Προ της εξόδου

Προ της εξόδου

Στις 15 Δεκεμβρίου του 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την όγδοη εξαμηνιαία έκθεση για τη λειτουργία του χώρου Σένγκεν. Στη σελίδα 12 περιελάμβανε την Ελλάδα. Και σημείωνε ότι θα χρειαστεί να εντείνει τις προσπάθειες της για να ελέγξει την κατάσταση. Επισημαίνοντας ότι εάν ένα κράτος μέλος αμελεί τις υποχρεώσεις του αυτό μπορεί να σημάνει την επαναφορά ελέγχου στα εσωτερικά σύνορα.

Η κυβέρνηση, που ως γνωστόν έχει μια χρονική υστέρηση πρόσληψης της πραγματικότητας, μάλλον δεν πήρε χαμπάρι τι συμβαίνει. Κι όταν πήρε χαμπάρι μάλλον ολιγώρησε. Από τις 17 Δεκεμβρίου, από τη στήλη αυτή, επισημαίναμε ότι είμαστε για δεύτερη φορά στα πρόθυρα ενός Grexit. Αυτή τη φορά από τη ζώνη Σένγκεν. Είναι προφανές ότι το προσφυγικό μεταναστευτικό πρόβλημα δεν το δημιούργησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ένα διεθνές πρόβλημα με πολλαπλά αίτια. Η ευθύνη της κυβέρνησης έγκειται στο ότι άφησε την κατάσταση να ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Απέτυχε να ελέγξει τα σύνορα της χώρας, που είναι σύνορα της Ευρώπης. Ολιγώρησε στην υλοποίηση των δεσμεύσεων που είχε αναλάβει τον Οκτώβριο. Καθυστέρησε στη δημιουργία των κέντρων υποδοχής. Καθυστέρησε στη προώθηση της Frontex για την καταγραφή και τον έλεγχο των μεταναστών. Το χειρότερο, όμως, όλων ήταν η προσπάθεια της κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει το προσφυγικό ως μοχλό για την ελάφρυνση των μνημονιακών μας υποχρεώσεων. Άλλη μια περήφανη διαπραγμάτευση του κ. Τσίπρα που κοντεύει να μας κοστίσει με Grexit από τη ζώνη Σένγκεν.

Οι εταίροι μας μπορεί να έχουν δείξει κάποια ανοχή με τις επιδόσεις της κυβέρνησης στα οικονομικά και τις μεταρρυθμίσεις. Δεν είναι όμως διατεθειμένοι να πειραματιστούν με τον κ. Τσίπρα στο προσφυγικό. Ο συνδυασμός της προσφυγικής κρίσης με την ισλαμική τρομοκρατία δεν αφήνει περιθώρια. Οι κίνδυνοι ασφάλειας που δημιουργούνται είναι πολύ μεγάλοι. Και η πίεση στο εσωτερικό των χωρών στρέφει πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σε ακραίες αποφάσεις. Άλλες έκλεισαν τα σύνορα τους, άλλες νομοθετούν κατά τρόπο απαράδεκτο, όπως η Δανία.

Το τελεσίγραφο που μας έστειλε τη Τετάρτη ο Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Επιτροπής, δείχνει ότι ο κίνδυνος της εξόδου είναι πλέον ορατός. Η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφορτίσει το κλίμα και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη. Με άμεσες ενέργειες όπως: η ολοκλήρωση της λειτουργίας των hot spots, η ενίσχυση της Frontex, η άμεση επαναπροώθηση των παράτυπων μεταναστών, και η διάθεση επιπλέον εγχώριων και ευρωπαϊκών κονδυλίων για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Η Ελλάδα ή θα υλοποιήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει και τις υποχρεώσεις της βάσει της Συνθήκης που έχει υπογράψει ή θα βρεθεί εκτός Σένγκεν. Αντιμέτωπη με το βαλκανικό της παρελθόν. De facto αν όχι de jure.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Γενέθλια ΣΥΡΙΖΑ

