Σκοτάδι βαθύ

Σκοτάδι βαθύ

Κλείνει άλλος ένας χρόνος, ο έβδομος κατά σειρά, βαθιάς κρίσης και ύφεσης. Η οικονομική κρίση έχει μεταβληθεί σε κρίση νομιμοποίησης εσωτερικά και κρίση ισχύος εξωτερικά.

Η Μεταπολίτευση άρχισε ως ένας ενάρετος κύκλος θεσμικού εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης της χώρας αλλά κλείνει με παταγώδη αποτυχία. Το φιλόδοξο μεταρρυθμιστικό εγχείρημα του Καραμανλή, που διασφάλισε τη δημοκρατική σταθερότητα, την άμυνα, και την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας έμεινε ανολοκλήρωτο. Παρά τις στρατηγικές αυτές κατακτήσεις, το πολιτικό σύστημα παλινδρόμησε στις παθογένειες και τις στρεβλώσεις του παρελθόντος. Τέσσερις δεκαετίες αργότερα το ελληνικό κράτος προσγειώθηκε ανώμαλα στην πέμπτη χρεωκοπία από συστάσεώς του.

Σήμερα μοιάζουμε ιδρυματισμένοι και εγκλωβισμένοι στις παθογένειες της ιστορικής μας ιδιαιτερότητας. Οι προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης γίνονται με μεγάλες θυσίες, αλλά δεν αγγίζουμε τη ρίζα του προβλήματος. Συνεχίζουμε αλλά δεν αλλάζουμε.

Αντίθετα, για όλα τα δεινά μας φταίει κάποιος άλλος.

Κάποτε τα δεινά της χώρας αποδίδονταν στον κακό θείο Σαμ. Τώρα αποδίδονται στον κακό Σόιμπλε. Η διεθνής κρίση έβαλε τέλος στη χρηματοδότηση του ελληνικού παρασιτικού καταναλωτισμού από το φθηνό ευρωπαϊκό χρήμα. Τώρα η δίαιτα εξυγίανσης που μας επέβαλαν οι δανειστές επαναφέρει επώδυνα το ελληνικό βιοτικό επίπεδο στο ύψος των παραγωγικών δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας. Και έτσι η ευρωλαγνεία μετατράπηκε αίφνης σε ευρωσκεπτικισμό.

Το στοίχημα που τίθεται εκβιαστικά για τη χώρα μας είναι η αντικατάσταση του μοντέλου του παρασιτικού καταναλωτισμού από τον οικονομικό ορθολογισμό. Ένα νέο μοντέλο, που θα διαγράφει ένα θετικό ισοζύγιο ανάμεσα στην παραγωγικότητα, την απόδοση από τη μια πλευρά, και την κατανάλωση, την απόλαυση από την άλλη.

Αυτό όμως προϋποθέτει δύο πράγματα. Μια πολιτική ηγεσία που έχει σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης πάνω στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Για να πάρει η χώρα τη θέση που της αναλογεί στον ευρωπαϊκό και διεθνή καταμερισμό εργασίας. Και μία πολιτική ηγεσία που είναι αποφασισμένη για ρήξεις με βαθιά ριζωμένες νοοτροπίες. Μια πολιτική ηγεσία που θα θέσει τις διαρθρωτικές αλλαγές και τη παραγωγική ανασυγκρότηση ως ιστορικούς στόχους που θα κινητοποιήσουν συλλογικές δυνάμεις.

Στα μπαλκόνια της προεκλογικής εκστρατείας του 1974 ο Καραμανλής, αντί να υπόσχεται, νουθετούσε το αλαλάζον πλήθος κάνοντάς του μαθήματα πολιτικής ιστορίας. Και δημιουργούσε προϋποθέσεις συστράτευσης στην εθνική προσπάθεια.

