Το τέλος της ευρωπαϊκής Τουρκίας

Το τέλος της ευρωπαϊκής Τουρκίας

Στο μακρινό Ελσίνκι, στις αρχές του αιώνα, σηματοδοτήθηκε η απαρχή της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Ήταν η εποχή που η Αμερική επεδίωκε την πλήρη ενσωμάτωση της Τουρκίας στους δυτικούς θεσμούς. Η Τουρκία είχε χαρακτηριστεί χώρα-κλειδί για την προώθηση των δυτικών συμφερόντων στην Κεντρική Ασία και στη Μέση Ανατολή. Και μια ευρωπαϊκή και δημοκρατική Τουρκία θα αποτελούσε εξαγώγιμο μοντέλο για τις χώρες της Μέσης Ανατολής.

Οι ευρωπαϊκές χώρες συναίνεσαν, τελικά, στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας με πολλές αναστολές. Πού οδήγησαν και σε μια μακρά υπαρξιακή συζήτηση στην Ευρώπη, γύρω από τα κριτήρια που ορίζουν μια χώρα ως ευρωπαϊκή (γεωγραφικά, πολιτισμικά, πολιτικά). Η μεγάλη απόκλιση της Τουρκίας από το ευρωπαϊκό κεκτημένο παρέπεμπε την τελική ένταξη στις καλένδες. Η Τουρκία θα παρέμενε στον ευρωπαϊκό προθάλαμο, για πολλά χρόνια. Κάτι που διασφάλιζε τα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά συμφέροντα της Δύσης.

Από την άλλη πλευρά, οι ισλαμιστές του Ερντογάν έγιναν υπέρμαχοι της ευρωπαϊκής προοπτικής για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος αφορούσε τη διεύρυνση των ελευθεριών στην Τουρκία. Και δια μέσου αυτών της αποδόμησης του στρατοκρατικού κεμαλικού κατεστημένου. Ο δεύτερος ήταν οικονομικός. Η ευρωπαϊκή προοπτική σήμαινε πολιτική σταθερότητα, που ήταν αναγκαία προϋπόθεση για ξένες και εγχώριες επενδύσεις. Οι επενδύσεις έφεραν οικονομική ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας, και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στη Τουρκία. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την πολιτική επικράτηση του Ερντογάν.

Όταν η πολιτική ηγεμονία του Ερντογάν επιτεύχθηκε, η ευρωπαϊκή πορεία εκτροχιάστηκε. Κάτω από το βάρος μίας ισλαμικής ατζέντας διανθισμένης από δόσεις αντισημιτισμού και αντιαμερικανισμού.

Για την Ελλάδα μια ευρωπαϊκή Τουρκία θα σήμαινε μια δημοκρατική και λιγότερο επιθετική Τουρκία. Ότι η Τουρκία θα αποδεχόταν άμεσα και έμπρακτα τις διεθνείς συνθήκες, το διεθνές δίκαιο, το απαραβίαστο των συνόρων. Θα αποκήρυσσε τη χρήση ή την απειλή χρήσης βίας στις σχέσεις της με άλλα κράτη, και ιδιαίτερα με ένα κράτος της ευρωπαϊκής ένωσης, όπως η Ελλάδα. Για μεγάλο διάστημα η εξωτερική μας πολιτική βασίστηκε στην παραδοχή ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας οδηγούσε στην άμεση αναγωγή των ελληνοτουρκικών σε ευρωτουρκικές σχέσεις. Κάποιοι υποστηρίξαμε τότε, ότι η ευρωπαϊκή προοπτική δεν μετέτρεπε αυτομάτως την Τουρκία σε ευρωπαϊκή χώρα ούτε τις τουρκικές αιτιάσεις σε ευρωτουρκικές διαφορές. Γιατί, στην πραγματικότητα, η ευρωπαϊκή προοπτική δεν αποτέλεσε ποτέ μοναδικό στρατηγικό στόχο και όραμα της Τουρκίας. Ήταν απλώς μια εργαλειακή πολιτική που εντασσόταν στη μακρά και επίπονη μετεξέλιξη της Τουρκίας. Η έκβαση αυτής της μετεξέλιξης είναι στην αντίθετη κατεύθυνση από την Ευρώπη. Η σημερινή Τουρκία του Ερντογάν είναι μια περισσότερο ισλαμική και αυταρχική και λιγότερο δημοκρατική και ευρωπαϊκή χώρα. Αυτή η εξέλιξη καθιστά τη διατήρηση της αποτρεπτικής αξιοπιστίας της χώρας μείζονα εθνική αναγκαιότητα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Από τον Ερντογάν στον Τραμπ

Από τον Ερντογάν στον Τραμπ

Από το 1945 και μετά η Αμερική, η ηγέτιδα δύναμη της Δύσης, δίνει τον τόνο στις διεθνείς εξελίξεις. Χαράζει τη ρότα για τον Δυτικό Κόσμο και όχι μόνον. Στη διεθνή πολιτική, στα γράμματα, στον πολιτισμό, στις τέχνες. Λίγες ημέρες μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου των ΗΠΑ τα σημάδια είναι ανησυχητικά. Διατάγματα για ανέγερση τείχους, ξήλωμα εμπορικών συμφωνιών, απαγόρευση εισόδου σε πολίτες από μουσουλμανικές χώρες. Αίφνης, η χώρα της ελευθερίας μετατρέπεται σε ξενοφοβικό φρούριο. Τείχη παντού. Και μηνύματα οπισθοδρόμησης σε πρακτικές μεσοπολέμου. Μόνο που τα μηνύματα του σκότους αυτή τη φορά δεν έρχονται από τη γηραιά ήπειρο αλλά από τον νέο κόσμο.

