Συνταγματικά πυροτεχνήματα

Συνταγματικά πυροτεχνήματα

Η Αναθεώρηση του Συντάγματος αποκτά νόημα και περιεχόμενο όταν προχωράει σε τομές μακράς πνοής που απαντούν στις μεταβολές της κοινωνικής, πολιτικής, και οικονομικής πραγματικότητας. Δεν μπορεί να είναι ένα σύμφυρμα ευκαιριακών και επιπόλαιων μεταβολών. Η κυβέρνηση χειρίζεται τη συνταγματική αναθεώρηση με τρόπο πρόχειρο, αποσπασματικό και λαϊκίστικο. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αλλάξει την πολιτική ατζέντα.

Τα πυροτεχνήματα του περιορισμού της θητείας και του αριθμού των βουλευτών δεν λύνουν από μόνα τους κανένα πρόβλημα. Τα ουσιαστικά προβλήματα που πρέπει να επιλύσουμε αφορούν στην εγγύτητα των αιρετών με το εκλογικό σώμα, στο μέγεθος των περιφερειών και στη μείωση των εκλογικών δαπανών. Αφορούν στον τρόπο ανακήρυξης των υποψηφίων βουλευτών μέσα από την εδραίωση της εσωκομματικής δημοκρατίας. Αφορούν στην αντιμετώπιση του ρουσφετιού και των πελατειακών σχέσεων που φέρνει η εκλογή με σταυρό. Αντί να βάζουμε κόφτες σε αριθμό και θητείες ας διορθώσουμε τις στρεβλώσεις που υποσκάπτουν την ανεξαρτησία των βουλευτών και τη διαφάνεια της λειτουργίας τους.

Η κυβέρνηση, πρότεινε επίσης την άμεση εκλογή του ΠτΔ. Η άμεση εκλογή του ΠτΔ θα αλλοιώσει τον χαρακτήρα του πολιτεύματος. Μετατρέποντας το από προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία σε προεδρική. Μετά την αντίδραση του κόμματος του ο Πρωθυπουργός υπαναχώρησε. Προτείνοντας μια μεσοβέζικη διαδικασία που προβλέπει απευθείας εκλογή από τον λαό στη τρίτη ψηφοφορία. Αν οι προηγούμενες δύο έχουν αποβεί άγονες. Από μια συναινετική κοινοβουλευτική διαδικασία που απαιτεί αυξημένη διαδικασία δυο τρίτων περνάμε σε μια πολωτική άμεση εκλογή. Η άμεση εκλογή ΠτΔ ενέχει το σπέρμα μιας συγκρουσιακής δυαρχίας. Σε μια χώρα σε περίοδο βαθιάς κρίσης και με μια προϊστορία εθνικών διχασμών. Ενώ, τα μόνα ζητήματα που υπάρχουν με το θεσμό του ΠτΔ είναι η λελογισμένη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του και η αποσύνδεση της διαδικασίας εκλογής του από την διάλυση του Κοινοβουλίου. Η ανάγκη διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων του ΠτΔ προκύπτει από την ιστορική εμπειρία, τη φύση του πολιτεύματος μας, και την ανάγκη θεσμικών ισορροπιών. Το ζητούμενο είναι η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων με τρόπο που να καθίσταται ο ΠτΔ θεσμικό ανάχωμα και όχι συγκυβερνήτης. Η εκλογή του πρέπει να αποσυνδεθεί από τη διάλυση της Βουλής. Ακόμη κι αν αυτό σημαίνει εκλογή με απλή πλειοψηφία στη τρίτη ψηφοφορία.

Τέλος, τα δημοψηφίσματα. Η κυβέρνηση διακατέχεται από μια λογική «δημοψηφισματικής δημοκρατίας». Τέτοιου είδους δημοψηφίσματα προϋποθέτουν δήμο, δηλαδή ενιαίο πολιτικό χώρο, με διαδικασίες διαβούλευσης, πληροφόρησης και γνώσης. Πράγμα εξαιρετικά δύσκολο στις σημερινές συνθήκες. Η δημοψηφισματική λογική της κυβέρνησης οδηγεί σε χειραγώγηση της κοινής γνώμης, παράκαμψη των αντιπροσωπευτικών θεσμών, και διχαστικά αποτελέσματα. Με τις προτάσεις της η κυβέρνηση μετατρέπει τα πολιτικά της αδιέξοδα σε θεσμικά αδιέξοδα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ηγεσίες

