Ο Ανδρέας κι εμείς

Ο Ανδρέας κι εμείς

Μεγάλωσα στη διάρκεια της δικτατορίας. Ακούσματα για τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν είχα. Τα πολιτικά μου ακούσματα περιστρέφονταν γύρω από την επιστροφή του Μεγάλου Εξόριστου. Το 1974 πανηγυρίζαμε για την επιστροφή της δημοκρατίας, την ιστορική νίκη του Καραμανλή, αλλά και τα χαμηλά ποσοστά του Ανδρέα. Νομίζαμε ότι είχαμε «ξεμπερδέψει από εκείνον». Τον γνώρισα καλύτερα την πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης. Μέσα από τις ιστορικές κοινοβουλευτικές του μονομαχίες με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο πάντοτε διορατικός Καραμανλής βλέποντας το άστρο του Ανδρέα να ανατέλλει, και το επερχόμενο τέλος της Ένωσης Κέντρου, είχε εστιάσει τα πυρά του σ´αυτόν. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ανακόψει τη πορεία του προς το περίφημο «ραντεβού με την ιστορία».

Οι αντιπαραθέσεις τους ήταν μνημειώδεις. Δυο ηγέτες διαφορετικής κοινωνικής προέλευσης, με διαφορετικές ιδεολογικές αναφορές, διαφορετική ιδιοσυγκρασία, και διαφορετικό όραμα.

Ο Καραμανλής έθεσε το πλαίσιο. Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας και το Σύνταγμα του 1975 στο εσωτερικό. Και στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας με το «ανήκομεν εις την Δύσιν». Που ολοκληρώθηκε με την ένταξη στην Ενωμένη Ευρώπη.

Η ανατρεπτική ρητορική του Ανδρέα προσαρμόστηκε στο πλαίσιο που είχε θέσει ο Καραμανλής. Τουλάχιστον στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας. Η απόπειρα εξόδου από ΕΟΚ και ΝΑΤΟ εγκαταλείφθηκε εγκαίρως. Στα εσωτερικά τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Ο Ανδρέας ήθελε να απαλλαγεί από τη βαριά πατερναλιστική σκιά του Καραμανλή. Κι έτσι το 1985 διέκοψε βίαια μια επωφελή για το τόπο συγκατοίκηση των δυο ηγετών. Και με την αναθεώρηση του 1986 συγκέντρωσε όλες τις εξουσίες μετατρέποντας το πολιτικό σύστημα σε πρωθυπουργοκεντρικό.

Τη δεκαετία του 1990 ήμουν Καθηγητής στην Αμερική όταν μου ζήτησε η Encyclopedia of World Leaders να γράψω το λήμμα για τον Ανδρέα Παπανδρέου. Τον μελέτησα σε βάθος. Τη πολιτική του πορεία, την σπουδαία ακαδημαϊκή του διαδρομή, και το σημαντικό ακαδημαϊκό του έργο. Διαπιστώνοντας παράλληλα την εκτίμηση και το σεβασμό της αμερικανικής διανόησης στο πρόσωπο του. Δεν χωράει αμφιβολία ότι ήταν μια χαρισματική προσωπικότητα.

Το 1981 έλαβε ισχυρή λαϊκή εντολή. Είχε τη δύναμη και τις γνώσεις να τα αλλάξει όλα. Συνέβαλε, τελικά, στην εθνική συμφιλίωση, στην εδραίωση της δημοκρατίας, στην εμβάθυνση του κοινωνικού κράτους και της κοινωνικής συνοχής. Απέτυχε, όμως, στον εκσυγχρονισμό του πελατειακού κράτους και στην ανασυγκρότηση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Στην ύστερη πρωθυπουργική του θητεία, πήρε σοβαρά μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής. Αναγνωρίζοντας, πλέον, ότι αν δεν αφανίσουμε το χρέος θα μας αφανίσει.

