Η δεύτερη φάση του πολέμου στην Ουκρανία

Η δεύτερη φάση του πολέμου στην Ουκρανία

Σε τρεις μήνες συμπληρώνονται δύο χρόνια από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Μια εισβολή που δεν αποσκοπούσε απλώς στην προσάρτηση εδαφών, στη «φινλανδοποίηση» της Ουκρανίας ή στην αλλαγή του καθεστώτος της. Είχε ως απώτερο στόχο τη συνολική αναθεώρηση του status quo. Η Ρωσία, όσο και η Κίνα με διαφορετική τακτική, αμφισβητούν συνολικά τη δυτικοκεντρική φιλελεύθερη τάξη. Ο αναθεωρητισμός τους αμφισβητεί την πλανητική κατανομή ισχύος, προβάλλει το μοντέλο του αυταρχισμού ως εναλλακτικό της δημοκρατίας, και το μοντέλο του ολιγαρχικού καπιταλισμού στο οικονομικό επίπεδο.

Ο Πούτιν δεν έκρυψε ποτέ τη δυσανεξία του για τη μεταψυχροπολεμική ισορροπία. Θεωρεί ότι η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν μια μεγάλη γεωπολιτική καταστροφή. Έχει επινοήσει ένα ιστορικό αφήγημα με το οποίο δαιμονοποιεί τη Δύση και θυματοποιεί τη Ρωσία. Οι συνολικές αιτιάσεις του απέναντι στο μεταψυχροπολεμικό status quo εκφράστηκαν για πρώτη φορά στη γνωστή ομιλία του στο Μόναχο το 2007. Ήταν μία προειδοποίηση για όσα θα ακολουθούσαν στη Γεωργία το 2008, με την απόσχιση της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας, και στην Ουκρανία το 2014, με την προσάρτηση της Κριμαίας και τις αναταραχές στο Ντονμπάς.

Ο Πούτιν δοκίμασε τα όρια της αμερικανικής αντίδρασης στη Γεωργία, στην Κριμαία και στο Συριακό. Ερμήνευσε τη στροφή της Αμερικής στην Ασία, τις απαξιωτικές αναφορές του Τραμπ για το ΝΑΤΟ και τους Ευρωπαίους συμμάχους, και την άτακτη αποχώρηση από το Αφγανιστάν, ως μείωση του αμερικανικού ενδιαφέροντος για την Ευρώπη. Ερμήνευσε, ενδεχομένως, την ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία ως συνολική αλλαγή στάσης. Και τη διακήρυξη της Ευρώπης για στρατηγική αυτονομία ως απαρχή αποσύνδεσης των δύο πλευρών του Ατλαντικού (decoupling). Ο Πούτιν θεώρησε λανθασμένα ότι οι εξελίξεις αυτές σηματοδοτούσαν τη διαίρεση και την παρακμή της Δύσης.

Επιπλέον, ο Πούτιν δεν ανέμενε τη σθεναρή αντίσταση του ουκρανικού λαού και της ηγεσίας του. Υποτίμησε τη βούληση και την επιθυμία του ουκρανικού λαού να θυσιαστεί για την ανεξαρτησία του, για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας του, για την ελευθερία των επιλογών του και για το δημοκρατικό του πολίτευμα. Αυτό τον οδήγησε σε ένα σοβαρό στρατηγικό σφάλμα και έναν απρόκλητο πόλεμο.

Η Ρωσία απέτυχε σε όλους τους στόχους της στην πρώτη φάση του πολέμου στην Ουκρανία. Η απρόκλητη εισβολή της στην Ουκρανία συσπείρωσε τη Δύση, σύσφιξε τις ευρωατλαντικές σχέσεις, επαναβεβαίωσε την αναγκαιότητα της ύπαρξης του ΝΑΤΟ, οδήγησε τη γερμανική αμυντική πολιτική σε αλλαγή υποδείγματος, και τη Σουηδία και τη Φινλανδία στη Νατοϊκή Συμμαχία. Η Αμερική ενίσχυσε και πάλι την παρουσία της στην ευρωπαϊκή ήπειρο με εξοπλισμό, στρατό και εγγυήσεις. Και η Ευρώπη προχωρά σταδιακά στην ενεργειακή απεξάρτησή της από τη Ρωσία. Επιπλέον, η δυτική στρατιωτική βοήθεια έδωσε τη δυνατότητα στην Ουκρανία να απωθήσει τις ρωσικές δυνάμεις και να τις περιορίσει στην περιοχή του Ντονμπάς. Ο Πούτιν ήλπιζε ότι θα έφτανε στο Κίεβο σε τρεις ημέρες, αλλά τώρα βρίσκεται καθηλωμένος σε έναν πόλεμο χαρακωμάτων.

