Το μάθημα

Το μάθημα

Η ωρίμανση και η εκπαίδευση του ΣΥΡΙΖΑ κόστισαν στη χώρα γύρω στα 100 δισ. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι ήταν μία χρήσιμη εμπειρία. Γιατί σήμανε το τέλος των ψευδαισθήσεων για ένα τμήμα της κοινωνίας. Ότι, δηλαδή, δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα και ότι το μοντέλο της ευημερίας με δανεικά χρεοκόπησε οριστικά. Υπ’ αυτήν την έννοια, η σύγκρουση και, τελικά, η υποταγή του λαϊκισμού στην πραγματικότητα και την αλήθεια ήταν πολλαπλά επωφελής και για την κοινωνία αλλά και για το πολιτικό σύστημα.

Αυτό, πράγματι, φαίνεται να ισχύει σε μια πρώτη ανάγνωση. Μια δεύτερη ανάγνωση, όμως, των επιπτώσεων της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ φανερώνει ότι το κέρδος του προφανούς γίνεται με τεράστια ζημία για τη χώρα. Και δεν χρειάζεται κανείς να εστιάσει στις παρενέργειες από την καταστροφική πολιτική της κυβέρνησης στον ευαίσθητο χώρο της παιδείας ή του νόμου και της τάξης.

Ο κατ’ εξοχήν πυρήνας της κρίσης, η οικονομία, εξακολουθεί να πληρώνει τις συνέπειες της πολιτικής της κυβέρνησης. Η χώρα έχει υπογράψει επιπρόσθετα και οδυνηρά μέτρα για το 2019 και το 2020, θα τελεί υπό εποπτεία μέχρι το 2060 και έχει υποθηκεύσει την περιουσία της για 99 χρόνια. Το τραπεζικό της σύστημα λειτουργεί ακόμη με capital controls και αδυνατεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας. Οι ιδιωτικοποιήσεις καρκινοβατούν, ενώ η κυβέρνηση ουδεμία εμπιστοσύνη αποπνέει για την προσέλκυση επενδύσεων.

Η κυβέρνηση, χωρίς κανένα σχέδιο για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, διαλύει και ό,τι έχει απομείνει. Η υπερφορολόγηση και οι δυσβάστακτες ασφαλιστικές εισφορές αποτελειώνουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Η ραχοκοκαλιά της ελληνικής κοινωνίας φτωχοποιείται. Το πιο παραγωγικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας συνθλίβεται και αδρανοποιείται. Η κυβέρνηση κάνει ένα συνειδητό κοινωνικό μετασχηματισμό. Στραγγίζει τα αποθέματα των μεσαίων στρωμάτων για να δημιουργήσει υπερπλεονάσματα, που τα διανέμει ως ψιχία σε ανέργους και μη έχοντες. Μαζεύει φόρους για να μοιράσει επιδόματα. Αντί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, αντί να παραγάγει πλούτο, αρκείται σε μια ανακατανομή του εθνικού προϊόντος που ολοένα και συρρικνώνεται.

Την ίδια στιγμή αντί να αναμορφώσει και να συμμαζέψει τη Δημόσια Διοίκηση, να διορθώσει τις χρόνιες παθογένειες, δημιουργεί τον δικό της πελατειακό στρατό. Χιλιάδες νέοι συμβασιούχοι, πρόσθετες δαπάνες, μηδενική αξιολόγηση.

Εταίροι και δανειστές δείχνουν μια ανοχή στη σημερινή κυβέρνηση. Όχι γιατί είναι ενθουσιασμένοι από τις επιδόσεις της. Αλλά γιατί το ελληνικό πρόβλημα έχει υπερκεραστεί από άλλα μεγαλύτερα. Συνεπώς, όσο η κυβέρνηση είναι συνεπής προς τις υποχρεώσεις της υπάρχει μια ανοχή.

Το τραγικό όμως είναι ότι ύστερα από εννιά χρόνια κρίσης η χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται μία δόση πριν τη πτώχευση, μια καραβιά μεταναστών πριν τη διάλυση και μια φυσική καταστροφή πριν την κατάρρευση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Στεναχώριες

Στεναχώριες

Από τα πανηγύρια στις στεναχώριες. Μόλις δυο μήνες πριν πανηγύριζαν για μια συμφωνία που δεν είχε κλείσει. Θριαμβολογώντας για το τέλος της λιτότητας. Τώρα είναι πιο προσεκτικοί. Κάνοντας λόγο για μέτρα που θα στεναχωρήσουν τον λαό. Και τότε και τώρα, όμως, μόνον πολιτική προσυμφωνία είχαμε. Και την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης από όλες τις κόκκινες γραμμές που είχε θέσει. Συντάξεις, μείωση του αφορολόγητου, νομοθέτηση μέτρων για το 2019 και το 2020 και πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Ουσιαστικά, ένα τέταρτο Μνημόνιο, ομολογία αποτυχίας, και δέσμευση της επόμενης κυβέρνησης. Αφού η αντιπολίτευση τους έκοψε τον βήχα για νομοθέτηση των μέτρων με αυξημένη πλειοψηφία, μετακύλισαν τα μέτρα για το 2019. Για την κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές. Δεσμεύοντας δημοσιονομικά τη χώρα για πολλά χρόνια.

