Παιχνίδια με τη φωτιά

Παιχνίδια με τη φωτιά

Η Τουρκία κλιμακώνει επικίνδυνα τις προκλήσεις στο Αιγαίο. Με παραβιάσεις που αμφισβητούν την εθνική μας κυριαρχία, και παραβάσεις των διεθνών κανόνων που διέπουν την αεροπλοΐα και ναυσιπλοΐα. Η κυβέρνηση Ερντογάν επαναφέρει τις πάγιες αναθεωρητικές αιτιάσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο με ένταση ασυνήθιστη για τα τελευταία χρόνια. Η Τουρκία ουδέποτε εγκατέλειψε τις βλέψεις της στο Αιγαίο. Η προσπάθεια όμως των ισλαμιστών του Ερντογάν να ηγηθούν του μουσουλμανικού κόσμου είχε μετατοπίσει το βάρος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στα ανατολικά της σύνορα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια σχετική ηρεμία στο Αιγαίο τα τελευταία χρόνια. Ένα κλίμα αντιπαλότητας μεν, αλλά σε περιβάλλον χαμηλής και ελεγχόμενης έντασης.

Η αιφνίδια επιδείνωση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι αποτέλεσμα της διεθνούς αστάθειας, των πολλαπλών αδιεξόδων της Τουρκίας, και της δικής μας αδυναμίας.

Η διεθνής αστάθεια και η εσωστρέφεια των κρίσιμων δρώντων του διεθνούς συστήματος έχει αποχαλινώσει την Άγκυρα. Στις ΗΠΑ, η μετ’ εμποδίων συγκρότηση του επιτελείου εθνικής ασφάλειας έχει οδηγήσει σε κενό πολιτικής. Και πάντως, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται πολύ χαμηλά στις προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης. Στην Ευρώπη, ο εκλογικός κύκλος που ανοίγει, αλλά και ο εκτροχιασμός της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, αφήνουν λίγα περιθώρια παρέμβασης και επιρροής. Τέλος, η πολιτική Πούτιν, που επαναφέρει τις σφαίρες επιρροής, και προκρίνει τη βία ή την απειλή χρήσης βίας στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, δημιουργεί πρόσφορο περιβάλλον για την τουρκική συμπεριφορά. Και βρίσκεται στον αντίποδα των πάγιων ελληνικών θέσεων για σεβασμό των κανόνων δικαίου στις διακρατικές σχέσεις.

Η αστάθεια στο εσωτερικό της Τουρκίας τροφοδοτεί, επίσης, την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο Ερντογάν συγκέντρωσε την εξουσία μέσα από διαδοχικές συγκρούσεις. Πρώτα με τους κεμαλιστές, στη συνέχεια με τους γκιουλενιστές. Στο επικείμενο δημοψήφισμα του Απριλίου επιδιώκει να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Η ένταση με την Ελλάδα συσπειρώνει την κοινωνία στο πρόσωπό του και του επιτρέπει να προσεταιριστεί τα ακραία στοιχεία. Από την άλλη πλευρά δίνει στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις μια ευκαιρία αποκατάστασης του γοήτρου τους που έχει πληγεί από τις διαδοχικές εκκαθαρίσεις και τον αναποτελεσματικό διμέτωπο αγώνα κατά του PKK και του ISIS στη Συρία. Η σκλήρυνση της στάσης της Τουρκίας είναι και μια προσπάθεια μπούλινγκ των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού. Αλλά και προειδοποίηση και προτοιμασία κλίματος για το τι θα επακολουθήσει το ναυάγιο των συνομιλιών.

Η απάντηση στηn τουρκική προκλητικότητα δεν μπορεί να είναι λεονταρισμοί για εσωτερική κατανάλωση. Χρειάζεται εθνικό μέτωπο, διπλωματική ενημέρωση συμμάχων και διεθνών θεσμών, και συνετή πολιτική αποτροπής. Τα εθνικά θέματα είναι ένα πεδίο που δεν αντέχει την ελαφρότητα αυτής της κυβέρνησης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Πανηγυρτζήδες

Πανηγυρτζήδες

Πανηγυρίζουν για μία συμφωνία που δεν υπάρχει. Γιατί η αξιολόγηση δεν έκλεισε. Πανηγυρίζουν οι αδιόρθωτοι για την παράταση της εκκρεμότητας. Γι’ αυτό, άλλωστε, έχουν εφεύρει τον ευφημισμό πολιτική συμφωνία που τα σκεπάζει όλα. Η μόνη συμφωνία που φαίνεται ότι υπήρξε αφορά σε δύο πράγματα. Την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Και την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης πίσω από όλες τις κόκκινες γραμμές που είχε θέσει. Συντάξεις, μείωση του αφορολόγητου, νομοθέτηση μέτρων για μετά το 2018, και πλεονάσματα της τάξης του 3,5%. Σε όλα έκαναν πίσω προκειμένου να ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις.

