση των παροχών, χωρίς συνενόηση, θα προκαλούσε την αντίδραση των δανειστών. Ανυπόφορο να το δεχθεί κανείς αλλά αυτή είναι η ζωή υπό επιτροπείαν. Στην οποία μας βύθισε πιο βαθιά ο κ. Τσίπρας, τον Ιανουάριο του 2015, με την ανατροπή της κυβέρνησης και την δική του υπογραφή σε ένα μνημόνιο με επαχθείς όρους. Ο κ. Τσίπρας μπορεί τελικά να ξεπεράσει τις υπερβολικές, είναι η αλήθεια, αντιδράσεις των δανειστών. Αφού έχει όμως πρώτα διακινδυνεύσει το πάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους που είχαν αποφασιστεί στο Eurogroup. Και αφού έχει επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον της ευρύτερης διαπραγμάτευσης. Που αφορά στην αξιολόγηση και τα μέτρα που έρχονται μαζί με τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στα οποία συμφώνησε η κυβέρνηση.

Το πρόβλημα είναι ότι, παρά το τσάι και τη συμπάθεια που προσέφεραν οι ευρωσοσιαλιστές στον Πρωθυπουργό, την απόφαση θα πάρουν ο Σόιμπλε και το ΔΝΤ. Αυτοί, δηλαδή, που στοχοποίησε ο Πρωθυπουργός. Η Μέρκελ τον παρέπεμψε ήδη στούς θεσμούς πριν τη συνάντησή τους. Και αφού, προηγουμένως, εξαπέλυσε μύδρους εναντίον της κυβέρνησης για τον χειρισμό του Προσφυγικού/Μεταναστευτικού.

Ο κ. Τσίπρας κάνει ένα ριμέικ του 2015 με τη διαφορά ότι οι συσχετισμοί είναι ακόμη πιο αρνητικοί εις βάρος της χώρας. Το ελληνικό πρόβλημα έχει πλέον κουράσει και η Γερμανία μπαίνει σε προεκλογική περίοδο.

Μόνο ο ίδιος γνωρίζει τι έχει στο μυαλό του. Κατά μιαν εκδοχή έκανε έναν αντιπερισπασμό παροχών δημιουργώντας ένα προπέτασμα καπνού. Για να κρύψει τα μέτρα που έρχονται και το μνημόνιο διαρκείας στο οποίο έχει ουσιαστικά βάλει τη χώρα. Στη δεύτερη εκδοχή ο Πρωθυπουργός ετοιμάζεται να αποδράσει με εκλογές. Επενδύοντας στον ευρωσκεπτικισμό που φουντώνει προσπαθεί να επαναφέρει τη διαιρετική τομή που έφερε στην κοινωνία το δημοψήφισμα, προκειμένου να αποδράσει αποφεύγοντας τη συντριβή. Να στερήσει στη ΝΔ την αυτοδυναμία και να παραμείνει, ελέω απλής αναλογικής, παράγων στα πολιτικά πράγματα. Παιχνίδια χωρίς σχέδιο εις βάρος της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ένα κακό ριμέικ

Ένα κακό ριμέικ

Η κυβέρνηση, μετά την επική αναδίπλωση του 2015, επένδυσε πολιτικά σε ένα ριμέικ του success story. Την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, την ελάφρυνση του χρέους, και την είσοδο της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση. Ήταν τέτοια η κεκτημένη επικοινωνιακή της ταχύτητα, που έσπευσε να πανηγυρίσει αμέσως μετά την απόφαση του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου. Πριν καλά καλά διαβάσει το κείμενο. Όταν καταστάλλαξε ο κουρνιαχτός αποδείχθηκε άνθρακας ο θησαυρός. Βραχυπρόθεσμα μέτρα, για ισχνή ελάφρυνση, στο μακρινό 2060. Όσο για ουσιαστική μακροπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους, καμιά κουβέντα μέχρι το 2018. Κι έτσι η κυβέρνηση έμεινε τελικά με τον μουτζούρη στο χέρι. Με την ανάληψη της υποχρέωσης για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, της τάξης του 3,5%, για αδιευκρίνιστη διάρκεια μετά το 2018.

Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση πρέπει να πειστεί το ΔΝΤ. Το Βερολίνο θέλει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αλλά δεν δέχεται την προϋπόθεση της ελάφρυνσης του χρέους που θέτει το Ταμείο.

Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, δεν θεωρεί την ελάφρυνση που δόθηκε αρκετή. Και δεν δέχεται τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που ζητάει το Βερολίνο. Γιατί θεωρεί ότι η Ελλάδα, με τα συμφωνηθέντα μέτρα, δεν μπορεί να πιάσει πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Και ζητάει επιπλέον μέτρα ύψους 4 δις.

Η κυβέρνηση επέστρεψε στη συνταγή της πολιτικής λύσης. Αυτό και αν είναι εκ προοιμίου ένα κακό ριμέικ. Γιατί έχει μείνει πια χωρίς συμμάχους. Ο Ομπάμα αποχωρεί από τη σκηνή, ο Ολάντ δεν έχει πλέον καμιά επιρροή, και ο Ρέντσι έχει αποχωρήσει ηττημένος. Και γιατί η Μέρκελ σε προεκλογική χρονιά δεν έχει περιθώρια για υποχωρήσεις στο ελληνικό ζήτημα ακόμη και να το ήθελε. Ο δε Σόιμπλε παραμένει πιστός στην καλβινιστική του λογική που λέει οτι αν χαλαρώσουν τα μέτρα θα πάνε περίπατο οι μεταρρυθμίσεις.

Αυτή η κυβέρνηση αρνείται με πείσμα να αντιληφθεί ότι ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος της χώρας. Δεν το κατάλαβε το εξάμηνο της καταστροφικής της διαπραγμάτευσης, δεν το κατάλαβε και στη συνέχεια. Αγκομαχάει να κλείσει δύο αξιολογήσεις σε δεκαέξι μήνες. Χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι είμαστε σε εποχή πλανητικής αστάθειας, και οι διεθνείς συσχετισμοί επιδεινώνονται ραγδαία. Αντί να κλείσει τις οικονομικές εκκρεμότητες παρακολουθεί να ανοίγουν και όλα τα εθνικά θέματα. Η χώρα, ακυβέρνητη, διολισθαίνει επικίνδυνα.

Η παροχολογία του Πρωθυπουργού υποδηλώνει και την αμφιθυμία του. Επιδιώκει ένα πλαίσιο συμφωνίας που δεν θα ξεπερνάει τις πολιτικές αντοχές του κόμματός του. Πλεονάσματα της τάξεως του 2,5% και 1% να διοχετεύται στην ανάπτυξη. Αλλιώς απειλεί με εκλογές. Με τη χώρα να βυθίζεται στο τέλμα οι εκλογές δεν αποτελούν λύση, πλέον, αλλά λύτρωση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τα δυο χρόνια της απώλειας

Τα δυο χρόνια της απώλειας

Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι, μετά από δυο χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η χώρα βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρισκόταν τον Δεκέμβριο του 2014. Είναι σαν να πάγωσε ο χρόνος και η σημερινή κυβέρνηση να ετοιμάζεται να πανηγυρίσει το success story που λοιδορούσε πριν από δυο χρόνια. Το κλείσιμο της αξιολόγησης, δηλαδή, την ελάφρυνση του χρέους, και τη προληπτική πιστοληπτική γραμμή.

Ακόμη, όμως, και αν όλα αυτά συμβούν η χώρα θα φτάσει στον ενδιάμεσο αυτό σταθμό όχι με απλή καθυστέρηση, αλλά μετά από έναν επώδυνο και δαπανηρό εκτροχιασμό. Που λίγο έλειψε να αποβεί μοιραίος για τη χώρα. Οδηγώντας την εκτός ευρωζώνης. Για να αποκατασταθεί η ομαλή τροχιά δαπανήθηκε χρόνος και δυνάμεις. Και οι πολίτες επιβαρύνθηκαν με ένα επιπλέον χρέος 86 δις.