Ακόμη και αυτή η συμφωνία όμως, που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εξωραΐσει πλέον, δεν έχει κλείσει. Για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαπραγματεύεται κυρίως με το βλέμμα στο εσωτερικό της χώρας. Στις συνιστώσες του, στην εκλογική πελατεία που προσπαθεί να χτίσει και στις δημοσκοπήσεις.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι υπάρχει πάντα η κρυφή προσδοκία του από μηχανής θεού. Της θρυαλλίδας που θα αλλάξει τους περιβόητους συσχετισμούς στην Ευρώπη. Πρώτα ήταν η Ολλανδία, στη συνέχεια η Γαλλία, μετά η Γερμανία. Ο εκλογικός κύκλος που μπορεί να φέρει τα πάνω-κάτω στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση έχει στραγγίξει την οικονομία μαζεύοντας ό,τι ρευστό υπάρχει. Για να πληρώσει, αν χρειαστεί, τις δόσεις του Ιουλίου χωρίς να έχει κλείσει τη συμφωνία. Μέχρι τέλους θα περιμένουν ένα θαύμα που μπορεί να διαμορφώσει συνθήκες που θα μετριάζουν το πολιτικό τους κόστος. Η απραξία και η αμφιθυμία, όμως, μαζί με την ανικανότητα έχουν διαλύσει την οικονομία. Έπειτα από δυόμισι χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ όλοι οι δείκτες της πραγματικής οικονομίας έχουν καταρρεύσει. Και αυτό θα συνεχιστεί ακόμη και μετά την υπογραφή της συμφωνίας.

Η χώρα μετά το καλοκαίρι, και με ευθύνη της κυβέρνησης, θα μπει σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Η κυβέρνηση θα ψάχνει εναγωνίως το παράθυρο ευκαιρίας για τη διεξαγωγή των εκλογών πριν εφαρμοστούν τα σκληρά μέτρα που συμφώνησε. Όποτε και να τις κάνει, το σίγουρο είναι ότι θα τις χάσει. Αφού έφερε ένα τρίτο αχρείαστο Μνημόνιο και φέσωσε τον ελληνικό λαό με 100 δισ. χρέος, η κυβέρνηση αυτή θα φύγει έχοντας δεσμεύσει τη χώρα με ένα τέταρτο Μνημόνιο χωρίς χρηματοδότηση. Όσο γρηγορότερα κάνει τις εκλογές τόσο καλύτερα. Μήπως και σώζεται ό,τι απέμεινε από την πραγματική οικονομία.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τσουνάμι

Τσουνάμι

Εδώ κι έναν χρόνο η κυβέρνηση κρατάει ανοιχτή τη δεύτερη αξιολόγηση. Παρά τις συνεχείς και εμφατικές διαβεβαιώσεις όλων των στελεχών της, προεξάρχοντος του Πρωθυπουργού. Ότι η αξιολόγηση έκλεισε, κλείνει, ή θα κλείσει. Η αξιολόγηση όμως δεν κλείνει. Είτε γιατί οι Ευρωπαίοι διαφωνούν με το ΔΝΤ είτε γιατί οι δανειστές έχουν παράλογες απαιτήσεις. Έτσι, τουλάχιστον, μας λέει η κυβέρνηση. Η τρόικα μια έρχεται μια δεν έρχεται, και τα Eurogroup περνούν το ένα μετά το άλλο. Συμπληρώθηκε χρόνος και η εκκρεμότητα παραμένει.

Ένας από τους λόγους που δεν κλείνει η αξιολόγηση είναι γιατί η κυβέρνηση διαπραγματεύεται με το βλέμμα στις δημοσκοπήσεις και στην εκλογική της πελατεία. Γι’ αυτό, άλλωστε, τον περασμένο Δεκέμβριο με μια μονομερή ενέργεια κόντεψε να τα τινάξει όλα στον αέρα. Ένα βήμα πριν από το χείλος του γκρεμού υποχώρησε κακήν κακώς. Επιστολές αντηλλάγησαν, εξηγήσεις δόθηκαν, δηλώσεις μεταμέλειας έγιναν και το θέμα έκλεισε. Έχοντας μοιράσει ψιχία στους ιθαγενείς και καθυβρίσει τους δανειστές, οι επικοινωνιακοί φωστήρες της κυβέρνησης θεώρησαν ότι είχαν βάλει φρένο στην κατρακύλα.

Το πεπρωμένον, όμως, φυγείν αδύνατον. Με την αξιολόγηση ανοιχτή και την πραγματική οικονομία αιχμάλωτη των ιδεοληψιών τους, καταφεύγουν σε μια φοροεπιδρομή που ισοπεδώνει και ερημοποιεί την κοινωνία. Οι έχοντες επίγνωση και συναίσθηση της πραγματικότητας από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης λένε το αυτονόητο. Μια κακή συμφωνία εχθές είναι προτιμότερη από μια καλύτερη αύριο. Το υπονοούμενο είναι σαφές. Αύριο, η πραγματική οικονομία μπορεί να μην είναι πλέον ανατάξιμη.

Η κομματική νομενκλατούρα του ΣΥΡΙΖΑ όμως, που νέμεται την εξουσία, ουδόλως ενδιαφέρεται για την πραγματική οικονομία. Θεωρούν ότι η παράταση της διαπραγμάτευσης συντηρεί το αφήγημά τους στην εκλογική τους πελατεία και τη θέση τους στην εξουσία.

