ΝΔ: Μισός αιώνας αδιάλειπτης πολιτικής παρουσίας και προσφοράς

ΝΔ: Μισός αιώνας αδιάλειπτης πολιτικής παρουσίας και προσφοράς

Η ΝΔ κλείνει σε λίγες μέρες 50 χρόνια αδιάλειπτης πολιτικής παρουσίας. Αξιοσημείωτο όχι μόνο για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα, αλλά και τα ευρωπαϊκά. Οι μεγάλες πολιτικές οικογένειες της μεταπολεμικής Ευρώπης υφίστανται τριγμούς. Ιδιαίτερα η Κεντροαριστερά και οι Σοσιαλιστές. Στον τόπο μας η Κεντροαριστερά μοριοποιήθηκε μεταπολιτευτικά τρεις φορές. Αρχικά η Ένωση Κέντρου και στη συνέχεια το ΠΑΣΟΚ που την είχε διαδεχθεί, και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η παγκοσμιοποίηση, η δημοσιονομική προσαρμογή για την ένταξη στην ευρωζώνη, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά και οι πολιτικές της ευρωζώνης αυτές καθαυτές απομάκρυναν τα κεντροαριστερά κόμματα από τη μήτρα της πολιτικής τους. Οι δομικές αυτές αλλαγές ανάγκασαν τα σοσιαλιστικά κόμματα να απομακρυνθούν από την ιδεολογία τους και να υιοθετήσουν πιο «δεξιές πολιτικές». Κατάφεραν έτσι πρόσκαιρες εκλογικές νίκες, αλλά μακροπρόθεσμα διέρρηξαν τους δεσμούς τους με τα κοινωνικά στρώματα που εκπροσωπούσαν. Το κενό στα αριστερά τους καλύφθηκε από δημαγωγικά λαϊκιστικά κόμματα που, ιδιαίτερα στην περίοδο της κρίσης, λεηλάτησαν τον κεντροαριστερό χώρο. Υποσχόμενα παροχές και προνόμια που η οικονομία δεν μπορούσε σε καμιά περίπτωση να υποστηρίξει.
Η ΝΔ, ο κεντροδεξιός χώρος, παρέμεινε διαχρονικά σταθερός. Παρά τις αποχωρήσεις και τη δημιουργία μικρότερων σχημάτων, αλλά και τις εξελίξεις σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Τα τελευταία χρόνια, όμως, η πολιτική πίεση έχει μεταφερθεί στην κεντροδεξιά. Οικονομικές ανισότητες, που διογκώθηκαν από τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές και την αρρύθμιστη παγκοσμιοποίηση, μεταναστευτικά ρεύματα, ένας ακραίος φιλελεύθερος δικαιωματισμός, και ταυτοτικές πολιτικές, δημιουργούν μια κοινωνική δυσανεξία και έναν δημογραφικό πανικό. Τα κεντροδεξιά κόμματα, πληρώνουν τώρα το τίμημα της επιτυχίας τους. Υιοθετώντας λιγότερο παραδοσιακές θέσεις στα κοινωνικά ζητήματα, απειλούνται τώρα από την πλαγιοκόπηση της ακροδεξιάς. Και η στροφή τους σε νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που εκτίναξαν τις ανισότητες, τα φέρνει σε σύγκρουση με τα λαϊκά, εργατικά και αγροτικά στρώματα.
Η ΝΔ άντεξε, μέχρι τώρα, γιατί παραμένει ο μόνος πολιτικός σχηματισμός στον τόπο μας που οι ιδέες του έχουν επικρατήσει διεθνώς, οι στρατηγικές του επιλογές δικαιωθεί, και οι κυβερνητικές θητείες του έχουν θετικό πρόσημο. Παρά τα αναπόφευκτα λάθη, δικαιώθηκε για τις στρατηγικές επιλογές που έκανε για τη χώρα. Και στο διεθνές πεδίο, με το πλέγμα των συμμαχιών και τη κατεύθυνση που έδωσε στη χώρα, αλλά και στο εσωτερικό. Η βασική της στρατηγική επιλογή, η ένταξη στην Ευρώπη, αλλά και ιδεολογία της, ο κοινωνικός φιλελευθερισμός, ανταποκρίθηκαν στα κελεύσματα της εποχής.
Ιδρύθηκε από μια χαρισματική και εξέχουσα ιστορική προσωπικότητα, αλλά δεν έγινε προσωποπαγές κόμμα. Εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο κόμμα με δημοκρατική λειτουργία. Αναδεικνύοντας οκτώ αρχηγούς, μετά τον ιδρυτή της, και πέντε πρωθυπουργούς.
Η ΝΔ συνέθεσε παραδοσιακά δύο ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα. Τον συντηρητισμό και την παράδοση που προέρχεται από το Λαϊκό κόμμα και τον φιλελευθερισμό που προέρχεται από το κόμμα των φιλελευθέρων και τα κόμματα του κεντρώου χώρου. Ο ιδρυτής της κατόρθωσε να καταστήσει την ΕΡΕ, αρχικά, και τη ΝΔ, στη συνέχεια, πλειοψηφικά κόμματα γιατί συνέθεσε τα δύο. Ενσωμάτωσε με επιτυχία τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης σε ένα πλαίσιο ορθολογικών δημοκρατικών θεσμών και δομών με προοδευτικό πρόσημο. Γεφυρώνοντας το μεταρρυθμιστικό πρόταγμα με τα συντηρητικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Και συνδυάζοντας την ελευθερία με την κοινωνική δικαιοσύνη.
Όποτε η ΝΔ έχασε την ισορροπία της γέρνοντας προς τη μια ή την άλλη πολιτική κατεύθυνση έχασε και μέρος της δύναμής της, πολιτικής και εκλογικής. Η επίτευξη της πολιτικής και ιδεολογικής σύνθεσης και ισορροπίας είναι σήμερα πιο δύσκολη αλλά και πιο αναγκαία από ποτέ. Σε οικονομικό, κοινωνικό, και γεωπολιτικό επίπεδο οι εξελίξεις είναι κατακλυσμικές. Είμαστε σε ένα περιβάλλον ανάλογο της εποχής του μεσοπολέμου. Οι παραδοσιακές κοινωνικές αξίες βάλλονται, η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική επανάσταση φέρνουν δραματικές αλλαγές στο χώρο της παραγωγής, και στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Ο πλούτος συσσωρεύεται σε λίγα χέρια ενώ διογκώνονται τα στρώματα των μη προνομιούχων. Η κοινωνική δυσανεξία εντείνεται από τα ανεξέλεγκτα μεταναστευτικά ρεύματα, που έχουν πλέον πολλαπλά αίτια. Την οικονομική μετανάστευση, τη μετανάστευση που οφείλεται σε πολεμικές συρράξεις, εμφύλιες συγκρούσεις αλλά και την κλιματική αλλαγή. Οι κοινωνίες απειλούμενες γίνονται ευάλωτες στις σειρήνες του λαϊκισμού και των άκρων. Το ίδιο συμβαίνει και στον τόπο μας. Που αντιμετωπίζει, επιπλέον, την σοβαρή πρόκληση του τουρκικού αναθεωρητισμού.
Η ΝΔ, σήμερα, οφείλει να διαμορφώσει ένα νέο πεδίο συναίνεσης. Διαφυλάσσοντας την ενότητα της ελληνικής κοινωνίας. Για να το κάνει αυτό, η ΝΔ οφείλει να συμφιλιώσει και πάλι την πολιτική με τις ιδέες. Επανανοηματοδοτώντας τις αρχές του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Ιδεολογίας ανθρωποκεντρικής με πυξίδα την ελευθερία, την αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη, και τη δημοκρατία. Ιδεολογίας που δεν υπηρετεί τα συμφέροντα μιας συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, αλλά αυτά του κοινωνικού συνόλου. Όπως έλεγε ο Θεοτοκάς, η τρέχουσα έκφραση «αστική Δημοκρατία» περιέχει μια σκανδαλώδη αντίφαση. Η Δημοκρατία είναι του Δήμου. Η ίδια η λέξη Δημοκρατία εκφράζει ένα αίτημα λαϊκής χειραφέτησης, ισότητας και δικαιοσύνης.
Κι αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο. Να δημιουργηθεί μια νέα πλατιά κοινωνική συμμαχία για τη διεύρυνση της δημοκρατίας, την ολόπλευρη οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική δικαιοσύνη και την ανοιχτή κοινωνία. Και την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη ο τόπος. Η ΝΔ, όμως, ως κυρίαρχη πολιτική δύναμη, πρέπει να αποκαταστήσει στα μάτια της κοινωνίας την κακοποιημένη έννοια της μεταρρύθμισης. Αναβαπτίζοντάς την στην αριστοτελική έννοια του μέτρου. Όχι του συμβιβασμού αλλά του μέτρου. Μακράν από τα άκρα είτε της υπερβολής είτε της έλλειψης. Γιατί «οι καταστάσεις των άκρων βασανίζουν τον άνθρωπο», όπως έλεγε ο Αριστοτέλης. Οι μεταρρυθμίσεις, με αποδέκτη τον άνθρωπο, ήταν πάντοτε η σημαία της. Και γι’ αυτό, σφυρηλάτησε δεσμούς ισχυρούς με πλατιά κοινωνικά στρώματα.
Έτσι μόνο θα επανασυνδεθούν σε ένα κοινό όραμα όλες οι κοινωνικές ομάδες που επιζητούν την πρόοδο. Για να πλοηγηθεί η χώρα με ασφάλεια αυτή την περίοδο των μεγάλων αλλαγών.

Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 28/9/2024

11/9: ρωγμή στον ιστορικό χρόνο

11/9: ρωγμή στον ιστορικό χρόνο

Η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν η πρώτη επίθεση στο ηπειρωτικό έδαφος της Αμερικής μετά τον αμερικανοβρετανικό πόλεμο (1812-1815) στη διάρκεια του οποίου οι Βρετανοί έκαψαν τον Λευκό Οίκο.  Ήταν ένα Περλ Χάρμπορ στην ηπειρωτική Αμερική, που έθεσε εν αμφιβόλω το άτρωτο της υπερδύναμης και το αίσθημα της γεωπολιτικής της ασυλίας. Ο συμβολικός και ψυχολογικός αντίκτυπος του ασύμμετρου πλήγματος στα κέντρα ισχύος της υπερδύναμης, την εποχή μάλιστα της παντοκρατορίας της, προκαθόρισε όσα επακολούθησαν. 

Η απάντηση των ΗΠΑ στο τρομοκρατικό χτύπημα, με όρους γενικευμένου πολέμου και όχι μιας περιορισμένης τιμωρητικής (punitive) απάντησης, οδήγησε σε μια κλιμάκωση, που προκάλεσε σοβαρές στρεβλώσεις στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, στο εσωτερικό των ΗΠΑ, αλλά και στο διεθνές σύστημα συνολικά. Η στρατιωτικοποίηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και η παρατεταμένη εμπλοκή της σε διάφορα μέτωπα (όπως Αφγανιστάν και Ιράκ), ως αποτέλεσμα του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, οδήγησαν την υπερδύναμη σε αποπροσανατολισμό από τις σοβαρές πλανητικές προκλήσεις και απειλές. Σε μια σπάνια δημόσια αυτοκριτική για την αμερικανική πολιτική μετά την 11η Σεπτεμβρίου,  ο Πρόεδρος Μπάϊντεν προσπάθησε να νουθετήσει την κυβέρνηση του Ισραήλ να μην διαπράξει παρόμοια λάθη μετά την 7η Οκτωβρίου.

Με το νέο-συντηρητικό δόγμα του προληπτικού πολέμου, η Αμερική στόχευσε όχι μόνον τρομοκρατικές ομάδες, αλλά και “κράτη-παρίες”, που υποθάλπουν τρομοκρατικές ομάδες, όπως το Ιράκ, το Ιράν, η Βόρεια Κορέα, που συγκροτούσαν τον “άξονα του κακού”. Τα καθεστώτα των χωρών αυτών θα έπρεπε να ανατραπούν και να αντικατασταθούν από δημοκρατικά και φίλα προσκείμενα καθεστώτα.