Γενέθλια ΣΥΡΙΖΑ

Η αποτυχία ήταν προδιαγεγραμένη. Και ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Ένα κόμμα διαμαρυρίας μεταμορφώθηκε μέσα στην κρίση σε κόμμα εξουσίας. Με ένα ανεδαφικό και εξωπραγματικό πρόγραμμα, με άγνοια των διεθνών συσχετισμών, και με ένα πολιτικό προσωπικό περιορισμένων παραστάσεων και οριζόντων. Κέρδισε τις εκλογές γιατί η ελπίδα στην πολιτική και στη ζωή είναι εθιστική. Και γιατί η καθημαγμένη από την κρίση κοινωνία θεώρησε ότι δεν είχε τίποτα να χάσει. Η συνέχεια ήταν αναμενόμενη. Οδήγησαν τη χώρα σε μια συγκρουσιακή διαπραγμάτευση με τους εταίρους και δανειστές μας, παίζοντας ουσιαστικά μια παρτίδα πόκερ με σημαδεμένη τράπουλα. Ένα “game of chicken”, μια μετωπική σύγκρουση για τους μη μυημένους στη θεωρία των παιγνίων. Μόνο που συγκρούστηκαν με το τεθωρακισμένο όχημα των δανειστών καβαλώντας αγέρωχοι ένα ποδήλατο. Κι αφού μας ισοπέδωσε η σύγκρουση ο κυβερνήτης έκανε δημοψήφισμα. Και ρώτησε το πλήρωμα αν του αρέσει η κακή συμφωνία που πέτυχε ή επιθυμεί καλύτερη. Στο δίλημμα πλούσιος και υγιής ή φτωχός και ασθενής οι Έλληνες επέλεξαν το πρώτο. Και ο κυβερνήτης μετέτρεψε το όχι σε ναι κι έφερε μια ακόμη χειρότερη συμφωνία, καθώς οι συνθήκες είχαν επιδεινωθεί. Γιατί αντελήφθη, έστω και την υστάτη ώρα, ότι αλλιώς η Ελλάδα κινδύνευε να βρεθεί εκτός Ευρώπης κι εκείνος στο ειδικό δικαστήριο.

Με το τρίτο μνημόνιο, το μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ, τελείωσαν και οι ψευδαισθήσεις. Με τεράστιο κόστος είναι η αλήθεια. Σε χρόνο, χρήμα και αξιοπιστία. Η οικονομία ξανακύλισε στην ύφεση, οι τράπεζες έκλεισαν, πολλές επιχειρήσεις εγκατέλειψαν τη χώρα, και η ανεργία εκτινάχθηκε. Και το χειρότερο, ο ελληνικός λαός φορτώθηκε, άνευ λόγου, 60 δις επιπλέον χρέος. Μια χώρα που επέστρεφε σταδιακά στην ομαλότητα εκτροχιάστηκε. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς που βρισκόμασταν ένα χρόνο πριν και που βρισκόμαστε σήμερα για να συνειδητοποιήσει το κόστος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Κι όχι μόνο στην οικονομία. Στην παιδεία, στο μεταναστευτικό, στη δημόσια διοίκηση, παντού.

Βρισκόμαστε τώρα με μια κυβέρνηση που προσπαθεί να εφαρμόσει το μνημόνιο που συμφώνησε με το οποίο, όμως, διαφωνεί. Μια κυβέρνηση που προσπαθεί να εφαρμόσει κάτι που δεν πιστεύει. Κυβέρνηση από πολιτικό προσωπικό με μηδενική ικανότητα διοίκησης. Πολιτικό προσωπικό με αντιμεταρρυθμιστικό κύταρο. Μια κυβέρνηση σε αμφιθυμία, σε γνωστική δυσαρμονία (cognitive dissonance). Πρέπει να επισπεύσει τις αποκρατικοποιήσεις ενώ η φιλοσοφία της είναι ο κρατισμός. Πρέπει να προσελκύσει επενδύσεις ενώ αποστρέφεται την ιδιωτική επιχειρηματικότητα. Χρειάζεται να προχωρήσει στη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης ενώ ο στόχος της είναι η άλωση του κράτους από τα κομματικά της στελέχη.

Αν το παρελθόν αποτελεί το πρόλογο, το παρελθόν έτος ΣΥΡΙΖΑ τίποτα το θετικό δεν προοιωνίζεται για την συνέχεια.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ατάκες

Ατάκες

Το 1992, ο πατέρας Bush ήταν το μεγάλο φαβορί για να κερδίσει τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Ερχόταν με τον αέρα του νικητή και τροπαιούχου από τον πρώτο πόλεμο του περσικού κόλπου. Είχε λογαριάσει χωρίς τον ξενοδόχο. Εν προκειμένω την αμερικανική οικονομία, που παρουσίαζε σημάδια ύφεσης. Μια φονική ατάκα άλλαξε το διακύβευμα των εκλογών. “Είναι η οικονομία ανόητε θύμισε στους αμερικανούς ο Bill Clinton και ο Bush δεν επανεξελέγη.”

Πολλά φεγγάρια αργότερα, στο χιονισμένο Νταβός, ένας Γερμανός πολιτικός, που έχει γίνει η δική μας Νέμεσις, εκστόμισε μια εξίσου φονική, όσο και προσβλητική, ατάκα. “Είναι η εφαρμογή ανόητε”, εἰπε μπροστά σε έναν εμβρόντητο έλληνα Πρωθυπουργό.

