Γαλλογερμανικός άξονας: από το Ελιζέ στο Άαχεν

Γαλλογερμανικός άξονας: από το Ελιζέ στο Άαχεν

Την περασμένη Τρίτη, στο Άαχεν της Γερμανίας, την πόλη του Καρλομάγνου, η Καγκελάριος Μέρκελ και ο Πρόεδρος Μακρόν ανανέωσαν τoυς δεσμούς Φιλίας και Συνεργασίας μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας. Πενήντα και πλέον χρόνια μετά την ιστορική Συνθήκη του Ελιζέ. To 1963, η Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας συμβόλιζε την ιστορική συμφιλίωση και την απαρχή μιας σχέσης συνεργασίας μεταξύ των δύο κρατών.

Η αλήθεια είναι ότι ο Ντε Γκωλ οραματιζόταν τη γαλλογερμανική συμμαχία ως εμβρυουλκό μίας Δυτικής Ευρώπης ανεξάρτητης από τις ΗΠΑ. Η αγγλοσαξωνική επικυριαρχία στην ψυχροπολεμική Ευρώπη ενοχλούσε τον Ντε Γκωλ. Θεωρούσε, μάλιστα, τη Βρετανία δούρειο ίππο των Αμερικανών στην Ευρώπη. Για τον λόγο αυτό, την 14η Ιανουαρίου του 1963 ο Ντε Γκωλ επίσημα ανακοίνωσε την αντίθεσή του στην ένταξη της Βρετανίας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Οκτώ μόλις μέρες πριν υποδεχθεί τον Αντενάουερ στο Ελιζέ για να υπογράψουν τη Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας.

Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, σε τροχιά ανάκαμψης αλλά με νωπές τις πληγές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν απόλυτα εξαρτημένη από τη βοήθεια των δυτικών δυνάμεων και κυρίως των ΗΠΑ. Ο Αντενάουερ επεδίωκε τον ενταφιασμό του παρελθόντος, την εξομάλυνση των σχέσεων της Γερμανίας με τους γείτονές της και την οριστική επανένταξή της στη διεθνή κοινότητα. Κάθε του κίνηση όμως γινόταν με γνώμονα την επίλυση του γερμανικού προβλήματος. Τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών, δηλαδή, για την επανένωση της Γερμανίας. Και αυτό προϋπέθετε τη στήριξη του αμερικανικού παράγοντα. Γι’ αυτό όταν η Συνθήκη επικυρώθηκε από τη γερμανική Μπούντεσταγκ, η Γερμανία προσέθεσε στο προοίμιο εμφατική αναφορά στην ατλαντική στρατιωτική συνεργασία και στην ανάγκη να γίνει δεκτή η Βρετανία στις Κοινότητες.

Η Συνθήκη, πάντως, αποτέλεσε τη βάση του αποκαλούμενου γαλλογερμανικού άξονα, που τα επόμενα χρόνια έγινε η ατμομηχανή του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Όλοι σχεδόν οι διάδοχοι του Ντε Γκωλ και του Αντενάουερ συνεργάστηκαν στενά. Ο Μπραντ και ο Πομπιντού εγκαινίασαν το πρώτο σύστημα νομισματικής συνεργασίας. Ο Σμιτ και ο Ντ᾽ Εσταίν το εξέλιξαν στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα. Και ο Κολ με τον Μιτεράν έφτασαν στη Συνθήκη του Μάαστριχτ που γέννησε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα οικονομικά και στα θεσμικά ζητήματα ο γαλλογερμανικός άξονας ανέλαβε τις περισσότερες πρωτοβουλίες για την ενοποίηση της Ευρώπης.

Πενήντα έξι χρόνια μετά, ο γαλλογερμανικός άξονας ανασυντάσσεται σε ένα διαφορετικό γεωπολιτικό περιβάλλον. Η Βρετανία αποχωρεί από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η Αμερική του Τραμπ απειλεί την Ευρώπη με μείωση της αμυντικής της παρουσίας και ανταγωνισμό στις εμπορικές τους σχέσεις. Η Ενωμένη, πλέον, Ευρώπη καλείται τώρα να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί τη χειραφέτησή της από τις δυο υπερδυνάμεις χωρίς να διολισθήσει στις συνήθειες του παρελθόντος. Το ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι σε κρίσιμη καμπή αντιμετωπίζοντας ισχυρές φυγόκεντρες δυνάμεις. Οι ανισότητες, το μεταναστευτικό, ο λαϊκισμός, η υποχώρηση της ευρωπαϊκής ιδέας, απειλούν το ευρωπαϊκό εγχείρημα.

