Ευρωπαϊκή άμυνα

Ευρωπαϊκή άμυνα

Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου δημιουργήθηκαν συνθήκες διεύρυνσης της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης στον τομέα της άμυνας. Η Ευρώπη, όμως, έδειξε απρόθυμη να προχωρήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Κυρίως γιατί επικράτησε ο φόβος ότι μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε απομάκρυνση από το συνεργατικό πλαίσιο ασφάλειας που είχε εδραιωθεί μέσω του ΝΑΤΟ. Και θα οδηγούσε σε υιοθέτηση εθνικιστικών, ανταγωνιστικών, μη συνεργατικών προσεγγίσεων. Πολλοί Ευρωπαίοι φοβήθηκαν τότε ότι κάτι τέτοιο όχι μόνο θα στοίχιζε οικονομικά, αλλά θα επηρέαζε αρνητικά και άλλα πεδία συνεργασίας και τελικά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ήδη η ενίσχυση του γαλλογερμανικού άξονα και της ευρωπαϊκής ενοποίησης ως αποτέλεσμα συμβιβασμού για την επανένωση της Γερμανίας είχε ανησυχήσει τους Βρετανούς. Ο Κολ και ο Μιτεράν είχαν συμφωνήσει όχι μόνο για την ΟΝΕ και το ευρώ, αλλά και για τη δημιουργία της ευρωπαϊκής αμυντικής ταυτότητας και τη σταδιακή μετεξέλιξη της γαλλογερμανικής ταξιαρχίας σε ευρωπαϊκό στρατό. Η βρετανική κυβέρνηση, φοβούμενη τον γαλλογερμανικό άξονα, προσπάθησε και πέτυχε να περιορίσει τον ευρωπαϊκό αμυντικό πυλώνα και να τον εντάξει στην Ατλαντική Συμμαχία.

Οι νέες συνθήκες οδηγούν την Ευρωπαϊκή Ένωση σε επανεξέταση της πολιτικής της στον τομέα άμυνας και ασφάλειας. Καταρχάς οι εξελίξεις στις διατλαντικές σχέσεις. Ο Τραμπ μπορεί να αναδιπλώθηκε από τις αρχικές του τοποθετήσεις για το ΝΑΤΟ αλλά παραμένει απρόβλεπτος κι αυτό αυξάνει το αίσθημα ανασφάλειας στην Ευρώπη. Ολοένα και περισσότεροι Ευρωπαίοι, αφού εξάρουν τον ρόλο του ΝΑΤΟ και τονίσουν την ανάγκη συνεργασίας ΝΑΤΟ και ΕΕ, τονίζουν την ανάγκη στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης. Της δυνατότητας της Ευρώπης να ενεργεί μόνη όταν αυτό είναι αναγκαίο. Το Brexit και η αναβίωση του γαλλογερμανικού άξονα επισπεύδουν τις εξελίξεις προς αυτήν την κατεύθυνση.

Ο δεύτερος παράγοντας αφορά στις ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις. Η επικράτηση των ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στις δυνάμεις του ευρωσκεπτικισμού και του λαϊκισμού σε μια σειρά από κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις δημιουργεί τις προϋποθέσεις αλλά και την αναγκαιότητα θεσμικών αλλαγών. Τον περασμένο Μάρτιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τη Λευκή Βίβλο για το μέλλον της Ευρώπης. Η Λευκή Βίβλος ήταν μια πρώτη προσέγγιση στις προκλήσεις και στην πολυκρίση που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αποτέλεσε το έναυσμα προβληματισμού για όλους τους τομείς του ευρωπαϊκού οικοδομήματος όπως και για τον τομέα της άμυνας.

Ο τρίτος παράγοντας αφορά στην κλιμάκωση των τρομοκρατικών χτυπημάτων σε ευρωπαϊκές πόλεις, την αυξανόμενη αστάθεια στην περιφέρεια της Ευρώπης, τις κυβερνοεπιθέσεις και άλλες απειλές. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες θέτουν το θέμα της ασφάλειας σε πρώτη προτεραιότητα και προκρίνουν «περισσότερη Ευρώπη» στον τομέα άμυνας και ασφάλειας.