Ηγεσίες

Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα η Τουρκία έχει εισέλθει σε μια περίοδο κρίσης και αστάθειας. Μετεωρίζεται ανάμεσα στο χάος και σε ένα σκληρό προσωποπαγές ισλαμικό καθεστώς. Τα γεγονότα στη γειτονική χώρα, και η επέτειος της κυπριακής τραγωδίας μας θυμίζουν πόσο κοντά βρέθηκε η χώρα μας στο χάος και την καταστροφή τον Ιούλιο του 1974. Με τη χούντα υπό κατάρρευση και τη χώρα στα πρόθυρα πολέμου με τη Τουρκία, ουδείς ανέμενε μια υποδειγματική διαδικασία μετάβασης στο πιο σύγχρονο δημοκρατικό πολίτευμα που γνώρισε ο τόπος. Όλοι προεξοφλούσαν το αντίθετο. Οι αντίπαλοι του Καραμανλή θεωρούσαν ότι θα εδραίωνε ένα αυταρχικό προσωποπαγές καθεστώς. Οι φίλοι του ανέμεναν ένα καθεστώς πεφωτισμένης δεσποτείας. Οι συνθήκες κατάρρευσης και μετάβασης ευνοούσαν μια τέτοια εξέλιξη.

Η τότε πολιτική και στρατιωτική ηγεσία παρέδωσε την εξουσία στον Καραμανλή άνευ όρων. Ούτε ως προς την έκταση των εξουσιών του, ούτε ως προς τη σύνθεση της κυβέρνησης του, ούτε ως προς το χρόνο παραμονής του στην εξουσία. Ο Καραμανλής ορκίστηκε κυβερνήτης μόνος. Σε ένα απόλυτο θεσμικό κενό.

Είχε, όμως, άλλα στο μυαλό του. Αντί να κάνει κυβέρνηση φίλων του, σχημάτισε την πιο αντιπροσωπευτική κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Αντί να παρατείνει την παραμονή του στην εξουσία, άνοιξε γρήγορα το δρόμο προς τη λαϊκή ετυμηγορία. Αντί να προχωρήσει σε πογκρόμ διώξεων ανέθεσε στη Δικαιοσύνη, με συντακτική πράξη, την επιβολή κυρώσεων στους πρωταιτίους. Και δημιούργησε το κατάλληλο πολιτικό κλίμα για την απόδοση δικαιοσύνης. Γιατί στη δημοκρατία, όπως είπε, η δικαιοσύνη δεν εκδικείται αλλά κρίνει και τιμωρεί σύμφωνα με τους νόμους.

Πρώτα κάλεσε το λαό να αποφασίσει ποιος θέλει να τον κυβερνήσει. Και μετά τον κάλεσε με δημοψήφισμα να αποφασίσει τη μορφή του πολιτεύματος. Στη συνέχεια έδωσε στη χώρα το πιο σύγχρονο και φιλελεύθερο σύνταγμα. Και ολοκλήρωσε τη διαδικασία μετάβασης με την ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ. Ως εγγύηση των δημοκρατικών θεσμών, της οικονομικής ανάπτυξης και της ασφάλειας της χώρας.

Οι αντίπαλοι του τότε έπλασαν το μύθο των δυο Καραμανλήδων. Του αυταρχικού της πρώτης οκταετίας και του ώριμου δημοκράτη του 1974. Αν κάτι, όμως, διέκρινε τον Καραμανλή ήταν η σταθερότητα των πεποιθήσεων του. Το υπενθύμισε στο πλήθος που παραληρούσε, στην προεκλογική του ομιλία στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 1974. Ότι έντεκα χρόνια πριν, από το ίδιο μπαλκόνι, τους είχε ζητήσει ευρεία πλειοψηφία για να προχωρήσει σε συνταγματική αναθεώρηση και σε μεταρρυθμίσεις για τη καλύτερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Προειδοποιώντας ότι τα πολιτικά πάθη και η δημαγωγία θα οδηγούσαν στη πτώση της δημοκρατίας. Προφανώς κανείς δεν άκουγε τι έλεγε ο Καραμανλής. Ούτε για το παρελθόν ούτε για τα μετέπειτα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το τελευταίο χαρτί

Το τελευταίο χαρτί

Ο στόχος τους ήταν η στρατηγική απομόνωση της ΝΔ. Η διάσπαση των ευρωπαϊκών δυνάμεων του ΝΑΙ και η αναδιάταξη του πολιτικού χάρτη. Μέσα από τη δημιουργία νέων δυνητικών πολιτικών συμμάχων για τη κυβέρνηση. Ο ανομολόγητος στόχος ήταν η πολιτική τους επιβίωση. Γιατί έχουν αντιληφθεί ότι η κλεψύδρα του πολιτικού τους χρόνου αδειάζει. Όπως ομολόγησε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός η κοινωνία δεν έχει πια ερωτική σχέση μαζί του.