Η επαναβεβαίωση του γαλλογερμανικού άξονα είναι αναγκαία συνθήκη για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Απομένει να δούμε αν είναι και ικανή συνθήκη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Γερμανικές εκλογές: Η τέταρτη θητεία της Μέρκελ

Γερμανικές εκλογές: Η τέταρτη θητεία της Μέρκελ

Η Μέρκελ βαδίζει, με σχετική ευκολία, προς μια ακόμη εκλογική επικράτηση, καθώς οι γερμανοί πολίτες δεν δείχνουν καμία διάθεση αλλαγής. Και είναι φυσικό. Η Γερμανία συνολικά, και η γερμανική οικονομία προσώρας, είναι σε καλή κατάσταση ενώ ο κόσμος γύρω της συνταράσσεται. Το Brexit, η εκλογή Τραμπ, ο αναθεωρητισμός του Πούτιν, η Κορέα, το Μεταναστευτικό αποτελούν απειλητικές προκλήσεις. Ακολουθώντας μια πολιτική ήρεμης δύναμης σε μια ταραγμένη εποχή και τριγωνοποιώντας το πολιτικό διακύβευμα, η Μέρκελ οδεύει προς την τέταρτη και τελευταία θητεία της.
Η Μέρκελ άρχισε την προεκλογική εκστρατεία πολύ αργά και ακολούθησε μία ήπια, σχεδόν υποτονική, στρατηγική. Καθώς όλες ανεξαιρέτως οι δημοσκοπήσεις τής έδιναν άνετη διαφορά από τους πολιτικούς της αντιπάλους, απέφυγε επιμελώς τις αντιπαραθέσεις και την πόλωση.
Όταν ανέκυψαν ζητήματα πάνω στα οποία οι αντίπαλοί της θα μπορούσαν να χτίσουν πολιτική και ιδεολογική ατζέντα, η Μέρκελ κινήθηκε με πραγματισμό και μετριοπάθεια, αφοπλίζοντάς τους από πολιτικά επιχειρήματα.
Όταν έγινε το πυρηνικό ατύχημα στη Φουκουσίμα, οι Πράσινοι, σταθερά αντίθετοι στη χρήση της πυρηνικής ενέργειας, είδαν τα ποσοστά τους να φτάνουν μέχρι και 20% στις δημοσκοπήσεις. Η αντίδραση της Μέρκελ ήταν άμεση. Έκλεισε άμεσα κάποια εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας ενώ τα υπόλοιπα αναμένεται να κλείσουν μέχρι το 2021. Τα ποσοστά των Πρασίνων ξεφούσκωσαν.
Το ίδιο έγινε και με το γάμο μεταξύ ομοφύλων που οι Πράσινοι και οι Σοσιαλιστές είχαν επιλέξει ως πεδίο αντιπαράθεσης. Η Μέρκελ τοποθετήθηκε πολιτικά αλλά άφησε τους βουλευτές της να ψηφίσουν κατά συνείδηση. Οι Πράσινοι και οι Σοσιαλιστές κέρδισαν την ψηφοφορία αλλά η Μέρκελ απέφυγε την ήττα.
Με την κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης, αφαίρεσε από τους Φιλελεύθερους ένα σημαντικό και δημοφιλές προεκλογικό όπλο.
Όταν ο Σουλτς προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την αντιδημοφιλία του Τραμπ, κατηγορώντας τη Μέρκελ για σκυλάκι του, εκείνη έκανε την περίφημη δήλωση ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους.
Η συζήτηση, πλέον, περιστρέφεται γύρω από τη σύνθεση του επόμενου κυβερνητικού συνασπισμού και τις προτεραιότητές του. Η Μέρκελ έχει θέσει τρεις προεξάρχουσες προτεραιότητες για την τελευταία θητεία της.
Η πρώτη αφορά τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη και την Ευρώπη. Σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τον Μακρόν για την εμβάθυνση της ενοποίησης, τη δημιουργία ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών και του ευρωπαϊκού νομισματικού ταμείου, αλλά τα βήματά της θα είναι πολύ προσεκτικά.
Η δεύτερη αφορά την ενδυνάμωση του ευρωπαϊκού πυλώνα στον τομέα της ασφάλειας, όπου αρκετοί στη Γερμανία αναμένουν αύξηση των αμυντικών δαπανών. Και η τρίτη μεγάλη προτεραιότητα είναι η σταθεροποίηση της υποσαχάριας Αφρικής.
Το σίγουρο είναι ότι σε μια πολιτική πλανητικής αστάθειας με πολλές απρόβλεπτες μεταβλητές εντός και εκτός Ευρώπης η Γερμανία της Μέρκελ αναδεικνύεται σε έναν από τους ελάχιστους παράγοντες σταθερότητας στο διεθνές σύστημα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο Κολ και η επανένωση της Γερμανίας

