Η τελευταία πράξη στη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ

Η τελευταία πράξη στη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ

Η τελευταία φάση της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μοιάζει με την τελευταία πράξη μιας όπερας μπούφα. Το τέλος είναι αργόσυρτο με δραματικά αλλά και κωμικά στοιχεία. Η κυβέρνηση φτάνει σε ένα δραματικό φινάλε με την ψήφιση μιας κακής συμφωνίας για ένα εθνικό θέμα. Την ίδια ώρα που αποσυντίθεται με κωμικό τρόπο.

Είτε με προσυμφωνημένη ρήξη είτε με βελούδινο διαζύγιο, ολοκληρώνεται η κυνική συμπόρευση και συγκυβέρνηση δυο ετερόκλητων εταίρων. Η λυκοφυλία της εξουσίας αντικαθίσταται τώρα από την αποστασιοποίηση για την πολιτική επιβίωση. Η εποχή που ο κ. Τσίπρας έσφαζε στην ποδιά του Καμμένου τα αριστερά παλληκάρια, όπως τον Φίλη και τον Κοτζιά, παρήλθε. Η χρησιμότητα του Καμμένου για την «πρώτη φορά αριστερά» ολοκληρώθηκε. Όταν στην πολιτική σου απονέμουν τα εύσημα, όπως έκανε ο κ. Τσίπρας για τον Καμμένο στην προχθεσινή του συνέντευξη, σημαίνει ότι έχεις τελειώσει. Στην επόμενη συνέντευξη ο κ. Τσίπρας θα συμπεριλάβει τον Καμμένο στα mea culpa του μαζί με τον Βαρουφάκη.

Αυτό που απομένει να διαπιστώσουμε είναι πόσο καλά σκηνοθετημένη είναι η τελευταία πράξη. Γιατί «προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται». Από την τελευταία πράξη θα φανεί αν ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ θα πάνε σε τακτική υποχώρηση ή σε άτακτη συντριβή στις επερχόμενες εκλογές. Θα φανεί αν οι συγκεκαλυμένες απειλές και προειδοποιήσεις που εκτοξεύονται εκατέρωθεν είναι αληθινές ή σικέ.

Στην πραγματικότητα, η στρατηγική και των δυο πλευρών αχνοφαίνεται ήδη και έχει ένα κοινό στοιχείο. Και οι δυο πλευρές χρειάζονται χρόνο. Να απολυμανθούν από τη «μιαρή συμβίωση» και να επανέλθουν στη φυσική τους πολιτική κοίτη και δεξαμενή ψηφοφόρων. Και οι δυο έχουν αρχίσει να στοχεύουν προς αυτή την κατεύθυνση. Στο νέο σποτάκι των ΑΝΕΛ που διέρρευσε ο Καμμένος, το τραινάκι και ο γύψος έχουν δώσει τη θέση τους σε μια κόκκινη γραμμή. Το μήνυμα είναι προφανές. Όσο μπορούσε νουθετούσε τον Αλέξη. Όταν ο Αλέξης ξεπέρασε τα εσκαμμένα, ιδίως στο εθνικό θέμα του Μακεδονικού, τράβηξε την κόκκινη γραμμή. Από την άλλη πλευρά, ο κ. Τσίπρας θα παραστεί και θα μιλήσει σε σύναξη των κεντροαριστερών φυλών, όλων των αποχρώσεων, για τη συμφωνία των Πρεσπών. Ο Καμμένος στρέφεται στα δεξιά του με εθνικιστικούς τόνους για να διασωθεί, ενώ ο κ. Τσίπρας στρέφεται στα αριστερά του προσπαθώντας να συμπήξει ένα κεντροαριστερό μέτωπο.

Θα πάμε λοιπόν, όπως φαίνεται, σε ένα προσυμφωνημένο και αργόσυρτο διαζύγιο που θα δώσει χρόνο και στις δυο πλευρές να απευθυνθούν στα ακροατήριά τους για να διασωθούν πολιτικά.

Η κυβέρνηση φαίνεται να διαθέτει τον απαιτούμενο αριθμό βουλευτών για να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης αν το ζητήσει και να επιβιώσει μιας πρότασης δυσπιστίας εφόσον την προκαλέσει η αντιπολίτευση. Θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές σε χρόνο που θα κρίνει κομματικά ωφέλιμο. Μέχρι τότε θα έχουμε κυβέρνηση μειοψηφίας, πολιτικά απονομιμοποιημένη, αλλά συνταγματικά καλυμμένη. Η παράταση της παραμονής της στην εξουσία λειτουργεί εις βάρος της χώρας αλλά οι της κυβέρνησης θεωρούν ότι λειτουργεί υπέρ τους. Στο τέλος και αυτής της τελευταίας θεατρικής πράξης θα διαπιστώσουν ότι δεν θα υπάρξει χειροκρότημα, παρά μόνον η πολιτική συντριβή.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η αρχή του τέλους

Η αρχή του τέλους

Η πολιτική είναι, σε μεγάλο βαθμό, διαχείριση συμβόλων. Η πολιτική ζημιά που υπέστη ο Πρωθυπουργός από την αποπομπή του υπουργού των Εξωτερικών είναι μη αναστρέψιμη. Στην πολιτική το λάθος συγχωρείται, αλλά όχι η πολιτική αδυναμία. Η υποχώρηση στα τερτίπια του μικρού κυβερνητικού εταίρου συρρικνώνει την εικόνα του Πρωθυπουργού και τον απομειώνει στο συλλογικό υποσυνείδητο.