Ο πόλεμος στο Ιράκ, που ακολούθησε την εξόντωση της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν, ήταν το αρχετυπικό παράδειγμα της εφαρμογής του νέο-συντηρητικού ιδεολογήματος στη Μέση Ανατολή. Έφερε, όμως, τα αντίθετα αποτελέσματα. Η δημοκρατία όχι μόνο δεν «άνθησε», όπως υποσχόταν ο Rumsfeld το 2001, αντίθετα η Αραβική Άνοιξη (Arab Spring) κατέληξε σε μια γενικευμένη αποσταθεροποίηση της περιοχής και στην ανάδειξη ακραίων ισλαμικών ομάδων, όπως ο ISIS. Διακινδύνευσε επίσης τη συμμαχία με τα μετριοπαθή αραβικά κράτη και δημιούργησε κίνδυνο πολιτισμικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στη Δύση και το Ισλάμ.

Με το Guantanamo και το Abbu Greib τρώθηκε το γόητρό της Αμερικής και η νομιμοποίηση της ηγεμονίας της σε πλανητικό επίπεδο. Η 11η Σεπτεμβρίου, όμως, οδήγησε και σε σκλήρυνση της νομοθεσίας στα ζητήματα εσωτερικής ασφάλειας.

Η απορρόφηση της Αμερικής στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας άφησε χώρο, χρόνο και ευκαιρίες σε άλλες αναθεωρητικές μεγάλες δυνάμεις (Κίνα), ή σε ηττημένες μεγάλες δυνάμεις με ρεβανσιστικές διαθέσεις (Ρωσία) να διεκδικήσουν περιφερειακό ή παγκόσμιο ρόλο. Δημιουργήθηκαν έτσι οι συνθήκες μετάβασης σε ένα πολυκεντρικό διεθνές σύστημα. 

Η Ρωσία βρήκε την ευκαιρία να επαναφέρει τη λογική των σφαιρών επιρροής στην εγγύς περιφέρειά της. Αρχικά με την Γεωργία το 2008, και μετά με την ουκρανική κρίση του 2014 όταν προσάρτησε την περιοχή της Κριμαίας, και στη συνέχεια με τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Επίσης, όταν η Αμερική έδειχνε σημάδια κόπωσης και αναδίπλωσης, όπως στη Μέση Ανατολή και στο Αφγανιστάν, η Μόσχα έσπευσε να καταλάβει ζωτικό χώρο, σηματοδοτώντας την επιστροφή σε μια αναθεωρητική πολιτική.

Η σημαντικότερη, ίσως, αλλαγή στον σημερινό καταμερισμό ισχύος, λόγω της υπερβολικής εστίασης στο ζήτημα της τρομοκρατίας και ακολούθως λόγω της πολιτικής της αναδίπλωσης, ήταν η ανάδυση και ισχυροποίηση της Κίνας σε αντίπαλο δέος στην αμερικανική παγκόσμια κυριαρχία.

Η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου προκάλεσε μια ρωγμή στον ιστορικό χρόνο. Εάν το 1989 σηματοδοτεί το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την εδραίωση της αμερικανικής κυριαρχίας (primacy), η 11η Σεπτεμβρίου σηματοδοτεί το τέλος αυτής της περιόδου. Ήταν μια βίαιη αφύπνιση από την ευφορία και τη θριαμβολογία της Δύσης για το “τέλος της ιστορίας”, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, και την επέκταση της δυτικής φιλελεύθερης τάξης στον υπόλοιπο κόσμο. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, με τον πολυετή πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, η Αμερική σπατάλησε την ιδεολογικοπολιτική κυριαρχία που απολάμβανε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και έθεσε υπό αμφισβήτηση την κυριαρχία της στο διεθνές σύστημα.

Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 15/9/2024

Δημοψηφισματικές εκλογές

Δημοψηφισματικές εκλογές

Η Αμερική είναι βαθιά διχασμένη. Αυτή τη φορά όχι ανάμεσα στο Βορρά και το Νότο του αμερικανικού εμφυλίου, αλλά σε μπλε και κόκκινες πολιτείες. Σε συντηρητικές πολιτείες της ενδοχώρας και σε προοδευτικές πολιτείες των μητροπολιτικών κέντρων των ακτών. Ο κοινωνικός διχασμός είναι βαθύς γιατί αφορά θέματα αξιών και ταυτότητας. Οι οξείες κοινωνικές διαιρέσεις αντανακλώνται στην πόλωση του πολιτικού συστήματος. Tο κοινωνικό και πολιτικό εκκρεμές στην Αμερική ταλαντώνεται βίαια από έναν ακραίο φιλελευθερισμό, σε έναν συντηρητισμό με ανορθολογικά στοιχεία, πολύ συνωμοσιολογία και μια υποκουλτούρα βίας.

