Αυτά που μας ενώνουν

Αυτά που μας ενώνουν

Ο Immanuel Kant, ο Aristide Briand, αλλά και ο William Penn συνέλαβαν την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης. Το όραμά τους πέρασε κυριολεκτικά δια πυρός και σιδήρου μέχρι να πάρει σάρκα και οστά. Η βιβλική καταστροφή της ευρωπαϊκής ηπείρου από δύο Παγκοσμίους Πολέμους μέσα σε 40 χρόνια και ο παράλογος φόρος αίματος διαμόρφωσαν τις συνθήκες για μια άλλη τάξη πραγμάτων στη Γηραιά Ήπειρο. Αναζωπύρωσαν το όραμα της ενωμένης Ευρώπης και κινητροδότησαν μια γενιά πολιτικών, όπως ο Adenauer, ο Schumann, ο Spaak, προς αυτή την κατεύθυνση. Τη δημιουργία μιας νέας οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης στην Ευρώπη. Που θα δημιουργούσε ένα ευρύτερο συναίσθημα ευρωπαϊκής αφοσίωσης και αναφοράς. Οι μεταπολεμικές συνθήκες ευνόησαν την εξέλιξη του εγχειρήματος για μια σειρά από λόγους.

  1. Ο εξοστρακισμός της κατάρας του πολέμου οδήγησε στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, το 1951. Η συνδιαχείριση των υλικών του πολέμου έκανε τον πόλεμο όχι μόνο αδιανόητο αλλά και πρακτικά αδύνατο.
  2. Η αλλαγή κλίμακας της πλανητικής πολιτικής. Μετά τον Πόλεμο και την ανάδυση των νέων υπερδυνάμεων, καμία μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη δεν ήταν σε θέση από μόνη της να ασκήσει πλανητική πολιτική. Μόνο μια ενωμένη Ευρώπη θα μπορούσε να έχει επιρροή στα πλανητικά δρώμενα.
  3. Ο Ψυχρός Πόλεμος. Πριν καλά καλά σιγάσουν τα τύμπανα του πολέμου, η Ευρώπη έμπαινε στη δίνη του Ψυχρού Πολέμου. Ο αποκλεισμός του Βερολίνου και το κομμουνιστικό πραξικόπημα της Πράγας με τη βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης μεγιστοποίησαν τη σοβιετική απειλή. Και επέσπευσαν μια σειρά από εξελίξεις. Το σχέδιο Μάρσαλ, τη δημιουργία της Δυτικής Γερμανίας, την ανάσχεση του κομμουνισμού σε Γαλλία και Ιταλία, και τη δημιουργία του ΝΑΤΟ.
  4. Ο ρόλος των ΗΠΑ. Έχοντας εμπλακεί σε δυο Παγκοσμίους Πολέμους, και με τον Ψυχρό Πόλεμο προ των πυλών, οι ΗΠΑ θεώρησαν ότι η ενοποίηση της Δυτικής Ευρώπης οδηγούσε στην ενίσχυσή της. Για τον λόγο αυτό ενορχήστρωσαν και ενεθάρρυναν πολιτικές προς αυτή την κατεύθυνση. Όπως το σχέδιο Μάρσαλ και, συνακόλουθα, ο Οργανισμός Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας. Που ιδρύθηκε το 1948 για να προωθήσει την περιφερειακή συνεργασία στη διαχείριση του σχεδίου Μάρσαλ.

Η σοβιετική απειλή, η αμερικανική παρότρυνση και η κουλτούρα συνεργασίας από τη διαχείριση της οικονομικής βοήθειας έβαλαν τις ρίζες για μια λειτουργική και προοδευτική προσέγγιση που οδήγησε στη Συνθήκη της Ρώμης και τελικά στην Ενωμένη Ευρώπη.

