43 χρόνια μετά ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ

43 χρόνια μετά ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ

Η πολιτική της δικτατορίας των συνταγματαρχών στο Κυπριακό ήταν εξαρχής τυχοδιωκτική, με αποκορύφωμα το προδοτικό πραξικόπημα κατά του Μακαρίου τον Ιούλιο του 1974.

Το ‘54 ο Γιώργος Θεοτοκάς έγραφε ότι ο αγώνας για την Κύπρο θα έπρεπε να δοθεί μέσα στο δυτικό συμμαχικό πλαίσιο. Χωρίς τη διατήρηση των δεσμών με τη Δύση δεν θα μπορούσε να υπάρξει ευνοϊκή λύση. Αυτή την πολιτική του πραγματισμού ακολούθησε ο Καραμανλής, που επεδίωξε και τελικά πέτυχε ρεαλιστική λύση με τις Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου. Κατηγορήθηκε τότε, από εθνικιστικά στοιχεία στην Κύπρο και την Ελλάδα αλλά και από μερίδα του Κέντρου, για την «προδοσία της Ζυρίχης». Μετά την κατάρρευση των Συμφωνιών της Ζυρίχης εγκαταλείφθηκε η πολιτική του ρεαλισμού στο Κυπριακό.

Η κατάλυση της δημοκρατίας από τους συνταγματάρχες έφερε τη διεθνή απομόνωση της χώρας. Η Συμφωνία με την ΕΟΚ πάγωσε, ενώ η Ελλάδα, κατ’ ουσίαν, αποβλήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Ακόμη και η ανοχή του αμερικανικού παράγοντα απέναντι στη χούντα δεν αποτελούσε πρόκριμα για μονομερείς ενέργειες στην εξωτερική πολιτική που θα άλλαζαν τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Η απομόνωση και τα όρια της χούντας φάνηκαν από τον Νοέμβριο του ‘67 και την κρίση της Κοφίνου. Η Τουρκία και τότε απείλησε με εισβολή την Κύπρο και με πόλεμο την Ελλάδα. Μετά την παρέμβαση των Αμερικανών η χούντα αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αποσύροντας την ελληνική μεραρχία από το νησί.

Το ‘67 ήταν ουσιαστικά ο πρόλογος των γεγονότων του ‘74. Έδειξε τα όρια της δικτατορίας, τις προθέσεις της Τουρκίας, την πολιτική του διεθνούς παράγοντα και τις συνέπειες της άγνοιας των συσχετισμών. Οι προειδοποιήσεις προς το καθεστώς ήταν συνεχείς. Σημαίνοντες διπλωμάτες, όπως ο Άγγελος Βλάχος και ο Ιωάννης Τζούνης έφθασαν να παραιτηθούν από το υπουργείο Εξωτερικών. Ο Αβέρωφ, σε υπόμνημά του προς τον Γκιζίκη, τον Απρίλιο του ‘74, προειδοποιούσε για τις καταστροφικές συνέπειες της πολιτικής της χούντας στο Κυπριακό. Κατέληγε με τη μομφή ότι, σε περίπτωση πολέμου, το καθεστώς δεν θα μπορούσε να κάνει ούτε επιστράτευση.

Ο ίδιος ο Μακάριος, στις 2 Ιουλίου του ‘74, με μια δραματική επιστολή του προς τον Γκιζίκη κατήγγειλε «την εκτεινομένην αοράτως εξ Αθηνών χείρα, αναζητούσαν προς αφανισμόν την ανθρωπίνην ύπαρξίν» του. Κατηγορώντας τη χούντα ότι είχε μετατρέψει την Εθνική Φρουρά σε «εκτροφείο παρανόμων και κέντρο συνομοσιών κατά του κράτους». Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι στην κρίση της Κοφίνου ο Μακάριος είχε σθεναρά επιμείνει για τη διατήρηση της Εθνικής Φρουράς. Παρά τις προειδοποιήσεις, η χούντα προχώρησε στο προδοτικό πραξικόπημα δίνοντας στην Τουρκία το πρόσχημα για μια προαναγγελθείσα εισβολή και εθνική καταστροφή.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χαμένες ευκαιρίες

