Η συμφωνία και η Νέα Δημοκρατία

Η συμφωνία και η Νέα Δημοκρατία

Ξαφνικά μας προέκυψε μείζον υπαρξιακό ερώτημα. Θα ψηφίσει ή δεν θα ψηφίσει η ΝΔ τη συμφωνία; Θα μου πείτε φτάσαμε σε καμιά συμφωνία ή μπήκε η ΝΔ στην κυβέρνηση; Τίποτα από τα δύο.

Αυτή τη στιγμή έχουμε μια κυβέρνηση που η μισή μιλάει για συμφωνία και η άλλη μισή για ρήξη. Η μισή που μιλάει για συμφωνία δηλώνει πρόοδο, η οποία διαψεύδεται από τους Θεσμούς. Αν κατορθώσει και συμφωνήσει με τους Θεσμούς, δεν ξέρουμε πια αν φτάνει ο χρόνος. Κι αν φτάνει ο χρόνος, κανείς δεν ξέρει πια αν αυτή η κυβέρνηση μπορεί να υλοποιήσει μια συμφωνία.

Αυτό το πρόβλημα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ μετατράπηκε σε υπαρξιακό δίλημμα για τη ΝΔ. Κάποιοι τοποθετούνται a priori υπέρ της ψήφισης μιας συμφωνίας που δεν γνωρίζουν. Και κάποιοι αναφανδόν ενάντια. Οι μεν στο όνομα της σωτηρίας της χώρας και της υπευθυνότητας της ΝΔ. Οι δε στο όνομα της πολιτικής λογικής.

Επειδή, όμως, εντελώς συμπτωματικά, η συζήτηση αυτή διεξάγεται παράλληλα με την αμφισβήτηση της ηγεσίας του κόμματος κινδυνεύουμε να δώσουμε την αίσθηση ότι μέσα από ένα τόσο σοβαρό θέμα, που αφορά τη χώρα, εμείς ξεκαθαρίζουμε λογαριασμούς. Αν η κοινωνία ψυχανεμιστεί κάτι τέτοιο θα διασκορπιστούν και τα τελευταία ψήγματα αξιοπιστίας που μας έχουν απομείνει.

Η ΝΔ από το 2012 μέχρι σήμερα, μαζί με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ αρχικά, διέσωσε τη χώρα και την κράτησε στην Ευρώπη. Σήμερα, ούτε παρέμβαση στη διαπραγμάτευση μπορεί να έχει, ούτε λόγο στη συμφωνία. Εφόσον, λοιπόν, δεν έχει, καλό είναι να αποφύγει δυο λάθη. Πρώτον, να δώσει την αίσθηση στην Τρόικα, που δεν είναι ακριβώς το ΔΣ του Ερυθρού Σταυρού, ότι η κυβερνητική πλειοψηφία με την οποία διαπραγματεύεται δεν αποτελείται από 162 αλλά από 238. Και άρα υπάρχουν οι αριθμοί για να περάσει ό,τι μας βάλει στο τραπέζι. Δεύτερον, να επιβεβαιώσει τη λανθασμένη εικόνα που διαμόρφωσε η κοινή γνώμη για τη ΝΔ, ότι δεν διαπραγματεύεται. Που συνέβαλε στην ήττα του Ιανουαρίου.

Η ΝΔ ασφαλώς θα κάνει αυτό που της αναλογεί για να διασφαλίσει την ευρωπαϊκή προοπτική και τη σωτηρία της χώρας. Και προφανώς δεν μπορεί να ξαναγυρίσει σε αντιμνημονιακές θέσεις. Αλλά αυτό απέχει από το να δεσμεύεται εξ υπαρχής ότι θα ψηφίσει ή θα καταψηφίσει μια συμφωνία που το περιεχόμενό της δεν γνωρίζει. Και πολύ περισσότερο αν θα υπάρξει. Ας πετύχουν, λοιπόν, τη συμφωνία. Ας δούμε τι πέτυχαν. Και μετά θα τοποθετηθούμε. Όλα τα άλλα είναι προσχηματικά και δείχνουν έλλειψη σοβαρότητας που οδηγεί σε έλλειμμα αξιοπιστίας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΑ στα “ΝΕΑ”