Με άλλα λόγια, μηδέν εις το πηλίκον. Επανάληψη του Φεβρουαρίου 2015. Η παράταση της αβεβαιότητας θα στραγγαλίσει τράπεζες και αγορά. Η επανεκκίνηση της οικονομίας αναβάλλεται, όπως επίσης και η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση. Το υποτροπιάζον ελληνικό πρόβλημα μετατοπίζεται στο ναρκοπέδιο του ευρωπαϊκού εκλογικού κύκλου. Και καθώς θα πλησιάζουμε το καλοκαίρι, που η χώρα πρέπει να καταβάλει δόσεις, θα είμαστε κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο. Και θα δεχτούμε να πάρουμε πολύ χειρότερα μέτρα από αυτά που θα παίρναμε εάν είχαμε κλείσει εγκαίρως την αξιολόγηση. Τους προειδοποίησε, άλλωστε, και ο Χουλιαράκης. Καλύτερα τώρα μία χειρότερη λύση παρά σε πέντε μήνες. Και δεν είναι ο μόνος. Στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν ήδη αρχίσει τα όργανα. Κάποιοι που αρχίζουν να κατανοούν που πατάνε και που βρίσκονται, τη δεινή θέση της χώρας και τις δυσκολίες της διακυβέρνησης, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Ταξιδεύουμε αμέριμνοι, τους εγκαλεί ο Φίλης. Μία άλλη κατηγορία στελεχών, αυτή των μετανοημένων, ομολογεί το λάθος του 2014. Ήταν στρατηγικό λάθος του ΣΥΡΙΖΑ που έριξε την κυβέρνηση Σαμαρά και δεν την άφησε να κλείσει την αξιολόγηση, λένε τώρα. Η δήλωση αυτή εμπεριέχει δύο ομολογίες. Η πρώτη είναι ομολογία σχεδίου εκβίασης πρόωρων εκλογών. Ομολογία ότι η χώρα οδηγήθηκε άκαιρα σε εκλογές στην πιο κρίσιμη, ίσως, φάση της κρίσης. Και αυτό γιατί η αριστερά επεδίωξε την εξουσία θεωρώντας ότι είχε ραντεβού με την ιστορία. Η δεύτερη ομολογία είναι, κατ´ ουσίαν, ομολογία ανετοιμότητας, αν όχι ανικανότητας του ΣΥΡΙΖΑ, να αρθεί στο ύψος των κυβερνητικών και εθνικών απαιτήσεων. Να έχει δηλαδή τον ρεαλισμό, το σχέδιο και τα πρόσωπα για να αντιμετωπίσει τη μεγαλύτερη κρίση της ελληνικής μεταπολεμικής ιστορίας. Με άλλα λόγια, είχαν σχέδιο κατάληψης της εξουσίας, αλλά δεν διέθεταν σχέδιο διάσωσης της χώρας. Τώρα μετανοούν γιατί τόλμησαν το πρώτο, και όσο για το δεύτερο ομολογούν ότι ταξιδεύουν αμέριμνοι.

Υπάρχει και μία άλλη κατηγορία μετανοημένων. Είναι αυτοί που δυσκολεύονται πλέον να συνυπάρξουν στην ανίερη σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που έχει μοναδική συγκολλητική ουσία τη νομή της εξουσίας.

