Τα παιδιά με τα σπίρτα

Τα παιδιά με τα σπίρτα

Μία διαπραγμάτευση που θα μπορούσε να κλείσει πριν από μήνες σέρνεται για καιρό. Η κυβέρνηση αυτή ποτέ δεν κατάλαβε ότι ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος της χώρας. Γιατί όσο η αξιολόγηση δεν κλείνει, οι συνθήκες στην οικονομία επιδεινώνονται, η αγορά κινδυνεύει με ασφυξία, και το τραπεζικό σύστημα αποσταθεροποιείται εκ νέου. Η αβεβαιότητα οδηγεί σε εκροή καταθέσεων και οι λιγοστοί επενδυτές που έχουν απομείνει το βάζουν στα πόδια.

Η κυβέρνηση αυτή δεν κατανοεί τους διεθνείς συσχετισμούς. Ονειρεύεται κυκλωτικές κινήσεις στους Γερμανούς, με τους ευρωσοσιαλιστές και την Κομισιόν, και εκδίωξη του ΔΝΤ. Όταν και ένα μικρό παιδί καταλαβαίνει, πια, ότι όλοι αυτοί λένε μία γνώμη και στο τέλος αποφασίζουν οι Γερμανοί. Στη σημερινή Ευρώπη τουλάχιστον. Δεν καταλαβαίνουν ότι ο κόσμος και οι διεθνείς συσχετισμοί αλλάζουν εις βάρος μας. Ο Ομπάμα αποτελεί παρελθόν, το ίδιο και οι πυροσβεστικές παρεμβάσεις του. Αντ᾽αυτών ο υποψήφιος πρέσβης του Τραμπ στην ΕΕ μιλάει για Grexit. Ενώ, για τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα αποτελεί απαραίτητη εγγύηση.

Η κυβέρνηση αυτή δεν κατανοεί ότι δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική διαπραγμάτευση. Η πολιτική διαπραγμάτευση για τους εταίρους και δανειστές ολοκληρώθηκε με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Το μόνο που υπάρχει τώρα είναι η υλοποίηση των δεσμεύσεων. Και την υλοποίηση των δεσμεύσεων την παρακολουθούν οι θεσμοί. Που αξιολογούν και την πορεία του προγράμματος. Συνεπώς, δεν υπάρχει πολιτική διαπραγμάτευση. Πόσο μάλλον, όταν το αίτημα προέρχεται από μία κυβέρνηση που δεν πιστεύει στις μεταρρυθμίσεις, κωλυσιεργεί στην υλοποίηση των συμφωνηθέντων, γενικώς σέρνεται, και με κάθε ευκαιρία καθυβρίζει τους δανειστές. Αυτούς, από τους οποίους, μετά, ζητάει πολιτική διαπραγμάτευση. Δηλαδή να της χαριστούνε.

Μία κυβέρνηση, λοιπόν, που αφήνει τον χρόνο να περνάει, τους συσχετισμούς να επιδεινώνονται, και τις ελπίδες για πολιτική διαπραγμάτευση να εξανεμίζονται καταλήγει στην γωνία χωρίς επιλογές. Τί της απομένει; Η κωλοτούμπα. Την προανήγγειλαν ήδη. Στέλνουν αντιπρόταση με μερική προληπτική νομοθέτηση μέτρων. Αφού κατάπιανε την καταπάτηση του θέματος δημοκρατικής αρχής για νομοθέτηση προληπτικών μέτρων και μπήκαν στο πάρε δώσε θα το πιούν το ποτήρι μέχρι τέλους. Γι αυτό και άρχισαν, ήδη, την επικοινωνιακή διαχείριση της κωλοτούμπας. Με την έντεχνη καλλιέργεια αβεβαιότητας και φόβου. Βγαίνουν ένα ένα τα στελέχη τους και μιλάνε ο ένας για δραχμή, ο δεύτερος για δημοψήφισμα, ο τρίτος για εκλογές. Σύγχυση, αβεβαιότητα και φόβος. Με τον τρόπο αυτό η κωλοτούμπα θα έλθει ως ανακούφιση. Μόνο που τα επικοινωνιακά τερτίπια διαρκούν μέχρι τον πρώτο λογαριασμό. Άσε που παίζοντας με τη φωτιά στο τέλος κινδυνεύουν να κάψουν τη χώρα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ένα κακό ριμέικ

Ένα κακό ριμέικ

Η κυβέρνηση, μετά την επική αναδίπλωση του 2015, επένδυσε πολιτικά σε ένα ριμέικ του success story. Την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, την ελάφρυνση του χρέους, και την είσοδο της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση. Ήταν τέτοια η κεκτημένη επικοινωνιακή της ταχύτητα, που έσπευσε να πανηγυρίσει αμέσως μετά την απόφαση του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου. Πριν καλά καλά διαβάσει το κείμενο. Όταν καταστάλλαξε ο κουρνιαχτός αποδείχθηκε άνθρακας ο θησαυρός. Βραχυπρόθεσμα μέτρα, για ισχνή ελάφρυνση, στο μακρινό 2060. Όσο για ουσιαστική μακροπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους, καμιά κουβέντα μέχρι το 2018. Κι έτσι η κυβέρνηση έμεινε τελικά με τον μουτζούρη στο χέρι. Με την ανάληψη της υποχρέωσης για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, της τάξης του 3,5%, για αδιευκρίνιστη διάρκεια μετά το 2018.

Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση πρέπει να πειστεί το ΔΝΤ. Το Βερολίνο θέλει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αλλά δεν δέχεται την προϋπόθεση της ελάφρυνσης του χρέους που θέτει το Ταμείο.

Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, δεν θεωρεί την ελάφρυνση που δόθηκε αρκετή. Και δεν δέχεται τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που ζητάει το Βερολίνο. Γιατί θεωρεί ότι η Ελλάδα, με τα συμφωνηθέντα μέτρα, δεν μπορεί να πιάσει πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Και ζητάει επιπλέον μέτρα ύψους 4 δις.

Η κυβέρνηση επέστρεψε στη συνταγή της πολιτικής λύσης. Αυτό και αν είναι εκ προοιμίου ένα κακό ριμέικ. Γιατί έχει μείνει πια χωρίς συμμάχους. Ο Ομπάμα αποχωρεί από τη σκηνή, ο Ολάντ δεν έχει πλέον καμιά επιρροή, και ο Ρέντσι έχει αποχωρήσει ηττημένος. Και γιατί η Μέρκελ σε προεκλογική χρονιά δεν έχει περιθώρια για υποχωρήσεις στο ελληνικό ζήτημα ακόμη και να το ήθελε. Ο δε Σόιμπλε παραμένει πιστός στην καλβινιστική του λογική που λέει οτι αν χαλαρώσουν τα μέτρα θα πάνε περίπατο οι μεταρρυθμίσεις.

Αυτή η κυβέρνηση αρνείται με πείσμα να αντιληφθεί ότι ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος της χώρας. Δεν το κατάλαβε το εξάμηνο της καταστροφικής της διαπραγμάτευσης, δεν το κατάλαβε και στη συνέχεια. Αγκομαχάει να κλείσει δύο αξιολογήσεις σε δεκαέξι μήνες. Χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι είμαστε σε εποχή πλανητικής αστάθειας, και οι διεθνείς συσχετισμοί επιδεινώνονται ραγδαία. Αντί να κλείσει τις οικονομικές εκκρεμότητες παρακολουθεί να ανοίγουν και όλα τα εθνικά θέματα. Η χώρα, ακυβέρνητη, διολισθαίνει επικίνδυνα.

Η παροχολογία του Πρωθυπουργού υποδηλώνει και την αμφιθυμία του. Επιδιώκει ένα πλαίσιο συμφωνίας που δεν θα ξεπερνάει τις πολιτικές αντοχές του κόμματός του. Πλεονάσματα της τάξεως του 2,5% και 1% να διοχετεύται στην ανάπτυξη. Αλλιώς απειλεί με εκλογές. Με τη χώρα να βυθίζεται στο τέλμα οι εκλογές δεν αποτελούν λύση, πλέον, αλλά λύτρωση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Deja vu

Deja vu

Δεν πέρασε ούτε ένας χρόνος από την περήφανη διαπραγμάτευση που εκτροχίασε τη χώρα. Και βρισκόμαστε εν μέσω μιας δεύτερης, εξίσου κρίσιμης. Γιατί το ασφαλιστικό βρίσκεται στον πυρήνα των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Και απαιτούν και οι εταίροι μας. Μόνο μετά από συμφωνία στο ασφαλιστικό και την ολοκλήρωση της αξιολόγησης μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα αρχίσει η συζήτηση για τη διευθέτηση του χρέους.

Και τι κάνει η κυβέρνηση; Μια από τα ίδια. Άλλη μια διαπραγμάτευση αλα ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκίνησαν πάλι με ένα τεχνικά ανεπαρκές σχέδιο επιμένοντας στην πολιτική διαπραγμάτευση. Τράβηξαν πάλι κόκκινες γραμμές, λίγο πιο προσεκτικά, είναι η αλήθεια, αυτή τη φορά. Κι άφησαν το χρόνο να κυλάει ξαναπαίζοντας το έργο της σκληρής διαπραγμάτευσης.

Κάπως έτσι ξεκίνησε η κυβέρνηση τη μάχη των μαχών για το ασφαλιστικό και την αξιολόγηση. Κατέθεσε, δια χειρός Κατρούγκαλου, μια έκθεση ιδεών, γενικόλογη και ακοστολόγητη. Ορίζοντας τις κύριες συντάξεις ως νέα κόκκινη γραμμή, αφού υποχώρησε στις επικουρικές.