Το «colpo grosso» με τον εκλογικό νόμο εξελίχθηκε σε άλλο ένα φιάσκο για τη κυβέρνηση. Παρότι το πολιτικό δέλεαρ ήταν μεγάλο. Και τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ευτελή. Μέχρι και τις ψήφους της Χρυσής Αυγής επιδίωξαν. Μόνο και μόνο για να της δώσουν την ευκαιρία να τους αδειάσει επιδιώκοντας την αντισυστημική ψήφο. Στο τέλος ο Πρωθυπουργός έμεινε με το Λεβέντη. Και συνομιλητές δυο πρώην αρχηγούς εκτός κοινοβουλίου και άνευ κόμματος. Που μετά από μια άγονη πολιτική περιπλάνηση αναζητούν εναγώνια δρόμο επιστροφής. Με τη διαφορά ότι ο ίδιος είχε φροντίσει προηγουμένως να τους απαξιώσει.

Η κυβέρνηση ηττήθηκε γιατί ο κυνικός οπορτουνισμός και ο τακτικισμός της δεν ξεγελούν πια. Άλλωστε, οι πρακτικές του Ιουλίου του 2015 έγιναν μάθημα για τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Όταν διέσωσαν τη χώρα στηρίζοντας τη κυβέρνηση για να οδηγηθούν εξαπατημένοι, και άρον άρον, σε εκλογές.

Με την αλλαγή του εκλογικού νόμου η κυβέρνηση προσπάθησε να αλλάξει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού. Έπαιξε το τελευταίο της χαρτί. Και απέτυχε. Και τώρα, στο χρόνο που της απομένει, θα πρέπει να αντιμετωπίσει την ύφεση, την ανεργία, και την ασφυξία της κοινωνίας από τις φορομπηχτικές πολιτικές της.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η αντιπολίτευση πρέπει να θριαμβολογεί. Γιατί η εποχή που η φθορά της κυβέρνησης αρκούσε για να δημιουργήσει αυτομάτως ένα ρεύμα δυσαρεστημένων ψηφοφόρων προς τον άλλο πόλο του δικομματισμού έχει παρέλθει. Και μαζί και η πολιτική του ώριμου φρούτου.

Είμαστε σε μια εποχή οργής και αμφισβήτησης. Τα συστήματα πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης αμφισβητούνται έντονα. Παντού. Γιατί δεν απαντούν στις ανάγκες της κοινωνίας. Η φτώχεια φέρνει γκρίνια και οι ανισότητες και οι διακρίσεις κάθε μορφής γεννούν βία. Το εγώ δύσκολα ταυτίζεται με συλλογικές οντότητες και η ψήφος δύσκολα ομαδοποιείται.

Αυτό είναι και το διακύβευμα των επόμενων εκλογών. Κατά πόσο οι ψηφοφόροι θα οδηγηθούν σε επιλογές διαμαρτυρίας η θα αθροιστούν σε μια επιλογή κόμματος εξουσίας δίνοντας μια τελευταία ευκαιρία. Και αυτή είναι και η μεγάλη πρόκληση για την αξιωματική αντιπολίτευση. Να διαμορφώσει συνθήκες θετικής ψήφου. Και μια κοινωνική πλειοψηφία που θα υποστηρίξει ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας. Ώστε να μην χαθεί αυτή η τελευταία ευκαιρία.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η Τουρκία σε αδιέξοδο

Η Τουρκία σε αδιέξοδο

Το πραξικόπημα στην Τουρκία ξάφνιασε πολλούς. Οι αλλεπάλληλες επιτυχείς αναμετρήσεις του Ερντογάν με το στρατοκρατικό κατεστημένο αλλά και η, έστω και καρκινοβατούσα, ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας προϊδέαζαν ότι η Τουρκία είχε αφήσει πίσω της το φαύλο κύκλο των πραξικοπημάτων.

Το πραξικόπημα απέτυχε για τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον, γιατί οι πραξικοπηματίες έχασαν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Καθώς απέτυχαν να ελέγξουν τις τηλεπικοινωνίες, τα μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, και τα νευραλγικά κέντρα της διακυβέρνησης. Δεύτερον, γιατί απέτυχαν να εξουδετερώσουν τον αντίπαλο τις πρώτες κρίσιμες ώρες. Έναν αντίπαλο με σοβαρά λαϊκά ερείσματα. Τρίτον, γιατί η διείσδυση του Ερντογάν στις ένοπλες δυνάμεις αποδεικνύεται σημαντική. Οι κεμαλιστές στο στράτευμα έχουν χάσει την ενότητα τους, την ιεραρχική τους δομή και μέρος της αποτελεσματικότητας τους. Κι αυτό φάνηκε από τη δομή της οργάνωσης του πραξικοπήματος.

Η έκμετρη αντιμετώπιση των πρωταιτίων και η διαχείριση της επόμενης μέρας από τον Ερντογάναποτυπώνουν ξεκάθαρα και τις προθέσεις του. Στο εσωτερικό, θα χρησιμοποιήσει το πραξικόπημα για να προχωρήσει σε εκκαθαρίσεις σε όλους τους θεσμούς του κράτους. Τη δημόσια διοίκηση, τη δικαιοσύνη, το στράτευμα. Συγκεντρώνοντας ολοένα και περισσότερες εξουσίες και μετατρέποντας το πολίτευμα σε προεδρικό. Ακόμη και επαναφέροντας τη θανατική ποινή για λόγους εκφοβισμού των αντιπάλων.