Οι σημερινοί κυβερνώντες δεν έχουν σχέδιο παρά μόνο για την παραμονή τους στην εξουσία. Για διαρθρωτικές αλλαγές ούτε λόγος. Και τις μεταρρυθμίσεις, που με μεγάλες συγκρούσεις έγιναν στην Παιδεία, τη Δημόσια Διοίκηση, και την Οικονομία από το 2011 μέχρι το 2015, τις ισοπέδωσαν. Το μόνο που ξέρουν είναι να δηλώνουν οικονομικά υποτελείς στους έξω ενώ παριστάνουν τους μυγιάγγιχτους πατριώτες στους μέσα. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να μας οδηγούν σε σκοτάδι βαθύ.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Άλλο ένα ρουσφέτι

Άλλο ένα ρουσφέτι

Την καλύτερη εξήγηση για το βοήθημα στους συνταξιούχους, που οδήγησε σε άλλη μία κρίση με τους δανειστές, έδωσε ανώνυμος κυβερνητικός αξιωματούχος. Η κυβέρνηση, είπε, προσέφερε χριστουγεννιάτικο μποναμά εν όψει της επιστροφής των βουλευτών στις εκλογικές τους περιφέρειες για τις γιορτές. Αποκαθιστώντας έτσι στα μάτια των πολιτών την παραδοσιακή λειτουργία της πολιτικής. Που χαρακτηρίζεται από μια χρόνια και βαθιά ριζωμένη παθογένεια.

Η μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας στη μαζική δημοκρατία αύξησε την κοινωνική κινητικότητα. Αλλά δεν απάλειψε τις πατριαρχικές νοοτροπίες και σχέσεις. Αντίθετα η πατριαρχική δομή της κοινωνίας μεταφέρθηκε στην πολιτική διαδικασία. Και μεταβλήθηκε σε πελατειακή σχέση. Μια πελατειακή σχέση μεταξύ πολιτικού και ψηφοφόρου, όπου ο ψηφοφόρος παρέχει την υποστήριξή του (ψήφο) ζητώντας ανταλλάγματα. Και ο πολιτικός διανέμει θέσεις, αξιώματα, και παροχές με αντάλλαγμα την ψήφο. Αρχικά, ο σίγουρος εργοδότης, αλλά και το εργαλείο ικανοποίησης των πάσης φύσεως αιτημάτων, ήταν το κράτος. Η προσέλκυση ψηφοφόρων μέσα από την παροχή κρατικών θέσεων έγινε αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής διαδικασίας. Και συνέτεινε στη διόγκωση και λειτουργία του κρατικού μηχανισμού με κομματικά και όχι αξιοκρατικά κριτήρια. Ο κρατικός μηχανισμός αντί να γίνει φορέας οικονομικής ανάπτυξης και θεσμικού εκσυγχρονισμού έγινε ο τρύγος των πολιτών-πελατών.

Ο πελατειακός χαρακτήρας της πολιτικής μπόλιασε τα κόμματα με κρατικιστική και λαϊκιστική νοοτροπία. Μέσα από την πολιτική του βολέματος των πάντων, το κόμμα και ο πολιτικός έγιναν οι παντοδύναμοι δότες. Και τα επιμέρους συμφέροντα των πελατών-πολιτών έβρισκαν τρόπο ικανοποίησης μέσα από παραθυράκια του νόμου, τροπολογίες, και ρουσφέτια. Στη μαζική δημοκρατία, η παθογένεια αυτή από το επίπεδο των πολιτών μεταφέρθηκε και σε επίπεδο κοινωνικών ομάδων και επαγγελματικών κλάδων. Και στην εποχή του πολίτη-καταναλωτή πήρε τη μορφή ικανοποίησης των καταναλωτικών αιτημάτων και διασφάλισης ενός καταναλωτικού επιπέδου πέρα από τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας. Υλικές παροχές με αντάλλαγμα την ψήφο. Η ευημερία με δανεικά είναι η απόλυτη συμπαιγνία ανάμεσα στους πολίτες που αγκαλιάζουν το μοντέλο της παρασιτικής κατανάλωσης και ένα πολιτικό σύστημα που το προωθεί για να διαιωνίσει την παραμονή του στην εξουσία.