Είκοσι χρόνια μετά το θάνατο του δεν αμφισβητείται ούτε η ιστορική του συμβολή ούτε οι ηγετικές του ικανότητες. Είναι ίσως το μέγεθος αυτών των ικανοτήτων που κάνουν το έργο του να φαίνεται ελλειμματικό.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Πολιτικός αταβισμός

Πολιτικός αταβισμός

Κόντρα στο ρεύμα της ιστορίας και με τη βρετανική κοινή γνώμη παραδοσιακά αμφίθυμη απέναντι στην Ευρώπη ο Κάμερον οδήγησε τη χώρα του στο δημοψήφισμα της Πέμπτης. Και την έξοδο από την Ευρώπη. Εκπληρώνοντας μια προεκλογική δέσμευση που είχε αναλάβει, προκειμένου να κατευνάσει τις τάξεις των ευρωσκεπτικιστών στο κόμμα του. Υποτιμώντας το ρεύμα του λαϊκισμού και ευρωσκεπτικισμού που σαρώνει όχι μόνο τη χώρα του αλλά όλη την Ευρώπη. Και υπερτιμώντας τη δική του δυνατότητα να σύρει το βρετανικό άρμα προς την ευρωπαϊκή κατεύθυνση.

Τερτίπια της ιστορίας. Ο Κάμερον και οι Βρετανοί κατάφεραν μόνοι τους ότι δεν είχε καταφέρει ο Ντε Γκώλ εις βάρος τους. Όταν μπλοκάρισε την είσοδο της Βρετανίας στη Κοινότητα δυο φορές. Φοβούμενος ότι θα αποτελούσε τον «αμερικανικό δούρειο ίππο στην Ευρώπη».

Οι Βρετανοί ήταν παραδοσιακά αμφίθυμοι απέναντι στην Ευρώπη. Ήταν η γεωπολιτική τους θέση, που τους έδινε μια απόσταση ασφαλείας από τον ευρωπαϊκό χώρο. Και τους έδινε τη δυνατότητα να μένουν μακριά από τις ευρωπαϊκές ίντριγκες. Παρεμβαίνοντας μόνον ως εξωχώριος εξισορροπητής. Όποτε χρειαζόταν να μεταβάλουν την ισορροπία δυνάμεων υπέρ των βρετανικών συμφερόντων. Στο μυαλό των περισσότερων Βρετανών η Βρετανία ήταν μια αυτοκρατορία, και παραμένει μια μεγάλη ναυτική δύναμη. Ο Τσώρτσιλ και η βρετανική ελίτ έβλεπαν τη Βρετανία στο επίκεντρο τριών ομόκεντρων γεωπολιτικών κύκλων. Της κοινοπολιτείας, της ειδικής σχέσης με την Αμερική, και της Ευρώπης. Ο Τσώρτσιλ υποστήριζε μεν τη συμμετοχή της Βρετανίας στην Ευρώπη αλλά με όρους. Όπως χαρακτηριστικά τόνιζε, «είμαστε με την Ευρώπη αλλά όχι της Ευρώπης. Είμαστε συνδεδεμένοι αλλά δεν συμπεριλαμβανόμαστε. Ενδιαφερόμαστε και συνεταιριζόμαστε αλλά δεν απορροφόμαστε».

Η συμμετοχή της Βρετανίας στο ευρωπαϊκό εγχείρημα ήλθε σε μια περίοδο επαναπροσδιορισμού των γεωπολιτικών της προτεραιοτήτων. Προκειμένου να επηρεάσει τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και να αποτελέσει αντίβαρο στο γαλλογερμανικό άξονα. Αποκομίζοντας, συγχρόνως, τα οφέλη από την συμμετοχή στην κοινή αγορά. Ποτέ, όμως, δεν ήταν ψήφος εμπιστοσύνης για τη δημιουργία μιας ομόσπονδης Ευρώπης. Όπως, άλλωστε, κατέστησε σαφές η Μάργκαρετ Θάτσερ στην ιστορική ομιλία της στη Μπρυζ.

Το timing που επέλεξε ο Κάμερον για το δημοψήφισμα δεν μπορούσε να είναι χειρότερο. Το ευρωπαϊκό όραμα έχει θαμπώσει. Η οικονομική κρίση μαζί με το προσφυγικό-μεταναστευτικό και την τρομοκρατία δοκιμάζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Σ’ αυτό το περιβάλλον οι Βρετανοί επέλεξαν να είναι ένα νησί προστατευτισμού σε μια θάλασσα παγκοσμιοποίησης. Είναι πολιτικός αταβισμός. Όπως θα τους δείξουν οι οικονομικές συνέπειες και οι διαλυτικές τάσεις στον ίδιο το χώρο του Ηνωμένου Βασιλείου. Όσο για την Ευρώπη ας μην βιαστούμε για επικήδειους. Η ταλάντωση του εκκρεμούς μπορεί να είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Δημοψηφίσματα

Δημοψηφίσματα

Το Μάιο του 2005 οι Γάλλοι είπαν «όχι» στο «Ευρωπαϊκό Σύνταγμα». Λίγες ημέρες αργότερα, τους ακολούθησαν και οι Ολλανδοί. Στο δημοψήφισμα της Πέμπτης, οι Βρετανοί καλούνται να επιλέξουν μεταξύ παραμονής και εξόδου από την Ευρώπη.

