Οι Ευρωτουρκικές σχέσεις λίγο πριν την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα

Οι Ευρωτουρκικές σχέσεις λίγο πριν την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα

Ο Ερντογάν επισκέπτεται την Αθήνα σε μια εποχή που οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρώπη βρίσκονται στο ναδίρ. Ένα πολυδιαφημισμένο συνοικέσιο που άρχισε στη στροφή του αιώνα οδεύει προς διάλυση. Ο χρόνος έδειξε ότι και οι δύο πλευρές αντιμετώπισαν τη σχέση αυτή με εργαλειακό τρόπο. Η Ευρώπη ικανοποιούσε τα στρατηγικά και οικονομικά της συμφέροντα έχοντας την Τουρκία στον ευρωπαϊκό προθάλαμο. Σε μια ενταξιακή πορεία χωρίς τέλος. Η πλήρης ένταξή της δημιουργούσε αντιδράσεις και προβλήματα. Από την άλλη πλευρά, και η Τουρκία του Ερντογάν επέδειξε ανάλογες προθέσεις. Ο αρχικός ζήλος του εκδημοκρατισμού, των μεταρρυθμίσεων και της σύγκλισης με το ευρωπαϊκό κεκτημένο κόπασε γρήγορα. Και η εξέλιξη των πραγμάτων απέδειξε ότι η διαδικασία σύγκλισης είχε ως στόχο την περιθωριοποίηση του στρατοκρατικού κεμαλικού κατεστημένου παρά την ένταξη.

Όταν ο στόχος επιτεύχθηκε, η Τουρκική Άνοιξη των πολιτικών ελευθεριών και των μεταρρυθμίσεων άρχισε να υποχωρεί. Με νομιμοποιητική βάση το πραξικόπημα και τις εξωτερικές απειλές, το καθεστώς άρχισε να σκληραίνει. Το μοντέλο της μουσουλμανικής δημοκρατίας άρχισε να δίνει τη θέση του στην ενός ανδρός αρχή, τον ερντογανικό αυταρχισμό.

Ταυτόχρονα, η παραδοσιακή καχυποψία των Τούρκων για τις προθέσεις και τις πολιτικές της Δύσης διογκώθηκε. Ο Ερντογάν υιοθέτησε ακραία αντιευρωπαϊκή ρητορική, προχώρησε σε συλλήψεις ευρωπαίων πολιτών και παρενέβη στη διαδικασία των γερμανικών εκλογών.

Το κλίμα για την Τουρκία στην Ευρώπη είναι αρνητικό, με πολλούς να υποστηρίζουν ακόμη και τον τερματισμό των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν καταστροφική για όλες τις πλευρές, αλλά και για την Ελλάδα. Υπάρχουν κοινά συμφέροντα που επιβάλλουν τη συνεργασία. Τα δύο σημαντικά και επείγοντα είναι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και η συμφωνία για το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό. Με την ήττα του ISIS η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει την απειλή των τζιχαντιστών που επιστρέφουν από τη Συρία και το Ιράκ. Ο ρόλος της Τουρκίας στο επίπεδο της αντιτρομοκρατικής συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών είναι κρίσιμος.

Η συμφωνία για το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό είναι επίσης πρωταρχικής σημασίας για τη Δύση. Η Τουρκία τηρεί τη συμφωνία και έχει βελτιώσει σημαντικά τις συνθήκες διαβίωσης για τα 3 εκατομμύρια πρόσφυγες στο έδαφός της. Η συμφωνία πρέπει να συνεχιστεί και η Ευρώπη να εγκρίνει και τη δεύτερη εκταμίευση κονδυλίων την ερχόμενη άνοιξη.

Εάν η πλήρης ένταξη δεν είναι εφικτή, θα πρέπει να βρεθεί τρόπος να κρατηθεί η Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά. Μια αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση, υπό προϋποθέσεις, είναι ένας ενδιάμεσος και αμοιβαία επωφελής στόχος. Θα εκσυγχρόνιζε και θα διεύρυνε την υπάρχουσα βοηθώντας στην εξομάλυνση των σχέσεων και ξαναδίνοντας προοπτική στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Η Ελλάδα έχει συμφέρον να εργαστεί προς αυτή την κατεύθυνση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Οι σχέσεις Ευρώπης – Τουρκίας

Οι σχέσεις Ευρώπης – Τουρκίας

Στην αυγή του 21ου αιώνα, μετά από ένα κύμα δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, η Τουρκία βρέθηκε στην αφετηρία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Το 2005, η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας συγκέντρωνε την αποδοχή του 74% της τουρκικής κοινωνίας.