Όταν το μοντέλο αυτό ξεπέρασε τα όρια της οικονομικής αντοχής της χώρας, η χώρα κατέρρευσε. Η κρίση έφερε την επιτροπεία και η επιτροπεία έβαλε όρια στην πελατειακή πολιτική. Η εγχώρια πολιτική τάξη τα αποδέχτηκε. Αλλά σπασμωδικά, υποχρεωτικά, και έξωθεν επιβεβλημένα και όχι ως αποτέλεσμα κριτικής αυτοσυνειδησίας. Γι’ αυτό με την πρώτη ευκαιρία η κυβέρνηση έσπευσε να κλείσει το μάτι στη κοινωνική ομάδα των συνταξιούχων. Και να θυμίσει ότι οι παλιές καλές συνήθειες ποτέ δεν πεθαίνουν. Μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνουν για να επιστρέψουν μόλις οι περιστάσεις το επιτρέψουν.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χωριό Ποτέμκιν

Χωριό Ποτέμκιν

Η Αριστερά δεν είναι φυγάς της Ιστορίας, είπε ο Πρωθυπουργός. Μόνο που είναι φυγάς της πραγματικότητας. Ιδίως η καθ᾽ ημάς Αριστερά. Επιδίωξε την εξουσία εν μέσω της βαθύτερης κρίσης της μεταπολεμικής μας ιστορίας. Χωρίς πρόγραμμα, χωρίς ρεαλιστικό σχέδιο αλλαγής πορείας. Με ένα συνοθύλευμα παιδαριωδών, ανεδαφικών και απαρχαιωμένων απόψεων. Που συγκροτούσαν ένα χωριό Ποτέμκιν για την εξαπάτηση των πολιτών. Γιατί ο ουσιαστικός τους στόχος ήταν η κατάληψη της εξουσίας. Η ιστορική ρεβάνς.

Τώρα δεν θέλουν να γίνουν φυγάδες της Ιστορίας. Δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την εξουσία. Αποδέχονται τα πάντα αρκεί να διατηρήσουν τη νομή της εξουσίας. Έχοντας αλλαξοπιστήσει στα πάντα προσπαθούν να συγκρατήσουν το ακροατήριό τους δίνοντας εξετάσεις κοινωνικής ευαισθησίας. Εμείς είμαστε με την κοινωνία, ενώ οι άλλοι με τον Σόιμπλε. Συνθηκολογούν στους έξω ενώ στήνουν θέατρο αντίστασης στους μέσα. Στην έρημο της πλήρους υποταγής τους παρουσιάζουν και μια όαση αντίστασης. Ένα χωριό Ποτέμκιν για τους ιθαγενείς.

Κάπως έτσι στήθηκε και ο παλληκαρισμός του βοηθήματος προς τους συνταξιούχους. Μόνο που το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι ότι η πολιτική Ποτέμκιν είναι, πλέον, και κοντόθωρη και προβλέψιμη. Γιατί όταν προσπαθείς να αντισταθμίσεις τη φοροκαταιγίδα με ένα αντίδωρο, κάνεις μια τρύπα στο νερό. Και πάντως δεν είναι πολιτικό καύσιμο για μακρινή απόσταση.

Το πρόβλημα του κ. Τσίπρα αυτή τη φορά είναι διττό. Και τους μέσα δεν πείθει και τους έξω έχει εξοργίσει. Γιατί ο Πρωθυπουργός δεν αρκέστηκε στον αιφνιδιασμό για το βοήθημα στους συνταξιούχους. Κλιμάκωσε την κρίση επιτιθέμενος κατά του ΔΝΤ και του Σόιμπλε ως άλλος Βαρουφάκης. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στην αξιοπιστία του και στη πορεία της χώρας. Επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον της διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Εταίροι και δανειστές εκτίμησαν ότι ο κ. Τσίπρας, μετά την υπογραφή που έβαλε στο τρίτο Μνημόνιο, έκανε στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία. Και θα μπορούσε να υλοποιήσει μεταρρυθμίσεις διατηρώντας την εσωτερική σταθερότητα.

Αντιθέτως παρατηρούν συνεχή πισωγυρίσματα. Την ασταθή και αντιφατική συμπεριφορά μελών της κυβέρνησης αλλά, τώρα, και του ίδιου του Πρωθυπουργού. Μια συμπεριφορά που στην ψυχολογία αποκαλείται γνωστική ασυμφωνία. Που προκύπτει όταν κάνεις πράγματα αντίθετα από αυτά που πιστεύεις. Στη συνάντησή του με την κ. Μέρκελ ο Πρωθυπουργός ανέκρουσε πρύμναν. Οι εντυπώσεις όμως παρέμειναν. Και σε κάθε περίπτωση, οι Γερμανοί δεν πρόκειται να δώσουν διέξοδο διαφυγής στον κ. Τσίπρα ενόψει των εκλογών τους. Συνεπώς, ο Πρωθυπουργός θα αναγκαστεί, για άλλη μια φορά, να πιεί το πικρό ποτήρι μέχρι τέλους. Ελπίζοντας ότι το χωριό Ποτέμκιν που έστησε στο εσωτερικό αρκεί για να τον διασώσει πολιτικά. Αλλιώς, θα ζυγοσταθμίσει τα πιστεύω του με τις πράξεις του και θα κάνει ηρωική έξοδο δια των εκλογών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χωρίς σχέδιο

