Γαλλογερμανικός άξονας: από το Ελιζέ στο Άαχεν

Γαλλογερμανικός άξονας: από το Ελιζέ στο Άαχεν

Την περασμένη Τρίτη, στο Άαχεν της Γερμανίας, την πόλη του Καρλομάγνου, η Καγκελάριος Μέρκελ και ο Πρόεδρος Μακρόν ανανέωσαν τoυς δεσμούς Φιλίας και Συνεργασίας μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας. Πενήντα και πλέον χρόνια μετά την ιστορική Συνθήκη του Ελιζέ. To 1963, η Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας συμβόλιζε την ιστορική συμφιλίωση και την απαρχή μιας σχέσης συνεργασίας μεταξύ των δύο κρατών.

Η αλήθεια είναι ότι ο Ντε Γκωλ οραματιζόταν τη γαλλογερμανική συμμαχία ως εμβρυουλκό μίας Δυτικής Ευρώπης ανεξάρτητης από τις ΗΠΑ. Η αγγλοσαξωνική επικυριαρχία στην ψυχροπολεμική Ευρώπη ενοχλούσε τον Ντε Γκωλ. Θεωρούσε, μάλιστα, τη Βρετανία δούρειο ίππο των Αμερικανών στην Ευρώπη. Για τον λόγο αυτό, την 14η Ιανουαρίου του 1963 ο Ντε Γκωλ επίσημα ανακοίνωσε την αντίθεσή του στην ένταξη της Βρετανίας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Οκτώ μόλις μέρες πριν υποδεχθεί τον Αντενάουερ στο Ελιζέ για να υπογράψουν τη Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας.

Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, σε τροχιά ανάκαμψης αλλά με νωπές τις πληγές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν απόλυτα εξαρτημένη από τη βοήθεια των δυτικών δυνάμεων και κυρίως των ΗΠΑ. Ο Αντενάουερ επεδίωκε τον ενταφιασμό του παρελθόντος, την εξομάλυνση των σχέσεων της Γερμανίας με τους γείτονές της και την οριστική επανένταξή της στη διεθνή κοινότητα. Κάθε του κίνηση όμως γινόταν με γνώμονα την επίλυση του γερμανικού προβλήματος. Τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών, δηλαδή, για την επανένωση της Γερμανίας. Και αυτό προϋπέθετε τη στήριξη του αμερικανικού παράγοντα. Γι’ αυτό όταν η Συνθήκη επικυρώθηκε από τη γερμανική Μπούντεσταγκ, η Γερμανία προσέθεσε στο προοίμιο εμφατική αναφορά στην ατλαντική στρατιωτική συνεργασία και στην ανάγκη να γίνει δεκτή η Βρετανία στις Κοινότητες.

Η Συνθήκη, πάντως, αποτέλεσε τη βάση του αποκαλούμενου γαλλογερμανικού άξονα, που τα επόμενα χρόνια έγινε η ατμομηχανή του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Όλοι σχεδόν οι διάδοχοι του Ντε Γκωλ και του Αντενάουερ συνεργάστηκαν στενά. Ο Μπραντ και ο Πομπιντού εγκαινίασαν το πρώτο σύστημα νομισματικής συνεργασίας. Ο Σμιτ και ο Ντ᾽ Εσταίν το εξέλιξαν στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα. Και ο Κολ με τον Μιτεράν έφτασαν στη Συνθήκη του Μάαστριχτ που γέννησε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα οικονομικά και στα θεσμικά ζητήματα ο γαλλογερμανικός άξονας ανέλαβε τις περισσότερες πρωτοβουλίες για την ενοποίηση της Ευρώπης.

Πενήντα έξι χρόνια μετά, ο γαλλογερμανικός άξονας ανασυντάσσεται σε ένα διαφορετικό γεωπολιτικό περιβάλλον. Η Βρετανία αποχωρεί από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η Αμερική του Τραμπ απειλεί την Ευρώπη με μείωση της αμυντικής της παρουσίας και ανταγωνισμό στις εμπορικές τους σχέσεις. Η Ενωμένη, πλέον, Ευρώπη καλείται τώρα να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί τη χειραφέτησή της από τις δυο υπερδυνάμεις χωρίς να διολισθήσει στις συνήθειες του παρελθόντος. Το ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι σε κρίσιμη καμπή αντιμετωπίζοντας ισχυρές φυγόκεντρες δυνάμεις. Οι ανισότητες, το μεταναστευτικό, ο λαϊκισμός, η υποχώρηση της ευρωπαϊκής ιδέας, απειλούν το ευρωπαϊκό εγχείρημα.

Η επαναβεβαίωση του γαλλογερμανικού άξονα είναι αναγκαία συνθήκη για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Απομένει να δούμε αν είναι και ικανή συνθήκη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η τελευταία πράξη στη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ

Η τελευταία πράξη στη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ

Η τελευταία φάση της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μοιάζει με την τελευταία πράξη μιας όπερας μπούφα. Το τέλος είναι αργόσυρτο με δραματικά αλλά και κωμικά στοιχεία. Η κυβέρνηση φτάνει σε ένα δραματικό φινάλε με την ψήφιση μιας κακής συμφωνίας για ένα εθνικό θέμα. Την ίδια ώρα που αποσυντίθεται με κωμικό τρόπο.