Μόνο που και αυτή τη φορά τα πράγματα είναι προδιαγεγραμμένα. Ο χρόνος λειτουργεί εις βάρος της χώρας. Αυτή τη φορά, όμως, λειτουργεί και εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί οι κοινωνικές αντιδράσεις διογκώνονται, οι πιέσεις στους βουλευτές του γίνονται αφόρητες, και η οικονομία παραλύει. Οι κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης έχουν καταστεί άπιαστο όνειρο. Λόγω της ανερμάτιστης πολιτικής της. Γιατί αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε εκτροχιάσει την οικονομία δεν θα χρειαζόμασταν ασφαλιστικές περικοπές. Και πάντως όχι αυτού του ύψους. Τώρα θα αναγκαστούν να μειώσουν κύριες συντάξεις. Γιατί απλά δεν βγαίνουν τα νούμερα. Με άλλα λόγια η καταπάτηση των κόκκινων γραμμών τους είναι δεδομένη. Αυτό που αναζητούν είναι το δρόμο με το μικρότερο κόστος. Κι εδώ έρχεται η ταξική πολιτική τους. Αν αναγκαστούν να μειώσουν, θα μειώσουν τα ρετιρέ των συντάξεων, διαρρέουν. Από ένα ύψος και πάνω, τους προνομιούχους. Με άλλα λόγια αν είναι να ζημιώσουμε κάποιους ας ζημιώσουμε αυτούς που δεν μας ψήφισαν. Όχι τους ψηφοφόρους μας.

Είναι έτοιμα και τα εξιλαστήρια θύματα. Τις τελευταίες ώρες οι διαρροές περί αντικατάστασης Κατρούγκαλου, αλα Βαρουφάκη, δίνουν και παίρνουν. Αλλά και το όπλο του κυρίαρχου λαού. Μόνο που αυτή τη φορά δεν μας απειλούν με δημοψήφισμα. Τα πράγματα άλλαξαν βλέπετε. Αυτοί που διαδηλώνουν στους δρόμους διαδηλώνουν εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ. Μας απειλούν με εκλογές. Με αλλαγή του εκλογικού νόμου, βέβαια, και μείωση του μπόνους των 50 εδρών. Γιατί ο φόβος φυλάει τα έρημα. Ξέρουν ότι χάνουν τη παρτίδα και οι κινήσεις τους το δείχνουν. Η πολιτική τους μανιέρα και προβλέψιμη έγινε και κουραστική. Αλλά, το χειρότερο, εθνικά επιβλαβής.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χαμένες κυβερνήσεις

Χαμένες κυβερνήσεις

Η κυβέρνηση μπαίνει κι αυτή σιγά-σιγά στη χορεία των χαμένων κυβερνήσεων. Που ανάλωσε η κρίση. Ο πολιτικός της χρόνος σχηματίζει ήδη μια θλιβερή γραμμή κεριών σβησμένων, όπως θα έλεγε ο Καβάφης. Αντιπολιτεύθηκαν με λαϊκισμό και κυβερνούν με καθεστωτισμό. Κλείνοντας το μάτι και μοιράζοντας θέσεις στους ημετέρους. Προχθές, όμως, κατάλαβαν πως είναι τα πράγματα στην άλλη όχθη του ποταμού. Κατάφεραν να ξαναβγάλουν την κοινωνία στους δρόμους. Και δεν ήταν μόνο οι ταξικοί τους αντίπαλοι. Ήταν και οι χθεσινοί τους φίλοι. Ένα κύμα καθυστερημένης αγανάκτησης πλημύρισε όλες τις πόλεις της Ελλάδας. Και τώρα εισπράττουν τη χλεύη, τους προπηλακισμούς, τις ύβρεις, την αποδοκιμασία. Και αίφνης ανακάλυψαν πόσο κακή και καταδικαστέα είναι η βία πάσης μορφής. Μόνο που είναι αυτοί που την εξέθρεψαν, την υπέθαλψαν, την νομιμοποίησαν. Και ουδέποτε την καταδίκασαν. Και τώρα φυσικά δεν είναι οι ανάλγητοι πολιτικοί που προκαλούν αλλά οι πολίτες που υπερβαίνουν τα εσκαμμένα.

Δεν χωράει αμφιβολία ὀτι αυτή η κυβέρνηση είναι πολιτικά ηττημένη. Ηττήθηκε τη στιγμή της υπογραφής του τρίτου μνημονίου. Όχι γιατί έκανε κάτι που δεν έπρεπε να κάνει. Αλλά γιατί ήταν η συγκεκριμένη κυβέρνηση που το έκανε. Γιατί έκανε το ακριβώς αντίθετο από αυτό που προσπαθούσε να πείσει ότι ήταν. Σύρθηκε να το κάνει και ηττήθηκε. Ηττήθηκε ιδεολογικά, ηττήθηκε πολιτικά. Και αλλάζοντας τον εαυτό της για να μείνει στην εξουσία ηττήθηκε και ηθικά.

Τώρα εισπράττει την αγανάκτηση. Απότοκο της εξαπάτησης. Που θα διογκώνεται όσο η κοινωνία συνειδητοποιεί ότι έξι χρόνια επίπονης προσπάθειας και θυσιών πήγανε στράφι. Εξανεμίστηκαν. Και τώρα θα χρειαστεί να καταβάλει ακόμα μεγαλύτερη προσπάθεια. Και όλα αυτά γιατί βιάστηκαν. Εκβίασαν εκλογές και εκτροχίασαν μια χώρα που επέστρεφε στην κανονικότητα.

Υπ´αυτήν την έννοια είναι παρήγορο ότι ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν βιάζεται. Είναι ίσως ο μόνος αρχηγός αξιωματικής αντιπολίτευσης από το 2008 και μετά που δείχνει να μην βιάζεται. Ίσως γιατί έχει επίγνωση. Διανύει βήμα-βήμα τα αναγκαία στάδια της προπαρασκευής. Συγκροτεί την ομάδα του, νοικοκυρεύει τα του οίκου του και οδηγεί το κόμμα σε ένα συνέδριο καταστατικών αλλαγών.

