Εμπορικός πόλεμος: δασμοί Τραμπ στις εισαγωγές

Εμπορικός πόλεμος: δασμοί Τραμπ στις εισαγωγές

Για τους πιστούς οπαδούς του Τραμπ η ανακοίνωση για την επιβολή δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου ήταν η τήρηση μιας ακόμη προεκλογικής δέσμευσης. Για όλους τους υπόλοιπους ήταν μια ακόμη αποκοτιά. Η επιβολή δασμών της τάξεως του 25% στις εισαγωγές χάλυβα και 10% για το αλουμίνιο θα οδηγήσει σε εμπορικό πόλεμο. Και θα βυθίσει τον κόσμο σε μεγαλύτερη αστάθεια.

Η ανακοίνωση δίχασε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, έριξε τα χρηματιστήρια και προκάλεσε ομοβροντία αντιδράσεων από το σύνολο των ξένων χωρών.

Η επιβολή μιας πολιτικής προστατευτισμού αλλά και η πρόθεση του Τραμπ να πάρει κάποια μέτρα κατά της οπλοκατοχής, μετά τα αποτρόπαια γεγονότα της Φλόριντα, έρχονται σε αντίθεση με τον ιδεολογικό πυρήνα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές έκαναν λόγο για αριστερές πολιτικές που δεν συνάδουν με τις αρχές της ελεύθερης διακίνησης αγαθών. Υποστηρίζοντας ότι η πολιτική προστατευτισμού θα ζημιώσει τελικά τη βιομηχανία χάλυβα αλλά και άλλους κατασκευαστικούς τομείς. Θα είναι, δηλαδή, συνολικά αρνητική για την αμερικανική οικονομία. Παρόμοιες πολιτικές προστατευτισμού είχαν ακολουθηθεί, άλλωστε, και επί προεδρίας Μπους με αρνητικά αποτελέσματα.

Η επιβολή δασμών θα έχει αρνητικές συνέπειες στις σχέσεις της Αμερικής με τους συμμάχους και τους εταίρους της. Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση προειδοποίησε για αντίποινα καθώς η επιβολή δασμών θέτει σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας στην Ευρώπη. Για αντίποινα μίλησαν Ιαπωνία και Κίνα. Η σκληρότερη αντίδραση ήρθε από τον Καναδά, που αγοράζει περίπου το 50% του αμερικανικού χάλυβα.

Ο Καναδάς και το Μεξικό βρίσκονται σε διαδικασία επαναδιαπραγμάτευσης της NAFTA με τις ΗΠΑ. Η ανακοίνωση της αμερικανικής προεδρίας, στο μέσον των διαπραγματεύσεων, θεωρήθηκε μονομερής και αιφνιδιαστική.

Η απόφαση του Τραμπ ελήφθη παρά τις αρνητικές εισηγήσεις ρεπουμπλικανών γερουσιαστών αλλά και του συμβούλου του για οικονομικά θέματα, Gary Cohn.

Πολλοί εικάζουν ότι ο πραγματικός στόχος της επιβολής δασμών είναι η Κίνα, που έχει κατακλύσει την αμερικανική αγορά με φθηνά μέταλλα. Και ότι θα υπάρξουν εξαιρέσεις για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Καναδά και την Ιαπωνία. Όπως σκωπτικά παρατηρούν στην Αμερική, πολλά μπορούν να αλλάξουν στη χαοτική διακυβέρνηση Τραμπ μέχρι την οριστικοποίηση των μέτρων.

Η πολιτική Τραμπ είναι εξόφθαλμα οπισθοδρομική. Οι πολιτικές προστατευτισμού σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία μόνο αντίθετα αποτελέσματα μπορεί να έχουν. Επιπλέον, θα είναι δυσανάλογο το κόστος που θα κληθεί να πληρώσει συνολικά η αμερικανική οικονομία και ο αμερικανός φορολογούμενος για τη διάσωση βιομηχανιών που, λόγω της τεχνολογικής επανάστασης, περνούν σιγά σιγά σε δεύτερη μοίρα.

Αυτές οι βιομηχανίες, όμως, της επονομαζόμενης ζώνης της σκουριάς, ανήκουν στις πολιτείες της αμερικανικής ενδοχώρας που έδωσαν τη νίκη στον Τραμπ. Και αν σε κάτι έχει υπάρξει απόλυτα συνεπής ο Τραμπ είναι στην ενίσχυση της εκλογικής του βάσης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”, φάκελος ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Φάκελος Αμερική: εκτός ελέγχου

Φάκελος Αμερική: εκτός ελέγχου

Ο κλοιός της έρευνας του ειδικού ανακριτή σφίγγει ολοένα και περισσότερο γύρω από τον Λευκό Οίκο.

Ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ συμφώνησε να συνεργαστεί με τον ειδικό ανακριτή, αποδεχόμενος την ενοχή του για το αδίκημα της παρεμπόδισης της δικαιοσύνης. Η έρευνα για τη συνεργασία της ομάδας του Τραμπ με τη Ρωσία κατά την προεκλογική εκστρατεία αποκτά άλλη δυναμική. Σε αντίθεση με τον ομογενή Παπαδόπουλο, ο Φλίν διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στο επιτελείο Τραμπ.

Η συμφωνία ουσιαστικά σημαίνει ότι ο Φλιν έχει στοιχεία και πληροφορίες που ενοχοποιούν στελέχη υψηλότερα ιστάμενα από εκείνον.