Πόσω μάλλον όταν αυτό συμβαίνει κατ’ εξακολούθηση, και αφορά και πολιτικές και πρόσωπα. Και όταν μάλιστα τα δυο από αυτά τα πρόσωπα, οι κ. Φίλης και Κοτζιάς, ήταν σημαίνοντες υπουργοί της κυβέρνησης. Και ίσως οι μόνοι που, αν μη τι άλλο, είχαν δείξει στην κυβερνητική τους θητεία μια ιδεολογική και πολιτική συνέπεια με την αριστερή προέλευση του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο δε υπουργός των Εξωτερικών ήταν ο αρχιτέκτονας της μόνης μη μνημονιακής παραγωγής πολιτικής της αριστερής κυβέρνησης, της συμφωνίας των Πρεσπών. Την οποία ο Πρωθυπουργός ανέδειξε ως μείζονα επιτυχία του. Και τα παπαγαλάκια της κυβέρνησης έχτιζαν πάνω σ’ αυτή ένα δυσθεόρητο διεθνές προφίλ του που έφτανε μέχρι τη διεκδίκηση του βραβείου Νομπέλ.

Πώς αποπέμπεις τον αρχιτέκτονα αυτής της συμφωνίας και κρατάς τον πολέμιο της συμφωνίας είναι ένα ερώτημα. Που θα πρέπει να απαντήσει ο Πρωθυπουργός. Φοβούμαι, όμως, ότι την απάντηση την έχει δώσει αντ’ αυτού ο κ. Καμμένος. Με το προεκλογικό σποτ των ΑΝΕΛ για τον μικρό Αλέξη. Είναι μια εικόνα που ο μικρός κυβερνητικός εταίρος έχει κατορθώσει να επιβάλει στην κοινή γνώμη. Του πολιτικού πατερναλισμού έναντι ενός άπειρου νέου πολιτικού που στο βωμό της εξουσίας είναι διατεθειμένος να θυσιάσει τα πάντα. Φτάνοντας να γράφει με το δεξί.

Ο κ. Τσίπρας συνέπηξε μια ανίερη και κυνική συμμαχία με έναν ετερόκλητο πολιτικό εταίρο. Η συμμαχία αυτή μπορεί να ήταν πολιτικά ανεκτή όσο παρέμενε ειδικού σκοπού. Για την έξοδο από το Μνημόνιο, όπως έλεγε η κυβέρνηση. Από τη στιγμή που μετατράπηκε σε κυνικό εξουσιαστικό συνεταιρισμό έγινε θηλιά στον λαιμό του κ. Τσίπρα.

Κονιορτοποιεί το υποτιθέμενο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς και αμαυρώνει την εικόνα του κ. Τσίπρα. Η ασύδοτη λειτουργία και τα καμώματα του κ. Καμμένου έχουν έναν και μόνο στόχο, την πολιτική του επιβίωση. Αυτή η προσπάθεια, πλέον, δεν γίνεται μόνον εις βάρος της κυβέρνησης, αλλά και εις βάρος του κ. Τσίπρα προσωπικά. Οπως βυθίζεται πολιτικά ο κ. Καμμένος συμπαρασύρει μαζί του στο βυθό και τον κ. Τσίπρα. Στην πολιτική, συνήθως, την ύβριν ακολουθεί η νέμεσις.

Η θεσμική καχεξία και η θεσμική ασυνέχεια κάνουν την πολιτική στον τόπο μας προσωποκεντρική. Ο λαός αναζητά ηγέτες χαρισματικούς, πατερούληδες. Πολλές φορές πλάθει με τη φαντασία του μύθους. Τις περισσότερες φορές η απομυθοποίηση έρχεται ραγδαία και η πτώση με πάταγο. Οταν δύσει το άστρο του εκάστοτε πρωθυπουργού έρχεται και το τέλος της κυβέρνησης. Ο κ. Καμμένος αποδομεί και απομυθοποιεί τον κ. Τσίπρα σπρώχνοντας το άστρο του στη δύση και την κυβέρνησή του στην έξοδο.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το σύνδρομο της Μάνδρας

