Τέλος εποχής

Τέλος εποχής

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν ο τελευταίος μιας γενιάς πολιτικών που σφράγισε τη μεταπολεμική και μεταπολιτευτική Ιστορία του τόπου. Διαρκώς παρών στις πολιτικές εξελίξεις, από την Κατοχή και μετά, πρωταγωνίστησε σε εποχές που τα πολιτικά πάθη και οι συγκρούσεις υπήρξαν ιδιαίτερα οξυμμένα. Όπως με κάθε μεγάλη πολιτική προσωπικότητα, η πορεία του εμπεριέχει και λάθη και αντιφάσεις. Δεν κρύφτηκε όμως, δεν σιώπησε και δεν δίστασε να πάρει πρωτοβουλίες. Γι’ αυτό και έγινε στόχος, πόλωσε, αγαπήθηκε και μισήθηκε.

Ο Μητσοτάκης συνεργάστηκε με τους αντιστασιακούς κομμουνιστές για να αποτραπεί ο εμφύλιος στην Κρήτη ενώ, μετεμφυλιακά, ζητούσε σταθερά τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Και αυτό παρά το γεγονός ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν σφοδρός και συνεπής αντικομμουνιστής, όπως άλλωστε οι περισσότεροι πολιτικοί του Κέντρου. Αυτό κέρδισε την εμπιστοσύνη των πολιτικών του αντιπάλων και έκανε εφικτή τη συνεργασία το 1989. Όπως είχε πει ο Φλωράκης, είχε σημαντικά χαρίσματα, σου έλεγε πάντα αυτό που σκεφτόταν.

Ο Μητσοτάκης συνέβαλε αποφασιστικά στον σχηματισμό της Ένωσης Κέντρου, πείθοντας τον Σοφοκλή Βενιζέλο να συνεργαστεί με τον Γεώργιο Παπανδρέου. Η Ένωση Κέντρου κατάφερε, μέσα από έναν αντικαραμανλισμό, να αποτελέσει την εναλλακτική πολιτική πρόταση της εποχής. Χωρίς ουσιαστικά να αμφισβητεί βασικά θεμέλια του μετεμφυλιακού πολιτικού συστήματος, όπως το παλάτι, τον αντικομμουνισμό, και τον ατλαντισμό. Σφοδρός πολέμιος του Καραμανλή και ο ίδιος, θα ανασκεύαζε τις ακρότητες των επιθέσεων και θα απομυθοποιούσε τον Ανένδοτο, κάνοντας γενναία αυτοκριτική σε μια συνέντευξη του στα “Επίκαιρα” της 24ης Ιουλίου 1976.

Η πορεία του αλλά και τα πολιτικά πράγματα της χώρας σημαδεύτηκαν από την αντιπαλότητά του με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Δεν μπορούσαμε να προφητεύσουμε τον αερόλιθο που ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος έπεσε στο κεφάλι μας, αναφέρει κάπου στην πολιτική του βιογραφία. Από την άλλη, ο Ανδρέας Παπανδρέου, στο βιβλίο του «η Δημοκρατία στο Απόσπασμα», θα ορίσει, «τον ψηλό και αδίστακτο Κρητικό, που είχε υφάνει τους μίτους της καταστροφής μας» ως τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό του. Η αντιπαλότητα δεν ήταν μόνο προσωπική. Ήταν και βαθιά πολιτική. Ο Μητσοτάκης ήταν φιλελεύθερος, ενώ ο Παπανδρέου σοσιαλιστής με έντονα στοιχεία λαϊκισμού. Η κρίση στην Ένωση Κέντρου θα οδηγήσει στα γεγονότα του 1965. Με την κατάρρευση της δημοκρατίας ο Μητσοτάκης θα τηρήσει συνεπή αντιδικτατορική στάση καταλήγοντας τελικά υπέρμαχος της λύσης Καραμανλή.