Σήμερα, η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια πολυκρίση και πολλαπλές απειλές. Οι γενεσιουργοί λόγοι του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, όμως, δεν έχουν εκλείψει. Το υπόβαθρο των κοινών συμφερόντων και αξιών παραμένει σταθερό. Και η ενότητα απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και τη διατήρηση πλανητικής επιρροής.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τσουνάμι

Τσουνάμι

Εδώ κι έναν χρόνο η κυβέρνηση κρατάει ανοιχτή τη δεύτερη αξιολόγηση. Παρά τις συνεχείς και εμφατικές διαβεβαιώσεις όλων των στελεχών της, προεξάρχοντος του Πρωθυπουργού. Ότι η αξιολόγηση έκλεισε, κλείνει, ή θα κλείσει. Η αξιολόγηση όμως δεν κλείνει. Είτε γιατί οι Ευρωπαίοι διαφωνούν με το ΔΝΤ είτε γιατί οι δανειστές έχουν παράλογες απαιτήσεις. Έτσι, τουλάχιστον, μας λέει η κυβέρνηση. Η τρόικα μια έρχεται μια δεν έρχεται, και τα Eurogroup περνούν το ένα μετά το άλλο. Συμπληρώθηκε χρόνος και η εκκρεμότητα παραμένει.

Ένας από τους λόγους που δεν κλείνει η αξιολόγηση είναι γιατί η κυβέρνηση διαπραγματεύεται με το βλέμμα στις δημοσκοπήσεις και στην εκλογική της πελατεία. Γι’ αυτό, άλλωστε, τον περασμένο Δεκέμβριο με μια μονομερή ενέργεια κόντεψε να τα τινάξει όλα στον αέρα. Ένα βήμα πριν από το χείλος του γκρεμού υποχώρησε κακήν κακώς. Επιστολές αντηλλάγησαν, εξηγήσεις δόθηκαν, δηλώσεις μεταμέλειας έγιναν και το θέμα έκλεισε. Έχοντας μοιράσει ψιχία στους ιθαγενείς και καθυβρίσει τους δανειστές, οι επικοινωνιακοί φωστήρες της κυβέρνησης θεώρησαν ότι είχαν βάλει φρένο στην κατρακύλα.

Το πεπρωμένον, όμως, φυγείν αδύνατον. Με την αξιολόγηση ανοιχτή και την πραγματική οικονομία αιχμάλωτη των ιδεοληψιών τους, καταφεύγουν σε μια φοροεπιδρομή που ισοπεδώνει και ερημοποιεί την κοινωνία. Οι έχοντες επίγνωση και συναίσθηση της πραγματικότητας από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης λένε το αυτονόητο. Μια κακή συμφωνία εχθές είναι προτιμότερη από μια καλύτερη αύριο. Το υπονοούμενο είναι σαφές. Αύριο, η πραγματική οικονομία μπορεί να μην είναι πλέον ανατάξιμη.

Η κομματική νομενκλατούρα του ΣΥΡΙΖΑ όμως, που νέμεται την εξουσία, ουδόλως ενδιαφέρεται για την πραγματική οικονομία. Θεωρούν ότι η παράταση της διαπραγμάτευσης συντηρεί το αφήγημά τους στην εκλογική τους πελατεία και τη θέση τους στην εξουσία.

Να κλείσουν την αξιολόγηση δεν θέλουν. Μένουν χωρίς αφήγημα και χωρίς ιδεολόγημα. Να έρθουν σε ρήξη με τους δανειστές δεν μπορούν. Το κόστος για τη χώρα είναι μεγάλο και οι συνέπειες για τους ίδιους εξοντωτικές.

Θα παρατείνουν λοιπόν την αξιολόγηση και, λίγο πριν το επεισόδιο Ζάμπια ΙΙ, θα ζητήσουν αυξημένη πλειοψηφία στη Βουλή. Σκηνικό 2015. Αυτή τη φορά το τυράκι στη φάκα, πέραν της σωτηρίας της πατρίδας, είναι ότι τα μέτρα αφορούν την επόμενη κυβέρνηση. Που θα είναι η ΝΔ, και κατά τη δική τους ομολογία πλέον. Ναρκοθετούν λοιπόν τη θητεία της, με καμμένη γη στην πραγματική οικονομία, με ένα τέταρτο Μνημόνιο, και τη φωτογραφία στο κάδρο της συνενοχής των 180. Και με την απλή αναλογική στην επόμενη εκλογή ποντάρουν στο σενάριο της δεξιάς παρένθεσης. Πολιτική δωματίου. Μόνο που όταν η κοινωνία σού γυρίσει την πλάτη δεν σε σώζει τίποτα. Έρχεται το τσουνάμι και σε σαρώνει.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η κληρονομιά της δεκαετίας του ’80

Η κληρονομιά της δεκαετίας του ’80

Η πρόσφατη συζήτηση για την κληρονομιά της δεκαετίας του ‘80 έφερε στο φως πολλές από τις παθογένειες που οδήγησαν στη σημερινή κρίση. Ήταν η κυριαρχία του αριστερόστροφου λαϊκισμού, ο κομματισμός στη λειτουργία του κράτους και στη Δημόσια Διοίκηση και ένα καταναλωτικό μοντέλο πάνω και πέρα από τις αντοχές της οικονομίας και των νοικοκυριών.