Χωρίς σχέδιο

Ο Πρωθυπουργός, πριν από λίγο καιρό, έκανε έναν ανασχηματισμό για να επισπεύσει, κυρίως, το κλείσιμο της αξιολόγησης. Απομακρύνοντας από την κυβέρνηση τους υπουργούς που είτε αδρανούσαν είτε κωλλυσιεργούσαν σε κρίσιμους τομείς. Η άμεση ολοκλήρωση της αξιολόγησης παρουσιαζόταν από τον Πρωθυπουργό και τον υπουργό των Οικονομικών ως άμεση προτεραιότητα. Και ορθώς. Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης διέλυε τα σύννεφα της αβεβαιότητας και μας οδηγούσε στην ευεργετική ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι.

Αίφνης όλα άλλαξαν. Ο Πρωθυπουργός, προφανώς υπο το βάρος της ραγδαίας δημοσκοπικής του κατάρρευσης, έστησε ένα σκηνικό διπλής κρίσης με εταίρους και δανειστές. Η πρώτη για το βοήθημα στους συνταξιούχους. Η κυβέρνηση γνώριζε ότι η αιφνίδια ανακοίνωση των παροχών, χωρίς συνενόηση, θα προκαλούσε την αντίδραση των δανειστών. Ανυπόφορο να το δεχθεί κανείς αλλά αυτή είναι η ζωή υπό επιτροπείαν. Στην οποία μας βύθισε πιο βαθιά ο κ. Τσίπρας, τον Ιανουάριο του 2015, με την ανατροπή της κυβέρνησης και την δική του υπογραφή σε ένα μνημόνιο με επαχθείς όρους. Ο κ. Τσίπρας μπορεί τελικά να ξεπεράσει τις υπερβολικές, είναι η αλήθεια, αντιδράσεις των δανειστών. Αφού έχει όμως πρώτα διακινδυνεύσει το πάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους που είχαν αποφασιστεί στο Eurogroup. Και αφού έχει επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον της ευρύτερης διαπραγμάτευσης. Που αφορά στην αξιολόγηση και τα μέτρα που έρχονται μαζί με τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στα οποία συμφώνησε η κυβέρνηση.

Το πρόβλημα είναι ότι, παρά το τσάι και τη συμπάθεια που προσέφεραν οι ευρωσοσιαλιστές στον Πρωθυπουργό, την απόφαση θα πάρουν ο Σόιμπλε και το ΔΝΤ. Αυτοί, δηλαδή, που στοχοποίησε ο Πρωθυπουργός. Η Μέρκελ τον παρέπεμψε ήδη στούς θεσμούς πριν τη συνάντησή τους. Και αφού, προηγουμένως, εξαπέλυσε μύδρους εναντίον της κυβέρνησης για τον χειρισμό του Προσφυγικού/Μεταναστευτικού.

Ο κ. Τσίπρας κάνει ένα ριμέικ του 2015 με τη διαφορά ότι οι συσχετισμοί είναι ακόμη πιο αρνητικοί εις βάρος της χώρας. Το ελληνικό πρόβλημα έχει πλέον κουράσει και η Γερμανία μπαίνει σε προεκλογική περίοδο.

