Στο Ίδρυμα Λασκαρίδη για την παρουσίαση του βιβλίου των κ.κ. Αθ. Πλατιά και Β. Τρίγκα, “Αποδομώντας την Παγίδα του Θουκιδίδη”
Για το βιβλίο μίλησαν επίσης ο κ. Πρ. Παυλόπουλος, τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κ. Π. Ρουμελιώτης, ομότιμος καθηγητής και η κα Κ. Μπότσιου, καθηγήτρια. Τη συζήτηση συντόνισε η καθηγήτρια κ. Μ. Κοππά.
*οι φωτογραφίες ελήφθησαν από την ιστοσελίδα www.typospor.gr
Συνέντευξη στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ και τον δημοσιογράφο Πολυδεύκη Παπαδόπουλο
Στη συνέντευξη συζητήθηκαν ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών από την αρχή της κρίσης στη Γάζα, το ταξίδι Μπάιντεν στο Ισραήλ και η τετραμερής Σύνοδος που δεν έγινε στην Ιορδανία, η απουσία των ΗΠΑ από τη Διάσκεψη του Καΐρου, οι διευθετήσεις που θέλει να προωθήσει η Ουάσιγκτον στην περιοχή και το διάγγελμα με δραματικούς τόνους του Προέδρου της Αμερικής προς την κοινή γνώμη της χώρας, με το οποίο εξήγησε γιατί ζητά από το Κογκρέσο έγκριση πρόσθετου πακέτου ενίσχυσης ταυτόχρονα της Ουκρανίας, του Ισραήλ και της Ταϊβάν, αλλά και η παράλυση της Βουλής των Αντιπροσώπων λόγω μη εκλογής προέδρου της.
Στο link που ακολουθεί μπορείτε να ακούσετε το απόσπασμα αυτής της συνέντευξης:
Ελληνοτουρκικές σχέσεις, μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ζήτημα της Χάγης ενόψει της συνάντησης του Έλληνα υπ. Εξωτερικών με τον Τούρκο ομόλογό του
Συνέντευξη στον δημοσιογράφο Θάνο Σιαφάκα, στην εκπομπή GPS
Ένας βασικός κανόνας στις διεθνείς σχέσεις μας λέει, ότι δεν πρέπει να είμαστε ούτε αισιόδοξοι, ούτε απαισιόδοξοι, πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Και, δεδομένων των συνθηκών, να προωθούμε το εθνικό μας συμφέρον.
Επίλυση διαφορών σημαίνει ότι υιοθετείς όλες τις αιτιάσεις που η Τουρκία έχει βάλει στο τραπέζι από το 1974 και μετά, οι οποίες άπτονται των κυριαρχικών σου δικαιωμάτων. Σημαίνει επίσης ότι η Τουρκία αναγνωρίζει μία μόνο διαφορά, όπως εμείς πρεσβεύουμε, που δεν είναι άλλη από τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.
Συνέντευξη στην τηλεόραση της ΕΡΤ, στην εκπομπή ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ
Κ. Αρβανιτόπουλος και Χρ. Τεάζης μιλούν για την επόμενη ημέρα των εκλογών
Λίγα εικοσιτετράωρα απέμειναν από τις τουρκικές εκλογές που θα κρίνουν αν θα παραμείνει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πρόεδρος στην πολυπληθή χώρα ή εάν τη διακυβέρνηση θα αναλάβει η συμμαχία των κομμάτων της αντιπολίτευσης, υπό τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Σχολιάζοντας το περιεχόμενο της συνέντευξης που παραχώρησε ο Ταγίπ Ερντογάν στην εφημερίδα «Καθημερινή» όπου δήλωσε ότι οι εκλογές είναι ευκαιρία να γίνουν η αρχή μιας νέας εποχής για Ελλάδα και Τουρκία ο κ. Αρβανιτόπουλος είπε ότι είναι «τα απόνερα αυτού του μορατόριουμ που δημιουργήθηκε λόγω του καλού κλίματος μετά τον σεισμό» εκτιμώντας παράλληλα ότι «ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας αλλά και η επεκτατικότητα είναι πλέον δομικά στοιχεία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής»
Πρόσθεσε μάλιστα ότι ο Ερντογάν λέει να συνεχιστεί το καλό κλίμα, αλλά ουσιαστικά όταν οι δηλώσεις του υπουργού των Εξωτερικών αλλά και του υπουργού της Άμυνας μιλούν για για την κυριαρχία στα ελληνικά νησιά, γίνεται αντιληπτό ότι «το καλό κλίμα κατά τους Τούρκους και την σημερινή ηγεσία μπορεί να διατηρηθεί μόνο εάν η Ελλάδα κάνει σαφείς υποχωρήσεις στα δικά της κυριαρχικά δικαιώματα, κάτι το οποίο όπως φάνηκε και από την συζήτηση όλων των πολιτικών αρχηγών. Αυτό είναι προφανές ότι η Ελλάδα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποδεχθεί».