Ιδιαίτερα, όμως, στους νευραλγικούς τομείς της Δημόσιας Διοίκησης και της παιδείας ο λαϊκισμός της δεκαετίας του ‘80 είχε καταστροφικά αποτελέσματα.

Το κράτος μετατράπηκε στον σίγουρο εργοδότη αλλά και στο εργαλείο ικανοποίησης των πάσης φύσεως αιτημάτων. Η προσέλκυση ψηφοφόρων μέσα από την παροχή κρατικών θέσεων έγινε αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής διαδικασίας. Και συνέτεινε στη διόγκωση και λειτουργία του κρατικού μηχανισμού με κομματικά και όχι αξιοκρατικά κριτήρια. Ο κρατικός μηχανισμός, αντί να γίνει φορέας οικονομικής ανάπτυξης και θεσμικού εκσυγχρονισμού, έγινε ο τρύγος των πολιτών-πελατών. Η κομματική κατάληψη της κρατικής μηχανής δημιούργησε μια κουλτούρα κομματικής χειραγώγησης της Δημόσιας Διοίκησης.

Ο θεσμός του γενικού διευθυντή αντικαταστάθηκε από τον γενικό γραμματέα, που ήταν κομματικό στέλεχος. Η σαρωτική αντικατάσταση των γενικών γραμματέων, ύστερα από κάθε εκλογική αναμέτρηση, και η μεταφορά του σχεδιασμού και της υλοποίησης πολιτικής σε κομματικούς μετακλητούς υπαλλήλους δημιούργησαν μια κουλτούρα κομματισμού και αδιαφάνειας στη Δημόσια Διοίκηση. Οδήγησε στην αδράνεια της γραφειοκρατίας και σε θεσμική ασυνέχεια. Η παντελής έλλειψη αξιολόγησης και ελέγχου έπληξε την αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης. Το ίδιο και η απουσία κινήτρων και κυρώσεων. Αυτές οι παθογένειες επιδεινώθηκαν με την ψήφιση του Ενιαίου Μισθολογίου το 1984, και του Ενιαίου Βαθμολογίου το 1986.

Ο μισθός των υπαλλήλων αποσυνδέθηκε από την απόδοσή τους και ο βαθμός από τη θέση ευθύνης τους.

Η αποστολή της Δημόσιας Διοίκησης αποσυνδέθηκε από την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και η λειτουργία της από ορθολογικά και αξιοκρατικά κριτήρια. Μοιραία, ο κρατικός μηχανισμός μετατράπηκε σε όχημα προώθησης συντεχνιακών και κομματικών συμφερόντων και σε θερμοκήπιο της διαφθοράς και της διαπλοκής. Η μεγαλύτερη αύξηση των δημοσίων υπαλλήλων παρατηρήθηκε τη δεκαετία 1981-1991. Τη δεκαετία αυτή, η δημόσια απασχόληση αυξήθηκε κατά 42%.

Στον τομέα της παιδείας, με την κατάργηση των επιθεωρητών εκπαίδευσης αλλά και των προτύπων σχολείων, καταργήθηκε κάθε έννοια αξιολόγησης και αριστείας. Το εκπαιδευτικό σύστημα μπολιάστηκε με τη νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας και ενός βίαιου ισοπεδωτικού εξισωτισμού. Στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ο κομματισμός και η συμμετοχή των φοιτητών στις εκλογές διοικητικών οργάνων έφεραν μια κουλτούρα διαφθοράς και συναλλαγής. Το φοιτητικό κίνημα αποπολιτικοποιήθηκε και μετατράπηκε σε συντεχνία.

