Η ώρα της αλήθειας

Η ώρα της αλήθειας

Ήρθαν στην εξουσία σερφάροντας στην «ονειροχώρα» των προεκλογικών τους εξαγγελιών. Έτοιμοι να σκίσουν τα μνημόνια, να τελειώσουν την τρόικα και να μπουν θριαμβευτικά στο Βερολίνο. Ένα κόμμα διαμαρτυρίας και άρνησης ανάλαβε τις ευθύνες διακυβέρνησης σε μια στιγμή κρίσιμη για τη χώρα. Σε μια στιγμή που η επίπονη πορεία προς τη δημοσιονομική εξυγίανση και την επιστροφή στην ομαλότητα είχε αρχίσει να αποφέρει καρπούς. Χάρη στις τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού. Δημοσιονομική εξυγίανση, πρωτογενή πλεονάσματα, θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης. Πάνω απ’ όλα μια αίσθηση στην αγορά ότι κάτι είχε αρχίσει να κινείται. Αλλά και η ευρωπαϊκή συγκυρία διαμορφωνόταν πλέον με πιο ευνοϊκούς όρους. Το πακέτο Γιούνκερ και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης του Ντράγκι, άνοιγαν προοπτικές ανάπτυξης.

Ο Πρωθυπουργός είχε μια τεράστια ευκαιρία. Να εκμεταλλευτεί τη θετική συγκυρία και τη δημοφιλία του και να κινηθεί γοργά. Να κλείσει τη διαπραγμάτευση, να πάρει την τελευταία δόση και να δώσει ώθηση σε μια οικονομία που είχε αρχίσει να ανακάμπτει. Δεν το έπραξε. Διαπραγματευόμενος κυρίως στο εσωτερικό του κόμματός του, δέσμιος των προεκλογικών του δεσμεύσεων, αναλώθηκε σε ένα επικοινωνιακό παιχνίδι. Κατασκευάζοντας εχθρούς και μιλώντας για ρήξεις. Βρίζοντας τους Γερμανούς, κάνοντας υποκλίσεις, στην κυριολεξία όμως, στους Ρώσους, και εξοργίζοντας τους Αμερικανούς. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Η κυβέρνηση ξόδεψε τρεις κρίσιμους μήνες. Απώλεσε χρόνο και ερείσματα. Οι σύμμαχοι έχασαν την υπομονή τους και οι λίγοι φίλοι που μας είχαν απομείνει έγιναν εχθροί. Η χώρα ξαναγύρισε εκεί από όπου ξεκίνησε. Χάσαμε κύρος και αξιοπιστία, γίναμε κράτος παρίας, ενώ επανήλθε το εφιαλτικό σενάριο της στάσης πληρωμών και της άτακτης χρεοκοπίας. Στην πραγματική οικονομία η απόλυτη καταστροφή. Οι επενδυτές φεύγουν με την ίδια ταχύτητα που φεύγουν και οι καταθέσεις από τις τράπεζες. Η οικονομική δραστηριότητα έπεσε στο μηδέν και φτάσαμε να ξύνουμε τον πάτο του βαρελιού για να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις.

Μετά από 100 ημέρες έφτασε η ώρα της αλήθειας. Ο Πρωθυπουργός απέσυρε τον Βαρουφάκη και έδωσε το σήμα για να αρχίσει η ουσιαστική διαπραγμάτευση. Από δυσμενέστερη διαπραγματευτική θέση, φυσικά, μετά από όλα αυτά. Για να κλείσει όπως-όπως μια συμφωνία στο παρά πέντε. Και τώρα αναζητούν τρόπους για να νομιμοποιήσουν τη στροφή. Ψάχνονται για δημοψηφίσματα ή για εκλογές.