Η δεύτερη φάση του πολέμου έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά. Η Ρωσία, αφού απέτυχε στους στόχους της στον πρώτο γύρο, άλλαξε τακτική. Περιχαρακώθηκε σε μία γραμμή άμυνας γύρω από τις ανατολικές επαρχίες και την Κριμαία, την οποία οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν μεγάλη δυσκολία να διασπάσουν. Οι Ρώσοι, που έχουν ιστορική παράδοση σε μακροχρόνιους πολέμους φθοράς, προσπαθούν να μετατρέψουν την αναμέτρηση σε έναν παρατεταμένο πόλεμο χαρακωμάτων. Η ρωσική οικονομία άντεξε τις οικονομικές κυρώσεις, έχει βρει εναλλακτικές αγορές για τους ενεργειακούς της πόρους, και η πολεμική της μηχανή συντηρείται από την εγχώρια αμυντική βιομηχανία και από εισαγωγές από χώρες όπως η Βόρεια Κορέα, το Ιράν, αλλά και η Τουρκία. Ο Πούτιν θεωρεί ότι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ του. Προσδοκά την κόπωση της Δύσης, τον στρατηγικό αντιπερισπασμό που δημιουργεί εκ των πραγμάτων ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, και το πιθανό, πλέον, ενδεχόμενο της επανεκλογής Τραμπ.

Η Δύση πρέπει να αποσαφηνίσει τους στρατηγικούς στόχους της στη δεύτερη φάση του πολέμου. Ο στόχος στην πρώτη φάση ήταν η απόκρουση της ρωσικής επίθεσης, κάτι που πραγματοποιήθηκε με επιτυχία. Το σκέλος που αφορά την αμυντική θωράκιση της Ουκρανίας και την απόκρουση της ρωσικής επίθεσης βρίσκει όλες τις χώρες της Δύσης σύμφωνες και σε αυτό η δυτική ενότητα παραμένει αρραγής. Στο δεύτερο σκέλος όμως, που αφορά την τελική διευθέτηση, η Δύση πρέπει να αποκρυσταλλώσει τη στρατηγική της στόχευση. Από τη διασφάλιση των κεκτημένων της πρώτης φάσης του πολέμου, μέχρι την απώθηση της Ρωσίας από κάθε σπιθαμή ουκρανικού εδάφους, ή τη στρατηγική ήττα της Ρωσίας, που έχουν κατά καιρούς ακουστεί, υπάρχει πολύ μεγάλη απόκλιση. Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και οι ΗΠΑ, πρέπει να σχεδιάσουν την ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας μετά τον πόλεμο, και τη θέση της Ρωσίας σε αυτή, σε σχέση και με την αντιπαράθεση της Αμερικής με την Κίνα. Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί καθιστούν αναγκαία την αποκρυστάλλωση της στρατηγικής της Δύσης ως προς την τελική φάση του πολέμου και ό,τι ακολουθήσει.

Και η Ουκρανία, όμως, έχει ανάγκη προσαρμογής της στρατηγικής της στα νέα δεδομένα. Ο εθνικός στόχος του Κιέβου για την πλήρη αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας παραμένει το αναφαίρετο και νόμιμο δικαίωμα της Ουκρανίας. Είναι αμφίβολο, όμως, αν είναι βραχυπρόθεσμα στρατιωτικά εφικτός. Η ουκρανική οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά το ένα τρίτο, ο φόρος αίματος είναι βαρύς, και οι καταστροφές ανυπολόγιστες. Η κόπωση της Δύσης είναι ορατή και ο πόλεμος έχει τελματώσει. Με βάση τα δεδομένα αυτά, η Ουκρανία χρειάζεται ένα εναλλακτικό σχέδιο, ένα Plan B.

Δύο κορυφαίοι διεθνολόγοι, ο Ρίτσαρντ Χάας και ο Τσαρλς Κούπτσαν, σε άρθρο τους στο Foreign Affairs, υποστηρίζουν ότι Ευρώπη και Αμερική θα πρέπει να επιδιώξουν τη συγκατάνευση της Ουκρανίας για την ανάληψη διπλωματικής πρωτοβουλίας για μια εκεχειρία. Ακόμα και απόρριψη της εκεχειρίας από τη Ρωσία θα είχε οφέλη για την Ουκρανία. Χωρίς να απεμπολεί τον εθνικό στόχο, θα μπορούσε να θωρακίσει τα κεκτημένα. Να αποκτήσει εγγυήσεις ασφάλειας από τη Δύση. Να ανοικοδομήσει τις πόλεις της και να ανασυγκροτήσει την οικονομία της με την αρωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και να διατηρήσει τη συσπείρωση της Δύσης στο πλευρό της δείχνοντας ότι έχει μια λειτουργική στρατηγική με εφικτούς στόχους.