Χαμένες ευκαιρίες

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ είχε αποτιμήσει την εξέλιξη του Κυπριακού ως ιστορία χαμένων ευκαιριών. Ο Αβέρωφ, αναφερόταν στη περίοδο από το Μάιο του 1956 μέχρι τον Ιούνιο του 1963. Ο ίδιος τίτλος όμως συμπυκνώνει και την αποτίμηση της εξέλιξης του Κυπριακού και μετά το 1974. Μια αλυσίδα χαμένων ευκαιριών που η καθεμιά τους ήταν χειρότερη από τη προηγούμενη.

Η σημειολογία και μόνο είναι ενδεικτική. Το κυπριακό, παρότι αποτελεί πρόβλημα παράνομης εισβολής και κατοχής διολισθαίνει πλέον σε διμερές πρόβλημα. Οι όποιες αναφορές στο διεθνή τύπο σε βόρεια και νότια Κύπρο, εξισώνουν την Κυπριακή δημοκρατία, κυρίαρχο κράτος και μέλος της ΕΕ, με το ψευδοκράτος. Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και το ευρωπαϊκό κεκτημένο δεν φαίνεται να αποτελούν την εδραία βάση μιας λύσης.

Αποκλίσεις από το ευρωπαϊκό κεκτημένο υπήρχαν και στο σχέδιο Ανάν. Τότε όμως όλοι στήριζαν τις ελπίδες για τη βιωσιμότητα της τελικής λύσης στην ευρωπαϊκή μετεξέλιξη της Τουρκίας. Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και μια Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά δημιουργούσαν προοπτικές για λύση του Κυπριακού στη βάση του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Έστω με κάποιες αποκλίσεις.

Η απομάκρυνση της Τουρκίας από την Ευρώπη διαφοροποιεί τα πράγματα. Η Τουρκία εξελίσσεται σ´ένα αυταρχικό κράτος προβληματικό αλλά απαραίτητο για τη Δύση. Η διαφαινόμενη βούληση της για λύση στο Κυπριακό εδράζεται σε δυο κυρίως παράγοντες. Ο πρώτος έχει να κάνει με τα ανοιχτά της μέτωπα. Ο πόλεμος στη Συρία και το προσφυγικό αποτελούν δυσεπίλυτα προβλήματα για την τουρκική εξωτερική πολιτική. Και το κουρδικό αποτελεί απειλή κατά της εδαφικής της ακεραιότητας. Θέλει λοιπόν να κλείσει μέτωπα.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Τουρκία επιθυμεί να έχει μερίδιο στην συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία θα δεχθεί λύση που να αφίσταται των πάγιων επιδιώξεων της. Άλλωστε το παραλήρημα Ερντογάν για τη Συνθήκη των Σεβρών και της Λωζάννης προϊδεάζει για την διαλλακτικότητα της Τουρκίας. Πόσω μάλλον όταν θεωρεί ότι η ελληνική πλευρά βρίσκεται σε πρωτοφανή αδυναμία.

Είναι προφανές ότι η κόπωση έχει αμβλύνει τις αντιστάσεις και τις αναστολές της ελληνικής πλευράς. Και το ισοζύγιο της ισχύος έχει δραματικά επιδεινωθεί εις βάρος μας. Σ´αυτό το περιβάλλον η κυπριακή ηγεσία έχει αποτολμήσει μια μοναχική διαπραγματευτική διαδικασία με τον Ακιντζί, που θυμίζει τον περίφημο «περίπατο στο δάσος» του αμερικανού διαπραγματευτή Paul Nitze με τον σοβιετικό ομόλογο του. Επιδιώκοντας λύση με την ελληνική πλευρά κυριολεκτικά απούσα. Χωρίς στηρίγματα δηλαδή. Μια λύση, όμως, έντιμου συμβιβασμού θα πρέπει να είναι, κατ´ελάχιστον, καλύτερη από την υφιστάμενη κατάσταση. Αλλιώς θα είναι ο τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα των χαμένων ευκαιριών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Γόρδιος δεσμός