Να κλείσουν την αξιολόγηση δεν θέλουν. Μένουν χωρίς αφήγημα και χωρίς ιδεολόγημα. Να έρθουν σε ρήξη με τους δανειστές δεν μπορούν. Το κόστος για τη χώρα είναι μεγάλο και οι συνέπειες για τους ίδιους εξοντωτικές.

Θα παρατείνουν λοιπόν την αξιολόγηση και, λίγο πριν το επεισόδιο Ζάμπια ΙΙ, θα ζητήσουν αυξημένη πλειοψηφία στη Βουλή. Σκηνικό 2015. Αυτή τη φορά το τυράκι στη φάκα, πέραν της σωτηρίας της πατρίδας, είναι ότι τα μέτρα αφορούν την επόμενη κυβέρνηση. Που θα είναι η ΝΔ, και κατά τη δική τους ομολογία πλέον. Ναρκοθετούν λοιπόν τη θητεία της, με καμμένη γη στην πραγματική οικονομία, με ένα τέταρτο Μνημόνιο, και τη φωτογραφία στο κάδρο της συνενοχής των 180. Και με την απλή αναλογική στην επόμενη εκλογή ποντάρουν στο σενάριο της δεξιάς παρένθεσης. Πολιτική δωματίου. Μόνο που όταν η κοινωνία σού γυρίσει την πλάτη δεν σε σώζει τίποτα. Έρχεται το τσουνάμι και σε σαρώνει.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Συναίνεση στην ομηρεία;

Συναίνεση στην ομηρεία;

Πριν καλά καλά κοπάσουν οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης για το δήθεν κλείσιμο της αξιολόγησης άρχισαν οι οιμωγές. Γιατί οι θεσμοί επέστρεψαν και τους ζητάνε και το βόδι. Εργασιακά, συντάξεις, αφορολόγητο, απολύσεις, δημοσιονομικό κενό. Νόμιζαν, ή ήθελαν να νομίζουμε, ότι η δήθεν σκληρή στάση τους θα οδηγούσε τους θεσμούς σε υποχώρηση. Για άλλη μία φορά έπεσαν έξω. Πρώτον, γιατί οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που έχουν μπροστά τους εκλογές, δεν θέλουν να φανούν συμβιβαστικές και ενδοτικές στο εκλογικό τους σώμα. Δεύτερον, διότι υπάρχει κόπωση και έλλειψη εμπιστοσύνης σ’ αυτή την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση αυτή καταφεύγει σε μονομερείς ενέργειες και αιφνιδιασμούς, καθυστερεί στην προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων και την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Η εκκρεμότητα των κόκκινων δανείων εγκλωβίζει τις τράπεζες. Οι μεταρρυθμίσεις που απελευθερώνουν την αγορά και προσελκύουν επενδύσεις καθυστερούν. Αντί να μειώνουν τις δαπάνες του δημοσίου, υπερφορολογούν το επιχειρείν. Και ξηλώνουν όσες μεταρρυθμίσεις είχαν γίνει. Πάρτε το παράδειγμα της παιδείας. Ξήλωσαν μία μία όλες τις μεταρρυθμίσεις που είχαμε κάνει. Πρότυπα, αξιολόγηση, νέο Λύκειο, σχέδιο Αθηνά, απελευθέρωση της ιδιωτικής εκπαίδευσης.

Η κυβέρνηση έχασε έναν ολόκληρο χρόνο. Η στάση της σκλήρυνε τους δανειστές και διέλυσε την πραγματική οικονομία. Η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών στην κυβέρνηση οδήγησε σε εκροή καταθέσεων ύψους 2 δισ. ευρώ από τις τράπεζες το τελευταίο δίμηνο.

Στην αριστερή εκλογική τους πελατεία σπινάρουν ότι διαπραγματεύονται για να σώσουν ό,τι μπορούν εντός μνημονίου. Η πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση διαπραγματεύεται με το κόμμα της, τις συνιστώσες της και τις ιδεοληψίες της. Εγκλωβισμένη στα αδιέξοδά της κρατάει σε ομηρεία τη χώρα.

Κάποιοι εξαρτούν τη σωτηρία της χώρας από τη συναίνεση της αντιπολίτευσης. Φοβούμαι ότι το μόνο που θα σώσει η συναίνεση της αντιπολίτευσης θα είναι η κυβέρνηση. Δεν είμαστε πολιτικά στο 2015. Τον Ιούνιο του 2015 η αξιωματική αντιπολίτευση συνέβαλε σε μια διευρυμένη πλειοψηφία για να σωθεί η χώρα. Να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της και να διατρανωθεί η βούλησή της για παραμονή στην Ευρώπη και την ευρωζώνη. Το πολιτικό διακύβευμα σήμερα είναι το κλείσιμο της αξιολόγησης από την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση, δηλαδή, αξιολογείται για την υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει. Ο βασικός λόγος που δεν κλείνει η αξιολόγηση είναι γιατί η κυβέρνηση δεν κάνει καλά τη δουλειά της και έχει χάσει την αξιοπιστία της. Με ποια πολιτική λογική ζητείται η συναίνεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σε τι ακριβώς; Εκτός αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να κλείσει την αξιολόγηση ή ομολογεί ότι έχει απολέσει τη δεδηλωμένη. Σε αυτή την περίπτωση αντί να κρατάει τη χώρα σε ομηρεία η λύση είναι οι εκλογές.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Πανηγυρτζήδες