Για τη Δύση μια ευρωπαϊκή Τουρκία θα ήταν μια απόδειξη ότι το Ισλάμ, η δημοκρατία και η νεωτερικότητα μπορούν να συνυπάρξουν. Η επιτυχία του εγχειρήματος θα ξόρκιζε το σκοτεινό σενάριο του Χάντιγκτον για τη σύγκρουση των πολιτισμών. Η Τουρκία θα αποτελούσε το μοντέλο για τον υπόλοιπο μουσουλμανικό κόσμο. Για την Ελλάδα, η προοπτική μιας δημοκρατικής ευρωπαϊκής Τουρκίας θα σήμαινε άμβλυνση της τουρκικής επιθετικότητας και ειρηνική συνύπαρξη.

Μέσα σε μια δεκαετία τα πάντα άλλαξαν.

Η Τουρκία όχι μόνο δεν αποτέλεσε μοντέλο προς μίμηση για τον ισλαμικό κόσμο, αλλά έγινε μέρος του προβλήματος. Μετά την αποτυχία του εκδημοκρατισμού της Μέσης Ανατολής και το τέλος της Αραβικής Άνοιξης, η ριζοσπαστικοποίηση της Μέσης Ανατολής όξυνε την αντιπαράθεση του Ισλάμ με τη Δύση. Ο Ερντογάν άρχισε να στρέφεται προς τον ισλαμικό κόσμο, να υιοθετεί ισλαμική ατζέντα και να κλιμακώνει τη ρητορική του απέναντι στις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Η ευρωπαϊκή προοπτική φάνηκε, πλέον, ότι ήταν μια εργαλειακή επιλογή για τον Ερντογάν και όχι στρατηγικός στόχος. Αφού δια του εκδημοκρατισμού εξουδετέρωσε το στρατοκρατικό κεμαλικό κατεστημένο, σταδιακά απομακρύνθηκε από τη Δύση. Το αποκορύφωμα ήταν το αποτυχημένο πραξικόπημα, που έδωσε στον Ερντογάν το πρόσχημα να εδραιώσει ένα αυταρχικό καθεστώς.

Οι σχέσεις με την ΕΕ επιδεινώθηκαν. Από τον περασμένο Δεκέμβριο οι διαπραγματεύσεις έχουν ουσιαστικά παγώσει και το κλίμα στις Βρυξέλλες για την Τουρκία είναι βαρύ. Στις σχέσεις Γερμανίας-Τουρκίας, ιδιαίτερα, επικρατεί πολικό ψύχος. Η ανάμειξη του Ερντογάν στις γερμανικές εκλογές κατά των μεγάλων κομμάτων, αλλά και οι συλλήψεις γερμανών πολιτών στην Τουρκία έχουν στρέψει τη γερμανική κοινή γνώμη εναντίον του.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται να προσανατολίζεται στην επίσημη διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μια τέτοια εξέλιξη θα απομακρύνει οριστικά την Τουρκία από τη Δύση και θα αποδυναμώσει τις δημοκρατικές φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις στο εσωτερικό της. Θα θέσει σε κίνδυνο τη συμφωνία για το Μεταναστευτικό και θα καταστήσει δύσκολη τη συνεργασία σε θέματα κρίσιμα για την Ευρώπη όπως η ανταλλαγή πληροφοριών και η αμυντική συνεργασία.

Η Ευρώπη πρέπει να ακολουθήσει πολιτική πραγματισμού απέναντι στην Τουρκία προτάσσοντας τη συνεργασία σε πεδία αμοιβαίου συμφέροντος. Η συμφωνία για το Μεταναστευτικό, η συνεργασία στη μάχη κατά της τρομοκρατίας και η αμυντική συνεργασία αποτελούν τέτοια πεδία. Οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας θα μπορούσαν να ξανατεθούν στη βάση μιας αναβαθμισμένης τελωνειακής σύνδεσης. Είναι μια εφικτή πολιτική, που θα διατηρούσε την Τουρκία σε δυτική τροχιά μειώνοντας τις εστίες της έντασης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Εκτροχιασμός