Η έρευνα δείχνει ότι οι θεσμοί της αμερικανικής δημοκρατίας και τα θεσμικά αντίβαρα λειτουργούν. Αυτό, μακροπρόθεσμα, είναι καλό για τη δημοκρατία. Μεσοπρόθεσμα, το αμερικανικό πολιτικό σύστημα θα περάσει μια βαθιά εσωτερική κρίση. Ιδίως εάν τα στοιχεία οδηγήσουν στην κίνηση των διαδικασιών για την έκπτωση του Τραμπ από το προεδρικό αξίωμα.

Η κρίση αυτή θα διχάσει το πολιτικό σύστημα αλλά και την αμερικανική κοινωνία. Ο Τραμπ έχει ακολουθήσει μια βαθιά διχαστική πολιτική, ακόμη και σε θέματα φύλου και ταυτότητας, στοχεύοντας στη δημιουργία ενός συμπαγούς πυρήνα οπαδών. Πράγμα που σε μεγάλο βαθμό έχει πετύχει.

Πέρα από τους εσωτερικούς τριγμούς, η κρίση αυτή θα έχει και εξωτερικές επιπτώσεις. Η εικόνα και η θέση της Αμερικής στην εποχή Τραμπ δοκιμάζονται. Η βύθιση της Αμερικής σε μια περίοδο εσωστρέφειας θα παράξει ένα έλλειμμα ηγεσίας σε μια περίοδο μεγάλης πλανητικής αστάθειας. Οι αμερικανορωσικές σχέσεις θα δεχθούν το μεγαλύτερο πλήγμα. Η έρευνα του ειδικού ανακριτή φαίνεται να επιβεβαιώνει τις υποψίες του αμερικανικού κατεστημένου. Την παρέμβαση δηλαδή της Ρωσίας στα εσωτερικά της Αμερικής. Αυτό, εκ των πραγμάτων, θα φέρει μια όξυνση στις σχέσεις των δύο χωρών.

Τα αίτια της νέας επιδείνωσης των σχέσεων Ανατολής και Δύσης, Ρωσίας και Αμερικής, θα διχάσουν τους ιστορικούς του μέλλοντος. Οι παραδοσιακοί συντηρητικοί ιστορικοί θα αποδώσουν τον νέο ψυχρό πόλεμο στις πρακτικές του καθεστώτος Πούτιν.

Πρακτικές που επανέφεραν τη λογική των σφαιρών επιρροής, τη χρήση ή την απειλή χρήσης βίας για τη διευθέτηση διεθνών προβλημάτων. Πρακτικές ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις των δυτικών δημοκρατιών, που παραβιάζουν ακόμη και τους κανόνες του κρατοκεντρικού συστήματος της Βεστφαλίας.

Οι ρεβιζιονιστές ιστορικοί θα αναζητήσουν τις ευθύνες της Δύσης για το χειρισμό της μεταψυχροπολεμικής Ρωσίας. Την αποτυχία της ενσωμάτωσής της στη Δύση, τη δημιουργία μιας αίσθησης περικύκλωσης από τη νατοική συμμαχία.

Το βέβαιο είναι ότι μια αλληλουχία γεγονότων οδηγεί σχεδόν νομοτελειακά τα πράγματα σε μια νέα εποχή ψυχρού πολέμου. Γιατί ακόμη και αν επιβιώσει πολιτικά ο Τραμπ, θα αναγκαστεί να ακολουθήσει σκληρή γραμμή απέναντι στη Ρωσία.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ένας σκοτεινός κόσμος

Ένας σκοτεινός κόσμος

Στην ομιλία του στον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, ο Τραμπ επιτέθηκε με σφοδρότητα εναντίον της Βόρειας Κορέας, απειλώντας την ευθέως με αφανισμό. Σε ένα φόρουμ που δημιουργήθηκε με στόχο την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών ανάμεσα στα κράτη, ο Τραμπ δεν άφησε κανένα περιθώριο για διπλωματία ή για διαπραγματεύσεις. Την ίδια στιγμή κατήγγειλε τη συμφωνία του Ομπάμα για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ως τη χειρότερη συμφωνία που έχει συνάψει ποτέ η Αμερική. Μια θεμελιώδης αντίφαση, τη στιγμή που η συμφωνία αυτή απέτρεψε το Ιράν από το να γίνει Βόρεια Κορέα. Να καταστεί, δηλαδή, μια πυρηνική δύναμη που θα αποτελούσε απειλή για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή αλλά και ευρύτερα. Η ενδεχόμενη ακύρωση της συμφωνίας όχι μόνο θα βλάψει την αξιοπιστία των ΗΠΑ, αλλά θα δημιουργήσει προβλήματα στις σχέσεις της με τις άλλες μεγάλες δυνάμεις που συμμετέχουν σε αυτή. Και ουσιαστικά θα δημιουργήσει άλλη μια απειλή απέναντι στην οποία η Αμερική δεν θα έχει πολλές και καλές επιλογές. Την ώρα μάλιστα που το Ιράν φαίνεται να τηρεί τους όρους της συμφωνίας.

Η ομιλία του θύμισε την ομιλία του Μπους για τον «άξονα του κακού». Μόνο που ο Τραμπ δεν έδειξε καμιά διάθεση για το νεοσυντηρητικό πρότζεκτ του εκδημοκρατισμού της Μέσης Ανατολής ή οποιασδήποτε άλλης περιοχής του κόσμου.