Ο Κολ και η επανένωση της Γερμανίας

Η διαδικασία των ιστορικών διαπραγματεύσεων για την επανένωση της Γερμανίας άρχισε τον Νοέμβριο του 1989. Η πρόθεση του Γκορμπατσόφ να αφήσει τους δορυφόρους της Σοβιετικής Ένωσης να προχωρήσουν ανεμπόδιστα στη δική τους περεστρόικα είχε οδηγήσει σε ραγδαίες αλλαγές στην Ουγγαρία, την Πολωνία και στην πτώση του Τείχους στο Βερολίνο. Το Τείχος είχε πέσει, η Ανατολική Γερμανία όμως εξακολουθούσε να υπάρχει. Οι ειρηνικές διαδηλώσεις στις πόλεις της Ανατολικής Γερμανίας ήταν η ιστορική ευκαιρία που άδραξε ο Κολ υποστηρίζοντας ότι η επανένωση της Γερμανίας είναι ασφαλέστερη και συμφερότερη οδός από την ανωμαλία, την αστάθεια και το χάος. Αφού ο Γκορμπατσόφ αντιστάθηκε στις εισηγήσεις των σκληροπυρηνικών για καταστολή της ανατολικογερμανικής εξέγερσης από τα σοβιετικά στρατεύματα, κινήθηκε στα γνώριμα μονοπάτια της σοβιετικής διπλωματίας για το γερμανικό πρόβλημα. Προκρίνοντας μια αργόσυρτη διαδικασία που θα οδηγούσε μακροπρόθεσμα σε μια συνομόσπονδη αλλά ουδέτερη Γερμανία. Τη διαφαινόμενη πρόθεση των Σοβιετικών να συζητήσουν για κάποιας μορφής επανένωση της Γερμανίας έπιασε από τα μαλλιά ο Κολ. Στις 28 Νοεμβρίου σε μια ιστορική ομιλία θα ανακοίνωνε ένα σχέδιο δέκα σημείων για την επανένωση της Γερμανίας. Ήταν η πρώτη φορά που γερμανός καγκελάριος τολμούσε να καλλιεργήσει προσδοκίες ότι η επανένωση μπορούσε να συμβεί μέσα στην τρέχουσα χιλιετία. Το σχέδιο του Κολ έγινε δεκτό με ρίγη ενθουσιασμού στη Γερμανία αλλά ρίγη ανατριχίλας στο εξωτερικό.

Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι όλες οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες που είχαν σταθερά υποστηρίξει, στο πλευρό της Βόννης, την επανένωση της Γερμανίας τάσσονταν τώρα εναντίον. Οι εφιάλτες του πολέμου στοίχειωναν ακόμη την Ευρώπη. Όλοι φοβούνταν την επανάληψη της Ιστορίας. Ο Κολ, παραλείποντας να αναφέρει την αναγνώριση και το σεβασμό των υφισταμένων συνόρων στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα των συνόρων της Γερμανίας με την Πολωνία, είχε επιβαρύνει το κλίμα. Ο Κολ θα έπαιρνε μια γεύση του κλίματος στη συνάντηση κορυφής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τον Δεκέμβριο στο Στρασβούργο. Ποτέ στο παρελθόν, έγραψε αργότερα στη βιογραφία του, δεν είχε βιώσει μια τόσο τεταμένη και εχθρική ατμόσφαιρα. Η Θάτσερ είχε ήδη δηλώσει σταθερά αντίθετη στην επανένωση της Γερμανίας. Ο Αντρεότι προειδοποιούσε για έναν νέο πανγερμανισμό, ενώ ο Μιτεράν δήλωνε ότι η Ευρώπη δεν ήταν έτοιμη για μια τέτοια εξέλιξη. Μια συνέντευξη του Γιτσάκ Σαμίρ, που εξέφραζε τους φόβους ότι η ενωμένη Γερμανία μπορεί να διαπράξει τις φρικαλεότητες του παρελθόντος, είχε βαρύνει ιδιαίτερα την ατμόσφαιρα.