Στα καθ’ ημάς, οι συμπατριώτες μας, το καλοκαίρι του 2015, ψήφισαν «όχι» στην ευρωπαϊκή πρόταση διάσωσης με συντριπτικά ποσοστά. Ένα «όχι», που αν είχε ακολουθηθεί από τη κυβέρνηση που το πατρονάρισε θα είχε οδηγήσει, μετά βεβαιότητας, σε Grexit. Μια εθνικά μη συμφέρουσα επιλογή. Η κυβέρνηση, τελικά, υπερκέρασε το «ναι» αποδεχόμενη μια πολύ χειρότερη συμφωνία από αυτή που ήταν στο τραπέζι πριν το δημοψήφισμα.

Τώρα η κυβέρνηση μιλάει για συνταγματική αναθεώρηση. Αφήνοντας να διαρρεύσει ότι κάποιες διατάξεις της μπορεί να τεθούν σε δημοψήφισμα.

Οι κυβερνήσεις που καταφεύγουν στα δημοψηφίσματα επικαλούνται την άμεση συμμετοχική δημοκρατία και την ελεύθερη έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας. Στην άμεση δημοκρατία των αρχαίων ελληνικών «πόλεων-κοινοτήτων» οι αποφάσεις λαμβάνονταν από το δήμο δια βοής. Δήμος και Αγορά προϋπέθεταν το μικρό μέγεθος των «πόλεων-κοινοτήτων», και τη συνεχή τριβή των πολιτών με τα θέματα του δήμου. Για να έχει νόημα η συμμετοχή.

Το 19ο αιώνα, μετά από μακρά ιστορική διαδικασία, και ενδιάμεσους σταθμούς, οι «πόλεις-κοινότητες» γίνονται κράτη, και η άμεση δημοκρατία, αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι συνυφασμένη με πολλαπλές διαμεσολαβήσεις. Προβλέπει, όμως, όπως η δική μας, το θεσμό του δημοψηφίσματος ως κορυφαία επιλογή για κρίσιμα εθνικά θέματα. Ή για σοβαρά κοινωνικά ζητήματα, εκτός από τα δημοσιονομικά. Εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών.

Εδώ, όμως, διαγράφεται μια νέα τάση. Της «δημοκρατίας των δημοψηφισμάτων» ή «δημοψηφισματικής δημοκρατίας». Μια καταχρηστική τάση η κυβέρνηση να παρακάμπτει τα αντιπροσωπευτικά σώματα και να απευθύνεται στο λαό. Για διαφορετικά ζητήματα. Τέτοιου είδους δημοψηφίσματα, όμως, προϋποθέτουν δήμο, δηλαδή πολίτες, με βαθιά γνώση και πληροφόρηση και στα πιο εξειδικευμένα θέματα. Που καταλήγουν σε απόφαση μέσα από ενδελεχή διαβούλευση. Κάτι εξαιρετικά δύσκολο στις αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες.

Επιπλέον, στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία η απόφαση, ως προϊόν διαπραγμάτευσης, οδηγεί συνήθως σε θετικό άθροισμα. Όλοι, ακόμη και οι μειοψηφίες, έχουν μερίδιο στην πίτα. Η δημοκρατία των δημοψηφισμάτων μπορεί να οδηγήσει σε νικητές και ηττημένους. Δηλαδή σε διχασμό.

Είναι επίσης παράδοξο μια κυβέρνηση που καταγγέλλει την ηλεκτρονική ψηφοφορία στο «μικρό δήμο» των ΑΕΙ ως τεχνοφασισμό ή αρνείται ψήφο στους ομογενείς, να καταφεύγει αλά καρτ σε δημοψηφίσματα.