Είτε με προσυμφωνημένη ρήξη είτε με βελούδινο διαζύγιο, ολοκληρώνεται η κυνική συμπόρευση και συγκυβέρνηση δυο ετερόκλητων εταίρων. Η λυκοφυλία της εξουσίας αντικαθίσταται τώρα από την αποστασιοποίηση για την πολιτική επιβίωση. Η εποχή που ο κ. Τσίπρας έσφαζε στην ποδιά του Καμμένου τα αριστερά παλληκάρια, όπως τον Φίλη και τον Κοτζιά, παρήλθε. Η χρησιμότητα του Καμμένου για την «πρώτη φορά αριστερά» ολοκληρώθηκε. Όταν στην πολιτική σου απονέμουν τα εύσημα, όπως έκανε ο κ. Τσίπρας για τον Καμμένο στην προχθεσινή του συνέντευξη, σημαίνει ότι έχεις τελειώσει. Στην επόμενη συνέντευξη ο κ. Τσίπρας θα συμπεριλάβει τον Καμμένο στα mea culpa του μαζί με τον Βαρουφάκη.

Αυτό που απομένει να διαπιστώσουμε είναι πόσο καλά σκηνοθετημένη είναι η τελευταία πράξη. Γιατί «προς γαρ το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται». Από την τελευταία πράξη θα φανεί αν ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ θα πάνε σε τακτική υποχώρηση ή σε άτακτη συντριβή στις επερχόμενες εκλογές. Θα φανεί αν οι συγκεκαλυμένες απειλές και προειδοποιήσεις που εκτοξεύονται εκατέρωθεν είναι αληθινές ή σικέ.

Στην πραγματικότητα, η στρατηγική και των δυο πλευρών αχνοφαίνεται ήδη και έχει ένα κοινό στοιχείο. Και οι δυο πλευρές χρειάζονται χρόνο. Να απολυμανθούν από τη «μιαρή συμβίωση» και να επανέλθουν στη φυσική τους πολιτική κοίτη και δεξαμενή ψηφοφόρων. Και οι δυο έχουν αρχίσει να στοχεύουν προς αυτή την κατεύθυνση. Στο νέο σποτάκι των ΑΝΕΛ που διέρρευσε ο Καμμένος, το τραινάκι και ο γύψος έχουν δώσει τη θέση τους σε μια κόκκινη γραμμή. Το μήνυμα είναι προφανές. Όσο μπορούσε νουθετούσε τον Αλέξη. Όταν ο Αλέξης ξεπέρασε τα εσκαμμένα, ιδίως στο εθνικό θέμα του Μακεδονικού, τράβηξε την κόκκινη γραμμή. Από την άλλη πλευρά, ο κ. Τσίπρας θα παραστεί και θα μιλήσει σε σύναξη των κεντροαριστερών φυλών, όλων των αποχρώσεων, για τη συμφωνία των Πρεσπών. Ο Καμμένος στρέφεται στα δεξιά του με εθνικιστικούς τόνους για να διασωθεί, ενώ ο κ. Τσίπρας στρέφεται στα αριστερά του προσπαθώντας να συμπήξει ένα κεντροαριστερό μέτωπο.

Θα πάμε λοιπόν, όπως φαίνεται, σε ένα προσυμφωνημένο και αργόσυρτο διαζύγιο που θα δώσει χρόνο και στις δυο πλευρές να απευθυνθούν στα ακροατήριά τους για να διασωθούν πολιτικά.

Η κυβέρνηση φαίνεται να διαθέτει τον απαιτούμενο αριθμό βουλευτών για να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης αν το ζητήσει και να επιβιώσει μιας πρότασης δυσπιστίας εφόσον την προκαλέσει η αντιπολίτευση. Θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές σε χρόνο που θα κρίνει κομματικά ωφέλιμο. Μέχρι τότε θα έχουμε κυβέρνηση μειοψηφίας, πολιτικά απονομιμοποιημένη, αλλά συνταγματικά καλυμμένη. Η παράταση της παραμονής της στην εξουσία λειτουργεί εις βάρος της χώρας αλλά οι της κυβέρνησης θεωρούν ότι λειτουργεί υπέρ τους. Στο τέλος και αυτής της τελευταίας θεατρικής πράξης θα διαπιστώσουν ότι δεν θα υπάρξει χειροκρότημα, παρά μόνον η πολιτική συντριβή.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο Μαρξ στο Σόχο

Ο Μαρξ στο Σόχο

Σε μεγάλο βαθμό η λαίλαπα του λαϊκισμού είναι αποτέλεσμα της αποτυχίας της παγκόσμιας ελίτ. Η απόκλιση των συμφερόντων ανάμεσα στην ελίτ και το μεγάλο σώμα των κοινωνιών αυξήθηκε κατακόρυφα τις τελευταίες δύο γενιές. Το περίεργο, λοιπόν, δεν είναι η ραγδαία άνοδος του λαϊκισμού παγκοσμίως αλλά γιατί αυτή καθυστέρησε τόσο.

