Το αληθινό ερώτημα των εκλογών

Το αληθινό ερώτημα των εκλογών

Μετά από έξι μήνες διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ η χώρα μετράει τις πληγές της. Ό,τι πέτυχε από το 2010 και μετά, με αιματηρές προσπάθειες, έχει καταστραφεί. Η δημοσιονομική προσαρμογή εξανεμίστηκε. Από τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ξανακυλήσαμε στη βαθειά ύφεση. Η αβεβαιότητα επιτάχυνε την εκροή καταθέσεων και έφερε τη διάλυση του τραπεζικού συστήματος. Οι τράπεζες θα χρειαστούν, τώρα, νέα ανακεφαλαιοποίηση με κεφάλαια έως και 25 δις. Τα capital controls σκότωσαν τα απομεινάρια της οικονομικής δραστηριότητας. Έφεραν ένα νέο κύμα απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα και εκτινάσσουν την ανεργία πάνω από το 30%. Σύμφωνα με έρευνα των «Νέων», τα capital controls στοιχίζουν 1-3 δις το μήνα. Το πρωτογενές πλεόνασμα έγινε πάλι πρωτογενές έλλειμμα. Και το δημόσιο χρέος απέκτησε μια αρνητικά αυξητική δυναμική σε σχέση με το ΑΕΠ.
Πραγματικά καμένη γη. Η προσγείωση του Πρωθυπουργού στην πραγματικότητα κόστισε πανάκριβα στη χώρα. Ο πρωθυπουργός, τελικά, πήρε τη σωστή απόφαση. Υπέγραψε συμφωνία. Τώρα, όμως, είναι που αρχίζουν τα πολύ δύσκολα. Η ψήφιση των προαπαιτούμενων του τρίτου μνημονίου έφερε την ανταρσία 39 βουλευτών στο ΣΥΡΙΖΑ. Και μετέτρεψε την κυβέρνηση σε κυβέρνηση μειοψηφίας. Η εσωκομματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ ούτε παραιτείται ούτε διαγράφεται. Στηρίζει την κυβέρνηση αλλά δεν ψηφίζει το μνημόνιο. Η κυβέρνηση περνάει τα θέματα του μνημονίου με την ψήφο των «χρήσιμων ηλιθίων» της υβριζόμενης αντιπολίτευσης. Στο υπόλοιπο μη μνημονιακό της πρόγραμμα, με ένα μαγικό τρόπο ανακάμπτει η πλειοψηφία των 162. Μια νέα κοινοβουλευτική παράδοση γεννιέται. Πλειοψηφίες a la carte.
Το υβρίδιο έχει ημερομηνία λήξης. Η κυβέρνηση θα πρέπει να βρει τις δυνάμεις που θα εφαρμόσουν τη συμφωνία. O Πρωθυπουργός δεν προκρίνει τη λύση μιας κυβέρνησης εθνικής ανασυγκρότησης από την παρούσα Βουλή. Και προετοιμάζεται για εκλογές. Για να λύσει το πρόβλημα του κόμματός του και όχι το πρόβλημα της χώρας. Μετά το κόστος της πολιτικής ενηλικίωσης του ΣΥΡΙΖΑ, θα πληρώσουμε και το κόστος της επίλυσης των εσωκομματικών του προβλημάτων. Γιατί, ουσιαστικά, αυτό θα είναι το διακύβευμα των εκλογών. Ακόμα, όμως, και να κερδίσει τις εκλογές, ο Πρωθυπουργός θα κληθεί να δώσει απάντηση στο ίδιο ερώτημα. Με ποιους θα εφαρμόσει τη συμφωνία. Και επειδή η δεξαμενή των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ είναι δεδομένη, το ερώτημα αυτό μπορεί να απαντηθεί μόνο σε σύμπραξη με άλλες δυνάμεις. Γιατί, όμως, πρέπει η χώρα να πληρώσει το δυσβάστακτο κόστος μιας ακόμα εκλογικής διαδικασίας; Όταν οι δυνάμεις αυτές θα μπορούσαν να αναζητηθούν στην υπάρχουσα Βουλή. Πόσω μάλλον όταν οι εκλογές θα φέρουν αναζωπύρωση της συζήτησης του Grexit. Και αυτή τη φορά με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Κυβέρνηση με ορίζοντα φθινοπώρου

