Η Τουρκία σε αδιέξοδο

Η Τουρκία σε αδιέξοδο

Το πραξικόπημα στην Τουρκία ξάφνιασε πολλούς. Οι αλλεπάλληλες επιτυχείς αναμετρήσεις του Ερντογάν με το στρατοκρατικό κατεστημένο αλλά και η, έστω και καρκινοβατούσα, ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας προϊδέαζαν ότι η Τουρκία είχε αφήσει πίσω της το φαύλο κύκλο των πραξικοπημάτων.

Το πραξικόπημα απέτυχε για τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον, γιατί οι πραξικοπηματίες έχασαν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Καθώς απέτυχαν να ελέγξουν τις τηλεπικοινωνίες, τα μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, και τα νευραλγικά κέντρα της διακυβέρνησης. Δεύτερον, γιατί απέτυχαν να εξουδετερώσουν τον αντίπαλο τις πρώτες κρίσιμες ώρες. Έναν αντίπαλο με σοβαρά λαϊκά ερείσματα. Τρίτον, γιατί η διείσδυση του Ερντογάν στις ένοπλες δυνάμεις αποδεικνύεται σημαντική. Οι κεμαλιστές στο στράτευμα έχουν χάσει την ενότητα τους, την ιεραρχική τους δομή και μέρος της αποτελεσματικότητας τους. Κι αυτό φάνηκε από τη δομή της οργάνωσης του πραξικοπήματος.

Η έκμετρη αντιμετώπιση των πρωταιτίων και η διαχείριση της επόμενης μέρας από τον Ερντογάναποτυπώνουν ξεκάθαρα και τις προθέσεις του. Στο εσωτερικό, θα χρησιμοποιήσει το πραξικόπημα για να προχωρήσει σε εκκαθαρίσεις σε όλους τους θεσμούς του κράτους. Τη δημόσια διοίκηση, τη δικαιοσύνη, το στράτευμα. Συγκεντρώνοντας ολοένα και περισσότερες εξουσίες και μετατρέποντας το πολίτευμα σε προεδρικό. Ακόμη και επαναφέροντας τη θανατική ποινή για λόγους εκφοβισμού των αντιπάλων.

Η πολιτική της πόλωσης και της συγκέντρωσης εξουσίας ισχυροποιεί τον Ερντογάν. Βλάπτει, όμως, την Τουρκία. Γιατί την αποξενώνει από την Ευρώπη, διχάζει την τουρκική κοινωνία, και προϊδεάζει για συνθήκες χάους στη μετά τον Ερντογάν εποχή. Η δε συνεχιζόμενη αστάθεια θα στερήσει πόρους από την τουρκική οικονομία σε μια κρίσιμη περίοδο.

Στα εξωτερικά, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ο Ερντογάν, από ένα σημείο και μετά, ακολούθησε αναθεωρητική πολιτική. Χρησιμοποίησε εργαλειακά την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, και τον εκδημοκρατισμό που συνεπαγόταν, κυρίως για να περιορίσει το στρατοκρατικό κεμαλικό κατεστημένο. Όταν το πέτυχε την έβαλε σε δεύτερη μοίρα. Ο στόχος του ήταν η Τουρκία να ηγηθεί του ισλαμικού κόσμου. Η πολιτική αυτή εκφράστηκε με έντονη αντισημιτική και αντιαμερικανική ρητορική και ανοχή ή και σύμπλευση με τζιχαντιστικές οργανώσεις. Η Τουρκία αποξενώθηκε από τη Δύση, διέρρηξε τη στρατηγική της σχέση με το Ισραήλ, και την προνομιακή της σχέση με τη Ρωσία. Αυτή η γεωπολιτική αποδυνάμωση της Τουρκίας μαζί με την συνεχιζόμενη αποδυνάμωση των ενόπλων δυνάμεων στον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων ήταν, άλλωστε, και οι κυριότερες αιτίες του πραξικοπήματος.