Το Δεκέμβριο του 2014 η χώρα, πράγματι, βρέθηκε μια ανάσα από την επιστροφή στη κανονικότητα. Εκκρεμούσε το κλείσιμο της αξιολόγησης συνδεδεμένο, στην χειρότερη εκδοχή, με δυο δις μέτρα. Και με βάση τη συμφωνία του Eurogroup του 2012, έχοντας πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα, η χώρα μπορούσε να αρχίσει τη διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους. Μια ελάφρυνση που σε αδρές γραμμές περιελάμβανε τη μείωση των επιτοκίων και την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής. Η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα έδειχνε σημεία ανάκαμψης. Όπως και οι εξαγωγές και οι επενδύσεις.

Αυτή η συντεταγμένη επιστροφή στη κανονικότητα αρχικά υπονομεύθηκε και τελικά ανακόπηκε άκριτα από την τότε αντιπολίτευση. Μετά την ανάληψη της εξουσίας, οι εξωπραγματικές θέσεις της για το σχίσιμο των μνημονίων και τη μονομερή διαγραφή του χρέους οδήγησαν σε μια καταστροφική διαπραγμάτευση και ένα τρίτο μνημόνιο ύψους 86 δις. Εν τω μεταξύ, όμως, οι τράπεζες κατέρρευσαν. Αναγκάστηκαν σε νέα κεφαλαιοποίηση, και τελικά πέρασαν σε ξένα χέρια. Τα capital controls έφεραν ασφυξία στην αγορά, οι επενδυτές εγκατέλειψαν τη χώρα, και το χρηματιστήριο κατέρρευσε. Για να ισορροπήσουμε και πάλι μετά από αυτή την περιδίνηση δαπανήσαμε χρόνο, δυνάμει και κεφάλαιο. Μειώθηκε επιπλέον το ΑΕΠ, και αυξήθηκε ο δανεισμός της χώρας μέσα από ένα τρίτο μνημόνιο.

Η επιστροφή στα δεδομένα του 2014 έγινε με πολύ βαρύ τίμημα. Οι δείκτες ισχύος της χώρας επιδεινώθηκαν δραματικά με αποτέλεσμα στα οικονομικά προβλήματα να προστεθούν και οι εθνικοί κίνδυνοι. Η αποδυνάμωση της χώρας πυροδότησε τις αναθεωρητικές ορέξεις των γειτόνων μας. Στα δυο χρόνια που μεσολάβησαν οι συνθήκες σε Ευρώπη και Αμερική άλλαξαν. Προς το χειρότερο. Όλα αυτά έχουν κάνει την επίτευξη συμφωνίας δυσχερέστερη, τα μέτρα βαρύτερα, και το βαθμό αβεβαιότητας για το αποτέλεσμα μεγαλύτερο. Η κυβέρνηση δεν έχασε απλώς δυο χρόνια. Προξένησε ζημιά στη χώρα και την εξέθεσε σε πολλαπλούς κινδύνους. Και γι’ αυτό η ευθύνη της είναι ακόμη βαρύτερη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Μαδούρο

Μαδούρο

Η χώρα βολοδέρνει. Με μια κυβέρνηση εγκλωβισμένη στην υλοποίηση ενός προγράμματος που υπέγραψε αλλά δεν πιστεύει. Οι ιδεοληψίες της καταστρέφουν ότι απέμεινε από την οικονομική δραστηριότητα. Ιδεολογία και ψηφοθηρία της απαγορεύουν να προχωρήσει σε περικοπή δαπανών και σε ένα γενναίο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Έτσι αυξάνουν συνεχώς τους φόρους διαλύοντας το επιχειρείν και οδηγώντας την κοινωνία στη φτωχοποίηση. Η χώρα βυθίζεται σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης, ανεργίας και φόρων.

Η ζημιά στην οικονομία είναι μεγάλη και η κληρονομιά που αφήνει πίσω της κυβέρνηση είναι στη κυριολεξία καμένη γη.