Μόνο ο ίδιος γνωρίζει τι έχει στο μυαλό του. Κατά μιαν εκδοχή έκανε έναν αντιπερισπασμό παροχών δημιουργώντας ένα προπέτασμα καπνού. Για να κρύψει τα μέτρα που έρχονται και το μνημόνιο διαρκείας στο οποίο έχει ουσιαστικά βάλει τη χώρα. Στη δεύτερη εκδοχή ο Πρωθυπουργός ετοιμάζεται να αποδράσει με εκλογές. Επενδύοντας στον ευρωσκεπτικισμό που φουντώνει προσπαθεί να επαναφέρει τη διαιρετική τομή που έφερε στην κοινωνία το δημοψήφισμα, προκειμένου να αποδράσει αποφεύγοντας τη συντριβή. Να στερήσει στη ΝΔ την αυτοδυναμία και να παραμείνει, ελέω απλής αναλογικής, παράγων στα πολιτικά πράγματα. Παιχνίδια χωρίς σχέδιο εις βάρος της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ένα κακό ριμέικ

Ένα κακό ριμέικ

Η κυβέρνηση, μετά την επική αναδίπλωση του 2015, επένδυσε πολιτικά σε ένα ριμέικ του success story. Την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, την ελάφρυνση του χρέους, και την είσοδο της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση. Ήταν τέτοια η κεκτημένη επικοινωνιακή της ταχύτητα, που έσπευσε να πανηγυρίσει αμέσως μετά την απόφαση του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου. Πριν καλά καλά διαβάσει το κείμενο. Όταν καταστάλλαξε ο κουρνιαχτός αποδείχθηκε άνθρακας ο θησαυρός. Βραχυπρόθεσμα μέτρα, για ισχνή ελάφρυνση, στο μακρινό 2060. Όσο για ουσιαστική μακροπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους, καμιά κουβέντα μέχρι το 2018. Κι έτσι η κυβέρνηση έμεινε τελικά με τον μουτζούρη στο χέρι. Με την ανάληψη της υποχρέωσης για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, της τάξης του 3,5%, για αδιευκρίνιστη διάρκεια μετά το 2018.

Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση πρέπει να πειστεί το ΔΝΤ. Το Βερολίνο θέλει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αλλά δεν δέχεται την προϋπόθεση της ελάφρυνσης του χρέους που θέτει το Ταμείο.

Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, δεν θεωρεί την ελάφρυνση που δόθηκε αρκετή. Και δεν δέχεται τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που ζητάει το Βερολίνο. Γιατί θεωρεί ότι η Ελλάδα, με τα συμφωνηθέντα μέτρα, δεν μπορεί να πιάσει πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Και ζητάει επιπλέον μέτρα ύψους 4 δις.

Η κυβέρνηση επέστρεψε στη συνταγή της πολιτικής λύσης. Αυτό και αν είναι εκ προοιμίου ένα κακό ριμέικ. Γιατί έχει μείνει πια χωρίς συμμάχους. Ο Ομπάμα αποχωρεί από τη σκηνή, ο Ολάντ δεν έχει πλέον καμιά επιρροή, και ο Ρέντσι έχει αποχωρήσει ηττημένος. Και γιατί η Μέρκελ σε προεκλογική χρονιά δεν έχει περιθώρια για υποχωρήσεις στο ελληνικό ζήτημα ακόμη και να το ήθελε. Ο δε Σόιμπλε παραμένει πιστός στην καλβινιστική του λογική που λέει οτι αν χαλαρώσουν τα μέτρα θα πάνε περίπατο οι μεταρρυθμίσεις.

Αυτή η κυβέρνηση αρνείται με πείσμα να αντιληφθεί ότι ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος της χώρας. Δεν το κατάλαβε το εξάμηνο της καταστροφικής της διαπραγμάτευσης, δεν το κατάλαβε και στη συνέχεια. Αγκομαχάει να κλείσει δύο αξιολογήσεις σε δεκαέξι μήνες. Χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι είμαστε σε εποχή πλανητικής αστάθειας, και οι διεθνείς συσχετισμοί επιδεινώνονται ραγδαία. Αντί να κλείσει τις οικονομικές εκκρεμότητες παρακολουθεί να ανοίγουν και όλα τα εθνικά θέματα. Η χώρα, ακυβέρνητη, διολισθαίνει επικίνδυνα.

