Ο Γερμανός Γκιούλιβερ

Ο Γερμανός Γκιούλιβερ

Η Άνγκελα Μέρκελ βαδίζει προς τις γερμανικές εκλογές υποφέροντας από τους εφιάλτες του Μπίσμαρκ. Τους εφιάλτες των αντιγερμανικών συσπειρώσεων. Ο Μπίσμαρκ κατόρθωσε ν´απαλλαγεί από τους εφιάλτες του. Δημιουργώντας έναν ιστό περίπλοκων και δεσμευτικών συνθηκών. Που εγκλώβιζε όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και δεν τους άφηνε περιθώρια να αυτονομηθούν και να απειλήσουν το status quo.

Ήταν η ίδια λογική που εφάρμοσαν οι Αμερικανοί στην Ευρώπη μετά τον πόλεμο. Μόνο που αυτή τη φορά ο ιστός αφορούσε τη Γερμανία. Οι αμερικανοί είδαν την πολιτική ιστορία της γηραιάς ηπείρου ως το αφήγημα της εξέλιξης του γερμανικού ζητήματος. Πόλεμοι επανένωσης κατακερματισμένων γερμανικών κρατιδίων ή πόλεμοι επέκτασης μιας ενωμένης μιλιταριστικής Γερμανίας. Μετά το 1945 το στρατηγικό ζητούμενο ήταν να υπάρξει μια Γερμανία της Ευρώπης και όχι μια Ευρώπη της Γερμανίας. Το 1955 η Ομοσπονδιακή Γερμανία εντάχθηκε σε όλους τους ευρωπαϊκούς και ευρωατλαντικούς θεσμούς. Και η Βόννη δεσμεύτηκε συνταγματικά να μην αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Στον τομέα της ευρωπαϊκής ασφάλειας η εγγυήτρια δύναμη ήταν, και παραμένει, μια εξωχώρια δύναμη. Οι ΗΠΑ με το ΝΑΤΟ έλυσαν το αιώνιο πρόβλημα ασφάλειας της Ευρώπης.

Η δημιουργία του γαλλογερμανικού άξονα το 1963, με τη Συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας, δημιούργησε συνθήκες συναπόφασης στα κρίσιμα ευρωπαϊκά ζητήματα.

Ο Φρανσουά Μωριάκ, βέβαια, είδε την ισορροπία στη διχοτόμηση της Γερμανίας. Λέγοντας γλαφυρά: αγαπώ τόσο πολύ τη Γερμανία που θέλω να υπάρχουν δυο. Και η διχοτομημένη Γερμανία όμως αποτέλεσε μια διπλωματική πρόκληση για τη Δύση. Καθώς οι δυτικογερμανοί έθεταν πιεστικά το ζήτημα της επανένωσης της Γερμανίας ως προϋπόθεση για την ύφεση στις σχέσεις Ανατολής και Δύσης. Η ισορροπία, μετά την επανένωση της Γερμανίας, αποκαταστάθηκε με τη νομισματική ενοποίηση και την ΟΝΕ.

Ο ιστός αυτός των ευρωπαϊκών και ευρωατλαντικών δεσμεύσεων έδινε ένα αίσθημα ασφάλειας στους λιλιπούτειους της Ευρώπης από το Γερμανό Γκιούλιβερ.

Η κρίση της ευρωζώνης και η υποχώρηση της Γαλλίας, έφεραν, de facto, τη Γερμανία σε ηγεμονική θέση. Αφυπνίζοντας στερεότυπα. Οι Γάλλοι ανακάλυψαν ότι η ΟΝΕ δεν αρκεί για την εποπτεία των γερμανικών οικονομικών αποφάσεων. Το είχε ομολογήσει ο Ντελόρ, άλλωστε, από το 1996. Αυτό που μετράει δεν είναι μόνο οι νομισματικές αποφάσεις, αλλά η οικονομική ισχύς ενός κράτους που προκαλεί άνισο ανταγωνισμό και αθέμιτα πλεονάσματα. Μια συγχορδία χωρών κατηγορεί τους Γερμανούς για μια πολιτική οικονομικής επιβολής που δημιουργεί αποικίες χρέους μέσα στην Ευρώπη. Και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, προνομιακοί συνομιλητές της Γερμανίας, εξεγείρονται κατά της πολιτικής που ακολουθεί στο προσφυγικό-μεταναστευτικό. Η πρόκληση, λοιπόν, για το γερμανό Γκιούλιβερ είναι να ξαναγίνει ατμομηχανή της οικονομικής ανάπτυξης και της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αποκαθιστώντας το αίσθημα ασφάλειας και ισότητας στους λιλιπούτειους της Ευρώπης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ταλάντωση