Ακόμη, όμως, κι αν τα τείχη της οικονομικής μας δυσανεξίας μπορεί να ξεπεραστούν, η ζημιά που κάνει η κυβέρνηση στο θεσμικό οικοδόμημα της δημοκρατίας είναι πολύ πιο σοβαρή. Οι ωμές παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη, και οι απέλπιδες προσπάθειες να χειραγωγήσει την πληροφόρηση, και τα απομεινάρια του τραπεζικού συστήματος, οδηγούν σε θεσμικό κατήφορο. Για πρώτη φορά από το 1974, όπως επεσήμανε ο αρχηγός της ΝΔ από τη ΔΕΘ, τίθεται ζήτημα ποιότητας της δημοκρατίας μας.

Χειρίζονται όλα τα θεσμικά ζητήματα με καθεστωτική νοοτροπία και μοναδική επιδίωξη την παραμονή τους στην εξουσία. Το έκαναν με την αλλαγή του εκλογικού νόμου. Η πολιτική τους δεν είχε τίποτα το μεταρρυθμιστικό. Ούτε οι μεγάλες περιφέρειες έσπασαν ούτε άλλαξε ο τρόπος εκλογής των βουλευτών. Έφεραν την απλή αναλογική με μοναδικό στόχο να δυσκολέψουν τη πορεία της ΝΔ προς την εξουσία. Τι κι αν το αντίτιμο μπορεί να είναι η ακυβερνησία και το βάθεμα της κρίσης. Αρκεί να παραμείνουν ρυθμιστές σ´ένα κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο. Ο ανομολόγητος στόχος τους ήταν η πολιτική τους επιβίωση.

Χειρίστηκαν τη συνταγματική αναθεώρηση, τη κορυφαία πολιτειακή διαδικασία, με τρόπο πρόχειρο και καιροσκοπικό. Προτείνοντας ένα σύμφυρμα ευκαιριακών και επιπόλαιων μεταβολών. Μόνο και μόνο για να αλλάξουν τη πολιτική ατζέντα.

Στο τομέα της πληροφόρησης έστησαν μια διαδικασία καζίνο για τις τηλεοπτικές άδειες. Με τον αντισυνταγματικό εξοβελισμό του ΕΣΡ, τον αυθαίρετο περιορισμό του αριθμού των αδειών, και τον Πρωθυπουργό να προδικάζει δημόσια την απόφαση του ΣΤΕ. Καμιά ασφαλιστική δικλείδα για την ποιότητα και την ανεξαρτησία της ενημέρωσης. Μια διαδικασία που παραπέμπει σε καθεστώτα ολοκληρωτικού τύπου.

Η εξαχρείωση του δημόσιου διαλόγου και ο ευτελισμός του Κοινοβουλίου έχουν πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις. Οι συνεχείς πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, και τα πολυσέλιδα νομοσχέδια-κουρελού έχουν μετατρέψει την κοινοβουλευτική διαδικασία σε απλή διεκπεραίωση.

Η ανοχή της κυβέρνησης στους μπαχαλάκηδες και τους καταληψίες, στη παραβατικότητα και την ανομία, διαποτίζει τη κοινωνία και διαβρώνει το κράτος δικαίου.

Στο λυκόφως της εξουσίας της, η κυβέρνηση συμπεριφέρεται τριτοκοσμικά μετατρέποντας τα πολιτικά της αδιέξοδα σε θεσμικά και εθνικά αδιέξοδα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η κρίση των δημοκρατιών