Τα αδιέξοδα αυτά είχαν ήδη οδηγήσει τον Ερντογάν σε αναδίπλωση και εξομάλυνση των σχέσεων με Ρωσία και Ισραήλ, αλλά και τις ΗΠΑ. Όχι, όμως, και στην εξάλειψη της καχυποψίας των συνομιλητών του για τηνπραγματική του ατζέντα, που στο επίκεντρο της παραμένει ισλαμική.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο «ήσυχος» Ερντογάν

Ο «ήσυχος» Ερντογάν

Η άνοδος του Ερντογάν στην εξουσία δημιούργησε πολλές προσδοκίες στη Δύση. Η έμφαση στην οικονομική ανάπτυξη, η ρητορική για τη διεύρυνση των ελευθεριών και η πάταξη της διαφθοράς έδειχναν την Τουρκία να πλησιάζει την Ευρώπη. Η Αμερική, άλλωστε, πάγια επιζητούσε την ενσωμάτωση της Τουρκίας σε όλους τους δυτικούς θεσμούς και, μέσω αυτών, τον εκδημοκρατισμό της. Μια ισλαμική αλλά κοσμική και δημοκρατική Τουρκία ήταν ένα εξαγώγιμο πρότυπο για τα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής.

Στηριζόμενος στην οικονομία που αναπτυσσόταν ραγδαία, ο Ερντογάν ξεθεμελίωσε το κεμαλικό στρατοκρατικό κατεστημένο, μέσα απο αλλεπάλληλες αναμετρήσεις, και εδραίωσε την πολιτική του κυριαρχία.

Στα εξωτερικά έσπευσε να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν με το τέλος του ψυχρού πολέμου. Στην Κεντρική Ασία, τα Βαλκάνια, τη Μέση Αματολή. Διευρύνοντας τη νεοοθωμανική πολιτική του Οζάλ. Που ιδεολογικοποίησε ο Νταβούτογλου με το δόγμα των μηδενικών προβλημάτων. Η πολιτική αυτή εκδιπλώθηκε, αρχικά, σε σύγκλιση με τη Δύση και, κυρίως, τις ΗΠΑ.

Σταδιακά, όμως, η Τουρκία αυτονομήθηκε. Η φιλοδοξία του Ερντογάν να ηγηθεί του ισλαμικού κόσμου τον οδήγησε σε ρητορεία αντισημιτική και αντιαμερικανική. Με αποτέλεσμα, να διαρρήξει τον παραδοσιακό άξονα με το Ισραήλ και να χάσει την εμπιστοσύνη της Ουάσιγκτον. Και, τελικά, να μετατρέψει την πολιτική των μηδενικών προβλημάτων σε πολιτική πολλαπλών ανοιχτών μετώπων.

Ταυτόχρονα, άρχισε να αλλοιώνεται και ο χαρακτήρας του καθεστώτος. Που γινόταν ολοένα και λιγότερο κοσμικό και περισσότερο αυταρχικό. Με τον Ερντογάν να συγκεντρώνει όλο και περισσότερες εξουσίες στα χέρια του. Οι διαφωνίες του Νταβούτογλου στα θέματα αυτά και στη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού έφεραν τη «συναινετική εκπαραθύρωση» του μέσα απο ένα παλατινό πραξικόπημα.

Η Δύση παρακολουθεί αμήχανη τη σταδιακή αποξένωση της Τουρκίας. Την ώρα που απειλείται από την ισλαμική τρομοκρατία και το μεταναστευτικό-προσφυγικό κύμα. Και η ελληνική κυβέρνηση, εύλογα, ανησυχεί ότι η Τουρκία θα εξάγει αστάθεια προς τη χώρα μας.

Η Τουρκία, όμως, δεν αντιμετωπίζει εσωτερική αστάθεια. Ο Ερντογάν μπορεί να έχει γίνει συγκεντρωτικός και αυταρχικός αλλά παραμένει ο απόλυτος κυρίαρχος. Και στα εξωτερικά, η ζωτικής σημασίας απειλή για την Τουρκία είναι οι εξελίξεις στα ανατολικά της και οι επιπτώσεις τους στο κουρδικό. Το πιθανότερο είναι ο Ερντογάν να επιδιώξει την «ησυχία» στα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό και τη βελτίωση των σχέσεων με το Ισραήλ. Αυτό θα του επιτρέψει και τη συμμετοχή στην ενεργειακή πίτα της Α. Μεσογείου. Οι παραβιάσεις στο Αιγαίο αποτελούν μια πάγια υπόμνηση των τουρκικών αιτιάσεων. Η Άγκυρα δεν έχει ανάγκη δημιουργίας θερμού επεισοδίου.