Πανηγυρτζήδες

Πανηγυρίζουν για μία συμφωνία που δεν υπάρχει. Γιατί η αξιολόγηση δεν έκλεισε. Πανηγυρίζουν οι αδιόρθωτοι για την παράταση της εκκρεμότητας. Γι’ αυτό, άλλωστε, έχουν εφεύρει τον ευφημισμό πολιτική συμφωνία που τα σκεπάζει όλα. Η μόνη συμφωνία που φαίνεται ότι υπήρξε αφορά σε δύο πράγματα. Την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Και την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης πίσω από όλες τις κόκκινες γραμμές που είχε θέσει. Συντάξεις, μείωση του αφορολόγητου, νομοθέτηση μέτρων για μετά το 2018, και πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Σε όλα έκαναν πίσω προκειμένου να ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις.

Με άλλα λόγια, μηδέν εις το πηλίκον. Επανάληψη του Φεβρουαρίου 2015. Η παράταση της αβεβαιότητας θα στραγγαλίσει τράπεζες και αγορά. Η επανεκκίνηση της οικονομίας αναβάλλεται, όπως επίσης και η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση. Το υποτροπιάζον ελληνικό πρόβλημα μετατοπίζεται στο ναρκοπέδιο του ευρωπαϊκού εκλογικού κύκλου. Και καθώς θα πλησιάζουμε το καλοκαίρι, που η χώρα πρέπει να καταβάλει δόσεις, θα είμαστε κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο. Και θα δεχτούμε να πάρουμε πολύ χειρότερα μέτρα από αυτά που θα παίρναμε εάν είχαμε κλείσει εγκαίρως την αξιολόγηση. Τους προειδοποίησε, άλλωστε, και ο Χουλιαράκης. Καλύτερα τώρα μία χειρότερη λύση παρά σε πέντε μήνες. Και δεν είναι ο μόνος. Στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν ήδη αρχίσει τα όργανα. Κάποιοι που αρχίζουν να κατανοούν που πατάνε και που βρίσκονται, τη δεινή θέση της χώρας και τις δυσκολίες της διακυβέρνησης, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Ταξιδεύουμε αμέριμνοι, τους εγκαλεί ο Φίλης. Μία άλλη κατηγορία στελεχών, αυτή των μετανοημένων, ομολογεί το λάθος του 2014. Ήταν στρατηγικό λάθος του ΣΥΡΙΖΑ που έριξε την κυβέρνηση Σαμαρά και δεν την άφησε να κλείσει την αξιολόγηση, λένε τώρα. Η δήλωση αυτή εμπεριέχει δύο ομολογίες. Η πρώτη είναι ομολογία σχεδίου εκβίασης πρόωρων εκλογών. Ομολογία ότι η χώρα οδηγήθηκε άκαιρα σε εκλογές στην πιο κρίσιμη, ίσως, φάση της κρίσης. Και αυτό γιατί η αριστερά επεδίωξε την εξουσία θεωρώντας ότι είχε ραντεβού με την ιστορία. Η δεύτερη ομολογία είναι, κατ´ ουσίαν, ομολογία ανετοιμότητας, αν όχι ανικανότητας του ΣΥΡΙΖΑ, να αρθεί στο ύψος των κυβερνητικών και εθνικών απαιτήσεων. Να έχει δηλαδή τον ρεαλισμό, το σχέδιο και τα πρόσωπα για να αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη κρίση της ελληνικής μεταπολεμικής ιστορίας. Με άλλα λόγια, είχαν σχέδιο κατάληψης της εξουσίας, αλλά δεν διέθεταν σχέδιο διάσωσης της χώρας. Τώρα μετανοούν γιατί τόλμησαν το πρώτο, και όσο για το δεύτερο ομολογούν ότι ταξιδεύουν αμέριμνοι.

Υπάρχει και μία άλλη κατηγορία μετανοημένων. Είναι αυτοί που δυσκολεύονται πλέον να συνυπάρξουν στην ανίερη σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που έχει μοναδική συγκολλητική ουσία τη νομή της εξουσίας.

Καλοδεχούμενες και οι ομολογίες και οι μετάνοιες. Απλώς δε φτάνουν. Γιατί η παραμονή τους στην εξουσία βλάπτει σοβαρά τη χώρα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τα ίδια λάθη