Η πολιτική της πόλωσης και της συγκέντρωσης εξουσίας ισχυροποιεί τον Ερντογάν. Βλάπτει, όμως, την Τουρκία. Γιατί την αποξενώνει από την Ευρώπη, διχάζει την τουρκική κοινωνία, και προϊδεάζει για συνθήκες χάους στη μετά τον Ερντογάν εποχή. Η δε συνεχιζόμενη αστάθεια θα στερήσει πόρους από την τουρκική οικονομία σε μια κρίσιμη περίοδο.

Στα εξωτερικά, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ο Ερντογάν, από ένα σημείο και μετά, ακολούθησε αναθεωρητική πολιτική. Χρησιμοποίησε εργαλειακά την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, και τον εκδημοκρατισμό που συνεπαγόταν, κυρίως για να περιορίσει το στρατοκρατικό κεμαλικό κατεστημένο. Όταν το πέτυχε την έβαλε σε δεύτερη μοίρα. Ο στόχος του ήταν η Τουρκία να ηγηθεί του ισλαμικού κόσμου. Η πολιτική αυτή εκφράστηκε με έντονη αντισημιτική και αντιαμερικανική ρητορική και ανοχή ή και σύμπλευση με τζιχαντιστικές οργανώσεις. Η Τουρκία αποξενώθηκε από τη Δύση, διέρρηξε τη στρατηγική της σχέση με το Ισραήλ, και την προνομιακή της σχέση με τη Ρωσία. Αυτή η γεωπολιτική αποδυνάμωση της Τουρκίας μαζί με την συνεχιζόμενη αποδυνάμωση των ενόπλων δυνάμεων στον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων ήταν, άλλωστε, και οι κυριότερες αιτίες του πραξικοπήματος.

Τα αδιέξοδα αυτά είχαν ήδη οδηγήσει τον Ερντογάν σε αναδίπλωση και εξομάλυνση των σχέσεων με Ρωσία και Ισραήλ, αλλά και τις ΗΠΑ. Όχι, όμως, και στην εξάλειψη της καχυποψίας των συνομιλητών του για τηνπραγματική του ατζέντα, που στο επίκεντρο της παραμένει ισλαμική.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Νέες απειλές

Νέες απειλές

Στο Φούλτον του Μιζούρι, πριν από εβδομήντα χρόνια, ο Τσώρτσιλ, με μια ιστορική ομιλία, σηματοδοτούσε την έναρξη του ψυχρού πολέμου. Κατηγορώντας την Σοβιετική Ένωση ότι με την επεκτατική της πολιτική, από την Βαλτική ως την Αδριατική, στρατωνίζει τις χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης πίσω από ένα σιδηρούν παραπέτασμα. Υπενθυμίζοντας τα καταστροφικά αποτελέσματα της πολιτικής του κατευνασμού απέναντι στον Χίτλερ, ο Τσώρτσιλ προειδοποίησε τους αμερικανούς πως ο μόνος κανόνας που σέβονται οι Σοβιετικοί είναι η ισχύς.

Οι αμερικανοί ακολούθησαν τη συμβουλή του Τσώρτσιλ και ο ψυχρός πόλεμος έληξε με την αποφασιστική επικράτηση της Δύσης. Το ειρηνικό ιντερλούδιο, που ακολούθησε την πτώση του τείχους φαίνεται, όμως, να έχει παρέλθει. Πολλοί ισχυρίζονται ότι οι δυο πλευρές έχουν εισέλθει σε τροχιά σύγκρουσης. Σε μια περίοδο ενός νέου ψυχρού πολέμου. Αυτή τη φορά λόγω της επεκτατικής πολιτικής μιας εθνικιστικής Ρωσίας στην εγγύς περιφέρεια της. Στη Γεωργία και στην Ουκρανία.

Για τους λόγους αυτούς η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία ήταν γεμάτη συμβολισμούς και προσδοκίες. Η σύνοδος επαναβεβαίωσε τη σημασία του ΝΑΤΟ στον αμυντικό σχεδιασμό της Δύσης αλλά και στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας. Τουλάχιστον αυτό αφαιρεί ένα πεδίο διαχείρισης των επιπτώσεων του Brexit από την ατζέντα. Καθώς οι Βρετανοί ήταν πάντοτε απρόθυμοι σε οποιαδήποτε προσπάθεια δημιουργίας αμιγώς ευρωπαϊκού αμυντικού πυλώνα. Φοβούμενοι ότι κάτι τέτοιο θα έφερνε την αποχώρηση των αμερικανών από την Ευρώπη και θα διατάρασσε τις ισορροπίες.