Ελέγχοντας τη ροή των μεταναστευτικών-προσφυγικών ρευμάτων συντηρεί μια συνεχή κρίση στην Ελλάδα. Ενώ συνεχίζει να διεκδικεί ανταλλάγματα από τη Δύση.

Σε ένα διαρκές ανατολίτικο παζάρι.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Εξαρτήσεις

Εξαρτήσεις

Οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης έδωσαν τη θέση τους στα tweets της διαμαρτυρίας. Γιατί και τα σύνορα έκλεισαν, και η βαλκανική οδός σφραγίστηκε. Και η χώρα μας απέμεινε με δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, εγκλωβισμένους εντός συνόρων. Έναν αριθμό που ολοένα αυξάνεται. Χωρίς κανείς να είναι σε θέση να προβλέψει που μπορεί να φτάσει.

Όπως συνέβη και με την περίφημη διαπραγμάτευση στα θέματα της οικονομίας, η κυβέρνηση, και στο προσφυγικό, τα έκανε θάλασσα. Υποτίμησε το πρόβλημα και τους κινδύνους και πιάστηκε, και πάλι, απροετοίμαστη. Δεν κατανόησε, για άλλη μια φορά, το κλίμα και τις συνθήκες που διαμορφώνονταν στις ευρωπαϊκές χώρες, και βρέθηκε απομονωμένη. Γιατί όταν οι Ευρωπαίοι διαπίστωσαν την αρχική ελαφρότητα με την οποία η ελληνική κυβέρνηση αντιμετώπισε το πρόβλημα, και στη συνέχεια την ανικανότητα της, έκαναν, γι’ αυτούς, το αυτονόητο. Έκλεισαν τα σύνορα. Αντί να εξαρτώνται από την Ελλάδα για τον έλεγχο των προσφυγικών μεταναστευτικών ροών, άφησαν την Ελλάδα να εξαρτάται από την Τουρκία για τη διαχείριση μιας διαφαινόμενης ανθρωπιστικής κρίσης.

Τώρα ο Πρωθυπουργός πανηγυρίζει ξανά, όπως το συνηθίζει, για τη συμφωνία με την Τουρκία. Μια συμφωνία που εξαρτάται πλήρως από τις προθέσεις της Τουρκίας να την τηρήσει. Εξαρτώμεθα δηλαδή, πλήρως, από τις προθέσεις μιας χώρας, που πάγια αμφισβητεί τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στο Αιγαίο. Εξαρτώμεθα από μια χώρα, η οποία έχει το casus belli σε ισχύ απέναντι στη χώρα μας. Η ιστορία όμως είναι αμείλικτη. Η Τουρκία χρησιμοποίησε κάθε κρίση προκειμένου να προωθήσει τις αιτιάσεις της και τις μονομερείς διεκδικήσεις της απέναντι στην Ελλάδα. Και να δημιουργήσει τετελεσμένα. Και όλα αυτά με μια Ελλάδα ισχυρή απέναντι της. Πως τώρα θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της και θα σεβαστεί μια Ελλάδα ανίσχυρη και γονατισμένη, μόνο ο Πρωθυπουργός φαίνεται να γνωρίζει.

Ανίκανοι κι απροετοίμαστοι, έχοντας ξεπεραστεί από τη χιονοστιβάδα των εξελίξεων και τη διπλή κρίση, οι κυβερνώντες αποδέχθηκαν επώδυνες αποφάσεις.

Περνώντας πλήρως στον αστερισμό της Μέρκελ, αποδέχθηκαν μοιρολατρικά την εξάρτηση από την Τουρκία για τη διαχείριση του προσφυγικού μεταναστευτικού. Ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα κοντεύει με τους χειρισμούς τους να μετατραπεί σε ελληνοτουρκικό. Με σιωπηρό αντάλλαγμα την επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα και το μαλάκωμα της στάσης του για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Μια εξευτελιστική για τη χώρα συσχέτιση και επικίνδυνη εξέλιξη.