Σ’ αυτό το κλίμα η Θάτσερ, με τη σύμφωνη γνώμη των υπολοίπων, ζήτησε από τον Κολ τη δέσμευση της Βόννης για την αναγνώριση και τον σεβασμό των υφισταμένων συνόρων. Ο Κολ το αρνήθηκε. Ο πρώτος γύρος είχε μόλις χαθεί.

Οι Ευρωπαίοι όμως εθελοτυφλούσαν. Το ποτάμι της Ιστορίας δεν μπορούσε να αναστραφεί. Αυτό το κατάλαβαν έγκαιρα οι Αμερικανοί, οι οποίοι προσφυώς θέλησαν να το κατευθύνουν προς τη σωστή κατεύθυνση. Γι’ αυτό, μετά τις αρχικές επιφυλάξεις, τάχθηκαν υπέρ της επανένωσης θέτοντας όμως έναν σχεδόν ακατόρθωτο όρο, την ένταξη της ενωμένης Γερμανίας στο ΝΑΤΟ. Η κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και η ενωμένη Γερμανία άλλαζαν την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Οι Αμερικανοί έκριναν απαραίτητη την περιχαράκωση της ενωμένης Γερμανίας εντός ΝΑΤΟ, την ενίσχυση της νατοϊκής συμμαχίας και την ανανέωση της δικής τους παρουσίας στην Ευρώπη. Ο Κολ συμφώνησε ασμένως στην ένταξη της ενωμένης Γερμανίας στο ΝΑΤΟ εξασφαλίζοντας έτσι την αμερικανική στήριξη.

Με δεδομένη την αμερικανική στήριξη, ο Κολ κατόρθωσε να περάσει στον δεύτερο γύρο που αφορούσε τη διαδικασία. Η αρχική ιδέα για μια μεγάλη συνδιάσκεψη ειρήνης εγκαταλείφθηκε γρήγορα. Οι τέσσερις μεγάλες δυνάμεις κατοχής της ηττημένης Γερμανίας θέλησαν να κρατήσουν κλειστή τη διαδικασία. Προς ανακούφιση των Γερμανών, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα είχαν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των αποζημιώσεων. Στη θέση των τεσσάρων δυνάμεων να συμμετέχουν οι δύο Γερμανίες ως κατώτεροι εταίροι, ο Κολ αντιτάχθηκε σθεναρά και πέτυχε την ισότιμη συμμετοχή των δύο Γερμανιών, την περίφημη φόρμουλα δύο συν τέσσερα. Ο δεύτερος γύρος είχε κερδηθεί.

Τα υπόλοιπα ήταν απλά. Ο Κολ κατόρθωσε να εξαγοράσει τη ρωσική συγκατάνευση για την ένταξη της ενωμένης Γερμανίας στο ΝΑΤΟ με ένα χαμηλότοκο δάνειο πολλών δισ. προς την καταρρέουσα οικονομικά Σοβιετική Ένωση και μια σειρά συμβιβασμών. Οι Γερμανοί δέχθηκαν να μειώσουν δραστικά τις στρατιωτικές τους δυνάμεις, να δεσμευθούν ότι δεν θα προχωρήσουν στην κατασκευή ή ανάπτυξη όπλων μαζικής καταστροφής και ότι θα σεβαστούν τα σύνορα με την Πολωνία. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ είχε αφαιρέσει ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στη πορεία για την επανένωση της Γερμανίας. Το τελευταίο εμπόδιο που απέμενε ήταν η συγκατάβαση των Γάλλων. Αυτή κερδήθηκε με τη δέσμευση των Γερμανών για τη συμμετοχή της ενωμένης Γερμανίας στις ευρωπαϊκές διαδικασίες ενοποίησης και, κυρίως, τη στήριξη και επίσπευση των διαδικασιών για την ΟΝΕ και τη δημιουργία του ευρώ. Ο Κολ είχε κερδίσει και τον τρίτο γύρο. Είχε ολοκληρώσει τον Ηράκλειο άθλο της επανένωσης της Γερμανίας διασφαλίζοντας, έτσι, περίοπτη θέση στην Ιστορία.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο Γερμανός Γκιούλιβερ