Το παράδειγμα της Αμερικής είναι χαρακτηριστικό. Απόφοιτοι κολλεγίων είδαν τη ζωή τους να βελτιώνεται δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες, τα εισοδήματά τους να αυξάνονται, τα μητροπολιτικά κέντρα όπου ζούσαν να ακμάζουν, τις γειτονιές τους να απαλλάσσονται από την εγκληματικότητα. Η τεχνολογία βελτίωσε τη ζωή τους και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιούργησαν νέες κοινότητες. Την ίδια ώρα τα εργατικά στρώματα μετρούσαν απώλειες. Οι λευκοί εργάτες, απόφοιτοι λυκείου, είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται, το ίδιο και τις ευκαιρίες τους. Στις γειτονιές που μένουν αυξήθηκε η εγκληματικότητα, η χρήση των ναρκωτικών και οι μονογονεϊκές οικογένειες.

Το ξήλωμα του ρυθμιστικού πλαισίου του τραπεζικού συστήματος, που είχε μπει μετά το μεγάλο κραχ, οδήγησε στην κρίση του 2008. Η κρίση, μαζί με τις συνεχείς φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους Αμερικανούς, την άνιση κατανομή του οφέλους από την παγκοσμιοποίηση, τις ανισότητες της τεχνολογικής επανάστασης και την αποδόμηση του κοινωνικού κράτους οδήγησαν τα εργατικά στρώματα στην απόγνωση. Αυτή η πολιτική, που ήταν βασικά ρεπουμπλικανική πολιτική, υιοθετήθηκε και από τους δημοκρατικούς με την «τριγωνοποίηση» του Κλίντον. Έτσι δημιουργήθηκε ένα consensus στη μετά Ρέιγκαν εποχή με έμφαση στις ανοιχτές αγορές, το ελεύθερο παγκόσμιο εμπόριο και την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίου, αγαθών και ανθρώπων. Αυτό έφερε οφέλη στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας χωρίς, όμως, τη διάχυση του οφέλους στη βάση της πυραμίδας. Το δημοκρατικό κόμμα, κλασσικός εκφραστής των εργατικών στρωμάτων στην Αμερική, άρχισε να χάνει την επαφή του μαζί τους. Ακολουθώντας μια ταυτοτική πολιτική άρχιζε να εκφράζει νέες κοινωνικές ομάδες, γυναίκες, νέους, γκέι, περιβαλλοντολόγους. Το αποτέλεσμα ήταν τα εργατικά και αγροτικά στρώματα της Αμερικής να μείνουν πολιτικά ανέστια. Πολλοί από αυτούς στράφηκαν στους ρεπουμπλικάνους στη βάση κοινωνικών θεμάτων όπως ο πατριωτισμός, η οπλοκατοχή, οι αμβλώσεις, η θρησκεία. Παρότι τα οικονομικά τους συμφέροντα ήταν σε αντίθεση με την οικονομική πολιτική του ρεπουμπλικανικού κόμματος.

Ο Τραμπ κατόρθωσε να υφαρπάξει την ψήφο αυτών των ανθρώπων υποσχόμενος να προστατεύσει και να αποκαταστήσει θέσεις εργασίας. Στη βάση ενός οικονομικού προστατευτισμού και μιας πολιτικής ενάντια στη μετανάστευση. Ασκώντας, παράλληλα, κριτική σε αμερικανικές εταιρείες που μεταφέρουν τα εργοστάσια τους σε άλλες χώρες για να αποφύγουν το υψηλό εργατικό κόστος.

Ουσιαστικά ο Τραμπ κατάλαβε και εξέφρασε την αγανάκτηση της λευκής εργατικής τάξης. Όχι μόνο σε επίπεδο οικονομικό αλλά και σε επίπεδο πολιτισμικό, ως ομάδα απειλούμενη από άλλες ομάδες.

Τηρουμένων των αναλογιών παρεμφερείς εξελίξεις συμβαίνουν και στην Ευρώπη. Τα σοσιαλιστικά κόμματα έχουν χάσει την επαφή τους με τα εργατικά στρώματα, ενώ οι φιλελεύθεροι ασχολούνται με πολιτικές ταυτότητας, χάνοντας τη μεγάλη εικόνα, όπως έγραψε πρόσφατα ο Μαρκ Λίλλα. Και η μεγάλη εικόνα είναι ότι η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική επανάσταση στον τρόπο παραγωγής απειλούν, κυρίως, τα μη προνομιούχα στρώματα της κοινωνίας. Όσο οι παρούσες ελίτ αδυνατούν να το συνειδητοποιήσουν, θα εκχωρούν χώρο πολιτικής εκπροσώπησης σε κάθε είδους δημαγωγό. Κι αυτό δεν χρειάζεται να μας το θυμίσει το φάντασμα του Μαρξ στο Σόχο, 200 χρόνια μετά τη γέννησή του.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”