Έχοντας μετατρέψει τη χώρα σε περίκλειστη χώρα περιορισμένης κυριαρχίας, η κυβέρνηση επιλέγει τώρα την οδό της πόλωσης και του διχασμού στο εσωτερικό για να επιβιώσει πολιτικά. Την ώρα που η Κύπρος ομονοούσα βγαίνει από το μνημόνιο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ διχάζει και βυθίζει το τόπο ολοένα και περισσότερο.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ

Οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ

Οι σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ έχουν περάσει από σαράντα κύματα. Από τη δεκαετία του 1950 μπήκαν οι βάσεις για τη συνεργασία των δυο χωρών. Μια συνεργασία, αρχικά τουλάχιστον, κρυφή. Σε πολιτικό, οικονομικό, και στρατιωτικό επίπεδο. Με ανάδοχο τις ΗΠΑ, η οποία προσπαθούσε να δομήσει έναν άξονα περιφερειακών συμμαχιών στη Μ. Ανατολή τη περίοδο του ψυχρού πολέμου. Η Κεμαλική Τουρκία αποτελούσε για τη Δύση όχι μόνο ψυχροπολεμικό προπύργιο, αλλά και μοντέλο κοσμικού κράτους για τη μουσουλμανική Μέση Ανατολή. Η συνεργασία αυτή, από τη δεκαετία του 1990 και μετά, πήρε τη μορφή του, δημοσιοποιημένου πλέον, τουρκο-ισραηλινού άξονα. Η συνεργασία αυτή ποτέ δεν βασίστηκε σε μια κοινότητα αξιών. Όσο κι αν επιχειρήθηκε, για προπαγανδιστικούς λόγους αμοιβαίου συμφέροντος, η δημιουργία ενός ιστορικού αφηγήματος παράλληλης ιστορικής πορείας. Ουσιαστικά, βασιζόταν στη σύγκλιση των συμφερόντων των δυο χωρών. Άλλωστε, όπως εύστοχα έχει εξομολογηθεί βετεράνος ισραηλινός διπλωμάτης, περιγράφοντας τις δυσκολίες των σχέσεων με τη Τουρκία: Για τους Τούρκους υπάρχει μόνο μια αρχή. Ότι έχουν πάντα δίκiο.

Οι σχέσεις διερράγησαν το Μάιο του 2010. Μετά την έφοδο των Ισραηλινών στο πλοίο Μαβί Μαρμαρά, που προσπαθούσε να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας. Ήταν το αποκορύφωμα της ισλαμικής ατζέντας και της αντισημιτικής ρητορικής του Ερντογάν που είχε σταδιακά αποξενώσει τις δυο πλευρές.

Έκτοτε, οι τεκτονικές πλάκες της Μέσης Ανατολής έχουν μετακινηθεί. Δημιουργώντας μια άλλη πραγματικότητα. Ο συριακός εμφύλιος, και ο ISIS, αναζωπύρωσαν τον τουρκικό εφιάλτη της δημιουργίας κουρδικής οντότητας. Έφεραν τη σύγκλιση Ρωσίας – Αμερικής και τη τουρκορωσσική ανάφλεξη.

Από την άλλη πλευρά, η αραβική άνοιξη αποσταθεροποίησε παραδοσιακούς «ψυχρούς εταίρους» του Ισραήλ στον αραβικό κόσμο. Χώρες όπως η Ιορδανία και η Αίγυπτος. Και η συμφωνία Ιράν- ΗΠΑ ενέτεινε το αίσθημα απομόνωσης του Ισραήλ. Τα γεωπολιτικά ζητήματα ασφάλειας είναι αυτά που οδηγούν τις δυο χώρες σε μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης. Μιας επαναπροσέγγισης εξ ορισμού δύσκολης. Ακόμη και αν το Ισραήλ αποδεχθεί τις ταπεινωτικές αξιώσεις του Ερντογάν. Η πολιτική αλληλεγγύης του Ερντογάν προς τη Χαμάς στη Γάζα, και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Αίγυπτο κάνει δύσκολη τη σύγκλιση με το Ισραήλ. Και πάντως καθιστά αδύνατη την αναβίωση του τουρκοισραηλινού άξονα του παρελθόντος.

Οι ελληνοισραηλινές σχέσεις δεν επηρεάζονται από αυτή την εξέλιξη. Γιατί δεν βασίζονται, πλέον, στο απλουστευτικό αξίωμα, ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου. Αντίθετα, οι δυο χώρες έχουν αναπτύξει μια σοβαρή και πολυεπίπεδη συνεργασία. Που προχωράει, παρά τις αρχικές επιφυλάξεις του Ισραήλ για τις παραδοσιακά φιλοπαλαιστινιακές θέσεις του κ. Τσίπρα. Με τη συνεργασία Κύπρου και Αιγύπτου μπορεί να οδηγήσει σε έναν ευρύτερο περιφερειακό σχεδιασμό.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ανατολίτικα παζάρια

Ανατολίτικα παζάρια

Η κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους από τη Τουρκία δεν οφείλεται σε αντίδραση της στιγμής. Εντάσσεται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό της Άγκυρας για τις εξελίξεις στην εγγύς περιφέρεια της. Ρωσία και Τουρκία έχουν αντίθετα συμφέροντα και επιδιώξεις στην περιοχή.