Το δόγμα που ξεδίπλωσε στην ομιλία του αντλεί από την πολιτική παράδοση του Άντριου Τζάκσον, μια παράδοση λαϊκισμού και εσωστρέφειας. Που εστιάζει περισσότερο στα εσωτερικά πράγματα και δείχνει ελάχιστο ενδιαφέρον να ηγηθεί της Δύσης.

Ο κόσμος του Τραμπ είναι το κρατοκεντρικό μοντέλο της Βεστφαλίας. Ένας κόσμος κυρίαρχων κρατών που δρουν με γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Ένα σύστημα ισορροπίας των μεγάλων δυνάμεων, τις οποίες ο Τραμπ απέφυγε επιμελώς να θίξει στην ομιλία του. Και ο ρόλος της ηγέτιδας δύναμης της Δύσης συρρικνώνεται σε μια στενή αντίληψη του εθνικού συμφέροντος που συμπυκνώνεται στο σύνθημα «πρώτα η Αμερική». Είναι ένα σύνθημα και ένα όραμα που απευθύνεται στις δυνάμεις του εθνικισμού απέναντι στις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης, που στην Αμερική έφεραν την εκλογή του Τραμπ.

Ο Τραμπ περιέγραψε τη συμμετοχή της Αμερικής στις διεθνείς συμβάσεις απλά ως μια συναλλαγή από την οποία δεν μπορεί να παίρνει λιγότερα απ’ όσα δίνει. Είτε πρόκειται για το ΝΑΤΟ, είτε πρόκειται για εμπορικές συμφωνίες, είτε πρόκειται για τη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή.

Ήταν η πρώτη φορά, μεταπολεμικά, που αμερικανός πρόεδρος δεν έδωσε ένα όραμα για τη θέση της Αμερικής στον κόσμο και για τη συμβολή της στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο πλανήτης. Ήταν μια ομιλία που θύμιζε τη σκοτεινή περίοδο του Μεσοπολέμου.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Πυρηνική ζαριά

Πυρηνική ζαριά

Το καθεστώς της Βόρειας Κορέας ακροβατεί επικίνδυνα σε ένα στρατηγικό παίγνιο με πιθανότητες πυρηνικού ολοκαυτώματος. Ο κυρίαρχος στόχος του είναι η διασφάλιση της επιβίωσής του και δευτερευόντως η φινλανδοποίηση της Νότιας Κορέας. Είναι προφανές ότι καθεστώτα τέτοιου τύπου τοποθετούν την επιβίωσή τους ψηλότερα από το εθνικό συμφέρον. Η Βόρεια Κορέα όχι μόνο έχει περάσει το κατώφλι των πυρηνικών δυνάμεων αλλά έχει αναπτύξει την πυραυλική της τεχνολογία και φαίνεται να είναι κοντά στην ανάπτυξη πυρηνικών όπλων σε διηπειρωτικούς πυραύλους. Επιπλέον, φαίνεται να έχει αναπτύξει δυνατότητα εκτόξευσης πυραύλων από κινητές βάσεις, πράγμα που δυσχεραίνει τον εντοπισμό τους και, άρα, δίνει στη Βόρεια Κορέα δυνατότητα και πρώτου και δεύτερου χτυπήματος.
Από την άλλη πλευρά, η προβολή αξιόπιστης δυνατότητας διηπειρωτικού χτυπήματος έχει στόχο να κλονίσει την αμυντική δέσμευση των ΗΠΑ προς τη Νότια Κορέα καθώς το αντίτιμο μπορεί να είναι επίθεση σε αμερικανικό έδαφος. Έτσι, η Βόρεια Κορέα στοχεύει στην απομόνωση και τη φινλανδοποίηση της Νότιας Κορέας.
Οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν πολλές επιλογές. Η μόνη πολιτική οικονομικών κυρώσεων που θα μπορούσε πραγματικά να πλήξει το καθεστώς απαιτεί τη συμμετοχή της Κίνας. Η Κίνα θα μπορούσε να βοηθήσει αποτελεσματικά διακόπτοντας τις εξαγωγές πετρελαίου και, κυρίως, τροφίμων προς τη Βόρεια Κορέα. Δεν θα το πράξει, όμως, γιατί φοβάται το χάος από την κατάρρευση του καθεστώτος αλλά, κυρίως, γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στην επανένωση της Κορέας υπό την επιρροή των ΗΠΑ και αμερικανικά στρατεύματα στα σύνορά της.
Ο Μάο συνήθιζε να λέει ότι «η Βόρεια Κορέα είναι τα χείλη και η Κίνα τα δόντια. Αν λείψουν τα χείλη θα κρυώνουν τα δόντια». Η πυρηνικοποιημένη Βόρεια Κορέα, όμως, περιπλέκει τους σχεδιασμούς της Κίνας. Δυσχεραίνει την επιδίωξη της γεωπολιτικής της κυριαρχίας στην Ανατολική Ασία καθώς μπορεί να οδηγήσει σε ένα ντόμινο διασποράς πυρηνικών όπλων στην περιοχή. Ήδη υπάρχουν πιέσεις στο εσωτερικό της Ιαπωνίας για την αναθεώρηση του πασιφιστικού συντάγματος και επανεξοπλισμό της. Το σενάριο διασποράς πυρηνικών όπλων σε μια περιοχή, όπου ήδη η Κίνα, η Ινδία και το Πακιστάν έχουν πυρηνικά όπλα θα σημάνει έναν ψυχρό πόλεμο στην Ανατολική Ασία. Αυτό δεν θα αφήσει αδιάφορη τη Ρωσία του Πούτιν που εκμεταλεύεται το χάος σε περιφερειακά υποσυστήματα για την επαναπροώθηση των γεωπολιτικών της συμφερόντων.
Η μόνη βραχυπρόθεσμη επιλογή των ΗΠΑ είναι μια πολιτική αποτροπής και καταναγκαστικής διπλωματίας προς τη Βόρεια Κορέα. Η μακροπρόθεσμη λύση μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από τη συνεργασία ΗΠΑ – Κίνας με τελική κατάληξη μια ενωμένη, αποπυρηνικοποιημένη, αλλά ουδέτερη Κορέα.
Μέχρι την ολοκλήρωση αυτής της μακράς και δύσβατης διαδρομής θα ελλοχεύει ο κίνδυνος του πυρηνικού ολοκαυτώματος.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χάλυβας και πορτοκάλια