Οι δύο φάσεις μιας ιστορικής τομής

Οι δύο φάσεις μιας ιστορικής τομής

1974-2024 Μεταπολίτευση, ένας απολογισμός

Η θεμελίωση της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή χωρίζεται σε δύο περιόδους. Τη μετάβαση (transition) στη δημοκρατία stricto sensu (24 Ιουλίου 1974-17 Νοεμβρίου 1974), και τη δεύτερη περίοδο της εδραίωσης (consolidation) των δημοκρατικών θεσμών (17 Νοεμβρίου 1974-18 Οκτωβρίου 1981).
Όταν ο Καραμανλής ορκίστηκε μόνος, τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου του 1974, ουδείς ανέμενε αυτό που θα ακολουθούσε. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι ομιλούσαν για μια απλή αλλαγή νατοϊκής φρουράς. Ο στρατός επεδίωκε μια καθοδηγούμενη μετάβαση (guided transition) που θα του επέτρεπε να διατηρήσει τον ρόλο θεματοφύλακα του μετεμφυλιακού status quo.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής περίπτωσης, άλλωστε, καθιστούσαν την ομαλή επιστροφή στην ομαλότητα σχεδόν ακατόρθωτο εγχείρημα. Η απότομη κατάρρευση του καθεστώτος είχε δημιουργήσει τεράστιο κενό εξουσίας και χάος στο εσωτερικό, την ίδια ώρα που η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο οδηγούσε σε έναν γενικευμένο ελληνοτουρκικό πόλεμο. Το Πολυτεχνείο είχε αποτελέσει το terminus ad quem της χούντας, αλλά η τραγωδία της Κύπρου έφερε την χούντα ενώπιον εθνικών αδιεξόδων. Το δικτατορικό καθεστώς αποδείχθηκε ανέτοιμο, αδύναμο και απρόθυμο να αντιμετωπίσει στρατιωτικά την τουρκική εισβολή. Μετά και τη χαοτική επιστράτευση, κατέρρευσε καλώντας τους πολιτικούς να διαχειριστούν την εθνική κρίση.
Την 24η Ιουλίου, ο Καραμανλής προσγειώθηκε σε μια χώρα βυθισμένη στο χάος. Με μελετημένη στρατηγική, καίριες αποφάσεις και ταχύτητα ενεργειών, ο Καραμανλής πέτυχε να ελέγξει τις ένοπλες δυνάμεις, να κερδίσει την εμπιστοσύνη του λαού και να διαχειριστεί τα τετελεσμένα της Κυπριακής τραγωδίας που είχε δημιουργήσει η χούντα.
Άμεση προτεραιότητα του Καραμανλή, κατά τη μεταβατική περίοδο, από τις 24 Ιουλίου μέχρι τις 17 Νοεμβρίου του 1974, ήταν να διατηρήσει την ενότητα των πολιτών και την εθνική συσπείρωση που δημιουργήθηκε μετά την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, και την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος. Συγκρότησε άμεσα κυβέρνηση εθνικής ενότητας από στελέχη της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς με άσπιλα αντιχουντικά διαπιστευτήρια. Επιπλέον, εκφράζοντας το λαϊκό αίσθημα μετά τον Ατίλλα ΙΙ, αλλά και την αντίδραση της ελληνικής πολιτείας στην απραξία της Βρετανίας (εγγυήτριας δύναμης) και την ευμενή προς την Τουρκία ουδετερότητα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, αποφάσισε την αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ στις 15 Αυγούστου.
Δεύτερον, αποκατέστησε τον έλεγχο στο στρατό με την τοποθέτηση του Ευάγγελου Αβέρωφ και του Σόλωνα Γκίκα στα κρίσιμα κυβερνητικά πόστα και έμπιστων αξιωματικών σε θέσεις κλειδιά. Οι δίκες των πρωταιτίων του πραξικοπήματος του 1967 ορίσθηκαν να διεξαχθούν μετά τις εκλογές. Ο Καραμανλής ήθελε να ασχοληθεί με τα θέματα αυτά αφού θα είχε προηγουμένως ισχυροποιηθεί από τη λαϊκή εντολή στις επερχόμενες εκλογές.
Τρίτον, επανέφερε σε ισχύ το Σύνταγμα του 1952, με εξαίρεση τις διατάξεις που αναφέρονταν στη μοναρχία, μέχρι τις εκλογές. Το ζήτημα αυτό θα λυνόταν μετά τις εκλογές με λαϊκό δημοψήφισμα. Η Βουλή που θα προέκυπτε από τις εκλογές θα προχωρούσε στην αναθεώρηση τον Συντάγματος. Επιπλέον, μέσα από μια αλληλουχία αποφάσεων, ο Καραμανλής επανάφερε τη χώρα στην προ-χουντική νομιμότητα, όσον αφορά τις δικαστικές και δημόσιες υπηρεσίες και τα πανεπιστήμια. Ελευθέρωσε τους πολιτικούς κρατούμενους, και παραχώρησε γενική αμνηστία για τα πολιτικά εγκλήματα. Τέλος, νομιμοποίησε όλα τα πολιτικά κόμματα και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος.
Προκήρυξε άμεσα εκλογές στη συμβολικά φορτισμένη ημερομηνία της 17ης Νοεμβρίου του 1974, που του έδωσαν την ευρεία πλειοψηφία του 54,37%, την αναγκαία λαϊκή νομιμοποίηση και ισχυρή εντολή.
Στο σημείο αυτό, τη σταδιακή τακτική του Καραμανλή διαδέχθηκε μια δεύτερη περίοδος αποφάσεων και ενεργειών, ακόμη πιο αποφασιστικών, που οδήγησαν στην επίτευξη του συνόλου των στρατηγικών του επιδιώξεων. Σε λιγότερο από έξι μήνες οι υπεύθυνοι του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1967, οι υπεύθυνοι της αιματηρής καταστολής του Πολυτεχνείου και οι βασανιστές της χούντας είχαν δικαστεί και καταδικαστεί.
Η ταχύτητα της εκδίκασης των πρωταιτίων, αλλά και η μετατροπή της θανατικής ποινής σε ισόβια κάθειρξη αποτέλεσαν σημαντικές αποφάσεις. Γιατί επέτρεψαν, με δίκαιο και γρήγορο τρόπο, την καταδίκη των πρωταιτίων ώστε η χώρα να αλλάξει σελίδα. Η μετατροπή των ποινών έδειξε ότι η δημοκρατία τιμωρεί αλλά δεν εκδικείται, και απέτρεψε και τη δημιουργία ενός κλίματος ρεβανσισμού σε νοσταλγούς της χούντας στις ένοπλες δυνάμεις. Από την άλλη πλευρά, η αποφασιστικότητα της εκτέλεσης των ποινών της ισόβιας κάθειρξης, “όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια”, συνδύασε τη μετριοπάθεια της δημοκρατίας με την αποφασιστικότητα του κράτους στην απονομή δικαιοσύνης και την τήρηση της τάξης. Αφού είχε ολοκληρώσει την επιτυχημένη μετάβαση στη δημοκρατία (Ιούλιος 1974-Νοέμβριος 1974), ο Καραμανλής προχώρησε στην θεσμική οργάνωση της Πολιτείας και την εδραίωση των δημοκρατικών θεσμών (consolidation phase).
Στη δεύτερη αυτή φάση, ο πρώτος άξονας της στρατηγικής του ήταν η θέσπιση του Συντάγματος του 1975, που μας συνέδεσε με τον Ευρωπαϊκό Συνταγματικό πολιτισμό διευρύνοντας τις πολιτικές ελευθερίες και τα πολιτικά δικαιώματα και εδραιώνοντας το κράτος δικαίου.
Δεύτερον, η οριστική επίλυση του πολιτειακού ζητήματος με ένα αδιάβλητο και ανεπηρέαστο δημοψήφισμα. Τηρώντας αυστηρή ουδετερότητα, ο Καραμανλής κατέστησε τον ελληνικό λαό υπεύθυνο της επιλογής του, και πέτυχε τον ενταφιασμό του εθνικού διχασμού.
Τέλος, η Ευρωπαϊκή επιλογή και η τελική ένταξη στην ΕΟΚ, εδραίωσε τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας, δημιούργησε προϋποθέσεις για οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη, και συνέβαλε στην καλύτερη αντιμετώπιση του διλήμματος ασφάλειας της χώρας.
Με την εκλογή του στη Προεδρία της Δημοκρατίας, την ομαλή εναλλαγή στην εξουσία και τη συγκατοίκησή του με την σοσιαλιστική κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Καραμανλής είχε ολοκληρώσει το μεγάλο επίτευγμα του πολιτικού εκσυγχρονισμού της χώρας.
Στα 200 χρόνια της ιστορίας του το Ελληνικό κράτος ταλανίστηκε από πολέμους, φτώχεια, κινήματα, πραξικοπήματα, εμφυλίους, χρεωκοπίες και κρίσεις. Τα τελευταία 50 χρόνια η Ελλάδα έγινε πιο σταθερή, πιο πλούσια, και πιο ασφαλής παρά τα πισωγυρίσματα. Η ρήξη με το ιστορικό παρελθόν και η εδραίωση ενός σύγχρονου δυτικοευρωπαϊκού δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η μεγάλη τομή και η κορωνίδα του μεταπολιτευτικού εγχειρήματος. Και φέρει τη σφραγίδα του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Δημοσίευση: εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 21 Ιουλίου 2024