Κυβέρνηση με ορίζοντα φθινοπώρου

Η πρώτη ψήφιση των προαπαιτούμενων για την υπογραφή του τρίτου μνημονίου επέφερε σοβαρό ρήγμα στο ΣΥΡΙΖΑ. 39 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκαν να ακολουθήσουν τον Πρωθυπουργό στην πιο δύσκολή εθνική απόφαση. Ο Πρωθυπουργός δεν αντέδρασε λέγοντας ότι οι διαγραφές δεν είναι στην κουλτούρα της Αριστεράς. Όταν, όμως, κυβερνάς οφείλεις να παίρνεις αποφάσεις. Πολλές φορές και δυσάρεστες. Ακόμα κι αν αυτό προϋποθέτει αλλαγή κουλτούρας. Ο Πρωθυπουργός ανέβαλε τη σύγκρουση με τους εσωκομματικούς αντιπάλους, αποδεχόμενος, προς το παρόν τουλάχιστον, να λειτουργήσει ως επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας. Με τους 39 να τον στηρίζουν a la carte. Όπου τους βολεύει, πλην μνημονίου. Αυτό δεν έχει προηγούμενο στα κοινοβουλευτικά χρονικά και φυσικά δεν μπορεί να διαρκέσει και πολύ.

Σε αυτό το περιβάλλον, οι της κυβέρνησης άρχισαν να διαρρέουν ότι στόχος τους είναι να υπογραφεί το μνημόνιο και το φθινόπωρο να πάμε σε εκλογές. Αυτομάτως, δηλαδή, η κυβέρνηση μετατράπηκε σε κυβέρνηση ειδικού σκοπού. Της σύναψης του μνημονίου. Τώρα μιλάνε για εκλογές. Χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι ο κίνδυνος δεν έχει περάσει, το Grexit ελλοχεύει, και η οικονομία δεν αντέχει τρίτη εκλογική διαδικασία σε έναν χρόνο. Λες και δεν μας φτάνουν τα δεινά που επισώρευσε στον τόπο η προηγούμενη πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, τον περασμένο Ιανουάριο. Αντί για καλύτερες μέρες εκτός μνημονίου που υποσχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ, η χώρα βρέθηκε να υπογράφει το τρίτο και πιο βαρύ μνημόνιο, μέσα σε βαθιά ύφεση, με τις τράπεζες κλειστές, και το φάντασμα του Grexit να πλανάται μπροστά της. Εκλογές σε αυτό περιβάλλον, και με δεδομένη τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ζήτημα αν θα φέρουν πολιτική σταθερότητα. Και σίγουρα θα επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο την οικονομία.

Προσδοκούσαμε ότι ο Πρωθυπουργός αφού διέσχισε την έρημο και συναντήθηκε με την πραγματικότητα θα έκανε την υπέρβαση. Για το καλό της χώρας. Θα δρομολογούσε τις διαδικασίες για μια οικουμενική κυβέρνηση εθνικής ανασυγκρότησης. Με στόχο τη σταθεροποίηση της χώρας και τη θεμελίωση ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης και ανάπτυξης. Πριν οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Σε έναν τέτοιο έντιμο σχεδιασμό θα μπορούσε να βρεθεί κοινός τόπος με την αξιωματική αντιπολίτευση και τα άλλα κόμματα της ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης.

Σε κάθε περίπτωση, λόγω της κρισιμότητας των περιστάσεων, περιμέναμε έναν διαφορετικό ανασχηματισμό. Κάτι που θα υπερέβαινε τα κομματικά όρια του ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι που θα προανήγγειλε αλλαγή πορείας στο εσωτερικό, αξιοπιστία και εγγυήσεις εφαρμογής του προγράμματος στο εξωτερικό. Αντ’ αυτού είδαμε τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης με κομματικά υλικά και ορίζοντα φθινοπώρου. Εκτός αν η αυριανή ψηφοφορία φέρει ακόμη μεγαλύτερες ανατροπές και επισπεύσει τις πολιτικές εξελίξεις.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Αποκάλυψη