Το 1978, στο πλαίσιο της διεύρυνσης, θα ενταχθεί στη ΝΔ, θα αναλάβει αργότερα την ηγεσία της, και το 1990 θα την οδηγήσει στην εξουσία. Ο θορυβημένος Ανδρέας Παπανδρέου, την επομένη της εκλογής του στην ηγεσία της ΝΔ, θα τον αποκαλέσει εφιάλτη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη του 1990-93 ήταν μια μάταιη προσπάθεια αφύπνισης του ελληνικού λαού από το παραισθησιογόνο του λαϊκισμού. Πολλά και σημαντικά δρομολογήθηκαν, άλλα έμειναν ανολοκλήρωτα. Είναι μια περίοδος που αναμένει την τελική κρίση της Ιστορίας, όπως άλλωστε και η συνολική πολιτική παρουσία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Οι μεγάλες προκλήσεις

Οι μεγάλες προκλήσεις

Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της παράταξης. Ιστορικά, οι περισσότερες εκλογές αρχηγού της κεντροδεξιάς είχαν το στοιχείο της ανατροπής. Και λειτούργησαν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ως εφαλτήριο για την επιστροφή στην εξουσία. Το αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής είχε προϊδεάσει για την τελική έκβαση της αναμέτρησης. Δύο ήταν τα στοιχεία, που κυριάρχησαν. Κεντροδεξιά, και όχι αμιγώς δεξιά, πολιτική πλατφόρμα και ανανέωση. Στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη οι ψηφοφόροι της ΝΔ πρόκριναν τον υποψήφιο που μπορεί να συγκεράσει και τα δύο. Όπως, επίσης, τον υποψήφιο που εξέφρασε καλύτερα τις δυνάμεις του Ναι του δημοψηφίσματος. Απέναντι στον λαϊκισμό αριστεράς η δεξιάς προέλευσης.

Για να ξαναγίνει η ΝΔ πλειοψηφική στην κοινωνία, ο νέος αρχηγός πρέπει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τρεις προκλήσεις.Ιδεολογική σύνθεση. Η ΝΔ συνθέτει δύο ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα. Το συντηρητισμό και τη παράδοση που προέρχεται από το Λαϊκό κόμμα. Και τον φιλελευθερισμό που προέρχεται από το κόμμα των φιλελευθέρων και τα κόμματα του κεντρώου χώρου. Ο ιδρυτής της κατόρθωσε να καταστήσει την ΕΡΕ, αρχικά, και τη ΝΔ, στη συνέχεια, πλειοψηφικά κόμματα γιατί συνέθεσε τα δυο. Ενσωμάτωσε με επιτυχία τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης σε ένα μεταρρυθμιστικό πλαίσιο ορθολογικών δημοκρατικών θεσμών και δομών. Γεφυρώνοντας το μεταρρυθμιστικό πρόταγμα με τα συντηρητικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Και συνδυάζοντας την ελευθερία με την κοινωνική δικαιοσύνη. Το ίδιο πέτυχε και ο Κώστας Καραμανλής το 2004. Όποτε η ΝΔ έχασε την ισορροπία της γέρνοντας προς τη μια η την άλλη πολιτική κατεύθυνση έχασε και μέρος της δύναμης της. Πολιτικής και εκλογικής. Η επίτευξη της πολιτικής και ιδεολογικής σύνθεσης και ισορροπίας είναι το πρώτο στοίχημα του νέου αρχηγού.

Η οργανωτική ανασυγκρότηση. Σήμερα, οι συνθήκες απαιτούν ένα κόμμα με ορθολογικές και δημοκρατικές δομές. Που δεν θα βασίζεται στο χάρισμα του εκάστοτε ηγέτη η σε μια δράκα στενών συνεργατών. Ένα κόμμα με όργανα με θητεία. Και με συλλογικά όργανα που λειτουργούν. Ένα κόμμα που θα παράγει ιδέες και πολιτικές. Που όλοι και όλα θα αξιολογούνται. Ένα κόμμα σύγχρονο, ανοιχτό, δημοκρατικό, συμμετοχικό.

Αξιόπιστο πρόγραμμα. Η ΝΔ δεν μπορεί να υιοθετήσει τη πολιτική του ώριμου φρούτου αναμένοντας τη νομοτελειακή φθορά του αντιπάλου. Χρειάζεται να αρθρώσει ένα συνολικό εθνικό σχέδιο για την ανασύνταξη της χώρας. Που θα δείξει το δρόμο της εξόδου από την κρίση αλλά θα σκιαγραφήσει και το όραμα για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα. Αυτές οι τρείς προκλήσεις μπορούν και πρέπει να απαντηθούν μέσα από ένα ουσιαστικό συνέδριο αρχών και θέσεων.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”