Στο συριακό εμφύλιο, η Άγκυρα είχε εξαρχής ταχθεί υπέρ της ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ. Χρησιμοποιώντας ως μοχλό τους τουρκομάνους αντικαθεστωτικούς. Η Ρωσία αντίθετα είδε στην επιβίωση του Άσαντ την αναβίωση της επιρροής της στη περιοχή. Και οι δυο χώρες αρχικά υποβάθμισαν την απειλή του ISIS. Όταν μπήκαν στη μάχη εναντίον του το έκαναν προσχηματικά και για διαφορετικούς λόγους. Η Ρωσία για να εξουδετερώσει τους αντιπάλους του Άσαντ. Και η Τουρκία για να εξουδετερώσει τους Κούρδους της Συρίας. Και να αποτρέψει τη de facto δημιουργία κουρδικού κράτους στα σύνορα της.

Η διογκούμενη απειλή του ISIS και η επίθεση της 13ης Νοεμβρίου στο Παρίσι άλλαξαν τα δεδομένα και τις ισορροπίες. Η ανάγκη της άμεσης αντιμετώπισης του ISIS έφερε τη σύγκλιση της Δύσης με τη Ρωσία. Και έναν διαφαινόμενο συμβιβασμό για το μέλλον του Άσαντ.

Η Τουρκία είδε ξαφνικά όλον το σχεδιασμό της στην περιοχή να καταρρέει. Τους τουρκομάνους αντικαθεστωτικούς συμμάχους της να καταστρέφονται από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς. Το καθεστώς Άσαντ να ενισχύεται και να επιβιώνει. Και τους Κούρδους της Συρίας να αναβαθμίζονται σε στρατιωτικούς εταίρους της Δύσης. Καθώς παραμένουν οι μόνες αξιόπιστες χερσαίες δυνάμεις που επιχειρούν κατά του ISIS.

Μπροστά στον κίνδυνο να διαμορφωθούν οι εξελίξεις στην περιοχή ερήμην της και εις βάρος των συμφερόντων της, η Τουρκία αντέδρασε. Με μια κίνηση υψηλού αλλά όχι απαγορευτικού ρίσκου. Ήταν μια κίνηση διεμβολισμού της διαφαινόμενης σύγκλισης Ρωσίας Δύσης. Ήταν μήνυμα προς τη Ρωσία με την προκαταβολική σιγουριά της στήριξης που θα έχει μια χώρα μέλος του ΝΑΤΟ απέναντι στη Ρωσία. Ήταν μήνυμα και προς τη Δύση ότι η συμπόρευση της στην περιοχή θα έχει όρους και υψηλό τίμημα.

Σε πρώτη ανάγνωση η Τουρκία βγαίνει κερδισμένη. Πήρε αμέσως δήλωση στήριξης από τον αμερικανό πρόεδρο και κάλυψη, όπως ήταν φυσικό, από το ΝΑΤΟ. Η Σύνοδος ΕΕ Τουρκίας κατέληξε σε συμφωνία για διάθεση 3 δις για τους Σύρους πρόσφυγες. Και σε ξεπάγωμα της ενταξιακής της διαπραγμάτευσης. Ενώ η ρωσική αντίδραση ήταν μάλλον αντιμετωπίσιμη.