Αποκάλυψη

Ο Πρωθυπουργός στη συνέντευξη που έδωσε στην ΕΡΤ και στην ομιλία του στη Βουλή ήταν αποκαλυπτικός. Ανέλαβε με παρρησία τις ευθύνες του για τα λάθη και τις παραλήψεις του. Για την ήττα του, που αποδείχθηκε καταστροφική για τη χώρα και παραλίγο να αποδειχθεί και ολέθρια. Παραδέχθηκε τις αυταπάτες του. Υπερτίμησε, όπως είπε, τη δύναμη της ισχύος ενός λαού και της αντίδρασης που θα υπήρχε από την άλλη πλευρά. Ότι η δύναμη του δίκιου μπορεί να νικήσει τη δύναμη των τραπεζών και του χρήματος. Χρειάζεται θάρρος από έναν Πρωθυπουργό να παραδέχεται το λάθος του. Ιδίως όταν αυτό προδίδει σοβαρό έλλειμμα γνώσης και κρίσης. Παραδέχθηκε την αποτυχία του δημοψηφίσματος γιατί, όπως ο ίδιος εξήγησε, τα προαπαιτούμενα δεν έχουν αλλάξει προς το καλύτερο. Παραδέχθηκε, επίσης, ότι όταν αποφάσισε το δημοψήφισμα είχε την πεποίθηση ότι θα μας δοθεί η απαιτούμενη παράταση του προγράμματος. Η οποία, τελικά, δεν δόθηκε και η χώρα βρέθηκε στον αέρα με τις τράπεζες κλειστές.

Παραδέχθηκε ότι έφτασε τα πράγματα στα άκρα. Οδηγώντας τη χώρα και σε στάση πληρωμών προς το ΔΝΤ και εκτός του πλαισίου προγράμματος. Και επειδή έφτασε, κατά τη δική του παραδοχή, τα πράγματα στα άκρα, δυο πράγματα συνέβησαν. Επλήγη πλήρως η αξιοπιστία της χώρας. Κάτι που είναι εθνικά επιζήμιο και δύσκολα θα αποκατασταθεί. Και δεύτερον, καταστράφηκε η οικονομία και ανέβηκε ο λογαριασμός. Που καλούμεθα τώρα, όλοι εμείς να πληρώσουμε. Με άλλα λόγια, τα λάθη και οι αυταπάτες του Πρωθυπουργού κοστίζουν. Και κοστίζουν ακριβά. Και αυτό το κόστος καλούμεθα τώρα εμείς να σηκώσουμε.

Μίλησε, τέλος, για πραξικόπημα, εκβιασμούς, τελεσίγραφα και τιμωρίες. Η αλήθεια είναι άλλη. Ο Πρωθυπουργός έκανε επί έξι μήνες τη χειρότερη διαπραγμάτευση που μπορούσε να κάνει κυβέρνηση. Και έφτασε στο χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα. Πετυχαίνοντας τη χειρότερη δυνατή συμφωνία. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τα περί πραξικοπήματος είναι, απλώς, για εσωτερική και εσωκομματική κατανάλωση.

Η συμφωνία αυτή, το τρίτο μνημόνιο δηλαδή, έφερε και το ρήγμα στο ΣΥΡΙΖΑ. Απευθυνόμενος στους εσωκομματικούς του αντιπάλους, ο Πρωθυπουργός είπε ότι ασφάλεια της ιδεολογικής καθαρότητας σε στιγμές κρίσης δεν υπάρχει. Ότι βρισκόμαστε σε μη φυσιολογικές έκτακτες συνθήκες και εναλλακτικές δεν υπάρχουν. Μα αυτό δεν πρέσβευε ο κος Τσίπρας επί 5 χρόνια; Δεν κατηγορούσε τις προηγούμενες κυβερνήσεις από την ασφάλεια της ιδεολογικής του καθαρότητας; Δεν μίλαγε για άλλο δρόμο εκτός μνημονίων; Ο Πρωθυπουργός επί 5 χρόνια έσπερνε ανέμους και τώρα θερίζει θύελλες. Και καθόσον αφορά στον ίδιο, έπαθε και έμαθε. Τα δίδακτρα, όμως, της πολιτικής του διαπαιδαγώγησης αποδείχθηκαν πανάκριβα για τη χώρα.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Η επόμενη μέρα

Η επόμενη μέρα

«Eις την ζωήν όλων των εθνών υπάρχουν στιγμαί που επιβάλλουν έξαρσιν ηθικήν και εθνικήν. Kαι τας στιγμάς αυτάς ακριβώς ζη σήμερον η χώρα μας. Με στηρίζει όμως η πεποίθησις ότι και αι μεγαλύτεραι δυσχέρειαι μπορούν να αντιμετωπισθούν με την επιστράτευσιν όλων των δυνάμεων και των αρετών του Έθνους. Η ομόνοια, η σύμπνοια, η συναδέλφωσις αποτελούν εθνικήν επιταγήν. Είναι επίσης αυτήν την ώραν εθνική επιταγή η σωφροσύνη, η ψυχραιμία, η συνειδητοποίησις των ευθυνών».