Χάλυβας και πορτοκάλια

Το 2002, ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζωρτζ Μπους προσπάθησε, επιβάλλοντας δασμούς και ποσοστώσεις, να προστατεύσει την αμερικανική βιομηχανία χάλυβα. Τα αντίποινα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν άμεσα και στοχευμένα. Αφορούσαν τα αμερικανικά πορτοκάλια από την Φλόριδα. Κυβερνήτης της Πολιτείας της Φλόριδας ήταν ο αδελφός του προέδρου των ΗΠΑ Τζεμπ Μπους. Οι εμπορικές αψιμαχίες έληξαν με συνοπτικές διαδικασίες με νίκη των Ευρωπαίων.

Στις δυο πλευρές του Ατλαντικού ακονίζουν, εκ νέου, τα ξίφη τους για έναν νέο γύρο εμπορικού και οικονομικού ανταγωνισμού. Ο Τραμπ εξελέγη με μια σκληρή ατζέντα οικονομικού προστατευτισμού. Η αναγέννηση των βιομηχανιών άνθρακα και χάλυβα, εντός «της ζώνης της σκουριάς» ήταν ο κύριος άξονας της πολιτικής «πρώτα η Αμερική».

Μέχρι σήμερα η πολιτική οικονομικού προστατευτισμού του Τραμπ για τη διάσωση των παραδοσιακών αμερικανικών βιομηχανιών έφερε την αποχώρηση από τις συζητήσεις για τη Συμφωνία του Ειρηνικού και την αποχώρηση από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Δεν έχει μεταφραστεί, όμως, σε μια πολιτική δασμών απέναντι στις εισαγωγές από την Ευρώπη. Κυρίως λόγω της πίεσης που ασκούν στην κυβέρνηση το αγροτικό και το κατασκευαστικό λόμπυ που φοβούνται τις οικονομικές επιπτώσεις ενός εμπορικού πολέμου.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζονται για κάθε ενδεχόμενο. Συντάσσοντας μια λίστα αμερικανικών προϊόντων, όπως το μπέρμπον και τα πορτοκάλια, που θα υποστούν τα αντίποινα.

Μετά τις συμφωνίες με τον Καναδά και την Ιαπωνία υπάρχει μια νέα αυτοπεποίθηση στην Ευρώπη για τη θέση της στο διεθνές οικονομικό στερέωμα. Φαίνεται από τη σθεναρή αντίδραση στην κινεζική πολιτική εξαγοράς ευρωπαϊκών εταιρειών υψηλής τεχνολογίας και ενέργειας, αλλά και από την σκληρή αντιμετώπιση της Βρετανίας στις διαπραγματεύσεις για το Brexit. Το «πρώτα η Αμερική δεν σημαίνει ότι βάζουμε τελευταία τα ευρωπαϊκά συμφέροντα» ήταν το μήνυμα του Γιούνκερ προς την Ουάσιγκτον.

Σε αντίθεση με τον αμυντικό τομέα, στην οικονομική σφαίρα έχει διαμορφωθεί ένα κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον που αφορά στην επιτυχία του ευρώ, την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, την ασφάλεια των ευρωπαϊκών επενδύσεων και την επέκταση των εξαγωγών. Είναι ένας τομέας που οι Ευρωπαίοι αισθάνονται ισοϋψείς με τους Αμερικανούς και θεωρούν ότι βρίσκονται στη σωστή πλευρά της ιστορίας υπερασπιζόμενοι τις ελεύθερες εμπορικές συναλλαγές.

Οι προηγούμενοι 14 γύροι των διατλαντικών διαπραγματεύσεων για την TTIP, απέβησαν άκαρποι. Ευθύνη έχουν και η Γαλλία και η Γερμανία που ακολούθησαν εθνικές πολιτικές. Η εκλογή Μακρόν και οι συμφωνίες με Καναδά και Ιαπωνία έφεραν μια μεταστροφή προς μια κοινή ευρωπαϊκή ατζέντα. Η σκληρή ατζέντα προστατευτισμού του Τραμπ αλλά και η προτίμησή του για διμερείς διαπραγματεύσεις με χώρες και όχι ενιαίους χώρους δεν προδικάζουν την επιτυχή κατάληξη των διαπραγματεύσεων.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τι φοβάται ο Ερντογάν

Τι φοβάται ο Ερντογάν

Ο εξοπλισμός των Κούρδων της Συρίας από τις ΗΠΑ ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από την Τουρκία. Σε άλλες εποχές η Τουρκία είχε τη δυνατότητα να επηρεάσει την αμερικανική πολιτική στην περιοχή. Ιδιαίτερα, στον βαθμό που διακυβεύονταν ζωτικά της συμφέροντα. Σήμερα, απλώς απέσπασε μια συγκαταβατική δήλωση του αμερικανού υπουργού Άμυνας ότι τα συμφέροντά της θα προστατευτούν.