Η παροχολογία του Πρωθυπουργού υποδηλώνει και την αμφιθυμία του. Επιδιώκει ένα πλαίσιο συμφωνίας που δεν θα ξεπερνάει τις πολιτικές αντοχές του κόμματός του. Πλεονάσματα της τάξεως του 2,5% και 1% να διοχετεύται στην ανάπτυξη. Αλλιώς απειλεί με εκλογές. Με τη χώρα να βυθίζεται στο τέλμα οι εκλογές δεν αποτελούν λύση, πλέον, αλλά λύτρωση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ιμάντες γεωπολιτικής επιρροής

Ιμάντες γεωπολιτικής επιρροής

Το 2011 ο Ομπάμα ανακοίνωσε το περίφημο πιβοτάρισμα της Αμερικής στην Ασία και τον Ειρηνικό. Μεταφέροντας το επίκεντρο της πλανητικής πολιτικής από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό. Κάτι που επέβαλαν οι αυξανόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις από την ανάδυση της Κίνας και τα γεωοικονομικά συμφέροντα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στη νοτιοανατολική Ασία. Πέντε χρόνια αργότερα, δώδεκα χώρες υπέγραψαν τη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης του Ειρηνικού.

Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει δηλώσει ότι θα την καταργήσει από την πρώτη μέρα της θητείας του. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η αμερικανική σφήνα περιόριζε τις στρατηγικές φιλοδοξίες της Κίνας στο ανατολικό ημισφαίριο.

Η απάντηση της Κίνας ήρθε μέσα από τη διακήρυξη του πιο φιλόδοξου γεωπολιτικού σχεδίου μετά το δρόμο του μεταξιού. Ενός επίγειου και θαλάσσιου γεωπολιτικού ιμάντα που εκτείνεται από την Κίνα μέχρι την Ευρασία και την Ευρώπη από τη μια πλευρά, και τη Νοτιανατολική Ασία και την Ανατολική Αφρική από την άλλη. Μια σειρά από έργα υποδομών σε 60 χώρες, που περιλαμβάνουν λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρομικές γραμμές, αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου και δίκτυα οπτικών ινών. Η συνολική επένδυση θα φτάσει τα 4 τρις δολάρια και θα συμπεριλάβει χώρες που διαθέτουν το 70% των ενεργειακών αποθεμάτων του κόσμου. Το πρότζεκτ θα χρηματοδοτηθεί από την Ασιατική Τράπεζα Υποδομών και Επενδύσεων, από κινεζικά funds, και τη Νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα, που είναι η τράπεζα που δημιουργήθηκε από τα BRICS. Έναν πολυμερή χρηματοπιστωτικό οργανισμό που ιδρύθηκε ως αντίβαρο στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τη Παγκόσμια Τράπεζα.

Το υπερφιλόδοξο κινεζικό σχέδιο θα αυξήσει κατακόρυφα την κινεζική επιρροή σε ενεργειακά κρίσιμες περιοχές, και θα δημιουργήσει νέες αγορές για τις κινεζικές εταιρείες και τις κινεζικές τράπεζες. Μια τέτοιας κλίμακας διείσδυση δημιουργεί εκ των πραγμάτων ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Η Ρωσία θεωρεί την Ευρασία ζωτικό της χώρο. Ενώ η Ινδία είναι ήδη ενοχλημένη από την αυξανόμενη κινεζική παρουσία στον Ινδικό ωκεανό αλλά και τις συμφωνίες της Κίνας με το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και τη Σρι Λάνκα.

Είναι επίσης βέβαιο οτι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να παραδώσουν τη σκυτάλη της παγκόσμιας γεωπολιτικής ηγεμονίας στη Κίνα.

Το πιθανότερο είναι ότι στο τέλος θα υπάρξει κάποιου είδους συνδιαχείριση αυτού του κολοσσιαίου πρότζεκτ. Που θα σημάνει τη συμμετοχή αμερικανικών, ευρωπαϊκών, και γιαπωνέζικων εταιρειών και τραπεζικών ιδρυμάτων. Με ευκαιρίες για τις ελληνικές κατασκευαστικές και ενεργειακές εταιρείες. Αυτό όμως προϋποθέτει μια κυβέρνηση που να αντιλαμβάνεται τις ευκαιρίες, να βοηθάει διπλωματικά τις ελληνικές εταιρείες και να ευνοεί τις επενδύσεις. Όπως έκανε η κυβέρνηση Καραμανλή με το άνοιγμα του Πειραιά στην COSCO. Που αποτελεί σήμερα τον συνδετικό κρίκο αυτού του ιμάντα με τις ευρωπαϊκές αγορές.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τα δυο χρόνια της απώλειας

Τα δυο χρόνια της απώλειας

Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι, μετά από δυο χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η χώρα βρίσκεται στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρισκόταν τον Δεκέμβριο του 2014. Είναι σαν να πάγωσε ο χρόνος και η σημερινή κυβέρνηση να ετοιμάζεται να πανηγυρίσει το success story που λοιδορούσε πριν από δυο χρόνια. Το κλείσιμο της αξιολόγησης, δηλαδή, την ελάφρυνση του χρέους, και τη προληπτική πιστοληπτική γραμμή.