Αναλύοντας τη σημασία των τουρκικών εκλογών ο κ. Αρβανιτόπουλος επισήμανε ότι το διακύβευμα των προεδρικών εκλογών της 14ης Μαΐου έχει πολύ μεγάλη σημασία για την Ελλάδα, γιατί ανεξάρτητα από την έκβασή της είναι προφανές ότι κερδίσει ή χάσει ο Ερντογάν, βλέπουμε την αρχή του τέλους της εποχής Ερντογάν και το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα διεξαχθεί και πώς θα καταλήξει αυτή η εκλογική αναμέτρηση.
Ο κ. Αρβανιτόπουλος αναφέρθηκε και στην παρέμβαση του Ρόμπερτ Μενέντεζ για το μπλόκο στην αγορά αμερικανικών F-16 από την Άγκυρα λέγοντας ότι «ο Μενέντεζ και η αμερικανική κυβέρνηση έχουν σημαντικές αιτιάσεις απέναντι στην τουρκική εξωτερική πολιτική, ιδιαίτερα όπως διαμορφώνονται από το καθεστώς Ερντογάν. Και οι αιτιάσεις αυτές έχουν να κάνουν με τη συμπεριφορά της Τουρκίας σε έναν αριθμό θεμάτων και όσον αφορά την πολιτική της απέναντι στη Ρωσία». Και όπως συμπλήρωσε «πλέον έχουμε δομικά ζητήματα στη διαμόρφωση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής που διαπερνούν οριζόντια τα κόμματα».
Συνέντευξη στο ραδιόφωνο, στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και στην εκπομπή «Ναι μεν Αλλά» με την Ευαγγελία Μπαλτατζή.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία βρίσκεται στον δεύτερο γύρο που είναι και πιο σύνθετος, με τους Ρώσους να έχουν αλλάξει στρατηγική αφού στον πρώτο γύρο έχουν αποτύχει στους στόχους τους και ουσιαστικά έχουν περιχαρακώσει μία γραμμή άμυνας γύρω από τις ανατολικές επαρχίες και την Κριμαία. Εκεί οι Ουκρανικές δυνάμεις έχουν μεγάλη δυσκολία να τους απωθήσουν και φυσικά οι Ρώσοι -που έχουν ιστορική παράδοση σε μακροχρόνιους πολέμους φθοράς- ετοιμάζονται για ένα ενδεχόμενο παρατεταμένου πολέμου.
Η συνθήκη αυτή δημιουργεί μεγάλα προβλήματα στη στρατηγική της Δύσης, γιατί υπάρχει η συνεχής βοήθεια από όλες τις χώρες της Δύσης προς την Ουκρανία, προκειμένου να αντεπεξέλθει στις συνθήκες του πολέμου. Όμως δεν είναι και απόλυτα βέβαιο ότι αυτή η ενότητα της Δύσης θα παραμείνει αρραγής σε βάθος χρόνου, με δεδομένο ότι αυτό πρέπει να επιβεβαιώνεται συνεχώς.
Επιπλέον, η Δύση πρέπει αναμφίβολα να επανακαθορίσει την στρατηγική της, αφού ο πόλεμος έχει μπει στη δεύτερη φάση, άρα πρέπει να προσδιοριστεί ποια είναι η στρατηγική στόχευση της Δύσης. Σε αυτή τη φάση δεν είναι τόσο αποκρυσταλλωμένη όπως ήταν αρχικά. Τότε, στόχευε την απόκρουση της Ρωσικής επίθεσης και αυτό συνέβη με επιτυχία. Τώρα ποιος είναι ο στόχος: να απωθήσουμε τη Ρωσία από κάθε σπιθαμή ουκρανικού εδάφους και είναι αυτό εφικτό; Να νικήσουμε την Ρωσία όπως ακούστηκε από χείλη αρμοδίων και τι σημαίνει αυτό; Να ηττηθεί η Ρωσία επί του πεδίου και άρα η παραμονή του Πούτιν στην εξουσία να μπει σε αμφισβήτηση; ¨Όλα αυτά είναι υπό αίρεση και γι’ αυτό απαιτείται αποκρυσταλλωμένη δυτική στρατηγική σε ότι αφορά την δεύτερη φάση του πολέμου και αυτό πρέπει να συμβεί γρήγορα. Πρέπει η Δύση να θέσει τους στόχους και ναι μεν ο πόλεμος διεξάγεται από τους Ουκρανούς, η Ουκρανία έχει τον πρώτο λόγο, αλλά είτε το θέλουμε είτε όχι, συμμετέχουμε και εμείς έστω και εμμέσως, και η δύση ως γεωπολιτικός δρων, έχει συμφέροντα πως θα διευθετηθεί και πως θα εξελιχθεί η φάση αυτή.