Μακροπρόθεσμα, όμως, η Τουρκία θα βρεθεί απομονωμένη. Ανάμεσα σε μια εχθρική Ρωσία, ένα αναβαθμισμένο εχθρικό Ιράν, μια εχθρική Συρία, και το κουρδικό σε χειρότερη μοίρα. Έχοντας επιδεινώσει τον τελευταίο καιρό τις σχέσεις της με το Ισραήλ και τη Δύση. Η εξωτερική πολιτική Νταβούτογλου για μηδενικά προβλήματα τείνει να εξελιχθεί σε εξωτερική πολιτική χωρίς συμμάχους.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο ανθεκτικός κύριος Ερντογάν

Ο ανθεκτικός κύριος Ερντογάν

Το κόμμα του Ερντογάν επέστρεψε αυτοδύναμο στην εξουσία. Τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές του Ιουνίου, που έδειξαν σημάδια κόπωσης και φθοράς απο την πολυετή διακυβέρνηση. Ό,τι δεν πέτυχε τον Ιούνιο το επιτυγχάνει τώρα. Τουλάχιστον εν μέρει. Η αυτοδυναμία επιτεύχθηκε ενώ του λείπουν μόλις 14 έδρες για το όριο των 330 βουλευτών που χρειάζονται για τη συνταγματική αναθεώρηση. Για τη μετατροπή του πολιτεύματος της Τουρκίας απο κοινοβουλευτική σε προεδρική δημοκρατία.

Χαρισματικός για τους υποστηρικτές του, Σουλτάνος για τους εχθρούς του, ο Ερντογάν δεν έκρυψε ποτέ τη βούληση του για την απόλυτη συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια του. Το πέτυχε ξηλώνοντας το βαθύ κεμαλικό κράτος μέσα απο αλλεπάλληλες συγκρούσεις. Σε όλα τα επίπεδα. Στο στρατό, στη δικαιοσύνη, στο κρατικό μηχανισμό. Τις κέρδισε όλες. Ξεδιπλώνοντας σταδιακά την ισλαμική του ατζέντα.

Αρχικά, η αποκαθήλωση του κεμαλισμού έφερε άνθηση της ελυθερίας και των δικαιωμάτων. Και για τη Δύση το μοντέλο μιας ήπιας ισλαμικής δημοκρατίας με ελεύθερη οικονομία φάνταζε εξαγώγιμο και στην υπόλοιπη Μέση Ανατολή.

Εδραιώνοντας σταδιακά την πολιτική του κυριαρχία ο Ερντογάν αισθάνθηκε άτρωτος. Όσο ξεδόντιαζε το κεμαλικό κατεστημένο τόσο σκλήραινε η ισλαμική του ατζέντα και εντεινόταν ο αυταρχισμός του. Οι περιορισμοί της ελευθερίας του τύπου, ο καταναγκασμός της κοινωνίας των πολιτών και σειρά σκανδάλων έφεραν τις εξεγέρσεις στη πλατεία Ταξίμ.

Στην εξωτερική πολιτική το δόγμα Νταβούτογλου, αντί να μηδενίσει, πολλαπλασίασε τα προβλήματα και τις διενέξεις με γειτονικές χώρες. Και έφερε τη ρήξη με το Ισραήλ, την απώλεια της εμπιστοσύνης των ΗΠΑ, και την επιβράδυνση της ενταξιακής πορείας στην Ευρώπη.

Ο εμφύλιος στη Συρία και η ογκούμενη απειλή του ISIS έφεραν την εμπλοκή της Αμερικής και της Ρωσίας ενάντια στα συμφέροντα της Τουρκίας. Της Ρωσίας υπέρ του Άσαντ και της Αμερικής υπέρ των Κούρδων.

Ο νεο-οθωμανισμός του Ερντογάν εξελίχθηκε σε πολλαπλασιασμό των εξωτερικών απειλών και σε εσωτερική αμφισβήτηση.
Αυτή ήταν η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη όψη του νομίσματος έδειχνε τις πολιτικές ευκαιρίες που φέρνει κάθε κρίση. Ο Ερντογάν τις άδραξε γυρίζοντας την πολιτική ατζέντα σε θέματα ασφάλειας. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις, όπως το μακελειό στην Άγκυρα, συσπείρωσαν την κοινή γνώμη και πόλωσαν την εκλογική αναμέτρηση. Το ρίσκο απέδωσε. Το AKP επικράτησε με αυτοδυναμία. Παρά την πόλωση, όμως, το φιλοκουρδικό κόμμα μπήκε στη βουλή έστω και οριακά. Και το AKP δεν συγκέντρωσε το μαγικό αριθμό των 330 εδρών που απαιτούνται για τη συνταγματική αναθεώρηση.
Για τους οπαδούς του η προχθεσινή επικράτηση είναι η επιβεβαίωση της πολιτικής του κυριαρχίας. Για τους εχθρούς του μια τελευταία ταλάντωση του πολιτικού εκκρεμούς.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η Τουρκία κι εμείς