Η κρίση των δημοκρατιών

Το 1975 μια τριμερής επιτροπή επιστημόνων από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, με επικεφαλής τον Χάντινγκτον, συνέταξε ένα πόρισμα για τα αίτια της κρίσης των δυτικών δημοκρατιών. Στη δεκαετία του 1970 οι δυτικές δημοκρατίες αντιμετώπιζαν τη πετρελαϊκή κρίση και τη μάστιγα του πληθωρισμού. Στην Αμερική και στη Βρετανία ο πληθωρισμός είχε φτάσει σε διψήφια ποσοστά, ενώ στη Βραζιλία και στη Τουρκία σε τριψήφια. Αγγίζοντας το 200%. Αλλά δεν ήταν μόνο τα οικονομικά προβλήματα. Οι συγγραφείς υποστήριξαν ότι μια σειρά από παθογένειες και χρονίζοντα προβλήματα δημιουργούσαν δυσλειτουργίες και, τελικά, μια κρίση νομιμοποίησης στις δυτικές δημοκρατίες. Και επεσήμαιναν επιτακτικά την ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων.

Τι συνέβη τελικά; Οι πολιτικές του τότε διοικητή της FED, του Paul Volcker αποκλιμάκωσαν τον πληθωρισμό. Άλλες Κεντρικές Τράπεζες ακολούθησαν και σιγά-σιγά το πρόβλημα του πληθωρισμού αντιμετωπίστηκε. Η επανάσταση στην πληροφόρηση, το ίντερνετ, και η παγκοσμιοποίηση έφεραν ένα νέο κύκλο ανάπτυξης. Μια δεκαετία αργότερα, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του κομμουνισμού έφερε ευφορία στις δυτικές δημοκρατίες. Τα προβλήματα ξεπεράστηκαν χωρίς να αντιμετωπιστούν. Η ανάγκη για διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις εκτοπίστηκε από τον πυρετώδη ρυθμό της εξάπλωσης της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του καπιταλισμού σ’όλο τον πλανήτη. Η παγκοσμιοποίηση άνοιξε νέες αγορές και έδωσε φθηνά εργατικά χέρια. Αυτές ήταν οι ευκαιρίες. Μια γενιά μετά βλέπουμε την άλλη όψη του νομίσματος. Οι θέσεις εργασίας και τα εισοδήματα συμπιέστηκαν. Από την Αμερική μέχρι την Ευρώπη όλοι ξόδευαν περισσότερα από όσα παρήγαγαν και κάλυπταν τη διαφορά με δανεικά.

Σήμερα οι δυτικές δημοκρατίες είναι σε αναβρασμό. Η Ιαπωνία έχει αλλάξει εννιά πρωθυπουργούς σε δέκα χρόνια και βρίσκεται σε παρατεταμένη περίοδο παρακμής. Έπεσε στην 24η θέση στη παγκόσμια κατάταξη χωρών με βάση το κατά κεφαλήν εισόδημα. Η κοινωνία της γερνάει και το πολιτικό της σύστημα είναι κατακερματισμένο και σε παράλυση.

Η αμερικανική οικονομία σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης αλλά η ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών και αντιμετώπισης των ανισοτήτων είναι μεγάλη.

Και στην Ευρώπη, παρά το συνολικό πλούτο, οι ανισότητες έχουν αυξηθεί ραγδαία. Από το 2006 μέχρι το 2011, σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι ανισότητες αυξήθηκαν περίπου στα δύο τρίτα του συνόλου των ευρωπαϊκών χωρών. Και ένας στους επτά ευρωπαίους πολίτες είναι αντιμέτωπος με το φάσμα της φτώχειας.

Οι ανισότητες, η ανεργία, τα μεταναστευτικά ρεύματα, η παγκοσμιοποίηση, επιτείνουν την ανασφάλεια των πολιτών και την κρίση νομιμοποίησης των δημοκρατιών. Ένα τοξικό μίγμα που οδηγεί στην άνοδο ακραίων πολιτικών σχηματισμών και στον λαϊκισμό αριστερής και δεξιάς κοπής. Αν και, συνήθως, η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα, το σκηνικό θυμίζει τη δεκαετία του 1930.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Εμπλοκή