Το σύνδρομο της Μάνδρας

Οταν πολιτεύεσαι με στόχο τον αντίπαλο και όχι τα προβλήματα της χώρας, τότε θα πέσεις από το σύνδρομο της Μάνδρας. Κατά την προσφιλή της τακτική, η κυβέρνηση φόρτωσε την προηγούμενη φονική πλημμύρα στους προηγούμενους. Και μετά ήρθε η επόμενη πλημμύρα και την ξεγύμνωσε. Η κυβέρνηση μας είπε ότι τα αντιπλημμυρικά έργα προχωράνε, αλλά δεν έχουν ακόμη αρχίσει. Είμαστε ακόμη στη χαρτούρα δηλαδή.
Η αλήθεια είναι ότι η δαιμονοποίηση των πολιτικών αντιπάλων, στο τοξικό περιβάλλον της κρίσης, έκανε τον ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα διαμαρτυρίας κυβέρνηση. Του επέτρεψε ακόμη να απορροφήσει και τους κραδασμούς της σύγκρουσης με την πραγματικότητα. Η «πρώτη φορά Αριστερά», τον Σεπτέμβριο του 2015, κέρδισε μια δεύτερη ευκαιρία. Αυτό όμως που δεν κατάλαβαν στην κυβέρνηση είναι ότι το 2015 η κοινωνία έκλεισε τους λογαριασμούς της με τους προηγούμενους και άνοιξε λογαριασμούς με τους επόμενους.
Στην επόμενη εκλογική στροφή αυτή που θα κριθεί είναι η σημερινή κυβέρνηση για τα πεπραγμένα της, όχι οι προηγούμενοι. Επειτα από οκτώ χρόνια ύφεσης και περικοπών και μια γεμάτη τετραετία ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ η οικονομία θα κρίνει τις εκλογές. Και όταν ο Κλίντον έλεγε την περίφημη ατάκα για την οικονομία εννοούσε την τσέπη του φορολογούμενου. Κι εκεί τα πράγματα ζορίζουν. Γιατί αυτό που θα κριθεί δεν είναι τι οδήγησε στην κρίση, ούτε το πρώτο, ούτε το δεύτερο Μνημόνιο. Αυτά κρίθηκαν. Αυτό που θα κριθεί είναι το Μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως τι άλλαξε στα τέσσερα χρόνια αριστερής διακυβέρνησης στην τσέπη του πολίτη. Ο Πρωθυπουργός μπορεί να πανηγυρίζει την έξοδο από το τρίτο Μνημόνιο και να βαφτίζει το τέταρτο εποπτεία. Οι άδειες τσέπες όμως είναι αυτές που θα καθορίσουν με τι θα γεμίσουν οι ψηφοφόροι τις κάλπες. Και φαίνεται ότι στην κυβέρνηση άρχισαν να καταλαβαίνουν τι τους έρχεται.
Σε όλους τους τομείς του κυβερνητικού έργου η κυβέρνηση πολιτεύτηκε όπως στη Μάνδρα. Οταν τέλειωσε με την καταγγελία των προηγούμενων τα έκανε μούσκεμα με ό,τι καταπιάστηκε. Στο Σκοπιανό η συμφωνία έφερε τριγμούς στη συγκυβέρνηση και οι βουλευτές της συμπολίτευσης από τη Λαμία και πάνω δυσκολεύονται. Αντί για Νομπέλ προς το παρόν πέφτει γιούχα. Η γιούχα, όμως, φέρνει πανικό. Και ο πανικός είναι κακός σύμβουλος. Ηδη βλέπουμε τα πρώτα σημάδια. Από το Ζάππειο ο Πρωθυπουργός ανήγγειλε ότι μετά τα Μνημόνια αρχίζει η κάθαρση, δηλαδή νέος γύρος σκανδαλολογίας. Και από το Λονδίνο μάς είπε ότι η κυβέρνηση είναι πολύ σκληρή για να πεθάνει. Στην Αθήνα είχαν ήδη αρχίσει τις θεωρίες για τη νέα αποστασία. Από τις μεγάλες επιτυχίες το ρίξανε στις μεγάλες συνωμοσίες.
Οσο η «πρώτη φορά Αριστερά» βλέπει το τέλος να πλησιάζει, τόσο θα εκτρέπεται σε καθεστωτικές πρακτικές. Την κρίση για τα πεπραγμένα της όμως δεν θα μπορέσει να την αποφύγει.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Κακή συμφωνία

Κακή συμφωνία

Το ιδεολογικό υπόβαθρο της κυβέρνησης και ο μικροκομματικός τρόπος που χειρίστηκε τη διαπραγμάτευση προϊδέαζαν για το αποτέλεσμα. Ιστορικά, στη διαχείριση του εθνικού θέματος της Μακεδονίας, η Αριστερά δεν έχει δάφνες να επιδείξει. Το ίδιο συμβαίνει και με τη συμφωνία στην οποία κατέληξε για το Σκοπιανό. Το πρώτον και μείζον πρόβλημα της συμφωνίας είναι η άνευ όρων παράδοση στο θέμα της γλώσσας και της εθνότητας. Oι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας θα είναι Μακεδόνες που θα ομιλούν τη μακεδονική γλώσσα. Πράγμα που συνιστά τον πυρήνα του σκοπιανού αλυτρωτικού ιδεολογήματος του «μακεδονισμού». Αναμφίβολα, η αλλαγή συνταγματικής ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό, η αλλαγή του Συντάγματος και το erga omnes είναι θετικά στοιχεία. Αλλά και το erga omnes φαίνεται να μην ισχύει απολύτως.

Το δεύτερο σημαντικό πρόβλημα της συμφωνίας είναι ο σπονδυλωτός της χαρακτήρας. Ιδιαίτερα, η υποστήριξη από ελληνικής πλευράς της πρόσκλησης ένταξης της γειτονικής χώρας σε Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ με ανοιχτές τις εκκρεμότητες της συμφωνίας. Είναι κατανοητό ότι αυτό γίνεται για να διευκολύνει τις διαδικασίες κύρωσης και δημοψηφίσματος από την άλλη πλευρά. Ωστόσο, οι διαδικασίες αυτές γεννούν έννομα δικαιώματα και δημιουργούν de facto καταστάσεις που μπορεί να είναι μη αναστρέψιμες στην περίπτωση που τελικά η διαδικασία ναυαγήσει.

Τρίτον, πολλά ζητήματα αναφύονται σχετικά με τα προϊόντα προέλευσης και τα εμπορικά σήματα των μακεδονικών μας προϊόντων που παραπέμπονται προς διευθέτηση σε μελλοντικό χρόνο.