Ο επανακαθορισμός των σχέσεων της Δύσης με τη Ρωσία επανέφερε στο προσκήνιο την διαιρετική τομή ανάμεσα στις παλαιές και τις νέες χώρες της Ευρώπης. Τα τραύματα των ανατολικοευρωπαϊκών λαών από την ιστορική εμπειρία, μετουσιώνονται σε μια ρωσοφοβία. Και ένα κοινό αίτημα για επίδειξη αποφασιστικότητας απέναντι στη Μόσχα. Αυτό οδηγεί το ΝΑΤΟ στη μεγαλύτερη από ιδρύσεως του συγκέντρωση στρατευμάτων στα ανατολικά. Από την άλλη πλευρά, οι παλαιές χώρες της Ευρώπης έχουν πιο κατευναστική διάθεση απέναντι στη Μόσχα. Επιλέγοντας την τακτική μαστιγίου και καρότου. Διατηρώντας τις οικονομικές κυρώσεις αλλά και το παράθυρο του διαλόγου ανοιχτό. Μέσα από τη σύγκλιση του Συμβουλίου ΝΑΤΟ- Ρωσίας. Για πρώτη φορά μετά την ουκρανική κρίση.

Οι σχέσεις Δύσης-Ρωσίας έχουν πράγματι εισέλθει σε μια διαλεκτική ανταγωνισμού. Οι κοινές προκλήσεις ασφάλειας που αντιμετωπίζουν, όμως, είναι πιθανότερο να οδηγήσουν τις δυο πλευρές σε αναζήτηση ενός νέου σημείου ισορροπίας παρά σε ένα νέο ψυχρό πόλεμο. Η νέα τρομοκρατική επίθεση στη Νίκαια είναι μια δραματική υπόμνηση του μεγέθους της απειλής της ισλαμικής τρομοκρατίας. Η αντιμετώπιση αυτών των νέων απειλών απαιτεί συνεργασία. Ιδίως στο πεδίο ανταλλαγής πληροφοριών. Κάτι που δεν μπορεί να συμβεί σε περιβάλλον ψυχρού πολέμου.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Πολιτικός κανιβαλισμός

Πολιτικός κανιβαλισμός

Μεγάλη αναταραχή θαυμάσια κατάσταση, μας είπε από το Πεκίνο ο Πρωθυπουργός. Δεν χρειαζόταν να μας το πει. Το έχουμε καταλάβει. Ο σαματάς και η αναμπουμπούλα είναι η μόνη τους στρατηγική. Και τώρα υιοθετούν και μιαν άλλη τακτική. Τεμαχίζουν κομμάτια της πολιτικής διαδικασίας και τα εκποιούν. Με μοναδικό στόχο την παραμονή τους στην εξουσία. Τακτική πολιτικού κανιβαλισμού.

Πάρτε τον εκλογικό νόμο. Η κυβέρνηση έχει σπάσει τον εκλογικό νόμο σε κομματάκια με λογική tutti frutti. Κάθε κόμμα παίρνει το κομμάτι που του αρέσει και ψηφίζει αναλόγως. Από το ΚΚΕ μέχρι τη Χρυσή Αυγή. Αυτό κι αν είναι πολιτικός κανιβαλισμός. Τι κι αν το αντίτιμο είναι η ακυβερνησία και το βάθεμα της κρίσης. Αρκεί να παραμείνουν επικυρίαρχοι και ρυθμιστές στο κατακερματισμό. Αδιαφορώντας αν η πολιτική ακυβερνησία είναι η χαρά της διαπλοκής. Την οποία υποτίθεται ότι αντιμάχονται. Απλά υπολογίζουν ότι μέχρι την εφαρμογή της απλής αναλογικής θα έχουν τελειώσει με τη παλαιά διαπλοκή και θα έχουν χτίσει τη δική τους.

Το χειρότερο, όμως, είναι η ρύθμιση για ψήφο στα 17. Και για να ακριβολογούμε από τα 16 και κάτι. Κι εδώ δεν πρόκειται για αθώα ψήφο εμπιστοσύνης στους νέους. Πρόκειται για μεθοδευμένη εξαγορά. Μια κυνική απόπειρα συναλλαγής. Συνδεδεμένη με τη πολιτική τους στη παιδεία. Πρώτα επέβαλαν μια λογική ήσσονος προσπάθειας, καταργώντας την αριστεία, διευκολύνοντας την προαγωγή από τάξη σε τάξη, τάζοντας τη κατάργηση των πανελλαδικών, και υποσχόμενοι υποτροφίες σε όλους. Και τώρα έρχονται να ανταλλάξουν τη πολιτική τους ζητώντας τη ψήφο των νέων. Η συναλλαγή και ο εκμαυλισμός από τα σχολικά χρόνια.

