Από το Brexit στο TRexit;

Από το Brexit στο TRexit;

Πριν από λίγα χρόνια η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα ακουγόταν ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Σήμερα μια άλλη χώρα, η Τουρκία, κόβει τις γέφυρες με τη Δύση. Και η έξοδός της από έναν άλλο δυτικό θεσμό, το ΝΑΤΟ, δεν θεωρείται απίθανο σενάριο. Σημεία των τεκτονικών αλλαγών των καιρών που ζούμε.

Η Τουρκία είναι σαν τον Ιανό. Είχε πάντοτε δύο πρόσωπα. Το ένα κοιτούσε στη Δύση ενώ το άλλο στην Ανατολή. Στις μεγάλες αναμετρήσεις του περασμένου αιώνα ήταν επιτήδεια ουδέτερη. Στη διαιρετική εποχή του ψυχρού πολέμου εντάχθηκε στο δυτικό θεσμικό σύστημα, και πρωτίστως, στο ΝΑΤΟ. Ο βίαιος κεμαλικός εκσυγχρονισμός ήταν μια προσπάθεια εκδυτικισμού της Τουρκίας με αποκορύφωμα την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση στο Ελσίνκι.

Οι ΗΠΑ υιοθέτησαν μια προσέγγιση απέναντι στην Τουρκία ανάλογη αυτής που είχαν απέναντι στη Γερμανία μετά τον πόλεμο. Επιδίωξαν να την εντάξουν στους δυτικούς θεσμούς για να προωθήσουν τον εκσυγχρονισμό και τον εκδημοκρατισμό της. Δημιουργώντας, με τον τρόπο αυτόν, ένα εναλλακτικό μοντέλο δυτικόστροφης ισλαμικής δημοκρατίας για τον ισλαμικό κόσμο.

Για την Ευρώπη και την Τουρκία η τουρκική υποψηφιότητα ήταν απόρροια εργαλειακής και όχι αξιακής προσέγγισης. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, με την παρότρυνση των ΗΠΑ, επιζητούσαν την παγίωση μιας στρατηγικής σχέσης με την Τουρκία προκειμένου να προωθήσουν γεωπολιτικά και οικονομικά συμφέροντα. Οι Ευρωπαίοι γνώριζαν ότι η απόκλιση της Τουρκίας από το ευρωπαϊκό κεκτημένο είναι τόσο μεγάλη, ώστε δεν ετίθετο θέμα ένταξης. Στην καλύτερη περίπτωση, η Τουρκία θα παρέμενε σε μια τροχιά γύρω από τη Δύση. Αλλά και η τουρκική ελίτ ουδέποτε αντιμετώπισε την Ευρωπαϊκή Ένωση γι’ αυτό που πραγματικά ήταν. Ένα φιλελεύθερο, ειρηνικό, δημοκρατικό εγχείρημα, που προσπαθούσε να ξεφύγει από την τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων και τα διλήμματα του Θουκυδίδη. Η Τουρκία αντιμετώπισε την Ευρώπη με μια ανταλλακτική νοοτροπία και πάντοτε με όρους ισορροπίας των δυνάμεων.

Και μετά ήλθε ο Ερντογάν και το τέλος του ψυχρού πολέμου. Ο Ερντογάν έβαλε, σταδιακά, τέλος στον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας, συγκεντρώνοντας όλες τις εξουσίες. Αν ο Κεμαλισμός είχε γείρει την πλάστιγγα υπέρ του κοσμικού και δυτικού προσώπου του Ιανού, ο Ερντογάν πρόκρινε το ισλαμικό και ανατολικό.

Το τέλος της μεταψυχροπολεμικής εποχής έφερε την κρίση της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης και την ανάδυση των αναθεωρητικών αυταρχικών δυνάμεων, όπως η Ρωσία και κυρίως η Κίνα. Το περιβάλλον αυτό δίνει στον Ερντογάν ένα συστημικό πλαίσιο, στο οποίο μπορεί να βρει ερείσματα για το αυταρχικό ισλαμικό καθεστώς που έχει δομήσει.

Ο Ερντογάν δεν τραβάει απλώς το σκοινί. Περνάει τον Ρουβίκωνα για την άλλη όχθη. Προχωράει σε αλλαγή συμμαχιών. Όπως αργά αλλά σταθερά συγκέντρωσε την εξουσία γύρω από το πρόσωπό του, και εγκατέλειψε την ευρωπαϊκή προοπτική εξισλαμίζοντας την Τουρκία. Όπως εγκατέλειψε την παραδοσιακή στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ και υιοθέτησε έναν βιτριολικό αντισημιτισμό και αντιαμερικανισμό. Έτσι και τώρα, αργά αλλά σταθερά περνάει στον αστερισμό των αυταρχικών δυνάμεων εγκαταλείποντας τη Δύση.