Όλα αυτά, σε συνδυασμό με τη συνεχή αναβολή αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών και σε άλλους κρίσιμους τομείς, όπως το Ασφαλιστικό, συνέτειναν στην αδιέξοδη πορεία της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Λόγια του αέρα

Λόγια του αέρα

Αδιάβλητες μεν, αλλά αναξιόπιστες χαρακτήρισε τις Πανελλαδικές Εξετάσεις ο υπουργός Παιδείας. Προσθέτοντας, όμως, ότι δεν μπορεί να τις καταργήσει αύριο. Και ότι χρειάζεται έναν ορίζοντα τριών ετών. Μόλις είχε απονομιμοποιήσει έναν θεσμό που δεν είναι σε θέση να αντικαταστήσει. Λόγια του αέρα δηλαδή. Που όμως σπέρνουν σύγχυση και αβεβαιότητα στους μαθητές και αποδιοργανώνουν τον προγραμματισμό των νοικοκυριών. Πέραν του γεγονότος ότι η πλήρης κατάργηση των Εισαγωγικών και αδύνατη είναι, αλλά και λανθασμένη. Κάποιας μορφής τυποποιημένη αδιάβλητη πανελλαδική εξέταση πρέπει να αποτελεί ένα από τα κριτήρια αξιολόγησης των υποψηφίων για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Όπως γίνεται στις περισσότερες χώρες με τα λεγόμενα aptitude tests.

Το δεύτερο σχόλιο του υπουργού είχε να κάνει με το Λύκειο. Το λύκειο πάει, μαράθηκε, έχει τελειώσει, μας είπε ο υπουργός. Αυτό όμως που δεν μας εξήγησε είναι γιατί η κυβέρνησή του ξήλωσε μια συγκροτημένη μεταρρύθμιση που αναζωογονούσε το Λύκειο. Που νομοθέτησε και εφάρμοσε η κυβέρνησή μας (Ν.4186/2013).

Αν το Νέο Λύκειο που φτιάξαμε είχε γλυτώσει την καταστροφική μανία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ θα είχε ήδη αποδώσει καρπούς. Η μεταρρύθμιση που φέραμε εφάρμοσε την αξιολόγηση ύστερα από 32 χρόνια. Εισήγαγε την Τράπεζα Θεμάτων με στόχο την εξάντληση της διδακτέας ύλης σε όλα τα σχολεία της επικράτειας. Αύξησε τις ώρες διδασκαλίας των εκπαιδευτικών κατά δύο ώρες. Αναμόρφωσε το ωρολόγιο πρόγραμμα. Επανέφερε τη βάση του 10 στη Γλώσσα και τα Μαθηματικά. Εισήγαγε το μάθημα του πρότζεκτ, της ερευνητικής μεθοδολογίας δηλαδή, όχι μόνο στο Λύκειο αλλά και στο Γυμνάσιο. Για να αλλάξει η μαθησιακή διαδικασία από την παπαγαλία στην έρευνα. Και επανέφερε τον θεσμό των προτύπων δημόσιων σχολείων με εξετάσεις. Η μεταρρύθμιση αυτή, απόρροια πολυετούς εθνικού διαλόγου, βασιζόταν στο τρίπτυχο «αριστεία, αξιολόγηση, αυστηροποίηση». Αντικαθιστούσε το σχολείο της ήσσονος προσπάθειας, της εύκολης πρόσβασης και ακώλυτης προαγωγής με ένα δημόσιο σχολείο υψηλών απαιτήσεων, ένα Λύκειο με παιδευτική αυτονομία και αυτοτέλεια. Επαναφέροντας, σταδιακά, το κέντρο βάρους της μαθησιακής διαδικασίας από τα φροντιστήρια πίσω στα σχολεία.

Το ίδιο έγινε και με το Επαγγελματικό Λύκειο. Όπου εφαρμόσαμε τον θεσμό της μαθητείας, συνδέοντας τον χώρο της επαγγελματικής εκπαίδευσης με τις επιχειρήσεις. Εξασφαλίζοντας στους μαθητευόμενους επιμίσθιο και τις ασφαλιστικές τους εισφορές.