Τέταρτον, το εσωτερικό μέτωπο, με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης, είναι διαιρεμένο και οδηγείται σε μια διχαστική αντιπαράθεση που θα αποβεί επιζήμια για τον τόπο. Η κυβέρνηση εξαρχής χειρίστηκε το θέμα στη βάση ενός ισολογισμού κόστους-οφέλους μικροκομματικής και όχι εθνικής στόχευσης. Η κυβέρνηση προσπάθησε να διχάσει την αντιπολίτευση, όταν η ίδια αντιπαρέρχεται με κυνικό τρόπο τον διχασμό στο εσωτερικό της. Η κυβέρνηση έχει συνολική ευθύνη για τη συμφωνία την οποία δεν μπορεί να αποφύγει ο κύριος Καμμένος όσα τερτίπια και αν σκαρφιστεί. Η στάση του θα έπρεπε σε μια ευνομούμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία να είχε οδηγήσει στην αυτόματη αποπομπή του από την κυβέρνηση.

Εάν η κυβέρνηση είχε συγκροτήσει ένα εθνικό μέτωπο διαπραγμάτευσης ή εάν, έστω, διαβουλευόταν τακτικά με την αντιπολίτευση, θα είχε οδηγηθεί σε καλύτερο αποτέλεσμα. Κυρίως, όσον αφορά στο θέμα της εθνότητας και της γλώσσας που θα είχαν καταστήσει τον συμβιβασμό αποδεκτό.

Ούτως ειπείν, πρέπει τώρα με νηφαλιότητα και ιστορική ευθύνη να ζυγίσουμε το εθνικό συμφέρον. Η Ελλάδα έχει συμφέρον να ενσωματωθεί η περιοχή των δυτικών Βαλκανίων στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Να υπάρξει ένα ανάχωμα στους βαλκανικούς μεγαλοιδεατισμούς, τα μουσουλμανικά τόξα, τις επιδιώξεις για μεγάλη Αλβανία. Να υπάρξει ανάσχεση της τουρκικής επιρροής και του διαίρει και βασίλευε της αναθεωρητικής ρωσικής πολιτικής. Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουν οι πολιτικές δυνάμεις είναι αν τα θετικά στοιχεία αυτής της προοπτικής υποσκελίζουν τα μελανά σημεία μιας κακής συμφωνίας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το μάθημα

Το μάθημα

Η ωρίμανση και η εκπαίδευση του ΣΥΡΙΖΑ κόστισαν στη χώρα γύρω στα 100 δισ. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι ήταν μία χρήσιμη εμπειρία. Γιατί σήμανε το τέλος των ψευδαισθήσεων για ένα τμήμα της κοινωνίας. Ότι, δηλαδή, δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα και ότι το μοντέλο της ευημερίας με δανεικά χρεοκόπησε οριστικά. Υπ’ αυτήν την έννοια, η σύγκρουση και, τελικά, η υποταγή του λαϊκισμού στην πραγματικότητα και την αλήθεια ήταν πολλαπλά επωφελής και για την κοινωνία αλλά και για το πολιτικό σύστημα.

Αυτό, πράγματι, φαίνεται να ισχύει σε μια πρώτη ανάγνωση. Μια δεύτερη ανάγνωση, όμως, των επιπτώσεων της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ φανερώνει ότι το κέρδος του προφανούς γίνεται με τεράστια ζημία για τη χώρα. Και δεν χρειάζεται κανείς να εστιάσει στις παρενέργειες από την καταστροφική πολιτική της κυβέρνησης στον ευαίσθητο χώρο της παιδείας ή του νόμου και της τάξης.

Ο κατ’ εξοχήν πυρήνας της κρίσης, η οικονομία, εξακολουθεί να πληρώνει τις συνέπειες της πολιτικής της κυβέρνησης. Η χώρα έχει υπογράψει επιπρόσθετα και οδυνηρά μέτρα για το 2019 και το 2020, θα τελεί υπό εποπτεία μέχρι το 2060 και έχει υποθηκεύσει την περιουσία της για 99 χρόνια. Το τραπεζικό της σύστημα λειτουργεί ακόμη με capital controls και αδυνατεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης της οικονομίας. Οι ιδιωτικοποιήσεις καρκινοβατούν, ενώ η κυβέρνηση ουδεμία εμπιστοσύνη αποπνέει για την προσέλκυση επενδύσεων.

Η κυβέρνηση, χωρίς κανένα σχέδιο για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού, διαλύει και ό,τι έχει απομείνει. Η υπερφορολόγηση και οι δυσβάστακτες ασφαλιστικές εισφορές αποτελειώνουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Η ραχοκοκαλιά της ελληνικής κοινωνίας φτωχοποιείται. Το πιο παραγωγικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας συνθλίβεται και αδρανοποιείται. Η κυβέρνηση κάνει ένα συνειδητό κοινωνικό μετασχηματισμό. Στραγγίζει τα αποθέματα των μεσαίων στρωμάτων για να δημιουργήσει υπερπλεονάσματα, που τα διανέμει ως ψιχία σε ανέργους και μη έχοντες. Μαζεύει φόρους για να μοιράσει επιδόματα. Αντί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, αντί να παραγάγει πλούτο, αρκείται σε μια ανακατανομή του εθνικού προϊόντος που ολοένα και συρρικνώνεται.

Την ίδια στιγμή αντί να αναμορφώσει και να συμμαζέψει τη Δημόσια Διοίκηση, να διορθώσει τις χρόνιες παθογένειες, δημιουργεί τον δικό της πελατειακό στρατό. Χιλιάδες νέοι συμβασιούχοι, πρόσθετες δαπάνες, μηδενική αξιολόγηση.