Καλοδεχούμενες και οι ομολογίες και οι μετάνοιες. Απλώς δε φτάνουν. Γιατί η παραμονή τους στην εξουσία βλάπτει σοβαρά τη χώρα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Τα ίδια λάθη

Τα ίδια λάθη

Η κυβέρνηση καθυστέρησε έναν ολόκληρο χρόνο να κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση. Μπήκε σε μια άγονη αντιπαράθεση με εταίρους και δανειστές. Επεδίωξε μια πολιτική λύση χωρίς επιτυχία. Και αφού έφτασαν τα πράγματα στο χείλος του γκρεμού, τώρα τρέχει να την κλείσει όπως όπως. Η όλη διαπραγμάτευση θυμίζει μέρες του 2015. Η κυβέρνηση για άλλη μια φορά έκανε λάθος εκτιμήσεις. Εκτιμούσε ότι οι διεθνείς συσχετισμοί αναδιαμορφώνονται υπέρ μας όταν στην πραγματικότητα επιδεινώνονται για τη χώρα μας. Οι όψιμοι υποστηρικτές της, οι ευρωσοσιαλιστές, βρίσκονται σε αποδρομή. Στη Γαλλία, στην Ιταλία και αλλού. Η αλλαγή ηγεσίας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν εγγυάται τις σταθεροποιητικές και πυροσβεστικές παρεμβάσεις του παρελθόντος. Η κυβέρνηση επιδίωξε την έξοδο του ΔΝΤ από το πρόγραμμα ποντάροντας μάλιστα στις διαφωνίες ΔΝΤ και Ευρωπαίων. Και οι μεν διαφωνίες γεφυρώθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες, και το ΔΝΤ μένει στο πρόγραμμα. Κυρίως γιατί το ζητούν, καλώς ή κακώς, οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ως απαραίτητη εγγύηση. Έκαναν λάθος στην εκτίμηση ότι η έναρξη ενός εκλογικού κύκλου στην Ευρώπη, σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία, θα οδηγούσε τους εταίρους και δανειστές σε υποχωρήσεις. Το αντίθετο συνέβη. Οι εγκέφαλοι αυτής της στρατηγικἠς εμφανίζονται τώρα υπέρμαχοι της παράτασης της εκκρεμότητας. Ώστε η διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της αξιολόγησης να μεταφερθεί στο μέσον του ευρωπαϊκού εκλογικού κύκλου. Και τα διαπραγματευτικά μας όπλα, εξ αυτού του λόγου, να είναι ισχυρότερα. Ένα game of chicken δηλαδή, όπως το 2015.

Και στο εσωτερικό, όμως, έχασαν τη μάχη των εντυπώσεων. Ουδείς, πλέον, παραμυθιάζεται από την τακτική της δήθεν σκληρής διαπραγμάτευσης. Ακόμη χειρότερα, όλοι προεξοφλούν ότι το κλείσιμο της διαπραγμάτευσης ΣΥΡΙΖΑ θα σημάνει νέα εξοντωτικά μέτρα. Οι κόκκινες γραμμές, ήδη, πέφτουν σαν τραπουλόχαρτα. Όπως το αφορολόγητο και η προνομοθέτηση μέτρων 3,6 δις. Ακόμη και ο Φίλης τους κατηγορεί ότι καμιά από τις εκτιμήσεις τους για την αξιολόγηση δεν επιβεβαιώθηκε, και ότι ταξιδεύουνε αμέριμνοι.

Εν τω μεταξύ, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν πάρει την ανηφόρα. Δηλαδή οι κερδοσκόποι οργιάζουν εις βάρος της χώρας. Τις τελευταίες 45 ημέρες είχαμε εκροή 2,5 δις από τις ελληνικές τράπεζες, παρά τα capital controls. Το Grexit ξαναμπήκε στο τραπέζι. Και η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση απομακρύνθηκε.

Η κυβέρνηση, και δυστυχώς η χώρα, είναι και πάλι στη γωνία χωρίς επιλογές. Καθυστέρησε, επιδείνωσε τη θέση της, και το ελληνικό πρόβλημα υποτροπίασε. Με αποτἐλεσμα να αρχίσει η διακίνηση διαφόρων απονενοημένων σεναρίων περί νέου δημοψηφίσματος και δραχμής. Που τα τεστάρουν διάφοροι μαξιμιλιανοί. Επειδή, όμως, ο πρωθυπουργός έχει ένστικτο πολιτικής αυτοσυντήρησης θα κλείσει τη διαπραγμάτευση ἐστω και με κόστος. Γιατί κατανοεί ότι στις δημοκρατίες μπορεί να μην υπάρχουν γουναράδικα, αλλά υπάρχουν γουνάκια.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ανήκουμε στην Ευρώπη