Σε μια εποχή που η οικονομική κρίση έχει αφήσει νωπό και βαθύ αποτύπωμα στην Ευρώπη, τα οικονομικά της άμυνας κυριαρχούν στη συζήτηση. Αυτό σημαίνει συσχέτιση των αμυντικών δαπανών με την αμυντική ικανότητα. Συνέργεια δυνάμεων για οικονομίες κλίμακας, συντονισμό στις αμυντικές δαπάνες των κρατών μελών, εναρμόνιση της αμυντικής βιομηχανίας και συνεργασία στον τομέα έρευνας και τεχνολογίας στην αμυντική βιομηχανία. Πρακτικά, δηλαδή, τη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς στο τομέα άμυνας και ασφάλειας.

Σ’ αυτήν τη διαδικασία η Ελλάδα έχει ζωτικό συμφέρον να είναι ένας κρίκος στην αλυσίδα παραγωγής αλλά και κατανάλωσης ασφάλειας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το δικαίωμα στον ιδιωτικό βίο

Το δικαίωμα στον ιδιωτικό βίο

Τα εν οίκω μη εν δήμω έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες για να προστατεύσουν την ιδιωτική τους ζωή.

Η ύπαρξη μιας ιδιωτικής σφαίρας, απρόσβλητης και αναπαλλοτρίωτης από οποιαδήποτε επέμβαση κρατικής ή άλλης εξουσίας, αποτελεί ένα από τα συστατικά στοιχεία του σκληρού πυρήνα της ελευθερίας του ατόμου. Η αξίωση του ατόμου για τον σεβασμό της ιδιωτικής του ζωής κατοχυρώθηκε από τα κείμενα της Αμερικανικής Επανάστασης του 1776, και της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Αλλά και από την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Ρώμης και τα περισσότερα εθνικά συντάγματα.

Η παγκοσμιοποίηση και η ανάπτυξη της τεχνολογίας έχουν φέρει αλλαγές που θέτουν σε κίνδυνο το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή. Έχουν καταστήσει τον ιδιωτικό βίο έρμαιο, όχι μόνον του κράτους αλλά και ανεξέλεγκτων ιδιωτικών συμφερόντων που με διαφορετικά προσχήματα και στόχους παραβιάζουν το άβατο του ιδιωτικού χώρου του ατόμου. Η απώλεια της ιδιωτικότητας του ατόμου καθιστά τον πολίτη ευάλωτο και αλλοιώνει την ίδια του την ταυτότητα.

Η σύγχρονη τεχνολογία επιτρέπει πλέον την αλίευση ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, την σύγκριση, την κατηγοριοποίηση και την αποθήκευσή τους σε ιδιωτικές τράπεζες δεδομένων. Στοιχεία που αφορούν την επαγγελματική και κοινωνική ζωή του πολίτη. Μέχρι στοιχεία που αφορούν γενετικά, βιομετρικά και ιατρικά δεδομένα. Η επεξεργασία αυτών των στοιχείων, χωρίς τη συναίνεση των πολιτών, γίνεται είτε για οικονομική είτε για πολιτική εκμετάλλευση.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της χρήσης τέτοιων δεδομένων από την καμπάνια του Τραμπ στις τελευταίες αμερικανικές εκλογές. Το επιτελείο του Τραμπ κατάληξε στο συμπέρασμα ότι δεκατριάμιση εκατομμύρια ψηφοφόροι σε δεκαέξι συγκεκριμένες πολιτείες ήταν κρίσιμοι για τη συγκέντρωση των 270 εκλεκτόρων που χρειαζόταν ο Τραμπ για να πάρει τη νίκη. Μια εταιρεία, η Cambridge Analytica, συνέλεξε, μέσω facebook, πληροφορίες, που τις συνταίριαξε με καταναλωτικές πληροφορίες από άλλες εταιρείες. Τα στοιχεία αυτής της εταιρείας συνδυάστηκαν με την τράπεζα στοιχείων της Voter Vault, της εταιρείας που χρησιμοποιούσε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, αλλά και της Prodject Alamo, μιας τράπεζας δεδομένων που έφτιαξε ο Τραμπ. Με τα στοιχεία αυτά κατασκεύασαν αλγόριθμους που μπορούσαν να ταυτοποιήσουν το ψυχολογικό προφίλ κάθε αμερικανού ψηφοφόρου. Στη συνέχεια δημιούργησαν πολιτικά μηνύματα που απευθύνονταν στα συναισθήματα του καθενός.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Η Κλίντον μπορεί να κέρδισε τη πλειοψηφία των ψηφοφόρων αλλά ο Τραμπ είχε κερδίσει τους ψηφοφόρους σε κρίσιμες πολιτείες για να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ.