Η δημοψηφισματική πολιτική για να είναι και δημοκρατική προϋποθέτει ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση και ενδελεχή διαβούλευση χωρίς χειραγώγηση. Αλλιώς είναι απλά η μετακύλιση των αδιεξόδων της κυβέρνησης στο λαό.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

EURO 2016

EURO 2016

Αυτό το euro είναι διαφορετικό από τα προηγούμενα. Αν το γήπεδο αντανακλά τις διεργασίες στην κοινωνία, το ευρωπαϊκό τερέν μοιάζει με κινούμενη άμμο. Η Ευρώπη είναι σε νευρική κρίση. Το Brexit έχει διαδεχθεί το Grexit και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν αποπνέει ζωντάνια και προοπτική. Η οικονομική κρίση έχει εντείνει τις φυγόκεντρες τάσεις και έχει οξύνει τις ανισότητες ανάμεσα στο Βορρά και το Νότο. Οι σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσσία έχουν εισέλθει σε μια νέα ψυχροπολεμική φάση. Το μεταναστευτικό δοκιμάζει τις αντοχές της Ευρώπης. Κι ένα ρεύμα λαϊκισμού σαρώνει την ἠπειρο με τα κόμματα στα άκρα του πολιτικού φάσματος να δυναμώνουν επικίνδυνα.

Ο φόβος του τρομοκρατικού χτυπήματος σκιάζει τη διοργάνωση. Η Γαλλία έχει μετατραπεί σε φρούριο και θυμίζει χώρα σε πόλεμο, όχι διοργανώτρια μιας γιορτής των εθνών. Η ένταση κυριαρχεί παντού. Δεν έχεις την αίσθηση της γιορτής.

Από την άλλη πλευρά είμαστε μάρτυρες του βρετανικού παράδοξου. Την επόμενη εβδομάδα οι Βρετανοί μπορεί να πάρουν την απόφαση να αποχωρήσουν από την Ευρώπη. Την ίδια ώρα που η εθνική τους ομάδα αγωνίζεται να διακριθεί, για πρώτη φορά με αξιώσεις, στην κορυφαία ευρωπαϊκή αθλητική διοργάνωση.

Και φυσικά δεν υπάρχει ιστορία χωρίς ελληνική τραγωδία.

Δεν είναι τόσο ο άδοξος αποκλεισμός της εθνικής μας ομάδας και η εικόνα διάλυσης του εθνικού συγκροτήματος. Όσο μια ακόμη υπενθύμιση της βαθιάς παρακμής που περνάει ο τόπος. Και μιας βίαιης επαναφοράς στη μετριότητα μετά τα πρωτεία του 2004. Τότε που το σὐμπαν συνομώτησε υπέρ μας. Τη χρονιά που τη χώρα απογείωνε η ελπίδα και η ασιοδοξία πριν βυθιστεί άδοξα στη μεγαλύτερη μεταπολεμική κρίση.

Αλλά είναι και το ίδιο το παιχνίδι, που έπαψε να είναι πια παιχνίδι. Είναι μια τεράστια βιομηχανία. Τα συμφέροντα μεγάλα, τα επενδεδυμένα κεφάλαια πολλά. Και δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και μια διάχυτη καχυποψία, που έχει ποινικοποιήσει το ανθρώπινο λάθος. Το errare humanum est δεν ισχύει πια. Κι έτσι επιστρατεύτηκε το ¨μἀτι του γερακιού¨, η σύγχρονη ηλεκτρονική τεχνολογία που θα μας λέει με βεβαιότητα αν η μπάλα πέρασε τη γραμμή του τέρματος η όχι.

Αυτή, όμως, ¨η τεχνοκρατία του επαγγελματικού αθλητισμού έχει επιβάλει ένα ποδόσφαιρο ταχύτητας και δύναμης που απαρνιέται τη χαρά, σκοτώνει τη φαντασία και απαγορεύει την τόλμη,¨ γράφει ο Eduardo Galeano.

Αλλά εμείς αθεράπευτοι. Περιμένουμε να κάνει την εμφάνιση του ο virtuoso. Αυτός που με μια σκέψη του, με μια ενέργειά του θα τα συμπαρασύρει όλα αυτά, θα ξεφύγει από τις νόρμες και τα πλάνα, και θα φέρει το απρόβλεπτο. Και θα μας ξαναδώσει τη χαρά του παιχνιδιού.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ανάχωμα όχι συγκυβερνήτης

Ανάχωμα όχι συγκυβερνήτης

Η συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί κορυφαία πολιτική διαδικασία. Δυστυχώς στη χώρα μας, πλην ελαχίστων ιστορικών εξαιρέσεων, είναι αντικείμενο κομματικού καιροσκοπισμού. Έτσι και σήμερα. Η κυβέρνηση πολιτικά στο καναβάτσο, βλέπει τη συνταγματική αναθεώρηση ως σημαία ευκαιρίας. Και τον εκλογικό νόμο ως σανίδι σωτηρίας.

