Παράπονο

Παράπονο

Τον τελευταίο καιρό διατυπώνεται μία κριτική προς τη ΝΔ από στελέχη της ελάσσονος αντιπολίτευσης, και κυρίως του ΠΑΣΟΚ. Επικρίνεται η ΝΔ γιατί στοχεύει στην αυτοδυναμία. Γιατί στοχεύει, δηλαδή, στην εκλογική επικράτηση στις επικείμενες εκλογές. Η κριτική αυτή συνδέεται με μία υποβόσκουσα κατηγορία για αλαζονεία και μια αιχμή, εν είδει προειδοποίησης, για τις μετεκλογικές εξελίξεις. Στην ουσία υποκρύπτει ένα παράπονο. Ότι το ΠΑΣΟΚ φορτώθηκε το βάρος των ευθυνών για την κρίση. Οι ευθύνες αυτές αποδόθηκαν πολιτικά από τους πολίτες και οδήγησαν στην συρρίκνωσή του. Και έχουν να κάνουν κυρίως με δύο στοιχεία. Τον λαϊκισμό της δεκαετίας του ᾽80 και το μοντέλο παρασιτικής κατανάλωσης και ευημερίας με δανεικά. Το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε ένα χρέος που το 2003 άγγιζε ήδη το 100% (98% για την ακρίβεια) ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το δεύτερο είναι γιατί εξεβίασε εκλογές το 2009 με μοχλό την εκλογή ΠτΔ και με σύνθημα ότι λεφτά υπάρχουν. Και όταν κέρδισε τις εκλογές καθυστέρησε πολλούς μήνες να πάρει μέτρα και τελικά παρέδωσε τη χώρα αμαχητί στη διεθνή επιτροπεία. Αυτό δεν σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ δεν έχει και θετική συνεισφορά στην ιστορική διαδρομή της μεταπολίτευσης ή ότι η ΝΔ δεν έχει τις ευθύνες που της αναλογούν. Αυτά όμως κρίθηκαν από τους πολίτες, αποτυπώθηκαν σε εκλογικές αναμετρήσεις και θα απασχολήσουν τον ιστορικό του μέλλοντος.

Το γεγονός ότι, σήμερα, η ΝΔ επιδιώκει μία αποφασιστική νίκη απέναντι στις δυνάμεις της οπισθοδρόμησης, δηλαδή της σημερινής κυβέρνησης, είναι απολύτως θεμιτός και, εν προκειμένω, λυτρωτικός στόχος. Αυτό δεν αποκλείει κυβερνήσεις συνεργασίας. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να βγεί η χώρα από την κρίση. Ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας, όμως, είναι μακροβιότερες και αποτελεσματικότερες όταν στηρίζονται σε προγραμματικές συγκλίσεις και συναινέσεις, παρά σε αριθμητικές ανάγκες και εκβιασμούς. Γιατί η ανάγκη πολλές φορές καταλήγει σε τερατογενέσεις, όπως το σημερινό κυβερνητικό σχήμα.

Η σύγκλιση των ευρωπαϊκών μεταρρυθμιστικών δυνάμεων σε ένα πρόγραμμα εθνικής ανασυγκρότησης είναι μονόδρομος. Και σ᾽αυτή τη σύγκλιση η ΝΔ θα είναι ο κύριος πόλος. Με ή χωρίς αυτοδυναμία. Γιατί αυτή φαίνεται να είναι η πρόθεση των πολιτών όπως αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις.

Αυτό που είναι δυσεξήγητο είναι η πολιτική των ίσων αποστάσεων, που φαίνεται να υιοθετεί η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. Γιατί έρχεται μετά τη μεγάλη προσπάθεια της συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ να βγάλει τη χώρα από την κρίση. Που θα είχε στεφθεί με επιτυχία αν δεν είχε ανατραπεί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Και γιατί έρχεται μετά την καταστροφική διετή διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι δυσεξήγητη η πολιτική ίσων αποστάσεων ανάμεσα σε σωτήρες και ολετήρες. Όσο και αν βασίζεται σε ένα παράπονο.

protothema.gr

Η μάχη του Κέντρου

Η μάχη του Κέντρου

Οι συνομιλίες για τη συγκρότηση ενός ενιαίου κεντροαριστερού φορέα καρκινοβατούν. Και να πετύχουν, όμως, είναι αμφίβολο αν το σημερινό ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι μπορούν να αναπτύξουν αξιόλογη πολιτική δυναμική. Που θα μπορούσε να επαναπατρίσει δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και να εκφράσει μεταρρυθμιστικές δυνάμεις του κεντρώου χώρου.