Ταλάντωση

Όταν ο Χένρυ Κίσινγκερ ήταν Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, φέρεται να είπε, κατά τη διάρκεια μιας διεθνούς κρίσης, τη περίφημη φράση: Θέλω να μιλήσω με την Ευρώπη αλλά δεν ξέρω σε ποιον να τηλεφωνήσω. Το 2009 η Ευρώπη απέκτησε ύπατο εκπρόσωπο για τις εξωτερικές σχέσεις και ο Μπαρόσο, τότε πρόεδρος της επιτροπής, δήλωσε με ικανοποίηση ότι το ζήτημα Κίσσινγκερ είχε λυθεί. Όταν, όμως, ρωτήθηκε σε ποιόν θα τηλεφωνεί ο Ομπάμα, στον πρόεδρο της Επιτροπής ή στον πρόεδρο του Ευρωπαικού Συμβουλίου, η απάντηση του ήταν μάλλον αμήχανη. Η ΕΕ, είπε, δεν είναι Αμερική, Ρωσία, η Κίνα. Είναι μια ένωση κρατών, και το σύστημα μας είναι πιο περίπλοκο. Αυτό είναι κατ’ουσίαν το πρόβλημα της ενωμένης Ευρώπης. Ότι παραμένει μια χαλαρή ένωση κρατών. Ταλαντευόμενη ανάμεσα στην εθνική κυριαρχία και την υπερεθνική οργάνωση.

Η δημιουργία της ΕΕ λογοδοτούσε στην αναγκαιότητα του εξοστρακισμού των εθνικών συγκρούσεων από την ευρωπαϊκή ήπειρο. Και στον ρομαντικό ιδεαλισμό ορισμένων ευρωπαϊκών ελίτ. Για να επιτύχει το ευρωπαϊκό ενοποιητικό εγχείρημα χρειάστηκε, βέβαια, η συγκολλητική ουσία της σοβιετικής απειλής και η αμερικανική υποστήριξη. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση ήταν μια επαγωγική και σταδιακή διαδικασία μέχρι το τέλος του ψυχρού πολέμου. Με το τέλος του ψυχρού πολέμου και την επανένωση της Γερμανίας η διαδικασία επισπεύστηκε. Η Ευρώπη διευρύνθηκε και δημιουργήθηκε η ευρωζώνη. Με τα κράτη να εκχωρούν σημαντικά εργαλεία εθνικής κυριαρχίας. Το εθνικό τους νόμισμα και την άσκηση εθνικής νομισματικής πολιτικής. Η ΟΝΕ ήταν ένα quid pro quo πολλών ευρωπαϊκών χωρών προκειμένου να συναινέσουν στην επανένωση της Γερμανίας. Η λογική ήταν ότι η νομισματική ενοποίηση και το κοινό νόμισμα έδεναν τη Γερμανία στο ευρωπαϊκό άρμα. Διασκεδάζοντας τους φόβους από τη δημιουργία μιας ισχυρής ενωμένης Γερμανίας.

Η οικονομική κρίση κατέδειξε το σφάλμα του εγχειρήματος να προηγηθεί η νομισματική της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης. Και την ανάγκη ολοκλήρωσης της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής, και επίσπευσης της πολιτικής ενοποίησης. Το πρόβλημα είναι ότι η πλειοψηφία των ευρωπαίων πολιτών είναι αντίθετη με μια τέτοια εξέλιξη. Γιατί η Ενωμένη Ευρώπη δεν έχει αποκτήσει raison d’ etat ανάλογο με αυτό του κράτους έθνους. Αντίθετα, η οικονομική κρίση και οι απειλές από το προσφυγικό μεταναστευτικό και τη τρομοκρατία υπέσκαψαν την αναγκαιότητα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Οδηγώντας σε έξαρση του λαϊκισμού και του ολοκληρωτισμού. Που με τη σειρά τους δαιμονοποίησαν το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Οδηγώντας τους πολίτες σε μια αταβιστική ταύτιση με το έθνος κράτος.