Κι αυτό γιατί οι Ευρωπαίοι βλέπουν την ελληνική κυβέρνηση να ανεβάζει πάλι το έργο του περασμένου χειμώνα. Καθυστερήσεις, αναβλητικότητα, επίκληση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Αυτή τη φορά, όμως, υπάρχει μια κεφαλαιώδης διαφορά. Η κυβέρνηση Τσίπρα κλείνει ένα χρόνο στην εξουσία και δεν καλείται να εφαρμόσει το πρόγραμμα των προηγούμενων κυβερνήσεων αλλά το δικό της τρίτο μνημόνιο. Που αυτή συμφώνησε, η ίδια υπέγραψε, και τώρα πρέπει να υλοποιήσει. Η κυβέρνηση, με τη γνωστή κουτοπονηριά της πέρασε γρήγορα τα σχετικά εύκολα προαπαιτούμενα. Ταυτόχρονα, προσπάθησε να περάσει κι ένα παράλληλο πρόγραμμα, το οποίο αναγκάστηκε να αποσύρει άρον-άρον, όταν το πήρανε χαμπάρι οι κουτόφραγκοι. Και πάντως έκανε πολιτική κλείνοντας το μάτι και μη θίγοντας τα προνόμια των φίλιων κοινωνικών ομάδων. Δηλαδή, των πελατών της.

Τώρα έφτασε η ώρα της αλήθειας. Και το Ασφαλιστικόν φυγείν αδύνατον. Γιατί οι εταίροι και οι δανειστές μας το θεωρούν τη λυδία λίθο των μεταρρυθμίσεων. Το απόλυτο προαπαιτούμενο για να προχωρήσει η αξιολόγηση και η εκταμίευση της δόσης. Για να μπορέσει να αρχίσει η συζήτηση για τη διευθέτηση του χρέους. Πάντοτε στις γραμμές που είχαμε συμφωνήσει εμείς το 2012, για να μην ξεχνιόμαστε. Και η συμμετοχή στην ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι. Το ασφαλιστικό, όμως, επηρεάζει όλες τις κοινωνικές ομάδες. Εξού και η καθολική αντίδραση και οι διαδηλώσεις ακόμη και των λευκών κολάρων.

Η κυβέρνηση διαχειρίστηκε κι αυτό το μείζον εθνικό θέμα με τη γνωστή προχειρότητα της. Αντί να επιδιώξει τομές και ευρείες συναινέσεις σε ένα πρόβλημα, για το οποίο ευθύνες φέρουν όλοι, έκανε ακριβώς το αντίθετο. Εκπόνησε μια προχειράντζα, δια χειρός Κατρούγκαλου, με μια στόχευση. Να καλύψει τη δημοσιονομική τρύπα του 1,8 δις που δημιούργησαν στον τομέα αυτό, πέρα από την υπόλοιπη δημοσιονομική επιβάρυνση, οι καταστροφικοί χειρισμοί της το 2015. Κοινώς, τα έκανε μαντάρα.

Αποδεικνύοντας, για άλλη μια φορά ότι το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι η εφαρμογή. Είναι πολύ βαθύτερο. Είναι “η κυβερνησιμότητα ανόητε”.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τέλος εποχής

Τέλος εποχής

Η φετινή τελευταία ομιλία του Ομπάμα στο Κογκρέσο, για την «κατάσταση του έθνους», ήταν, όπως αναμενόταν, απολογιστική. Σηματοδοτώντας το τέλος μιας εποχής.

Η εκλογή του πρώτου αφροαμερικανού προέδρου στην ιστορία των ΗΠΑ δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες αλλά συνάντησε και μεγάλη αμφισβήτηση. Που έφτασε μέχρι τη διακίνηση θεωριών συνωμοσίας για τη καταγωγή του και τα θρησκευτικά του πιστεύω.

Η Προεδρία του αντιμετώπισε τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση μετά το κραχ του ‘29. Αποχωρώντας μπορεί να καυχηθεί ότι η αμερικανική οικονομία και το χρηματιστήριο έχουν ανακάμψει πλήρως, τα ελλείμματα έχουν μειωθεί δραστικά και η ανεργία έχει μειωθεί στα προ κρίσης επίπεδα. Όταν η κρίση διαχύθηκε στην άλλη πλευρά του ατλαντικού οι παρεμβάσεις του υπήρξαν προσεκτικές και πυροσβεστικές. Και, ιδιαίτερα, όσον αφορά στη διαχείριση του ελληνικού προβλήματος.

