9η μέρα πολέμου στην Ουκρανία – συνέντευξη στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ

9η μέρα πολέμου στην Ουκρανία – συνέντευξη στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ

Η δυσανάλογη κλιμάκωση του Πούτιν στην Ουκρανία έφερε τα αντίθετα γι’ αυτόν αποτελέσματα. Η Δϋση συσπειρώνεται, η Αμερική ενισχύει την παρουσία της στην Ευρώπη, το ΝΑΤΟ επαναβεβαιώνει τον λόγ ύπαρξής του.

Μερκελισμός

Μερκελισμός

Η θητεία της σημαδεύτηκε από κρίσεις που θα μπορούσαν να αποβούν καταστροφικές για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αλλά και τη Γερμανία την ίδια. Τις διαχειρίστηκε σε ένα επίπεδο διατήρησης ισορροπιών αλλά δεν τις μετέτρεψε σε στρατηγικές ευκαιρίες.

Transatlantic Relations After AUKUS

Transatlantic Relations After AUKUS

AUKUS was an agreement high on symbolism but low on substance.

It symbolised the continuity of the “Pivot to Asia” policy through three successive Presidencies, from Obama, to Trump, to Biden. In terms of strategic substance, however, it did not add much to existent collective security arrangements. The US and Australia were already formally bound together, along with New Zealand in a tripartite collective defense agreement (ANZUS). The signatories of AUKUS are also members of other security arrangements, such as the “Five Eyes” agreement on sharing intelligence, that includes Canada and New Zealand.

Furthermore, AUKUS is not an alliance in the strict sense of the term, in that it does not include a collective defence commitment like NATO’s Article 5does. Accordingly, it does not provide for automatic collective action in the event, let us say, of a Chinese provocation in Taiwan. All this may have amounted, in strategic terms, to a storm in a teacup, if the Biden administration had not infuriated the French and annoyed the Europeans with the way it handled the whole issue.

The French were infuriated because the largest arms export deal in French history (roughly 56 billion euros) was “stolen” from them, and to add insult to injury to Macron, it happened less than a year from the French elections. The deal was struck in secrecy, with the Americans and the Australians failing to inform the French that they were involved in parallel negotiations. This is not supposed to happen among allies and friends, and the French struck back accusing the parties involved of lies, duplicity, and a major breach of trust. The agreement was also a real blow to France’s Indo-Pacific strategy, meticulously developed over the last several years, along the Paris-New Delhi-Canberra axis.

Finally, there was the ghost of Nassau. The French felt, once again in their history, slighted by the Anglo-Saxons. In December 1962, it was the Kennedy administration that tried to appease the Macmillan government over the cancellation of the Skybolt missile project that was supposed to provide the basis of the UK’s independent nuclear deterrence. In order to appease the British, the Kennedy administration conceded to provide them with the Polaris missiles that represented a much more technologically advanced missile system. De Gaulle became outraged over the special treatment of the British by the Americans and the fact that a similar deal wasn’t extended to the French. He castigated this “Anglo-Saxon collusion” and, months later, blocked Britain’s entry into the EEC. It would be the beginning of de Gaulle’s independent foreign policy. The force de frappe, the “all azimuth strategy”, and the eventual French withdrawal from NATO’s military structure would become de Gaulle’s heretical actions within the Western camp during the apex of the Cold War.

The AUKUS agreement felt like déjà vu to the French political elite. It was no accident that the French opposition revived the Gaullist rhetoric, while the official French communiqué talked about “the need to raise loud and clear the issue of European strategic autonomy”.
If the French felt betrayed by AUKUS, the Europeans felt that the honeymoon between the European Union and the Biden administration came to an abrupt end. First, it was America’s hasty withdrawal from Afghanistan that did not give the Europeans enough time to withdraw their own people. Second, it was the troubling aspect of AUKUS that included Britain at the expense of a European member state, giving Brexiters the pretext to boast that they have delivered on their promises on a post-Brexit “Global Britain”.

AUKUS reminded Europeans that Europe’s geopolitical significance to American policymakers has declined after the dissolution of the Soviet Union and the rise of China. More importantly, it was a sad reminder that Europe is not viewed by the US as a global power with whom America needs to deepen cooperation to face common challenges.