Δικαστικές αποφάσεις περιόρισαν το εύρος της ισχύος των διαταγμάτων του Τραμπ. Σε ένα θεσμικά θωρακισμένο πολιτικό σύστημα, όπως το αμερικανικό, η εσωτερική έννομη τάξη μπορεί πρόσκαιρα να διαταραχθεί, να διασαλευθεί, αλλά δεν θα καταλυθεί. Τα θεσμικά αντίβαρα αλλά και ο ρεαλισμός της αμερικανικής άρχουσας τάξης, σύντομα θα αποκαταστήσουν τη πολιτική ισορροπία.

Όχι χωρίς συνέπειες όμως. Συνέπειες για την ίδια την Αμερική. Απομείωση του κύρους της, εσωτερικές αναταράξεις, συσπείρωση δυνάμεων εναντίον της, έξαρση του αντιαμερικανισμού και της ισλαμικής τρομοκρατίας.

Αλλά και συνέπειες για το διεθνές σύστημα. Η διεθνής αρένα είναι κατά κανόνα άναρχη, υπό την έννοια της απουσίας κεντρικής εξουσίας. Η θεσμική οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας είναι αλυσιτελής. Προϋποθέτει σε μεγάλο βαθμό τη σύγκλιση συμφερόντων μεταξύ των δρώντων. Και βασίζεται, κατ’ ελάχιστον, στις αρχές της αμοιβαιότητας και της αναλογικότητας για τη ρύθμιση της διακρατικής συμπεριφοράς. Η καταπάτηση διεθνών κανόνων, συμβάσεων και συμφωνιών, αλλά και μια συμπεριφορά έξω από τις νόρμες της αναλογικότητας και της αμοιβαιότητας θα οδηγήσει σε πλειοδοσία παρόμοιας συμπεριφοράς από άλλες μεγάλες δυνάμεις.

Πόσο μάλλον εάν συνδυαστεί με συνεχιζόμενη αποδόμηση των πυλώνων του δυτικού συστήματος ασφάλειας, όπως το ΝΑΤΟ.

Που θα έχει καταλυτική σημασία για τη συνοχή αλλά και την ενδοσυνασπισμική πειθαρχία της συμμαχίας. Το τελευταίο μας αφορά άμεσα. Γιατί είχε ως αποτέλεσμα την αυτοσυγκράτηση και τη λείανση της αντιπαλότητας κρατών εντός του ίδιου συνασπισμού. Τουλάχιστον, ως ένα βαθμό.

Μια ατλαντική συμμαχία με κλονισμένη εσωτερική συνοχή και η απουσία ενός προέδρου από τον Λευκό Οίκο που θα μπορούσε να αποτρέψει την τουρκική επιθετικότητα, όπως έκανε ο Τζόνσον στον Ινονού, είναι ανησυχητικές εξελίξεις. Γιατί συνδυάζονται με τη βαθιά παρακμή του ελλαδικού κράτους, την κατάρρευση των δεικτών ισχύος του, και την καταρράκωση της διεθνούς αξιοπιστίας του. Την ίδια στιγμή, που η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας ως μοχλός κατευνασμού της επιθετικότητας και του αναθεωρητισμού της έχει πάψει να ισχύει. Αν ο Τραμπ αποδειχθεί η πλανητική εκδοχή του Ερντογάν τότε τα σύννεφα πυκνώνουν. Και λόγω Ερντογάν και λόγω Τραμπ.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Σαμψών

Σαμψών

Ο Ερντογάν είναι στα σχοινιά. Στριμωγμένος από παντού. Και στα εξωτερικά θέματα και στο εσωτερικό μέτωπο. Γι αυτό απειλεί θεούς και δαίμονες. Απειλεί να κατεδαφίσει όλο το περιφερειακό συστημικό οικοδόμημα. Ως άλλος Σαμψών. Οι απειλές του επηρεάζουν πρωτίστως εμάς, αλλά απευθύνονται κυρίως στη Δύση.

Στο εσωτερικό μέτωπο, η πορεία του Ερντογάν είναι μια ιστορία διαρκών αναμετρήσεων. Αρχικά με το κεμαλικό κατεστημένο, τώρα με τους γκιουλενιστές. Η ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και η ευρωπαϊκή πορεία που ακολούθησε τα πρώτα χρόνια ήταν πρόσκαιρες τακτικές επιλογές. Του έδωσαν το χρόνο και τα μέσα για το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών στο εσωτερικό. Με το πρόσχημα του ευρωπαϊκού εκδημοκρατισμού ο Ερντογάν σταδιακά αποδυνάμωσε και τελικά αποκαθήλωσε το στρατοκρατικό κεμαλικό κατεστημένο. Το πρόσφατο πραξικόπημα τον αποσταθεροποίησε. Η νέα αντιπαλότητα με τους γκιουλενιστές, στους οποίους είχε αρχικά στηριχτεί, τον οδηγεί σε νέους απηνείς διωγμούς προς κάθε κατεύθυνση. Την ίδια ώρα που η οικονομία δείχνει σημάδια επιδείνωσης. Ο Ερντογάν συσπειρώνει το κόσμο και τους πρώην εχθρούς του στη βάση μιας εθνικιστικής ατζέντας, συγκεντρώνοντας την εξουσία. Οι αναφορές στην αναθεώρηση των συνθηκών και το κλέος της οθωμανικής αυτοκρατορίας είναι το πολιτικό καύσιμο που χρησιμοποιεί. Το πρώτο μήνυμα προς τη Δύση είναι, σταματήστε να ασχολείστε με τα εσωτερικά της Τουρκίας.