Όλα αυτά οι ομόσταβλοι προκάτοχοι του σημερινού υπουργού τα γκρέμισαν. Πρόχειρα, χωρίς μελέτη, χωρίς πρόγραμμα. Επιστρέφοντας σε εύκολες λαϊκιστικές λύσεις που οδηγούν στην ημιμάθεια και μετά στην ανεργία. Μετά το γκρέμισμα ο σημερινός υπουργός μιλάει για συναίνεση στον χώρο της παιδείας. Είναι μια κάποια πρόοδος. Μόνο που συναίνεση δεν μπορεί να σημάνει έκπτωση από τις αξίες της αριστείας, και της αξιολόγησης. Που ήταν στον πυρήνα της μεταρρυθμιστικής μας πολιτικής.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Εκτροχιασμός

Εκτροχιασμός

Ο ευρωπαϊκός εκλογικός κύκλος αρχίζει αύριο στην Ολλανδία με τους χειρότερους οιωνούς. Πολλοί Ευρωπαίοι φοβούνταν τις παρενέργειες μιας υποτροπής του ελληνικού προβλήματος στις ευρωπαϊκές εκλογές. Είχαν σχεδιάσει χωρίς τον Ερντογάν. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου, ο Ερντογάν έχει επιδοθεί σε ένα ανελέητο κυνηγητό των αντιπάλων του. Και μία άνευ προηγουμένου προσπάθεια συγκέντρωσης εξουσίας, που κορυφώνεται με το δημοψήφισμα του Απριλίου. Σε αυτή την προσπάθεια κάθε ψήφος είναι κρίσιμη για τον Ερντογάν. Πόσω μάλλον των μουσουλμάνων των ευρωπαϊκών χωρών και ιδιαίτερα της Γερμανίας. Που φαίνεται ότι είχαν ταχθεί πλειοψηφικά υπέρ του ΑΚΠ στις εκλογές του 2015. Κάπως έτσι συναντάται το τουρκικό δημοψήφισμα με τις ευρωπαϊκές εκλογές. Στη χειρότερη δυνατή συγκυρία. Η πολλαπλή κρίση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, και ιδιαίτερα το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό και η ισλαμική τρομοκρατία, έχουν οδηγήσει στην άνοδο των ακραίων δυνάμεων και του λαϊκισμού. Ο φόβος των ακραίων οδήγησε τις κυβερνήσεις της Ολλανδίας και της Γερμανίας στην απαγόρευση ομιλιών τούρκων αξιωματούχων στο μουσουλμανικό στοιχείο. Με επιχειρήματα κοινωνικής ειρήνης και δημόσιας τάξης. Ο Ερντογάν σήκωσε το γάντι και κλιμάκωσε την ένταση κατηγορώντας τις δύο χώρες για ναζιστικές πρακτικές.

Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις βρίσκονται μεταξύ σφύρας και άκμονος. Από τη μια πλευρά προσπαθούν να αποφύγουν την κλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία από τον φόβο κατάρρευσης της συμφωνίας για το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό. Από την άλλη, η παθητική στάση τους στην τουρκική κλιμάκωση φουσκώνει τα πανιά των εθνολαϊκιστικών κομμάτων. Για τις ακραίες ευρωπαϊκές δυνάμεις η ένταση που δημιουργείται στις σχέσεις με την Τουρκία είναι ένα αναπάντεχο δώρο. Βοηθάει στην προώθηση της ξενοφοβικής τους ατζέντας. Η ένταση και ο αποκλεισμός εξυπηρετεί και τους στόχους του Ερντογάν. Ο Ερντογάν κατηγορεί τις ευρωπαϊκές χώρες ότι εργάζονται υπέρ του Όχι στο δημοψήφισμα παρεμβαίνοντας στα εσωτερικά της Τουρκίας. Αυτό τον βοηθά να υφάνει ένα εθνικό αφήγημα ενσωματώνοντας τους κεμαλιστές και τους ακροδεξιούς ψηφοφόρους. Κι ένα αντιδυτικό αφήγημα που συσπειρώνει τους ισλαμιστές και τους γκιουλενιστές. Είναι κάτι που καλλιεργεί και με τη ρητορική του για την καθυστέρηση της άρσης της βίζας για Τούρκους πολίτες. Και την πολιτική της Ευρώπης στη Συρία και το Κουρδικό. Με τον τρόπο αυτό συσπειρώνει τη διχασμένη τουρκική γνώμη και αυξάνει τις πιθανότητες να κερδίσει το δημοψήφισμα του Απριλίου.