Η Δύση του επισείει την απειλή της εξόδου από το ΝΑΤΟ, αλλά ο Ερντογάν φαίνεται ότι έχει μπε σε μια πορεία χωρίς επιστροφή.

εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, στήλη “Αντίλογος”

Η μοναξιά της Βρετανίας

Η μοναξιά της Βρετανίας

Οι γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου κλείνουν έναν κρίσιμο εκλογικό κύκλο στην Ευρώπη. Έναν εκλογικό κύκλο εν μέσω μιας πολυκρίσης και στο τέλος μιας δύσκολης δεκαετίας για την Ευρώπη. Η Ευρώπη άντεξε την επέλαση του λαϊκισμού και του ευρωσκεπτικισμού. Το επίπεδο όμως της δυσαρέσκειας παραμένει υψηλό. Τα κοινωνικά στρώματα, που αδυνατούν να παρακολουθήσουν την παγκοσμιοποίηση και τις τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και τις προκλήσεις της μετανάστευσης, αντιδρούν. Και ρέπουν σε επιλογές που έχουν κοινά στοιχεία. Τον προστατευτισμό, την αναδίπλωση στο κράτος-έθνος, την επιστροφή στο γαλατικό χωριό. Είναι επιλογές του θυμικού και λιγότερο ορθολογικές και γι´ αυτό περισσότερο ευάλωτες στις βουλές αδίστακτων δημαγωγών όπως ο Τραμπ, η Λεπέν, ο Βίλντερς, και τόσοι άλλοι.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Brexit. Οι μορφωμένοι νέοι των αστικών κέντρων ψήφισαν εναντίον του Brexit. Υπέρ ψήφισαν κυρίως οι άνω των 65 και τα εργατικά στρώματα σε περιοχές που βίωναν τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και της αυτοματοποίησης στην παραγωγή. Κάτι αντίστοιχο με τους ψηφοφόρους Τράμπ στη «ζώνη της σκουριάς» στην αμερικανική ενδοχώρα. Η ανέχεια και ο φόβος της μετανάστευσης τους οδήγησε να ψηφίσουν υπέρ του Brexit και την κυβέρνησή τους να διαπραγματευτεί ένα σκληρό Brexit. Αποκοπή, δηλαδή, από την ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση. Κι αυτό γιατί παραμονή στην ενιαία αγορά θα σήμαινε αποδοχή των τεσσάρων ελευθεριών: διακίνησης αγαθών, κεφαλαίων, υπηρεσιών και κυρίως ανθρώπων. Αλλά η ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων που έφερε, από το 2004, ενάμισι εκατομμύριο μετανάστες στη Βρετανία είναι για πολλούς Βρετανούς κόκκινο πανί.

Το σκληρό Brexit που προωθεί η βρετανική κυβέρνηση, με αποχώρηση από την ενιαία αγορά, θα έχει αρνητικές συνέπειες στη διακίνηση των βρετανικών προϊόντων και κατ´ επέκταση στη βρετανική οικονομία. Πολλοί, όμως, φοβούνται πλέον τη διάλυση του ίδιου του Ηνωμένου Βασιλείου. Η Σκωτία ψήφισε το 2014 εναντίον της απόσχισης από το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά τώρα, λόγω Brexit, βρίσκεται κοντά στην έξοδο απο την ενιαία αγορά παρά τη θέλησή της. Κι έτσι ο δρόμος παραμονής της στην ενιαία αγορά περνάει πλέον από την ανεξαρτητοποίηση από το Ηνωμένο Βασίλειο. Πέρα από τη Σκωτία, το Brexit υπονομεύει την εύθραυστη ειρήνη στη Βόρεια Ιρλανδία. Η Ιρλανδία, μέλος της ΕΕ, απειλεί να κλείσει τα σύνορα με τη Βόρεια Ιρλανδία, κάτι που στο παρελθόν αποτέλεσε πηγή προβλημάτων. Αλλά και το εσωτερικό μέτωπο στη Βρετανία παρουσιάζει ρωγμές. Το κόμμα των εργατικών είναι διχασμένο, αρκετοί Τόρις διαφωνούν και δυο πρωθυπουργοί, ο Τόνι Μπλερ και ο Τζων Μέιτζορ, αντιτίθενται σθεναρά.