Ανήκουμε στην Ευρώπη

H θέση της Ελλάδας είναι στον πυρήνα της Ευρώπης και την ευρωζώνη, διακήρυξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Βερολίνο. Ήταν ο επανακαθορισμός της ιστορικά δικαιωμένης επιλογής της ΝΔ και του ιδρυτή της. Έχει, όμως, τη δική του βαρύτητα γιατί γίνεται ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές σε μία εποχή που το ευρωπαϊκό εγχείρημα διέρχεται την κρίση της μέσης ηλικίας. Σε μία εποχή που οι σειρήνες του λαϊκισμού, του ευρωσκεπτικισμού, και των άκρων απειλούν να εκτροχιάσουν την Ενωμένη Ευρώπη. Την ίδια στιγμή που στο εσωτερικό της χώρας οι δυνάμεις της ανευθυνότητας και της οπισθοδρόμησης ερωτοτροπούν με το Grexit και την καταστροφική απομόνωση της Ελλάδας. Η επαναχάραξη και επαναβεβαίωση της ευρωπαϊκής θέσης της χώρας δεν είναι ούτε απλή υπόθεση, ούτε αυτονόητη. Γιατί η κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να αποσείσει τις ευθύνες της και να κρύψει την ανεπάρκειά της, έχει επιδοθεί στη δαιμονοποίηση εταίρων και συμμάχων. Οι συνέπειες αυτής της πολιτικής αποτυπώνονται στις δημοσκοπήσεις. Το ευρωπαϊκό όραμα ξεθωριάζει και ο ευρωσκεπτικισμός ανεβαίνει. Δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για επικίνδυνες περιπλανήσεις εκτός Ευρώπης. Μας είχε, άλλωστε, προϊδεάσει ο Πρωθυπουργός όταν από την Αγία Πετρούπολη δήλωνε ότι δεν φοβάται να ανοιχθεί σε καινούργιες θάλασσες και να φθάσει σε νέα ασφαλή λιμάνια.

Μετά από πολλά χρόνια ξαναβγαίνουν από τα χρονοντούλαπα της ιστορίας οι σκελετοί του ευρωσκεπτικισμού και του αντιδυτικισμού. Απέναντι στην πολιτική της απομόνωσης, ο Καραμανλής, τότε, είχε αντιτάξει το ανήκομεν εις την Δύσιν. Πολιτικά, αμυντικά, οικονομικά, και πολιτιστικά, όπως είχε τονίσει από το βήμα της Βουλής. Λέγοντας, ότι η ένταξη στην ΕΟΚ θα κατοχυρώσει τη δημοκρατία, θα ενισχύσει την ασφάλεια, και θα επιταχύνει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Ο βολουνταρισμός του Καραμανλή και η ιστορική δικαίωση της επιλογής του έσυρε τελικά και τα άλλα κόμματα στην αποδοχή της. Δημιουργώντας ένα πολιτικό consensus. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική του ρηγματώνει αυτό το consensus.

Για τον λόγο αυτό, το ανήκουμε στην Ευρώπη του Μητσοτάκη ήταν μία εμφατική και εθνικά χρήσιμη επαναδιατύπωση της ευρωπαϊκής στρατηγικής της χώρας.

Γιατί, όπως δήλωσε ο Τζάστιν Τριντὀ στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, η ΕΕ είναι ένας ζωτικής σημασίας παίκτης στην αντιμετώπιση των προκλήσεων που βρίσκονται συλλογικά ενώπιόν μας ως διεθνούς κοινότητας. Ο κόσμος επωφελείται από μία ισχυρή Ευρωπαϊκή Ένωση.