Ο Ερντογάν έχει δείξει στο παρελθόν τακτική ευελιξία και ικανότητα αναδίπλωσης από ακραίες θέσεις όταν το επέβαλαν οι περιστάσεις. Το έκανε με τη Ρωσία και το Ισραήλ. Η τακτική της κλιμάκωσης των ήδη τεταμένων ευρωτουρκικών σχέσεων λογοδοτεί στις εσωτερικές πολιτικές του επιδιώξεις. Είναι, όμως, αμφίβολο πλέον αν οι πολιτικές του επιδιώξεις συμβαδίζουν τόσο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, όσο και με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Λευκή Βίβλος

Λευκή Βίβλος

60 χρόνια μετά τις συνθήκες της Ρώμης, το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Το Brexit δεν είναι απλά ένα εμπόδιο στο ενοποιητικό εγχείρημα της Ευρώπης, όπως τόσα άλλα. Είναι ένα πισωγύρισμα. Για πρώτη φορά η Ενωμένη Ευρώπη αντί να διευρύνεται συρρικνώνεται. Σε μία εποχή, που όπως δήλωσε ο Juncker στο state of the union, ο κοινός τόπος ανάμεσα στα κράτη-μέλη λιγοστεύει. Το raison d’ être της Ενωμένης Ευρώπης αμφισβητείται. Οι σημερινοί ευρωπαίοι πολίτες έχουν διαφορετικές ανάγκες από αυτές που θεμελίωσαν τις Κοινότητες μετά το τέλος του πολέμου. Η ειρήνη στην ήπειρο δεν αρκεί ως νομιμοποιητικός συγκολλητικός ιστός του ενοποιητικού εγχειρήματος. Οι σημερινοί Ευρωπαίοι την θεωρούν δεδομένη. Από την άλλη πλευρά, η σημερινή Ευρώπη βιώνει μία πολλαπλή κρίση. Παρά τη συνολική παραγωγή πλούτου, η αρνητική όψη της παγκοσμιοποίησης είναι και εδώ ορατή. Σύμφωνα με ευρωπαϊκή μελέτη, οι ανισότητες αυξήθηκαν στα δύο τρίτα του συνόλου των ευρωπαϊκών κρατών. Ενώ ένας στους επτά ευρωπαίους πολίτες είναι αντιμέτωπος με το φάσμα της φτώχειας. Για πρώτη φορά αρκετοί πολίτες βλέπουν την ενωμένη Ευρώπη ως οικονομική αβεβαιότητα και λιγότερο ως μια ασφαλή αυλή. Η διεθνής οικονομική κρίση ανέδειξε τις δομικές αδυναμίες της ευρωζώνης και την ανάγκη για εμβάθυνση της οικονομικής ενοποίησης. Προκειμένου να ενισχυθεί η συνοχή και η ανταγωνιστικότητα της.

Η πίεση που δέχονται οι ευρωπαϊκές κοινωνίες από τη προσφυγική κρίση και τα μεταναστευτικά ρεύματα δοκιμάζει την ευρωπαϊκή συνοχή και αντανακλάται στο πολιτικό σύστημα. Ανοικτές και ανεκτικές κοινωνίες κλείνονται όπως το στρείδι. Όπως η Ολλανδία. Η ισλαμική τρομοκρατία είναι μια νέα μεγάλη ασύμμετρη απειλή που επιβαρύνει αυτό που ο Putnam ονόμασε το κοινωνικοψυχολογικό σύστημα των κοινωνιών.

Η πολλαπλή κρίση λειτουργεί ως θερμοκήπιο του λαϊκισμού και των ακραίων δυνάμεων. Κι ενώ η προφανής και ορθολογική απάντηση στην κρίση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι περισσότερη Ευρώπη, οι δυνάμεις αυτές παρασύρουν τις κοινωνίες σε μια αναδίπλωση στο κράτος έθνος.

Σ αυτό το περιβάλλον ο πρόεδρος της ευρωπαϊκής επιτροπής παρουσίασε τη λευκή βίβλο για το μέλλον της Ευρώπης. Σκιαγραφώντας πέντε σενάρια για την πορεία της Ευρώπης μέχρι το 2025. Με τα σημερινά δεδομένα της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, το πλέον ρεαλιστικό από τα πέντε σενάρια είναι το σενάριο της ενισχυμένης συνεργασίας. Οι χώρες, δηλαδή, που θέλουν να κάνουν περισσότερα θα κάνουν περισσότερα. Είναι το σενάριο που εκφράζει τη βούληση των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών. Έβαλαν, άλλωστε, τη σφραγίδα τους οι τέσσερις μεγάλοι στη συνάντηση των Παρισίων. Για την Ελλάδα, η συμμετοχή στον πυρήνα της Ευρώπης που διαμορφώνεται πρέπει να είναι στρατηγικός στόχος. Κάθε άλλη επιλογή κρύβει κινδύνους.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Συναίνεση στην ομηρεία;