Η τελευταία πράξη του δράματος

Η τελευταία πράξη του δράματος

Η κυβέρνηση σχοινοβατεί ανάμεσα στο ναυάγιο και στη διάσωση. Ανάμεσα στο αδιέξοδο και στη λύση. Που εξαρτάται, τελικά, από την απόφαση του Πρωθυπουργού. Θα έρθει σε ρήξη με την Ευρώπη ή με το κόμμα του; Μετά από 100 ημέρες φτάνουμε στην τελευταία πράξη του δράματος. Ακόμα κι αν η ΕΚΤ δώσει στη χώρα μια ανάσα ρευστότητας, τα πράγματα είναι δραματικά. Όσον αφορά στη δυνατότητα του κράτους να καλύψει τις τρέχουσες υποχρεώσεις. Δόσεις, μισθούς, συντάξεις. Και να τα καταφέρουν και αυτή τη φορά, ξύνοντας τον πάτο του βαρελιού, ξέρουν ότι είναι η τελευταία.

Εν τω μεταξύ, η αβεβαιότητα από τη συνεχιζόμενη εκκρεμότητα έχει καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία. Τα πρωτογενή πλεονάσματα που πετύχαμε γίνονται ελλείμματα, οι επενδυτές φεύγουν, και από την ανάκαμψη με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ξαναγυρνάμε στην ύφεση.

Με άλλα λόγια, η παράταση της διαπραγμάτευσης μπορεί να ήταν χρήσιμη, ή και αναγκαία, για το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Για να αμβλυνθούν οι εσωκομματικές αντιδράσεις, να θολώσουν οι κόκκινες γραμμές, και να προετοιμαστεί η μεγάλη στροφή. Χτίζοντας και πάνω στην αγωνία των πολιτών, οι οποίοι έντρομοι πλέον, ζητούν λύση «πάση θυσία», εντός ευρώ. Η καθυστέρηση, όμως υπήρξε καταστροφική για τα εθνικά συμφέροντα. Γιατί και η οικονομία ξανακύλησε και η ευκαιρία χάθηκε για την επίτευξη συμφωνίας με καλύτερους όρους.

Αλλά ας πάμε στο καλό σενάριο. Αυτό της συμφωνίας. Πόσοι πιστεύουν, εντός και κυρίως εκτός Ελλάδας, ότι αυτή η κυβέρνηση με τις ιδεοληψίες, τις αγκυλώσεις, και τον απίστευτο ερασιτεχνισμό της μπορεί να ψηφίσει στη Βουλή τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις. Και ακόμα σημαντικότερο. Να τα εφαρμόσει.

Επί της ουσίας, δηλαδή, η κυβέρνηση αυτή έχει εκμετρίσει το ζην. Γιατί η απόσταση από τις προεκλογικές της δεσμεύσεις μέχρι τη συμφωνία που θα υπογράψει, αν την υπογράψει τελικά, είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορεί να την αντέξει πολιτικά. Φανταστείτε. Αντί του προγράμματος παροχών της Θεσσαλονίκης των 11 δις, θα σερβίρουν στο λαό ένα τρίτο μνημόνιο. Ένα πρόγραμμα λιτότητας, φόρων, και περικοπών της τάξης των 14 δις. Ακόμα και να το αντέξουν, θα έχουν ξοδέψει όλα τα πολιτικά τους αποθέματα. Αναπόφευκτα, ο «ιστορικός συμβιβασμός» θα φέρει πολιτικό κατακλυσμό.

Μόνο μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, στηριζόμενη από όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, θα μπορέσει να διαχειριστεί την οδυνηρή πραγματικότητα. Και αυτή τη φορά, εάν έχουμε διδαχθεί από τα σφάλματά μας, και πετύχουμε την ομοψυχία των Πορτογάλων, θα διασφαλίσουμε τη λύση μέσα στο ευρώ. Την επιστροφή στην ομαλότητα και, τελικά, την ανασυγκρότηση της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”