Πάρτε τη συνταγματική αναθεώρηση. Προωθούν την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό. Και με αυξημένες αρμοδιότητες μάλιστα. Και επικαλούνται και τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι οι πολίτες επικροτούν μια τέτοια θεσμική αλλαγή. Το κάνουν χωρίς ανάλυση των πολιτειακών συνεπειών, απευθυνόμενοι στο θυμικό των πολιτών. Διαρρέοντας ταυτόχρονα ότι αυτή την αλλαγή την προωθούν έχοντας κατά νου τον Καραμανλή. Ο Πρωθυπουργός, δηλαδή, είναι έτοιμος να μεταβιβάσει δικές του εξουσίες σε ένα άλλο θεσμικό αξίωμα. Αυτό του ΠτΔ. Και μετά να παραδώσει το αξίωμα στον κατεξοχήν αντίπαλο του. Δηλαδή τον Καραμανλή. Τέτοιος αλτρουισμός; Όχι. Απλώς ο Τσίπρας ως κακέκτυπο του Ανδρέα, ονειρεύεται ένα νέο ᾽85. Αφού πρώτα διχάσει τον κεντροδεξιό χώρο, αποπροσανατολίσει το λαό, και ενισχύσει τις αρμοδιότητες του ΠτΔ θα διεκδικήσει το αξίωμα για τον εαυτό του. Ποντάροντας εκ του ασφαλούς στο ότι ο Καραμανλής δεν θα εμπλακεί σε μια αντιπαράθεση που θα δίχαζε το λαό. Εξαπάτηση και κανιβαλισμός είναι η πολιτική τους. Μόνο που, ιστορικά, όσοι μετήλθαν τέτοιων μεθόδων είχαν κακό τέλος.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Grexit Gate

Grexit Gate

Πράξη αντίστασης του ελληνικού λαού κατά του ευρωιερατείου της λιτότητας χαρακτήρισε ο Πρωθυπουργός το «ΟΧΙ» του δημοψηφίσματος. Με την ευκαιρία της επετείου της 5ης Ιουλίου.

Πώς εξηγείται, λοιπόν, η οβιδιακή μεταμόρφωση του και η μετατροπή του «ΟΧΙ» σε ένα μεγαλοπρεπέστατο «ΝΑΙ»; Προσχώρησε ο Πρωθυπουργός στη λογική της λιτότητας του ευρωιερατείου; Ή μήπως κατάλαβε ότι το «ΝΑΙ» ήταν η μόνη επιλογή που είχε η χώρα; Πότε ξύπνησε από τις, κατά τη δική του έκφραση, αυταπάτες του; Πότε κατάλαβε το κόστος και τις συνέπειες του «ΟΧΙ» και του Grexit; Προφανώς πριν το δημοψήφισμα. Έτσι ερμηνεύεται και η ευκολία αλλά και η σπουδή της μεταστροφής του μετά το δημοψήφισμα. Τότε γιατί προπαγάνδιζε υπέρ του «ΟΧΙ»; Γιατί προσπάθησε να μετακυλίσει το βάρος μιας απόφασης, που εκ των προτέρων γνώριζε ότι θα ήταν εθνικά επιζήμια, στην πλάτη του λαού;

Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο ανησυχητικά μετά τη χιονοστιβάδα των αποκαλύψεων από τους πρώην συντρόφους του. Και τώρα από τον κ. Γκαλμπραίηθ.

Ότι, δηλαδή, μια ομάδα, κατ᾽ εντολή του Πρωθυπουργού απεργάζοταν με κάθε μυστικότητα ένα Plan Β για την έξοδο της χώρας από την Ευρώπη. Προσέξτε. Όχι οι αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους. Μια ομάδα, υπό καθεστώς απόλυτης μυστικότητας, χρησιμοποιώντας ασφαλεἰς μεθόδους επικοινωνίας «σε στυλ Βυζαντίου», όπως μας αποκαλύπτει ο Γκαλμπραίηθ. Χρησιμοποιώντας το σπίτι του Βαρουφάκη για γιάφκα. Και μόνο η ύπαρξη αυτής της παρακρατικής επιτροπής που ετοίμαζε ένα Plan Β, ερήμην των υπηρεσιών του κράτους και των θεσμών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας συνιστά εκτροπή.

Οι δε εισηγήσεις της επιτροπής σχέδιο πραξικοπήματος. Γιατί πως αλλιώς να χαρακτηρίσεις τις εισβολές στο νομισματοκοπείο, το τύπωμα εθνικού νομίσματος, την κρατικοποίηση των τραπεζών, πληρωμές με κουπόνια και την ανάθεση της εσωτερικής ασφάλειας της χώρας στο στρατό. Πόσο μάλλον όταν ο κ. Τσίπρας δεν είχε λάβει από το λαό εντολή ρήξης και εξόδου αλλά εντολή διαπραγμάτευσης.