Suddenly, Europeans realised that Trump might be gone, but his policies remain, and Biden’s comforting words on the value of transatlantic ties did not amount to much more than words. It is no coincidence that besides the offended French, the Germans, the staunchest transatlanticists of the continent, argued that AUKUS “ought to be a wake-up call for all Europeans”.

No one in Europe would argue against America’s urgent priority to focus on China’s rise and the need to deal with the challenges of China’s global agenda. The “Pivot to Asia”, however, together with the American withdrawal from other regions, send the wrong signals to other revisionist authoritarian powers such as Russia. They signal that America is receding from its role as a global hegemon, abdicating its global responsibilities. Furthermore, while America may be pivoting to Asia, China is pivoting everywhere, as its globally ambitious “Belt and Road” strategy suggests. Whereas China is emerging as a global power, America is perceived to be posturing as a regional Pacific power.

The United States needs to address the rising Chinese challenge across the globe and in every relevant policy area. In this effort, “Pivoting to Asia” will not suffice. To effectively meet the Chinese challenge, America will need to resume its global reach. Doing so will require the cooperation of the European Union, and the unity of the Transatlantic Alliance. A united West “Pivoting to Eurasia” is a much more geopolitically sensible strategy to effectively counter China’s growing challenge.

New Perspectives on the Greek Revolution

New Perspectives on the Greek Revolution

Η Έδρα Ελληνικών Σπουδών «Γεώργιος Σεφέρης» του Πανεπιστημίου Harvard και η Έδρα Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» της Σχολής Fletcher του Πανεπιστημίου Tufts τιμούν την 200ή επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης με τη διοργάνωση του διήμερου διεθνούς συνεδρίου με τίτλο “New Perspectives on the Greek Revolution”.
Το συνέδριο θα πραγματοποιηθεί στις 24-25 Σεπτεμβρίου 2021.
Διακεκριμένοι επιστήμονες σε διάφορα ερευνητικά πεδία θα προσεγγίσουν το σημαντικό αυτό γεγονός της ευρωπαϊκής ιστορίας από συγκριτικές και διαχρονικές οπτικές. Έμφαση θα δοθεί στις ευρύτερες ιδεολογικές, πολιτιστικές, πολιτικές και κοινωνικοοικονομικές διαστάσεις του Ελληνικού αγώνα της Ανεξαρτησίας, καθώς και στην πρόσληψή του σε μεταγενέστερες περιόδους.
Το Συνέδριο θα προλογίσουν ο Έλληνας Πρόξενος στη Βοστώνη, Στράτος Ευθυμίου, και οι καθηγητές στις έδρες Καραμανλή και Σεφέρη, Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος και Παναγιώτης Ροϊλός αντίστοιχα. Θα μιλήσουν οι καθηγητές: Mark Beissinger, Alan Herinkson, Κώστας Δουζίνας, Patrice Higonnet, Χριστίνα Κουλούρη, Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Κωνσταντίνα Μπότσιου, Νίκος Αλιβιζάτος, Σοφία Λαΐου, Αλέξανδρος Κύρου, Δημήτρης Καιρίδης, Ελίζαμπεθ Προδρόμου, Σπυρίδων Βλαχόπουλος, Κώστας Λάβδας, Ευάγγελος Πρόντζας, Κώστας Κωστής, Γιώργος Αλογοσκούφης και Πέτρος Βαμβακάς.
Για το αναλυτικό πρόγραμμα του Συνεδρίου επισκεφθείτε τις ιστοσελίδες: tinyurl.com/harvard-classics-events , tinyurl.com/karamanlis-events.
Για να παρακολουθήσετε ηλεκτρονικά το Συνέδριο μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα: tinyurl.com/greek-revolution.

Το σχολείο του 21ου αιώνα θα διαδραματίσει σύνθετο και απαιτητικό ρόλο

Το σχολείο του 21ου αιώνα θα διαδραματίσει σύνθετο και απαιτητικό ρόλο

Αυτές τις ημέρες ολοκληρώνονται οι πανελλαδικές εξετάσεις των απόφοιτων των Λυκείων για εισαγωγή στα ΑΕΙ. Εξετάσεις (όπως και του 2020) που έχουν επηρεαστεί και από τα προβλήματα που δημιούργησε η πανδημία. Επιπλέον, για τους απόφοιτους του 2021 οι όροι εισαγωγής στα ΑΕΙ άλλαξαν μόλις τον Φεβρουάριο, ενώ πάγια πολιτική στο παρελθόν αποτελούσε οι όποιες αλλαγές στο σύστημα εισαγωγής να ισχύουν από την εισαγωγική τάξη του Λυκείου.

