Η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν η πρώτη επίθεση στο ηπειρωτικό έδαφος της Αμερικής μετά τον αμερικανοβρετανικό πόλεμο (1812-1815) στη διάρκεια του οποίου οι Βρετανοί έκαψαν τον Λευκό Οίκο. Ήταν ένα Περλ Χάρμπορ στην ηπειρωτική Αμερική, που έθεσε εν αμφιβόλω το άτρωτο της υπερδύναμης και το αίσθημα της γεωπολιτικής της ασυλίας. Ο συμβολικός και ψυχολογικός αντίκτυπος του ασύμμετρου πλήγματος στα κέντρα ισχύος της υπερδύναμης, την εποχή μάλιστα της παντοκρατορίας της, προκαθόρισε όσα επακολούθησαν.
Η απάντηση των ΗΠΑ στο τρομοκρατικό χτύπημα, με όρους γενικευμένου πολέμου και όχι μιας περιορισμένης τιμωρητικής (punitive) απάντησης, οδήγησε σε μια κλιμάκωση, που προκάλεσε σοβαρές στρεβλώσεις στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, στο εσωτερικό των ΗΠΑ, αλλά και στο διεθνές σύστημα συνολικά. Η στρατιωτικοποίηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και η παρατεταμένη εμπλοκή της σε διάφορα μέτωπα (όπως Αφγανιστάν και Ιράκ), ως αποτέλεσμα του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, οδήγησαν την υπερδύναμη σε αποπροσανατολισμό από τις σοβαρές πλανητικές προκλήσεις και απειλές. Σε μια σπάνια δημόσια αυτοκριτική για την αμερικανική πολιτική μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ο Πρόεδρος Μπάϊντεν προσπάθησε να νουθετήσει την κυβέρνηση του Ισραήλ να μην διαπράξει παρόμοια λάθη μετά την 7η Οκτωβρίου.
Με το νέο-συντηρητικό δόγμα του προληπτικού πολέμου, η Αμερική στόχευσε όχι μόνον τρομοκρατικές ομάδες, αλλά και “κράτη-παρίες”, που υποθάλπουν τρομοκρατικές ομάδες, όπως το Ιράκ, το Ιράν, η Βόρεια Κορέα, που συγκροτούσαν τον “άξονα του κακού”. Τα καθεστώτα των χωρών αυτών θα έπρεπε να ανατραπούν και να αντικατασταθούν από δημοκρατικά και φίλα προσκείμενα καθεστώτα.
Ο πόλεμος στο Ιράκ, που ακολούθησε την εξόντωση της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν, ήταν το αρχετυπικό παράδειγμα της εφαρμογής του νέο-συντηρητικού ιδεολογήματος στη Μέση Ανατολή. Έφερε, όμως, τα αντίθετα αποτελέσματα. Η δημοκρατία όχι μόνο δεν «άνθησε», όπως υποσχόταν ο Rumsfeld το 2001, αντίθετα η Αραβική Άνοιξη (Arab Spring) κατέληξε σε μια γενικευμένη αποσταθεροποίηση της περιοχής και στην ανάδειξη ακραίων ισλαμικών ομάδων, όπως ο ISIS. Διακινδύνευσε επίσης τη συμμαχία με τα μετριοπαθή αραβικά κράτη και δημιούργησε κίνδυνο πολιτισμικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στη Δύση και το Ισλάμ.
Με το Guantanamo και το Abbu Greib τρώθηκε το γόητρό της Αμερικής και η νομιμοποίηση της ηγεμονίας της σε πλανητικό επίπεδο. Η 11η Σεπτεμβρίου, όμως, οδήγησε και σε σκλήρυνση της νομοθεσίας στα ζητήματα εσωτερικής ασφάλειας.
Η απορρόφηση της Αμερικής στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας άφησε χώρο, χρόνο και ευκαιρίες σε άλλες αναθεωρητικές μεγάλες δυνάμεις (Κίνα), ή σε ηττημένες μεγάλες δυνάμεις με ρεβανσιστικές διαθέσεις (Ρωσία) να διεκδικήσουν περιφερειακό ή παγκόσμιο ρόλο. Δημιουργήθηκαν έτσι οι συνθήκες μετάβασης σε ένα πολυκεντρικό διεθνές σύστημα.
Η Ρωσία βρήκε την ευκαιρία να επαναφέρει τη λογική των σφαιρών επιρροής στην εγγύς περιφέρειά της. Αρχικά με την Γεωργία το 2008, και μετά με την ουκρανική κρίση του 2014 όταν προσάρτησε την περιοχή της Κριμαίας, και στη συνέχεια με τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Επίσης, όταν η Αμερική έδειχνε σημάδια κόπωσης και αναδίπλωσης, όπως στη Μέση Ανατολή και στο Αφγανιστάν, η Μόσχα έσπευσε να καταλάβει ζωτικό χώρο, σηματοδοτώντας την επιστροφή σε μια αναθεωρητική πολιτική.
Η σημαντικότερη, ίσως, αλλαγή στον σημερινό καταμερισμό ισχύος, λόγω της υπερβολικής εστίασης στο ζήτημα της τρομοκρατίας και ακολούθως λόγω της πολιτικής της αναδίπλωσης, ήταν η ανάδυση και ισχυροποίηση της Κίνας σε αντίπαλο δέος στην αμερικανική παγκόσμια κυριαρχία.
Η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου προκάλεσε μια ρωγμή στον ιστορικό χρόνο. Εάν το 1989 σηματοδοτεί το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την εδραίωση της αμερικανικής κυριαρχίας (primacy), η 11η Σεπτεμβρίου σηματοδοτεί το τέλος αυτής της περιόδου. Ήταν μια βίαιη αφύπνιση από την ευφορία και τη θριαμβολογία της Δύσης για το “τέλος της ιστορίας”, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, και την επέκταση της δυτικής φιλελεύθερης τάξης στον υπόλοιπο κόσμο. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, με τον πολυετή πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, η Αμερική σπατάλησε την ιδεολογικοπολιτική κυριαρχία που απολάμβανε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και έθεσε υπό αμφισβήτηση την κυριαρχία της στο διεθνές σύστημα.
Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 15/9/2024