Στο εξωτερικό μέτωπο, οι εξελίξεις είναι ακόμη πιο δυσοίωνες. Η μεγαλοϊδεατική πολιτική της πολιτιστικής και οικονομικής διείσδυσης στον πρώην οθωμανικό χώρο και η ανάδειξη της Τουρκίας σε ηγήτορα δύναμη του αραβικού κόσμου έχει αποτύχει. Αντίθετα, οι εξελίξεις στην Μέση Ανατολή έχουν οδηγήσει σε συρρίκνωση της επιρροής της και απειλούν με συρρίκνωση της εδαφικής της επικράτειας.

Η άμεση ανάμειξη των δυο υπερδυνάμεων στη Συρία και τη μάχη κατά του ISIS, διαμορφώνουν εξελίξεις ερήμην της. Η Τουρκία, υφίσταται τη πίεση του προσφυγικού μεταναστευτικού ρεύματος, και την απειλή δημιουργίας ενός κουρδικού μορφώματος. Ο Ερντογάν χειρίζεται το προσφυγικό μεταναστευτικό ως μοχλό άσκησης πίεσης. Γνωρίζοντας ότι το θέμα αυτό, μαζί με την ισλαμική τρομοκρατία, αποτελούν άμεση και αληθινή απειλή κατά της συνοχής των δυτικών κοινωνιών και της Ενωμένης Ευρώπης. Μαζί επαναφέρει και τις πάγιες απειλές και αναθεωρητικές αιτιάσεις κατά της Ελλάδας, που οι ισλαμιστές για πολύ καιρό είχαν βάλει στα κάτω ράφια της πολιτικής τους. Το μήνυμα στη Δύση είναι σαφές. Αρνητικές εξελίξεις στη περιοχή για τη Τουρκία θα έχουν σοβαρά αντίποινα. Σε μια εποχή πρωτοφανούς εθνικής αδυναμίας, ευρωπαικής κρίσης, και αλλαγής ηγεσίας στις ΗΠΑ, η απειλή για την Ελλάδα είναι άμεση και υπαρκτή. Αρχικά για το Κυπριακό. Το περιβάλλον των συνομιλιών επιδεινώνεται ραγδαία. Και απαιτείται εθνική στρατηγική για τη διαχείριση της κρίσης που θα προκύψει από ενδεχόμενη τελική κατάρρευση των συνομιλιών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Χαμένες ευκαιρίες

Χαμένες ευκαιρίες

Ο Ευάγγελος Αβέρωφ είχε αποτιμήσει την εξέλιξη του Κυπριακού ως ιστορία χαμένων ευκαιριών. Ο Αβέρωφ, αναφερόταν στη περίοδο από το Μάιο του 1956 μέχρι τον Ιούνιο του 1963. Ο ίδιος τίτλος όμως συμπυκνώνει και την αποτίμηση της εξέλιξης του Κυπριακού και μετά το 1974. Μια αλυσίδα χαμένων ευκαιριών που η καθεμιά τους ήταν χειρότερη από τη προηγούμενη.

Η σημειολογία και μόνο είναι ενδεικτική. Το κυπριακό, παρότι αποτελεί πρόβλημα παράνομης εισβολής και κατοχής διολισθαίνει πλέον σε διμερές πρόβλημα. Οι όποιες αναφορές στο διεθνή τύπο σε βόρεια και νότια Κύπρο, εξισώνουν την Κυπριακή δημοκρατία, κυρίαρχο κράτος και μέλος της ΕΕ, με το ψευδοκράτος. Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και το ευρωπαϊκό κεκτημένο δεν φαίνεται να αποτελούν την εδραία βάση μιας λύσης.

Αποκλίσεις από το ευρωπαϊκό κεκτημένο υπήρχαν και στο σχέδιο Ανάν. Τότε όμως όλοι στήριζαν τις ελπίδες για τη βιωσιμότητα της τελικής λύσης στην ευρωπαϊκή μετεξέλιξη της Τουρκίας. Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και μια Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά δημιουργούσαν προοπτικές για λύση του Κυπριακού στη βάση του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Έστω με κάποιες αποκλίσεις.

Η απομάκρυνση της Τουρκίας από την Ευρώπη διαφοροποιεί τα πράγματα. Η Τουρκία εξελίσσεται σ´ένα αυταρχικό κράτος προβληματικό αλλά απαραίτητο για τη Δύση. Η διαφαινόμενη βούληση της για λύση στο Κυπριακό εδράζεται σε δυο κυρίως παράγοντες. Ο πρώτος έχει να κάνει με τα ανοιχτά της μέτωπα. Ο πόλεμος στη Συρία και το προσφυγικό αποτελούν δυσεπίλυτα προβλήματα για την τουρκική εξωτερική πολιτική. Και το κουρδικό αποτελεί απειλή κατά της εδαφικής της ακεραιότητας. Θέλει λοιπόν να κλείσει μέτωπα.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Τουρκία επιθυμεί να έχει μερίδιο στην συνεκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία θα δεχθεί λύση που να αφίσταται των πάγιων επιδιώξεων της. Άλλωστε το παραλήρημα Ερντογάν για τη Συνθήκη των Σεβρών και της Λωζάννης προϊδεάζει για την διαλλακτικότητα της Τουρκίας. Πόσω μάλλον όταν θεωρεί ότι η ελληνική πλευρά βρίσκεται σε πρωτοφανή αδυναμία.