Αυτό που φοβάται η Τουρκία είναι η δημιουργία ενός αυτόνομου κουρδικού καντονίου σε μια ομοσπονδιακή Συρία στα πρότυπα του Ιρακινού Κουρδιστάν. Γιατί φοβάται ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία ενός συνομόσπονδου κουρδικού κράτους και στον διαμελισμό της. Την αναθεώρηση, δηλαδή, της Συνθήκης της Λωζάννης όσον αφορά τα ανατολικά της σύνορα. Γι’ αυτό η Τουρκία κλιμακώνει τη ρητορική της όσον αφορά την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης συνολικά. Απειλεί, δηλαδή, να δημιουργήσει μια συνολικότερη κρίση εάν δεν διασφαλιστούν τα ανατολικά της σύνορα και εάν οι διευθετήσεις στην περιοχή δεν ικανοποιούν τα εθνικά της συμφέροντα.

Οι Αμερικανοί προχώρησαν στον εξοπλισμό των Κούρδων της Συρίας κυρίως γιατί είναι οι μόνες αξιόπιστες χερσαίες δυνάμεις στο πόλεμο κατά του ISIS. Κατά δεύτερο λόγο, για να ενισχύσουν τη θέση τους στη συριακή κινούμενη άμμο. Οι Κούρδοι της Συρίας έχουν πολύ λίγα κοινά στοιχεία με τις ισλαμικές δυνάμεις που αντιμάχονται το καθεστώς Άσαντ. Και είχαν αποφύγει να αντιπαρατεθούν στις στρατιωτικά υπέρτερες, λόγω ιρανικής και ρωσικής βοήθειας, δυνάμεις του Άσαντ. Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν είχαν συμμαχήσει με τον Άσαντ για να μη χάσουν την αμερικανική στήριξη.

Είναι γεγονός ότι η κατά καιρούς αντιαμερικανική ρητορική του Ερντογάν, αλλά και η εν γένει πολιτεία του, τον έχουν καταστήσει έναν απρόβλεπτο και λιγότερο αξιόπιστο εταίρο. Όπως είναι δύσκολο για τους Αμερικανούς να ξεχάσουν την άρνηση της Τουρκίας να επιτρέψει τη διέλευση αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από το έδαφος της στον πόλεμο του Ιράκ. Αυτό το δεύτερο μέτωπο από τον Βορρά που διακαώς επιθυμούσαν οι αμερικανοί στρατιωτικοί δεν κατέστη εφικτό. Αντίθετα, ήταν οι Κούρδοι μαχητές που πολέμησαν λυσσαλέα ενάντια στο καθεστώς του Σαντάμ.

Παρά ταύτα, η Τουρκία παραμένει γεωπολιτικά σημαντική χώρα για τα αμερικανικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή. Γι’ αυτό τον λόγο, το πιθανότερο είναι ότι ο εξοπλισμός των Κούρδων της Συρίας δεν σημαίνει τίποτα παραπάνω από μια στρατιωτική συνεργασία περιορισμένης στόχευσης στον πόλεμο κατά του ISIS. Και δύσκολα θα εξελιχθεί σε μια πολιτική στήριξη για τη δημιουργία κουρδικού κράτους και μάλιστα με απόσχιση τουρκικών εδαφών. Είναι μια εξέλιξη, όμως, που ανησυχεί την Τουρκία και που σε άλλες εποχές θα είχε κατορθώσει να ακυρώσει. Αλλά ως γνωστόν στην πολιτική η εκδίκηση είναι πιάτο που σερβίρεται κρύο.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

100 ημέρες Τραμπ

100 ημέρες Τραμπ

Το κυρίαρχο ερώτημα, μετά την εκλογή Τραμπ, ήταν πώς θα ανταποκριθούν οι θεσμοί της αμερικανικής δημοκρατίας σε μία προεδρία αντισυστημική και με μικρή ανοχή στις συμβάσεις της αμερικανικής δημοκρατίας και την ελευθερία του Τύπου.

Η ανησυχία εντεινόταν από το γεγονός ότι ο Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, πέραν της εκτελεστικής εξουσίας, έχουν τον έλεγχο και της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας. Επιπλέον, με νέες τοποθετήσεις δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο (Supreme Court) μπορούν να επηρεάσουν δραστικά τη διαμόρφωση της ατζέντας για σοβαρά κοινωνικά θέματα. Τα θεσμικά αντίβαρα και οι παραδόσεις της αμερικανικής δημοκρατίας, όμως, φαίνεται ότι λειτουργούν αποτελεσματικά και ανασχετικά στον βολουνταριστικό τρόπο συμπεριφοράς του Τραμπ. Ήδη είδαμε τους πρώτους ελέγχους, τους πρώτους κόφτες σε μερικές από τις επιλογές του. Πρώτον, τις αποφάσεις δικαστηρίων που ανέστειλαν τα προεδρικά διατάγματα για την απαγόρευση εισόδου πολιτών από επτά χώρες. Αλλά και την αναγκαστική παραίτηση του συμβούλου εθνικής ασφάλειας, του Φλιν. Δεύτερον, την αρχική απόσυρση του νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας, καθώς δεν συγκέντρωσε την απαραίτητη πλειοψηφία. Δείγμα ότι η στήριξη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος δεν είναι δεδομένη για όλες τις πολιτικές του. Άλλωστε, στο παρελθόν, οι Δημοκρατικοί με τους Ρεπουμπλικάνους συνεργάστηκαν στο Κογκρέσο για να στερήσουν την πλειοψηφία σε νομοθετικές πρωτοβουλίες του εκάστοτε προέδρου. Είναι κομμάτι της αμερικανικής πολιτικής παράδοσης.

