Ανδρών επιφανών

Ανδρών επιφανών

Κάθε επέτειος του έπους του ᾽40 μας θυμίζει μια μεγάλη ιστορική εκκρεμότητα. Την εκπλήρωση του χρέους της πολιτείας στους νεκρούς του ελληνοϊταλικού πολέμου. Χιλιάδες Ἐλληνες στρατιώτες του αλβανικού έπους παραμένουν θαμένοι σε πρόχειρους τάφους στα βουνά και τις χαράδρες της Αλβανίας. Εκεί που γράφτηκε η εποποιία της αντίστασης κατά του ιταλικού φασισμού και των δυνάμεων του άξονα. ¨Ανώνυμοι ήρωες, άγνωστοι τάφοι. Κανένα όνομα γι᾽αυτούς δεν γράφει,¨ όπως λέει ο Σουρής.

Το 2009, τη χρονιά που η Αλβανία κατέθεσε αίτηση για ένταξη στην Ευρωπαική Ένωση υπέγραψε και μια συμφωνία με την Ελλάδα. Για την εκταφή, την ταυτοποίηση και τον ενταφιασμό των χιλιάδων Ελλήνων που έπεσαν στο αλβανικό μέτωπο. Συμφωνία που επικυρώθηκε και από τα δύο κοινοβούλια. Το 2014, επί ελληνικής προεδρίας η Αλβανία έλαβε καθεστώς επίσημης υποψήφιας χώρας προς ένταξη. Όσον αφορά στη διμερή συμφωνία, όμως, η Αλβανία κωλλυσιεργεί. Φέρνοντας διάφορα προσχήματα και δικαιολογίες. Με αποτέλεσμα η μεικτή επιτροπή, που προέβλεπε η συμφωνία, να μην έχει ακόμη ενεργοποιηθεί. Κάτω από την πίεση ακραίων εθνικιστικών κύκλων, καμιά αλβανική κυβέρνηση, από το 2009 και μετά, δεν έχει δείξει τη βούληση και το σθένος να προχωρήσει. Ένας αταβιστικός βαλκανικός εθνικισμός στοιχειώνει τις ελληνοαλβανικές σχέσεις.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν αναδείξει το θέμα σύμφωνα με την ιστορική και πολιτισμική του βαρύτητα. Με την εξαίρεση του Κάρολου Παπούλια που, κατά την επίσημη επίσκεψη στην Αλβανία, στις 3 Νοεμβρίου 2013, έθεσε το θέμα σε ανώτατο επίπεδο. Είχα την τύχη να τον συνοδεύω στην επίσκεψη αυτή. Σε ένα ιστορικό οδοιπορικό. Που ολοκληρώθηκε με τρισάγιο και κατάθεση στεφάνου στο νεκροταφείο των πεσόντων ελλήνων στρατιωτών στη Κλεισούρα.

Ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος με την στωικότητα του προσπαθεί να καταλαγιάσει τις ακραίες φωνές. Και να ανοίξει το δρόμο λιθαράκι λιθαράκι.

Αυτἠ η εκκρεμότητα πρέπει να τελειώσει. Ο Περικλής στον Επιτάφιο υμνεί τους ανδρείους που θυσιάστηκαν για μια ελεύθερη πολιτεία. Και θυμίζει ότι η ελευθερία είναι προϋπόθεση της ευτυχίας. Οι Έλληνες του ᾽40 πολέμησαν ένα δίκαιο πόλεμο, όπως τον ορίζει ο Michael Walzer. Έναν πόλεμο της δημοκρατίας απέναντι στο φασισμό για την προστασία των αγαθών της ζωής και της ελευθερίας. Δεν δείλιασαν. Η ελληνική πολιτεία οφείλει να απαιτήσει και να πετύχει να θάψει τους νεκρούς της.

Η Αλβανία θα πρέπει να αποδεχθεί τις ηθικοπολιτικές αρχές της καντιανής ευρώπης. Που επιδιώκει την ειρήνη βασισμένη σε έθνη που προάγουν την ελευθερία των πολιτών τους και ενστερνίζονται τα πανανθρώπινα ιδεώδη. Αλλιώς δεν έχει το ηθικό δικαίωμα να είναι ισότιμο μέλος αυτής της ενωμένης Ευρώπης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Πρόεδρος σε ταραγμένη εποχή

Πρόεδρος σε ταραγμένη εποχή

Η επιλογή του, αρχικά, μας ξένισε. Στενός φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου δεν υπήρξε αυτό που λέμε πολιτικός κοινής αποδοχής. Ο Καραμανλής τον πρότεινε μέσα στα πλαίσια της κουλτούρας «συγκατοίκησης» που διαμορφώθηκε στη μεταπολίτευση. Ήταν, όμως, και μια επιλογή στο πλαίσιο της πολιτικής του «μεσαίου χώρου».