Δεν κατόρθωσε να αναμορφώσει δραστικά την πολιτική διαδικασία στις ΗΠΑ και την άποψη των πολιτών γι’αυτήν. Ή να μειώσει τις ανισότητες όπως ευαγγελίστηκε. Πήρε, όμως, σημαντικά μέτρα για τη διεύρυνση των ελευθεριών και των δικαιωμάτων. Ιδιαίτερα σε μια εποχή περιορισμών μετά την 11η Σεπτεμβρίου.

Το περίφημο Obamacare, παρότι κατηγορήθηκε ως άτολμο από πολλούς δημοκρατικούς και ως αριστερό από τους ρεπουμπλικάνους, προσέφερε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε εκατομμύρια Αμερικανούς. Όλοι θα θυμούνται τα δάκρυα του για τα ανήλικα θύματα της ένοπλης βίας καθώς ανακοίνωνε μέτρα για τον περιορισμό της οπλοκατοχής παρακάμπτοντας το Κογκρέσο.

Η θητεία του στο Λευκό Οίκο συνέπεσε με την υπαρξιακή αναμέτρηση των ΗΠΑ με την ασύμμετρη απειλή της τρομοκρατίας. Εξουδετέρωσε την Αλ Κάιντα εκτελώντας τον Μπιν Λάντεν σε μια παράτολμη επιχείρηση. Που αποτίναξε από τους ώμους του, μια για πάντα, τον χαρακτηρισμό του ήπιου στα θέματα τρομοκρατίας. Επανακαθόρισε συνολικά το ρόλο της υπερδύναμης στο διεθνές στερέωμα. Σκιαγραφώντας ένα ρόλο ήπιας ηγεμονικής δύναμης. Που δεν επιβάλει μονομερώς τη βούληση της. Αλλά κανένα μείζον διεθνές πρόβλημα δεν επιλύεται και χωρίς τη συναίνεση της. Στη Μέση Ανατολή προώθησε μια ιστορική συμφωνία με το Ιράν αντιμαχόμενος τους ιέρακες και των δυο πλευρών. Η απαλλαγή του πλανήτη από το εφιαλτικό σενάριο των πυρηνικών αγιατολάδων είναι αρκετή για να διασφαλίσει την υστεροφημία του. Όπως επίσης και η βήμα-βήμα βελτίωση των σχέσεων με τη Κούβα. Πενήντα τρία χρόνια μετά τη πυραυλική κρίση της Κούβας που έφερε το πλανήτη μια ανάσα από το πυρηνικό ολοκαύτωμα.

Ο Ομπάμα ξεκίνησε με τον οίστρο του οραματιστή αλλά διέδραμε δυο θητείες με τη μεθοδική προσέγγιση επίλυσης προβλημάτων ενός πραγματιστή. Σε αρκετά, και σημαντικά, κατόρθωσε να αφήσει αποτύπωμα διακριτό και ανεξίτηλο.

Αν κρίνω από το πεδίο των υποψηφιοτήτων για το 2016 θα τον αναπολήσουμε σύντομα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Μετεξεταστέοι

Μετεξεταστέοι

Η δικαίωση άργησε αλλά ήρθε. Η τακτική της περήφανης διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη-Τσίπρα θα διδάσκεται διεθνώς. Μόνο που θα διδάσκεται ως μοντέλο προς αποφυγή. Φιγουράρει υπερηφάνως στην κορυφή της λίστας των πλέον αποτυχημένων διαπραγματεύσεων για το 2015. Στο περίφημο πρόγραμμα διδασκαλίας διαπραγματευτικής τακτικής της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ. Οι άνθρωποι επισημαίνουν τα αυτονόητα ακόμη και για πρωτοετείς φοιτητές. Ότι, δηλαδή, η ελληνική πλευρά υιοθέτησε μια πολεμική τακτική, έφτασε τα πράγματα στα άκρα και κατέληξε με μια πολύ χειρότερη συμφωνία. Και ότι θα είχε κερδίσει πολύ περισσότερα πράγματα αν είχε ακολουθήσει μια πιο συμβιβαστική τακτική.

