Εδώ και αρκετό καιρό ο Ερντογάν ακροβατεί επικίνδυνα στη διεθνή σκακιέρα. Κυρίως, γιατί κάνει εξωτερική πολιτική απευθυνόμενος στο εσωτερικό εκλογικό του ακροατήριο. Κατά καιρούς έχει συγκρουστεί με το Ισραήλ, την Ευρώπη, τη Ρωσία, τώρα και με την Αμερική, παραδοσιακή σύμμαχο της Τουρκίας. Με τις γειτονικές χώρες έχει συνεχείς τριβές. Οι συγκρούσεις αυτές γίνονται είτε στη βάση μιας ισλαμικής ατζέντας, είτε στη βάση ενός εθνικιστικού μεγαλοϊδεατισμού. Τα εξωτερικά θέματα χρησιμοποιούνται εργαλειακά από τον Ερντογάν σε ένα συνεχές παζάρι. Από το μεταναστευτικό-προσφυγικό, μέχρι την ομηρεία ξένων υπηκόων που κρατούνται με διάφορες κατηγορίες ή προσχήματα.
Η Τουρκία πάντοτε έκανε εξωτερική πολιτική με όρους ισχύος. Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, όμως, ο Ερντογάν, διολισθαίνοντας στον αυταρχισμό, κάνει λανθασμένη ανάγνωση των ισορροπιών ισχύος στο νέο διεθνές σύστημα. Ο «εσωτερικός εχθρός», η ανάγκη συσπείρωσης στο εσωτερικό, αλλά και η αναμέτρησή του με τις κεμαλικές παρακαταθήκες τον σπρώχνουν σε ολοένα πιο ακραίες συμπεριφορές στην εξωτερική πολιτική. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι ακρότητες οδηγούν σε αναδίπλωση, όπως με το Ισραήλ ή τη Ρωσία. Σε άλλες περιπτώσεις οδηγούν σε διευθέτηση, όπως με την Ευρώπη στο μεταναστευτικό.
Στην περίπτωση, όμως, της αμερικανοτουρκικής κρίσης με αφορμή την κράτηση του πάστορα Μπράνσον, ο Ερντογάν είναι σε πλήρες αδιέξοδο. Και δοκιμάζει το αντίδοτο της δικής του εργαλειακής αντιμετώπισης των πραγμάτων με τα αμερικανικά αντίποινα, που μπορεί να οδηγήσουν την τουρκική οικονομία σε χρεωκοπία και τον Ερντογάν σε πολιτικά αδιέξοδα.
Σε άλλες εποχές, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν θα είχαν οδηγηθεί σε κρίση για έναν πάστορα ή, στη χειρότερη περίπτωση, η κρίση θα είχε διευθετηθεί με ένα τηλεφώνημα. Για την Αμερική του Τραμπ όμως, το ζήτημα Μπράνσον αποκτά έναν εξίσου συμβολικό και ουσιαστικό χαρακτήρα για το εσωτερικό ακροατήριο των ευαγγελιστών που τον στηρίζουν. Το μπράντεφερ Τραμπ – Ερντογάν για τον πάστορα Μπράνσον μπορεί τελικά να οδηγηθεί σε διευθέτηση, όπως είδαμε να συμβαίνει, ανάλογα, με την πολύ πιο δύσκολη περίπτωση της Βόρειας Κορέας.
Για το αμερικανικό κατεστημένο, όμως, η παρούσα κρίση είναι το επιστέγασμα μιας σταδιακής επιδείνωσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, που οφείλεται σε δομικούς παράγοντες. Βασικές παραδοχές δεν ισχύουν πλέον. Η Τουρκία από πρότυπο δημοκρατικής χώρας για τον Ισλαμικό κὀσμο, στους αμερικανικούς σχεδιασμούς, έχει μεταβληθεί σε περιφερειακό ταραξία, μέρος των προβλημάτων της Μέσης Ανατολής. Αλλά και στρατηγικά, έχει παύσει να αποτελεί αξιόπιστο σύμμαχο των ΗΠΑ. Η άρνηση χρήσης του Ιντσιρλίκ από τις αμερικανικές δυνάμεις στον πόλεμο του Ιράκ το 2003, οι επιχειρήσεις της Τουρκίας εναντίον των Κούρδων της Συρίας, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη μάχη της Αμερικής κατά του ISIS, οι κατηγορίες για αμερικανική υποκίνηση του πραξικοπήματος και οι αγορές ρωσικών οπλικών συστημάτων έχουν διαρήξει τις στρατηγικές σχέσεις των δύο χωρών.
Οι εξελίξεις αυτές ανοίγουν για τη χώρα μας ένα παράθυρο ευκαιρίας για την αναβάθμιση του στρατηγικού και γεωπολιτικού της ρόλου που δεν πρέπει να πάει χαμένο.
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”