Είναι προφανές ότι η κόπωση έχει αμβλύνει τις αντιστάσεις και τις αναστολές της ελληνικής πλευράς. Και το ισοζύγιο της ισχύος έχει δραματικά επιδεινωθεί εις βάρος μας. Σ´αυτό το περιβάλλον η κυπριακή ηγεσία έχει αποτολμήσει μια μοναχική διαπραγματευτική διαδικασία με τον Ακιντζί, που θυμίζει τον περίφημο «περίπατο στο δάσος» του αμερικανού διαπραγματευτή Paul Nitze με τον σοβιετικό ομόλογο του. Επιδιώκοντας λύση με την ελληνική πλευρά κυριολεκτικά απούσα. Χωρίς στηρίγματα δηλαδή. Μια λύση, όμως, έντιμου συμβιβασμού θα πρέπει να είναι, κατ´ελάχιστον, καλύτερη από την υφιστάμενη κατάσταση. Αλλιώς θα είναι ο τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα των χαμένων ευκαιριών.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Προειδοποιήσεις

Προειδοποιήσεις

Οι αναφορές του Ερντογάν στη Λωζάννη είχαν πρωτίστως εσωτερική στόχευση. Εντάσσονται στην προσπάθεια εδραίωσης της θέσης του μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Και είναι μέρος ενός αφηγήματος που αφορά τον κεμαλισμό αλλά και τη στάση των μεγάλων δυνάμεων απέναντι στη Τουρκία.

Χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Συνθήκης των Σεβρών και της Λωζάννης κατηγορώντας τις δυτικές δυνάμεις για το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και υπονοεί ότι με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου σχεδίαζαν τον διαμελισμό της σύγχρονης Τουρκίας.

Η Συνθήκη των Σεβρών έγινε αποδεκτή από το Σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ’ αλλά απορρίφθηκε από το κίνημα των Νεότουρκων. Ο Κεμάλ χρησιμοποίησε αυτήν την ταπείνωση για να καταργήσει το χαλιφάτο και να εδραιώσει το εθνικιστικό του κίνημα. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την επικράτηση του Κεμάλ, η Τουρκία έθεσε θέμα επαναδιαπραγμάτευσης της Συνθήκης των Σεβρών. Η διαδικασία κατέληξε στη Συνθήκη της Λωζάννης, που υπεγράφη το 1923 και έθεσε τα όρια του σύγχρονου εθνικού τουρκικού κράτους. Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, την Ίμβρο και την Τένεδο, την περιοχή της Σμύρνης και τα Στενά. Και είχαμε και ανταλλαγή μειονοτήτων που προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών.

Ο Ερντογάν, νοσταλγώντας την οθωμανική αυτοκρατορία, κατηγορεί τις μεγάλες δυνάμεις ότι μεθόδευσαν τη διάλυση της και την ίδρυση ενός εθνικού κράτους, στο οποίο έδωσαν «τα ψίχουλα» της Συνθήκης της Λωζάννης. Σύμφωνα με το νεοοθωμανικό του αφήγημα, οι κεμαλιστές αποδείχθηκαν κατώτεροι των προσδοκιών. Δέχθηκαν τη συρρίκνωση της πρώην αυτοκρατορίας εμφανίζοντας τη Συνθήκη της Λωζάννης ως νίκη. Κληροδοτώντας προβλήματα στη σημερινή Τουρκία. Με τα οποία ο Ερντογάν εννοεί, ουσιαστικά, τις αξιώσεις που εγείρει η Τουρκία στο Αιγαίο.

Αυτό είναι το ένα σκέλος του αφηγήματος του Ερντογάν. Το δεύτερο σκέλος έχει να κάνει με τη θεωρία του ξενοκίνητου πραξικοπήματος. Ο Ερντογάν κατηγορεί τις δυτικές δυνάμεις ότι ετοίμαζαν μια νέα Συνθήκη των Σεβρών. Αποσκοπούσαν, δηλαδή, στο διαμελισμό της σημερινής Τουρκίας. Αυτό αποδεικνύει, κατά τον Ερντογάν, η καθυστερημένη καταδίκη του πραξικοπήματος από τις δυτικές χώρες, και η κωλυσιεργία των ΗΠΑ στην έκδοση του Γκιουλέν.

Και συσχετίζει το ξενοκίνητο πραξικόπημα με τις κυοφορούμενες ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή και την τελική διευθέτηση του συριακού εμφυλίου. Ξορκίζοντας το φάντασμα ενός κουρδικού κράτους και στέλνοντας το μήνυμα ότι η ισχυροποιημένη ηγεσία του, και όχι οι συμβιβασμένοι κεμαλιστές, θα είναι ανάχωμα στα σχέδια για ένα νέο διαμελισμό της Τουρκίας.