Εμπλοκή

Όλοι αντιλαμβάνονται ότι η αξιολόγηση πρέπει να κλείσει μέσα στον Απρίλιο. Γιατί η οικονομία δεν αντέχει άλλη αβεβαιότητα, και γιατί η Ευρώπη δεν αντέχει άλλη μια κρίση. Την ώρα που η Μ.Βρεττανία μπαίνει στην τελική ευθεία για το δημοψήφισμα της παραμονής της στην Ευρώπη. Και ξαφνικά προκύπτει η διαρροή των εσωτερικών διαλόγων του ΔΝΤ στα γουικιλικς. Τι μας λένε οι διαρροές; Ουσιαστικά, ότι το ΔΝΤ θέλει χαμηλότερους δημοσιονομικούς στόχους και μείωση του χρέους. Αλλιώς ζητάει μεγαλύτερο πακέτο μέτρων. Το άλλο που μας λένε είναι η εκτίμηση τους ότι αν τα πράγματα δεν φτάσουν στο αμήν διαπραγμάτευση μαυτή την κυβέρνηση δεν ολοκληρώνεται. Έμαθε κανείς κάτι που δεν γνώριζε ήδη; Ουδείς. Ουδείς πλήν του Πρωθυπουργού που απέστειλε επιστολή προς τη Λαγκάρντ ζητώντας εξηγήσεις.

Η κυβέρνηση, κοινώς, δείχνει να αιφνιδιάστηκε με κάτι που γνώριζε. Καθώς υποθέτω ότι, έστω και ωσεί παρούσα, συμμετέχει στη διαπραγμάτευση. Στη συνέχεια αποφάσισε να κάνει πολιτική με τις διαρροές. Και μάλιστα με το κίνδυνο να δημιουργήσει εμπλοκή στη διαπραγμάτευση σε μια ώρα κρίσιμη για τη χώρα και την Ευρώπη. Και κλιμακώνει μια επίθεση εναντίον του ΔΝΤ, που η ίδια καλωσόριζε με την επιστολή Τσακαλώτου στις 23 Ιουλίου του 2015. Και που είναι το μόνο μέρος του κουαρτέτου που πιέζει για τη μέγιστη δυνατή διευκόλυνση στο θέμα της ρύθμισης του χρέους.

Τι συνέβη ξαφνικά; Η κυβέρνηση, θορυβημένη από τις αντιδράσεις που φέρνουν τα μέτρα στο εσωτερικό της, και στην κοινωνία, επιδιώκει μια πιο light αξιολόγηση. Βλέπει ότι σε αντίθεση με το ΔΝΤ οι ευρωπαίοι είναι αποφασισμένοι να βάλουν νερό στο κρασί τους. Κυρίως λόγω του προσφυγικού και του βρετανικού δημοψηφίσματος. Η μια πιθανότητα είναι η κυβέρνηση να κλιμακώνει την επίθεση στο ΔΝΤ για να το αναγκάσει να υποχωρήσει. Να ευθυγραμιστεί με τους ευρωπαίους και να κλείσει όσο το δυνατόν ανώδυνα η αξιολόγηση. Η απάντηση σαυτό ήρθε από την ίδια τη Λαγκάρντ. Με μια αυστηρή επιστολή κάλυψε τους αξιωματούχους του ΔΝΤ, επανέλαβε τις απαιτήσεις του και ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση να διασφαλίσει το απόρρητο των συνομιλιών και την ασφάλεια των διαπραγματευτών. Η άλλη πιθανότητα είναι η κυβέρνηση να μεθοδεύει τη ρήξη και την αποχώρηση του ΔΝΤ από το πρόγραμμα. Χάνουμε το μοχλό πίεσης για τη ρύθμιση του χρέους αλλά κερδίζουμε πολιτικό χρόνο. Τι είναι ο στόχος της ρύθμισης του χρέους, άλλωστε, μπροστά στον υπέρτατο στόχο της παραμονής στην εξουσία. Με τη γνωστή άγνοια κινδύνου που την διακρίνει, η κυβέρνηση παίζει με τη φωτιά για άλλη μια φορά.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Βατερλώ

Βατερλώ

Η πολύωρη συζήτηση της περασμένης Τρίτης στη Βουλή ήταν ένα ακόμη επεισόδιο στο μακρόσυρτο Βατερλώ μιας κυβέρνησης. Που προσπαθεί να συμπαρασύρει όλο το πολιτικό σύστημα και τη χώρα στην πτώση της.