Η Τουρκία κι εμείς

Την τελευταία δεκαετία ο Ερντογάν ηγεμόνευσε στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας. Στηριζόμενος σε μια οικονομία που αναπτυσσόταν ραγδαία, ξεθεμελίωσε το βαθύ κεμαλικό κράτος μέσα από αλλεπάλληλες αναμετρήσεις. Και επέβαλε την ισλαμική του ατζέντα. Τελευταία, όμως, το τουρκικό success story μοιάζει ολοένα και περισσότερο με φούσκα. Η οικονομία δείχνει σημάδια επιβράδυνσης. Σκάνδαλα διαφθοράς τραυμάτισαν το ηθικό πλεονέκτημα των ισλαμιστών απέναντι στους κεμαλιστές. Και ο αυταρχισμός του Ερντογάν τον οδήγησε σε ρήξη με το κίνημα του Φετουλλάχ Γκιουλέν και σε σύγκρουση με το λαϊκό αίσθημα.

Στα εξωτερικά η μεγαλοϊδεατική πολιτική Ερντογάν-Νταβούτογλου καταρρέει. Η Τουρκία είχε πάντοτε την αμφισημία του Ιανού όσον αφορά στην εθνική της ταυτότητα και τη θέση της στο κόσμο. Κοιτάζοντας και προς την Ανατολή και προς τη Δύση. Η προσπάθεια, όμως, να ηγηθεί του αραβικού κόσμου οδήγησε τον Ερντογάν σε θέσεις και ρητορεία αντισημιτική και αντιαμερικανική. Με αποτέλεσμα να διαρρήξει τον παραδοσιακό άξονα με το Ισραήλ και να χάσει την εμπιστοσύνη των ΗΠΑ.

Οι τεκτονικές αλλαγές στη Μέση Ανατολή ανέτρεψαν τα σχέδια της Τουρκίας. Ο συριακός εμφύλιος έφερε την Τουρκία απέναντι στις δυο υπερδυνάμεις. Με τη Ρωσία να βοηθάει στρατιωτικά το καθεστώς του Άσαντ. Και να καταφέρει πλήγματα κατά της αντιπολίτευσης που βοηθούσε η Τουρκία. Και την Αμερική να προσφέρει στήριξη και στρατιωτική συνεργασία στους Κούρδους.

Στο κουρδικό η Τουρκία είχε ακολουθήσει μια πολιτική προσεταιρισμού του συντηρητικού τμήματος των Κούρδων του PKK. Και με μια πολιτική επιτήδειας ουδετερότητας απέναντι στους τζιχαντιστές του ISIS τους άφηνε να κάνουν τη βρώμικη δουλειά απέναντι στους κούρδους της Συρίας. Τώρα η αμερικανική στήριξη τη φέρνει σε δυσχερή θέση και επαναφέρει τον εφιάλτη της κουρδικής αυτονομίας στη ΒΑ Συρία. Η Τουρκία απάντησε στις εξελίξεις αυτές κλιμακώνοντας την καταστολή στο εσωτερικό και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στα σύνορα της.

Αλλά αναδιπλώνεται και συνολικά προσπαθώντας να αντιστρέψει την κατάσταση προς όφελος της. Κάθε κρίση, άλλωστε, φέρνει και νέες ευκαιρίες. Ελέγχοντας τη ροή των προσφυγικών κυμάτων επαναδιαπραγματεύεται τη σχέση της με τη Δύση ζητώντας ανταλλάγματα. Με όρους ανατολίτικου παζαριού. Και εξάγοντας την προσφυγική κρίση στην Ελλάδα ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας για να επαναφέρει τις πάγιες αιτιάσεις της στο Αιγαίο. Και τώρα η ελληνική κυβέρνηση τρέχει και δεν φτάνει. Για να αποτρέψει τις παραχωρήσεις προς την Τουρκία. Από τους εταίρους και συμμάχους που καθύβριζε και λοιδορούσε επί οκτώ μήνες. Αντιλαμβανόμενη, πλέον, την εθνική αναγκαιότητα της θέσης μας στην ΕΕ. Τα δίδακτρα της στροφής του ΣΥΡΙΖΑ στο ρεαλισμό τα πληρώνουμε πανάκριβα. Ας ελπίσουμε το κόστος να είναι μόνο οικονομικό. Να μην αποδειχθεί και εθνικό.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η Τουρκία και ο ISIS