Εταίροι και δανειστές δείχνουν μια ανοχή στη σημερινή κυβέρνηση. Όχι γιατί είναι ενθουσιασμένοι από τις επιδόσεις της. Αλλά γιατί το ελληνικό πρόβλημα έχει υπερκεραστεί από άλλα μεγαλύτερα. Συνεπώς, όσο η κυβέρνηση είναι συνεπής προς τις υποχρεώσεις της υπάρχει μια ανοχή.

Το τραγικό όμως είναι ότι ύστερα από εννιά χρόνια κρίσης η χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται μία δόση πριν τη πτώχευση, μια καραβιά μεταναστών πριν τη διάλυση και μια φυσική καταστροφή πριν την κατάρρευση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Στεναχώριες

Στεναχώριες

Από τα πανηγύρια στις στεναχώριες. Μόλις δυο μήνες πριν πανηγύριζαν για μια συμφωνία που δεν είχε κλείσει. Θριαμβολογώντας για το τέλος της λιτότητας. Τώρα είναι πιο προσεκτικοί. Κάνοντας λόγο για μέτρα που θα στεναχωρήσουν τον λαό. Και τότε και τώρα, όμως, μόνον πολιτική προσυμφωνία είχαμε. Και την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης από όλες τις κόκκινες γραμμές που είχε θέσει. Συντάξεις, μείωση του αφορολόγητου, νομοθέτηση μέτρων για το 2019 και το 2020 και πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Ουσιαστικά, ένα τέταρτο Μνημόνιο, ομολογία αποτυχίας, και δέσμευση της επόμενης κυβέρνησης. Αφού η αντιπολίτευση τους έκοψε τον βήχα για νομοθέτηση των μέτρων με αυξημένη πλειοψηφία, μετακύλισαν τα μέτρα για το 2019. Για την κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές. Δεσμεύοντας δημοσιονομικά τη χώρα για πολλά χρόνια.

Ακόμη και αυτή η συμφωνία όμως, που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εξωραΐσει πλέον, δεν έχει κλείσει. Για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαπραγματεύεται κυρίως με το βλέμμα στο εσωτερικό της χώρας. Στις συνιστώσες του, στην εκλογική πελατεία που προσπαθεί να χτίσει και στις δημοσκοπήσεις.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι υπάρχει πάντα η κρυφή προσδοκία του από μηχανής θεού. Της θρυαλλίδας που θα αλλάξει τους περιβόητους συσχετισμούς στην Ευρώπη. Πρώτα ήταν η Ολλανδία, στη συνέχεια η Γαλλία, μετά η Γερμανία. Ο εκλογικός κύκλος που μπορεί να φέρει τα πάνω-κάτω στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση έχει στραγγίξει την οικονομία μαζεύοντας ό,τι ρευστό υπάρχει. Για να πληρώσει, αν χρειαστεί, τις δόσεις του Ιουλίου χωρίς να έχει κλείσει τη συμφωνία. Μέχρι τέλους θα περιμένουν ένα θαύμα που μπορεί να διαμορφώσει συνθήκες που θα μετριάζουν το πολιτικό τους κόστος. Η απραξία και η αμφιθυμία, όμως, μαζί με την ανικανότητα έχουν διαλύσει την οικονομία. Έπειτα από δυόμισι χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ όλοι οι δείκτες της πραγματικής οικονομίας έχουν καταρρεύσει. Και αυτό θα συνεχιστεί ακόμη και μετά την υπογραφή της συμφωνίας.

Η χώρα μετά το καλοκαίρι, και με ευθύνη της κυβέρνησης, θα μπει σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Η κυβέρνηση θα ψάχνει εναγωνίως το παράθυρο ευκαιρίας για τη διεξαγωγή των εκλογών πριν εφαρμοστούν τα σκληρά μέτρα που συμφώνησε. Όποτε και να τις κάνει, το σίγουρο είναι ότι θα τις χάσει. Αφού έφερε ένα τρίτο αχρείαστο Μνημόνιο και φέσωσε τον ελληνικό λαό με 100 δισ. χρέος, η κυβέρνηση αυτή θα φύγει έχοντας δεσμεύσει τη χώρα με ένα τέταρτο Μνημόνιο χωρίς χρηματοδότηση. Όσο γρηγορότερα κάνει τις εκλογές τόσο καλύτερα. Μήπως και σώζεται ό,τι απέμεινε από την πραγματική οικονομία.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ανοχύρωτη χώρα