Αυτό, όμως, δεν πρέπει να οδηγήσει στον ευτελισμό του διαλόγου και στην απουσία σοβαρών προτάσεων. Κατ’ αρχήν έχει ανάγκη η χώρα από ένα νέο συνταγματικό χάρτη. Το Σύνταγμα του 1975 μας έδωσε ένα σύγχρονο Συνταγματικό χάρτη που έδωσε στη χώρα μια μακρά περίοδο θεσμικής ομαλότητας. Η πολύπλευρη κρίση που χειμάζει τη χώρα μας μπορεί να έχει πολιτικά αἰτια. Αλλά όχι συνταγματικά. Δεν οφείλεται, δηλαδή, σε σοβαρές δομικές δυσλειτουργίες του Συντάγματος. Μπορεί η απουσία ενός θεσμικού εκσυγχρονισμού, που θα είχε βοηθηθεί απο μια συνταγματική αναθεώρηση να επέτεινε την κρίση. Αλλά δεν τη δημιούργησε.

Δεν υπήρξαν, με άλλα λόγια, δυσλειτουργίες στο Σύνταγμα του 1975, που να οδήγησαν σε πολιτικές ή πολιτειακές κρίσεις, όπως σε προηγούμενα Συντάγματα της χώρας. Όπως για παράδειγμα δυσλειτουργίες του Συντάγματος του 1952 που συνέβαλαν στο βάθεμα της κρίσης του μετεμφυλιακού πολιτικού συστήματος.

Το Σύνταγμα του ‘75, λοιπόν, άντεξε τη δοκιμασία του χρόνου. Έχει ωριμάσει, όμως, το αίτημα για μια συνταγματική αναθεώρηση που θα στοχεύει, κυρίως, στο θεσμικό εκσυγχρονισμό. Διατηρώντας τη φύση του πολιτεύματος μας.

Στο πλαίσιο αυτό γίνεται συζήτηση για τις αρμοδιότητες και τον τρόπο εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Το Σύνταγμα του 1975 προέβλεπε ενισχυμένες αρμοδιότητες για τον ΠτΔ. Η αναθεώρηση του 1986 περιόρισε τις ουσιαστικές αρμοδιότητες του ΠτΔ στο ελάχιστο. Μετατρέποντας το πολιτικό σύστημα σε πρωθυπουργοκεντρικό. Σήμερα όλοι συμφωνούν ότι χρειάζεται ενίσχυση των αμοδιοτήτων του ΠτΔ. Ζητούμενο είναι μόνον το εύρος των αρμοδιοτήτων. Αυτό, όμως, προκύπτει από την ιστορική εμπειρία, τη φύση του πολιτεύματος μας, και την ανάγκη θεσμικών ισορροπιών. Θέλουμε ενίσχυση των αρμοδιοτήτων που καθιστούν τον ΠτΔ θεσμικό ανάχωμα. Όχι αυτών που τον καθιστούν συγκυβερνήτη.

Είμαι αντίθετος στην απευθείας εκλογή του ΠτΔ από το λαό. Γιατί αυτό, όπως σωστά επιχειρηματολογεί ο Θ. Διαμαντόπουλος, ενέχει το σπέρμα μιας συγκρουσιακής δυαρχίας. Σε μια χώρα ιστορικά επιρρεπή σε εθνικούς διχασμούς, θα προσέθετα. Είμαι επίσης αντίθετος στη διεύρυνση του εκλογικού σώματος. Και τα δύο θα συνιστούσαν αλλοίωση του κοινοβουλευτικού αντιπροσωπευτικού μας πολιτικού συστήματος. Θα πρέπει, τέλος, να αποσυνδεθεί η εκλογή ΠτΔ από τη διάλυση του Κοινοβουλίου. Ακόμη και αν αυτό σημαίνει εκλογή ΠτΔ με τη μικρότερη δυνατή συναίνεση, δηλαδή, με απλή πλειοψηφία. Γιατί, όπως μας έδειξε η πρόσφατη εμπειρία του Δεκεμβρίου του 2014, τα αποτελέσματα της σύνδεσης των δύο μπορούν να αποβούν καταστροφικά για τη χώρα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Μάσκες