Εκτροχιασμός

Ο ευρωπαϊκός εκλογικός κύκλος αρχίζει αύριο στην Ολλανδία με τους χειρότερους οιωνούς. Πολλοί Ευρωπαίοι φοβούνταν τις παρενέργειες μιας υποτροπής του ελληνικού προβλήματος στις ευρωπαϊκές εκλογές. Είχαν σχεδιάσει χωρίς τον Ερντογάν. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου, ο Ερντογάν έχει επιδοθεί σε ένα ανελέητο κυνηγητό των αντιπάλων του. Και μία άνευ προηγουμένου προσπάθεια συγκέντρωσης εξουσίας, που κορυφώνεται με το δημοψήφισμα του Απριλίου. Σε αυτή την προσπάθεια κάθε ψήφος είναι κρίσιμη για τον Ερντογάν. Πόσω μάλλον των μουσουλμάνων των ευρωπαϊκών χωρών και ιδιαίτερα της Γερμανίας. Που φαίνεται ότι είχαν ταχθεί πλειοψηφικά υπέρ του ΑΚΠ στις εκλογές του 2015. Κάπως έτσι συναντάται το τουρκικό δημοψήφισμα με τις ευρωπαϊκές εκλογές. Στη χειρότερη δυνατή συγκυρία. Η πολλαπλή κρίση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, και ιδιαίτερα το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό και η ισλαμική τρομοκρατία, έχουν οδηγήσει στην άνοδο των ακραίων δυνάμεων και του λαϊκισμού. Ο φόβος των ακραίων οδήγησε τις κυβερνήσεις της Ολλανδίας και της Γερμανίας στην απαγόρευση ομιλιών τούρκων αξιωματούχων στο μουσουλμανικό στοιχείο. Με επιχειρήματα κοινωνικής ειρήνης και δημόσιας τάξης. Ο Ερντογάν σήκωσε το γάντι και κλιμάκωσε την ένταση κατηγορώντας τις δύο χώρες για ναζιστικές πρακτικές.

Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις βρίσκονται μεταξύ σφύρας και άκμονος. Από τη μια πλευρά προσπαθούν να αποφύγουν την κλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία από τον φόβο κατάρρευσης της συμφωνίας για το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό. Από την άλλη, η παθητική στάση τους στην τουρκική κλιμάκωση φουσκώνει τα πανιά των εθνολαϊκιστικών κομμάτων. Για τις ακραίες ευρωπαϊκές δυνάμεις η ένταση που δημιουργείται στις σχέσεις με την Τουρκία είναι ένα αναπάντεχο δώρο. Βοηθάει στην προώθηση της ξενοφοβικής τους ατζέντας. Η ένταση και ο αποκλεισμός εξυπηρετεί και τους στόχους του Ερντογάν. Ο Ερντογάν κατηγορεί τις ευρωπαϊκές χώρες ότι εργάζονται υπέρ του Όχι στο δημοψήφισμα παρεμβαίνοντας στα εσωτερικά της Τουρκίας. Αυτό τον βοηθά να υφάνει ένα εθνικό αφήγημα ενσωματώνοντας τους κεμαλιστές και τους ακροδεξιούς ψηφοφόρους. Κι ένα αντιδυτικό αφήγημα που συσπειρώνει τους ισλαμιστές και τους γκιουλενιστές. Είναι κάτι που καλλιεργεί και με τη ρητορική του για την καθυστέρηση της άρσης της βίζας για Τούρκους πολίτες. Και την πολιτική της Ευρώπης στη Συρία και το Κουρδικό. Με τον τρόπο αυτό συσπειρώνει τη διχασμένη τουρκική γνώμη και αυξάνει τις πιθανότητες να κερδίσει το δημοψήφισμα του Απριλίου.

Ο Ερντογάν έχει δείξει στο παρελθόν τακτική ευελιξία και ικανότητα αναδίπλωσης από ακραίες θέσεις όταν το επέβαλαν οι περιστάσεις. Το έκανε με τη Ρωσία και το Ισραήλ. Η τακτική της κλιμάκωσης των ήδη τεταμένων ευρωτουρκικών σχέσεων λογοδοτεί στις εσωτερικές πολιτικές του επιδιώξεις. Είναι, όμως, αμφίβολο πλέον αν οι πολιτικές του επιδιώξεις συμβαδίζουν τόσο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, όσο και με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το τέλος της ευρωπαϊκής Τουρκίας

Το τέλος της ευρωπαϊκής Τουρκίας

Στο μακρινό Ελσίνκι, στις αρχές του αιώνα, σηματοδοτήθηκε η απαρχή της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Ήταν η εποχή που η Αμερική επεδίωκε την πλήρη ενσωμάτωση της Τουρκίας στους δυτικούς θεσμούς. Η Τουρκία είχε χαρακτηριστεί χώρα-κλειδί για την προώθηση των δυτικών συμφερόντων στην Κεντρική Ασία και στη Μέση Ανατολή. Και μια ευρωπαϊκή και δημοκρατική Τουρκία θα αποτελούσε εξαγώγιμο μοντέλο για τις χώρες της Μέσης Ανατολής.