Η Ε.Ε. αντιμέτωπη με πολύ μεγάλες προκλήσεις

Η Ε.Ε. αντιμέτωπη με πολύ μεγάλες προκλήσεις

Στις 9 Μαΐου γιορτάζουμε την ημέρα της Ευρώπης. Την επέτειο της ιστορικής Διακήρυξης Σουμάν, στην οποία ο Ρομπέρ Σουμάν μίλησε για τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, που θα συμβόλιζε το τέλος του πολέμου μεταξύ των Ευρωπαίων.
Πράγματι, μια γενιά ευρωπαίων οραματιστών πολιτικών, αλλά και η Σοβιετική απειλή, και η Αμερικανική παρότρυνση, στις απαρχές του Ψυχρού Πολέμου, οδήγησαν στη δημιουργία μια νέας οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης στην Ευρώπη, μετά τον πόλεμο. Η κουλτούρα συνεργασίας από τη διαχείριση της αμερικανικής οικονομικής βοήθειας του Σχεδίου Μάρσαλ έβαλε τις ρίζες για μια λειτουργική και σταδιακή προσέγγιση που οδήγησε στη Συνθήκη της Ρώμης και τελικά στην Ενωμένη Ευρώπη. Το ιστορικό αυτό εγχείρημα ξεκίνησε από την Δυτική Ευρώπη των έξι για να μετεξελιχθεί, μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, στην Ενωμένη Ευρώπη από τον Ατλαντικό έως τα Ουράλια. Μια φιλελεύθερη δημοκρατική τάξη, που δημιουργήθηκε κάτω από την εγγύηση ασφάλειας της αμερικανικής αμυντικής ομπρέλας και τώρα διεκδικεί τη στρατηγική της αυτονομία.
Η Ενωμένη Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ιστορίας της. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, η ευφορία για τον εξοστρακισμό της κατάρας του πολέμου από την ευρωπαϊκή ήπειρο διαλύθηκε βίαια από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και το αίσθημα ασφάλειας που της παρείχε η ευρωατλαντική συμμαχία δεν υπάρχει πλέον μετά από την προεδρία Τράμπ και τις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται στην Αμερική. Με την Κίνα να προσθέτει και έναν επιπλέον πόλο γεωπολιτικής ανησυχίας.
Αλλά και στο εσωτερικό το ευρωπαϊκό όραμα θαμπώνει και ένα κύμα ευρωσκεπτικισμού σαρώνει την ήπειρο από άκρου εις άκρον.
Οι νέες ανισότητες που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογική επανάσταση δημιουργούν ανασφάλεια και απόγνωση και δοκιμάζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Και τα μεταναστευτικά ρεύματα δημιουργούν «δημογραφικό πανικό» και επαναφέρουν στο προσκήνιο ζητήματα και πολιτικές ταυτότητας. Η «εισβολή του ξένου» στις δυτικές κοινωνίες σπρώχνει τους πολίτες σε αναζήτηση των παραδοσιακών στοιχείων της ταυτότητάς τους. Η Γερμανία, μετά τον πόλεμο, είχε ενταφιάσει αυτή τη συζήτηση εντάσσοντας την εθνική της ταυτότητα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο. Το AfD ξανάνοιξε τη συζήτηση αυτή, εκμεταλλευόμενο την ανασφάλεια που δημιουργεί η παρουσία ενός εκατομμυρίου μεταναστών από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική στη Γερμανία.
Στη Βρετανία το UKIP του Φάρατζ παρέσυρε κομμάτια των Τόρις στη καταστροφική ατζέντα που οδήγησε τελικά στο Brexit. Αλλά και στη Γαλλία, την Ουγγαρία, την Ιταλία, την Ολλανδία, την Πολωνία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι δυνάμεις του λαϊκισμού και των άκρων επελαύνουν.
Η ιστορική περίοδος που διανύουμε των συνεχών και πολύπλευρων κρίσεων δοκιμάζει τις αντοχές του ημιτελούς ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Μπορεί η ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης να είναι μια σειρά από κρίσεις και επανεκκινήσεις. Με κάθε επανεκκίνηση να προσθέτει μια ψηφίδα στην εμβάθυνση του ενοποιητικού εγχειρήματος. Είναι όμως αναγκαίο η Ενωμένη Ευρώπη να φύγει από το στενά λειτουργικό, υλιστικό και ωφελιμιστικό πλαίσιο στο οποίο έχει συρρικνωθεί. Να επανανοηματοδοτήσει την αναγκαιότητα της ύπαρξης της ως ένα μεγάλο ηθικό ζήτημα και έναν πολιτικό στόχο. Να προτάξει και πάλι τις κοινές αξίες που αποτέλεσαν το νομιμοποιητικό υπόβαθρο της. Να πείσει τους πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών ότι η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας είναι προς όφελος τους. Ότι η ΕΕ μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα από τα κράτη-έθνη τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης σε θέματα οικονομικής ανάπτυξης, εργασίας, κοινωνικής συνοχής, μετανάστευσης και ασφάλειας. Και να ξαναβάλει σε τροχιά τις διαδικασίες εμβάθυνσης της πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης.
Οι γενεσιουργοί λόγοι του ευρωπαϊκού εγχειρήματος παραμένουν πιο ισχυροί από ποτέ. Το υπόβαθρο των κοινών συμφερόντων και κοινών αξιών παραμένει σταθερό. Και η ενότητα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των νέων γεωπολιτικών προκλήσεων και τη διατήρηση της πλανητικής επιρροής.

Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, 11/05/2024

Το δημοκρατικό κεκτημένο της μεταπολίτευσης και η Νέα Δημοκρατία

Το δημοκρατικό κεκτημένο της μεταπολίτευσης και η Νέα Δημοκρατία

Περιοδικό “ΒΟΥΛΗ Επί του … περιστυλίου”

https://www.hellenicparliament.gr/userfiles/ebooks/periodiko_t075/index.html

Η μετάβαση από τη δικτατορία των συνταγματαρχών στην Γ´ Ελληνική Δημοκρατία έχει καθιερωθεί στη διεθνή βιβλιογραφία ως ένα απολύτως επιτυχές παράδειγμα. Και στη διεθνή δημόσια σφαίρα έχει χαρακτηριστεί ως το “ελληνικό θαύμα”.
Η ελληνική περίπτωση ξεχωρίζει όχι μόνο για τους αριστοτεχνικούς χειρισμούς της μετάβασης (transition) στη δημοκρατία, αλλά και για την επιτυχημένη και ταχεία εδραίωση (consolidation) των δημοκρατικών θεσμών. Ξεχωρίζει επίσης, γιατί οι δημοκρατικοί θεσμοί της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας αποδείχθηκαν ανθεκτικοί σε βαθιές κρίσεις όπως η πρόσφατη οικονομική κρίση της χώρας.
Επίτευγμα μοναδικό για μια χώρα που η νεότερη πολιτική ιστορία της, από τη σύσταση του ελλαδικού κράτους μέχρι το 1974, ήταν κατάστικτη από κινήματα, δικτατορίες, πραξικοπήματα, πολιτειακές κρίσεις και εμφυλίους. Τα δημοκρατικά ξεσπάσματα των αντιμοναρχικών εξεγέρσεων του 1843 και του 1862, την καθιέρωση της δεδηλωμένης το 1875, και το Γουδί το 1909, ακολούθησαν τα πισωγυρίσματα του εθνικού διχασμού στον Μεσοπόλεμο, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ο εμφύλιος και η δικτατορία των συνταγματαρχών.
Η ρήξη με αυτό το ιστορικό παρελθόν και η εδραίωση ενός σύγχρονου δυτικοευρωπαϊκού δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η μεγάλη τομή και η κορωνίδα του μεταπολιτευτικού εγχειρήματος.
Όταν ο Καραμανλής ορκίστηκε μόνος τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου του 1974, ουδείς ανέμενε αυτό που θα επακολουθούσε. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι ομιλούσαν για μια απλή αλλαγή νατοϊκής φρουράς. Ο στρατός επεδίωκε μια καθοδηγούμενη μετάβαση (guided transition) που θα του επέτρεπε να διατηρήσει τον ρόλο θεματοφύλακα του ancient regime. Μια επιστροφή, δηλαδή, στον στείρο αντικομουνισμό του μετεμφυλιακού κράτους.
Σε κάθε περίπτωση, η κρατούσα προσδοκία για τη μεταπολίτευση το βράδυ της 24ης Ιουλίου του 1974, ήταν η συνέχεια με την προ της επταετίας εποχή και όχι μια σημαντική καθεστωτική μεταβολή.
Για τον Καραμανλή η κατάρρευση της χούντας και το θεσμικό κενό ήταν μοναδική ευκαιρία για την “βαθιά τομή.” Για τη θεμελίωση και εδραίωση ενός στέρεου δημοκρατικού πολιτεύματος, απαλλαγμένου από τις κοινωνικές και πολιτικές διαιρέσεις του Διχασμού και του Εμφυλίου. Ενός δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, θωρακισμένου από παρεμβάσεις θεσμικών και εξωθεσμικών παράκεντρων. Για τον Καραμανλή το 1974 ήταν ιστορική ευκαιρία για τον θεσμικό εκσυγχρονισμό του πολιτειακού και του πολιτικού πλαισίου της χώρας.
Οι δημοκρατικές μεταβάσεις ορίζονται από τη διεθνή βιβλιογραφία ως η ανατροπή των δικτατοριών και η επιστροφή στη δημοκρατία. Για την ελληνική περίπτωση, όμως, η μετάβαση του 1974 δεν αποτέλεσε μια απλή επιστροφή. Αντίθετα, η εγκαθίδρυση και εδραίωση της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας σηματοδότησε μια “βαθιά τομή” με το παρελθόν.
Η θέσπιση του Συντάγματος του 1975, μάς συνέδεσε με τον Ευρωπαϊκό συνταγματικό πολιτισμό. Η ένταξη στην ΕΟΚ συνέβαλε με καθοριστικό τρόπο στην αντιμετώπιση των οικονομικών και θεσμικών ελλειμμάτων και του διλήμματος ασφάλειας της χώρας. Τέλος, η υποδειγματική επίλυση του πολιτειακού, η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, το κράτος δικαίου και το κράτος πρόνοιας, συναπετέλεσαν το δημοκρατικό “κεκτημένο της μεταπολίτευσης”.