Μάσκες

Βασιλοπούλες και πριγκιπόπουλα. Πανεπιστήμια χωρίς εξετάσεις, αλλά με δίδακτρα. Μείωση των ωρών διδασκαλίας στα αρχαία ελληνικά, αλλά αύξηση του χρόνου των διαλειμμάτων. Κατάργηση των θρησκευτικών και των παρελάσεων. Αυτά και άλλα πολλά ακούμε τις τελευταίες ημέρες. Πλούσιο υλικό για τις επιθεωρήσεις του καλοκαιριού, αν τα πράγματα δεν ήταν τόσο σοβαρά. Το ράβε-ξήλωνε στην Παιδεία είναι πρωτοφανές.

Και το θέμα δεν είναι ότι ξήλωσαν κάποιους νόμους της Διαμαντοπούλου (διοίκηση των ΑΕΙ, κα) ή του Αρβανιτόπουλου (νέο λύκειο, αξιολόγηση, επαγγελματική εκπαίδευση, πρότυπα). Ξήλωσαν μια συνολική και, για πρώτη φορά, συναινετική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Πριν αυτή αξιολογηθεί από τα αποτελέσματα. Πριν καν στεγνώσει το μελάνι των νομοθετημάτων.

Θα μου πείτε λογικό είναι. Μια αριστερή κυβέρνηση λογικό είναι να έχει μια άλλη πολιτική. Διαμετρικά αντίθετη από τους προηγούμενους. Το δυστύχημα για τη χώρα είναι ότι ούτε αυτό δεν είχαν. Πέρα από μια στείρα άρνηση σε κάθε προοδευτική αλλαγή, μια πολιτική προστασίας των συντεχνιών της εκπαίδευσης, και μια λογική εξισωτικής ισοπέδωσης, δεν είχαν προβάλει κάτι άλλο τόσα χρόνια. Ούτε συνεκτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα είχαν, ούτε έτοιμα νομοθετήματα. Αφού ξήλωσαν ότι βρήκαν επανέφεραν διατάξεις του παρελθόντος, ως μεταβατικές, επιτείνοντας τη σύγχυση. Και μετά, εξήγγειλαν ένα προσχηματικό διάλογο.

Όσο για τα συμπεράσματα του δήθεν διαλόγου, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, συνιστούν μια επιστροφή στις κακοδαιμονίες του εκπαιδευτικού συστήματος που οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή κρίση. Λαϊκισμός, ήσσων προσπάθεια, συντεχνιασμός, εσωστρέφεια, οπισθοδρόμηση.

Δεν φταίνε, όμως, μόνον αυτοί. Ευθύνες βαραίνουν και το «μεταρρυθμιστικό μέτωπο». Κι αυτό γιατί η μεταρρύθμιση στην παιδεία δεν αναδείχθηκε σε κορυφαίο κυβερνητικό επίπεδο. Ως πρώτη προτεραιότητα για τον τόπο. Με τον τρόπο που, ορθά, κάνει ο σημερινός αρχηγός της ΝΔ.

Δεύτερον, γιατί κάποιοι γνωμηγήτορες, δήθεν «μεταρρυθμιστές», για διαφόρους λόγους, ενίοτε άσχετους με τα εκπαιδευτικά, έβλεπαν το δέντρο και έχαναν το δάσος. Έτσι η ιστορική επιστροφή της αξιολόγησης στην εκπαίδευση μετά από 32 χρόνια δεχόταν κριτική για κάποια υποεδάφια του ΠΔ. Το σημαντικό βήμα εξορθολογισμού της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που έφερε το «σχέδιο Αθηνά» δεχόταν σφοδρή κριτική για κάποιους συμβιβασμούς. Παραβλέποντας ότι στην Ελλάδα των εξαρτήσεων και του τοπικισμού συγχωνεύτηκαν 134 τμήματα και 4 ιδρύματα. Και εξορθολογίστηκαν τα γνωστικά πεδία των ΤΕΙ. Εν μέσω κρίσης και υποχρηματοδότησης. Και κάποιοι μας κατηγορούσαν ότι δεν αλλάξαμε το σύμπαν μεμιάς. Και δεν είναι ότι έτσι έβλαψαν τη μεταρρύθμιση. Αυτό το έκανε τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Έκαναν κάτι χειρότερο. Πέρασαν μια ισοπεδωτική λογική ότι όλοι και όλα ίδια είναι. Και αυτό εξηγεί σήμερα την αποστροφή της κοινωνίας προς όλους και την ανθεκτικότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Για τα οποία, τώρα, οι ίδιοι διαμαρτύρονται.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Κούγκι