Οι αναφορές του Ερντογάν στη Λωζάννη δεν προσθέτουν κάποιο νέο στοιχείο στην πάγια αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας στο Αιγαίο. Προδίδουν, όμως, τη στάση της στις συνομιλίες για το Κυπριακό και τα περιθώρια της διαλλακτικότητας που μπορεί να αναμένουμε.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ιανός

Ιανός

Η Τουρκία θυμίζει τον Θεό των Ρωμαίων, τον Ιανό. Αμφίσημη, με δυο πρόσωπα. Το ένα στραμμένο προς τη Δύση, το άλλο προς την Ανατολή. Μουσουλμανική χώρα αλλά κοσμική δημοκρατία, μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ. Αυτή ήταν και η χρησιμότητα της για τη Δύση, πέρα από τη γεωπολιτική της σημασία. Στην οριενταλιστική αντίληψη πολλών δυτικών για τον εκδημοκρατισμό της Μέσης Ανατολής η Τουρκία λειτουργούσε ως αρχετυπικό παράδειγμα. Ως εξαγώγιμο μοντέλο.

Για αρκετό καιρό η Δύση θεώρησε ότι στο πρόσωπο του Ερντογάν είχε βρει τον εκφραστή αυτής της πολιτικής. Ο Ερντογάν, με άλλοθι την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, και όχημα τον συνεπαγόμενο εκδημοκρατισμό, αντιπαρατέθηκε με σφοδρότητα με το ancien regime. Με κοινωνική ατζέντα, λαϊκίστικη ρητορική, και με την οικονομία να αναπτύσσεται ραγδαία, κέρδισε διαδοχικές μάχες από το κεμαλικό στρατοκρατικό κατεστημένο. Συγκεντρώνοντας την εξουσία στα χέρια του. Στην πορεία εξουδετέρωσε όποιον αντιτάχθηκε στα σχέδια του η αμφισβήτησε τη κυριαρχία του. Από τον Γκιούλ, τον Φετουλάχ Γκιουλέν, μέχρι το Νταβούτογλου. Όταν κυριάρχησε έβαλε σε δεύτερη μοίρα τον εκδημοκρατισμό και την ευρωπαική πορεία της Τουρκίας. Και έφερε στο προσκήνιο μια σκληρή ισλαμική ατζέντα. Βάζοντας τη Τουρκία, προοδευτικά, σε τροχιά απομάκρυνσης από τη Δύση.

«Η δημοκρατία είναι μόνο το τρένο στο οποίο επιβιβαζόμαστε μέχρι να φτάσουμε στο στόχο μας», είπε ο Ερντογάν για όσους άκουγαν. «Τα τζαμιά είναι οι στρατώνες μας, οι μιναρέδες είναι οι ξιφολόγχες μας, οι τρούλοι είναι τα κράνη μας, οι πιστοί οι στρατιώτες μας».

Η ισλαμική αυτή ατζέντα δεν περιορίστηκε στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Καθόρισε και την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Με την Τουρκία να εγείρει ηγετικές αξιώσεις στον ισλαμικό κόσμο, αναπτύσσοντας έντονη αντισημιτική και αντιαμερικανική ρητορική. Ενώ ανεχόταν η συνέπλεε με τζιχαντιστικές οργανώσεις. Η Τουρκία σταδιακά αποξενώθηκε από τις ΗΠΑ, η ευρωπαϊκή της προοπτική έμεινε στάσιμη, και η στρατηγική της σχέση με το Ισραήλ διερράγη. Αυτά όλα είχαν συμβεί πριν το πραξικόπημα.

Μετά το πραξικόπημα, ο Ερντογάν έχει κλιμακώσει τους λεονταρισμούς του εναντίον των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Ενώ, μετά από μια θεαματική αναδίπλωση, φαίνεται να συμπτύσσει μια ανίερη συμμαχία με τη Ρωσία. Οι συνέπειες της μεταστροφής του Ερντογάν θα εξαρτηθούν από το αν αυτή έχει τακτικό η στρατηγικό χαρακτήρα. Η Ουάσιγκτον πάντως, για κάθε ενδεχόμενο, ετοιμάζει εναλλακτικά σχέδια για τη βάση του Ιντσιρλίκ.

Η Ελλάδα, για μια σειρά από λόγους, αντιμετώπισε την αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας στο Αιγαίο, αλλά και το Κυπριακό, μέσα από την προοπτική του εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας. Η προοπτική αυτή απομακρύνεται. Και, εκ των πραγμάτων γεννάται η ανάγκη επανασχεδιασμού της εξωτερικής μας πολιτικής.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η Τουρκία σε αδιέξοδο

Η Τουρκία σε αδιέξοδο

Το πραξικόπημα στην Τουρκία ξάφνιασε πολλούς. Οι αλλεπάλληλες επιτυχείς αναμετρήσεις του Ερντογάν με το στρατοκρατικό κατεστημένο αλλά και η, έστω και καρκινοβατούσα, ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας προϊδέαζαν ότι η Τουρκία είχε αφήσει πίσω της το φαύλο κύκλο των πραξικοπημάτων.

Το πραξικόπημα απέτυχε για τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον, γιατί οι πραξικοπηματίες έχασαν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Καθώς απέτυχαν να ελέγξουν τις τηλεπικοινωνίες, τα μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, και τα νευραλγικά κέντρα της διακυβέρνησης. Δεύτερον, γιατί απέτυχαν να εξουδετερώσουν τον αντίπαλο τις πρώτες κρίσιμες ώρες. Έναν αντίπαλο με σοβαρά λαϊκά ερείσματα. Τρίτον, γιατί η διείσδυση του Ερντογάν στις ένοπλες δυνάμεις αποδεικνύεται σημαντική. Οι κεμαλιστές στο στράτευμα έχουν χάσει την ενότητα τους, την ιεραρχική τους δομή και μέρος της αποτελεσματικότητας τους. Κι αυτό φάνηκε από τη δομή της οργάνωσης του πραξικοπήματος.

