Το 1992, ο πατέρας Bush ήταν το μεγάλο φαβορί για να κερδίσει τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Ερχόταν με τον αέρα του νικητή και τροπαιούχου από τον πρώτο πόλεμο του περσικού κόλπου. Είχε λογαριάσει χωρίς τον ξενοδόχο. Εν προκειμένω την αμερικανική οικονομία, που παρουσίαζε σημάδια ύφεσης. Μια φονική ατάκα άλλαξε το διακύβευμα των εκλογών. “Είναι η οικονομία ανόητε θύμισε στους αμερικανούς ο Bill Clinton και ο Bush δεν επανεξελέγη.”
Πολλά φεγγάρια αργότερα, στο χιονισμένο Νταβός, ένας Γερμανός πολιτικός, που έχει γίνει η δική μας Νέμεσις, εκστόμισε μια εξίσου φονική, όσο και προσβλητική, ατάκα. “Είναι η εφαρμογή ανόητε”, εἰπε μπροστά σε έναν εμβρόντητο έλληνα Πρωθυπουργό.
Κι αυτό γιατί οι Ευρωπαίοι βλέπουν την ελληνική κυβέρνηση να ανεβάζει πάλι το έργο του περασμένου χειμώνα. Καθυστερήσεις, αναβλητικότητα, επίκληση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Αυτή τη φορά, όμως, υπάρχει μια κεφαλαιώδης διαφορά. Η κυβέρνηση Τσίπρα κλείνει ένα χρόνο στην εξουσία και δεν καλείται να εφαρμόσει το πρόγραμμα των προηγούμενων κυβερνήσεων αλλά το δικό της τρίτο μνημόνιο. Που αυτή συμφώνησε, η ίδια υπέγραψε, και τώρα πρέπει να υλοποιήσει. Η κυβέρνηση, με τη γνωστή κουτοπονηριά της πέρασε γρήγορα τα σχετικά εύκολα προαπαιτούμενα. Ταυτόχρονα, προσπάθησε να περάσει κι ένα παράλληλο πρόγραμμα, το οποίο αναγκάστηκε να αποσύρει άρον-άρον, όταν το πήρανε χαμπάρι οι κουτόφραγκοι. Και πάντως έκανε πολιτική κλείνοντας το μάτι και μη θίγοντας τα προνόμια των φίλιων κοινωνικών ομάδων. Δηλαδή, των πελατών της.
Τώρα έφτασε η ώρα της αλήθειας. Και το Ασφαλιστικόν φυγείν αδύνατον. Γιατί οι εταίροι και οι δανειστές μας το θεωρούν τη λυδία λίθο των μεταρρυθμίσεων. Το απόλυτο προαπαιτούμενο για να προχωρήσει η αξιολόγηση και η εκταμίευση της δόσης. Για να μπορέσει να αρχίσει η συζήτηση για τη διευθέτηση του χρέους. Πάντοτε στις γραμμές που είχαμε συμφωνήσει εμείς το 2012, για να μην ξεχνιόμαστε. Και η συμμετοχή στην ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι. Το ασφαλιστικό, όμως, επηρεάζει όλες τις κοινωνικές ομάδες. Εξού και η καθολική αντίδραση και οι διαδηλώσεις ακόμη και των λευκών κολάρων.
Η κυβέρνηση διαχειρίστηκε κι αυτό το μείζον εθνικό θέμα με τη γνωστή προχειρότητα της. Αντί να επιδιώξει τομές και ευρείες συναινέσεις σε ένα πρόβλημα, για το οποίο ευθύνες φέρουν όλοι, έκανε ακριβώς το αντίθετο. Εκπόνησε μια προχειράντζα, δια χειρός Κατρούγκαλου, με μια στόχευση. Να καλύψει τη δημοσιονομική τρύπα του 1,8 δις που δημιούργησαν στον τομέα αυτό, πέρα από την υπόλοιπη δημοσιονομική επιβάρυνση, οι καταστροφικοί χειρισμοί της το 2015. Κοινώς, τα έκανε μαντάρα.
Αποδεικνύοντας, για άλλη μια φορά ότι το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι η εφαρμογή. Είναι πολύ βαθύτερο. Είναι “η κυβερνησιμότητα ανόητε”.
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”