Γόρδιος δεσμός

Νέος γύρος διμερών συνομιλιών ξεκινάει αυτή την εβδομάδα για το Κυπριακό. Οι συνομιλίες έχουν ήδη εισέλθει στα ακανθώδη ζητήματα, όπως το περιουσιακό, την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας. Μετά από δεκαετίες αδιαλλαξίας, η νέα τουρκοκυπριακή ηγεσία δείχνει σημάδια διαλλακτικότητας, προσεγγίζοντας τις συνομιλίες με εποικοδομητικό πνεύμα. Και εμφανίζεται να έχει, ως ένα βαθμό, μεγαλύτερη αυτονομία από την Άγκυρα από ότι στο παρελθόν. Η αποδυνάμωση του στρατού μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα διευρύνει τα περιθώρια κινήσεων του Ακιντζί. Και η αντίθεση του στο πραξικόπημα ισχυροποιεί τη θέση του μετά την επικράτηση του Ερντογάν.

Οι συνομιλίες, όμως, διεξάγονται σε μια περίοδο που η ευρύτερη περιοχή είναι σε ανάφλεξη. Όλοι εναντίον όλων. Η Τουρκία που αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την έκβαση των συνομιλιών βρίσκεται σε περιδίνηση. Και τα μηνύματα που εκπέμπει είναι αμφίσημα. Ο Ερντογάν, μετά το πραξικόπημα, εδραιώνει ένα προσωποπαγές αυταρχικό καθεστώς. Με πρακτικές που απομακρύνουν την Τουρκία από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και την ευρωπαϊκή της προοπτική. Την ίδια στιγμή που οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ βρίσκονται στο ναδίρ. Με τουρκικούς κυβερνητικούς κύκλους να διατυπώνουν πρωτοφανείς μομφές για τη στάση της Αμερικής στο πραξικόπημα. Και να κατηγορούν τη Δύση ότι απεργάζεται σενάρια αποδυνάμωσης και διαμελισμού της Τουρκίας. Από την άλλη πλευρά, ο Ερντογάν δείχνει σημάδια πολιτικού ρεαλισμού. Αποκλιμακώνοντας τις σχέσεις με Ρωσία και Ισραήλ. Ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι τα ανοιχτά μέτωπα της Τουρκίας είναι πολλά. Με τον πόλεμο στη Συρία και το προσφυγικό να αποτελούν δυσεπίλυτα προβλήματα. Αλλά κυρίως το κουρδικό, να αποτελεί απειλή κατά της εξωτερικής και εσωτερικής ασφάλειας της Τουρκίας. Για τους λόγους αυτούς, ενδεχομένως, ο Ερντογάν εμφανίστηκε διαλλακτικός στις τελευταίες του δηλώσεις για το Κυπριακό. Λέγοντας ότι η επίλυση του Κυπριακού θα φέρει ασφάλεια, σταθερότητα και πρόοδο στην περιοχή.

Η Ελλάδα, εδώ και αρκετά χρόνια, είχε αρκεστεί σε μια τακτική αποκλιμάκωσης της έντασης της ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μια πολιτική «ειρηνικής στασιμότητας», που μας επέτρεπε να αναμένουμε την ευρωπαϊκή μετεξέλιξη της Τουρκίας και την προσαρμογή της στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και μια ευρωπαϊκή Τουρκία δημιουργούσαν προοπτικές για λύση του Κυπριακού στη βάση του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Η επιδείνωση, όμως, των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ αλλά και τους ευρωπαίους εταίρους μας διαφοροποιεί τα πράγματα. Το ευρωπαϊκό κλειδί δεν αρκεί για την επίλυση του γόρδιου δεσμού. Η τελική στάση της Τουρκίας θα καθοριστεί από τη σημασία της λύσης του Κυπριακού στη συνολική ταξινόμηση και διευθέτηση των γεωπολιτικών της εκκρεμοτήτων.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”