Χειρίστηκε άψογα τη μεγαλύτερη κρίση της μεταπολεμικής μας ιστορίας, τηρώντας αυστηρά τις προβλεπόμενες από το Σύνταγμα διαδικασίες. Μια κρίση που άρχισε με την πτώση της Κυβέρνησης Παπανδρέου. Και συμπεριέλαβε την αλλαγή τεσσάρων κυβερνήσεων και την ορκωμοσία πέντε πρωθυπουργών. Τη συγκρότηση της κυβέρνησης Παπαδήμου με τρικομματική στήριξη, μιας υπηρεσιακής κυβέρνησης, αλλά και της κυβέρνησης συνεργασίας που προέκυψε μετά από τις διπλές εκλογές του 2012. Τέλος, προήδρευσε και της ομαλής αλλαγής, που έφερε «για πρώτη φορά αριστερά» στην κυβέρνηση. Παρ’ όλα αυτά, ο Παπούλιας πέτυχε να μην υπάρξει κενό εξουσίας ούτε αμφισβήτηση της συνταγματικής τάξης.

Υπήρξε, άριστος πρεσβευτής της χώρας μας στο εξωτερικό. Άλλωστε, ως ο μακροβιότερος ΥΠΕΞ της μεταπολιτευτικής περιόδου, είχε βαθιά γνώση της διεθνούς πολιτικής. Το διαπίστωσα σε δυο ταξίδια, που τον συνόδευσα στο εξωτερικό. Το πρώτο ήταν στην Αλβανία. Βοήθησε αποτελεσματικά την κυβέρνηση στη βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στις δυο χώρες. Υπήρχε εκτίμηση στο πρόσωπό του, από την άλλη πλευρά. Ως ΥΠΕΞ είχε προχωρήσει στην άρση του εμπολέμου μεταξύ των δυο χωρών.

Το δεύτερο ταξίδι ήταν στο Βατικανό. Ένα κρίσιμο ταξίδι που έγινε την εποχή της κατάρτισης, από το Υπουργείο Παιδείας, του νομοσχεδίου απόδοσης νομικής προσωπικότητας στις Θρησκευτικές Κοινότητες. Για το οποίο η Καθολική Εκκλησία είχε σοβαρές αντιρρήσεις. Μετά την επίσκεψη στον Πάπα, ακολούθησε δύσκολη διαπραγμάτευση με τον πρωθυπουργό στο Βατικανό. Η παρουσία του Παπούλια ήταν καθοριστική. Έχαιρε εκτίμησης καθώς ως ΥΠΕΞ είχε προχωρήσει στο άνοιγμα της ελληνικής πρεσβείας στο Βατικανό. Η διαπραγμάτευση ολοκληρώθηκε με επιτυχία. Το νομοσχέδιο, κατατέθηκε στη Βουλή και έγινε αργότερα νόμος του Κράτους. Έληξε, έτσι, μια σημαντική εκκρεμότητα χρόνων της ελληνικής πολιτείας.

Σ’ αυτήν την ταραγμένη εποχή ο Παπούλιας άσκησε τα καθήκοντά του με απόλυτη προσήλωση στο γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος. Με ενωτικό τρόπο και την απόσταση από τα πράγματα, που απαιτούσε ο θεσμικός του ρόλος. Απόσταση από φίλους και αντιπάλους. Είτε έβλεπε να παραιτείται ο γιος του μέντορά του στην πολιτική, είτε έπρεπε να προσυπογράψει αποφάσεις με τις οποίες ενδεχομένως θα διαφωνούσε σε κανονικές πολιτικές συνθήκες. Άσκησε τα καθήκοντά του υπηρετώντας το δημόσιο συμφέρον και γι’ αυτό έφυγε έχοντας κερδίσει ευρύτερη αποδοχή.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες

Σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες

Η εκλογή του ΠτΔ αναδεικνύεται σε σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες. Γιατί αυτή η δυστοκία; Η κοινή λογική λέει ότι ο ρόλος του ΠτΔ με τις αρμοδιότητες που του παρέχει το Σύνταγμα είναι μάλλον διακοσμητικός. Χωρίς δυνατότητες παρέμβασης σε ένα πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα. Η αστική λογική λέει ότι για λόγους συμβολικών ισορροπιών αλλά και διεύρυνσης της αποδοχής μιας νέας κυβέρνησης η συγκατοίκηση είναι περίπου αναμενόμενη αν όχι επιθυμητή. Με τη λογική αυτή, η νεοεκλεγείσα αριστερή κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε ήδη εκλέξει υποψήφιο από τον κεντροδεξιό χώρο. Για μια συγκατοίκηση όπως αυτή της δεκαετίας του ’80. Τότε η παρουσία του Κων/νου Καραμανλή αποτέλεσε εγγύηση για τους νεότευκτους θεσμούς της δημοκρατίας της μεταπολίτευσης. Αλλά και για το πλαίσιο των εξωτερικών σχέσεων της χώρας.

Σήμερα, όμως, λίγο ως πολύ αυτά θεωρούνται δεδομένα. Η σημερινή Πρόεδρος της Βουλής, άλλωστε, σημαίνον στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, μιλάει για αναβάθμιση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών, για βάθεμα δηλαδή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Κάποιες φωνές που έθεταν εν αμφιβόλω το πλαίσιο των συμμαχιών της χώρας, τύπου Δρίτσα, περιθωριοποιήθηκαν τάχιστα. Άρα λοιπόν τι όφελος θα προσέδιδε ένας υποψήφιος Πρόεδρος προερχόμενος από την κεντροδεξιά αν δεν αποτελούσε εγγύηση θεσμικής συνέχειας; Θα εγγυόταν άραγε τη συνέχεια του περιεχομένου της πολιτικής; Μα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υποτίθεται ότι εξελέγη για ρήξη με αυτή την πολιτική, την πολιτική του μνημονίου. Εδώ εισέρχεται η μεταβλητή της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους μας. Και οι τελικές αποφάσεις της κυβέρνησης. Η επιλογή του συμβιβασμού ευνοεί την επιλογή ενός κεντροδεξιού υποψηφίου. Είναι η επιλογή του βελτιωμένου αφηγήματος. Το μνημόνιο βαφτίζεται εθνική συμφωνία, η τρόικα τριμερής, οι όροι αμβλύνονται. Ουσιαστικά μιλάμε για ρητορική ρήξης αλλά πολιτική συνέχισης πορείας. Η συνέχιση όμως αυτής της πορείας αλλάζει δυνητικά και μεσοπρόθεσμα τα κοινωνικά στρώματα απήχησης της νέας κυβέρνησης. Σηματοδοτεί έστω και συγκεκαλυμμένα μια δεξιά στροφή.

Στην περίπτωση αυτή είναι χρήσιμη μια δεξιά υποψηφιότητα. Αντίθετα, η επιλογή της ρήξης αντίκειται στην επιλογή κεντροδεξιού υποψηφίου. Η ρήξη αυτή θα είναι ρήξη με τα μνημόνια, σύγκρουση με την Ευρώπη, τομή με το παρελθόν. Θα είναι μια ιδεολογικά φορτισμένη επιλογή. Με τεράστιες πολιτικές συνέπειες. Αυτή η επιλογή δεν χωράει κεντροδεξιά υποψηφιότητα. Στην περίπτωση αυτή βρισκόμαστε μπροστά σε μια χειρότερη εκδοχή του ‘85. Οι προσδοκίες της κεντροδεξιάς υποψηφιότητας, οι συμβολισμοί της συνέχειας, ανατρέπονται. Ο Λαφαζάνης γίνεται Κουτσόγιωργας, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ Κεντρική Επιτροπή του ΠΑΣΟΚ. Και εμείς αναμένουμε ένα νέο Σαρτζετάκη έμπλεω ιδεολογικών συμβολισμών να σηματοδοτήσει την απαρχή μιας άλλης πορείας. Μιας πορείας ιδεολογικής φόρτισης, αλλά εθνικής αβεβαιότητας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”