Η χώρα βρίσκεται στον αέρα. Με την αξιολόγηση να μην έχει κλείσει ακόμη, και το προσφυγικό να διαλύει τις δομές της. Όσες δηλαδή έχουν μείνει όρθιες από τη λαίλαπα του ΣΥΡΙΖΑ. Και η κυβέρνηση ανίκανη να κυβερνήσει επέλεξε να κάνει το μόνο που ξέρει και μπορεί να κάνει. Σκαρφίστηκε μια επικοινωνιακή διέξοδο διαφυγής. Κάνοντας μια θλιβερή απόπειρα αλλαγής γηπέδου και ατζέντας. Μετατρέποντας μια συζήτηση για την διάκριση των εξουσιών και τη θεσμική θωράκιση της χώρας σε ένα κυνήγι μαγισσών. Σ ένα μακροβούτι στο βούρκο.

Μέχρι κι ο Λεβέντης τους πήρε χαμπάρι εγκαλώντας τους για την αναγκαιότητα και το επίκαιρο της συζήτησης. Που την κατέστησαν ανεπίκαιρη τα αποτρόπαια γεγονότα των Βρυξελλών την περασμένη εβδομάδα, αλλά όχι οι κρίσεις που συγκλονίζουν τη χώρα μας.

Η ίδια η συζήτηση εξετράπη σαυτό που δήθεν ήθελε να ξορκίσει. Σε μια απαξίωση της διἀκρισης των εξουσιών από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Και σε μια ωμή παρέμβαση στη λειτουργία της δικαιοσύνης. Κάτι που ανάγκασε ακόμη και την εγκρατή Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να αντιδράσει.

Επί της ουσίας ήταν ένα ακόμη βήμα στο θεσμικό κατήφορο που έχει πάρει η κυβέρνηση.

Όσο για τις εντυπώσεις, η αναμέτρηση είχε ξεκάθαρο νικητή. Και δεν ήταν αυτός που την προκάλεσε έχοντας καλλιεργήσει προσδοκίες κι ένα κλίμα πολιτικού αρμαγεδώνα μέσα από ένα όργιο διαρροών και σκανδαλολογίας. Όχι μόνο αποδείχθηκε άνθρακας ο θησαυρός, αλλά το γάντι της πόλωσης που πέταξε ο Πρωθυπουργός το σήκωσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κι αυτό είχε ένα και μοναδικό χαμένο. Τον κ. Τσίπρα. Γιατί αν κάποιοι στα κεντροαριστερά κόμματα της αντιπολίτευσης ερωτοτροπούσαν με το ενδεχόμενο να πάρουν τη θέση του κ. Καμμένου, εγκατέλειψαν την ιδέα τρέχοντας. Έτσι, ο κ. Τσίπρας ξέμεινε από δυνητικές όμορες δεξαμενές και η επιβίωση του εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο απο τις προθέσεις του κ. Καμμένου, ο οποίος παρά την υποχώρηση στο θέμα Μουζάλα είναι κερδισμένος και ενισχυμένος στο ενδοκυβερνητικό στρατόπεδο.

Η επιλογή της πόλωσης από την κυβέρνηση έδωσε την ευκαιρία στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κάνει κριτική εφ όλης της ύλης. Και στο τέλος να ζητήσει εκλογές συσπειρώνοντας το κόμμα του και εδραιώνοντας τη θέση του.

Εν ολίγοις, μια συζήτηση που προκάλεσε η κυβέρνηση, και προανήγγειλε περίπου ως το τέλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξελίχθηκε σε Βατερλώ. Για την ίδια την κυβέρνηση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τείχη

Τείχη

Εγκλωβισμένη βρίσκεται η ελληνική κοινωνία. Από τείχη που σηκώθηκαν γύρω της. ¨Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον. Ανεπαισθήτως μ´ έκλεισαν από τον κόσμον έξω¨, λέει ο Καβάφης.