Κούγκι

Αντί να κλείσουν την αξιολόγηση το Νοέμβριο ολιγώρησαν επί μήνες, δήθεν διαπραγματευόμενοι. Για να τα υπογράψουν τελικά όλα. Όπως έκαναν και το πρώτο οκτάμηνο του 2015. Οι αυταπάτες της πρώτης διαπραγμάτευσης μας κόστισαν ένα τρίτο μνημόνιο και 86 δις. Η δεύτερη διαπραγμάτευση μας έφερε 9 δις μέτρα. Μια φοροκαταιγίδα που θα μειώσει εμμέσως μισθούς και συντάξεις. Ένα κόφτη που θα τα μειώσει άμεσα εαν δεν πιάσουμε τους στόχους. Και μια ελληνική ¨τρόιχαντ¨, στην οποία εκχωρήσαμε μέχρι και τους τάφους των Βενιζέλων.

Το πρόβλημα, όμως, παραμένει. Οι νόμοι ψηφίζονται αλλά δεν εφαρμόζονται. Η κυβέρνηση αντί για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις επέλεξε τις φορολογικές αυξήσεις. Δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από αυτό που έχει ανάγκη η χώρα. Παίρνει δημοσιονομικά μέτρα ίσα για να μην βουλιάξει το καράβι. Η οικονομική δραστηριότητα όμως αργοσβήνει. 14.500 επιχειρήσεις έκλεισαν το τελευταίο πεντάμηνο. Έχουμε μείωση των εξαγωγών και μείωση των εισαγωγών. Η φοροκαταιγίδα δεν θα βαθύνει απλά την ύφεση, θα είναι και αναποτελεσματική. Γιατί η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών έχει εξαντληθεί. Οι πολίτες αδυνατούν να ανταποκριθούν στοιχειωδώς στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Οι απλήρωτοι λογαριασμοί της ΔΕΗ έφτασαν τα 2,7 δις.

Η χώρα χρειάζεται ένα επενδυτικό σαφάρι 100 δις για να βγεί από το φαύλο κύκλο της ύφεσης και των μνημονίων, όπως λένε έμπειροι οικονομολόγοι. Κι αυτό, όπως λένε, μπορεί να προέλθει μόνο από ξένες επενδύσεις. Δεν υπάρχουν στην εγχώρια αγορά τέτοια μεγέθη. Μπορεί, όμως, αυτή η κυβέρνηση να ξεπεράσει τις ιδεοληψίες της, και να ενισχύσει την επιχειρηματικότητα; Να απενοχοποιήσει το κέρδος, και να δημιουργήσει ένα σταθερό περιβάλλον για να προσελκύσει ξένους επενδυτές; Η μέχρι τώρα πορεία της δείχνει το ακριβώς αντίθετο.

Και όλα αυτά ενόψει της δεύτερης και πολύ πιο δύσκολης αξιολόγησης του φθινοπώρου. Δύσκολης για δυο λόγους. Πρώτον, γιατί μετά το ξεκαθάρισμα του βρετανικού ζητήματος, η στάση των δανειστών θα σκληρύνει. Δεύτερον, γιατί η δεύτερη αξιολόγηση αφορά θέματα ταμπού για τη νεοαριστερή κυβέρνηση. Εργασιακά, ομαδικές απολύσεις, ιδιωτικοποίηση της ΑΔΜΗΕ.

Γι’αυτό και το timing που επέλεξε ο Πρωθυπουργός για να ανοίξει θέμα εκλογικού νόμου, ούτε τυχαίο είναι, ούτε αθώο. Τα μέτρα ήδη έχουν δημιουργήσει κοινωνική δυσαρέσκεια, που το Σεπτέμβριο θα διογκωθεί. Και η ΝΔ προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Τα δε εργασιακά, όπως δείχνει η γαλλική εμπειρία, δεν περνάνε εύκολα. Η αλλαγή του εκλογικού νόμου σε απλή αναλογική, όπως διαλαλούν στελέχη τους, ένα και μόνο στόχο έχει. Να δυσχεράνει το σχηματισμό κυβέρνησης από τη ΝΔ. Και να στερήσει τη χώρα από την τελευταία της ευκαιρία. Κούγκι, δηλαδή, κατά τη προσφιλή τους έκφραση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Lift off