Η παραβίαση των προσωπικών δεδομένων και η εκμετάλλευση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης καθιστά την πολιτική, εκλογική αλλά και καταναλωτική συμπεριφορά των πολιτών προβλέψιμη και χειραγωγήσιμη. Με τον τρόπο αυτό δεν παραβιάζονται μόνο τα προσωπικά δεδομένα και το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής αλλά φαλκιδεύεται και η ίδια η δημοκρατία.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο Κολ και η επανένωση της Γερμανίας

Ο Κολ και η επανένωση της Γερμανίας

Η διαδικασία των ιστορικών διαπραγματεύσεων για την επανένωση της Γερμανίας άρχισε τον Νοέμβριο του 1989. Η πρόθεση του Γκορμπατσόφ να αφήσει τους δορυφόρους της Σοβιετικής Ένωσης να προχωρήσουν ανεμπόδιστα στη δική τους περεστρόικα είχε οδηγήσει σε ραγδαίες αλλαγές στην Ουγγαρία, την Πολωνία και στην πτώση του Τείχους στο Βερολίνο. Το Τείχος είχε πέσει, η Ανατολική Γερμανία όμως εξακολουθούσε να υπάρχει. Οι ειρηνικές διαδηλώσεις στις πόλεις της Ανατολικής Γερμανίας ήταν η ιστορική ευκαιρία που άδραξε ο Κολ υποστηρίζοντας ότι η επανένωση της Γερμανίας είναι ασφαλέστερη και συμφερότερη οδός από την ανωμαλία, την αστάθεια και το χάος. Αφού ο Γκορμπατσόφ αντιστάθηκε στις εισηγήσεις των σκληροπυρηνικών για καταστολή της ανατολικογερμανικής εξέγερσης από τα σοβιετικά στρατεύματα, κινήθηκε στα γνώριμα μονοπάτια της σοβιετικής διπλωματίας για το γερμανικό πρόβλημα. Προκρίνοντας μια αργόσυρτη διαδικασία που θα οδηγούσε μακροπρόθεσμα σε μια συνομόσπονδη αλλά ουδέτερη Γερμανία. Τη διαφαινόμενη πρόθεση των Σοβιετικών να συζητήσουν για κάποιας μορφής επανένωση της Γερμανίας έπιασε από τα μαλλιά ο Κολ. Στις 28 Νοεμβρίου σε μια ιστορική ομιλία θα ανακοίνωνε ένα σχέδιο δέκα σημείων για την επανένωση της Γερμανίας. Ήταν η πρώτη φορά που γερμανός καγκελάριος τολμούσε να καλλιεργήσει προσδοκίες ότι η επανένωση μπορούσε να συμβεί μέσα στην τρέχουσα χιλιετία. Το σχέδιο του Κολ έγινε δεκτό με ρίγη ενθουσιασμού στη Γερμανία αλλά ρίγη ανατριχίλας στο εξωτερικό.

Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι όλες οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες που είχαν σταθερά υποστηρίξει, στο πλευρό της Βόννης, την επανένωση της Γερμανίας τάσσονταν τώρα εναντίον. Οι εφιάλτες του πολέμου στοίχειωναν ακόμη την Ευρώπη. Όλοι φοβούνταν την επανάληψη της Ιστορίας. Ο Κολ, παραλείποντας να αναφέρει την αναγνώριση και το σεβασμό των υφισταμένων συνόρων στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα των συνόρων της Γερμανίας με την Πολωνία, είχε επιβαρύνει το κλίμα. Ο Κολ θα έπαιρνε μια γεύση του κλίματος στη συνάντηση κορυφής της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τον Δεκέμβριο στο Στρασβούργο. Ποτέ στο παρελθόν, έγραψε αργότερα στη βιογραφία του, δεν είχε βιώσει μια τόσο τεταμένη και εχθρική ατμόσφαιρα. Η Θάτσερ είχε ήδη δηλώσει σταθερά αντίθετη στην επανένωση της Γερμανίας. Ο Αντρεότι προειδοποιούσε για έναν νέο πανγερμανισμό, ενώ ο Μιτεράν δήλωνε ότι η Ευρώπη δεν ήταν έτοιμη για μια τέτοια εξέλιξη. Μια συνέντευξη του Γιτσάκ Σαμίρ, που εξέφραζε τους φόβους ότι η ενωμένη Γερμανία μπορεί να διαπράξει τις φρικαλεότητες του παρελθόντος, είχε βαρύνει ιδιαίτερα την ατμόσφαιρα.

