Ο ένας εκ των δυο υποψηφίων εκτοξεύει κατηγορίες για στημένες εκλογές. Προειδοποιώντας ότι δεν θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα παρά μόνο αν είναι ο νικητής. Η Ρωσία διατίθεται να στείλει παρατηρητές για να διασφαλίσουν το αδιάβλητο των εκλογών. Δεν μιλάμε για τη Σομαλία αλλά για τις αμερικανικές εκλογές εν έτει 2016. Η υπερδύναμη φαίνεται να έχει πάθει βέρτιγκο.
Ένας εκκεντρικός, λαϊκιστής δισεκατομμυριούχος έχει απαγάγει το κόμμα του Λίνκολν και του Αιζενχάουερ και αποσταθεροποιεί το αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Το αφήγημα του απλοϊκό και πρωτόγονο. Η χώρα είναι διαλυμένη, οι πολιτικοί ένα μάτσο μωρά και ξοφλημένοι που δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Έχουν διαλύσει την οικονομία και οδηγούν τη χώρα από πόλεμο σε πόλεμο. Εκείνος μπορεί να ξανακάνει την Αμερική μεγάλη.
Πρόγραμμα δεν έχει. Και το συμπίλημα των προτάσεων του πραγματικά θυμίζει voodoo economics, που θα έλεγε κι ο πατέρας Μπους. Σε μια χώρα μεταναστών απειλεί ότι θα σηκώσει τείχος στα σύνορα με το Μεξικό, και θα πετάξει έξω μουσουλμάνους και παράνομους μετανάστες. Κι όχι μόνο υπάρχει κόσμος που τον ακολουθεί, αλλά προς στιγμή φάνηκε ότι είχε σοβαρές πιθανότητες να κερδίσει τις εκλογές.
Και σε άλλες περιόδους η αμερικανική πολιτική ζωή έμοιαζε να εκτρέπεται. Όπως στο Γουοτεργκέιτ, ή στη διαδικασία μομφής κατά του Κλίντον για να θυμηθούμε τις πλέον πρόσφατες. Η περίπτωση Τραμπ είναι επικίνδυνη γιατί ποδοπατούνται οι θεσμοί και οι συμβάσεις της αμερικανικής δημοκρατίας. Και έρχονται στην επιφάνεια υπόγεια ρεύματα της αμερικανικής κοινωνίας.
Η άλωση του ρεπουμπλικανικοὐ κόμματος δεν πρέπει να εκπλήσσει. Είχε εδώ και καιρό αποστεωθεί από σύγχρονες ιδέες και θέσεις. Στο έλεος της πιο συντηρητικής δεξιάς και του Tea party. Και για να συνεχίσει να υπάρχει στη μετά Τραμπ εποχή θα πρέπει πραγματικά να μεταμορφωθεί.
Το ερώτημα είναι πως ο Τραμπ βρήκε ακροατήριο σε μια χώρα που ο Ομπάμα παραδίδει, κατά γενική ομολογία, σε καλή κατάσταση.
Η αλήθεια είναι ότι παρά την ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας μετά το κραχ του 2008, τα εργατικά και τα μεσαία στρώματα ακόμη επουλώνουν τις πληγές τους. Η ανάκαμψη είναι άνιση και οι εισοδηματικές ανισότητες μεγαλύτερες από ποτέ. Πολλοί πολίτες αισθάνονται θυμωμένοι και προδομένοι από το σύστημα που ο Τραμπ θέλει να αποκαθηλώσει.
Η εκλογή του πρώτου αφροαμερικανού στη προεδρία των ΗΠΑ ξανάφερε το ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων στο προσκήνιο. Αντί να το θέσει μια για πάντα στο περιθώριο. Η επιτυχημένη θητεία ενός ευφυούς αφροαμερικανού προέδρου φαίνεται να έχει εξαγριώσει την ακροδεξιά, που του επιτίθεται με συνωμοσιολογικό και βίαιο τρόπο. Κι αυτό διαχέεται στην κοινωνία. Για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό έχουμε ένα αφροαμερικανικό κίνημα (black lives matter). Το 2011 για πρώτη φορά οι γεννήσεις αφροαμερικανών ξεπέρασαν αυτές των λευκών. Ενώ το 16% του αμερικανικού πληθυσμού είναι μεξικάνοι. Ανισότητες και ζητήματα φύλλου και ταυτότητας κατακερματίζουν την αμερικανική κοινωνία και χάνεται η αίσθηση της κοινότητας.
Ο παραδοσιακός πουριτανισμός των αμερικανών σε θέματα γάμου, και οικογένειας έχει αντικατασταθεί από κυνισμό και οπορτουνισμό. Έτσι, ένας ρατσιστής, μισογύνης, ξενοφοβικός που καταπατάει τις κονφορμιστικές νόρμες συμπεριφοράς γίνεται ανεκτός. Ο λόγος του δεν έχει τίποτα το οραματικό, η το αξιακό. Απευθύνεται στην καχυποψία πολλών αμερικανών πολιτών κατά του κατεστημένου, και της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Που έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια από τη παράλυση, το περίφημο gridlock, για το οποίο όμως ευθύνεται κυρίως το δικό του κόμμα.
Ο Τραμπ θα χάσει τελικά τις εκλογές κυρίως για τα ελαττώματα του χαρακτήρα του και τις κοινωνικές ομάδες που κατόρθωσε να προσβάλει και να αποξενώσει, όπως οι γυναίκες.
Και υπ’αυτήν την έννοια είναι ένα παροδικό πολιτικό φαινόμενο. Τα θέματα όμως που δημαγωγικά προσπάθησε να εκμεταλλευτεί είναι οι μαύρες τρύπες της αμερικανικής πολιτικής. Και αν αυτά δεν αντιμετωπιστούν η αμερικανική δημοκρατία θα παραμείνει ευάλωτη σε επιτήδειους δημαγωγούς.
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”