Απλές και αυτονόητες αλήθειες από τον πρωθυπουργό του Καναδά που έσπευσε να υπογράψει εμπορική συμφωνία (CETA) με την ΕΕ. Αποστασιοποιούμενος από τις πολιτικές Τραμπ και τα Brexit. Αλήθειες, όμως, που δεν είναι τόσο αυτονόητες στον τόπο μας. Γι αυτό και είναι εθνικά χρήσιμο όταν διατυπώνονται χωρίς περιστροφές.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Παράπονο

Παράπονο

Τον τελευταίο καιρό διατυπώνεται μία κριτική προς τη ΝΔ από στελέχη της ελάσσονος αντιπολίτευσης, και κυρίως του ΠΑΣΟΚ. Επικρίνεται η ΝΔ γιατί στοχεύει στην αυτοδυναμία. Γιατί στοχεύει, δηλαδή, στην εκλογική επικράτηση στις επικείμενες εκλογές. Η κριτική αυτή συνδέεται με μία υποβόσκουσα κατηγορία για αλαζονεία και μια αιχμή, εν είδει προειδοποίησης, για τις μετεκλογικές εξελίξεις. Στην ουσία υποκρύπτει ένα παράπονο. Ότι το ΠΑΣΟΚ φορτώθηκε το βάρος των ευθυνών για την κρίση. Οι ευθύνες αυτές αποδόθηκαν πολιτικά από τους πολίτες και οδήγησαν στην συρρίκνωσή του. Και έχουν να κάνουν κυρίως με δύο στοιχεία. Τον λαϊκισμό της δεκαετίας του ᾽80 και το μοντέλο παρασιτικής κατανάλωσης και ευημερίας με δανεικά. Το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε ένα χρέος που το 2003 άγγιζε ήδη το 100% (98% για την ακρίβεια) ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το δεύτερο είναι γιατί εξεβίασε εκλογές το 2009 με μοχλό την εκλογή ΠτΔ και με σύνθημα ότι λεφτά υπάρχουν. Και όταν κέρδισε τις εκλογές καθυστέρησε πολλούς μήνες να πάρει μέτρα και τελικά παρέδωσε τη χώρα αμαχητί στη διεθνή επιτροπεία. Αυτό δεν σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ δεν έχει και θετική συνεισφορά στην ιστορική διαδρομή της μεταπολίτευσης ή ότι η ΝΔ δεν έχει τις ευθύνες που της αναλογούν. Αυτά όμως κρίθηκαν από τους πολίτες, αποτυπώθηκαν σε εκλογικές αναμετρήσεις και θα απασχολήσουν τον ιστορικό του μέλλοντος.

Το γεγονός ότι, σήμερα, η ΝΔ επιδιώκει μία αποφασιστική νίκη απέναντι στις δυνάμεις της οπισθοδρόμησης, δηλαδή της σημερινής κυβέρνησης, είναι απολύτως θεμιτός και, εν προκειμένω, λυτρωτικός στόχος. Αυτό δεν αποκλείει κυβερνήσεις συνεργασίας. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να βγεί η χώρα από την κρίση. Ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας, όμως, είναι μακροβιότερες και αποτελεσματικότερες όταν στηρίζονται σε προγραμματικές συγκλίσεις και συναινέσεις, παρά σε αριθμητικές ανάγκες και εκβιασμούς. Γιατί η ανάγκη πολλές φορές καταλήγει σε τερατογενέσεις, όπως το σημερινό κυβερνητικό σχήμα.

Η σύγκλιση των ευρωπαϊκών μεταρρυθμιστικών δυνάμεων σε ένα πρόγραμμα εθνικής ανασυγκρότησης είναι μονόδρομος. Και σ᾽αυτή τη σύγκλιση η ΝΔ θα είναι ο κύριος πόλος. Με ή χωρίς αυτοδυναμία. Γιατί αυτή φαίνεται να είναι η πρόθεση των πολιτών όπως αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις.

Αυτό που είναι δυσεξήγητο είναι η πολιτική των ίσων αποστάσεων, που φαίνεται να υιοθετεί η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. Γιατί έρχεται μετά τη μεγάλη προσπάθεια της συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ να βγάλει τη χώρα από την κρίση. Που θα είχε στεφθεί με επιτυχία αν δεν είχε ανατραπεί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Και γιατί έρχεται μετά την καταστροφική διετή διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι δυσεξήγητη η πολιτική ίσων αποστάσεων ανάμεσα σε σωτήρες και ολετήρες. Όσο και αν βασίζεται σε ένα παράπονο.

protothema.gr

Τα παιδιά με τα σπίρτα

Τα παιδιά με τα σπίρτα

Μία διαπραγμάτευση που θα μπορούσε να κλείσει πριν από μήνες σέρνεται για καιρό. Η κυβέρνηση αυτή ποτέ δεν κατάλαβε ότι ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος της χώρας. Γιατί όσο η αξιολόγηση δεν κλείνει, οι συνθήκες στην οικονομία επιδεινώνονται, η αγορά κινδυνεύει με ασφυξία, και το τραπεζικό σύστημα αποσταθεροποιείται εκ νέου. Η αβεβαιότητα οδηγεί σε εκροή καταθέσεων και οι λιγοστοί επενδυτές που έχουν απομείνει το βάζουν στα πόδια.