Ανοχύρωτη χώρα

Τα τελευταία χρόνια είμαστε μάρτυρες κατακλυσμικών αλλαγών στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Σε όλα τα επίπεδα. Αλλαγές που απειλούν να εκτροχιάσουν το ευρωπαικό εγχείρημα. Η κρίση του ευρώ, το Brexit, το προσφυγικό-μεταναστευτικό, και η τρομοκρατία δοκιμάζουν τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις αντοχές των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών.
Η άνοδος των άκρων και του λαϊκισμού παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις.
Στα σύνορα της Ευρώπης, μία εθνικιστική και ολοένα πιο επιθετική Ρωσία καταφεύγει στην απειλή ή τη χρήση βίας για να επαναοριοθετήσει σφαίρες επιρροής. Την ίδια ώρα που ο Τραμπ στέλνει μηνύματα χαλάρωσης των παραδοσιακών ευρωατλαντικών δεσμών και θεσμών. Αίφνης, η σύζευξη ελευθερίας, ειρήνης, και ευημερίας, το μεγάλο κεκτημένο του ευρωπαϊκού εγχειρήματος δεν θεωρείται πια αυταπόδεικτο αξίωμα.
Πέρα από τις αδυναμίες της νομισματικής ένωσης, που ανέδειξε η οικονομική κρίση, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΕΕ είναι απότοκα ευρύτερων πλανητικών εξελίξεων. Η παγκοσμιοποίηση άνοιξε νέους ορίζοντες ανάπτυξης και ευημερίας με την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, κεφαλαίου, και ανθρώπινου δυναμικού. Αλλά όξυνε τις ανισότητες ανάμεσα στα κράτη και μέσα στους κόλπους των κρατών. Η επανάσταση των νέων τεχνολογιών (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική, βιοτεχνολογία, γενετική, ρομποτική, νανοτεχνολογία), έφερε σαρωτικές αλλαγές στην παραγωγή. Ειδικότερα, η σύγκλιση των τεχνολογιών των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής μετέβαλε δραστικά τον ίδιο τον πυρήνα της παραγωγής και της διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών. Δημιουργώντας ένα ανθρωποχωροχρονικό συνεχές δικτύων για τις εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές. Αλλά και στην επικοινωνία των ανθρώπων. Αυτό το παγκοσμιοποιημένο και υψηλά εκτεχνικευμένο περιβάλλον οδηγεί σε κοινωνικούς μετασχηματισμούς. Νέοι τρόποι παραγωγής απαιτούν νέες δεξιότητες και δημιουργούν ανισότητες και ανακατανομή των προνομιούχων και μη προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων.
Πολεμικές και εμφύλιες συρράξεις δημιουργούν νέα μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα προς τις δυτικές κοινωνίες. Το παλιό πλαίσιο θρυμματίζεται από την αδυναμία του να ανταποκριθεί σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο.
Όλες αυτές οι εξελίξεις δημιουργούν ανασφάλεια στους πολίτες και επιβαρύνουν αυτό που ο Putnam ονόμασε κοινωνικοψυχολογικό σύστημα.
Σ᾽αυτό το περιβάλλον, οι σειρήνες του λαϊκισμού και των άκρων επιτείνουν την ξενοφοβία, απονομιμοποιούν τη δημοκρατία και οδηγούν στην αναδίπλωση και στη περιχαράκωση στο κράτος έθνος.
Σε πλανητικό επίπεδο η συμπεριφορά της Ρωσίας και της Κίνας αλλά και η ρητορική του Τραμπ φαίνεται να παραπέμπουν σε επιστροφή στο σύστημα ισορροπίας των μεγάλων δυνάμεων. Για το ευρωπαϊκό εγχείρημα, που αναπτύχθηκε στο θερμοκήπιο της προστασίας των ΗΠΑ, η νέα μορφή της ευρωατλαντικής συνεργασίας θα είναι καθοριστική.
Σ᾽αυτό το περιβάλλον η κυβέρνησή μας, αντί να θωρακίσει τη χώρα κλείνοντας εγκαίρως την αξιολόγηση πορεύεται χωρίς πυξίδα. Ξοδεύει πολύτιμο χρόνο, διαβάζει λάθος τους διεθνείς συσχετισμούς, και αναλώνεται σε στείρους λεονταρισμούς εναντίον του Σόιμπλε και του ΔΝΤ. Κοινώς, αφήνει τη χώρα ανοχύρωτη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το ίδιο έργο

Το ίδιο έργο

Τον Δεκέμβριο του 2014 η χώρα βρέθηκε μια ανάσα από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την ένταξη στο καθεστώς ποσοτικής χαλάρωσης. Το ραντεβού της χώρας με την κανονικότητα θυσιάστηκε στο βωμό του ραντεβού της αριστεράς με την εξουσία. Δύο χρόνια μετά, φορτωμένη με ένα επιπλέον μνημόνιο και πολλά δισ. αχρείαστου επιπλέον χρέους, η χώρα βρίσκεται πάλι στο ίδιο σημείο. Να κλείσει την αξιολόγηση για να προλάβει να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Όλοι αναμέναμε ότι μετά από δύο χρόνια εξουσίας, και μια καταστροφική διαπραγμάτευση, ακόμη και αυτή η κυβέρνηση θα είχε αντιληφθεί τα στοιχειώδη. Ότι η μόνη ασφαλής έξοδος από τα μνημόνια είναι η ταχεία ολοκλήρωση του προγράμματος και η υλοποίηση των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών. Και ο μόνος ασφαλής δρόμος για να μην οδηγηθούμε ξανά σε χρεωκοπία είναι η ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού της χώρας. Αυτές, όμως, είναι ξένες έννοιες για την νεοαριστερή, λαϊκιστική, και αντιμεταρρυθμιστική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτιμά να ηγεμονεύει σε μία κοινωνία εξισωτικά ισοπεδωμένη.

Η ραγδαία δημοσκοπική κατάρρευση όξυνε επικίνδυνα τη ρητορική τους. Ο Πρωθυπουργός άρχισε να υποδύεται τον Βαρουφάκη και ζούμε μέρες του 2015. Λεονταρισμοί, λάθος ανάγνωση των διεθνών συσχετισμών, χάσιμο χρόνου. Προσωπικές επιθέσεις κατά των Γερμανών και του Σόιμπλε, που παραμένουν το ουσιαστικό κέντρο ισχύος και αποφάσεων στην Ευρώπη. Είτε μας αρέσει είτε όχι.