Συναίνεση στην ομηρεία;

Πριν καλά καλά κοπάσουν οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης για το δήθεν κλείσιμο της αξιολόγησης άρχισαν οι οιμωγές. Γιατί οι θεσμοί επέστρεψαν και τους ζητάνε και το βόδι. Εργασιακά, συντάξεις, αφορολόγητο, απολύσεις, δημοσιονομικό κενό. Νόμιζαν, ή ήθελαν να νομίζουμε, ότι η δήθεν σκληρή στάση τους θα οδηγούσε τους θεσμούς σε υποχώρηση. Για άλλη μία φορά έπεσαν έξω. Πρώτον, γιατί οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που έχουν μπροστά τους εκλογές, δεν θέλουν να φανούν συμβιβαστικές και ενδοτικές στο εκλογικό τους σώμα. Δεύτερον, διότι υπάρχει κόπωση και έλλειψη εμπιστοσύνης σ’ αυτή την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση αυτή καταφεύγει σε μονομερείς ενέργειες και αιφνιδιασμούς, καθυστερεί στην προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων και την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Η εκκρεμότητα των κόκκινων δανείων εγκλωβίζει τις τράπεζες. Οι μεταρρυθμίσεις που απελευθερώνουν την αγορά και προσελκύουν επενδύσεις καθυστερούν. Αντί να μειώνουν τις δαπάνες του δημοσίου, υπερφορολογούν το επιχειρείν. Και ξηλώνουν όσες μεταρρυθμίσεις είχαν γίνει. Πάρτε το παράδειγμα της παιδείας. Ξήλωσαν μία μία όλες τις μεταρρυθμίσεις που είχαμε κάνει. Πρότυπα, αξιολόγηση, νέο Λύκειο, σχέδιο Αθηνά, απελευθέρωση της ιδιωτικής εκπαίδευσης.

Η κυβέρνηση έχασε έναν ολόκληρο χρόνο. Η στάση της σκλήρυνε τους δανειστές και διέλυσε την πραγματική οικονομία. Η έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών στην κυβέρνηση οδήγησε σε εκροή καταθέσεων ύψους 2 δισ. ευρώ από τις τράπεζες το τελευταίο δίμηνο.

Στην αριστερή εκλογική τους πελατεία σπινάρουν ότι διαπραγματεύονται για να σώσουν ό,τι μπορούν εντός μνημονίου. Η πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση διαπραγματεύεται με το κόμμα της, τις συνιστώσες της και τις ιδεοληψίες της. Εγκλωβισμένη στα αδιέξοδά της κρατάει σε ομηρεία τη χώρα.

Κάποιοι εξαρτούν τη σωτηρία της χώρας από τη συναίνεση της αντιπολίτευσης. Φοβούμαι ότι το μόνο που θα σώσει η συναίνεση της αντιπολίτευσης θα είναι η κυβέρνηση. Δεν είμαστε πολιτικά στο 2015. Τον Ιούνιο του 2015 η αξιωματική αντιπολίτευση συνέβαλε σε μια διευρυμένη πλειοψηφία για να σωθεί η χώρα. Να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της και να διατρανωθεί η βούλησή της για παραμονή στην Ευρώπη και την ευρωζώνη. Το πολιτικό διακύβευμα σήμερα είναι το κλείσιμο της αξιολόγησης από την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση, δηλαδή, αξιολογείται για την υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει. Ο βασικός λόγος που δεν κλείνει η αξιολόγηση είναι γιατί η κυβέρνηση δεν κάνει καλά τη δουλειά της και έχει χάσει την αξιοπιστία της. Με ποια πολιτική λογική ζητείται η συναίνεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σε τι ακριβώς; Εκτός αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να κλείσει την αξιολόγηση ή ομολογεί ότι έχει απολέσει τη δεδηλωμένη. Σε αυτή την περίπτωση αντί να κρατάει τη χώρα σε ομηρεία η λύση είναι οι εκλογές.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Οι προτεραιότητες του Τραμπ

Οι προτεραιότητες του Τραμπ

Η προχθεσινή ομιλία του Τράμπ στο Κογκρέσο, ήταν η πρώτη ουσιαστική άρθρωση των προτεραιοτήτων της προεδρίας του. Μια συνεκτική αποτύπωση της αντίληψής του για τον κόσμο.