Οι ευρωπαϊκές χώρες συναίνεσαν, τελικά, στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας με πολλές αναστολές. Πού οδήγησαν και σε μια μακρά υπαρξιακή συζήτηση στην Ευρώπη, γύρω από τα κριτήρια που ορίζουν μια χώρα ως ευρωπαϊκή (γεωγραφικά, πολιτισμικά, πολιτικά). Η μεγάλη απόκλιση της Τουρκίας από το ευρωπαϊκό κεκτημένο παρέπεμπε την τελική ένταξη στις καλένδες. Η Τουρκία θα παρέμενε στον ευρωπαϊκό προθάλαμο, για πολλά χρόνια. Κάτι που διασφάλιζε τα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά συμφέροντα της Δύσης.

Από την άλλη πλευρά, οι ισλαμιστές του Ερντογάν έγιναν υπέρμαχοι της ευρωπαϊκής προοπτικής για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος αφορούσε τη διεύρυνση των ελευθεριών στην Τουρκία. Και δια μέσου αυτών της αποδόμησης του στρατοκρατικού κεμαλικού κατεστημένου. Ο δεύτερος ήταν οικονομικός. Η ευρωπαϊκή προοπτική σήμαινε πολιτική σταθερότητα, που ήταν αναγκαία προϋπόθεση για ξένες και εγχώριες επενδύσεις. Οι επενδύσεις έφεραν οικονομική ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας, και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στη Τουρκία. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την πολιτική επικράτηση του Ερντογάν.

Όταν η πολιτική ηγεμονία του Ερντογάν επιτεύχθηκε, η ευρωπαϊκή πορεία εκτροχιάστηκε. Κάτω από το βάρος μίας ισλαμικής ατζέντας διανθισμένης από δόσεις αντισημιτισμού και αντιαμερικανισμού.

Για την Ελλάδα μια ευρωπαϊκή Τουρκία θα σήμαινε μια δημοκρατική και λιγότερο επιθετική Τουρκία. Ότι η Τουρκία θα αποδεχόταν άμεσα και έμπρακτα τις διεθνείς συνθήκες, το διεθνές δίκαιο, το απαραβίαστο των συνόρων. Θα αποκήρυσσε τη χρήση ή την απειλή χρήσης βίας στις σχέσεις της με άλλα κράτη, και ιδιαίτερα με ένα κράτος της ευρωπαϊκής ένωσης, όπως η Ελλάδα. Για μεγάλο διάστημα η εξωτερική μας πολιτική βασίστηκε στην παραδοχή ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας οδηγούσε στην άμεση αναγωγή των ελληνοτουρκικών σε ευρωτουρκικές σχέσεις. Κάποιοι υποστηρίξαμε τότε, ότι η ευρωπαϊκή προοπτική δεν μετέτρεπε αυτομάτως την Τουρκία σε ευρωπαϊκή χώρα ούτε τις τουρκικές αιτιάσεις σε ευρωτουρκικές διαφορές. Γιατί, στην πραγματικότητα, η ευρωπαϊκή προοπτική δεν αποτέλεσε ποτέ μοναδικό στρατηγικό στόχο και όραμα της Τουρκίας. Ήταν απλώς μια εργαλειακή πολιτική που εντασσόταν στη μακρά και επίπονη μετεξέλιξη της Τουρκίας. Η έκβαση αυτής της μετεξέλιξης είναι στην αντίθετη κατεύθυνση από την Ευρώπη. Η σημερινή Τουρκία του Ερντογάν είναι μια περισσότερο ισλαμική και αυταρχική και λιγότερο δημοκρατική και ευρωπαϊκή χώρα. Αυτή η εξέλιξη καθιστά τη διατήρηση της αποτρεπτικής αξιοπιστίας της χώρας μείζονα εθνική αναγκαιότητα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”