Σ’ αυτό το κλίμα η Θάτσερ, με τη σύμφωνη γνώμη των υπολοίπων, ζήτησε από τον Κολ τη δέσμευση της Βόννης για την αναγνώριση και τον σεβασμό των υφισταμένων συνόρων. Ο Κολ το αρνήθηκε. Ο πρώτος γύρος είχε μόλις χαθεί.

Οι Ευρωπαίοι όμως εθελοτυφλούσαν. Το ποτάμι της Ιστορίας δεν μπορούσε να αναστραφεί. Αυτό το κατάλαβαν έγκαιρα οι Αμερικανοί, οι οποίοι προσφυώς θέλησαν να το κατευθύνουν προς τη σωστή κατεύθυνση. Γι’ αυτό, μετά τις αρχικές επιφυλάξεις, τάχθηκαν υπέρ της επανένωσης θέτοντας όμως έναν σχεδόν ακατόρθωτο όρο, την ένταξη της ενωμένης Γερμανίας στο ΝΑΤΟ. Η κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και η ενωμένη Γερμανία άλλαζαν την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Οι Αμερικανοί έκριναν απαραίτητη την περιχαράκωση της ενωμένης Γερμανίας εντός ΝΑΤΟ, την ενίσχυση της νατοϊκής συμμαχίας και την ανανέωση της δικής τους παρουσίας στην Ευρώπη. Ο Κολ συμφώνησε ασμένως στην ένταξη της ενωμένης Γερμανίας στο ΝΑΤΟ εξασφαλίζοντας έτσι την αμερικανική στήριξη.

Με δεδομένη την αμερικανική στήριξη, ο Κολ κατόρθωσε να περάσει στον δεύτερο γύρο που αφορούσε τη διαδικασία. Η αρχική ιδέα για μια μεγάλη συνδιάσκεψη ειρήνης εγκαταλείφθηκε γρήγορα. Οι τέσσερις μεγάλες δυνάμεις κατοχής της ηττημένης Γερμανίας θέλησαν να κρατήσουν κλειστή τη διαδικασία. Προς ανακούφιση των Γερμανών, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα είχαν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των αποζημιώσεων. Στη θέση των τεσσάρων δυνάμεων να συμμετέχουν οι δύο Γερμανίες ως κατώτεροι εταίροι, ο Κολ αντιτάχθηκε σθεναρά και πέτυχε την ισότιμη συμμετοχή των δύο Γερμανιών, την περίφημη φόρμουλα δύο συν τέσσερα. Ο δεύτερος γύρος είχε κερδηθεί.

Τα υπόλοιπα ήταν απλά. Ο Κολ κατόρθωσε να εξαγοράσει τη ρωσική συγκατάνευση για την ένταξη της ενωμένης Γερμανίας στο ΝΑΤΟ με ένα χαμηλότοκο δάνειο πολλών δισ. προς την καταρρέουσα οικονομικά Σοβιετική Ένωση και μια σειρά συμβιβασμών. Οι Γερμανοί δέχθηκαν να μειώσουν δραστικά τις στρατιωτικές τους δυνάμεις, να δεσμευθούν ότι δεν θα προχωρήσουν στην κατασκευή ή ανάπτυξη όπλων μαζικής καταστροφής και ότι θα σεβαστούν τα σύνορα με την Πολωνία. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ είχε αφαιρέσει ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο στη πορεία για την επανένωση της Γερμανίας. Το τελευταίο εμπόδιο που απέμενε ήταν η συγκατάβαση των Γάλλων. Αυτή κερδήθηκε με τη δέσμευση των Γερμανών για τη συμμετοχή της ενωμένης Γερμανίας στις ευρωπαϊκές διαδικασίες ενοποίησης και, κυρίως, τη στήριξη και επίσπευση των διαδικασιών για την ΟΝΕ και τη δημιουργία του ευρώ. Ο Κολ είχε κερδίσει και τον τρίτο γύρο. Είχε ολοκληρώσει τον Ηράκλειο άθλο της επανένωσης της Γερμανίας διασφαλίζοντας, έτσι, περίοπτη θέση στην Ιστορία.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ατμομηχανή