Επιπλέον, ο Καραμανλής ίδρυσε ένα σύγχρονο δημοκρατικό κόμμα σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Με ιδεολογικό πρόταγμα τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό και δημοκρατική λειτουργία για να αποτελέσει, και μετά την αποχώρηση του χαρισματικού ιδρυτή του, έναν βασικό πυλώνα του δημοκρατικού πολιτικού μας συστήματος. Με την ιδρυτική του διακήρυξη, το πρώτο συνέδριο και τη δημοκρατική εκλογή του διαδόχου του, ο Καραμανλής είχε ιδρύσει έναν πολιτικό φορέα με αποφασιστικό ρόλο στο θεσμικό οικοδόμημα του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας. Η ΝΔ, παρά το γεγονός ότι ιδρύθηκε από μια χαρισματική και εξέχουσα ιστορική προσωπικότητα δεν έγινε προσωποπαγές κόμμα. Εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο κόμμα με δημοκρατική λειτουργία. Αναδεικνύοντας εννιά αρχηγούς, μετά τον ιδρυτή της, και πέντε πρωθυπουργούς.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Συνέδριο της Χαλκιδικής, στην ιστορική του ομιλία στις 5 Μαΐου 1979, καθόρισε με σαφήνεια τις αρχές του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού και το όραμά του για την ελληνική κοινωνία σε πέντε κατευθυντήριους άξονες, που παραμένουν επίκαιροι. Εθνική ανεξαρτησία, ελευθερία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη, και ελεύθερη δημοκρατική οικονομία με ισχυρό κράτος που θα έχει ρυθμιστικό ρόλο για να εξισορροπεί τις οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις.
Η ιδεολογική διακήρυξη της Χαλκιδικής δημιούργησε το πλαίσιο για τη σύγκλιση πολιτών από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες. Και τις συνθήκες για μια νέα πλατιά κοινωνική συμμαχία για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Η ΝΔ, υπήρξε διαχρονικά η πολιτική μεταρρυθμιστική δύναμη με την αριστοτελική έννοια του μέτρου. Όχι του συμβιβασμού αλλά του μέτρου. Μακράν από τα άκρα είτε της υπερβολής είτε της έλλειψης. Γιατί οι καταστάσεις των άκρων βασανίζουν τον άνθρωπο, όπως γράφει ο Αριστοτέλης. Έτσι κατόρθωσε να συνδέσει σε ένα κοινό όραμα όλες τις κοινωνικές ομάδες που επιζητούν την πρόοδο.
Η ΝΔ συμπλήρωσε 50 χρόνια αδιάλειπτης πολιτικής παρουσίας. Αξιοσημείωτο όχι μόνο για τα ελληνικά πολιτικά δεδομένα, αλλά και τα ευρωπαϊκά. Οι μεγάλες πολιτικές οικογένειες της μεταπολεμικής Ευρώπης υφίστανται τριγμούς. Ιδιαίτερα η Κεντροαριστερά και οι Σοσιαλιστές. Στη χώρα μας, η Κεντροαριστερά μοριοποιήθηκε μεταπολιτευτικά τρεις φορές. Αρχικά η Ένωση Κέντρου, στη συνέχεια το ΠΑΣΟΚ που την είχε διαδεχθεί, και τελευταία ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ, ο κεντροδεξιός χώρος, παρέμεινε σταθερός. Παρά τις αποχωρήσεις και τη δημιουργία μικρότερων σχημάτων, αλλά και τις εξελίξεις σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Ορισμένοι διατύπωσαν κατά καιρούς θεωρίες περί φθαρμένου προϊόντος. Που έχουν πια οι ίδιες παραφθαρεί και διαψευστεί από το χρόνο και τα πράγματα. Γιατί σε μια χώρα που κατατρύχεται από θεσμική ασυνέχεια, η ΝΔ επιδεικνύει αξιοσημείωτη θεσμική αντοχή. Την θεσμική αντοχή και παράδοση ενός πραγματικού ευρωπαϊκού κόμματος. Κι αυτό γιατί οι ιδέες της έχουν επικρατήσει. Γιατί η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών συμμερίζεται ότι η ιδανική πολιτεία είναι αυτή που συνδυάζει την ελευθερία με την κοινωνική δικαιοσύνη. Γιατί είναι το κόμμα που με επιτυχία ενσωματώνει τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης σε ένα μεταρρυθμιστικό πλαίσιο ορθολογικών δημοκρατικών θεσμών και δομών. Και γεφυρώνει το μεταρρυθμιστικό πρόταγμα με τα συντηρητικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Αλλά και οι μεγάλες της στρατηγικές επιλογές έχουν ιστορικά δικαιωθεί. Θεσμοθέτησε το δημοκρατικό πλαίσιο της μεταπολίτευσης. Εδραίωσε το πιο στέρεο κοινοβουλευτικό πολίτευμα από τη σύσταση του νεότερου ελληνικού κράτους. Διεύρυνε και κατοχύρωσε μια σειρά από ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα και διασφάλισε την ομαλή εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία. Επέλυσε υποδειγματικά το πολιτειακό ενταφιάζοντας τον εθνικό διχασμό. Νομιμοποίησε το ΚΚΕ επουλώνοντας τις πληγές του εμφυλίου και έδωσε στη χώρα το καλύτερο Σύνταγμα της ιστορίας της. Ενέταξε τη χώρα στην Ενωμένη Ευρώπη. Τερμάτισε τη μακρόχρονη αντιπαράθεση για το γλωσσικό καθιερώνοντας τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους.
Οι κυβερνητικές της θητείες, παρά τα όποια αναπόφευκτα λάθη και αστοχίες έχουν θετικό πρόσημο. Και σε κάθε περίπτωση ήταν πάντοτε ενάντια στη δημαγωγία και τον λαϊκισμό.