Τα ίδια λάθη

Η κυβέρνηση καθυστέρησε έναν ολόκληρο χρόνο να κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση. Μπήκε σε μια άγονη αντιπαράθεση με εταίρους και δανειστές. Επεδίωξε μια πολιτική λύση χωρίς επιτυχία. Και αφού έφτασαν τα πράγματα στο χείλος του γκρεμού, τώρα τρέχει να την κλείσει όπως όπως. Η όλη διαπραγμάτευση θυμίζει μέρες του 2015. Η κυβέρνηση για άλλη μια φορά έκανε λάθος εκτιμήσεις. Εκτιμούσε ότι οι διεθνείς συσχετισμοί αναδιαμορφώνονται υπέρ μας όταν στην πραγματικότητα επιδεινώνονται για τη χώρα μας. Οι όψιμοι υποστηρικτές της, οι ευρωσοσιαλιστές, βρίσκονται σε αποδρομή. Στη Γαλλία, στην Ιταλία και αλλού. Η αλλαγή ηγεσίας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν εγγυάται τις σταθεροποιητικές και πυροσβεστικές παρεμβάσεις του παρελθόντος. Η κυβέρνηση επιδίωξε την έξοδο του ΔΝΤ από το πρόγραμμα ποντάροντας μάλιστα στις διαφωνίες ΔΝΤ και Ευρωπαίων. Και οι μεν διαφωνίες γεφυρώθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες, και το ΔΝΤ μένει στο πρόγραμμα. Κυρίως γιατί το ζητούν, καλώς ή κακώς, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ως απαραίτητη εγγύηση. Έκαναν λάθος στην εκτίμηση ότι η έναρξη ενός εκλογικού κύκλου στην Ευρώπη, σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία, θα οδηγούσε τους εταίρους και δανειστές σε υποχωρήσεις. Το αντίθετο συνέβη. Οι εγκέφαλοι αυτής της στρατηγικἠς εμφανίζονται τώρα υπέρμαχοι της παράτασης της εκκρεμότητας. Ώστε η διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της αξιολόγησης να μεταφερθεί στο μέσον του ευρωπαϊκού εκλογικού κύκλου. Και τα διαπραγματευτικά μας όπλα, εξ αυτού του λόγου, να είναι ισχυρότερα. Ένα game of chicken δηλαδή, όπως το 2015.

Και στο εσωτερικό, όμως, έχασαν τη μάχη των εντυπώσεων. Ουδείς, πλέον, παραμυθιάζεται από την τακτική της δήθεν σκληρής διαπραγμάτευσης. Ακόμη χειρότερα, όλοι προεξοφλούν ότι το κλείσιμο της διαπραγμάτευσης ΣΥΡΙΖΑ θα σημάνει νέα εξοντωτικά μέτρα. Οι κόκκινες γραμμές, ήδη, πέφτουν σαν τραπουλόχαρτα. Όπως το αφορολόγητο και η προνομοθέτηση μέτρων 3,6 δις. Ακόμη και ο Φίλης τους κατηγορεί ότι καμιά από τις εκτιμήσεις τους για την αξιολόγηση δεν επιβεβαιώθηκε, και ότι ταξιδεύουνε αμέριμνοι.

Εν τω μεταξύ, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν πάρει την ανηφόρα. Δηλαδή οι κερδοσκόποι οργιάζουν εις βάρος της χώρας. Τις τελευταίες 45 ημέρες είχαμε εκροή 2,5 δις από τις ελληνικές τράπεζες, παρά τα capital controls. Το Grexit ξαναμπήκε στο τραπέζι. Και η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση απομακρύνθηκε.

Η κυβέρνηση, και δυστυχώς η χώρα, είναι και πάλι στη γωνία χωρίς επιλογές. Καθυστέρησε, επιδείνωσε τη θέση της, και το ελληνικό πρόβλημα υποτροπίασε. Με αποτἐλεσμα να αρχίσει η διακίνηση διαφόρων απονενοημένων σεναρίων περί νέου δημοψηφίσματος και δραχμής. Που τα τεστάρουν διάφοροι μαξιμιλιανοί. Επειδή, όμως, ο πρωθυπουργός έχει ένστικτο πολιτικής αυτοσυντήρησης θα κλείσει τη διαπραγμάτευση ἐστω και με κόστος. Γιατί κατανοεί ότι στις δημοκρατίες μπορεί να μην υπάρχουν γουναράδικα, αλλά υπάρχουν γουνάκια.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ανοχύρωτη χώρα