Ατμομηχανή

Η κυβέρνηση κορύφωσε μια διαπραγμάτευση για το χρέος και πήρε την εκταμίευση της δόσης και κάτι ψιλά. Όπως αποκάλυψε ο Σόιμπλε, χωρίς να τον διαψεύσει κανείς, αυτή η συμφωνία υπήρχε από τον Μάιο, αλλά για επικοινωνιακούς λόγους η κυβέρνηση επέλεξε να εξωθήσει τα πράγματα σε ένα νέο Eurogroup. Η συζήτηση για το χρέος μετατέθηκε τελικά για το 2018. Και το θέμα της βιωσιμότητας δεν λύνεται κατά τρόπο που θα επιτρέψει στη χώρα να πετύχει την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Εάν έγινε κάποια υποχώρηση, αυτή αφορά τον εξωραϊσμό κάποιων διατυπώσεων, ώστε να κρατηθεί το ΔΝΤ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο πρόγραμμα.

Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση, όπως τα κατάφερε, για να κλείσει την αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος αναγκάστηκε να κόψει συντάξεις και να πάρει έναν σκασμό μέτρα. Να ψηφίσει, ουσιαστικά, ένα τέταρτο Μνημόνιο μέχρι το 2022. Και να δεσμευθεί για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022 και 2% μέχρι το 2060. Καθυστέρησαν μήνες ολόκληρους να κλείσουν την αξιολόγηση, με τεράστιες συνέπειες για την πραγματική οικονομία. Έκαναν μια διαπραγμάτευση σηκώνοντας το θέμα της διευθέτησης του χρέους και, στο τέλος, πήραν απλά την εκταμίευση της δόσης. Αυτονόητο ήταν. Αφού είχαν πάρει τα μέτρα θα έπαιρναν και τη δόση. Για την κυβέρνηση η απόφαση είναι θρίαμβος. Για τους υπόλοιπους ανακούφιση ότι δεν θα ζήσουμε ξανά το καλοκαίρι του 2015. Η κρίση αποφεύχθηκε και η σταθερότητα διατηρήθηκε, όπως είπε η Λαγκάρντ αλλά, δυστυχώς, τίποτα παραπάνω.

Πολιτικά η κυβέρνηση κερδίζει χρόνο ώς την άνοιξη του 2018. Μέχρι τότε δεν μεσολαβούν εμπόδια που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πολιτικές εξελίξεις. Σ’ αυτό το διάστημα μια κανονική κυβέρνηση θα μπορούσε να προσελκύσει επενδύσεις, να προχωρήσει τις ιδιωτικοποιήσεις και, εκμεταλλευόμενη και ένα καλό για τον τουρισμό καλοκαίρι, να δημιουργήσει προϋποθέσεις αλλαγής κλίματος στην πραγματική οικονομία. Αυτό όμως προϋποθέτει μια κανονική κυβέρνηση. Γιατί οι επιδόσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην πραγματική οικονομία είναι καταστροφικές. Παρέλαβαν μια οικονομία που έβγαινε, μετά από χρόνια ύφεσης, στην ανάπτυξη και την ξαναγύρισαν στη ύφεση. Υπερφορολόγησαν επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Αύξησαν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου φέρνοντας ασφυξία στην αγορά. Οι ιδιωτικοποιήσεις καρκινοβατούν και η ανταγωνιστικότητα της χώρας επιδεινώθηκε. Αποδυνάμωσαν το τραπεζικό σύστημα και εκποίησαν την περιουσία του Δημοσίου.

Με πολύ κόπο, αχρείαστο επιπλέον κόστος και χαμένο χρόνο για τον ελληνικό λαό, η κυβέρνηση, τελικά, προσαρμόστηκε στη μνημονιακή πραγματικότητα. Μόνο που για να βγει από το τούνελ της μνημονιακής πραγματικότητας στο ξέφωτο της ανάπτυξης το τραίνο της ελληνικής οικονομίας χρειάζεται ατμομηχανή. Χρειάζεται δηλαδή μια άλλη κυβέρνηση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το νέο κύμα της τρομοκρατίας