Η έκμετρη αντιμετώπιση των πρωταιτίων και η διαχείριση της επόμενης μέρας από τον Ερντογάναποτυπώνουν ξεκάθαρα και τις προθέσεις του. Στο εσωτερικό, θα χρησιμοποιήσει το πραξικόπημα για να προχωρήσει σε εκκαθαρίσεις σε όλους τους θεσμούς του κράτους. Τη δημόσια διοίκηση, τη δικαιοσύνη, το στράτευμα. Συγκεντρώνοντας ολοένα και περισσότερες εξουσίες και μετατρέποντας το πολίτευμα σε προεδρικό. Ακόμη και επαναφέροντας τη θανατική ποινή για λόγους εκφοβισμού των αντιπάλων.

Η πολιτική της πόλωσης και της συγκέντρωσης εξουσίας ισχυροποιεί τον Ερντογάν. Βλάπτει, όμως, την Τουρκία. Γιατί την αποξενώνει από την Ευρώπη, διχάζει την τουρκική κοινωνία, και προϊδεάζει για συνθήκες χάους στη μετά τον Ερντογάν εποχή. Η δε συνεχιζόμενη αστάθεια θα στερήσει πόρους από την τουρκική οικονομία σε μια κρίσιμη περίοδο.

Στα εξωτερικά, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ο Ερντογάν, από ένα σημείο και μετά, ακολούθησε αναθεωρητική πολιτική. Χρησιμοποίησε εργαλειακά την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, και τον εκδημοκρατισμό που συνεπαγόταν, κυρίως για να περιορίσει το στρατοκρατικό κεμαλικό κατεστημένο. Όταν το πέτυχε την έβαλε σε δεύτερη μοίρα. Ο στόχος του ήταν η Τουρκία να ηγηθεί του ισλαμικού κόσμου. Η πολιτική αυτή εκφράστηκε με έντονη αντισημιτική και αντιαμερικανική ρητορική και ανοχή ή και σύμπλευση με τζιχαντιστικές οργανώσεις. Η Τουρκία αποξενώθηκε από τη Δύση, διέρρηξε τη στρατηγική της σχέση με το Ισραήλ, και την προνομιακή της σχέση με τη Ρωσία. Αυτή η γεωπολιτική αποδυνάμωση της Τουρκίας μαζί με την συνεχιζόμενη αποδυνάμωση των ενόπλων δυνάμεων στον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων ήταν, άλλωστε, και οι κυριότερες αιτίες του πραξικοπήματος.

Τα αδιέξοδα αυτά είχαν ήδη οδηγήσει τον Ερντογάν σε αναδίπλωση και εξομάλυνση των σχέσεων με Ρωσία και Ισραήλ, αλλά και τις ΗΠΑ. Όχι, όμως, και στην εξάλειψη της καχυποψίας των συνομιλητών του για τηνπραγματική του ατζέντα, που στο επίκεντρο της παραμένει ισλαμική.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο «ήσυχος» Ερντογάν

Ο «ήσυχος» Ερντογάν

Η άνοδος του Ερντογάν στην εξουσία δημιούργησε πολλές προσδοκίες στη Δύση. Η έμφαση στην οικονομική ανάπτυξη, η ρητορική για τη διεύρυνση των ελευθεριών και η πάταξη της διαφθοράς έδειχναν την Τουρκία να πλησιάζει την Ευρώπη. Η Αμερική, άλλωστε, πάγια επιζητούσε την ενσωμάτωση της Τουρκίας σε όλους τους δυτικούς θεσμούς και, μέσω αυτών, τον εκδημοκρατισμό της. Μια ισλαμική αλλά κοσμική και δημοκρατική Τουρκία ήταν ένα εξαγώγιμο πρότυπο για τα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής.

Στηριζόμενος στην οικονομία που αναπτυσσόταν ραγδαία, ο Ερντογάν ξεθεμελίωσε το κεμαλικό στρατοκρατικό κατεστημένο, μέσα απο αλλεπάλληλες αναμετρήσεις, και εδραίωσε την πολιτική του κυριαρχία.

Στα εξωτερικά έσπευσε να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν με το τέλος του ψυχρού πολέμου. Στην Κεντρική Ασία, τα Βαλκάνια, τη Μέση Αματολή. Διευρύνοντας τη νεοοθωμανική πολιτική του Οζάλ. Που ιδεολογικοποίησε ο Νταβούτογλου με το δόγμα των μηδενικών προβλημάτων. Η πολιτική αυτή εκδιπλώθηκε, αρχικά, σε σύγκλιση με τη Δύση και, κυρίως, τις ΗΠΑ.

Σταδιακά, όμως, η Τουρκία αυτονομήθηκε. Η φιλοδοξία του Ερντογάν να ηγηθεί του ισλαμικού κόσμου τον οδήγησε σε ρητορεία αντισημιτική και αντιαμερικανική. Με αποτέλεσμα, να διαρρήξει τον παραδοσιακό άξονα με το Ισραήλ και να χάσει την εμπιστοσύνη της Ουάσιγκτον. Και, τελικά, να μετατρέψει την πολιτική των μηδενικών προβλημάτων σε πολιτική πολλαπλών ανοιχτών μετώπων.