Η αλήθεια είναι ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας είχαν προεξοφλήσει την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Και ήταν διατεθειμένοι να κάνουν κινήσεις καλής θέλησης. Απέναντι σε μια νέα κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή. Στα όρια του εφικτού φυσικά. Το κλίμα αυτό το δυναμίτισε η ίδια η κυβέρνηση Τσίπρα. Και μαζί και τις ελπίδες για μια καλύτερη συμφωνία. Προσήλθε στη διαπραγμάτευση χωρίς αντίληψη των ευρωπαϊκών διαδικασιών και χωρίς συναίσθηση των συσχετισμών στην Ευρώπη. Με μια διαπραγματευτική ομάδα, η οποία γρήγορα αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων και αντικαταστάθηκε. Χωρίς ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Δείχνοντας έλλειψη σχεδίου, προετοιμασίας και ρεαλισμού. Με άλλα λόγια ούτε ήξερε ούτε κατάλαβε τι μπορούσε και τι δεν μπορούσε να πετύχει σε αυτή τη διαπραγμάτευση. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Μια ανερμάτιστη και αποτυχημένη διαπραγμάτευση. Με καταστροφικά αποτελέσματα για τη χώρα. Και τώρα έχει έρθει ο λογαριασμός. Που είναι βαρύς. Γιατί η θέση της χώρας επιδεινώθηκε σε κάθε τομέα, σε κάθε επίπεδο, σε κάθε δείκτη.

Εν τω μεταξύ, όμως, ο κ. Τσίπρας είχε προλάβει να κάνει εκλογές. Και να τις κερδίσει. Ίσως γιατί οι πολίτες πίστεψαν ότι τα capital controls θα έβγαιναν τον Δεκέμβριο όπως τους έλεγαν. Ίσως γιατί θεώρησαν ότι τα 60 δις επιπλέον χρέος που μας φόρτωσε θα τα πλήρωνε κάποιος άλλος. Ίσως γιατί κάποιοι είδαν την αποτυχημένη διαπραγμάτευση του κ. Τσίπρα ως μια πράξη αντίστασης, έστω και μάταιης, του μικρού Δαβίδ απέναντι στον Γολιάθ των αγορών, των δανειστών, και των εταίρων μας.

Ό,τι και να πίστεψαν, ο κ. Τσίπρας κυβερνάει ένα χρόνο τώρα και οι ελπίδες έχουν καταρρεύσει. Ο οικογενειακός προυπολογισμός έχει επιβαρυνθεί, η καθημερινότητα του πολίτη έχει επιδεινωθεί. Κακοί χειρισμοί παντού. Στην παιδεία, στην υγεία, στο μεταναστευτικό.

Και το ανησυχητικό είναι ότι η πολιτική είναι μια συνεχής διαπραγμάτευση. Και εντός και εκτός μνημονίου. Σε κάθε τομέα και, ιδίως, στα θέματα εξωτερικής πολιτικής που έρχονται. Και οι επιδόσεις αυτής της κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις δυστυχώς την έχουν αφήσει μετεξεταστέα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Οι μεγάλες προκλήσεις

Οι μεγάλες προκλήσεις

Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της παράταξης. Ιστορικά, οι περισσότερες εκλογές αρχηγού της κεντροδεξιάς είχαν το στοιχείο της ανατροπής. Και λειτούργησαν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ως εφαλτήριο για την επιστροφή στην εξουσία. Το αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής είχε προϊδεάσει για την τελική έκβαση της αναμέτρησης. Δύο ήταν τα στοιχεία, που κυριάρχησαν. Κεντροδεξιά, και όχι αμιγώς δεξιά, πολιτική πλατφόρμα και ανανέωση. Στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη οι ψηφοφόροι της ΝΔ πρόκριναν τον υποψήφιο που μπορεί να συγκεράσει και τα δύο. Όπως, επίσης, τον υποψήφιο που εξέφρασε καλύτερα τις δυνάμεις του Ναι του δημοψηφίσματος. Απέναντι στον λαϊκισμό αριστεράς η δεξιάς προέλευσης.

Για να ξαναγίνει η ΝΔ πλειοψηφική στην κοινωνία, ο νέος αρχηγός πρέπει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τρεις προκλήσεις.Ιδεολογική σύνθεση. Η ΝΔ συνθέτει δύο ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα. Το συντηρητισμό και τη παράδοση που προέρχεται από το Λαϊκό κόμμα. Και τον φιλελευθερισμό που προέρχεται από το κόμμα των φιλελευθέρων και τα κόμματα του κεντρώου χώρου. Ο ιδρυτής της κατόρθωσε να καταστήσει την ΕΡΕ, αρχικά, και τη ΝΔ, στη συνέχεια, πλειοψηφικά κόμματα γιατί συνέθεσε τα δυο. Ενσωμάτωσε με επιτυχία τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης σε ένα μεταρρυθμιστικό πλαίσιο ορθολογικών δημοκρατικών θεσμών και δομών. Γεφυρώνοντας το μεταρρυθμιστικό πρόταγμα με τα συντηρητικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Και συνδυάζοντας την ελευθερία με την κοινωνική δικαιοσύνη. Το ίδιο πέτυχε και ο Κώστας Καραμανλής το 2004. Όποτε η ΝΔ έχασε την ισορροπία της γέρνοντας προς τη μια η την άλλη πολιτική κατεύθυνση έχασε και μέρος της δύναμης της. Πολιτικής και εκλογικής. Η επίτευξη της πολιτικής και ιδεολογικής σύνθεσης και ισορροπίας είναι το πρώτο στοίχημα του νέου αρχηγού.