Η κυβέρνηση αυτή δεν κατανοεί τους διεθνείς συσχετισμούς. Ονειρεύεται κυκλωτικές κινήσεις στους Γερμανούς, με τους ευρωσοσιαλιστές και την Κομισιόν, και εκδίωξη του ΔΝΤ. Όταν και ένα μικρό παιδί καταλαβαίνει, πια, ότι όλοι αυτοί λένε μία γνώμη και στο τέλος αποφασίζουν οι Γερμανοί. Στη σημερινή Ευρώπη τουλάχιστον. Δεν καταλαβαίνουν ότι ο κόσμος και οι διεθνείς συσχετισμοί αλλάζουν εις βάρος μας. Ο Ομπάμα αποτελεί παρελθόν, το ίδιο και οι πυροσβεστικές παρεμβάσεις του. Αντ᾽αυτών ο υποψήφιος πρέσβης του Τραμπ στην ΕΕ μιλάει για Grexit. Ενώ, για τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα αποτελεί απαραίτητη εγγύηση.

Η κυβέρνηση αυτή δεν κατανοεί ότι δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική διαπραγμάτευση. Η πολιτική διαπραγμάτευση για τους εταίρους και δανειστές ολοκληρώθηκε με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Το μόνο που υπάρχει τώρα είναι η υλοποίηση των δεσμεύσεων. Και την υλοποίηση των δεσμεύσεων την παρακολουθούν οι θεσμοί. Που αξιολογούν και την πορεία του προγράμματος. Συνεπώς, δεν υπάρχει πολιτική διαπραγμάτευση. Πόσο μάλλον, όταν το αίτημα προέρχεται από μία κυβέρνηση που δεν πιστεύει στις μεταρρυθμίσεις, κωλυσιεργεί στην υλοποίηση των συμφωνηθέντων, γενικώς σέρνεται, και με κάθε ευκαιρία καθυβρίζει τους δανειστές. Αυτούς, από τους οποίους, μετά, ζητάει πολιτική διαπραγμάτευση. Δηλαδή να της χαριστούνε.

Μία κυβέρνηση, λοιπόν, που αφήνει τον χρόνο να περνάει, τους συσχετισμούς να επιδεινώνονται, και τις ελπίδες για πολιτική διαπραγμάτευση να εξανεμίζονται καταλήγει στην γωνία χωρίς επιλογές. Τί της απομένει; Η κωλοτούμπα. Την προανήγγειλαν ήδη. Στέλνουν αντιπρόταση με μερική προληπτική νομοθέτηση μέτρων. Αφού κατάπιανε την καταπάτηση του θέματος δημοκρατικής αρχής για νομοθέτηση προληπτικών μέτρων και μπήκαν στο πάρε δώσε θα το πιούν το ποτήρι μέχρι τέλους. Γι αυτό και άρχισαν, ήδη, την επικοινωνιακή διαχείριση της κωλοτούμπας. Με την έντεχνη καλλιέργεια αβεβαιότητας και φόβου. Βγαίνουν ένα ένα τα στελέχη τους και μιλάνε ο ένας για δραχμή, ο δεύτερος για δημοψήφισμα, ο τρίτος για εκλογές. Σύγχυση, αβεβαιότητα και φόβος. Με τον τρόπο αυτό η κωλοτούμπα θα έλθει ως ανακούφιση. Μόνο που τα επικοινωνιακά τερτίπια διαρκούν μέχρι τον πρώτο λογαριασμό. Άσε που παίζοντας με τη φωτιά στο τέλος κινδυνεύουν να κάψουν τη χώρα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το τέλος της ευρωπαϊκής Τουρκίας

Το τέλος της ευρωπαϊκής Τουρκίας

Στο μακρινό Ελσίνκι, στις αρχές του αιώνα, σηματοδοτήθηκε η απαρχή της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Ήταν η εποχή που η Αμερική επεδίωκε την πλήρη ενσωμάτωση της Τουρκίας στους δυτικούς θεσμούς. Η Τουρκία είχε χαρακτηριστεί χώρα-κλειδί για την προώθηση των δυτικών συμφερόντων στην Κεντρική Ασία και στη Μέση Ανατολή. Και μια ευρωπαϊκή και δημοκρατική Τουρκία θα αποτελούσε εξαγώγιμο μοντέλο για τις χώρες της Μέσης Ανατολής.