Το δημοκρατικό κεκτημένο της Μεταπολίτευσης

Το δημοκρατικό κεκτημένο της Μεταπολίτευσης

Η μετάβαση από τη δικτατορία των συνταγματαρχών στην Γ´ Ελληνική Δημοκρατία έχει καθιερωθεί στη διεθνή βιβλιογραφία ως ένα απολύτως επιτυχές παράδειγμα. Και στη διεθνή δημόσια σφαίρα έχει χαρακτηριστεί ως το “ελληνικό θαύμα.”
Η ελληνική περίπτωση ξεχωρίζει όχι μόνο για τους αριστοτεχνικούς χειρισμούς της μετάβασης (transition) στη δημοκρατία, αλλά και για την επιτυχημένη και ταχεία εδραίωση (consolidation) των δημοκρατικών θεσμών. Ξεχωρίζει επίσης, γιατί οι δημοκρατικοί θεσμοί της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας αποδείχθηκαν ανθεκτικοί σε βαθιές κρίσεις όπως η πρόσφατη οικονομική κρίση της χώρας.
Επίτευγμα μοναδικό για μια χώρα που η νεότερη πολιτική ιστορία της, από τη σύσταση του ελλαδικού κράτους μέχρι το 1974, ήταν κατάστικτη από κινήματα, δικτατορίες, πραξικοπήματα, πολιτειακές κρίσεις και εμφυλίους. Τα δημοκρατικά ξεσπάσματα των αντιμοναρχικών εξεγέρσεων του 1843 και του 1862, την καθιέρωση της δεδηλωμένης το 1875, και το Γουδί το 1909, ακολούθησαν τα πισωγυρίσματα του εθνικού διχασμού στον Μεσοπόλεμο, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ο εμφύλιος και η δικτατορία των συνταγματαρχών.
Η ρήξη με αυτό το ιστορικό παρελθόν και η εδραίωση ενός σύγχρονου δυτικοευρωπαϊκού δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η μεγάλη τομή και η κορωνίδα του μεταπολιτευτικού εγχειρήματος.
Όταν ο Καραμανλής ορκίστηκε μόνος τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου του 1974, ουδείς ανέμενε αυτό που θα επακολουθούσε. Οι πολιτικοί του αντίπαλοί ομιλούσαν για μια απλή αλλαγή νατοϊκής φρουράς. Ο στρατός επεδίωκε μια καθοδηγούμενη μετάβαση (guided transition) που θα του επέτρεπε να διατηρήσει τον ρόλο θεματοφύλακα του ancient regime. Μια επιστροφή, δηλαδή, στον στείρο αντικομουνισμό του μετεμφυλιακού κράτους.
Σε κάθε περίπτωση, η κρατούσα προσδοκία για την μεταπολίτευση το βράδυ της 24ης Ιουλίου του 1974, ήταν η συνέχεια με την προ της επταετίας εποχή και όχι μια σημαντική καθεστωτική μεταβολή.
Για τον Καραμανλή η κατάρρευση της χούντας και το θεσμικό κενό ήταν μοναδική ευκαιρία για την “βαθιά τομή.” Για την θεμελίωση και εδραίωση ενός στέρεου δημοκρατικού πολιτεύματος, απαλλαγμένου από τις κοινωνικές και πολιτικές διαιρέσεις του Διχασμού και του Εμφυλίου. Ενός δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, θωρακισμένου από παρεμβάσεις θεσμικών και εξωθεσμικών παράκεντρων. Για τον Καραμανλή το 1974 ήταν ιστορική ευκαιρία για τον θεσμικό εκσυγχρονισμό του πολιτειακού και του πολιτικού πλαισίου της χώρας.
Οι δημοκρατικές μεταβάσεις ορίζονται από τη διεθνή βιβλιογραφία ως η ανατροπή των δικτατοριών και η επιστροφή στη δημοκρατία. Για την ελληνική περίπτωση, όμως, η μετάβαση του 1974 δεν αποτέλεσε μια απλή επιστροφή. Αντίθετα, η εγκαθίδρυση και εδραίωση της Γ´ Ελληνικής Δημοκρατίας σηματοδότησε μια “βαθιά τομή” με το παρελθόν.
Η θέσπιση του Συντάγματος του 1975, μάς συνέδεσε με τον Ευρωπαϊκό συνταγματικό πολιτισμό. Η ένταξη στην ΕΟΚ συνέβαλε με καθοριστικό τρόπο στην αντιμετώπιση των οικονομικών και θεσμικών ελλειμμάτων και του διλήμματος ασφάλειας της χώρας. Τέλος, η υποδειγματική επίλυση του πολιτειακού, η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, το κράτος δικαίου και το κράτος πρόνοιας, συναπετέλεσαν το δημοκρατικό “κεκτημένο της μεταπολίτευσης”.

Δημοσίευση: εφημερίδα “Απογευματινή της Κυριακής”, 7 Απριλίου 2024

Παρουσίαση βιβλίου

Παρουσίαση βιβλίου

Στο Ίδρυμα Λασκαρίδη για την παρουσίαση του βιβλίου των κ.κ. Αθ. Πλατιά και Β. Τρίγκα, “Αποδομώντας την Παγίδα του Θουκιδίδη”

Για το βιβλίο μίλησαν επίσης ο κ. Πρ. Παυλόπουλος, τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κ. Π. Ρουμελιώτης, ομότιμος καθηγητής και η κα Κ. Μπότσιου, καθηγήτρια. Τη συζήτηση συντόνισε η καθηγήτρια κ. Μ. Κοππά.

*οι φωτογραφίες ελήφθησαν από την ιστοσελίδα www.typospor.gr