Το νέο κύμα της τρομοκρατίας

Οι συνεχιζόμενες τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον άμαχων πολιτών στις δυτικές μητροπόλεις αποτελούν έναν φρικιαστικό αναβαθμό της τρομοκρατίας. Ένα νέο κύμα τρομοκρατίας, εντελώς απρόβλεπτο, και δύσκολα αποτρέψιμο. Στην πρόσφατη επίθεση στο Λονδίνο, ο χρόνος αντίδρασης της βρετανικής αστυνομίας ήταν εντυπωσιακός. Μέσα σε οκτώ λεπτά από την καταγγελία οι τρομοκράτες έπεφταν νεκροί από τις σφαίρες των αστυνομικών που είχαν σπεύσει στον τόπο του εγκλήματος. Εν τω μεταξύ, όμως, είχαν προλάβει να σκορπίσουν τον θάνατο και τον τρόμο. Χρησιμοποιώντας απολύτως συμβατικά μέσα. Παρασύροντας αμέριμνους διαβάτες με αυτοκίνητο και στη συνέχεια μαχαιρώνοντας όποιους εύρισκαν στο δρόμο τους. Η τυφλή βία της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας εναντίον αθώων πολιτών κλιμακώνεται. Είναι ένα νέο κύμα τρομοκρατίας, είτε από μεμονωμένους δράστες χωρίς καμιά εκπαίδευση, είτε από άτομα με στρατιωτική εκπαίδευση στα πεδία πολέμου της Μέσης Ανατολής. Το κοινό στοιχείο των τρομοκρατών είναι ότι οι περισσότεροι είναι ευρωπαίοι πολίτες. Δεύτερης και τρίτης γενιάς μουσουλμάνοι που γεννήθηκαν σε ευρωπαϊκές χώρες, μορφώθηκαν σε ευρωπαϊκά ιδρύματα, και μιλούν ευρωπαϊκές γλώσσες. Το παράδοξο είναι ότι, αυτή η γενιά, που φαινομενικά είναι πιο ενσωματωμένη στη Δύση, είναι και πιο επιρρεπής στην επιρροή του φονταμενταλιστικού Ισλάμ. Από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα μέχρι τους σαλαφιστές. Είναι η γενιά που η συμπεριφορά της κινητροδοτείται περισσότερο από αυτά που συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή και τον Ισλαμικό κόσμο, παρά από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Και από αυτή τη γενιά στρατολογούν ευκολότερα η Αλ Κάιντα ή ο ISIS.

Ένα από τα θύματα των τρομοκρατών αντιστάθηκε με θάρρος αντλώντας δύναμη από τα σημεία αναφοράς της ζωής του, όπως η ομάδα του η Μίλγουολ. Ίσως θεωρώντας ότι είχε απέναντί του χούλιγκαν, εάν μάλιστα αληθεύουν οι μαρτυρίες ότι ένας από τους τρομοκράτες φορούσε φανέλα μιας άλλης αγγλικής ομάδας. Και αυτό είναι το δυσεξήγητο αυτού του νέου κύματος. Οι περισσότεροι είναι “εγχώριοι μαχητές” αναθρεμμένοι και μεγαλωμένοι στη Δύση χωρίς να υπάρχει μία ενιαία εξήγηση για τα αίτια της ριζοσπαστικοποίησής τους. Η δαιμονοποίηση της Δύσης για όσα συμβαίνουν στον ισλαμικό κόσμο μπορεί να αποτελεί μια εύκολη αλλά όχι επαρκή εξήγηση γι’ αυτήν τη ριζοσπαστικοποίηση. Και αναμφίβολα το Ισλαμικό Κράτος αποτελεί μια μήτρα του κακού. Το φαινόμενο, όμως, αυτής της θρησκευτικής τρομοκρατίας με παγκοσμιοποιημένους στόχους και ακραίες μεθόδους δεν έχει επαρκώς κατανοηθεί.

Από το 1911 ως το 1986 οι Βρετανοί ανθρακωρύχοι χρησιμοποιούσαν καναρίνια στα ορυχεία για να τους προειδοποιούν για τη διαρροή επικίνδυνων αερίων, που μπορούσαν να αποβούν θανατηφόρα. Η τζιχαντιστική τρομοκρατία ενδεχομένως να είναι το καναρίνι στο «γεωπολιτικό ορυχείο». Προάγγελος καταστροφικών εξελίξεων και κινδύνων που δεν μπορούμε επαρκώς να κατανοήσουμε και γι’ αυτό να αποτρέψουμε.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Μια αναγκαία συμβίωση

Μια αναγκαία συμβίωση

Η Ατλαντική Συμμαχία δομήθηκε πάνω στην ύπαρξη κοινών αξιών και συμφερόντων. Η αποτροπή της σοβιετικής απειλής και η ασφάλεια της Δυτικής Ευρώπης αποτέλεσαν στρατηγική προτεραιότητα της αμερικανικής στρατηγικής κατά τον Ψυχρό Πόλεμο. Για να αποτρέψουν τη φινλανδοποίηση της Ευρώπης, οι ΗΠΑ εγγυήθηκαν με τη στρατηγική πυρηνική τους ομπρέλα την άμυνα της Ευρώπης.

