Η κρίση στις σχέσεις Αμερικής και Τουρκίας με αφορμή τους S-400 είναι ένα ακόμη επεισόδιο που δείχνει την προοδευτική απόκλιση συμφερόντων των δύο χωρών στη μεταψυχροπολεμική εποχή. Από τον πόλεμο του Ιράκ, την αραβική άνοιξη, το Συριακό και τις σχέσεις με το Ισραήλ, η Τουρκία διαφοροποιείται πλέον από τις βασικές επιλογές της αμερικανικής στρατηγικής στην ευρύτερη περιοχή. Στον αντίποδα αυτής της σταδιακής αποσύνδεσης από τη Δύση, η Τουρκία έχει αναπτύξει μια πολυεπίπεδη σχέση με τη Ρωσία που εξελίσσεται σε στρατηγική συνεργασία.
Οι σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας πέρασαν πολλά στάδια για να φτάσουν, από την ιστορική εχθρότητα της ψυχροπολεμικής εποχής, στη σημερινή στρατηγική συνεργασία.
Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο η Τουρκία αναζήτησε ζωτικό χώρο στις πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας. Ο αρχικός ανταγωνισμός με τη Ρωσία στην περιοχή εξελίχθηκε σε συγκατοίκηση και συνεργασία στα πεδία της ενέργειας, του εμπορίου και του τουρισμού.
Στη Μέση Ανατολή, ο πόλεμος στο Ιράκ και η κοινή αντίθεση στην αμερικανική πολιτική έφερε περαιτέρω σύγκλιση των δύο χωρών.
Η ομιλία Πούτιν το 2007 στη διάσκεψη ασφάλειας του Μονάχου σηματοδότησε μια νέα φάση στη σχέση της Ρωσίας με τη Δύση. Η νέα αναθεωρητική πολιτική της Ρωσίας οδήγησε στις κρίσεις της Γεωργίας και της Ουκρανίας. Ενώ την ίδια εποχή η Ρωσία, εκμεταλευόμενη την κατάρρευση της περιφερειακής ισορροπίας στη Μέση Ανατολή και την αραβική άνοιξη, ανακτούσε επιρροή στην περιοχή.
Η Τουρκία, για αρκετό καιρό, προσπάθησε να ισορροπήσει ανάμεσα στους ατλαντικούς δεσμούς της και την σχέση που ανέπτυσσε με μια αναθεωρητική Ρωσία. Ήταν ακόμη η εποχή που η φιλελεύθερη διεθνής τάξη και η αμερικανική ηγεμονία παρέμεναν κυρίαρχες στη μεταψυχροπολεμική εποχή.
Η κρίση στη Συρία, όμως, και το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 ενέτειναν την καχυποψία της Τουρκίας για τις αμερικανικές προθέσεις στην περιοχή και συνέβαλαν στη περαιτέρω προσέγγιση με τη Ρωσία. Οι δύο χώρες, αφού πέρασαν με επιτυχία το στρες τεστ της κατάρριψης του ρωσικού αεροσκάφους το 2015, διαμόρφωσαν όρους στρατηγικής συνεργασίας για μια σειρά από λόγους. Και στις δύο χώρες έχει αναπτυχθεί ένας αντιδυτικός εθνικισμός που βλέπει με καχυποψία αν όχι με εχθρότητα την αμερικανική ηγεμονία και τη φιλελεύθερη δυτική τάξη. Πούτιν και Ερντογάν έχουν πολλά κοινά στοιχεία στον τρόπο άσκησης της εξουσίας έχοντας εντάξει τις χώρες τους στο στρατόπεδο των «ανελεύθερων-αυταρχικών δημοκρατιών». Παράλληλα, οι δύο χώρες έχουν αναπτύξει τις εμπορικές και ενεργειακές σχέσεις τους.
Η αναβάθμιση των σχέσεων με τη Ρωσία δεν είναι ένας διαπραγματευτικός ελιγμός της Τουρκίας για να αποκομίσει ωφέλη σε ένα παζάρι με τη Δύση και τις ΗΠΑ. Είναι απόρροια στρατηγικής σύγκλισης που οφείλεται στον επανακαθορισμό των στρατηγικών προτεραιοτήτων της Τουρκίας σε ένα διεθνές σύστημα που αλλάζει. Ανεξάρτητα από την έκβαση του ζητήματος των S-400, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις πλησιάζουν το σημείο τήξης και η Τουρκία θα βρεθεί ενώπιον καθοριστικών επιλογών.
εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ” – στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”