Ανοχύρωτη χώρα

Τα τελευταία χρόνια είμαστε μάρτυρες κατακλυσμικών αλλαγών στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Σε όλα τα επίπεδα. Αλλαγές που απειλούν να εκτροχιάσουν το ευρωπαικό εγχείρημα. Η κρίση του ευρώ, το Brexit, το προσφυγικό-μεταναστευτικό, και η τρομοκρατία δοκιμάζουν τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις αντοχές των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών.
Η άνοδος των άκρων και του λαϊκισμού παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις.
Στα σύνορα της Ευρώπης, μία εθνικιστική και ολοένα πιο επιθετική Ρωσία καταφεύγει στην απειλή ή τη χρήση βίας για να επαναοριοθετήσει σφαίρες επιρροής. Την ίδια ώρα που ο Τραμπ στέλνει μηνύματα χαλάρωσης των παραδοσιακών ευρωατλαντικών δεσμών και θεσμών. Αίφνης, η σύζευξη ελευθερίας, ειρήνης, και ευημερίας, το μεγάλο κεκτημένο του ευρωπαϊκού εγχειρήματος δεν θεωρείται πια αυταπόδεικτο αξίωμα.
Πέρα από τις αδυναμίες της νομισματικής ένωσης, που ανέδειξε η οικονομική κρίση, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΕΕ είναι απότοκα ευρύτερων πλανητικών εξελίξεων. Η παγκοσμιοποίηση άνοιξε νέους ορίζοντες ανάπτυξης και ευημερίας με την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, κεφαλαίου, και ανθρώπινου δυναμικού. Αλλά όξυνε τις ανισότητες ανάμεσα στα κράτη και μέσα στους κόλπους των κρατών. Η επανάσταση των νέων τεχνολογιών (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική, βιοτεχνολογία, γενετική, ρομποτική, νανοτεχνολογία), έφερε σαρωτικές αλλαγές στην παραγωγή. Ειδικότερα, η σύγκλιση των τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής μετέβαλε δραστικά τον ίδιο τον πυρήνα της παραγωγής και της διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών. Δημιουργώντας ένα ανθρωποχωροχρονικό συνεχές δικτύων για τις εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές. Αλλά και στην επικοινωνία των ανθρώπων. Αυτό το παγκοσμιοποιημένο και υψηλά εκτεχνικευμένο περιβάλλον οδηγεί σε κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Νέοι τρόποι παραγωγής απαιτούν νέες δεξιότητες και δημιουργούν ανισότητες και ανακατανομή των προνομιούχων και μη προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων.
Πολεμικές και εμφύλιες συρράξεις δημιουργούν νέα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα προς τις δυτικές κοινωνίες. Το παλιό πλαίσιο θρυμματίζεται από την αδυναμία του να ανταποκριθεί σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο.
Όλες αυτές οι εξελίξεις δημιουργούν ανασφάλεια στους πολίτες και επιβαρύνουν αυτό που ο Putnam ονόμασε κοινωνικοψυχολογικό σύστημα.
Σ᾽αυτό το περιβάλλον, οι σειρήνες του λαϊκισμού και των άκρων επιτείνουν την ξενοφοβία, απονομιμοποιούν τη δημοκρατία και οδηγούν στην αναδίπλωση και στη περιχαράκωση στο κράτος έθνος.
Σε πλανητικό επίπεδο η συμπεριφορά της Ρωσίας και της Κίνας αλλά και η ρητορική του Τραμπ φαίνεται να παραπέμπουν σε επιστροφή στο σύστημα ισορροπίας των μεγάλων δυνάμεων. Για το ευρωπαϊκό εγχείρημα, που αναπτύχθηκε στο θερμοκήπιο της προστασίας των ΗΠΑ, η νέα μορφή της ευρωατλαντικής συνεργασίας θα είναι καθοριστική.
Σ᾽αυτό το περιβάλλον η κυβέρνησή μας, αντί να θωρακίσει τη χώρα κλείνοντας εγκαίρως την αξιολόγηση πορεύεται χωρίς πυξίδα. Ξοδεύει πολύτιμο χρόνο, διαβάζει λάθος τους διεθνείς συσχετισμούς, και αναλώνεται σε στείρους λεονταρισμούς εναντίον του Σόιμπλε και του ΔΝΤ. Κοινώς, αφήνει τη χώρα ανοχύρωτη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χωρίς σχέδιο

Χωρίς σχέδιο

Ο Πρωθυπουργός, πριν από λίγο καιρό, έκανε έναν ανασχηματισμό για να επισπεύσει, κυρίως, το κλείσιμο της αξιολόγησης. Απομακρύνοντας από την κυβέρνηση τους υπουργούς που είτε αδρανούσαν είτε κωλλυσιεργούσαν σε κρίσιμους τομείς. Η άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης παρουσιαζόταν από τον Πρωθυπουργό και τον υπουργό των Οικονομικών ως άμεση προτεραιότητα. Και ορθώς. Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης διέλυε τα σύννεφα της αβεβαιότητας και μας οδηγούσε στην ευεργετική ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι.

Αίφνης όλα άλλαξαν. Ο Πρωθυπουργός, προφανώς υπο το βάρος της ραγδαίας δημοσκοπικής του κατάρρευσης, έστησε ένα σκηνικό διπλής κρίσης με εταίρους και δανειστές. Η πρώτη για το βοήθημα στους συνταξιούχους. Η κυβέρνηση γνώριζε ότι η αιφνίδια ανακοίνωση των παροχών, χωρίς συνενόηση, θα προκαλούσε την αντίδραση των δανειστών. Ανυπόφορο να το δεχθεί κανείς αλλά αυτή είναι η ζωή υπό επιτροπείαν. Στην οποία μας βύθισε πιο βαθιά ο κ. Τσίπρας, τον Ιανουάριο του 2015, με την ανατροπή της κυβέρνησης και την δική του υπογραφή σε ένα μνημόνιο με επαχθείς όρους. Ο κ. Τσίπρας μπορεί τελικά να ξεπεράσει τις υπερβολικές, είναι η αλήθεια, αντιδράσεις των δανειστών. Αφού έχει όμως πρώτα διακινδυνεύσει το πάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους που είχαν αποφασιστεί στο Eurogroup. Και αφού έχει επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον της ευρύτερης διαπραγμάτευσης. Που αφορά στην αξιολόγηση και τα μέτρα που έρχονται μαζί με τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στα οποία συμφώνησε η κυβέρνηση.