Η κρίση και το σοκ του Brexit δεν φαίνεται να οδηγούν σε αλλαγή πορείας. Αν συνεχιστεί αυτή η ταλάντωση ανάμεσα στην υπερεθνική οργάνωση και το έθνος κράτος, οι συνέπειες για την Ευρώπη θα είναι διαλυτικές.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Γόρδιος δεσμός

Γόρδιος δεσμός

Νέος γύρος διμερών συνομιλιών ξεκινάει αυτή την εβδομάδα για το Κυπριακό. Οι συνομιλίες έχουν ήδη εισέλθει στα ακανθώδη ζητήματα, όπως το περιουσιακό, την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων, το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας. Μετά από δεκαετίες αδιαλλαξίας, η νέα τουρκοκυπριακή ηγεσία δείχνει σημάδια διαλλακτικότητας, προσεγγίζοντας τις συνομιλίες με εποικοδομητικό πνεύμα. Και εμφανίζεται να έχει, ως ένα βαθμό, μεγαλύτερη αυτονομία από την Άγκυρα από ότι στο παρελθόν. Η αποδυνάμωση του στρατού μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα διευρύνει τα περιθώρια κινήσεων του Ακιντζί. Και η αντίθεση του στο πραξικόπημα ισχυροποιεί τη θέση του μετά την επικράτηση του Ερντογάν.

Οι συνομιλίες, όμως, διεξάγονται σε μια περίοδο που η ευρύτερη περιοχή είναι σε ανάφλεξη. Όλοι εναντίον όλων. Η Τουρκία που αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την έκβαση των συνομιλιών βρίσκεται σε περιδίνηση. Και τα μηνύματα που εκπέμπει είναι αμφίσημα. Ο Ερντογάν, μετά το πραξικόπημα, εδραιώνει ένα προσωποπαγές αυταρχικό καθεστώς. Με πρακτικές που απομακρύνουν την Τουρκία από το ευρωπαϊκό κεκτημένο και την ευρωπαϊκή της προοπτική. Την ίδια στιγμή που οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ βρίσκονται στο ναδίρ. Με τουρκικούς κυβερνητικούς κύκλους να διατυπώνουν πρωτοφανείς μομφές για τη στάση της Αμερικής στο πραξικόπημα. Και να κατηγορούν τη Δύση ότι απεργάζεται σενάρια αποδυνάμωσης και διαμελισμού της Τουρκίας. Από την άλλη πλευρά, ο Ερντογάν δείχνει σημάδια πολιτικού ρεαλισμού. Αποκλιμακώνοντας τις σχέσεις με Ρωσία και Ισραήλ. Ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι τα ανοιχτά μέτωπα της Τουρκίας είναι πολλά. Με τον πόλεμο στη Συρία και το προσφυγικό να αποτελούν δυσεπίλυτα προβλήματα. Αλλά κυρίως το κουρδικό, να αποτελεί απειλή κατά της εξωτερικής και εσωτερικής ασφάλειας της Τουρκίας. Για τους λόγους αυτούς, ενδεχομένως, ο Ερντογάν εμφανίστηκε διαλλακτικός στις τελευταίες του δηλώσεις για το Κυπριακό. Λέγοντας ότι η επίλυση του Κυπριακού θα φέρει ασφάλεια, σταθερότητα και πρόοδο στην περιοχή.

Η Ελλάδα, εδώ και αρκετά χρόνια, είχε αρκεστεί σε μια τακτική αποκλιμάκωσης της έντασης της ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μια πολιτική «ειρηνικής στασιμότητας», που μας επέτρεπε να αναμένουμε την ευρωπαϊκή μετεξέλιξη της Τουρκίας και την προσαρμογή της στο ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και μια ευρωπαϊκή Τουρκία δημιουργούσαν προοπτικές για λύση του Κυπριακού στη βάση του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Η επιδείνωση, όμως, των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ αλλά και τους ευρωπαίους εταίρους μας διαφοροποιεί τα πράγματα. Το ευρωπαϊκό κλειδί δεν αρκεί για την επίλυση του γόρδιου δεσμού. Η τελική στάση της Τουρκίας θα καθοριστεί από τη σημασία της λύσης του Κυπριακού στη συνολική ταξινόμηση και διευθέτηση των γεωπολιτικών της εκκρεμοτήτων.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ψιθυριστές

Ψιθυριστές

Εδώ και αρκετό καιρό μια δράκα ψιθυριστών, των πολιτικών του αντιπάλων, έχει βάλει στο στόχαστρο τον Καραμανλή. Αναμενόμενο. Γιατί ο Καραμανλής παραμένει λαοφιλής. Και είναι η μόνη αξιόπιστη πολιτική εφεδρεία ενός απονομιμοποιημένου πολιτικού συστήματος και μιας χώρας σε βαθιά κρίση.