Πρώτη δημοσίευση: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, 23/12/2023, https://www.economia.gr/

Πουτινισμός

Πουτινισμός

Μετά το πέρας της νέας θητείας του, ο Πούτιν θα είναι ο μακροβιότερος ηγέτης της Ρωσίας μετά τον Ιωσήφ Στάλιν. Η αναρρίχησή του στην εξουσία το 2000 ήταν η αρχή του τέλους της σύγκλισης της Ρωσίας με τη Δύση. Το πείραμα εκδημοκρατισμού εγκαταλείφθηκε και η Ρωσία διολίσθησε σταδιακά σε ένα ανελεύθερο καθεστώς. Το καθεστώς Πούτιν είναι το αρχετυπικό παράδειγμα των λεγόμενων ανελεύθερων δημοκρατιών. Είναι καθεστώτα προσωποπαγή και αυταρχικά που βρίσκουν ολοένα και περισσότερους μιμητές εκτός αλλά και εντός Ευρώπης. Στα κράτη αυτά διεξάγονται εκλογές αλλά το κράτος δικαίου παραμένει καχεκτικό.

Ο Πούτιν αμφισβήτησε εξαρχής τη διεθνιστική φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων. Το αξιακό πρόταγμα της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πέραν των εθνικών συνόρων, τις ανθρωπιστικές επεμβάσεις και τους διεθνείς θεσμούς. Για τον Πούτιν θεσμοί όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι όργανα εξυπηρέτησης των αμερικανικών συμφερόντων.

Ο Πούτιν σάλπισε από νωρίς την επιστροφή στο κρατοκεντρικό μοντέλο της Βεστφαλίας και το κράτος ως πηγή κάθε εξουσίας. Αφού χαρακτήρισε τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ως το μεγαλύτερο ιστορικό λάθος, εναγκαλίστηκε τον Ρωσικό εθνικισμό και επιδίωξε την ανάκτηση της ρωσικής εθνικής κυριαρχίας.

Η Ρωσία σταδιακά επέστρεψε σε λογικές σφαιρών επιρροής και της χρήσης ή της απειλής χρήσης βίας στα διεθνή ζητήματα. Τα γεγονότα της Γεωργίας το 2008 και της Ουκρανίας το 2014 έδειξαν τις προθέσεις του. Η Ρωσία του Πούτιν, όμως, δεν έμεινε σε μια αμυντική άσκηση αρνησικυρίας σε θέματα που θίγουν τα ζωτικά της συμφέροντα. Προσπάθησε ενεργά να ανακτήσει τη χαμένη επιρροή της σε περιφερειακά υποσυστήματα όπως η Μέση Ανατολή αλλά και τα Βαλκάνια.

Η συνολική αναδιάταξη της στάσης της Ρωσίας στον κόσμο ήρθε με το δόγμα Γκερασίμοφ. Ένα δόγμα υβριδικού πολέμου με ασύμμετρες απειλές και μεθόδους. Ένα δόγμα που συσκοτίζει τις γραμμές ανάμεσα στον πόλεμο και την ειρήνη.

Ένα δόγμα που αποφεύγει την απευθείας αντιπαράθεση με τις δυτικές δυνάμεις αλλά στοχεύει στην αποδυνάμωσή τους μέσω της τακτικής του “διαίρει και βασίλευε” και στη δημιουργία χάους στο εσωτερικό τους.

Αίφνης, οι κατηγορίες για ρωσική ανάμειξη στα εσωτερικά δυτικών χωρών άρχισαν να πληθαίνουν. Χρηματοδοτήσεις ακραίων κομμάτων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, διασπορά ψευδών ειδήσεων, επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, υποδαύλιση κοινωνικών και φυλετικών διακρίσεων, είναι μερικά μόνο από τα νέα όπλα του Κρεμλίνου στο υπογάστριο της Δύσης.

Οι στοιχειοθετημένες, πλέον, κατηγορίες για ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές επιβεβαίωσαν την αυγή μιας σκοτεινής εποχής.

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει τρείς προκλήσεις. Τις προσπάθειες ρωσικής διείσδυσης στο εσωτερικό της, τις παρενέργειες της Ρωσικής επιστροφής στα Βαλκάνια, αλλά και τη ρωσική σύγκλιση με την άλλη ανελεύθερη δημοκρατία του Ερντογάν.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”