Το δεύτερο ερώτημα είχε να κάνει με τη θέση της Αμερικής στον κόσμο, την εξωτερική της πολιτική. Κι αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο στην ταραγμένη και ασταθή εποχή που διανύουμε. Κυρίως γιατί από το 1945 και μετά η Αμερική δίνει τον τόνο στις διεθνείς εξελίξεις. Ο Τραμπ φαίνεται να ακολουθεί μια πολιτική επιλεκτικού παρεμβατισμού και οικονομικού προστατευτισμού. Βλέπει τον κόσμο ως ένα πεδίο ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, της Αμερικής, της Κίνας, της Ρωσίας και της Γερμανίας. Έχει μεγαλύτερη ανοχή για σφαίρες επιρροής και λιγοστό ενδιαφέρον για τη θεσμική οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας. Ο κόσμος του βασίζεται περισσότερο στις νόρμες της αμοιβαιότητας και της αναλογικότητας, παρά στους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Οι ΗΠΑ θα παρεμβαίνουν στον πλανήτη μόνο όταν διακυβεύονται ζωτικά τους συμφέροντα. Για τον Τραμπ η παγκοσμιοποίηση είναι μια διαδικασία από την οποία ωφελούνται άλλες χώρες. Η πολιτική οικονομικού προστατευτισμού που ακολουθεί σημαίνει επαναδιαπραγμάτευση των εμπορικών συμφωνιών, ιδίως αυτών που έχουν αποφέρει έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ. Η αρχή έγινε με τη διάλυση της εμπορικής συμφωνίας των χωρών του Ειρηνικού. Σειρά μάλλον έχει η NAFTA. Αυτό θα σημάνει και δύσκολες εμπορικές διαπραγματεύσεις στον ευρωατλαντικό χώρο.

Σε κάθε περίπτωση, οι ισχυροί θεσμοί της αμερικανικής δημοκρατίας φαίνεται να αμβλύνουν τις γωνίες μιας αντισυμβατικής και αντισυστημικής προεδρίας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Οι προτεραιότητες του Τραμπ

Οι προτεραιότητες του Τραμπ

Η προχθεσινή ομιλία του Τράμπ στο Κογκρέσο, ήταν η πρώτη ουσιαστική άρθρωση των προτεραιοτήτων της προεδρίας του. Μια συνεκτική αποτύπωση της αντίληψής του για τον κόσμο.

Το σίγουρο είναι ότι τόσο η αντίληψη όσο και οι προτεραιότητες της πολιτικής του βρίσκονται στον αντίποδα αυτών του Ομπάμα. Ο Ομπάμα ήταν ένας φιλελεύθερος ιδεαλιστής. Ο Τράμπ συμπληρώνει το λαϊκίστικο ένστικτό του με έναν ωμό ρεαλισμό που πατάει στις τρεις βασικές παραδοχές της αμερικανικής παράδοσης του Άντριου Τζάκσον.

Η πρώτη είναι ένας ποπουλισμός που εκφράζει καχυποψία απέναντι στην ομοσπονδιακή εξουσία και τις πολιτικές ελίτ. Θεωρώντας ως επιτομή της ελευθερίας την ισχύ της δεύτερης τροπολογίας του αμερικανικού συντάγματος. Το δικαίωμα, δηλαδή, κάθε πολίτη να φέρει όπλα.

Η δεύτερη είναι μια πολιτική οικονομικού προστατευτισμού που επιδιώκει εμπορικά προνόμια για τα αμερικανικά προϊόντα στο εξωτερικό. Για τον Τράμπ η παγκοσμιοποίηση έχει λειτουργήσει προς ώφελος της Κίνας. Από τότε που η Κίνα έγινε μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, όπως είπε στην ομιλία του στο Κογκρέσσο, έκλεισαν 60.000 εργοστάσια στην Αμερική. Γι’ αυτό εξήγγειλε φορολογικές ελαφρύνσεις για τις αμερικανικές εταιρείες. Αυστηρή μεταναστευτική πολιτική, για να μην απειλούνται αμερικανικές θέσεις εργασίας, και επαναδιαπραγμάτευση των εμπορικών συμφωνιών. Ιδίως αυτών που έχουν επιφέρει έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ. Η αρχή έγινε από τη διάλυση της εμπορικής συμφωνίας των χωρών του Ειρηνικού. Σειρά τώρα παίρνει η ΝΑΦΤΑ. Η ΝΑΦΤΑ, είπε ο Τραμπ, ήταν αιτία απώλειας του 1/4 των θέσεων εργασίας στον κατασκευαστικό τομέα. Η πολιτική αυτή θα προξενήσει ένταση και στις ευρωατλαντικές σχέσεις στον τομέα των εμπορικών σχέσεων. Την προανήγγειλε λέγοντας ότι οι δασμοί για τα αμερικανικά προϊόντα είναι πολύ υψηλοί ενώ οι αμερικανικοί για τα ξένα πολύ χαμηλοί.