Τίποτα από τα δύο δεν χρειάζονται. Η εντολή που πήραν από τον ελληνικό λαό είναι σαφής. Λύση μέσα στο ευρώ. Ενδεχομένως με καλύτερους όρους. Γιατί κατάφεραν να τον πείσουν ότι μπορούν να τους πετύχουν. Αν δεν βρουν τη λύση ή αν δεν την αντέχουν ας παραδώσουν τη σκυτάλη, όπως είπε και ο Λαφαζάνης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ελλάδα και Ρωσία σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο

Ελλάδα και Ρωσία σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο

Το πρόσφατο ταξίδι του έλληνα Πρωθυπουργού στη Μόσχα δεν απέφερε κανένα οικονομικό όφελος για τη χώρα μας. Και πώς να αποφέρει εδώ που τα λέμε. Η Ρωσία αντιμετωπίζει τεράστια οικονομικά προβλήματα η ίδια για να ασχοληθεί με τα δικά μας. Γεωστρατηγικά, παίξαμε στο γήπεδο του Πούτιν στον ενεργειακό πόλεμο των αγωγών. Εναντίον των συμμάχων μας. Μια διπλωματική επιτυχία του Πούτιν χωρίς κανένα όφελος για εμάς. Το ταξίδι αυτό μπορεί να απέφερε επικοινωνιακά οφέλη στο εσωτερικό της χώρας για την κυβέρνηση. Δεν απέφερε, όμως, κανένα όφελος στην προώθηση των εθνικών μας συμφερόντων. Η κυβέρνηση μίλησε για πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Και πάτησε επικοινωνιακά πάνω σε συνειρμούς ελληνορωσικού άξονα στη βάση της ορθοδοξίας για τους συντηρητικούς και στη βάση μιας αριστερής νοσταλγίας για τους προοδευτικούς. Αν η ιστορία, όμως, είναι καλός σύμβουλος, και πρέπει να είναι, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Ρωσία και Ελλάδα είχαν πάντοτε αποκλίνοντα συμφέροντα. Οι παραδοσιακοί σύμμαχοι της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής στην περιοχή μας, ήταν οι σλαβικοί λαοί, όχι εμείς. Ακόμα και ο περίφημος ορθόδοξος άξονας προσκρούει στις φιλοδοξίες του ρωσικού πατριαρχείου να αναδειχθεί σε οικουμενικό. Εις βάρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης.

Η σημερινή Ρωσία είναι μια ολιγαρχική αναθεωρητική δύναμη. Όλοι συμφωνούν ότι οι προσπάθειες μεταρρύθμισης της Ρωσίας σε δημοκρατικό κράτος κατέληξαν στο τέλος της δεκαετίας του ‘90 σε αποτυχία. Το πιο σημαντικό αφήγημα της τελευταίας 20ετίας δεν είναι η αποτυχία εδραίωσης της δημοκρατίας στη Ρωσία. Είναι η οικοδόμηση ενός ολιγαρχικού καθεστώτος, που αφού εδραιώθηκε, αναθεωρεί σιγά-σιγά το status quo της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Ένα status quo, το οποίο, τελικά, αποτύπωνε την κατανομή ισχύος της εποχής. Όχι την τελική ιδεολογική επικράτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας εναντίον των αντιπάλων της.

Εικοσιπέντε χρόνια μετά, το σχέδιο της Ρωσίας για την ανατροπή της μεταψυχροπολεμικής διευθέτησης είναι σε πλήρη εξέλιξη. Η Ρωσία, αργά αλλά σταθερά, εδραιώνει σφαίρες επιρροής ή κατοχής σε όσα το δυνατόν περισσότερα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Το έκανε το 2008 με τη Γεωργία. Το έκανε νωρίτερα αυτή τη χρονιά με την Κριμαία και το κάνει τώρα στην Ουκρανία.