Επειδή, όμως, ζωή και πολιτική “είναι αυτό που σου συμβαίνει όταν κάνεις άλλα σχέδια», τα γεγονότα μπορεί να μην συμπλεύσουν με τις επιθυμίες. Και γι αυτό πρέπει να υπάρξει κι ένα σχέδιο άμεσης αντίδρασης. Με ρεαλιστικές, κοστολογημένες απαντήσεις στα φλέγοντα. Κι ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο ανασυγκρότησης πέρα και πάνω από τα μνημόνια. Που θα κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας. Αλλιώς η κρίση θα συνεχίζει να καταβροχθίζει το πολιτικό προσωπικό της χώρας, που δεν είναι ανεξάντλητο. Και μετά καραδοκεί το χάος.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Μετεξεταστέοι

Μετεξεταστέοι

Η δικαίωση άργησε αλλά ήρθε. Η τακτική της περήφανης διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη-Τσίπρα θα διδάσκεται διεθνώς. Μόνο που θα διδάσκεται ως μοντέλο προς αποφυγή. Φιγουράρει υπερηφάνως στην κορυφή της λίστας των πλέον αποτυχημένων διαπραγματεύσεων για το 2015. Στο περίφημο πρόγραμμα διδασκαλίας διαπραγματευτικής τακτικής της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ. Οι άνθρωποι επισημαίνουν τα αυτονόητα ακόμη και για πρωτοετείς φοιτητές. Ότι, δηλαδή, η ελληνική πλευρά υιοθέτησε μια πολεμική τακτική, έφτασε τα πράγματα στα άκρα και κατέληξε με μια πολύ χειρότερη συμφωνία. Και ότι θα είχε κερδίσει πολύ περισσότερα πράγματα αν είχε ακολουθήσει μια πιο συμβιβαστική τακτική.

Η αλήθεια είναι ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας είχαν προεξοφλήσει την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Και ήταν διατεθειμένοι να κάνουν κινήσεις καλής θέλησης. Απέναντι σε μια νέα κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή. Στα όρια του εφικτού φυσικά. Το κλίμα αυτό το δυναμίτισε η ίδια η κυβέρνηση Τσίπρα. Και μαζί και τις ελπίδες για μια καλύτερη συμφωνία. Προσήλθε στη διαπραγμάτευση χωρίς αντίληψη των ευρωπαϊκών διαδικασιών και χωρίς συναίσθηση των συσχετισμών στην Ευρώπη. Με μια διαπραγματευτική ομάδα, η οποία γρήγορα αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων και αντικαταστάθηκε. Χωρίς ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Δείχνοντας έλλειψη σχεδίου, προετοιμασίας και ρεαλισμού. Με άλλα λόγια ούτε ήξερε ούτε κατάλαβε τι μπορούσε και τι δεν μπορούσε να πετύχει σε αυτή τη διαπραγμάτευση. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Μια ανερμάτιστη και αποτυχημένη διαπραγμάτευση. Με καταστροφικά αποτελέσματα για τη χώρα. Και τώρα έχει έρθει ο λογαριασμός. Που είναι βαρύς. Γιατί η θέση της χώρας επιδεινώθηκε σε κάθε τομέα, σε κάθε επίπεδο, σε κάθε δείκτη.

Εν τω μεταξύ, όμως, ο κ. Τσίπρας είχε προλάβει να κάνει εκλογές. Και να τις κερδίσει. Ίσως γιατί οι πολίτες πίστεψαν ότι τα capital controls θα έβγαιναν τον Δεκέμβριο όπως τους έλεγαν. Ίσως γιατί θεώρησαν ότι τα 60 δις επιπλέον χρέος που μας φόρτωσε θα τα πλήρωνε κάποιος άλλος. Ίσως γιατί κάποιοι είδαν την αποτυχημένη διαπραγμάτευση του κ. Τσίπρα ως μια πράξη αντίστασης, έστω και μάταιης, του μικρού Δαβίδ απέναντι στον Γολιάθ των αγορών, των δανειστών, και των εταίρων μας.

Ό,τι και να πίστεψαν, ο κ. Τσίπρας κυβερνάει ένα χρόνο τώρα και οι ελπίδες έχουν καταρρεύσει. Ο οικογενειακός προυπολογισμός έχει επιβαρυνθεί, η καθημερινότητα του πολίτη έχει επιδεινωθεί. Κακοί χειρισμοί παντού. Στην παιδεία, στην υγεία, στο μεταναστευτικό.