Ακόμη, όμως, και αν όλα αυτά συμβούν η χώρα θα φτάσει στον ενδιάμεσο αυτό σταθμό όχι με απλή καθυστέρηση, αλλά μετά από έναν επώδυνο και δαπανηρό εκτροχιασμό. Που λίγο έλειψε να αποβεί μοιραίος για τη χώρα. Οδηγώντας την εκτός ευρωζώνης. Για να αποκατασταθεί η ομαλή τροχιά δαπανήθηκε χρόνος και δυνάμεις. Και οι πολίτες επιβαρύνθηκαν με ένα επιπλέον χρέος 86 δις.

Το Δεκέμβριο του 2014 η χώρα, πράγματι, βρέθηκε μια ανάσα από την επιστροφή στη κανονικότητα. Εκκρεμούσε το κλείσιμο της αξιολόγησης συνδεδεμένο, στην χειρότερη εκδοχή, με δυο δις μέτρα. Και με βάση τη συμφωνία του Eurogroup του 2012, έχοντας πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα, η χώρα μπορούσε να αρχίσει τη διαπραγμάτευση για την ελάφρυνση του χρέους. Μια ελάφρυνση που σε αδρές γραμμές περιελάμβανε τη μείωση των επιτοκίων και την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής. Η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα έδειχνε σημεία ανάκαμψης. Όπως και οι εξαγωγές και οι επενδύσεις.

Αυτή η συντεταγμένη επιστροφή στη κανονικότητα αρχικά υπονομεύθηκε και τελικά ανακόπηκε άκριτα από την τότε αντιπολίτευση. Μετά την ανάληψη της εξουσίας, οι εξωπραγματικές θέσεις της για το σχίσιμο των μνημονίων και τη μονομερή διαγραφή του χρέους οδήγησαν σε μια καταστροφική διαπραγμάτευση και ένα τρίτο μνημόνιο ύψους 86 δις. Εν τω μεταξύ, όμως, οι τράπεζες κατέρρευσαν. Αναγκάστηκαν σε νέα κεφαλαιοποίηση, και τελικά πέρασαν σε ξένα χέρια. Τα capital controls έφεραν ασφυξία στην αγορά, οι επενδυτές εγκατέλειψαν τη χώρα, και το χρηματιστήριο κατέρρευσε. Για να ισορροπήσουμε και πάλι μετά από αυτή την περιδίνηση δαπανήσαμε χρόνο, δυνάμει και κεφάλαιο. Μειώθηκε επιπλέον το ΑΕΠ, και αυξήθηκε ο δανεισμός της χώρας μέσα από ένα τρίτο μνημόνιο.

Η επιστροφή στα δεδομένα του 2014 έγινε με πολύ βαρύ τίμημα. Οι δείκτες ισχύος της χώρας επιδεινώθηκαν δραματικά με αποτέλεσμα στα οικονομικά προβλήματα να προστεθούν και οι εθνικοί κίνδυνοι. Η αποδυνάμωση της χώρας πυροδότησε τις αναθεωρητικές ορέξεις των γειτόνων μας. Στα δυο χρόνια που μεσολάβησαν οι συνθήκες σε Ευρώπη και Αμερική άλλαξαν. Προς το χειρότερο. Όλα αυτά έχουν κάνει την επίτευξη συμφωνίας δυσχερέστερη, τα μέτρα βαρύτερα, και το βαθμό αβεβαιότητας για το αποτέλεσμα μεγαλύτερο. Η κυβέρνηση δεν έχασε απλώς δυο χρόνια. Προξένησε ζημιά στη χώρα και την εξέθεσε σε πολλαπλούς κινδύνους. Και γι’ αυτό η ευθύνη της είναι ακόμη βαρύτερη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Σαμψών

Σαμψών

Ο Ερντογάν είναι στα σχοινιά. Στριμωγμένος από παντού. Και στα εξωτερικά θέματα και στο εσωτερικό μέτωπο. Γι αυτό απειλεί θεούς και δαίμονες. Απειλεί να κατεδαφίσει όλο το περιφερειακό συστημικό οικοδόμημα. Ως άλλος Σαμψών. Οι απειλές του επηρεάζουν πρωτίστως εμάς, αλλά απευθύνονται κυρίως στη Δύση.