Οι ευρωπαϊκές χώρες συναίνεσαν, τελικά, στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας με πολλές αναστολές. Πού οδήγησαν και σε μια μακρά υπαρξιακή συζήτηση στην Ευρώπη, γύρω από τα κριτήρια που ορίζουν μια χώρα ως ευρωπαϊκή (γεωγραφικά, πολιτισμικά, πολιτικά). Η μεγάλη απόκλιση της Τουρκίας από το ευρωπαϊκό κεκτημένο παρέπεμπε την τελική ένταξη στις καλένδες. Η Τουρκία θα παρέμενε στον ευρωπαϊκό προθάλαμο, για πολλά χρόνια. Κάτι που διασφάλιζε τα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά συμφέροντα της Δύσης.

Από την άλλη πλευρά, οι ισλαμιστές του Ερντογάν έγιναν υπέρμαχοι της ευρωπαϊκής προοπτικής για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος αφορούσε τη διεύρυνση των ελευθεριών στην Τουρκία. Και δια μέσου αυτών της αποδόμησης του στρατοκρατικού κεμαλικού κατεστημένου. Ο δεύτερος ήταν οικονομικός. Η ευρωπαϊκή προοπτική σήμαινε πολιτική σταθερότητα, που ήταν αναγκαία προϋπόθεση για ξένες και εγχώριες επενδύσεις. Οι επενδύσεις έφεραν οικονομική ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας, και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στη Τουρκία. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την πολιτική επικράτηση του Ερντογάν.

Όταν η πολιτική ηγεμονία του Ερντογάν επιτεύχθηκε, η ευρωπαϊκή πορεία εκτροχιάστηκε. Κάτω από το βάρος μίας ισλαμικής ατζέντας διανθισμένης από δόσεις αντισημιτισμού και αντιαμερικανισμού.

Για την Ελλάδα μια ευρωπαϊκή Τουρκία θα σήμαινε μια δημοκρατική και λιγότερο επιθετική Τουρκία. Ότι η Τουρκία θα αποδεχόταν άμεσα και έμπρακτα τις διεθνείς συνθήκες, το διεθνές δίκαιο, το απαραβίαστο των συνόρων. Θα αποκήρυσσε τη χρήση ή την απειλή χρήσης βίας στις σχέσεις της με άλλα κράτη, και ιδιαίτερα με ένα κράτος της ευρωπαϊκής ένωσης, όπως η Ελλάδα. Για μεγάλο διάστημα η εξωτερική μας πολιτική βασίστηκε στην παραδοχή ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας οδηγούσε στην άμεση αναγωγή των ελληνοτουρκικών σε ευρωτουρκικές σχέσεις. Κάποιοι υποστηρίξαμε τότε, ότι η ευρωπαϊκή προοπτική δεν μετέτρεπε αυτομάτως την Τουρκία σε ευρωπαϊκή χώρα ούτε τις τουρκικές αιτιάσεις σε ευρωτουρκικές διαφορές. Γιατί, στην πραγματικότητα, η ευρωπαϊκή προοπτική δεν αποτέλεσε ποτέ μοναδικό στρατηγικό στόχο και όραμα της Τουρκίας. Ήταν απλώς μια εργαλειακή πολιτική που εντασσόταν στη μακρά και επίπονη μετεξέλιξη της Τουρκίας. Η έκβαση αυτής της μετεξέλιξης είναι στην αντίθετη κατεύθυνση από την Ευρώπη. Η σημερινή Τουρκία του Ερντογάν είναι μια περισσότερο ισλαμική και αυταρχική και λιγότερο δημοκρατική και ευρωπαϊκή χώρα. Αυτή η εξέλιξη καθιστά τη διατήρηση της αποτρεπτικής αξιοπιστίας της χώρας μείζονα εθνική αναγκαιότητα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”