Και το ανησυχητικό είναι ότι η πολιτική είναι μια συνεχής διαπραγμάτευση. Και εντός και εκτός μνημονίου. Σε κάθε τομέα και, ιδίως, στα θέματα εξωτερικής πολιτικής που έρχονται. Και οι επιδόσεις αυτής της κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις δυστυχώς την έχουν αφήσει μετεξεταστέα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Υποκρισία

Υποκρισία

Η ψήφιση των προαπαιτούμενων έφερε απώλειες. Το ασφαλιστικό που ακολουθεί θα δοκιμάσει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στον πυρήνα της αριστερής της ταυτότητας. Αίφνης η κυβέρνηση αισθάνεται ότι η πολιτική της κυριαρχία εξατμίζεται. Τα σενάρια για οικουμενική κυβέρνηση δίνουν και παίρνουν. Έχοντας κερδίσει δυο εκλογικές αναμετρήσεις κι ένα δημοψήφισμα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κυβερνήσει μόλις μερικούς μήνες. Αλλά μοιάζει να κουβαλάει τη φθορά ολόκληρων τετραετιών. Με τον πολιτικό χρόνο συμπυκνωμένο ο ΣΥΡΙΖΑ θυμίζει ήδη το ΠΑΣΟΚ της παρακμής.

Κάπως έτσι ο κ. Τσίπρας ξέθαψε τη συναίνεση και τον εθνικό διάλογο. Προβλέψιμη πολιτική μανιέρα πολλών Πρωθυπουργών, όταν βλέπουν το έδαφος να φεύγει κάτω από τα πόδια τους. Ο κ. Τσίπρας όταν μπορούσε και έπρεπε να επιδιώξει εθνική συνεννόηση και ομοψυχία δεν την επιδίωξε. Και τώρα που την επιδιώκει δεν την εννοεί. Ένα χρόνο πριν ο κ. Τσίπρας κλήθηκε από την κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ να συναινέσει. Όχι σε μέτρα. Αλλά στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Κλήθηκε δηλαδή να συναινέσει στην απρόσκοπτη λειτουργία του πολιτεύματος. Και στην ολοκλήρωση της θητείας της κυβέρνησης. Κάτι που θα επισώρευε επιπλέον πολιτικό κόστος για τη κυβέρνηση λόγω μέτρων. Ενώ μόνο πολιτικό όφελος θα είχε για τον ίδιο.

Αρνήθηκε. Μετατρέποντας την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας σε εφαλτήριο για την κατάληψη της εξουσίας. Με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα.

Το καλοκαίρι η ψήφιση του μνημονίου και η παραμονή στην Ευρώπη ήταν θέμα εθνικής επιβίωσης. Η αντιπολίτευση έβαλε πλάτη και ψήφισε τη Συμφωνία. Ο Πρωθυπουργός θα μπορούσε να έχει αξιοποιήσει τη στάση της αντιπολίτευσης. Και να κάνει την υπέρβαση. Δρομολογώντας τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης εθνικής ανασυγκρότησης. Από ευρύτερες δυνάμεις. Δεν το έπραξε. Πεισματικά και αλαζονικά επέλεξε να κυβερνήσει με το κ. Καμένο. Τώρα που ο κ. Τσίπρας βλέπει τις πολιτικές δεξαμενές του να αδειάζουν επικίνδυνα καλεί σε εθνικό διάλογο. Αυτούς που απαξίωνε ως το παλαιό πολιτικό σύστημα. Για την παιδεία, το ασφαλιστικό, τη συνταγματική αναθεώρηση. Αν κρίνουμε από την παιδεία, ένα διάλογο εντελώς προσχηματικό. Διάλογο για τι πράγμα ακριβώς; Για να νομιμοποιήσουμε τη καταστροφική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Που κατήργησε τα πρότυπα και την αριστεία. Κατήργησε ουσιαστικά τα Συμβούλια των Ιδρυμάτων. Κατήργησε την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και το νέο λύκειο. Κατήργησε δηλαδή όλες τις μεταρρυθμίσεις που με πολύ κόπο, μετά από πολυετή διάλογο, και με διακομματική συναίνεση προωθήσαμε.

Αν έτσι εννοούν στην κυβέρνηση τον εθνικό διάλογο και τη συναίνεση μάλλον ψάχνουν για χρήσιμους ηλίθιους. Η αντιπολίτευση μπορεί να έπαιξε το ρόλο του χρήσιμου ηλίθιου το καλοκαίρι για τη σωτηρία της χώρας. Δεν θα το επαναλάβει τώρα για τη σωτηρία του κ. Τσίπρα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Παγίδες

Παγίδες

Την εβδομάδα που μας πέρασε είχαμε ομοβροντία αποκαλύψεων απο ευρωπαίους αξιωματούχους. Για το παρασκήνιο της εξάμηνης διαπραγμάτευσης που οδήγησε στο τρίτο μνημόνιο. Απο τον Γιούνκερ, τον Μοσκοβισί, τον Σόιμπλε. Τα περισσότερα τα γνωρίζαμε ήδη. Κάποια άλλα τα επιβεβαιώσαμε.

Οι δικοί μας έφτασαν στις Βρυξέλλες με νωπές τις δάφνες της πρώτης εκλογικής επικράτησης της αριστεράς. Θεωρώντας ότι με τον αέρα της αλλαγής θα κινήσουν και τις τεκτονικές πλάκες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Και θα αλλάξουν την ευρωπαική δημοσιονομική πολιτική.