Ταυτόχρονα, άρχισε να αλλοιώνεται και ο χαρακτήρας του καθεστώτος. Που γινόταν ολοένα και λιγότερο κοσμικό και περισσότερο αυταρχικό. Με τον Ερντογάν να συγκεντρώνει όλο και περισσότερες εξουσίες στα χέρια του. Οι διαφωνίες του Νταβούτογλου στα θέματα αυτά και στη διαχείριση του προσφυγικού-μεταναστευτικού έφεραν τη «συναινετική εκπαραθύρωση» του μέσα απο ένα παλατινό πραξικόπημα.

Η Δύση παρακολουθεί αμήχανη τη σταδιακή αποξένωση της Τουρκίας. Την ώρα που απειλείται από την ισλαμική τρομοκρατία και το μεταναστευτικό-προσφυγικό κύμα. Και η ελληνική κυβέρνηση, εύλογα, ανησυχεί ότι η Τουρκία θα εξάγει αστάθεια προς τη χώρα μας.

Η Τουρκία, όμως, δεν αντιμετωπίζει εσωτερική αστάθεια. Ο Ερντογάν μπορεί να έχει γίνει συγκεντρωτικός και αυταρχικός αλλά παραμένει ο απόλυτος κυρίαρχος. Και στα εξωτερικά, η ζωτικής σημασίας απειλή για την Τουρκία είναι οι εξελίξεις στα ανατολικά της και οι επιπτώσεις τους στο κουρδικό. Το πιθανότερο είναι ο Ερντογάν να επιδιώξει την «ησυχία» στα ελληνοτουρκικά και το κυπριακό και τη βελτίωση των σχέσεων με το Ισραήλ. Αυτό θα του επιτρέψει και τη συμμετοχή στην ενεργειακή πίτα της Α. Μεσογείου. Οι παραβιάσεις στο Αιγαίο αποτελούν μια πάγια υπόμνηση των τουρκικών αιτιάσεων. Η Άγκυρα δεν έχει ανάγκη δημιουργίας θερμού επεισοδίου.

Ελέγχοντας τη ροή των μεταναστευτικών-προσφυγικών ρευμάτων συντηρεί μια συνεχή κρίση στην Ελλάδα. Ενώ συνεχίζει να διεκδικεί ανταλλάγματα από τη Δύση.

Σε ένα διαρκές ανατολίτικο παζάρι.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ανατολίτικα παζάρια

Ανατολίτικα παζάρια

Η κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους από τη Τουρκία δεν οφείλεται σε αντίδραση της στιγμής. Εντάσσεται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό της Άγκυρας για τις εξελίξεις στην εγγύς περιφέρεια της. Ρωσία και Τουρκία έχουν αντίθετα συμφέροντα και επιδιώξεις στην περιοχή.

Στο συριακό εμφύλιο, η Άγκυρα είχε εξαρχής ταχθεί υπέρ της ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ. Χρησιμοποιώντας ως μοχλό τους τουρκομάνους αντικαθεστωτικούς. Η Ρωσία αντίθετα είδε στην επιβίωση του Άσαντ την αναβίωση της επιρροής της στη περιοχή. Και οι δυο χώρες αρχικά υποβάθμισαν την απειλή του ISIS. Όταν μπήκαν στη μάχη εναντίον του το έκαναν προσχηματικά και για διαφορετικούς λόγους. Η Ρωσία για να εξουδετερώσει τους αντιπάλους του Άσαντ. Και η Τουρκία για να εξουδετερώσει τους Κούρδους της Συρίας. Και να αποτρέψει τη de facto δημιουργία κουρδικού κράτους στα σύνορα της.

Η διογκούμενη απειλή του ISIS και η επίθεση της 13ης Νοεμβρίου στο Παρίσι άλλαξαν τα δεδομένα και τις ισορροπίες. Η ανάγκη της άμεσης αντιμετώπισης του ISIS έφερε τη σύγκλιση της Δύσης με τη Ρωσία. Και έναν διαφαινόμενο συμβιβασμό για το μέλλον του Άσαντ.

Η Τουρκία είδε ξαφνικά όλον το σχεδιασμό της στην περιοχή να καταρρέει. Τους τουρκομάνους αντικαθεστωτικούς συμμάχους της να καταστρέφονται από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς. Το καθεστώς Άσαντ να ενισχύεται και να επιβιώνει. Και τους Κούρδους της Συρίας να αναβαθμίζονται σε στρατιωτικούς εταίρους της Δύσης. Καθώς παραμένουν οι μόνες αξιόπιστες χερσαίες δυνάμεις που επιχειρούν κατά του ISIS.

Μπροστά στον κίνδυνο να διαμορφωθούν οι εξελίξεις στην περιοχή ερήμην της και εις βάρος των συμφερόντων της, η Τουρκία αντέδρασε. Με μια κίνηση υψηλού αλλά όχι απαγορευτικού ρίσκου. Ήταν μια κίνηση διεμβολισμού της διαφαινόμενης σύγκλισης Ρωσίας Δύσης. Ήταν μήνυμα προς τη Ρωσία με την προκαταβολική σιγουριά της στήριξης που θα έχει μια χώρα μέλος του ΝΑΤΟ απέναντι στη Ρωσία. Ήταν μήνυμα και προς τη Δύση ότι η συμπόρευση της στην περιοχή θα έχει όρους και υψηλό τίμημα.