Το διακύβευμα είναι ο μουτζούρης της κρίσης. Προσπαθούν να υφάνουν έναν ιστό πολιτικού αφηγήματος που φορτώνει τα αίτια της κρίσης στην πενταετία της διακυβέρνησης Καραμανλή.

Για να αποδείξουν του λόγου τους το αληθές κατηγορούν τον Καραμανλή ότι έχει συμπήξει ανίερη συμμαχία με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να ξεπλύνει τις ευθύνες της διακυβέρνησης του. Εδώ το πολιτικό αφήγημα γίνεται πολιτική μυθολογία. Γιατί είναι αναντίστοιχο με τα πραγματικά γεγονότα. Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε πραγματικά ο Καραμανλής θα είχε αποδεχθεί την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να γίνει Πρόεδρος Δημοκρατίας. Αποσείοντας έτσι τις δήθεν ευθύνες του. Και απολαμβάνοντας το κύρος και το απυρόβλητο του ύπατου αξιώματος της χώρας. Και όχι μόνο αυτό. Στην εθνικά κρίσιμη στιγμή του δημοψηφίσματος, ο Καραμανλής, στη μόνη δημόσια παρέμβαση του, τοποθετήθηκε με ευθύτητα και χωρίς περιστροφές ενάντια στο ΣΥΡΙΖΑ και τις επιλογές του.

Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ευκαίρως ακαίρως, επικαλείται τον καραμανλισμό και έχει χρησιμοποιήσει και ανθρώπους της κεντροδεξιάς παράταξης. Ο πολιτικός τακτικισμός, όμως, του ΣΥΡΙΖΑ που αποσκοπεί στη διεμβόλιση της ΝΔ και στη διεύρυνση των δυνάμεων του δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται ως συμπαιγνία. Γιατί η συμπαιγνία χρειάζεται δύο. Και ο Καραμανλής δεν μετέχει. Και πολιτικός εξωραισμός δι’ αντιπροσώπων στην πολιτική δεν υπάρχει. Ο δε ισχυρισμός ότι ο Καραμανλής, που κόντεψε να πέσει από την υπόθεση του Βατοπεδίου, ελέγχει την δικαιοσύνη είναι, τουλάχιστον, παράλογος.

Υπάρχουν ιστορικές ευθύνες για τα αίτια της κρίσης που οδήγησε τη χώρα σε επιτροπεία. Και είναι κατανοητή η προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ απόσεισης της ευθύνης και μετακύλισης της στους ώμους του αντιπάλου. Γιατί οι ευθύνες αυτές, που αποδόθηκαν πολιτικά, οδήγησαν στην εξαφάνιση του. Το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε ένα χρέος που το 2003 άγγιζε ήδη το 100% (98,3% για την ακρίβεια) ως ποσοστό του ΑΕΠ. Και το 2009 εξεβίασε εκλογές με μοχλό την εκλογή ΠτΔ και με σύνθημα ότι λεφτά υπάρχουν. Και όταν κέρδισε τις εκλογές καθυστέρησε πολλούς μήνες να πάρει μέτρα και τελικά παρέδωσε τη χώρα αμαχητί στη διεθνή επιτροπεία. Με το να βαφτίζουν τις εκλογές του 2009, που ουσιαστικά προκάλεσαν, προσπάθεια απόδρασης του Καραμανλή και να ισχυρίζονται ότι η επιτροπεία ήταν αναπόφευκτη κάνουν μια προσπάθεια αναθεώρησης της ιστορίας με υποθετικούς συλλογισμούς. Αλλά η ιστορία γράφεται με τα γεγονότα. Όχι με υποθετικά ερμηνευτικά σχήματα. Καλό το παραμύθι λοιπόν, αλλά δεν έχει δράκο.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ιανός

Ιανός

Η Τουρκία θυμίζει τον Θεό των Ρωμαίων, τον Ιανό. Αμφίσημη, με δυο πρόσωπα. Το ένα στραμμένο προς τη Δύση, το άλλο προς την Ανατολή. Μουσουλμανική χώρα αλλά κοσμική δημοκρατία, μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ. Αυτή ήταν και η χρησιμότητα της για τη Δύση, πέρα από τη γεωπολιτική της σημασία. Στην οριενταλιστική αντίληψη πολλών δυτικών για τον εκδημοκρατισμό της Μέσης Ανατολής η Τουρκία λειτουργούσε ως αρχετυπικό παράδειγμα. Ως εξαγώγιμο μοντέλο.