Το πρόβλημα είναι ότι, παρά το τσάι και τη συμπάθεια που προσέφεραν οι ευρωσοσιαλιστές στον Πρωθυπουργό, την απόφαση θα πάρουν ο Σόιμπλε και το ΔΝΤ. Αυτοί, δηλαδή, που στοχοποίησε ο Πρωθυπουργός. Η Μέρκελ τον παρέπεμψε ήδη στούς θεσμούς πριν τη συνάντησή τους. Και αφού, προηγουμένως, εξαπέλυσε μύδρους εναντίον της κυβέρνησης για τον χειρισμό του Προσφυγικού/Μεταναστευτικού.

Ο κ. Τσίπρας κάνει ένα ριμέικ του 2015 με τη διαφορά ότι οι συσχετισμοί είναι ακόμη πιο αρνητικοί εις βάρος της χώρας. Το ελληνικό πρόβλημα έχει πλέον κουράσει και η Γερμανία μπαίνει σε προεκλογική περίοδο.

Μόνο ο ίδιος γνωρίζει τι έχει στο μυαλό του. Κατά μιαν εκδοχή έκανε έναν αντιπερισπασμό παροχών δημιουργώντας ένα προπέτασμα καπνού. Για να κρύψει τα μέτρα που έρχονται και το μνημόνιο διαρκείας στο οποίο έχει ουσιαστικά βάλει τη χώρα. Στη δεύτερη εκδοχή ο Πρωθυπουργός ετοιμάζεται να αποδράσει με εκλογές. Επενδύοντας στον ευρωσκεπτικισμό που φουντώνει προσπαθεί να επαναφέρει τη διαιρετική τομή που έφερε στην κοινωνία το δημοψήφισμα, προκειμένου να αποδράσει αποφεύγοντας τη συντριβή. Να στερήσει στη ΝΔ την αυτοδυναμία και να παραμείνει, ελέω απλής αναλογικής, παράγων στα πολιτικά πράγματα. Παιχνίδια χωρίς σχέδιο εις βάρος της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τα δυο χρόνια της απώλειας

Τα δυο χρόνια της απώλειας

Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι, μετά από δυο χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η χώρα βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρισκόταν τον Δεκέμβριο του 2014. Είναι σαν να πάγωσε ο χρόνος και η σημερινή κυβέρνηση να ετοιμάζεται να πανηγυρίσει το success story που λοιδορούσε πριν από δυο χρόνια. Το κλείσιμο της αξιολόγησης, δηλαδή, την ελάφρυνση του χρέους, και τη προληπτική πιστοληπτική γραμμή.

Ακόμη, όμως, και αν όλα αυτά συμβούν η χώρα θα φτάσει στον ενδιάμεσο αυτό σταθμό όχι με απλή καθυστέρηση, αλλά μετά από έναν επώδυνο και δαπανηρό εκτροχιασμό. Που λίγο έλειψε να αποβεί μοιραίος για τη χώρα. Οδηγώντας την εκτός ευρωζώνης. Για να αποκατασταθεί η ομαλή τροχιά δαπανήθηκε χρόνος και δυνάμεις. Και οι πολίτες επιβαρύνθηκαν με ένα επιπλέον χρέος 86 δις.

Το Δεκέμβριο του 2014 η χώρα, πράγματι, βρέθηκε μια ανάσα από την επιστροφή στη κανονικότητα. Εκκρεμούσε το κλείσιμο της αξιολόγησης συνδεδεμένο, στην χειρότερη εκδοχή, με δυο δις μέτρα. Και με βάση τη συμφωνία του Eurogroup του 2012, έχοντας πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα, η χώρα μπορούσε να αρχίσει τη διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους. Μια ελάφρυνση που σε αδρές γραμμές περιελάμβανε τη μείωση των επιτοκίων και την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής. Η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα έδειχνε σημεία ανάκαμψης. Όπως και οι εξαγωγές και οι επενδύσεις.

Αυτή η συντεταγμένη επιστροφή στη κανονικότητα αρχικά υπονομεύθηκε και τελικά ανακόπηκε άκριτα από την τότε αντιπολίτευση. Μετά την ανάληψη της εξουσίας, οι εξωπραγματικές θέσεις της για το σχίσιμο των μνημονίων και τη μονομερή διαγραφή του χρέους οδήγησαν σε μια καταστροφική διαπραγμάτευση και ένα τρίτο μνημόνιο ύψους 86 δις. Εν τω μεταξύ, όμως, οι τράπεζες κατέρρευσαν. Αναγκάστηκαν σε νέα κεφαλαιοποίηση, και τελικά πέρασαν σε ξένα χέρια. Τα capital controls έφεραν ασφυξία στην αγορά, οι επενδυτές εγκατέλειψαν τη χώρα, και το χρηματιστήριο κατέρρευσε. Για να ισορροπήσουμε και πάλι μετά από αυτή την περιδίνηση δαπανήσαμε χρόνο, δυνάμει και κεφάλαιο. Μειώθηκε επιπλέον το ΑΕΠ, και αυξήθηκε ο δανεισμός της χώρας μέσα από ένα τρίτο μνημόνιο.