Οι Γερμανοί, που ιστορικά είχαν μια πολυκύμαντη αλλά «ειδική σχέση» με τη Ρωσία φαίνεται να έχουν διαβεί το Ρουβίκωνα. Αντίθετα, οι αναθεωρητικές βλέψεις της Ρωσίας έχουν αναθερμάνει τις σχέσεις Αμερικής-Γερμανίας. Ο μήνας του μέλιτος ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία έχει τελειώσει. Ένας νέου τύπου ψυχρός πόλεμος φαίνεται ότι αρχίζει. Κι εμείς πρέπει να φροντίσουμε να μην βρεθούμε στη λάθος πλευρά της ιστορίας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Να συνεννοηθεί η αντιπολίτευση

Να συνεννοηθεί η αντιπολίτευση

Ένα μικρό κόμμα της άρνησης εκτινάχθηκε στην εξουσία ως αποτέλεσμα της βαθιάς κρίσης που περνάει η χώρα. Ευαγγελίστηκε την ανάπτυξη και το τέλος της λιτότητας και έφερε την ασφυξία και το φόβο του Grexident. Υποσχέθηκε την έξοδο από την κρίση χωρίς νέα μέτρα και θυσίες. Και τώρα ψάχνει τρόπους για να δικαιολογήσει τη στροφή. Γιατί και μέτρα θα πάρει και όσο πιο πολύ αργεί τόσο πιο επώδυνα θα είναι. Και όχι μόνο πρέπει να τα πάρει αλλά πρέπει και να τα εφαρμόσει. Και τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις. Κι εδώ βρίσκεται η αξεπέραστη αντίφαση. Πως μπορεί ένα οπισθοδρομικό κόμμα να υλοποιήσει μια μεταρρυθμιστική ατζέντα;

Από τα πρώτα τους βήματα φάνηκε ποιο είναι το μοντέλο του κράτους που προωθούν. Ένα μοντέλο που μας γυρίζει πίσω στην αναξιοκρατία, στο νοσηρό κομματισμό, στη γραφειοκρατία. Ένα κράτος που υποσκάπτει αντί να βοηθά τη δημιουργικότητα του έλληνα πολίτη. Ένα υπερτροφικό, παρεμβατικό κράτος, εμπόδιο στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας.

Η χώρα γυρίζει στο παρελθόν. Σε αναχρονιστικές δομές και σε παθογένειες. Τις ίδιες παθογένειες που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία. Νόμος και τάξη υποχωρούν επικίνδυνα στο όνομα ενός ψευτοπροοδευτισμού και ενός αριστερόστροφου λαϊκισμού. Καταληψίες παντού και αντιεξουσιαστές που τα καίνε. Οι παράνομοι μετανάστες πολλαπλασιάζονται, τρομοκράτες αφήνονται ελεύθεροι. Η χώρα μοιάζει με «ξέφραγο αμπέλι».

Οι επενδυτές φεύγουν και οι τουρίστες, αν συνεχίσουμε έτσι, θα αρχίσουν να σκέφτονται αν πρέπει να έρθουν. Στην παιδεία εμποτίζεται πάλι η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας. Για την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό ας μην το συζητάμε καλύτερα. Εικόνα διάλυσης παντού.

Οι πολίτες που πίστεψαν τις υποσχέσεις και ήλπισαν σε κάτι καλύτερο, αισθάνονται ανασφάλεια και αβεβαιότητα. Παρακολουθούν μια βαβέλ υπουργών-σχολιαστών. Και έναν Πρωθυπουργό να αδυνατεί να επιβάλει την πειθαρχία, να πάρει αποφάσεις, και να δείξει ένα δρόμο.

Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκές δυνάμεις της αντιπολίτευσης θα πρέπει να συνεχίσουν να λένε την αλήθεια στους πολίτες. Χωρίς να επιχαίρουν για την ανικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ και πολύ περισσότερο για την καταστροφή της χώρας. Οφείλουν, όμως, να συνεργαστούν. Να συμφωνήσουν σε ένα σχέδιο δράσης που θα ανταποκρίνεται στην κρισιμότητα των περιστάσεων. Αλλά και πέρα από αυτό. Να συμφωνήσουν σε ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης, ανάπτυξης, και προόδου. Που θα διασφαλίζει, όχι μόνο την έξοδο από την κρίση, αλλά τη ριζική αλλαγή υποδείγματος για τη χώρα. Που θα της δώσει τη δυνατότητα να καταλάβει τη θέση που της αξίζει. Όχι αυτή του παρία και του ουραγού αλλά του πρωταγωνιστή.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Να σταματήσει το θέατρο σκιών

Να σταματήσει το θέατρο σκιών

Ο Υπουργός Επικρατείας ομολόγησε σε συνέντευξή του αυτό που καταλαβαίνει σιγά-σιγά όλη η Ελλάδα. «Δεν είναι και εύκολο να αναλάβεις χωρίς προηγούμενη εμπειρία άσκησης εξουσίας. Κανένας από εμάς δεν είχε».