Lift off

Πριν από μερικά χρόνια ο Ντόνοβαν Λίβινγκστον, αποφοιτούσε από το γυμνάσιο. Θέλησε τότε ν’ απευθυνθεί στους συμμαθητές του με το δικό του τρόπο. Απαγγἐλοντας ένα ποίημα. Η καθηγήτρια του δεν του το επέτρεψε. Ο Ντόνοβαν υπάκουσε, αλλά δεν ξέχασε. Την περασμένη εβδομάδα, ο Ντόνοβαν αποφοίτησε από τη σχολή εκπαιδευτικής πολιτικής του Χάρβαρντ. Αντί ομιλίας απήγγειλε στους συμμαθητές και τους καθηγητές του ένα ποίημα. Που χαρακτηρίστηκε από το ίδιο το πανεπιστήμιο ως η πιο συγκλονιστική ομιλία σε τελετή αποφοίτησης.

Είναι η βιωματική αφήγηση ενός αφροαμερικανού για τις φυλετικές διακρίσεις στην Αμερική. Για την πορεία ενός αφροαμερικανού στο αμερικανικό εκπαιδευτικό σύστημα. Για τις ευθύνες των εκπαιδευτικών και τα όνειρα ενός νέου εκπαιδευτικού.

Ο Horace Mann, ένας μεταρρυθμιστής εκπαιδευτικός είχε πει το 1848 ότι η παιδεία και η μόρφωση, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, δημιουργούν ίσες ευκαιρίες. Είναι ο εξισορροπιστής στην κοινωνία των ανθρώπων. Μόνο που οι αφροαμερικανοί τότε δεν είχαν το δικαίωμα να διαβάζουν και να γράφουν, λέει ο Ντόνοβαν. Κάθε τέτοια προσπάθεια τιμωρούνταν με θάνατο. Όλοι αναγνωρίζουμε την ατελείωτη δύναμη της γνώσης, λέει ο Ντόνοβαν. Αλλά ποτέ δεν διερωτηθήκαμε γι’ αυτούς που είναι θεματοφύλακες της γνώσης και της πληροφόρησης. Αν το κάνουμε θα διαπιστώσουμε ένα «διαίρει και βασίλευε».

Με μια αφοπλιστική και δηκτική ειλικρίνεια ο Ντόνοβαν προειδοποιεί ότι το δικό του success story είναι η εξαίρεση. Δεν είναι ο κανόνας. «Για μερικούς αυτό που χωρίζει το σχολείο από τη φυτεία είναι μόνο ο χρόνος. Πόσες φορές, όμως, πρέπει να νοιώσουμε ως ποσοστώσεις, ως δείγματα σε έννοιες όπως διαφορετικότητα, συμπερίληψη».

Κάνοντας έμμεση αναφορά στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο Ντόνοβαν λέει στους συμφοιτητές και τους δασκάλους του: «Στέκομαι μπροστά ως μια εκπροσώπηση αγάπης και πόνου. Με την επανάσταση να κυλάει στις φλέβες μου. Είμαι μια πράξη του ονείρου. Είμαι η ενσάρκωση ενός ανεκπλήρωτου ονείρου. Είμαι ένα κίνημα, ένα αμάλγαμα από μνήμες που η Αμερική θα ήθελε να ξεχάσει. Το παρελθόν μου όμως δεν θα με αφήσει να μείνω ακίνητος».

Στο εκπαιδευτικό σύστημα, οι μαθητές νιώθουν μια αυθεντική αγανάκτηση. Γιατί υπόκεινται σε πάγια πρότυπα αξιολόγησης. Ο καθένας από εμάς είναι ξεχωριστός, όμως, λέει ο Ντόνοβαν. Και το καθήκον των εκπαιδευτικών είναι να βοηθήσουν τους μαθητές να αναπτύξουν τις δεξιότητες τους. Για να το κάνουν αυτό πρέπει να έχουν την αφιέρωση στο καθήκον και την υπομονή του Γαλιλαίου. Να έχουν ευθύνη. Και να εμπνέουν τους μαθητές τους, δείχνοντας τους ότι ο ουρανός δεν είναι το όριο αλλά μόνο η αρχή. Να τους βοηθούν να απογειωθούν.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”