Η επιστροφή στα δεδομένα του 2014 έγινε με πολύ βαρύ τίμημα. Οι δείκτες ισχύος της χώρας επιδεινώθηκαν δραματικά με αποτέλεσμα στα οικονομικά προβλήματα να προστεθούν και οι εθνικοί κίνδυνοι. Η αποδυνάμωση της χώρας πυροδότησε τις αναθεωρητικές ορέξεις των γειτόνων μας. Στα δυο χρόνια που μεσολάβησαν οι συνθήκες σε Ευρώπη και Αμερική άλλαξαν. Προς το χειρότερο. Όλα αυτά έχουν κάνει την επίτευξη συμφωνίας δυσχερέστερη, τα μέτρα βαρύτερα, και το βαθμό αβεβαιότητας για το αποτέλεσμα μεγαλύτερο. Η κυβέρνηση δεν έχασε απλώς δυο χρόνια. Προξένησε ζημιά στη χώρα και την εξέθεσε σε πολλαπλούς κινδύνους. Και γι’ αυτό η ευθύνη της είναι ακόμη βαρύτερη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Μαδούρο

Μαδούρο

Η χώρα βολοδέρνει. Με μια κυβέρνηση εγκλωβισμένη στην υλοποίηση ενός προγράμματος που υπέγραψε αλλά δεν πιστεύει. Οι ιδεοληψίες της καταστρέφουν ότι απέμεινε από την οικονομική δραστηριότητα. Ιδεολογία και ψηφοθηρία της απαγορεύουν να προχωρήσει σε περικοπή δαπανών και σε ένα γενναίο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Έτσι αυξάνουν συνεχώς τους φόρους διαλύοντας το επιχειρείν και οδηγώντας την κοινωνία στη φτωχοποίηση. Η χώρα βυθίζεται σε ένα φαύλο κύκλο ύφεσης, ανεργίας και φόρων.

Η ζημιά στην οικονομία είναι μεγάλη και η κληρονομιά που αφήνει πίσω της κυβέρνηση είναι στη κυριολεξία καμένη γη.

Ακόμη, όμως, κι αν τα τείχη της οικονομικής μας δυσανεξίας μπορεί να ξεπεραστούν, η ζημιά που κάνει η κυβέρνηση στο θεσμικό οικοδόμημα της δημοκρατίας είναι πολύ πιο σοβαρή. Οι ωμές παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη, και οι απέλπιδες προσπάθειες να χειραγωγήσει την πληροφόρηση, και τα απομεινάρια του τραπεζικού συστήματος, οδηγούν σε θεσμικό κατήφορο. Για πρώτη φορά από το 1974, όπως επεσήμανε ο αρχηγός της ΝΔ από τη ΔΕΘ, τίθεται ζήτημα ποιότητας της δημοκρατίας μας.

Χειρίζονται όλα τα θεσμικά ζητήματα με καθεστωτική νοοτροπία και μοναδική επιδίωξη την παραμονή τους στην εξουσία. Το έκαναν με την αλλαγή του εκλογικού νόμου. Η πολιτική τους δεν είχε τίποτα το μεταρρυθμιστικό. Ούτε οι μεγάλες περιφέρειες έσπασαν ούτε άλλαξε ο τρόπος εκλογής των βουλευτών. Έφεραν την απλή αναλογική με μοναδικό στόχο να δυσκολέψουν τη πορεία της ΝΔ προς την εξουσία. Τι κι αν το αντίτιμο μπορεί να είναι η ακυβερνησία και το βάθεμα της κρίσης. Αρκεί να παραμείνουν ρυθμιστές σ´ένα κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο. Ο ανομολόγητος στόχος τους ήταν η πολιτική τους επιβίωση.

Χειρίστηκαν τη συνταγματική αναθεώρηση, τη κορυφαία πολιτειακή διαδικασία, με τρόπο πρόχειρο και καιροσκοπικό. Προτείνοντας ένα σύμφυρμα ευκαιριακών και επιπόλαιων μεταβολών. Μόνο και μόνο για να αλλάξουν τη πολιτική ατζέντα.

Στο τομέα της πληροφόρησης έστησαν μια διαδικασία καζίνο για τις τηλεοπτικές άδειες. Με τον αντισυνταγματικό εξοβελισμό του ΕΣΡ, τον αυθαίρετο περιορισμό του αριθμού των αδειών, και τον Πρωθυπουργό να προδικάζει δημόσια την απόφαση του ΣΤΕ. Καμιά ασφαλιστική δικλείδα για την ποιότητα και την ανεξαρτησία της ενημέρωσης. Μια διαδικασία που παραπέμπει σε καθεστώτα ολοκληρωτικού τύπου.

Η εξαχρείωση του δημόσιου διαλόγου και ο ευτελισμός του Κοινοβουλίου έχουν πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις. Οι συνεχείς πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, και τα πολυσέλιδα νομοσχέδια-κουρελού έχουν μετατρέψει την κοινοβουλευτική διαδικασία σε απλή διεκπεραίωση.

Η ανοχή της κυβέρνησης στους μπαχαλάκηδες και τους καταληψίες, στη παραβατικότητα και την ανομία, διαποτίζει τη κοινωνία και διαβρώνει το κράτος δικαίου.

Στο λυκόφως της εξουσίας της, η κυβέρνηση συμπεριφέρεται τριτοκοσμικά μετατρέποντας τα πολιτικά της αδιέξοδα σε θεσμικά και εθνικά αδιέξοδα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”