Η ύπαρξη του σχεδίου δεν αμφισβητείται από κανέναν. Ούτε καν από την κυβέρνηση. Άλλο είναι το θέμα που πρέπει να διερευνηθεί.

Αν αυτά που περιγράφει ο Γκαλμρέηθ ήταν η λογική κατάληξη της διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη. Αν, δηλαδή, η ρήξη και το Grexit ήταν η κεντρική στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης. Αν, με άλλα λόγια, ήταν το Plan Α. Και αν, κατά συνέπεια, το δημοψήφισμα ήταν μια απόπειρα υφαρπαγής λαϊκής νομιμοποίησης αυτής της επιλογής. Στη βάση, όμως, ενός παραπλανητικού ερώτηματος. Γιατί αυτό, αν συνέβη, συνιστά απόπειρα παραχάραξης της λαϊκής βούλησης και πραξικόπημα. Πραξικόπημα που ευτυχώς για τον τόπο απετράπη. Γιατί υπαναχώρησαν. Για λόγους που ακόμη δεν γνωρίζουμε επακριβώς. Ίσως γιατί, τελικά, φοβήθηκαν τις ευθύνες. Ευθύνες που όμως δεν παραγράφονται.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η κρίση των δημοκρατιών

Η κρίση των δημοκρατιών

Το 1975 μια τριμερής επιτροπή επιστημόνων από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, με επικεφαλής τον Χάντινγκτον, συνέταξε ένα πόρισμα για τα αίτια της κρίσης των δυτικών δημοκρατιών. Στη δεκαετία του 1970 οι δυτικές δημοκρατίες αντιμετώπιζαν τη πετρελαϊκή κρίση και τη μάστιγα του πληθωρισμού. Στην Αμερική και στη Βρετανία ο πληθωρισμός είχε φτάσει σε διψήφια ποσοστά, ενώ στη Βραζιλία και στη Τουρκία σε τριψήφια. Αγγίζοντας το 200%. Αλλά δεν ήταν μόνο τα οικονομικά προβλήματα. Οι συγγραφείς υποστήριξαν ότι μια σειρά από παθογένειες και χρονίζοντα προβλήματα δημιουργούσαν δυσλειτουργίες και, τελικά, μια κρίση νομιμοποίησης στις δυτικές δημοκρατίες. Και επεσήμαιναν επιτακτικά την ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων.

Τι συνέβη τελικά; Οι πολιτικές του τότε διοικητή της FED, του Paul Volcker αποκλιμάκωσαν τον πληθωρισμό. Άλλες Κεντρικές Τράπεζες ακολούθησαν και σιγά-σιγά το πρόβλημα του πληθωρισμού αντιμετωπίστηκε. Η επανάσταση στην πληροφόρηση, το ίντερνετ, και η παγκοσμιοποίηση έφεραν ένα νέο κύκλο ανάπτυξης. Μια δεκαετία αργότερα, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και του κομμουνισμού έφερε ευφορία στις δυτικές δημοκρατίες. Τα προβλήματα ξεπεράστηκαν χωρίς να αντιμετωπιστούν. Η ανάγκη για διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις εκτοπίστηκε από τον πυρετώδη ρυθμό της εξάπλωσης της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του καπιταλισμού σ’όλο τον πλανήτη. Η παγκοσμιοποίηση άνοιξε νέες αγορές και έδωσε φθηνά εργατικά χέρια. Αυτές ήταν οι ευκαιρίες. Μια γενιά μετά βλέπουμε την άλλη όψη του νομίσματος. Οι θέσεις εργασίας και τα εισοδήματα συμπιέστηκαν. Από την Αμερική μέχρι την Ευρώπη όλοι ξόδευαν περισσότερα από όσα παρήγαγαν και κάλυπταν τη διαφορά με δανεικά.

Σήμερα οι δυτικές δημοκρατίες είναι σε αναβρασμό. Η Ιαπωνία έχει αλλάξει εννιά πρωθυπουργούς σε δέκα χρόνια και βρίσκεται σε παρατεταμένη περίοδο παρακμής. Έπεσε στην 24η θέση στη παγκόσμια κατάταξη χωρών με βάση το κατά κεφαλήν εισόδημα. Η κοινωνία της γερνάει και το πολιτικό της σύστημα είναι κατακερματισμένο και σε παράλυση.

Η αμερικανική οικονομία σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης αλλά η ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών και αντιμετώπισης των ανισοτήτων είναι μεγάλη.

Και στην Ευρώπη, παρά το συνολικό πλούτο, οι ανισότητες έχουν αυξηθεί ραγδαία. Από το 2006 μέχρι το 2011, σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι ανισότητες αυξήθηκαν περίπου στα δύο τρίτα του συνόλου των ευρωπαϊκών χωρών. Και ένας στους επτά ευρωπαίους πολίτες είναι αντιμέτωπος με το φάσμα της φτώχειας.