Δυστυχώς εμείς δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι δεν ακούγαμε ή δεν βλέπαμε τους κτίστες που ύψωναν γύρω μας τα τείχη της απομόνωσης. Γιατί κρότο έκαναν και μεγάλο.

Αλλά εμείς αντί να ολοκληρώσουμε την εθνική προσπάθεια εξόδου από τη κρίση, υποκύψαμε στις σειρήνες του λαϊκισμού. Γιατί είναι άκοπο να πιστεύεις ότι με ένα νόμο θα σκιστούν τα μνημόνια και, έτσι μαγικά, θα επιστρέψεις στη γη της επαγγελίας. Και, τελικά, καταλήξαμε με ένα τείχος απελπισίας υψωμένο γύρω μας. Οι τράπεζες κλειστές, το βιοτικό επίπεδο σε ελεύθερη πτώση, 25% του ΑΕΠ έχει ήδη χαθεί. Και πουθενά στον ορίζοντα ένα εθνικό σχέδιο για την ανάκαμψη. Για την ανασύνταξη του παραγωγικού ιστού της χώρας. Στην προχθεσινή μαραθώνια συνέντευξη του ο Πρωθυπουργός δεν είπε τίποτα που να υποκρύπτει ένα σχέδιο. Μόνο ότι μετά το Πάσχα θα έρθει η Ανάσταση και μετά η ανάπτυξη. Τόσο απλοϊκά.

Κι αν τα τείχη της οικονομικής μας δυσανεξίας ξεπερνιώνται, πελώρια τείχη απομόνωσης κτίζονται γύρω μας με το προσφυγικό μεταναστευτικό. Ένας χρόνος πέρασε από τότε που η κυβέρνηση έκλεισε την Αμυγδαλέζα κι έκανε δηλώσεις προσκλητήριο σε πρόσφυγες και μετανάστες. Γίναμε η χαρά των διακινητών, όταν οι γειτονικές χώρες έπαιρναν δραστικά μέτρα. Ποινικοποιώντας τη διέλευση από την επικράτεια τους και κλείνοντας σιγά-σιγά τα σύνορα τους. Με αποτέλεσμα, πρόσφυγες και μετανάστες ν’αρχίσουν να συνωστίζονται στην ελληνική επικράτεια, αλλά να μην προωθούνται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αντί να αποτρέψουμε την πλημμυρίδα την παροτρύναμε. Αντί να επισπεύσουμε τη λήψη μέτρων ολιγωρήσαμε. Αντί να υλοποιήσουμε τις δεσμεύσεις που είχαμε αναλάβει τον Οκτώβριο τις αθετήσαμε. Αντί να βάλουμε εξαρχής τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις να βοηθήσουν το λιμενικό και τη frontex στην φύλαξη των ευρωπαικών συνόρων, εμείς καλέσαμε το ΝΑΤΟ. Με το κίνδυνο να μετατρέψουμε το Αιγαίο σε μια απέραντη γκρίζα ζώνη. Κι ένα χρόνο μετά, ναι ένα χρόνο μετά, η κυβέρνηση ανακοίνωσε τη δημιουργία ευρείας διυπουργικής επιτροπής για τη διαχείριση της κρίσης. Όταν, δηλαδή, η κρίση μας έχει σχεδόν καταπιεί. Τέτοια επαφή με τη πραγματικότητα οι άνθρωποι.

Τώρα, που πέρασε η επίδραση του παραισθησιογόνου του λαϊκισμού, ξυπνήσαμε σε μια άλλη χώρα. Οικονομικά καθημαγμένη και πολιορκημένη από τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή μετακίνηση μετά τον πόλεμο. Που μπορεί να μας φέρει αντιμέτωπους με μια εθνική καταστροφή.

Με μια κυβέρνηση ανίκανη, κι έναν Πρωθυπουργό που ψήνει καφέδες και σκίζει γάτες, αλλά από την τέχνη του κυβερνάν μυρωδιά. Ήμαρτον.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”