Το Brexit από παράγοντας αποσταθεροποίησης του ευρωπαϊκού εγχειρήματος μεταβάλλεται, τελικά, σε παράγοντα αποσταθεροποίησης της ίδιας της Βρετανίας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Πολιτικός αταβισμός

Πολιτικός αταβισμός

Κόντρα στο ρεύμα της ιστορίας και με τη βρετανική κοινή γνώμη παραδοσιακά αμφίθυμη απέναντι στην Ευρώπη ο Κάμερον οδήγησε τη χώρα του στο δημοψήφισμα της Πέμπτης. Και την έξοδο από την Ευρώπη. Εκπληρώνοντας μια προεκλογική δέσμευση που είχε αναλάβει, προκειμένου να κατευνάσει τις τάξεις των ευρωσκεπτικιστών στο κόμμα του. Υποτιμώντας το ρεύμα του λαϊκισμού και ευρωσκεπτικισμού που σαρώνει όχι μόνο τη χώρα του αλλά όλη την Ευρώπη. Και υπερτιμώντας τη δική του δυνατότητα να σύρει το βρετανικό άρμα προς την ευρωπαϊκή κατεύθυνση.

Τερτίπια της ιστορίας. Ο Κάμερον και οι Βρετανοί κατάφεραν μόνοι τους ότι δεν είχε καταφέρει ο Ντε Γκώλ εις βάρος τους. Όταν μπλοκάρισε την είσοδο της Βρετανίας στη Κοινότητα δυο φορές. Φοβούμενος ότι θα αποτελούσε τον «αμερικανικό δούρειο ίππο στην Ευρώπη».

Οι Βρετανοί ήταν παραδοσιακά αμφίθυμοι απέναντι στην Ευρώπη. Ήταν η γεωπολιτική τους θέση, που τους έδινε μια απόσταση ασφαλείας από τον ευρωπαϊκό χώρο. Και τους έδινε τη δυνατότητα να μένουν μακριά από τις ευρωπαϊκές ίντριγκες. Παρεμβαίνοντας μόνον ως εξωχώριος εξισορροπητής. Όποτε χρειαζόταν να μεταβάλουν την ισορροπία δυνάμεων υπέρ των βρετανικών συμφερόντων. Στο μυαλό των περισσότερων Βρετανών η Βρετανία ήταν μια αυτοκρατορία, και παραμένει μια μεγάλη ναυτική δύναμη. Ο Τσώρτσιλ και η βρετανική ελίτ έβλεπαν τη Βρετανία στο επίκεντρο τριών ομόκεντρων γεωπολιτικών κύκλων. Της κοινοπολιτείας, της ειδικής σχέσης με την Αμερική, και της Ευρώπης. Ο Τσώρτσιλ υποστήριζε μεν τη συμμετοχή της Βρετανίας στην Ευρώπη αλλά με όρους. Όπως χαρακτηριστικά τόνιζε, «είμαστε με την Ευρώπη αλλά όχι της Ευρώπης. Είμαστε συνδεδεμένοι αλλά δεν συμπεριλαμβανόμαστε. Ενδιαφερόμαστε και συνεταιριζόμαστε αλλά δεν απορροφόμαστε».

Η συμμετοχή της Βρετανίας στο ευρωπαϊκό εγχείρημα ήλθε σε μια περίοδο επαναπροσδιορισμού των γεωπολιτικών της προτεραιοτήτων. Προκειμένου να επηρεάσει τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και να αποτελέσει αντίβαρο στο γαλλογερμανικό άξονα. Αποκομίζοντας, συγχρόνως, τα οφέλη από την συμμετοχή στην κοινή αγορά. Ποτέ, όμως, δεν ήταν ψήφος εμπιστοσύνης για τη δημιουργία μιας ομόσπονδης Ευρώπης. Όπως, άλλωστε, κατέστησε σαφές η Μάργκαρετ Θάτσερ στην ιστορική ομιλία της στη Μπρυζ.

Το timing που επέλεξε ο Κάμερον για το δημοψήφισμα δεν μπορούσε να είναι χειρότερο. Το ευρωπαϊκό όραμα έχει θαμπώσει. Η οικονομική κρίση μαζί με το προσφυγικό-μεταναστευτικό και την τρομοκρατία δοκιμάζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Σ’ αυτό το περιβάλλον οι Βρετανοί επέλεξαν να είναι ένα νησί προστατευτισμού σε μια θάλασσα παγκοσμιοποίησης. Είναι πολιτικός αταβισμός. Όπως θα τους δείξουν οι οικονομικές συνέπειες και οι διαλυτικές τάσεις στον ίδιο το χώρο του Ηνωμένου Βασιλείου. Όσο για την Ευρώπη ας μην βιαστούμε για επικήδειους. Η ταλάντωση του εκκρεμούς μπορεί να είναι προς την αντίθετη κατεύθυνση.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Brexit