Η οργανωτική ανασυγκρότηση. Σήμερα, οι συνθήκες απαιτούν ένα κόμμα με ορθολογικές και δημοκρατικές δομές. Που δεν θα βασίζεται στο χάρισμα του εκάστοτε ηγέτη η σε μια δράκα στενών συνεργατών. Ένα κόμμα με όργανα με θητεία. Και με συλλογικά όργανα που λειτουργούν. Ένα κόμμα που θα παράγει ιδέες και πολιτικές. Που όλοι και όλα θα αξιολογούνται. Ένα κόμμα σύγχρονο, ανοιχτό, δημοκρατικό, συμμετοχικό.

Αξιόπιστο πρόγραμμα. Η ΝΔ δεν μπορεί να υιοθετήσει τη πολιτική του ώριμου φρούτου αναμένοντας τη νομοτελειακή φθορά του αντιπάλου. Χρειάζεται να αρθρώσει ένα συνολικό εθνικό σχέδιο για την ανασύνταξη της χώρας. Που θα δείξει το δρόμο της εξόδου από την κρίση αλλά θα σκιαγραφήσει και το όραμα για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα. Αυτές οι τρείς προκλήσεις μπορούν και πρέπει να απαντηθούν μέσα από ένα ουσιαστικό συνέδριο αρχών και θέσεων.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το στοίχημα της Κυριακής

Το στοίχημα της Κυριακής

Η εκλογή αρχηγού της ΝΔ γίνεται σε μια εποχή που η χώρα είναι βυθισμένη στη μεγαλύτερη και βαθύτερη κρίση της μεταπολεμικής τουλάχιστον ιστορίας της. Τα αίτια αυτής της κρίσης ήταν ορατά ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ´80. Η κυριαρχία ενός αριστερόστροφου λαϊκισμού σε επίπεδο διανόησης, ο κομματισμός στη λειτουργία του κράτους, και μια περισσότερο παρασιτική και λιγότερο παραγωγική οικονομία. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την αναβολή αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών σε κρίσιμους τομείς, όπως το ασφαλιστικό, η παιδεία, το σύστημα υγείας, από το φόβο του πολιτικού κόστους, μας έφεραν στο σημείο μηδέν. Η μεγάλη διεθνής κρίση μας βρήκε απροετοίμαστους και ευάλωτους και τα αποτελέσματα είναι ήδη γνωστά.

Σ´αυτό το περιβάλλον η εκλογή αρχηγού στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης παύει να είναι μια εσωτερική κομματική διαδικασία. Και αποκτά ευρύτερη πολιτική και εθνική σημασία. Η μαζική συμμετοχή της πρώτης Κυριακής δείχνει την ανθεκτικότητα της απήχησης της ΝΔ στην κοινωνία. Της απήχησης των ιδεών της. Των ιδεών της ελευθερίας, της κοινωνικής αλληλεγγύης, και της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας. Δείχνει, όμως, και κάτι άλλο. Ότι μεγάλος αριθμός πολιτών πιστεύει ότι η ΝΔ είναι ο πολιτικός φορέας που μπορεί να αποτελέσει πόλο συσπείρωσης ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων. Που μπορεί να προχωρήσουν αποφασιστικά στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για να βγει ο τόπος από την κρίση. Αναχαιτίζοντας το κύμα του νεολαϊκισμού που βάζει σε κίνδυνο τις κατακτήσεις της κοινωνίας αλλά και την προοπτική της. Το ζητούμενο είναι η διεύρυνση της απήχησης αυτής για να καταστεί και πάλι η ΝΔ πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία.

Για να συμβεί αυτό η ΝΔ πρέπει να απαλλαγεί από τον διαχειριστικό κυβερνητισμό, δηλαδή την τακτική που περιορίζεται στην ανάληψη, τη διαχείριση και τη νομή της εξουσίας. Και στην προκειμένη περίπτωση την απλή διαχειριστική υλοποίηση των μνημονιακών επιταγών. Η ΝΔ θα πρέπει να αρθρώσει αξιόπιστες πολιτικές προτάσεις για τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Ένα συνολικό εθνικό σχέδιο για την ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού της εθνικής μας οικονομίας, την αναμόρφωση του πολιτικού μας συστήματος, και την ανασύνταξη της κοινωνίας. Να δείξει το δρόμο της εξόδου από την κρίση αλλά να σκιαγραφήσει και το όραμα για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα.