Εξήγγειλε, επίσης, ένα πρόγραμμα ενίσχυσης των αμερικανικών υποδομών ύψους 1 τρισ. από αμερικανούς εργάτες με αμερικανικά προϊόντα. Γιατί η Αμερική δεν μπορεί να δαπανά 6 τρισ. στη Μέση Ανατολή την ώρα που οι υποδομές της καταρρέουν.

Αυτό δεν σημαίνει ότι εισερχόμαστε σε μία περίοδο αμερικανικού απομονωτισμού. Αλλά σε μία περίοδο επιλεκτικού παρεμβατισμού. Ο Τράμπ δεν βλέπει τον κόσμο ως ένα παγκόσμιο χωριό, ούτε φιλοδοξεί να τον μετατρέψει σε τέτοιο. Βλέπει τον κόσμο περισσότερο ως πεδίο ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων. Έχει μεγαλύτερη ανοχή στην πολιτική των σφαιρών επιρροής, και λιγοστό ενδιαφέρον για την θεσμική οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας. Ο κόσμος του βασίζεται περισσότερο στις νόρμες της αμοιβαιότητας και της αναλογικότητας, παρά στους κανόνες του διεθνούς δικαίου.

Είναι ένα δόγμα οικονομικού προστατευτισμού, και επιλεκτικού παρεμβατισμού με μια εκφορά αντισυστημικού λαϊκισμού. Μας ξενίζει μετά την προεδρία Ομπάμα, αλλά ούτε κάτι νέο είναι ούτε κατ’ ανάγκη επικίνδυνο.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Από τον Ερντογάν στον Τραμπ

Από τον Ερντογάν στον Τραμπ

Από το 1945 και μετά η Αμερική, η ηγέτιδα δύναμη της Δύσης, δίνει τον τόνο στις διεθνείς εξελίξεις. Χαράζει τη ρότα για τον Δυτικό Κόσμο και όχι μόνον. Στη διεθνή πολιτική, στα γράμματα, στον πολιτισμό, στις τέχνες. Λίγες ημέρες μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου των ΗΠΑ τα σημάδια είναι ανησυχητικά. Διατάγματα για ανέγερση τείχους, ξήλωμα εμπορικών συμφωνιών, απαγόρευση εισόδου σε πολίτες από μουσουλμανικές χώρες. Αίφνης, η χώρα της ελευθερίας μετατρέπεται σε ξενοφοβικό φρούριο. Τείχη παντού. Και μηνύματα οπισθοδρόμησης σε πρακτικές μεσοπολέμου. Μόνο που τα μηνύματα του σκότους αυτή τη φορά δεν έρχονται από τη γηραιά ήπειρο αλλά από τον νέο κόσμο.

Δικαστικές αποφάσεις περιόρισαν το εύρος της ισχύος των διαταγμάτων του Τραμπ. Σε ένα θεσμικά θωρακισμένο πολιτικό σύστημα, όπως το αμερικανικό, η εσωτερική έννομη τάξη μπορεί πρόσκαιρα να διαταραχθεί, να διασαλευθεί, αλλά δεν θα καταλυθεί. Τα θεσμικά αντίβαρα αλλά και ο ρεαλισμός της αμερικανικής άρχουσας τάξης, σύντομα θα αποκαταστήσουν τη πολιτική ισορροπία.

Όχι χωρίς συνέπειες όμως. Συνέπειες για την ίδια την Αμερική. Απομείωση του κύρους της, εσωτερικές αναταράξεις, συσπείρωση δυνάμεων εναντίον της, έξαρση του αντιαμερικανισμού και της ισλαμικής τρομοκρατίας.

Αλλά και συνέπειες για το διεθνές σύστημα. Η διεθνής αρένα είναι κατά κανόνα άναρχη, υπό την έννοια της απουσίας κεντρικής εξουσίας. Η θεσμική οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας είναι αλυσιτελής. Προϋποθέτει σε μεγάλο βαθμό τη σύγκλιση συμφερόντων μεταξύ των δρώντων. Και βασίζεται, κατ’ ελάχιστον, στις αρχές της αμοιβαιότητας και της αναλογικότητας για τη ρύθμιση της διακρατικής συμπεριφοράς. Η καταπάτηση διεθνών κανόνων, συμβάσεων και συμφωνιών, αλλά και μια συμπεριφορά έξω από τις νόρμες της αναλογικότητας και της αμοιβαιότητας θα οδηγήσει σε πλειοδοσία παρόμοιας συμπεριφοράς από άλλες μεγάλες δυνάμεις.

Πόσο μάλλον εάν συνδυαστεί με συνεχιζόμενη αποδόμηση των πυλώνων του δυτικού συστήματος ασφάλειας, όπως το ΝΑΤΟ.

Που θα έχει καταλυτική σημασία για τη συνοχή αλλά και την ενδοσυνασπισμική πειθαρχία της συμμαχίας. Το τελευταίο μας αφορά άμεσα. Γιατί είχε ως αποτέλεσμα την αυτοσυγκράτηση και τη λείανση της αντιπαλότητας κρατών εντός του ίδιου συνασπισμού. Τουλάχιστον, ως ένα βαθμό.