Brexit

Όταν αρχίσει να βρέχει θα ρίξει καρέκλες, λένε οι Αγγλοσάξωνες. Και οι ουρανοί της Ευρώπης έχουν σκοτεινιάσει επικίνδυνα. Τρείς παράλληλες και αλληλοτροφοδοτούμενες κρίσεις δοκιμάζουν τη συνοχή της. Η οικονομική κρίση, το προσφυγικό-μεταναστευτικό, και η ισλαμική τρομοκρατία. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η Βρετανία ετοιμάζεται να διεξάγει δημοψήφισμα για την παραμονή της στην ΕΕ. Το timing δεν μπορούσε να είναι χειρότερο. Οι κρίσεις έχουν φουσκώσει τα πανιά του λαϊκισμού και του ευρωσκεπτικισμού σε όλη την Ευρώπη. Και στη Βρετανία ο Νάιτζελ Φάρατζ καλεί τους Βρετανούς να ψηφίσουν υπέρ της εξόδου, γιατί έτσι η Βρετανία θα ελέγχει τα σύνορα της και θα σταματήσει να συνεισφέρει 55 εκατομύρια ευρώ ετησίως στο κοινοτικό προυπολογισμό.

Η αλήθεια είναι ότι ο ευρωσκεπτικισμός στη Βρετανία δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Έχει βαθιές και ιστορικές ρίζες. Ο Τσώρτσιλ υποστήριζε μεν τη δημιουργία της Ενωμένης Ευρώπης αλλά το 1950 δήλωνε ότι δεν μπορούσε να δει τη Βρετανία μέλος μια ομόσπονδης Ένωσης. Όπως χαρακτηριστικά τόνιζε, ¨είμαστε με την Ευρώπη αλλά όχι της Ευρώπης. Είμαστε συνδεδεμένοι αλλά δεν συμπεριλαμβανόμαστε. Ενδιαφερόμαστε και συνεταιριζόμαστε αλλά δεν αποροφόμαστε.¨ Στο μυαλό του Τσώρτσιλ αλλά και των περισσότερων Βρετανών ηγητόρων η Βρετανία ήταν και παραμένει μια ναυτική δύναμη. Ο Τσώρτσιλ ήταν, άλλωστε, ο εμπνευστής της στρατηγικής που έβλεπε τη Βρετανία στο επίκεντρο τριών ομόκεντρων γεωπολιτικών κύκλων. Της κοινοπολιτείας, του αγγλόφωνου κόσμου και ιδιαίτερα των ΗΠΑ, και της Ενωμένης Ευρώπης.

Ιδιαίτερα η σχέση της Βρετανίας με τις ΗΠΑ μετατράπηκε σταδιακά σε μια στενή συμμαχική σχέση. Μια ειδική σχέση. Που σφυρηλατήθηκε μέσα από τη συστράτευση σε δύο παγκοσμίους πολέμους, το ψυχρό πόλεμο, και άλλες περιφερειακές κρίσεις. Πολλές φορές ενάντια στη βούληση και παρά τη διαφωνία άλλων ευρωπαικών δυνάμεων-μελών της Ένωσης, όπως η Γαλλία. Με αποτέλεσμα, πολλοί ευρωπαίοι να κατηγορούν τους Βρετανούς ότι έχουν γίνει υποχείρια των αμερικανών. Αυτή η καχυποψία ήταν που οδήγησε το Ντε Γκώλ να μπλοκάρει την είσοδο της Βρετανίας στη Κοινότητα δυο φορές. Καθώς η Βρετανία δεν ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Κοινότητας.

Απέναντι σε ένα τέτοιο βεβαρημένο ιστορικό με μια παραδοσιακά αμφίθυμη κοινή γνώμη απέναντι στην Ευρώπη ο Κάμερον οδηγεί τη Βρετανία στο δημοψήφισμα του Ιουνίου. Εκπληρώνοντας μια προεκλογική υπόσχεση, που εκ των υστέρων θα εύχεται να μην είχε δώσει. Με τη δημοτικότητα του, μετά την αποκάλυψη της λίστας του Παναμά, σε ελεύθερη πτώση. Που σημαίνει ὀτι στην καλύτερη περίπτωση θα δώσει τη μάχη υπέρ του ναι τραυματισμένος. Στη χειρότερη, αν η υπόθεση έχει ουρές, μπορεί οι Βρετανοί να ψηφίζουν έξοδο από την Ευρώπη για να διώξουν τον Κάμερον. Ό,τι χειρότερο.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”