Στη χειρότερη κρίση της μεταπολεμικής μας ιστορίας έχουμε μια κυβέρνηση παντελώς ακατάλληλη να διαχειριστεί τις τύχες της χώρας. Μια κυβέρνηση που πέρα από την απειρία της, και την πρωτοφανή ανετοιμότητά της είναι αυτοπαγιδευμένη στις ιδεοληψίες της. Γι’ αυτό και το μόνο που προσπαθεί να κάνει στις 50 ημέρες της διακυβέρνησής της είναι να διαχειριστεί επικοινωνιακά τη στροφή της.

Και πώς να τη διαχειριστεί εδώ που τα λέμε. Δεν είναι και εύκολο. Όταν από το σκίσιμο των μνημονίων, έφτασαν να διαπραγματεύονται την αξιολόγηση και ολοκλήρωση του «τρέχοντος προγράμματος». Δηλαδή του μνημονίου. Για να πάρουν την τελευταία δόση των 7,2 δις που διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους ότι ούτε την ήθελαν, γιατί ήταν μέρος του μνημονίου, αλλά ούτε τη χρειάζονταν. Γιατί είχαν άλλες λύσεις.

Και τελικά φαίνεται ότι και η «δημιουργική ασάφεια» εις βάρος μας λειτουργεί. Γιατί όταν υπάρχει τέτοια απόκλιση ισχύος ανάμεσα σε δυο διαπραγματευόμενα μέρη η ασάφεια λειτουργεί εις βάρος του ασθενέστερου. Και το διαπιστώσαμε σύντομα. Μπορεί να μας άφησαν να βαφτίσουμε το ψάρι κρέας και να παίζουμε κρυφτούλι με τους «θεσμούς» στα ξενοδοχεία των Αθηνών αλλά την κάνουλα της ρευστότητας την κρατούν οι ίδιοι. Και την ανοιγοκλείνουν για να μας θυμίσουν τις υποχρεώσεις μας.

Το μόνο που έδωσε η ασάφεια στον κ. Τσίπρα, είναι χρόνο να διαχειριστεί την στροφή στο εσωτερικό του κόμματός του. Ο χρόνος όμως εξαντλείται. Όπως και η ρευστότητα. Και τώρα που το πρόβλημα οξύνεται αρχίζουν να κατασκευάζουν ενόχους. Η χώρα, όμως απομονώνεται διπλωματικά.

Η πραγματική οικονομία από την ασθενική ανάκαμψη του 2014 ξαναγυρίζει στην ύφεση. Σε μια συγκυρία που διαμορφώνονται ευνοϊκές προοπτικές στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, το πακέτο Juncker, το ΕΣΠΑ, δημιουργούν προϋποθέσεις για ανάπτυξη. Χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, ακόμα, και η Κύπρος θα τις αδράξουν. Εμείς θα μείνουμε πίσω. Αλλά αυτή είναι η ιστορία του τόπου μας. Μια ιστορία χαμένων ευκαιριών.

Η κυβέρνηση θα πρέπει να σταματήσει αυτό το θέατρο σκιών. Να κινηθεί άμεσα και να ολοκληρώσει το έργο που δεν άφησε την προηγούμενη κυβέρνηση να ολοκληρώσει. Όσο έχουμε ακόμα καιρό. Γιατί σε λίγο θα αναγκαστούμε να πάμε σε μια συνθηκολόγηση άνευ όρων. Με ακόμα πιο δυσβάστακτες θυσίες για τον ελληνικό λαό. Και τότε θα διαπιστώσουν πόσο γρήγορα τα Ωσαννά γίνονται άρον-άρον σταύρωσον αυτούς.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”