Η Τουρκία και ο ISIS

Η Τουρκία είχε υποστεί σφοδρή κριτική για την απροθυμία της να συνδράμει τη Δύση στον πόλεμο κατά του ISIS. Και αυτό, γιατί είχε αρκεστεί να παρακολουθεί τον ISIS και τους Κούρδους να έχουν εμπλακεί σε έναν πόλεμο φθοράς. Η αλληλοεξουδετέρωσή τους την εξυπηρετούσε. Η αποστασιοποίησή της την διασφάλιζε από επιθέσεις τζιχαντιστών στην επικράτειά της. Όσον αφορά στον συριακό εμφύλιο η στάση της Τουρκίας ήταν μάλλον αμφιλεγόμενη.

Τι συνέβη ξαφνικά και η Τουρκία άλλαξε στάση; Τρία πράγματα. Πρώτον, η άνοδος του κουρδικού κόμματος στις τελευταίες εκλογές στην Τουρκία. Δεύτερον, η συνεργασία των ΗΠΑ με τους Κούρδους της Συρίας και του Ιράκ. Οι αμερικανοί ενισχύουν τις χερσαίες κουρδικές δυνάμεις με αντάλλαγμα πληροφορίες για τις συντεταγμένες στόχων των τζιχαντιστών. Αναγκαία προϋπόθεση για να είναι αποτελεσματικοί οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί. Τρίτον, η μάχη του Κομπάνι. Εκεί το PKK και οι ιρακινοί Κούρδοι περσμεγκά βοήθησαν τους Κούρδους της Συρίας σε μια αποτελεσματική αντιμετώπιση του ISIS. Oι Τούρκοι είδαν, μέσα από αυτές τις εξελίξεις, να διαγράφεται η απειλή της δημιουργίας μιας κουρδικής ζώνης στην Ανατολική Συρία. Που θα έθετε de facto τη δυνατότητα δημιουργίας κουρδικής οντότητας.

Με το AKP αποδυναμωμένο, μετά τις τελευταίες εκλογές, ο Ερντογάν άλλαξε στάση. Είδε μια ευκαιρία συσπείρωσης του εσωτερικού μετώπου μέσα από την εξωτερική απειλή. Έχοντας κατά νου να επενδύσει τα κέρδη από αυτήν την εμπλοκή σε μια ενδεχόμενη επαναληπτική εκλογή το φθινόπωρο. Η Τουρκία, έτσι, συντάχθηκε με τις ΗΠΑ στον πόλεμο κατά του ISIS. Παραχωρώντας, για πρώτη φορά μετά από χρόνια, τη βάση του Ινσιρλίκ στις αμερικανικές δυνάμεις για βομβαρδισμούς στόχων των τζιχαντιστών. Με αντάλλαγμα το πράσινο φως για τη δημιουργία μιας νεκρής ζώνης στα σύνορα με τη Συρία. Με πρόσχημα την απομάκρυνση των τζιχαντιστών από την περιοχή, η Τουρκία, ουσιαστικά, προσπαθεί να αποτρέψει τη δημιουργία μιας ζώνης ελεγχόμενης από κουρδικές δυνάμεις. Για το λόγο αυτό, τα τουρκικά αεροσκάφη αντί να βομβαρδίσουν στόχους τζιχαντιστών, άρχισαν να βομβαρδίζουν τις κουρδικές δυνάμεις.

Η Τουρκία ενεπλάκη, ενεργά πια, στην κινούμενη άμμο μιας πολυεπίπεδης διαμάχης στα ανατολικά της. Διέλυσε την εκεχειρία με το PKK και κινδυνεύει να το συσπειρώσει με τους Κούρδους της Συρίας και του Ιράκ. Παραχωρώντας τις βάσεις της για βομβαρδισμούς του ISIS, έρχεται σε απευθείας αντιπαράθεση μαζί του κάτι που ως τώρα είχε αποφύγει επιμελώς. Στοχεύοντας, τέλος, τις κουρδικές δυνάμεις δημιουργεί προβλήματα στη στρατηγική της Δύσης για την αντιμετώπιση του ISIS. Η εμπλοκή της είναι πιθανότερο ότι θα της αποφέρει περισσότερες ζημίες παρά οφέλη. Τόσο για την εσωτερική όσο και την εξωτερική της ασφάλεια.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”