Αυτό προϋποθέτει ένα κόμμα ανοιχτό, δημοκρατικό, συμμετοχικό. Με τα συλλογικά όργανα να λειτουργούν, και το δημοκρατικό διάλογο να ανθεί. Ένα κόμμα που παράγει πολιτική και ιδέες. Αξιολογεί ανθρώπους και πολιτικές.

Είναι ανάγκη να υπάρξει μια ιστορική τομή, με την προώθηση της νέας γενιάς των ικανών στελεχών. Και μια ηγεσία που θα δώσει νέο όραμα, νέα πνοή, νέο αφήγημα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Απομόνωση

Απομόνωση

Τη δεκαετία του ´80 η αντιαμερικανική ρητορική του Ανδρέα Παπανδρέου καταγράφηκε στο σκληρό δίσκο της θεσμικής μνήμης πολλών στελεχών της αμερικανικής διπλωματίας. Με αποτέλεσμα, πολλοί εξ αυτών να μας ανταποδίδουν τη φιλοφρόνηση με κάθε ευκαιρία. Υιοθετώντας αρνητική στάση σε κάθε θέμα ελληνικού συμφέροντος.

Πολύ φοβούμαι ότι κάτι ανάλογο, και πολύ χειρότερο, έχουμε μπροστά μας. Μπορεί η αναδίπλωση της ελληνικής κυβέρνησης, την τελευταία στιγμή, να απέτρεψε τη ρήξη με τους ευρωπαίους εταίρους μας και το Grexit. Οι σχέσεις μας όμως δηλητηριάστηκαν. Κατ´ αρχήν ήταν η καταστροφική διαπραγμάτευση της κυβέρνησης. Η αποκοτιά μιας χώρας να έλθει σε συνολική ρήξη με το σύνολο των παραδοσιακών της συμμάχων, ιδίως όταν τους έχει ανάγκη. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν ο πόλεμος λέξεων και δηλώσεων, οι φραστικές ακρότητες και οι υπερβολές. Που βεβαίως δεν έμειναν αναπάντητες από τους εταίρους μας, τα ξένα ΜΜΕ, αλλά δυστυχώς και τους παραδοσιακούς φίλους και συμμάχους μας.

«Χάθηκε πολύς χρόνος και πολύ εμπιστοσύνη. Ειπώθηκαν λόγια που δεν είναι εύκολο να ξεχαστούν», είπε χαρακτηριστικά ο Γιούνκερ στο άρθρο του στα ΝΕΑ του Σαββάτου. Και δεν είναι, δυστυχώς, η πρώτη φορά που λέει κάτι ανάλογο.

Αυτά στη διπλωματία τα βρίσκεις μπροστά σου. Και εάν οι σχέσεις μας με την Ευρώπη εξαντλούνταν στο οικονομικό επίπεδο μικρό το κακό. Η ένταξη μας στην ΕΕ, όμως, δεν ήταν μια πολιτική που στόχευε μόνο στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας. Είχε στόχο την εδραίωση των δημοκρατικών μας θεσμών αλλά και τη διαφύλαξη των εθνικών μας συνόρων.

Μια πρώτη γεύση πήραμε με την προσφυγική κρίση. Η ελληνική κυβέρνηση υποτίμησε το μέγεθος του προβλήματος. Και απέτυχε να προστατεύσει αποτελεσματικά τα σύνορα της, τα ευρωπαικά σύνορα δηλαδή, ως προς τη διαχείριση των προσφυγικών-μετανατευτικών ροών. Αυτό της στέρησε την ευκαιρία να αποσπάσει έμπρακτη ευρωπαική στήριξη για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αλλά και για τις ελληνικές αρμοδιότητες που απορρέουν από τις διεθνείς συμβάσεις και τους διεθνείς οργανισμούς.

Αντίθετα, οι πρακτικές αδυναμίες διαχείρισης του προβλήματος, οι άστοχοι χειρισμοί, αλλά και η συνολικά τοξική εικόνα της χώρας μας ἐστρεψαν τους εταίρους μας να αναζητήσουν λύσεις με τη Τουρκία. Οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας αναβαθμίστηκαν, κι η ενταξιακή της πορεία απέκτησε νέα δυναμική. Αλλά και τα Σκόπια, ως ενδιάμεση χώρα προώθησης προσφύγων προς ευρωπαικές χώρες προσπαθούν να αποκομίσουν oφέλη. Όλα αυτά όταν το 2016 αναμένονται διεθνείς πρωτοβουλίες τόσο στο σκοπιανό όσο και στο Κυπριακό. Για όλα αυτά θα χρειαστούμε συμμάχους και ερείσματα. Ας ελπίσουμε ότι οι πρακτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δεν μας έχουν οδηγήσει σε πλήρη απομόνωση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Φερετζές