Στο εσωτερικό μέτωπο, η πορεία του Ερντογάν είναι μια ιστορία διαρκών αναμετρήσεων. Αρχικά με το κεμαλικό κατεστημένο, τώρα με τους γκιουλενιστές. Η ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και η ευρωπαϊκή πορεία που ακολούθησε τα πρώτα χρόνια ήταν πρόσκαιρες τακτικές επιλογές. Του έδωσαν το χρόνο και τα μέσα για το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών στο εσωτερικό. Με το πρόσχημα του ευρωπαϊκού εκδημοκρατισμού ο Ερντογάν σταδιακά αποδυνάμωσε και τελικά αποκαθήλωσε το στρατοκρατικό κεμαλικό κατεστημένο. Το πρόσφατο πραξικόπημα τον αποσταθεροποίησε. Η νέα αντιπαλότητα με τους γκιουλενιστές, στους οποίους είχε αρχικά στηριχτεί, τον οδηγεί σε νέους απηνείς διωγμούς προς κάθε κατεύθυνση. Την ίδια ώρα που η οικονομία δείχνει σημάδια επιδείνωσης. Ο Ερντογάν συσπειρώνει το κόσμο και τους πρώην εχθρούς του στη βάση μιας εθνικιστικής ατζέντας, συγκεντρώνοντας την εξουσία. Οι αναφορές στην αναθεώρηση των συνθηκών και το κλέος της οθωμανικής αυτοκρατορίας είναι το πολιτικό καύσιμο που χρησιμοποιεί. Το πρώτο μήνυμα προς τη Δύση είναι, σταματήστε να ασχολείστε με τα εσωτερικά της Τουρκίας.

Στο εξωτερικό μέτωπο, οι εξελίξεις είναι ακόμη πιο δυσοίωνες. Η μεγαλοϊδεατική πολιτική της πολιτιστικής και οικονομικής διείσδυσης στον πρώην οθωμανικό χώρο και η ανάδειξη της Τουρκίας σε ηγήτορα δύναμη του αραβικού κόσμου έχει αποτύχει. Αντίθετα, οι εξελίξεις στην Μέση Ανατολή έχουν οδηγήσει σε συρρίκνωση της επιρροής της και απειλούν με συρρίκνωση της εδαφικής της επικράτειας.

Η άμεση ανάμειξη των δυο υπερδυνάμεων στη Συρία και τη μάχη κατά του ISIS, διαμορφώνουν εξελίξεις ερήμην της. Η Τουρκία, υφίσταται τη πίεση του προσφυγικού μεταναστευτικού ρεύματος, και την απειλή δημιουργίας ενός κουρδικού μορφώματος. Ο Ερντογάν χειρίζεται το προσφυγικό μεταναστευτικό ως μοχλό άσκησης πίεσης. Γνωρίζοντας ότι το θέμα αυτό, μαζί με την ισλαμική τρομοκρατία, αποτελούν άμεση και αληθινή απειλή κατά της συνοχής των δυτικών κοινωνιών και της Ενωμένης Ευρώπης. Μαζί επαναφέρει και τις πάγιες απειλές και αναθεωρητικές αιτιάσεις κατά της Ελλάδας, που οι ισλαμιστές για πολύ καιρό είχαν βάλει στα κάτω ράφια της πολιτικής τους. Το μήνυμα στη Δύση είναι σαφές. Αρνητικές εξελίξεις στη περιοχή για τη Τουρκία θα έχουν σοβαρά αντίποινα. Σε μια εποχή πρωτοφανούς εθνικής αδυναμίας, ευρωπαικής κρίσης, και αλλαγής ηγεσίας στις ΗΠΑ, η απειλή για την Ελλάδα είναι άμεση και υπαρκτή. Αρχικά για το Κυπριακό. Το περιβάλλον των συνομιλιών επιδεινώνεται ραγδαία. Και απαιτείται εθνική στρατηγική για τη διαχείριση της κρίσης που θα προκύψει από ενδεχόμενη τελική κατάρρευση των συνομιλιών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”