Το νέο σύστημα επιχειρεί να βάλει φραγμό στην είσοδο υποψηφίων στα ΑΕΙ με πολύ χαμηλή επίδοση, ακόμη και με 4 στα 20.  Επί ΣΥΡΙΖΑ οι μαθητές προάγονταν στο Λύκειο με Γ.Μ.Ο. 9,5. Μετά τη«διόρθωση»  προάγονται τώρα με 10, ενώ οι μαθητές στο Γυμνάσιο προάγονται με Μ.Ο. τουλάχιστον 13! Το πρόβλημα, όμως , της ποιοτικής αναβάθμισης ενός Λυκείου ήσσονος προσπάθειας, απαιτεί μια ευρύτερη και ολιστική μεταρρύθμιση.

Την περίοδο 2012-2014 δημιουργήσαμε ένα εξορθολογισμένο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ παράλληλα με ευρείες αλλαγές στο Λύκειο με στόχο τη βελτίωση των μαθησιακών αποτελεσμάτων: Καθιερώσαμε για πρώτη φορά  την Τράπεζα Θεμάτων για την εξάντληση της διδακτέας ύλης  από τους καθηγητές σε όλη την επικράτεια και την αποφυγή δημιουργίας μαθησιακών κενών στους μαθητές. Καθιερώσαμε τη βάση του 10 στη Γλώσσα και τα Μαθηματικά για την προαγωγή των μαθητών. Καθιερώσαμε κατευθύνσεις στις Β΄ και Γ΄ τάξεις. Αυξήσαμε τις ώρες διδασκαλίας για τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, και ενισχύσαμε τα μαθήματα Γενικής Παιδείας. Καθιερώσαμε τον υπολογισμό των βαθμολογιών όλων των τάξεων  (με συγκεκριμένο εξορθολογισμό αντικειμενικότητας) για την εισαγωγή  στην Ανώτατη εκπαίδευση. Καθιερώσαμε σύστημα ουσιαστικής αξιολόγησης παντού κ.ά. Τα περισσότερα από αυτά γκρεμίστηκαν από τις επόμενες αντιμεταρρυθμίσεις του ΣΥΡΙΖΑ.

Το σχολείο, όμως, του 21ου αιώνα καλείται να διαδραματίσει τον πιο σύνθετο και απαιτητικό ρόλο που είχε ποτέ και  η ευελιξία και προσαρμογή του  στις νέες πραγματικές συνθήκες και απαιτήσεις είναι θέμα ατομικής προόδου και εθνικής επιβίωσης. Απαιτείται εθνικός σχεδιασμός για να αντιμετωπιστούν οι χρονίζουσες αγκυλώσεις και στρεβλώσεις του εκπαιδευτικού μας συστήματος.  Και είναι εθνικά αναγκαία, όσο ποτέ, η υπέρβαση των κομματικών και συνδικαλιστικών αγκυλώσεων και η δημιουργία πολιτικής συναίνεσης σε βασικές πολιτικές στον χώρο της παιδείας. Εύχομαι κάθε επιτυχία στους εξεταζόμενους.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο portal: www.anatropinews.gr στις 24-06-2021

Ένα νέο Ατλαντικό Σύμφωνο

Ένα νέο Ατλαντικό Σύμφωνο

Η περιοδεία Μπάιντεν στην Ευρώπη εντάσσεται σε μια σειρά κινήσεων της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και τη βελτίωση του κλίματος στις σχέσεις Ευρώπης – Αμερικής.

Ο ευρωατλαντικός χώρος, όμως, έχει υποστεί βαθιές και δομικές αλλαγές. Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, και την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ευρώπη δεν έχει την ίδια γεωπολιτική σημασία για τις ΗΠΑ. Η Ρωσία είναι μια μεγάλη δύναμη αλλά δεν συνιστά απειλή του ίδιου μεγέθους. Το γεωπολιτικό ενδιαφέρον των ΗΠΑ έχει στραφεί αμετάκλητα προς την Ασία και την πλανητική πρόκληση της Κίνας. Το μειούμενο ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Ευρώπη προκύπτει και από μια σειρά από άλλους παράγοντες. Στο κατεστημένο της αμερικανικής διπλωματίας, οι «ατλαντιστές», που κυριάρχησαν στην περίοδο του ψυχρού πολέμου, είναι πλέον σε υποχώρηση. Τα ηνία, σταδιακά, περνούν στους «ασιάτες». Η μετανάστευση από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ έχει μειωθεί σημαντικά. Συνακόλουθα, έχει μειωθεί δραματικά και το ενδιαφέρον για τις ευρωπαϊκές σπουδές στα αμερικανικά πανεπιστήμια.