Οι ανισότητες, η ανεργία, τα μεταναστευτικά ρεύματα, η παγκοσμιοποίηση, επιτείνουν την ανασφάλεια των πολιτών και την κρίση νομιμοποίησης των δημοκρατιών. Ένα τοξικό μίγμα που οδηγεί στην άνοδο ακραίων πολιτικών σχηματισμών και στον λαϊκισμό αριστερής και δεξιάς κοπής. Αν και, συνήθως, η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα, το σκηνικό θυμίζει τη δεκαετία του 1930.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Επιλογές

Επιλογές

Πολλοί ανέμεναν ένα ευρωπαϊκό ατύχημα. Είχε προϊδεάσει γι’αυτό η καταψήφιση του ευρωπαϊκού συντάγματος. Το παιχνίδι των δημοψηφισμάτων ήταν πάντοτε επικίνδυνα αβέβαιο για τα ευρωπαϊκά πράγματα. Γι’αυτό και το ευρωπαϊκό ιερατείο αντέδρασε βίαια στην πρόθεση του Παπανδρέου να προσφύγει σε δημοψήφισμα. Ο Τσίπρας τους αιφνιδίασε. Για να αιφνιδιαστεί κι ο ίδιος με τη σειρά του από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που προκάλεσε. Το ατύχημα, στην ελληνική περίπτωση, απετράπη τελικώς με μια ταχυδακτυλουργική κίνηση του εμπνευστή του δημοψηφίσματος. Μετέτρεψε το «ΟΧΙ» σε «ΝΑΙ» και υπέκυψε σε μια συμφωνία πολύ χειρότερη από αυτήν που καταψήφισαν οι πολίτες στο δημοψήφισμα.

Στην περίπτωση της Βρετανίας τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Παρά το γεγονός ότι κι εκεί η επιλογή του δημοψηφίσματος έγινε για τους λάθος λόγους. Προκειμένου να κερδίσει ο Κάμερον τις εκλογές κατευνάζοντας την ευρωσκεπτικιστική πτέρυγα του κόμματος του. Λίγοι όμως ανέμεναν ότι, τελικά, οι Βρετανοί θα επέλεγαν να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Καθώς θεωρούσαν την επιλογή αυτήν ανορθολογική.

Η επιλογή αυτή απειλεί να βυθίσει την βρετανική οικονομία στην ύφεση. Διακινδυνεύει τη συνοχή του Ηνωμένου Βασιλείου αυξάνοντας τις φυγόκεντρες τάσεις σε Σκωτία και Β. Ιρλανδία. Αλλά δυσχεραίνει και τις εμπορικές συναλλαγές της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τώρα η Βρετανία θα χρειαστεί να καταβάλει στην Ένωση σχεδόν τα ίδια κονδύλια μ αυτά που κατέβαλε μέχρι σήμερα. Αν θέλει να διατηρήσει μια προνομιακή σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κι αυτό χωρίς, πλέον, να έχει καμιά συμμετοχή στις αποφάσεις. Με την επιλογή αυτήν οι πολίτες επέλεξαν να οδηγήσουν έναν Πρωθυπουργό που μόλις εξέλεξαν σε παραίτηση, απειλώντας το κόμμα του με διάσπαση. Και βυθίζοντας το κόμμα των εργατικών σε βαθιά κρίση. Ακόμη και το προσφυγικό-μεταναστευτικό που φαίνεται ότι επηρέασε αρνητικά, πιο αποτελεσματικά αντιμετωπίζεται από μια έστω και πλημμελή ευρωπαϊκή πολιτική παρά κατά μόνας. Για όλους αυτούς τους λόγους πολλοί θεωρούσαν και κρίνουν το Brexit ως ανορθολογική επιλογή.

Ενδεχομένως να είναι. Με βάση την οικονομική θεωρία της δημοκρατίας που βλέπει τον ψηφοφόρο ως καταναλωτή που ανταλλάσσει την ψήφο του με πολιτικές με στόχο τη μεγιστοποίηση του προσωπικού οφέλους. Στον πραγματικό κόσμο, όμως, η έλλειψη πληροφόρησης, εξειδικευμένης γνώσης και κατανόησης των σύνθετων πολιτικών θεμάτων δίνουν τη δυνατότητα σε ομάδες συμφερόντων και δημαγωγούς να χειραγωγήσουν τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Τότε η περίπλοκη λογική κόστους-οφέλους εκτοπίζεται από το θυμικό και τις εδραιωμένες πεποιθήσεις. Έτσι και στη Βρετανία. Οι πολίτες μπροστά στην αβέβαιη χίμαιρα της παγκοσμιοποίησης επέλεξαν την αταβιστική επιστροφή στο κράτος-έθνος. Πιστεύοντας ότι θα την διαχειριστούν καλύτερα από την «αριστοκρατία της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών».

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”