Για αρκετό καιρό η Δύση θεώρησε ότι στο πρόσωπο του Ερντογάν είχε βρει τον εκφραστή αυτής της πολιτικής. Ο Ερντογάν, με άλλοθι την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, και όχημα τον συνεπαγόμενο εκδημοκρατισμό, αντιπαρατέθηκε με σφοδρότητα με το ancien regime. Με κοινωνική ατζέντα, λαϊκίστικη ρητορική, και με την οικονομία να αναπτύσσεται ραγδαία, κέρδισε διαδοχικές μάχες από το κεμαλικό στρατοκρατικό κατεστημένο. Συγκεντρώνοντας την εξουσία στα χέρια του. Στην πορεία εξουδετέρωσε όποιον αντιτάχθηκε στα σχέδια του η αμφισβήτησε τη κυριαρχία του. Από τον Γκιούλ, τον Φετουλάχ Γκιουλέν, μέχρι το Νταβούτογλου. Όταν κυριάρχησε έβαλε σε δεύτερη μοίρα τον εκδημοκρατισμό και την ευρωπαική πορεία της Τουρκίας. Και έφερε στο προσκήνιο μια σκληρή ισλαμική ατζέντα. Βάζοντας τη Τουρκία, προοδευτικά, σε τροχιά απομάκρυνσης από τη Δύση.

«Η δημοκρατία είναι μόνο το τρένο στο οποίο επιβιβαζόμαστε μέχρι να φτάσουμε στο στόχο μας», είπε ο Ερντογάν για όσους άκουγαν. «Τα τζαμιά είναι οι στρατώνες μας, οι μιναρέδες είναι οι ξιφολόγχες μας, οι τρούλοι είναι τα κράνη μας, οι πιστοί οι στρατιώτες μας».

Η ισλαμική αυτή ατζέντα δεν περιορίστηκε στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Καθόρισε και την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Με την Τουρκία να εγείρει ηγετικές αξιώσεις στον ισλαμικό κόσμο, αναπτύσσοντας έντονη αντισημιτική και αντιαμερικανική ρητορική. Ενώ ανεχόταν η συνέπλεε με τζιχαντιστικές οργανώσεις. Η Τουρκία σταδιακά αποξενώθηκε από τις ΗΠΑ, η ευρωπαϊκή της προοπτική έμεινε στάσιμη, και η στρατηγική της σχέση με το Ισραήλ διερράγη. Αυτά όλα είχαν συμβεί πριν το πραξικόπημα.

Μετά το πραξικόπημα, ο Ερντογάν έχει κλιμακώσει τους λεονταρισμούς του εναντίον των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Ενώ, μετά από μια θεαματική αναδίπλωση, φαίνεται να συμπτύσσει μια ανίερη συμμαχία με τη Ρωσία. Οι συνέπειες της μεταστροφής του Ερντογάν θα εξαρτηθούν από το αν αυτή έχει τακτικό η στρατηγικό χαρακτήρα. Η Ουάσιγκτον πάντως, για κάθε ενδεχόμενο, ετοιμάζει εναλλακτικά σχέδια για τη βάση του Ιντσιρλίκ.

Η Ελλάδα, για μια σειρά από λόγους, αντιμετώπισε την αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας στο Αιγαίο, αλλά και το Κυπριακό, μέσα από την προοπτική του εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας. Η προοπτική αυτή απομακρύνεται. Και, εκ των πραγμάτων γεννάται η ανάγκη επανασχεδιασμού της εξωτερικής μας πολιτικής.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Υπαρξιακή απειλή