Μια ατλαντική συμμαχία με κλονισμένη εσωτερική συνοχή και η απουσία ενός προέδρου από τον Λευκό Οίκο που θα μπορούσε να αποτρέψει την τουρκική επιθετικότητα, όπως έκανε ο Τζόνσον στον Ινονού, είναι ανησυχητικές εξελίξεις. Γιατί συνδυάζονται με τη βαθιά παρακμή του ελλαδικού κράτους, την κατάρρευση των δεικτών ισχύος του, και την καταρράκωση της διεθνούς αξιοπιστίας του. Την ίδια στιγμή, που η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας ως μοχλός κατευνασμού της επιθετικότητας και του αναθεωρητισμού της έχει πάψει να ισχύει. Αν ο Τραμπ αποδειχθεί η πλανητική εκδοχή του Ερντογάν τότε τα σύννεφα πυκνώνουν. Και λόγω Ερντογάν και λόγω Τραμπ.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Trumpismo

Trumpismo

Ο ισπανόφωνος κόσμος βάφτισε ήδη την εποχή και τις τακτικές του Τραμπ: Trumpismo. Άλλωστε η Λατινική και η Νότια Αμερική έχουν πλούσιο παρελθόν σε ηγέτες με τα χαρακτηριστικά του Τραμπ. Μάτσο χαρακτήρες, πύρινοι λόγοι, υπερφίαλες υποσχέσεις, τακτικές bullying, πόλωση και οπαδισμός.

Ο πραγματικός νονός του Trumpismo, όμως, είναι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Οι ομοιότητες είναι εκκωφαντικές. Δύο δισεκατομμυριούχοι επιχειρηματίες, που μπήκαν στην πολιτική ως outsiders. Έχοντας χρήματα και δύναμη άνοιξαν βεντέτα με το οικονομικό, το πολιτικό και το μιντιακό κατεστημένο δήθεν εξ’ ονόματος των μη προνομιούχων. Έπεισαν ότι το μοντέλο της επιτυχίας τους στις επιχειρήσεις είναι η απάντηση στα πολιτικά αδιέξοδα.

Ένα προσωποκεντρικό μοντέλο, πασπαλισμένο από τη χρυσόσκονη της show biz και της trash culture που θεραπεύει τα πάντα. Δημιουργεί οπαδούς και λειτουργεί ως ασπίδα απέναντι σε κάθε παραβίαση της συμβατικής πολιτικής ετικέτας και ηθικής. Από τη σύγκρουση συμφερόντων, μέχρι τα μπούνγκα μπούνγκα πάρτυ, μέχρι την προσβολή κάθε κοινωνικής ομάδας.

Η διαφορά είναι ότι ο Μπερλουσκόνι ηγήθηκε μίας μεσαίας ευρωπαϊκής δύναμης και είχε μικρό αποτύπωμα στα διεθνή δρώμενα. Η θητεία του Τραμπ στο πηδάλιο της υπερδύναμης θα φέρει εξ ορισμού σημαντικές μεταβολές στην πλανητική σκακιέρα.

Ο Τραμπ πατάει στις βασικές παραδοχές της αμερικανικής παράδοσης του Άντριου Τζάκσον. Ένα ρεύμα αμερικανικού ποπουλισμού που εκφράζει καχυποψία απέναντι στην ομοσπονδιακή εξουσία και τις ελίτ. Και θεωρεί ως επιτομή της ελευθερίας την ισχύ της δεύτερης τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος. Το δικαίωμα, δηλαδή, κάθε πολίτη να φέρει όπλα.

Μια παράδοση οικονομικού προστατευτισμού, που επιδιώκει εμπορικά προνόμια για τα αμερικανικά προϊόντα στο εξωτερικό. Στέκεται αρνητικά απέναντι στη μετανάστευση θεωρώντας ότι θέτει σε κίνδυνο τη συνοχή της παραδοσιακής κοινότητας. Ενώ το χαμηλόμισθο εργατικό δυναμικό απειλεί θέσεις εργασίας για τους αμερικανούς πολίτες.

Στα διεθνή, προκρίνει τον επιλεκτικό παρεμβατισμό. Με έμφαση στην αντίληψη της εθνικής υπόληψης και τη προστασία των ζωτικών εθνικών συμφερόντων.

Υπό αυτήν την έννοια η λογική του Τραμπ θα είναι κοντύτερα στη λογική της ισορροπίας της ισχύος και των σφαιρών επιρροής παρά στις αξίες του διεθνιστικού ουιλσονιανού ιδεαλισμού, που σε μεγάλο βαθμό εξέφρασε ο Ομπάμα.

Ο Τραμπ βλέπει το κόσμο ως ένα πεδίο ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων. Όπως η Ρωσία, η Γερμανία, η Κίνα. Συμβιβάζεται με την πολιτική των σφαιρών επιρροής του Πούτιν γιατί θεωρεί ότι δεν απειλεί τα αμερικανικά συμφέροντα. Εκχωρεί την Ευρώπη στους Γερμανούς. Και αρνείται την προσέγγιση με την Κίνα γιατί την θεωρεί δυνάμει πλανητική απειλή για τις ΗΠΑ. Είναι πολύ νωρίς να εκτιμήσουμε αν η προεδρία Τραμπ θα σημάνει το τέλος του θεσμικού οικοδομήματος και του κανονιστικού πλαισίου του μεταπολεμικού κόσμου. Το σίγουρο είναι ότι θα δοκιμάσει τις αντοχές του.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”