Χαμένες ευκαιρίες

Χαμένες ευκαιρίες

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ είχε αποτιμήσει την εξέλιξη του Κυπριακού ως ιστορία χαμένων ευκαιριών. Ο Αβέρωφ, αναφερόταν στη περίοδο από το Μάιο του 1956 μέχρι τον Ιούνιο του 1963. Ο ίδιος τίτλος όμως συμπυκνώνει και την αποτίμηση της εξέλιξης του Κυπριακού και μετά το 1974. Μια αλυσίδα χαμένων ευκαιριών που η καθεμιά τους ήταν χειρότερη από τη προηγούμενη.

Η σημειολογία και μόνο είναι ενδεικτική. Το κυπριακό, παρότι αποτελεί πρόβλημα παράνομης εισβολής και κατοχής διολισθαίνει πλέον σε διμερές πρόβλημα. Οι όποιες αναφορές στο διεθνή τύπο σε βόρεια και νότια Κύπρο, εξισώνουν την Κυπριακή δημοκρατία, κυρίαρχο κράτος και μέλος της ΕΕ, με το ψευδοκράτος. Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και το ευρωπαϊκό κεκτημένο δεν φαίνεται να αποτελούν την εδραία βάση μιας λύσης.

Αποκλίσεις από το ευρωπαϊκό κεκτημένο υπήρχαν και στο σχέδιο Ανάν. Τότε όμως όλοι στήριζαν τις ελπίδες για τη βιωσιμότητα της τελικής λύσης στην ευρωπαϊκή μετεξέλιξη της Τουρκίας. Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και μια Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά δημιουργούσαν προοπτικές για λύση του Κυπριακού στη βάση του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Έστω με κάποιες αποκλίσεις.

Η απομάκρυνση της Τουρκίας από την Ευρώπη διαφοροποιεί τα πράγματα. Η Τουρκία εξελίσσεται σ´ένα αυταρχικό κράτος προβληματικό αλλά απαραίτητο για τη Δύση. Η διαφαινόμενη βούληση της για λύση στο Κυπριακό εδράζεται σε δυο κυρίως παράγοντες. Ο πρώτος έχει να κάνει με τα ανοιχτά της μέτωπα. Ο πόλεμος στη Συρία και το προσφυγικό αποτελούν δυσεπίλυτα προβλήματα για την τουρκική εξωτερική πολιτική. Και το κουρδικό αποτελεί απειλή κατά της εδαφικής της ακεραιότητας. Θέλει λοιπόν να κλείσει μέτωπα.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Τουρκία επιθυμεί να έχει μερίδιο στην συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία θα δεχθεί λύση που να αφίσταται των πάγιων επιδιώξεων της. Άλλωστε το παραλήρημα Ερντογάν για τη Συνθήκη των Σεβρών και της Λωζάννης προϊδεάζει για την διαλλακτικότητα της Τουρκίας. Πόσω μάλλον όταν θεωρεί ότι η ελληνική πλευρά βρίσκεται σε πρωτοφανή αδυναμία.

Είναι προφανές ότι η κόπωση έχει αμβλύνει τις αντιστάσεις και τις αναστολές της ελληνικής πλευράς. Και το ισοζύγιο της ισχύος έχει δραματικά επιδεινωθεί εις βάρος μας. Σ´αυτό το περιβάλλον η κυπριακή ηγεσία έχει αποτολμήσει μια μοναχική διαπραγματευτική διαδικασία με τον Ακιντζί, που θυμίζει τον περίφημο «περίπατο στο δάσος» του αμερικανού διαπραγματευτή Paul Nitze με τον σοβιετικό ομόλογο του. Επιδιώκοντας λύση με την ελληνική πλευρά κυριολεκτικά απούσα. Χωρίς στηρίγματα δηλαδή. Μια λύση, όμως, έντιμου συμβιβασμού θα πρέπει να είναι, κατ´ελάχιστον, καλύτερη από την υφιστάμενη κατάσταση. Αλλιώς θα είναι ο τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα των χαμένων ευκαιριών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Προειδοποιήσεις

Προειδοποιήσεις

Οι αναφορές του Ερντογάν στη Λωζάννη είχαν πρωτίστως εσωτερική στόχευση. Εντάσσονται στην προσπάθεια εδραίωσης της θέσης του μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Και είναι μέρος ενός αφηγήματος που αφορά τον κεμαλισμό αλλά και τη στάση των μεγάλων δυνάμεων απέναντι στη Τουρκία.

Χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Συνθήκης των Σεβρών και της Λωζάννης κατηγορώντας τις δυτικές δυνάμεις για το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και υπονοεί ότι με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου σχεδίαζαν τον διαμελισμό της σύγχρονης Τουρκίας.

Η Συνθήκη των Σεβρών έγινε αποδεκτή από το Σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ’ αλλά απορρίφθηκε από το κίνημα των Νεότουρκων. Ο Κεμάλ χρησιμοποίησε αυτήν την ταπείνωση για να καταργήσει το χαλιφάτο και να εδραιώσει το εθνικιστικό του κίνημα. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την επικράτηση του Κεμάλ, η Τουρκία έθεσε θέμα επαναδιαπραγμάτευσης της Συνθήκης των Σεβρών. Η διαδικασία κατέληξε στη Συνθήκη της Λωζάννης, που υπεγράφη το 1923 και έθεσε τα όρια του σύγχρονου εθνικού τουρκικού κράτους. Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, την Ίμβρο και την Τένεδο, την περιοχή της Σμύρνης και τα Στενά. Και είχαμε και ανταλλαγή μειονοτήτων που προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών.

Ο Ερντογάν, νοσταλγώντας την οθωμανική αυτοκρατορία, κατηγορεί τις μεγάλες δυνάμεις ότι μεθόδευσαν τη διάλυση της και την ίδρυση ενός εθνικού κράτους, στο οποίο έδωσαν «τα ψίχουλα» της Συνθήκης της Λωζάννης. Σύμφωνα με το νεοοθωμανικό του αφήγημα, οι κεμαλιστές αποδείχθηκαν κατώτεροι των προσδοκιών. Δέχθηκαν τη συρρίκνωση της πρώην αυτοκρατορίας εμφανίζοντας τη Συνθήκη της Λωζάννης ως νίκη. Κληροδοτώντας προβλήματα στη σημερινή Τουρκία. Με τα οποία ο Ερντογάν εννοεί, ουσιαστικά, τις αξιώσεις που εγείρει η Τουρκία στο Αιγαίο.

Αυτό είναι το ένα σκέλος του αφηγήματος του Ερντογάν. Το δεύτερο σκέλος έχει να κάνει με τη θεωρία του ξενοκίνητου πραξικοπήματος. Ο Ερντογάν κατηγορεί τις δυτικές δυνάμεις ότι ετοίμαζαν μια νέα Συνθήκη των Σεβρών. Αποσκοπούσαν, δηλαδή, στο διαμελισμό της σημερινής Τουρκίας. Αυτό αποδεικνύει, κατά τον Ερντογάν, η καθυστερημένη καταδίκη του πραξικοπήματος από τις δυτικές χώρες, και η κωλυσιεργία των ΗΠΑ στην έκδοση του Γκιουλέν.

Και συσχετίζει το ξενοκίνητο πραξικόπημα με τις κυοφορούμενες ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή και την τελική διευθέτηση του συριακού εμφυλίου. Ξορκίζοντας το φάντασμα ενός κουρδικού κράτους και στέλνοντας το μήνυμα ότι η ισχυροποιημένη ηγεσία του, και όχι οι συμβιβασμένοι κεμαλιστές, θα είναι ανάχωμα στα σχέδια για ένα νέο διαμελισμό της Τουρκίας.

Οι αναφορές του Ερντογάν στη Λωζάννη δεν προσθέτουν κάποιο νέο στοιχείο στην πάγια αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας στο Αιγαίο. Προδίδουν, όμως, τη στάση της στις συνομιλίες για το Κυπριακό και τα περιθώρια της διαλλακτικότητας που μπορεί να αναμένουμε.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”