Μαξιμαλιστικές επιδιώξεις, όπως να πετάξουμε έξω από τη συμφωνία το ΔΝΤ. Και κίβδηλες απειλές. Με εκλογές ή παράταση της διαπραγμάτευσης μέχρι το καλοκαίρι. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση απειλεί τους δανειστές ότι θα αυτοκτονήσει πολιτικά δια των εκλογών. Ή θα προκαλέσει οικονομική ασφυξία στη χώρα, και θα φέρει το 4ο μνημόνιο.

Το αποτέλεσμα είναι, αντί η κυβέρνηση να επιφέρει ρήγμα στο μέτωπο των δανειστών όπως κομπάζει, να τους έχει εξωθήσει όλους σε γραμμή ΔΝΤ. Η κατάσταση να οξύνεται, και οι δανειστές να ανεβάζουν συνέχεια τον λογαριασμό ζητώντας επιπλέον μέτρα.

Είναι προφανές ότι ένα κόμμα διαμαρτυρίας δεν μπορεί να συμβιβαστεί με την έννοια της ανάληψης ευθύνης και να πολιτευτεί χωρίς την κατασκευή εχθρών. Η δομική αντιπαλότητα στα Μνημόνια και οι ψεύτικες υποσχέσεις εκτίναξαν, άλλωστε, το ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα διαμαρτυρίας του 3% σε κόμμα εξουσίας. Η διακυβέρνηση έδειξε την παροιμιώδη ανεπάρκειά τους. Και μαζί με την υλοποίηση του Μνημονίου τους οδηγεί με ταχύτητα φωτός πίσω στο 3%. Γιατί τους αποστερεί τη μόνη νομιμοποιητική βάση της πολιτικής τους ύπαρξης. Εξου και η διγλωσσία και το αφήγημα της κυβέρνησης που διαπραγματεύεται και αντιστέκεται. Τώρα, αν αυτό θα οδηγήσει σε σύγκρουση και εκλογές η κωλοτούμπα μεταφρασμένη σε ηρωική διαπραγμάτευση δύσκολο να προβλέψει κανείς. Γιατί εκεί που σταματάει η λογική αρχίζει ο ΣΥΡΙΖΑ.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χωριό Ποτέμκιν

Χωριό Ποτέμκιν

Η Αριστερά δεν είναι φυγάς της Ιστορίας, είπε ο Πρωθυπουργός. Μόνο που είναι φυγάς της πραγματικότητας. Ιδίως η καθ᾽ ημάς Αριστερά. Επιδίωξε την εξουσία εν μέσω της βαθύτερης κρίσης της μεταπολεμικής μας ιστορίας. Χωρίς πρόγραμμα, χωρίς ρεαλιστικό σχέδιο αλλαγής πορείας. Με ένα συνοθύλευμα παιδαριωδών, ανεδαφικών και απαρχαιωμένων απόψεων. Που συγκροτούσαν ένα χωριό Ποτέμκιν για την εξαπάτηση των πολιτών. Γιατί ο ουσιαστικός τους στόχος ήταν η κατάληψη της εξουσίας. Η ιστορική ρεβάνς.

Τώρα δεν θέλουν να γίνουν φυγάδες της Ιστορίας. Δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την εξουσία. Αποδέχονται τα πάντα αρκεί να διατηρήσουν τη νομή της εξουσίας. Έχοντας αλλαξοπιστήσει στα πάντα προσπαθούν να συγκρατήσουν το ακροατήριό τους δίνοντας εξετάσεις κοινωνικής ευαισθησίας. Εμείς είμαστε με την κοινωνία, ενώ οι άλλοι με τον Σόιμπλε. Συνθηκολογούν στους έξω ενώ στήνουν θέατρο αντίστασης στους μέσα. Στην έρημο της πλήρους υποταγής τους παρουσιάζουν και μια όαση αντίστασης. Ένα χωριό Ποτέμκιν για τους ιθαγενείς.

Κάπως έτσι στήθηκε και ο παλληκαρισμός του βοηθήματος προς τους συνταξιούχους. Μόνο που το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι ότι η πολιτική Ποτέμκιν είναι, πλέον, και κοντόθωρη και προβλέψιμη. Γιατί όταν προσπαθείς να αντισταθμίσεις τη φοροκαταιγίδα με ένα αντίδωρο, κάνεις μια τρύπα στο νερό. Και πάντως δεν είναι πολιτικό καύσιμο για μακρινή απόσταση.

Το πρόβλημα του κ. Τσίπρα αυτή τη φορά είναι διττό. Και τους μέσα δεν πείθει και τους έξω έχει εξοργίσει. Γιατί ο Πρωθυπουργός δεν αρκέστηκε στον αιφνιδιασμό για το βοήθημα στους συνταξιούχους. Κλιμάκωσε την κρίση επιτιθέμενος κατά του ΔΝΤ και του Σόιμπλε ως άλλος Βαρουφάκης. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στην αξιοπιστία του και στη πορεία της χώρας. Επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον της διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Εταίροι και δανειστές εκτίμησαν ότι ο κ. Τσίπρας, μετά την υπογραφή που έβαλε στο τρίτο Μνημόνιο, έκανε στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία. Και θα μπορούσε να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις διατηρώντας την εσωτερική σταθερότητα.