Η οικονομική ανοικοδόμηση και ανάπτυξη της Ευρώπης αποτέλεσε επίσης κοινό συμφέρον. Η δημιουργία μιας οικονομικά ισχυρής και ενωμένης Δυτικής Ευρώπης ήταν αναγκαία συνθήκη για την αντιμετώπιση της Σοβιετικής απειλής.

Υπήρχε, βέβαια, μια θεμελιώδης διάκριση στις αμερικανικές προσεγγίσεις αναφορικά με την ευρωπαϊκή ενότητα. Στον οικονομικό τομέα οι ΗΠΑ συνέβαλαν στη δημιουργία ενός ευρωκεντρικού μοντέλου, ενώ αντίθετα στον τομέα άμυνας και ασφάλειας εδραίωσαν το ατλαντικό μοντέλο. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποδέχθηκαν ασμένως το ατλαντικό μοντέλο στην άμυνα και την αμερικανική αποτρεπτική ομπρέλα. Αφενός γιατί το μέγεθος της σοβιετικής απειλής έκανε απαραίτητη την αμερικανική αμυντική εγγύηση και αφετέρου γιατί η εγγύηση αυτή απελευθέρωνε ευρωπαϊκά κονδύλια για την οικονομική ανοικοδόμηση.

Παρά την ύπαρξη κοινών συμφερόντων, οι ευρωαμερικανικές σχέσεις δεν έμειναν ανεπηρέαστες από την εξέλιξη των ευρύτερων σχέσεων Ανατολής – Δύσης. Για τον λόγο αυτόν, η Ατλαντική Συμμαχία λειτουργούσε αρμονικά σε περιόδους έντασης στις σχέσεις ΗΠΑ – Σοβιετικής Ένωσης, αλλά παρουσίαζε ρήγματα σε περιόδους ύφεσης. Επίσης, η επέκταση της συμπαράταξης σε διεθνή θέματα, πέραν της ατζέντας της Ατλαντικής Συμμαχίας, δημιούργησε αρκετά προβλήματα στις σχέσεις Ευρώπης – ΗΠΑ.

Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου τα πράγματα παρέμειναν λίγο ώς πολύ τα ίδια. Στον οικονομικό τομέα το μοντέλο του ευρωκεντρισμού συνεχίστηκε και επιτάθηκε με την οικονομική και νομισματική ενοποίηση. Στον τομέα της άμυνας ο ατλαντικός πυλώνας ενισχύθηκε. Πρώτον, από τον φόβο των Ευρωπαίων για επανεθνικοποίηση της άμυνας και ασφάλειας της Ευρώπης σε περίπτωση διάλυσης του ΝΑΤΟ και αποχώρησης των Αμερικανών από την Ευρώπη. Δεύτερον, λόγω του ακαθόριστου ρόλου και των προθέσεων της Ρωσίας στη μεταψυχροπολεμική Ευρώπη. Και τρίτον, λόγω της ανικανότητας των Ευρωπαίων να αντιμετωπίσουν την πρώτη μεταψυχροπολεμική κρίση σε ευρωπαϊκό έδαφος, την κρίση της Γιουγκοσλαβίας.

Σήμερα, μια σειρά από θέματα, όπως η συνεισφορά στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ, η αποχώρηση από τη συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή και ο ευρωσκεπτικισμός του Τραμπ, δοκιμάζουν την ευρωατλαντική συνεργασία. Η κυβέρνηση Τραμπ βλέπει με καχυποψία την καντιανή Ευρώπη με την έμφαση στους διεθνείς θεσμούς και την πολυμερή διπλωματία. Βλέπει, επίσης, τις εμπορικές συναλλαγές ως παίγνια μηδενικού αθροίσματος. Όλα αυτά δημιουργούν αναμφίβολα τριβές στις ευρωαμερικανικές σχέσεις. Η πρόκληση της Ρωσίας και της Κίνας, όμως, αλλά και η ισλαμική τρομοκρατία, καθιστούν αναγκαία την ευρωατλαντική συμβίωση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τέλος εποχής

Τέλος εποχής

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν ο τελευταίος μιας γενιάς πολιτικών που σφράγισε τη μεταπολεμική και μεταπολιτευτική Ιστορία του τόπου. Διαρκώς παρών στις πολιτικές εξελίξεις, από την Κατοχή και μετά, πρωταγωνίστησε σε εποχές που τα πολιτικά πάθη και οι συγκρούσεις υπήρξαν ιδιαίτερα οξυμμένα. Όπως με κάθε μεγάλη πολιτική προσωπικότητα, η πορεία του εμπεριέχει και λάθη και αντιφάσεις. Δεν κρύφτηκε όμως, δεν σιώπησε και δεν δίστασε να πάρει πρωτοβουλίες. Γι’ αυτό και έγινε στόχος, πόλωσε, αγαπήθηκε και μισήθηκε.