Φερετζές

Πρώτα έβαλαν τον Μπαλτά να τα γκρεμίσει όλα. Ό,τι μεταρρυθμιστικό είχε γίνει στη Παιδεία τα τελευταία πέντε χρόνια. Απόρροια πολυετούς εθνικού διαλόγου και προϊόν ευρείας διακομματικής συναίνεσης. Και τώρα, πάνω στα ερείπια, έρχεται ο Φίλης να εξαγγείλει νέο διάλογο. Ένα διάλογο προφανέστατα προσχηματικό. Που θα νομιμοποιήσει το αντιμεταρρυθμιστικό τους σχέδιο.

Τρείς φορές χρησιμοποίησαν την παιδεία για να ρίξουν την προηγούμενη κυβέρνηση. Το καλοκαίρι του ´13 έκαναν απεργία εν μέσω πανελλαδικών εξετάσεων. Αντιδρώντας στην αύξηση του ωραρίου. Το επόμενο φθινόπωρο υποκίνησαν τις καταλήψεις στα σχολεία. Αντιδρώντας στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Μετά, υποκίνησαν τις καταλήψεις στα πανεπιστήμια. Αντιδρώντας στον οικονομικό και διοικητικό εξορθολογισμό τους. Τώρα που πήραν τη κυβέρνηση έρχονται να διαλύσουν όσα με κόπο χτίσαμε τα τελευταία χρόνια.

Ο νόμος-πλαίσιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση ψηφίστηκε από τη Βουλή του 2009 με ευρεία διακομματική συναίνεση. Και εφαρμόστηκε παρά τη λυσσώδη αντίδραση τους. Παρακώλυαν αντιδημοκρατικά τη διαδικασία. Και χρειάστηκε να νομοθετήσω την ηλεκτρονική ψηφοφορία για να εφαρμοστεί ο νόμος. Και να εκλεγούν Συμβούλια προσωπικοτήτων διεθνούς εμβέλειας. Και έρχονται τώρα να καταργήσουν τα Συμβούλια, να επαναφέρουν το άσυλο της παρανομίας και τους αιώνιους φοιτητές. Και τη συμμετοχή των φοιτητών στις εκλογές διοικητικών οργάνων στα Ιδρύματα. Να επαναφέρουν, δηλαδή, τη γάγγραινα της συναλλαγής στα ΑΕΙ.

Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση νομοθετήσαμε (4186/2013) το Νέο Λύκειο, το Νέο Επαγγελματικό Λύκειο, τις Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης και το θεσμό της Μαθητείας. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, τα πρότυπα, η ενίσχυση των μαθημάτων γενικής παιδείας, η Τράπεζα θεμάτων, η εισαγωγή στα ΑΕΙ με βάση την επίδοση και στα τρία χρόνια του Λυκείου, η βάση του 10 στη γλώσσα και τα μαθηματικά, και η μείωση των μαθημάτων των πανελλαδικών σε 4 αποτέλεσαν μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση. Που δημιουργούσε ένα σχολείο υψηλών απαιτήσεων και όχι εύκολης πρόσβασης και προαγωγής. Ένα δημόσιο σχολείο και ένα εκπαιδευτικό σύστημα που εντύπωνε μια κουλτούρα αριστείας στους νέους. Πέρα από τις γνώσεις που τους παρέχει και τις δεξιότητες που τους καλλιεργεί. Μετατοπίζοντας, σταδιακά, το κέντρο βάρους από τα φροντιστήρια πίσω στα σχολεία. Τα ξήλωσαν όλα. Για να επαναφέρουν την κουλτούρα της ήσσονος προσπάθειας και την εξίσωση προς τα κάτω. Μας λένε ότι πρέπει να αλλάξουμε το υπόδειγμα μάθησης. «Σημασία έχει να μαθαίνω πως να μαθαίνω». Καμία αντίρρηση. Μόνο που αυτό είχε αρχίσει. Μεθοδικά και μελετημένα. Με την εισαγωγή του μαθήματος του πρότζεκτ. Της μαθησιακής διαδικασίας του ερευνητικού κύκλου δηλαδή. Τίποτα από όλα αυτά, όμως, δεν τους ενδιαφέρει. Αυτό που επιζητούν είναι η επιβολή των οπισθοδρομικών ιδεοληψιών τους. Νομιμοποιημένη μέσα από ένα διάλογο φερετζέ.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”