Το σίγουρο είναι ότι τόσο η αντίληψη όσο και οι προτεραιότητες της πολιτικής του βρίσκονται στον αντίποδα αυτών του Ομπάμα. Ο Ομπάμα ήταν ένας φιλελεύθερος ιδεαλιστής. Ο Τράμπ συμπληρώνει το λαϊκίστικο ένστικτό του με έναν ωμό ρεαλισμό που πατάει στις τρεις βασικές παραδοχές της αμερικανικής παράδοσης του Άντριου Τζάκσον.

Η πρώτη είναι ένας ποπουλισμός που εκφράζει καχυποψία απέναντι στην ομοσπονδιακή εξουσία και τις πολιτικές ελίτ. Θεωρώντας ως επιτομή της ελευθερίας την ισχύ της δεύτερης τροπολογίας του αμερικανικού συντάγματος. Το δικαίωμα, δηλαδή, κάθε πολίτη να φέρει όπλα.

Η δεύτερη είναι μια πολιτική οικονομικού προστατευτισμού που επιδιώκει εμπορικά προνόμια για τα αμερικανικά προϊόντα στο εξωτερικό. Για τον Τράμπ η παγκοσμιοποίηση έχει λειτουργήσει προς ώφελος της Κίνας. Από τότε που η Κίνα έγινε μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, όπως είπε στην ομιλία του στο Κογκρέσσο, έκλεισαν 60.000 εργοστάσια στην Αμερική. Γι’ αυτό εξήγγειλε φορολογικές ελαφρύνσεις για τις αμερικανικές εταιρείες. Αυστηρή μεταναστευτική πολιτική, για να μην απειλούνται αμερικανικές θέσεις εργασίας, και επαναδιαπραγμάτευση των εμπορικών συμφωνιών. Ιδίως αυτών που έχουν επιφέρει έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ. Η αρχή έγινε από τη διάλυση της εμπορικής συμφωνίας των χωρών του Ειρηνικού. Σειρά τώρα παίρνει η ΝΑΦΤΑ. Η ΝΑΦΤΑ, είπε ο Τραμπ, ήταν αιτία απώλειας του 1/4 των θέσεων εργασίας στον κατασκευαστικό τομέα. Η πολιτική αυτή θα προξενήσει ένταση και στις ευρωατλαντικές σχέσεις στον τομέα των εμπορικών σχέσεων. Την προανήγγειλε λέγοντας ότι οι δασμοί για τα αμερικανικά προϊόντα είναι πολύ υψηλοί ενώ οι αμερικανικοί για τα ξένα πολύ χαμηλοί.

Εξήγγειλε, επίσης, ένα πρόγραμμα ενίσχυσης των αμερικανικών υποδομών ύψους 1 τρισ. από αμερικανούς εργάτες με αμερικανικά προϊόντα. Γιατί η Αμερική δεν μπορεί να δαπανά 6 τρισ. στη Μέση Ανατολή την ώρα που οι υποδομές της καταρρέουν.

Αυτό δεν σημαίνει ότι εισερχόμαστε σε μία περίοδο αμερικανικού απομονωτισμού. Αλλά σε μία περίοδο επιλεκτικού παρεμβατισμού. Ο Τράμπ δεν βλέπει τον κόσμο ως ένα παγκόσμιο χωριό, ούτε φιλοδοξεί να τον μετατρέψει σε τέτοιο. Βλέπει τον κόσμο περισσότερο ως πεδίο ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων. Έχει μεγαλύτερη ανοχή στην πολιτική των σφαιρών επιρροής, και λιγοστό ενδιαφέρον για την θεσμική οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας. Ο κόσμος του βασίζεται περισσότερο στις νόρμες της αμοιβαιότητας και της αναλογικότητας, παρά στους κανόνες του διεθνούς δικαίου.

Είναι ένα δόγμα οικονομικού προστατευτισμού, και επιλεκτικού παρεμβατισμού με μια εκφορά αντισυστημικού λαϊκισμού. Μας ξενίζει μετά την προεδρία Ομπάμα, αλλά ούτε κάτι νέο είναι ούτε κατ’ ανάγκη επικίνδυνο.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”