Αντιθέτως παρατηρούν συνεχή πισωγυρίσματα. Την ασταθή και αντιφατική συμπεριφορά μελών της κυβέρνησης αλλά, τώρα, και του ίδιου του Πρωθυπουργού. Μια συμπεριφορά που στην ψυχολογία αποκαλείται γνωστική ασυμφωνία. Που προκύπτει όταν κάνεις πράγματα αντίθετα από αυτά που πιστεύεις. Στη συνάντησή του με την κ. Μέρκελ ο Πρωθυπουργός ανέκρουσε πρύμναν. Οι εντυπώσεις όμως παρέμειναν. Και σε κάθε περίπτωση, οι Γερμανοί δεν πρόκειται να δώσουν διέξοδο διαφυγής στον κ. Τσίπρα ενόψει των εκλογών τους. Συνεπώς, ο Πρωθυπουργός θα αναγκαστεί, για άλλη μια φορά, να πιεί το πικρό ποτήρι μέχρι τέλους. Ελπίζοντας ότι το χωριό Ποτέμκιν που έστησε στο εσωτερικό αρκεί για να τον διασώσει πολιτικά. Αλλιώς, θα ζυγοσταθμίσει τα πιστεύω του με τις πράξεις του και θα κάνει ηρωική έξοδο δια των εκλογών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χωρίς σχέδιο

Χωρίς σχέδιο

Ο Πρωθυπουργός, πριν από λίγο καιρό, έκανε έναν ανασχηματισμό για να επισπεύσει, κυρίως, το κλείσιμο της αξιολόγησης. Απομακρύνοντας από την κυβέρνηση τους υπουργούς που είτε αδρανούσαν είτε κωλλυσιεργούσαν σε κρίσιμους τομείς. Η άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης παρουσιαζόταν από τον Πρωθυπουργό και τον υπουργό των Οικονομικών ως άμεση προτεραιότητα. Και ορθώς. Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης διέλυε τα σύννεφα της αβεβαιότητας και μας οδηγούσε στην ευεργετική ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι.

Αίφνης όλα άλλαξαν. Ο Πρωθυπουργός, προφανώς υπο το βάρος της ραγδαίας δημοσκοπικής του κατάρρευσης, έστησε ένα σκηνικό διπλής κρίσης με εταίρους και δανειστές. Η πρώτη για το βοήθημα στους συνταξιούχους. Η κυβέρνηση γνώριζε ότι η αιφνίδια ανακοίνωση των παροχών, χωρίς συνενόηση, θα προκαλούσε την αντίδραση των δανειστών. Ανυπόφορο να το δεχθεί κανείς αλλά αυτή είναι η ζωή υπό επιτροπείαν. Στην οποία μας βύθισε πιο βαθιά ο κ. Τσίπρας, τον Ιανουάριο του 2015, με την ανατροπή της κυβέρνησης και την δική του υπογραφή σε ένα μνημόνιο με επαχθείς όρους. Ο κ. Τσίπρας μπορεί τελικά να ξεπεράσει τις υπερβολικές, είναι η αλήθεια, αντιδράσεις των δανειστών. Αφού έχει όμως πρώτα διακινδυνεύσει το πάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους που είχαν αποφασιστεί στο Eurogroup. Και αφού έχει επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον της ευρύτερης διαπραγμάτευσης. Που αφορά στην αξιολόγηση και τα μέτρα που έρχονται μαζί με τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στα οποία συμφώνησε η κυβέρνηση.

Το πρόβλημα είναι ότι, παρά το τσάι και τη συμπάθεια που προσέφεραν οι ευρωσοσιαλιστές στον Πρωθυπουργό, την απόφαση θα πάρουν ο Σόιμπλε και το ΔΝΤ. Αυτοί, δηλαδή, που στοχοποίησε ο Πρωθυπουργός. Η Μέρκελ τον παρέπεμψε ήδη στούς θεσμούς πριν τη συνάντησή τους. Και αφού, προηγουμένως, εξαπέλυσε μύδρους εναντίον της κυβέρνησης για τον χειρισμό του Προσφυγικού/Μεταναστευτικού.

Ο κ. Τσίπρας κάνει ένα ριμέικ του 2015 με τη διαφορά ότι οι συσχετισμοί είναι ακόμη πιο αρνητικοί εις βάρος της χώρας. Το ελληνικό πρόβλημα έχει πλέον κουράσει και η Γερμανία μπαίνει σε προεκλογική περίοδο.

Μόνο ο ίδιος γνωρίζει τι έχει στο μυαλό του. Κατά μιαν εκδοχή έκανε έναν αντιπερισπασμό παροχών δημιουργώντας ένα προπέτασμα καπνού. Για να κρύψει τα μέτρα που έρχονται και το μνημόνιο διαρκείας στο οποίο έχει ουσιαστικά βάλει τη χώρα. Στη δεύτερη εκδοχή ο Πρωθυπουργός ετοιμάζεται να αποδράσει με εκλογές. Επενδύοντας στον ευρωσκεπτικισμό που φουντώνει προσπαθεί να επαναφέρει τη διαιρετική τομή που έφερε στην κοινωνία το δημοψήφισμα, προκειμένου να αποδράσει αποφεύγοντας τη συντριβή. Να στερήσει στη ΝΔ την αυτοδυναμία και να παραμείνει, ελέω απλής αναλογικής, παράγων στα πολιτικά πράγματα. Παιχνίδια χωρίς σχέδιο εις βάρος της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”