Φαίνεται ότι δεν προκάλεσαν και μεγάλη εντύπωση. Οι εταίροι μας είχαν προεξοφλήσει την εκλογική τους επικράτηση. Και γιατί διαβάζουν δημοσκοπήσεις, και γιατί είχαν διαπιστώσει τη μεταρρυθμιστική κόπωση της δικής μας κυβέρνησης. Αλλά, όπως αποκαλύπτει ο Σόιμπλε, τους είχαν προειδοποιήσει προεκλογικά. Μην δίνετε υποσχέσεις που δεν μπορείτε να τηρήσετε. Οι δικοί μας έπραξαν το ακριβώς αντίθετο. Κι έτσι ο Σόιμπλε τους περίμενε με μια μόνο απορία. Να δει πως ο Τσίπρας θα βγει από την παγίδα που έστησε στον εαυτό του.

Στο τέλος της διαδρομής, και παρά τις θεατρικές παραστάσεις του Βαρουφάκη, οι εταίροι μας έδωσαν στη νέα κυβέρνηση δυο επιλογές. Η μια ήταν δανεισμό αλλά με όρους και πρόγραμμα μετρρυθμίσεων. Η άλλη ήταν το Grexit. Άλλωστε, όπως με δόση χαιρεκακίας υπενθυμίζει ο Σόιμπλε, υπήρχαν πολλοί και από την ελληνική πλευρά που το υποστήριζαν.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Οι δικοί μας κωλλυσιεργούσαν θεωρώντας ότι οι έξω θα υποχωρούσαν. Η οικονομία κατέρρεε και η θέση μας χειροτέρευε. Και όταν έπεσε στο τραπέζι το τελικό σχέδιο για μια συμφωνία ο Τσίπρας τους μπέρδεψε όλους. Έφερε τη συμφωνία σε δημοψήφισμα παίρνοντας θέση εναντίον της. Κατήγαγε θρίαμβο και μετά παραδόθηκε άνευ όρων. Μετατρέποντας το όχι σε ναι και υπογράφοντας μια άλλη συμφωνία τόσο σκληρή που είναι πρακτικά σχεδόν ανεφάρμοστη. Και πήγε γρήγορα σε εκλογές. Πριν ο κόσμος καταλάβει τι του έρχεται. Και τώρα φαντάζομαι ο Σόιμπλε θα έχει μείνει πάλι με την απορία. Να δει πως ο Τσίπρας θα βγει από τη δεύτερη παγίδα που έστησε στον εαυτό του. Γιατί τώρα θα πρέπει να εφαρμόσει σκληρά μέτρα. Οδηγώντας το λαό στην απόγνωση και την εξαθλίωση. Και αν κρίνουμε από τις πρώτες αντιδράσεις έρχεται πολιτική βαρυχειμωνιά.

Κι όλοι, τελικά, έχουν μείνει με μια πιο θεμελιώδη απορία. Τι είχε στο μυαλό του τον Ιανουάριο εκβιάζοντας εκλογές; Τι ήταν όλη αυτή η διαδρομή; Απόρροια ρομαντισμού, άγνοιας, ανικανότητας ή εξουσιολαγνείας; Μικρή σημασία έχει. Ό,τι και να ήταν συνετρίβη στα βράχια του ευρωπαϊκού ορθολογισμού και της πραγματικότητας. Και τώρα κινδυνεύει μετά τα ωσανά ν’ ακούσει το άρον άρον σταύρωσον αυτόν.

ΑΝΤΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ευθύνη

Ευθύνη

Αποκαλυπτικός ήταν ο Πρωθυπουργός στη προχθεσινή του συνέντευξη στον Alpha. Αιτιολόγησε, την απόφαση του για προσφυγή στις κάλπες λέγοντας ότι είχε εξαντληθεί η εντολή του λαού για σκληρή διαπραγμάτευση. Αυτό εμπεριέχει ένα ψέμα και μια αντίφαση. Το ψέμα είναι ότι η εντολή που ζήτησε και έλαβε από τον ελληνικό λαό το Γενάρη δεν ήταν για σκληρή διαπραγμάτευση. Ήταν για την κατάργηση των μνημονίων και την εφαρμογή του προγράμματος παροχών της Θεσσαλονίκης των 11 δις. Η αντίφαση έγκειται στη σκληρή διαπραγμάτευση. Αυτή, πάντα κατά τα λεγόμενα του, έγινε. Η αλήθεια είναι άλλη. Και το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης δεν μπορεί να εφαρμόσει και ένα πολύ σκληρό μνημόνιο έφερε μετά από μια απολύτως αποτυχημένη διαπραγμάτευση. Και τώρα, όπως λένε οι πρώην σύντροφοι του, μας πάει σε εκλογές στα μουλωχτά για να γλιτώσει απ’ αυτούς και πριν ο λαός αισθανθεί τα μέτρα του μνημονίου που συμφώνησε.