Υπαρξιακή απειλή

Ο τρόπος με τον οποίο οι δυτικές κοινωνίες προσλαμβάνουν και διαχειρίζονται τα ζητήματα διεθνούς ασφάλειας άλλαξε δραματικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001. Η τρομοκρατία ανακηρύχθηκε στην υπ’ αριθμόν ένα απειλή κατά της ασφάλειας των δυτικών κρατών. Η ανάγκη αντιμετώπισης αυτής της ασύμμετρης απειλής νομιμοποίησε τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Νομιμοποίησε τους προληπτικούς πολέμους, και έφερε νέες πρακτικές στον τομέα εσωτερικής ασφάλειας. Πολλές φορές παραβιάζοντας ανθρώπινα δικαιώματα και ατομικές ελευθερίες. Η μάχη κατά της αλ Κάιντα τελικά κερδήθηκε. Όχι, όμως, και ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας. Η παρατεταμένη 11η Σεπτεμβρίου που βιώνει η Ευρώπη δοκιμάζει εκ νέου τις δυτικές κοινωνίες. Δημιουργώντας ένα κλίμα συλλογικής ανασφάλειας. Καθώς ο φόβος εισβάλει στην καθημερινότητα των πολιτών και διαβρώνει τον κοινωνικό ιστό. Δοκιμάζεται η δημοκρατία αλλά και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και επανέρχεται το δίλημμα ασφάλεια ή ελευθερία με διαζευκτικό τρόπο.

Η τρομοκρατία ως μέσον για την επίτευξη πολιτικών στόχων δεν είναι κάτι καινούργιο. Είναι ένα επαναλαμβανόμενο ιστορικό φαινόμενο. Από τους ζηλωτές του πρώτου αιώνα, τους ασσασίνους του δέκατου τρίτου αιώνα, τους αναρχικούς του δέκατου ένατου μέχρι τη σύγχρονη τρομοκρατία. Με εθνικιστικό ή αυτονομιστικό υπόβαθρο, με ιδεολογικό ή θρησκευτικό. Τι είναι λοιπόν αυτό που διαφοροποιεί το νέο αυτό κύκλο της τρομοκρατίας από προηγούμενους. Καθιστώντας τον απειλή υπαρξιακής μορφής για τη Δύση;

Δεν είναι μόνο ο φόρος σε ανθρώπινες ζωές. Ο αριθμός των θυμάτων, άλλωστε, από τα τρομοκρατικά χτυπήματα της τελευταίας εικοσαετίας είναι πολύ μικρότερος από τον αριθμό των θυμάτων των δεκαετιών του 70 και του 80. Ακόμη και στις απονενοημένες επιθέσεις αυτοκτονίας, τα πρωτεία δεν ανήκουν στους τζιχαντιστές της ισλαμικής τρομοκρατίας αλλά στους Tamil Tigers της Σρι Λάνκα. Οργάνωση με μαρξιστικό λενινιστικό υπόβαθρο.

Ένα στοιχείο που κλιμακώνει το μέγεθος της απειλής είναι η τυφλή βία της θρησκευτικής τζιχαντιστικής τρομοκρατίας εναντίον αθώων πολιτών. Σε αντίστιξη με την εργαλειακή χρήση της βίας από την κοσμική τρομοκρατία.

Αυτό, όμως, που πραγματικά διαφοροποιεί αυτό τον κύκλο τρομοκρατίας από προηγούμενους είναι η ευρύτητα των στόχων του. Δεν είναι μια τοπική απειλή. Είναι μια πλανητική απειλή. Αναθεωρητική του κρατοκεντρικού συστήματος της Βεστφαλίας και των δομών του διεθνούς συστήματος. Που χρησιμοποιεί με ευκολία τα δίκτυα και τα μέσα της παγκοσμιοποίησης για την επίτευξη των στόχων της και τη διάχυση της επιρροής της.

Έχει μια μανιχαϊστική αντίληψη για το κόσμο, διαφορετικά συστήματα αξιών, και μηχανισμούς νομιμοποίησης. Δημιουργώντας σύνδρομα δαιμονοποίησης της Δύσης και θυματοποίησης του μουσουλμανικού κόσμου. Σε μια λογική αντιπαράθεσης μηδενικού αθροίσματος. Χωρίς περιθώριο πολιτικής διαπραγμάτευσης και συμβιβασμού.