Ο Γερμανός Γκιούλιβερ

Η Άνγκελα Μέρκελ βαδίζει προς τις γερμανικές εκλογές υποφέροντας από τους εφιάλτες του Μπίσμαρκ. Τους εφιάλτες των αντιγερμανικών συσπειρώσεων. Ο Μπίσμαρκ κατόρθωσε ν´απαλλαγεί από τους εφιάλτες του. Δημιουργώντας έναν ιστό περίπλοκων και δεσμευτικών συνθηκών. Που εγκλώβιζε όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και δεν τους άφηνε περιθώρια να αυτονομηθούν και να απειλήσουν το status quo.

Ήταν η ίδια λογική που εφάρμοσαν οι Αμερικανοί στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο. Μόνο που αυτή τη φορά ο ιστός αφορούσε τη Γερμανία. Οι αμερικανοί είδαν την πολιτική ιστορία της γηραιάς ηπείρου ως το αφήγημα της εξέλιξης του γερμανικού ζητήματος. Πόλεμοι επανένωσης κατακερματισμένων γερμανικών κρατιδίων ή πόλεμοι επέκτασης μιας ενωμένης μιλιταριστικής Γερμανίας. Μετά το 1945 το στρατηγικό ζητούμενο ήταν να υπάρξει μια Γερμανία της Ευρώπης και όχι μια Ευρώπη της Γερμανίας. Το 1955 η Ομοσπονδιακή Γερμανία εντάχθηκε σε όλους τους ευρωπαϊκούς και ευρωατλαντικούς θεσμούς. Και η Βόννη δεσμεύτηκε συνταγματικά να μην αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Στον τομέα της ευρωπαϊκής ασφάλειας η εγγυήτρια δύναμη ήταν, και παραμένει, μια εξωχώρια δύναμη. Οι ΗΠΑ με το ΝΑΤΟ έλυσαν το αιώνιο πρόβλημα ασφάλειας της Ευρώπης.

Η δημιουργία του γαλλογερμανικού άξονα το 1963, με τη Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας, δημιούργησε συνθήκες συναπόφασης στα κρίσιμα ευρωπαϊκά ζητήματα.

Ο Φρανσουά Μωριάκ, βέβαια, είδε την ισορροπία στη διχοτόμηση της Γερμανίας. Λέγοντας γλαφυρά: αγαπώ τόσο πολύ τη Γερμανία που θέλω να υπάρχουν δυο. Και η διχοτομημένη Γερμανία όμως αποτέλεσε μια διπλωματική πρόκληση για τη Δύση. Καθώς οι δυτικογερμανοί έθεταν πιεστικά το ζήτημα της επανένωσης της Γερμανίας ως προϋπόθεση για την ύφεση στις σχέσεις Ανατολής και Δύσης. Η ισορροπία, μετά την επανένωση της Γερμανίας, αποκαταστάθηκε με τη νομισματική ενοποίηση και την ΟΝΕ.

Ο ιστός αυτός των ευρωπαϊκών και ευρωατλαντικών δεσμεύσεων έδινε ένα αίσθημα ασφάλειας στους λιλιπούτειους της Ευρώπης από το Γερμανό Γκιούλιβερ.

Η κρίση της ευρωζώνης και η υποχώρηση της Γαλλίας, έφεραν, de facto, τη Γερμανία σε ηγεμονική θέση. Αφυπνίζοντας στερεότυπα. Οι Γάλλοι ανακάλυψαν ότι η ΟΝΕ δεν αρκεί για την εποπτεία των γερμανικών οικονομικών αποφάσεων. Το είχε ομολογήσει ο Ντελόρ, άλλωστε, από το 1996. Αυτό που μετράει δεν είναι μόνο οι νομισματικές αποφάσεις, αλλά η οικονομική ισχύς ενός κράτους που προκαλεί άνισο ανταγωνισμό και αθέμιτα πλεονάσματα. Μια συγχορδία χωρών κατηγορεί τους Γερμανούς για μια πολιτική οικονομικής επιβολής που δημιουργεί αποικίες χρέους μέσα στην Ευρώπη. Και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, προνομιακοί συνομιλητές της Γερμανίας, εξεγείρονται κατά της πολιτικής που ακολουθεί στο προσφυγικό-μεταναστευτικό. Η πρόκληση, λοιπόν, για το γερμανό Γκιούλιβερ είναι να ξαναγίνει ατμομηχανή της οικονομικής ανάπτυξης και της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αποκαθιστώντας το αίσθημα ασφάλειας και ισότητας στους λιλιπούτειους της Ευρώπης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Επιμύθιο