Μίλησε για το όχι του δημοψηφίσματος. Επιχαίροντας γιατί έδωσε τη δυνατότητα να ακουστεί μια άλλη φωνή στην Ευρώπη. Και δηλώνοντας ταυτόχρονα ήσυχος με τη συνείδηση του που το όχι το έκανε ναι και γλύτωσε το λαό από μια ανείπωτη οικονομική καταστροφή. Μόνο που η διαπραγμάτευση του και το δημοψήφισμα μας κόστισαν 60 δις, έφεραν τα capital controls, εκτίναξαν την ανεργία, αύξησαν το χρέος, κόστισαν 25 δις για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, και την απίστευτη ταλαιπωρία των πολιτών. Κι ένα νέο τριετές μνημόνιο. Αν αυτή δεν είναι ανείπωτη καταστροφή τι είναι;

Είπε και κάτι άλλο ο Πρωθυπουργός. Υπερτίμησε τη δύναμη του δικαίου και υποτίμησε τη δύναμη του χρήματος και των τραπεζών. Υποτίμησε τους συσχετισμούς. Αυτό, πέραν μιας πρωτοφανούς έλλειψης ιστορικής γνώσης, υποδηλώνει και μια περίεργη αντίληψη της ευθύνης. Όταν μια αποτυχία ιστορικών διαστάσεων είναι απόρροια δικών σου λανθασμένων υπολογισμών, ή γιατί σε έπεισε ο Γιάνης ότι υπήρχαν 50% πιθανότητες να υποχωρήσουν οι άλλοι, τότε υπάρχει θέμα. Που δεν ξεπερνιέται με μια απλή παραδοχή. Δεν μιλάει κανείς για ακραίες επιλογές που έχουν άλλες κουλτούρες σε παρόμοιες περιπτώσεις. Όπως το χαρακίρι στην Ιαπωνία. Αλλά για γενναία ομολογία αποτυχίας. Και αποχώρηση. Η αδυναμία ανάληψης της ευθύνης οδήγησε τον πρωθυπουργό σε εκλογές. Η αδυναμία επίλυσης των εσωκομματικών του προβλημάτων και διαχείρισης των εθνικών ζητημάτων. Τώρα, ζητάει από το λαό να τον κάνει αυτοδύναμο Πρωθυπουργό, ή να τον στείλει στην αντιπολίτευση μη συνεργαζόμενο. Και επειδή ξέρει ότι το πρώτο δεν πρόκειται να συμβεί, ουσιαστικά επιδιώκει το δεύτερο. Το υπαινίχθηκε άλλωστε. Στα πεζοδρόμια για νέους κοινωνικούς αγώνες εναντίον του μνημονίου που ο ίδιος συμφώνησε. Αυτό, άλλωστε, γνωρίζει καλύτερα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Στα πρόθυρα του χάους

Στα πρόθυρα του χάους

Υποτίθεται ότι το δημοψήφισμα θα έλυνε τα χέρια του Πρωθυπουργού. Θα ισχυροποιούσε τη θέση του στο εσωτερικό αλλά κυρίως θα ενίσχυε τη διαπραγματευτική του θέση στο εξωτερικό. Το πρώτο επιβεβαιώθηκε. Ο Πρωθυπουργός ανεδείχθη προσωρινός ηγεμών σε μια κατεστραμμένη χώρα. Όσο για το δεύτερο, συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Όχι μόνο δεν ενισχύθηκε η διαπραγματευτική μας θέση, αλλά η διαπραγμάτευση τινάχθηκε στον αέρα. Η κόπωση των Ευρωπαίων από τα τερτίπια της κυβέρνησης οδήγησε σε σκλήρυνση της στάσης τους και πλήρη αδιαλλαξία. Ετοίμασαν σχέδιο για το Grexit, το οποίο επιδόθηκε επισήμως, προς αποφυγή παρερμηνειών, στον έλληνα Πρωθυπουργό στη δραματική Σύνοδο Κορυφής. Επιβεβαιώθηκε, έτσι, ο κυνικός αλλά απαράβατος κανόνας της διεθνούς πολιτικής. Ποτέ ο ισχυρός δεν υποκύπτει στον εκβιασμό του αδύναμου. Και ότι ο αδύναμος πρέπει να γνωρίζει πότε να υποχωρεί για να αποφύγει την καταστροφή. Ο Πρωθυπουργός, απομονωμένος πια, αντελήφθη επιτέλους το αυτονόητο. Ή θα έπρεπε να συνεχίσει την πορεία της σύγκρουσης, ως καμικάζι, οδηγώντας τη χώρα στον όλεθρο ή θα έπρεπε να αλλάξει ρότα. Φαίνεται ότι επέλεξε το δεύτερο. Ταυτόχρονα, όμως, ανακάλυψε και κάτι ακόμα. Ότι η διαπραγμάτευση θα ξεκινούσε από μηδενική βάση και ότι η Συμφωνία δεν εξαρτάται πια από εμάς αλλά από τους άλλους. Οι οποίοι έχοντας μηδενική εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, της έδωσαν μια τελευταία ευκαιρία και μια μόνη επιλογή. Συνθηκολόγηση άνευ όρων.

Εδώ που φτάσαμε η Συμφωνία θα είναι κάτι παραπάνω από επώδυνη. Μετά την 5μηνη καταστροφή, τις τράπεζες κλειστές, και την οικονομία να έχει ξανακυλήσει στην ύφεση η χώρα μπαίνει σε ένα νέο και πιο σκληρό Μνημόνιο. Με μια κοινωνία εξουθενωμένη μετά από 6 χρόνια λιτότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκβίασε εκλογές για να καταλάβει την εξουσία. Εκτροχίασε μια χώρα που επέστρεφε στην ομαλότητα και ετοιμαζόταν σιγά-σιγά να ξαναβγεί στις αγορές. Αφού περιπλανήθηκε 5 μήνες στα μονοπάτια της ρήξης και του χάους, ετοιμάζεται τώρα να υπογράψει και να υλοποιήσει το τρίτο και πιο σκληρό Μνημόνιο.