Το σκέλος που αφορά την αμυντική θωράκιση της Ουκρανίας στην απόκρουση της Ρωσικής επίθεσης βρίσκει όλες τις χώρες της Δύσης σύμφωνες και γι’ αυτό βλέπουμε ότι η δυτική ενότητα παραμένει αρραγής. Στο δεύτερο σκέλος όμως που αφορά στην τελική διευθέτηση εκεί αρχίζουν τα προβλήματα. Οι δυτικές χώρες, ακόμα και η ηγεμονική δύναμη της Δύσης, οι ΗΠΑ, έχουν και άλλες στοχεύσεις, όπως πχ ποια θα είναι η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας μετά τον πόλεμο, ποια θα είναι η θέσης της Ρωσίας σε αυτή αλλά και σε σχέση με την αντιπαράθεση της Αμερικής με την Κίνα. Ολοι αυτοί οι προβληματισμοί καθιστούν δύσκολο τον σχεδιασμό ενιαίας στρατηγικής ως προς την τελική φάση του πολέμου και ότι ακολουθήσει.
Η διευθέτηση της επόμενης είναι το δύσκολο και το κρίσιμο, τι διέξοδο διαφυγής θέλουμε και μπορούμε να αφήσουμε στη Ρωσία, πως την επανεντάσσουμε σε ένα συνολικό σύστημα ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας ενόψει και ενός και του ανταγωνισμού παίρνει χαρακτηριστικά ενός νέου ψυχρού πολέμου με την Κίνα; Όλα αυτά τα ερωτήματα πρέπει να απαντηθούν και να ορίσουν την ενιαία στρατηγική και αυτό είναι το πρόβλημα.
Εκπομπή “Με το ΠΡΩΤΟ στην Ευρώπη και τον κόσμο” με τον δημοσιογράφο Π. Παπαδόπουλο.
Δείτε εδώ το απόσπασμα της εκπομπής:
Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της επίσκεψης Μελβούτ Τσαβούσλου στην αμερικανική πρωτεύουσα -της πρώτης ανώτερου Τούρκου αξιωματούχου από την έναρξη της διακυβέρνησης Μπάιντεν. Το θέμα της προμήθειας νέων F16 και της αναβάθμισης των παλιότερων που διαθέτει η γείτονα χώρα αποτέλεσε βασικό θέμα της συνάντησής που είχε με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν.
Συνέντευξη στο Πρώτο Πρόγραμμα και στη δημοσιογράφο Ε. Μπαλτατζή
Η Αμερική έχει μια κρίση στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία, έχει μια στρατηγική αμηχανία, γιατί ουσιαστικά μεταχειρίζεται τα ίδια εργαλεία απέναντι στην Τουρκία, τα οποία χρησιμοποιούσε κατά την περίοδο του διπολικού Ψυχρού πολέμου. Τότε όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Τότε η Τουρκία εξαρτιόταν απόλυτα από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ για την ασφάλειά της απέναντι στην κραταιά Σοβιετική Ένωση, όμως σήμερα δεν είναι η ίδια Τουρκία.
Η Τουρκία σιγά σιγά έχει αποκόψει τον ομφάλιο λώρο από τη Δύση, θεωρεί το τουρκικό κατεστημένο εξωτερικής πολιτικής, ότι ο κόσμος έχει αλλάξει. Είμαστε σε έναν πολυκεντρικό κόσμο, συνεπώς δεν εξαρτάται πλέον από τη Δύση και ουσιαστικά κορφολογεί από όλες τις μεγάλες δυνάμεις του συστήματος, κάποτε από τη Ρωσία, κάποτε από την Κίνα, κάποτε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, για να προωθεί τα δικά της συμφέροντα. Και ποια είναι τα δικά της συμφέροντα; Ένας αχαλίνωτος αναθεωρητισμός και επεκτατισμός. Αυτή τη στιγμή λοιπόν, η Τουρκία που έχουμε απέναντί μας και έχει απέναντί της η Δύση, προβάλλει και ουσιαστικά φέρνει στο τραπέζι το παλιό Ανατολικό ζήτημα με μια άλλη μορφή.