Από την άλλη πλευρά, εξίσου σημαντικές είναι οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον ευρωπαϊκό χώρο. Ο ευρωπαίος εταίρος των ΗΠΑ δεν είναι πλέον το δυτικό κομμάτι της διχοτομημένης Ευρώπης του ψυχρού πολέμου. Είναι η ενωμένη Ευρώπη από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως ενιαίος δρών, είναι πληθυσμιακά, οικονομικά, και σε ήπια ισχύ, σχεδόν ισοδύναμη με τις ΗΠΑ. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ευρώπη σήμερα, διακηρύσσει την μετάβαση από την “στρατηγική εξάρτηση» από τις ΗΠΑ στην «στρατηγική αυτονομία».

Ευρώπη και Αμερική, όμως, εξακολουθούν να συνδέονται με κοινές αξίες και κοινά συμφέροντα, ενώ αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις και απειλές. Ο ενωμένος ευρωαμερικανικός χώρος αριθμεί το ένα δις του παγκόσμιου πληθυσμού, το 1/3 του παγκοσμίου εμπορίου, το 1/3 του παγκόσμιου ΑΕΠ, και το 60% των παγκοσμίων ξένων επενδύσεων. Η Δύση, ενωμένη, παραμένει κυρίαρχη στο πλανητικό σύστημα. Αντίθετα, η αποσύνδεση (decoupling) των δυο πλευρών του Ατλαντικού θα σημάνει μια απομονωμένη και αποδυναμωμένη Αμερική και μια ευάλωτη Ευρώπη.

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της Κίνας, της κλιματικής αλλαγής, των πανδημιών, του μεταναστευτικού, της τρομοκρατίας, της τεχνολογικής επανάστασης και της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, προϋποθέτουν την αρραγή ενότητα του ευρωατλαντικού χώρου.

Για να αντιμετωπιστούν οι νέες αυτές προκλήσεις και οι δομικές αλλαγές στον ευρωατλαντικό χώρο δεν αρκεί μια απλή επανεκκίνηση. Χρειάζεται ένα νέο Ατλαντικό Σύμφωνο, που να αποτυπώνει τα νέα δεδομένα.

Στα θέματα της αντιμετώπισης των πανδημιών και της κλιματικής αλλαγής η συνεργασία θα είναι άμεση και εύκολη. Στα θέματα τεχνολογίας, εμπορίου και κανονισμών τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα. Η σκιά του Τραμπ, αναγκαστικά θα σκληρύνει την στάση της κυβέρνησης Μπάϊντεν στις νέες εμπορικές διαπραγματεύσεις.

Ο τελευταίος άξονας που αφορά τις αμυντικές σχέσεις και την στρατηγική είναι, ίσως, και ο πλέον κρίσιμος. Η νέα στόχευση δεν είναι, πλέον, η διάδοση, αλλά η περιχαράκωση και η διάσωση των δημοκρατιών και η ανάσχεση του αυταρχισμού.

Για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων χρειάζεται μια νέα στρατηγική σχέση. Η «στρατηγική αυτονομία» πρέπει να υπάρχει ως αξιόπιστη ευρωπαϊκή επιλογή αλλά πολιτικά και επιχειρησιακά απαιτεί χρόνο. Άλλωστε οι Ευρωπαίοι δεν οριοθεοτούν την «στρατηγική αυτονομία» αντιθετικά προς τις ΗΠΑ.

Η κυβέρνηση Μπάϊντεν δίνει την ευκαιρία για την στρατηγική αναδιάταξη της διατλαντικής συμμαχίας. Να υπάρξει μια πιο ισότιμη σχέση, και μια νέα κατανομή ρόλων. Οι συνθήκες έχουν ωριμάσει, πλέον, για την μετάβαση από το καθεστώς της «στρατηγικής εξάρτησης» στην διατλαντική «στρατηγική συμπληρωματικότητα».

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ” στη στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ” στις 12-06-2021.