Επιμύθιο

Λίγο πριν το τέλος της πολιτικής του διαδρομής, ο Μπαράκ Ομπάμα επέστρεψε στη Γερμανία. Εκεί που ξεκίνησε την ευρωπαϊκή του περιοδεία πριν από οκτώ χρόνια. Σε μια Ευρώπη που υποστήριξε την υποψηφιότητα του ως μια λυτρωτική αλλαγή. Απο την πολιτική των νεοσυντηρητικών της Ουάσιγκτον που είχαν επιτείνει, αντί να λύσουν, τα προβλήματα μιας ταραγμένης εποχής. Αυτή τη φορά όχι για να ζητήσει αλλά για να προσφέρει στήριξη σε μια δοκιμαζόμενη Ευρώπη. Με τη νηφαλιότητα και την απόσταση του statesman πλέον. Ο απερχόμενος ηγέτης του Νέου Κόσμου μίλησε στους πολίτες της γηραιάς ηπείρου για την μοναδικότητα του μεταπολεμικού ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Τονίζοντας την αναγκαιότητα της διασφάλισης της ενότητας της Ευρώπης και της ευρωαμερικανικής κοινότητας.

Ήταν μια ψύχραιμη υπόμνηση στους ίδιους τους Ευρωπαίους για τα δικά τους επιτεύγματα. Πως η ενωμένη Ευρώπη, παρά τα πισωγυρίσματα, παραμένει ήπειρος ειρήνης, δημοκρατίας, και ευημερίας. Ήταν και μια υπόμνηση της συμβολής των ΗΠΑ στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Που με το σχέδιο Μάρσαλ βοήθησαν την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης ηπείρου και με το ΝΑΤΟ διασφάλισαν την άμυνα της. Σφυρηλατώντας, έτσι, μια διατλαντική κοινότητα αξιών, οικονομίας και άμυνας.

Αυτή η διατλαντική ενότητα οδήγησε στην επικράτηση της Δύσης στο Ψυχρό πόλεμο, την επανένωση της Γερμανίας και την ενωμένη Ευρώπη.

Οι δυτικές κοινωνίες, παραμένουν πόλος έλξης για τους πολίτες απανταχού της γης. Που διακινδυνεύουν και τη ζωή τους για να μεταναστεύσουν σ᾽ αυτές, προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο αύριο. Η πρόκληση για τη Δύση είναι να διαχειριστεί το προσφυγικό μεταναστευτικό με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Διατηρώντας, παράλληλα, τις αξίες της, και τις ανοικτές κοινωνίες της.

Οι δυτικές οικονομίες, παρά τα προβλήματα, συνεχίζουν να δημιουργούν καινοτομία, πλούτο, και ευκαιρίες.

Η ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας της Δύσης, τόνισε ο Ομπάμα, είναι να κατανείμει κέρδη και ζημίες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας ισότιμα. Γιατί αν είναι λίγοι αυτοί που κερδίζουν και πολλοί αυτοί που χάνουν είναι λογικό οι πολίτες να αντιδρούν. Παροτρύνοντας την Ευρώπη, που άλλοτε υπερηφανευόταν για το κοινωνικό της κράτος, να δημιουργήσει ένα ισχυρό δίχτυ προστασίας για τους αδύνατους. Ζητώντας και κοινές μεταρρυθμίσεις, καθώς οι δυτικές οικονομίες είναι πολύ διασυνδεδεμένες για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα η καθεμιά ξεχωριστά.

Θύμισε τις απειλές που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει η ευρωαμερικανική κοινότητα τα τελευταία χρόνια. Τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, τον ISIS, το Ουκρανικό. Και έτεινε χείρα συνεργασίας στη Ρωσία, προειδοποιώντας την ταυτόχρονα ότι η Δύση δεν θα δεχθεί τη βίαιη αλλαγή συνόρων τον 21ο αιώνα.

Με μια φορτισμένη ομιλία ο απερχόμενος Ομπάμα είχε καταστήσει σαφές στους ευρωπαίους τι πέτυχαν, τι κρατούν και τι κινδυνεύουν να χάσουν.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”