Αυτό λοιπόν, οι Αμερικανοί σύμμαχοι και φίλοι μας δεν το έχουν νομίζω κατανοήσει επαρκώς. Θεωρούν ότι προσπαθώντας να κρατήσουν την Τουρκία σε μια δυτική τροχιά, προσπαθώντας ουσιαστικά οι Αμερικανοί να την έχουν από κοντά, ουσιαστικά θα την κρατάνε σε μια τροχιά γύρω από τη Δύση και θεωρούν επίσης, θεωρώ πάλι εσφαλμένα, ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο η Τουρκία και η τουρκική εξωτερική πολιτική στο σύνολο όσο ο Ερντογάν.
Η στάση Μενέντεζ «είναι η σωστή στάση».
Δεν μπορείς να επιβραβεύσεις τον αντιαμερικανισμό του Ερντογάν. Δεν μπορείς να επιβραβεύεις τον αναθεωρητισμό του Ερντογάν. Δεν μπορεί να επιβραβεύεις τον επεκτατισμό του Ερντογάν. Δεν μπορείς να επιβραβεύεις το γεγονός ότι κατ’ ουσίαν, έχει εξοντώσει τους Κούρδους, οι οποίοι αποτέλεσαν “το εργαλείο” για τον αγώνα κατά του ISIS και να έρχεσαι εσύ να επιβραβεύεις για όλα αυτά για όλη αυτή την πολιτική που ακολουθεί. Αυτό που κάνει η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, το εκτελεστικό κομμάτι της, ως την «παλιά πεπατημένη, δηλαδή ότι να προσπαθούμε να αγκαλιάσουμε την Τουρκία, να την κρατήσουμε σε τροχιά γύρω από τη Δύση, δηλαδή να πάρουμε ό,τι μπορούμε από την Τουρκία, ακριβώς γιατί η γεωπολιτική της θέση είναι σημαντική.
Όλη αυτή η νεο-οθωμανική επεκτατική αναθεωρητική πολιτική νομίζω ότι ουσιαστικά έχει καταστρέψει πολλά ερείσματα της Τουρκίας στη Δύση. Θεωρώ η εικόνα της έχει πληγεί. Η Αμερική μπορεί να προσπαθεί να κρατήσει την Τουρκία όσο μπορεί, αλλά ουσιαστικά υλοποιεί ένα εναλλακτικό σχέδιο και αυτό είναι ότι η Ελλάδα πια γίνεται ο προμαχώνας της Δύσης, γι’ αυτό και η αναβάθμιση της στρατηγικής της σχέσης με την χώρα μας και η αναβάθμιση της στρατιωτικής παρουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών στην επικράτειά μας.
Αναφορικά με την επικείμενη συνάντηση Τσαβούσογλου – Μπλίνκεν στις 18 Ιανουαρίου στην Ουάσινγκτον, αναμένεται ένα “ανατολίτικο παζάρι” από τη μεριά του Τσαβούσογλου. Δηλαδή αυτό που έκαναν οι Τούρκοι ως επιτήδειοι ουδέτεροι, να είναι και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ, όπως κάνουν και με το ουκρανικό. Μια στο καρφί και μια στο πέταλο, προσδοκώντας να κορφολογήσουν και από τις δύο πλευρές οφέλη για την Τουρκία. Αυτό θα ακούσετε από τον Τσαβούσογλου. Από την άλλη πλευρά όμως, η πολιτική ουσία μένει γιατί δεν πρέπει να ακούμε τι θα πουν, αλλά να δούμε τι θα κάνουν. Και αυτό είναι η συμβουλή προς τους Αμερικανούς συμμάχους και φίλους μας, ότι δεν πρέπει να ακούν τι λένε, πρέπει να δουν τι κάνουν και στο τέλος της διαδρομής εάν η Τουρκία θα ευθυγραμμιστεί με τη συμμαχία. Αυτό είναι το τελικό κριτήριο και όσο δεν ευθυγραμμίζεται, υποθέτω ότι ο Μενέντεζ θα κρατήσει αυτή τη στάση την οποία κρατά.