Η αδυναμία αυτή μαζί με τη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν ξεκάθαρα το χώρο πολιτικής και εκλογικής στόχευσης για τη ΝΔ. Η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα κριθεί εν πολλοίς από το νικητή της μάχης του κέντρου.

Η μάχη αυτή δεν θα είναι εύκολη παρά τη διαφαινόμενη φθορά της κυβέρνησης. Κι αυτό γιατί αν υπάρχει ένας τομέας που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει αξιόλογες επιδόσεις αυτός είναι ο τομέας της προπαγάνδας. Ένας καλοστημένος μηχανισμός έχει στήσει ένα καλοδουλεμένο αφήγημα. Για όλα φταίνε οι ξένοι κι οι προηγούμενοι. Η κυβέρνηση διαφωνεί με το μνημόνιο αλλά αναγκαστικά το εφαρμόζει. Γιατί οι παρόντες συσχετισμοί στην Ευρώπη δεν επιτρέπουν άλλες πολιτικές. Και όχι μόνο αυτό. Η αντίθεση της στις πολιτικές του μνημονίου και η αριστερή κοινωνική ευαισθησία της διασώζουν ότι είναι δυνατόν να διασωθεί για τα μεσαία και λαϊκά στρώματα. Σε αντίθεση με τη ΝΔ που είναι ιδεολογικά μνημονιακή, κοινωνικά ανάλγητη, νεοφιλελεύθερη και ακροδεξιά. Και μέρος του παλαιού πολιτικού συστήματος που οδήγησε τη χώρα στη κρίση. Αυτό εντυπώνεται στις μάζες με τις θεατρικές παραστάσεις των δήθεν διαπραγματεύσεων πριν από κάθε αξιολόγηση. Ή με τη δήθεν μάχη κατά της διαπλοκής και των μεγάλων συμφερόντων. Βλέπε τηλεοπτικές άδειες.

Το δεύτερο σκέλος του αφηγήματος έχει να κάνει με την αλλαγή των ευρωπαϊκών συσχετισμών. Η σημερινή ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαια πολύ πιο συστημική και κατεργασμένη απ’ότι στο ξεκίνημα. Εξού και το φλερτ με τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και η συνάντηση των ευρωπαϊκών χωρών του νότου. Η καλλιέργεια της προσδοκίας ότι οι πολιτικές της λιτότητας μπορεί ν’ αλλάξουν. Και ο έμμεσος προσεταιρισμός του ρεύματος του ευρωσκεπτικισμού.

Η πρόκληση για τη ΝΔ είναι να αρθρώσει εμπροσθοβαρή μεταμνημονιακή ρητορική. Ορθά είπε ο Μητσοτάκης ότι το μνημόνιο δεν καθορίζει το σύνολο της πολιτικής μας. Είναι μια αναγκαία συνθήκη από την οποία πρέπει να βγούμε. Αρθρώνοντας ένα αξιόπιστο σχέδιο εθνικής ανασυγκρότησης πάνω και πέρα από τα μνημόνια. Που θα αποκαθιστά την κακοποιημένη στον τόπο μας έννοια των μεταρρυθμίσεων. Δίνοντας της κοινωνικό πρόσημο και καταδεικνύοντας τα κοινωνικά οφέλη των μεταρρυθμίσεων. Ένα πρόγραμμα με ριζοσπαστισμό στις ιδέες αλλά μετριοπάθεια στο ύφος και το λόγο. Που θα οδηγεί τη καθημερινότητα του πολίτη στη κανονικότητα. Μόνο έτσι μπορεί να συγκροτηθεί ένα κοινωνικό πλειοψηφικό ρεύμα απέναντι στο λαϊκισμό. Αυτό είναι και το στοίχημα της ΔΕΘ και της συμφωνίας της αλήθειας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”