Σε πρώτη ανάγνωση η Τουρκία βγαίνει κερδισμένη. Πήρε αμέσως δήλωση στήριξης από τον αμερικανό πρόεδρο και κάλυψη, όπως ήταν φυσικό, από το ΝΑΤΟ. Η Σύνοδος ΕΕ Τουρκίας κατέληξε σε συμφωνία για διάθεση 3 δις για τους Σύρους πρόσφυγες. Και σε ξεπάγωμα της ενταξιακής της διαπραγμάτευσης. Ενώ η ρωσική αντίδραση ήταν μάλλον αντιμετωπίσιμη.

Μακροπρόθεσμα, όμως, η Τουρκία θα βρεθεί απομονωμένη. Ανάμεσα σε μια εχθρική Ρωσία, ένα αναβαθμισμένο εχθρικό Ιράν, μια εχθρική Συρία, και το κουρδικό σε χειρότερη μοίρα. Έχοντας επιδεινώσει τον τελευταίο καιρό τις σχέσεις της με το Ισραήλ και τη Δύση. Η εξωτερική πολιτική Νταβούτογλου για μηδενικά προβλήματα τείνει να εξελιχθεί σε εξωτερική πολιτική χωρίς συμμάχους.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ο ανθεκτικός κύριος Ερντογάν

Ο ανθεκτικός κύριος Ερντογάν

Το κόμμα του Ερντογάν επέστρεψε αυτοδύναμο στην εξουσία. Τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές του Ιουνίου, που έδειξαν σημάδια κόπωσης και φθοράς απο την πολυετή διακυβέρνηση. Ό,τι δεν πέτυχε τον Ιούνιο το επιτυγχάνει τώρα. Τουλάχιστον εν μέρει. Η αυτοδυναμία επιτεύχθηκε ενώ του λείπουν μόλις 14 έδρες για το όριο των 330 βουλευτών που χρειάζονται για τη συνταγματική αναθεώρηση. Για τη μετατροπή του πολιτεύματος της Τουρκίας απο κοινοβουλευτική σε προεδρική δημοκρατία.

Χαρισματικός για τους υποστηρικτές του, Σουλτάνος για τους εχθρούς του, ο Ερντογάν δεν έκρυψε ποτέ τη βούληση του για την απόλυτη συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια του. Το πέτυχε ξηλώνοντας το βαθύ κεμαλικό κράτος μέσα απο αλλεπάλληλες συγκρούσεις. Σε όλα τα επίπεδα. Στο στρατό, στη δικαιοσύνη, στο κρατικό μηχανισμό. Τις κέρδισε όλες. Ξεδιπλώνοντας σταδιακά την ισλαμική του ατζέντα.

Αρχικά, η αποκαθήλωση του κεμαλισμού έφερε άνθηση της ελυθερίας και των δικαιωμάτων. Και για τη Δύση το μοντέλο μιας ήπιας ισλαμικής δημοκρατίας με ελεύθερη οικονομία φάνταζε εξαγώγιμο και στην υπόλοιπη Μέση Ανατολή.

Εδραιώνοντας σταδιακά την πολιτική του κυριαρχία ο Ερντογάν αισθάνθηκε άτρωτος. Όσο ξεδόντιαζε το κεμαλικό κατεστημένο τόσο σκλήραινε η ισλαμική του ατζέντα και εντεινόταν ο αυταρχισμός του. Οι περιορισμοί της ελευθερίας του τύπου, ο καταναγκασμός της κοινωνίας των πολιτών και σειρά σκανδάλων έφεραν τις εξεγέρσεις στη πλατεία Ταξίμ.

Στην εξωτερική πολιτική το δόγμα Νταβούτογλου, αντί να μηδενίσει, πολλαπλασίασε τα προβλήματα και τις διενέξεις με γειτονικές χώρες. Και έφερε τη ρήξη με το Ισραήλ, την απώλεια της εμπιστοσύνης των ΗΠΑ, και την επιβράδυνση της ενταξιακής πορείας στην Ευρώπη.

Ο εμφύλιος στη Συρία και η ογκούμενη απειλή του ISIS έφεραν την εμπλοκή της Αμερικής και της Ρωσίας ενάντια στα συμφέροντα της Τουρκίας. Της Ρωσίας υπέρ του Άσαντ και της Αμερικής υπέρ των Κούρδων.

Ο νεο-οθωμανισμός του Ερντογάν εξελίχθηκε σε πολλαπλασιασμό των εξωτερικών απειλών και σε εσωτερική αμφισβήτηση.
Αυτή ήταν η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη όψη του νομίσματος έδειχνε τις πολιτικές ευκαιρίες που φέρνει κάθε κρίση. Ο Ερντογάν τις άδραξε γυρίζοντας την πολιτική ατζέντα σε θέματα ασφάλειας. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις, όπως το μακελειό στην Άγκυρα, συσπείρωσαν την κοινή γνώμη και πόλωσαν την εκλογική αναμέτρηση. Το ρίσκο απέδωσε. Το AKP επικράτησε με αυτοδυναμία. Παρά την πόλωση, όμως, το φιλοκουρδικό κόμμα μπήκε στη βουλή έστω και οριακά. Και το AKP δεν συγκέντρωσε το μαγικό αριθμό των 330 εδρών που απαιτούνται για τη συνταγματική αναθεώρηση.
Για τους οπαδούς του η προχθεσινή επικράτηση είναι η επιβεβαίωση της πολιτικής του κυριαρχίας. Για τους εχθρούς του μια τελευταία ταλάντωση του πολιτικού εκκρεμούς.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”