Αυτή η μορφή τρομοκρατίας συνιστά πραγματική απειλή υπαρξιακής μορφής για όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες της Δύσης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το αμερικανικό όνειρο

Το αμερικανικό όνειρο

Το μεγάλο σορτάρισμα, η ταινία-ντοκιμαντέρ για την οικονομική κρίση του 2008, δίνει μια αποκαλυπτική εικόνα της κρίσης που δεν είναι μόνο οικονομική. Αλλά κάτι πολύ βαθύτερο. Είναι αξιακή κατάρρευση. Ένας καπιταλισμός στην παρασιτική φάση του. Το πνεύμα του καπιταλισμού χωρίς την ηθική του προτεσταντισμού, που περιέγραψε ο Μαξ Βέμπερ. Ένας αχαλίνωτος ατομικισμός που θεοποιεί το κέρδος εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Χωρίς αξιακές αναστολές.

Αυτό που διακυβεύεται στις αμερικανικές εκλογές είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από μια πολιτική μάχη ανάμεσα στο δημοκρατικό και το ρεπουμπλικανικό κόμμα.

Είναι κατά πόσο στις ΗΠΑ, μέσα από την πολιτική διαδικασία, θα αναζωογονηθεί το αμερικανικό όνειρο, που έχει θαμπώσει.

Το δημοκρατικό συνέδριο ήταν προσεκτικά ενορχηστρωμένο προς αυτή την κατεύθυνση. Ομιλίες με κατανεμημένους ρόλους. Άλλοι οικοδόμησαν το προφίλ της Κλίντον, άλλοι απάντησαν στις επικρίσεις εναντίον της και άλλοι αποδόμησαν τον Τράμπ. Σε όλες τις ομιλίες, όμως, υπήρχε μια κοινή επωδός. Η ανάγκη επανασύστασης της συλλογικότητας. Της οικογένειας, του χωριού, της κοινότητας. Της αμερικανικής κοινωνίας ως melting pot. Που εγγυάται την αρμονική συνύπαρξη διαφορετικών φυλών και θρησκευμάτων που τους ενώνει η πίστη για πρόοδο και ευημερία. Αυτή ήταν η δραματική έκκληση δύο πολιτικών που από outsiders έγιναν πρόεδροι και τώρα Νέστορες του Δημοκρατικού κόμματος. Του πρώην προέδρου από τη μικρή πόλη Χόουπ του Αρκάνσας. Και του αποχωρούντος πρώτου αφροαμερικανού προέδρου στην ιστορία των ΗΠΑ. Που κατανοώντας τις φυγόκεντρες δυνάμεις που αναπτύσσονται στην αμερικανική κοινωνία σκιαγράφησαν τις θεμελιακές αξίες του αμερικανικού ονείρου. Ως κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον αχαλίνωτο ατομικισμό και τη θεοποίηση του κέρδους.

«It Takes a village» υπερθεμάτισε η Χίλαρυ Κλίντον υπενθυμίζοντας το βιβλίο που είχε γράψει σε ανύποπτο χρόνο για την ανάγκη της υποταγής του εγώ στο κοινωνικό σύνολο.

Το «εμείς ο λαός» του αμερικανικού συντάγματος ενάντια στο «εγώ». Η ανάγκη επιστροφής στις αξιακές ρίζες των πατέρων της αμερικανικής επανάστασης. Επιστροφή στις αξίες και στην ανεκτικότητα. Γιατί χωρίς αυτά το αμερικανικό όνειρο θαμπώνει. Μετατρέπεται σε φούσκα.

Από την άλλη ο Τραμπ. Το κατεστημένο του ρεπουμπλικανικού κόμματος απέτυχε να τον σταματήσει. Στο συνέδριο απέφυγε το παλατινό πραξικόπημα εναντίον του για να μη διχαστεί το ρεπουμπλικανικό κόμμα. Κι έτσι από το «ξημερώνει στην Αμερική» του Ρόναλντ Ρέηγκαν, και τον «ευσπλαχνικό συντηρητισμό» του Μπους το ρεπουμπλικανικό κόμμα βρέθηκε όμηρος ενός απρόβλεπτου και αμφιλεγόμενου επιχειρηματία. Που με ένα μισαλλόδοξο κήρυγμα και διχαστική ρητορική υπόσχεται καθαρότητα και προστατευτικό καπιταλισμό. Και ότι μόνος του θα διορθώσει όλα τα κακώς κείμενα. Σε μια Αμερική που τη σκιαγραφεί με τα πιο μελανά χρώματα. Μηδενίζοντας την αξία της και σορτάροντας την. Αρκεί να κερδίσει ο ίδιος.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”