Ο Μητσοτάκης συνεργάστηκε με τους αντιστασιακούς κομμουνιστές για να αποτραπεί ο εμφύλιος στην Κρήτη ενώ, μετεμφυλιακά, ζητούσε σταθερά τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Και αυτό παρά το γεγονός ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν σφοδρός και συνεπής αντικομμουνιστής, όπως άλλωστε οι περισσότεροι πολιτικοί του Κέντρου. Αυτό κέρδισε την εμπιστοσύνη των πολιτικών του αντιπάλων και έκανε εφικτή τη συνεργασία το 1989. Όπως είχε πει ο Φλωράκης, είχε σημαντικά χαρίσματα, σου έλεγε πάντα αυτό που σκεφτόταν.

Ο Μητσοτάκης συνέβαλε αποφασιστικά στον σχηματισμό της Ένωσης Κέντρου, πείθοντας τον Σοφοκλή Βενιζέλο να συνεργαστεί με τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η Ένωση Κέντρου κατάφερε, μέσα από έναν αντικαραμανλισμό, να αποτελέσει την εναλλακτική πολιτική πρόταση της εποχής. Χωρίς ουσιαστικά να αμφισβητεί βασικά θεμέλια του μετεμφυλιακού πολιτικού συστήματος, όπως το παλάτι, τον αντικομμουνισμό, και τον ατλαντισμό. Σφοδρός πολέμιος του Καραμανλή και ο ίδιος, θα ανασκεύαζε τις ακρότητες των επιθέσεων και θα απομυθοποιούσε τον Ανένδοτο, κάνοντας γενναία αυτοκριτική σε μια συνέντευξη του στα “Επίκαιρα” της 24ης Ιουλίου 1976.

Η πορεία του αλλά και τα πολιτικά πράγματα της χώρας σημαδεύτηκαν από την αντιπαλότητά του με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Δεν μπορούσαμε να προφητεύσουμε τον αερόλιθο που ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος έπεσε στο κεφάλι μας, αναφέρει κάπου στην πολιτική του βιογραφία. Από την άλλη, ο Ανδρέας Παπανδρέου, στο βιβλίο του «η Δημοκρατία στο Απόσπασμα», θα ορίσει, «τον ψηλό και αδίστακτο Κρητικό, που είχε υφάνει τους μίτους της καταστροφής μας» ως τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό του. Η αντιπαλότητα δεν ήταν μόνο προσωπική. Ήταν και βαθιά πολιτική. Ο Μητσοτάκης ήταν φιλελεύθερος, ενώ ο Παπανδρέου σοσιαλιστής με έντονα στοιχεία λαϊκισμού. Η κρίση στην Ένωση Κέντρου θα οδηγήσει στα γεγονότα του 1965. Με την κατάρρευση της δημοκρατίας ο Μητσοτάκης θα τηρήσει συνεπή αντιδικτατορική στάση καταλήγοντας τελικά υπέρμαχος της λύσης Καραμανλή.

Το 1978, στο πλαίσιο της διεύρυνσης, θα ενταχθεί στη ΝΔ, θα αναλάβει αργότερα την ηγεσία της, και το 1990 θα την οδηγήσει στην εξουσία. Ο θορυβημένος Ανδρέας Παπανδρέου, την επομένη της εκλογής του στην ηγεσία της ΝΔ, θα τον αποκαλέσει εφιάλτη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη του 1990-93 ήταν μια μάταιη προσπάθεια αφύπνισης του ελληνικού λαού από το παραισθησιογόνο του λαϊκισμού. Πολλά και σημαντικά δρομολογήθηκαν, άλλα έμειναν ανολοκλήρωτα. Είναι μια περίοδος που αναμένει την τελική κρίση της Ιστορίας, όπως άλλωστε και η συνολική πολιτική παρουσία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”