Αν τελικά υπάρξει Συμφωνία, τη Δευτέρα αρχίζουν τα δύσκολα. Ποιο πολιτικό προσωπικό θα εφαρμόσει αυτό το Μνημόνιο; Αυτό που οφείλει την πολιτική του ύπαρξη, αποκλειστικά και μόνο στον εξορκισμό και τη δαιμονοποίηση των Μνημονίων; Μια κυβέρνηση και ένα κόμμα που το κύτταρό τους είναι αντι-Μνημονιακό; Μια κυβέρνηση και ένα κόμμα που έχουν ταλέντο στη διαμαρτυρία και στην κατασκευή ενόχων αλλά μηδενική ικανότητα διοίκησης; Κι αν ακόμα, ο Τσίπρας μεταλλαχθεί σε Σαμαρά, παίρνετε όρκο για τους υπόλοιπους; Οι πολιτικές εξελίξεις είναι αναπόφευκτες. Και θα είναι ραγδαίες.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

D-Day

D-Day

Deal or Default. Συμφωνία ή πτώχευση. Το Σαββατοκύριακο. Η περήφανη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης εξελίσσεται σε ένα Βατερλώ. Μιας κυβέρνησης που έχει κάνει όλα τα λάθη που μπορούσε να κάνει. Λάθη υπολογισμών, λάθη στρατηγικής, λάθη τακτικής. Λάθη που αποδυνάμωσαν τη θέση μας, εξαγρίωσαν τους εταίρους μας, και μας οδηγούν, με βεβαιότητα πια, σε μια καταστροφή. Όσο κι αν φωνάζει η κυβέρνηση, κατηγορώντας δανειστές και εταίρους για τιμωρητική διάθεση, και για τον εκτροχιασμό της διαπραγμάτευσης, δεν πείθει. Όχι ότι οι εταίροι μας είναι άμοιροι ευθυνών. Αλλά ο κόσμος της διεθνούς πολιτικής δεν είναι ένας όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος, που θα έλεγε και ο ποιητής. Στον κόσμο αυτόν επικρατεί το δίκιο του ισχυρού. Αυτά τα γνωρίζουν και οι πρωτοετείς φοιτητές. Αρκεί να έχουν διαβάσει τον διάλογο Αθηναίων και Μηλίων στον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκυδίδη. Αυτά, όμως, όφειλε να τα γνωρίζει η κυβέρνηση. Όταν έλεγε ότι θα βαράμε τα νταούλια και θα χορεύουν οι αγορές. Όταν έλεγε ότι θα αλλάξει τους συσχετισμούς στην Ευρώπη. Όταν μετέτρεπε τη διαπραγμάτευση σε μια σφοδρή μετωπική αντιπαράθεση θεωρώντας ότι οι άλλοι στο τέλος θα υποχωρήσουν. Σε τι να υποχωρήσουν; Στην απειλή του Grexit; Η αυτοκτονία μας συνιστά απειλή;

Οι ευρωπαίοι εταίροι μας, από την άλλη πλευρά, υποδέχτηκαν τη νέα κυβέρνηση αρχικά με συγκατάβαση. Θεώρησαν ότι παρά την ακραία ρητορική της, μια νέα πολιτική δύναμη, χωρίς τις δουλείες των παλαιών κομματικών σχηματισμών, θα μπορούσε να κάνει τομές. Η συγκατάβαση γρήγορα έγινε αμηχανία. Όταν είδαν γραφικούς και απροετοίμαστους εκπροσώπους της κυβέρνησης να μιλάνε στα ευρωπαϊκά όργανα με όρους Κομμούνας του Παρισιού. Η αμηχανία έγινε οργή, όταν η ελληνική πλευρά άρχισε να τους κουνάει απειλητικά το δάχτυλο, να τους επιρρίπτει ευθύνες, να κατασκευάζει ενόχους, και να τραβάει τη διαπραγμάτευση στα άκρα. Μ’ αυτά και μ’ αυτά αντιλήφθηκαν ότι μ’ αυτούς εδώ δεν μπορούν να κάνουν χωριό. Δεν έχουν συνεκτικό πρόγραμμα, δεν έχουν κουλτούρα μεταρρυθμίσεων, και οι πολιτικές τους αντίκεινται στον πυρήνα της ευρωπαϊκής πολιτικής. Και να συνάψουν μια συμφωνία, δεν μπορούν να την περάσουν. Και αν ακόμα την περάσουν, με βεβαιότητα δεν μπορούν να την εφαρμόσουν. Και έτσι, σκλήρυναν τη στάση τους και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.

Τώρα τους επιβάλουν μια λεόντειο συμφωνία με μέτρα 8 δις.. Οι της κυβέρνησης, με την πλάτη στον τοίχο, ταπεινωμένοι και μαδημένοι, αναζητούν διέξοδο διαφυγής. Χωρίς εναλλακτικές, άρχισαν τώρα να μιλάνε για εκλογές. Δηλαδή για ηρωική έξοδο. Αρκεί μετά την καταστροφή που έφεραν στον τόπο, να μην φέρουν και το διχασμό.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”