Αναλαμβάνοντας τις τύχες της χώρας μετά την πτώση της δικτατορίας και την κυπριακή τραγωδία, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποκατέστησε την εθνική ενότητα. Δημιούργησε ένα νέο πολιτικό φορέα και ένα νέο καταστατικό χάρτη για τη χώρα. Έδωσε το όραμα της ένταξης στην ΕΟΚ. Οι πληγές επουλώθηκαν, η κοινοβουλευτική δημοκρατία εδραιώθηκε, ο νέος κύκλος της μεταπολίτευσης άνοιξε. Μια συντεταγμένη πορεία στη διάρκεια της οποίας πετύχαμε πολλά.

Η χώρα σήμερα βρίσκεται στο ναδίρ. Η οικονομία της έχει καταστραφεί. Το κύρος της έχει πληγεί. Το πολιτικό σύστημα έχει απονομιμοποιηθεί. Η κοινωνική συνοχή έχει διαρραγεί. Βρισκόμαστε μπροστά σε δυο επιλογές. Η πρώτη είναι να αναλωθούμε σε ένα κυνήγι μαγισσών. Όλοι εναντίον όλων. Να διολισθήσουμε στο διχασμό, το εμφυλιοπολεμικό κλίμα, την αποσύνθεση. Η άλλη επιλογή είναι να κλείσουμε τον κύκλο της παρακμής και της καταστροφής. Να ανοίξουμε τον κύκλο της ανασυγκρότησης. Η λύση είναι μια. Η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων του έθνους και η δημιουργία κυβέρνησης εθνικής ανασυγκρότησης. Που θα στηριχθεί από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις του Κοινοβουλίου για να υλοποιήσει τη Συμφωνία. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις της αντιπολίτευσης έχουν επιδείξει υψηλό αίσθημα εθνικής ευθύνης. Υιοθετώντας μια στάση διαμετρικά αντίθετη από τη στάση που επέδειξε ο ΣΥΡΙΖΑ είτε ως αντιπολίτευση είτε ως κυβέρνηση.

Όσο πιο αποφασιστικά και γρήγορα προχωρήσουμε, τόσο πιο γρήγορα θα αποκατασταθεί η ομαλότητα, θα λειτουργήσει η οικονομία, θα έρθει η ανάπτυξη, και θα αποκατασταθεί η κοινωνική συνοχή. Αλλά πρέπει να πάμε και ένα βήμα παραπέρα. Να βάλουμε το πλαίσιο και τους πυλώνες για τη μακροπρόθεσμη ανάκαμψη μέσα από την ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού της χώρας. Ο Πρωθυπουργός έχει την αποκλειστική και ιστορική ευθύνη. Από τις αποφάσεις του θα κριθούν όλα. Πρέπει να κλείσει τα αυτιά του στις σειρήνες του διχασμού και της κατασκευής ενόχων προκειμένου να καλυφθούν τα λάθη που διεπράχθησαν. Και φέρουν τη σφραγίδα του και της κυβέρνησής του. Να σφυρηλατήσει την εθνική ενότητα και να βαδίσει το δρόμο της δημιουργίας. Να διορθώσει πορεία. Μήπως μπορέσει τουλάχιστον να αποκαταστήσει, έστω και μερικώς, τη ζημία που υπέστη η χώρα. Η ιστορία θα κρίνει.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ροκέ

Ροκέ

Το «όχι» κέρδισε το δημοψήφισμα με εμφατική πλειοψηφία. Το στρατόπεδο του «ναι» απέτυχε να πείσει για το πραγματικό διακύβευμα. Η κυβέρνηση έθεσε ένα παραπλανητικό ερώτημα και πήρε μια αυτονόητη απάντηση. Όλοι θέλουν μια καλύτερη συμφωνία από την προηγούμενη. Και μάλιστα όταν ο πρωθυπουργός της χώρας υπόσχεται εμφατικά ότι θα την κάνει delivery εντός 48 ωρών. Κάποιοι στην κυβέρνηση θεωρούν ότι άνοιξε ο κύκλος της πολιτικής τους ηγεμονίας. Σπεύδουν. Ο Πρωθυπουργός πρέπει να υλοποιήσει την εντολή που έλαβε από τον ελληνικό λαό. Πρέπει εντός 48 ωρών να συνάψει συμφωνία. Καλύτερη από την προηγούμενη. Κρατώντας την Ελλάδα στο ευρώ και στην Ευρώπη και διασφαλίζοντας την ενότητα της κοινωνίας. Εν τω μεταξύ, να αποκαταστήσει την ομαλότητα, να ανανήψει την οικονομική δραστηριότητα, να ανοίξει τις τράπεζες, να πληρώσει μισθούς και συντάξεις και να αποτρέψει τη χρεοκοπία.

Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Όπως ο γάμος, έτσι και η συμφωνία χρειάζεται δυο. Δεν αρκεί να θέλεις μόνο εσύ να συμφωνήσεις, πρέπει να το επιθυμεί και η άλλη πλευρά. Ακόμη περισσότερο, να θέλει να ζήσει μαζί σου. Μετά από όλα όσα έχουν συμβεί αυτό είναι τουλάχιστον αβέβαιο. Μετά τον περήφανο και ανυποχώρητο μαξιμαλισμό της ελληνικής πλευράς, οι αγορές και το ευρώ ελάχιστα επηρεάστηκαν. Αυτό που υπέστη πραγματικό πλήγμα είναι η αξιοπιστία μας και η σχέση μας με τους εταίρους. Απομένει να δούμε αν το πλήγμα αυτό είναι ανεπανόρθωτο. Αν, δηλαδή, υπάρχει ακόμα το κεφαλαιώδες προαπαιτούμενο κάθε κοινωνικής σύμβασης. Η εμπιστοσύνη. Ο Πρωθυπουργός έκανε τρεις κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση. Εκφώνησε το σωστό διάγγελμα αυτή τη φορά, συγκάλεσε Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών και απέλυσε τον ακκιζόμενο εμπνευστή της καταστροφής. Απομένει να δούμε εάν όλα αυτά είναι too little too late.

Ο Πρωθυπουργός κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενος τον παράδεισο. Έξι μήνες μετά, ζήτησε και πήρε εντολή να διαπραγματευτεί μια καλύτερη κόλαση. Αν όλα πάνε καλά, θα υπογράψει συμφωνία. Δηλαδή, ένα νέο Μνημόνιο. Αν το δεχτεί το κόμμα του. Μετά την καταστροφή που έχει επέλθει, η συμφωνία αυτή θα είναι επώδυνη. Με βάρη και θυσίες, που θα κληθεί να σηκώσει ο ίδιος ο λαός που τον εκπαιδεύσαμε να λέει «όχι». Γιατί ποτέ δεν του είπαμε την αλήθεια. Νομοτελειακά, η φθορά του Πρωθυπουργού και της κυβέρνησης του θα είναι ραγδαία.

Τι πέτυχε, λοιπόν, ο Πρωθυπουργός, επί της ουσίας; Μια προσωρινή πολιτική ηγεμονία σε μια κατεστραμμένη χώρα. Έκανε, αυτό που λέμε στο σκάκι, ένα μεγαλειώδες ροκέ. Την τελευταία αμυντική κίνηση του βασιλιά σε μια χαμένη παρτίδα. Πριν υποστεί το αναπόφευκτο ρουά ματ.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

“ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ”

“ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ”

Συνηθίζουμε να λέμε ότι η επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή να εντάξει την Ελλάδα στην Ενωμένη Ευρώπη είχε στόχο να διασφαλίσει την δημοκρατία, την ευημερία και την εθνική μας ασφάλεια. Πράγματι, μπορούμε με βεβαιότητα, σήμερα, να πούμε ότι η ιστορική αυτή επιλογή δικαιώθηκε.

Η χώρα έζησε 4 δεκαετίες απρόσκοπτης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Κάτι που από συστάσεως του ελλαδικού κράτους δεν ήταν αυτονόητο. Αλλά ζητούμενο. Έζησε μέρες ευημερίας. Από ψωροκώσταινα έγινε αναπτυγμένο κράτος της Ευρώπης. Με κοινοτικά κονδύλια, κυρίως.

Τα οποία οι κακοί εταίροι μας διοχέτευαν αφειδώς. Όπως το πακέτο Ντελόρ, το πακέτο Σαντέρ και τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα. Για να αναπτύξουμε τον παραγωγικό ιστό της χώρας μέσα στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας. Αυτό δεν το πράξαμε.

Η ευθύνη, όμως, βαραίνει εμάς, όχι αυτούς. Διασφάλισε, τέλος, η επιλογή αυτή την άμυνα της χώρας. Κυρίως, γιατί μας ενέταξε σε μια οικογένεια κρατών και συμμαχιών που πολλαπλασίασαν την ισχύ μας και θωράκισαν την άμυνα της χώρας. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τότε, την επιλογή αυτήν δεν την έθεσε σε δημοψήφισμα.

Πρώτον, γιατί είχε νωπή λαϊκή εντολή. Είχε εκλεγεί με βασική στόχευση την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Και για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ο λόγος του ήταν προαγγελία έργου. Και γιατί ήξερε την αποστολή και το χρέος ενός πραγματικού ηγέτη. Να ηγείται και όχι να άγεται.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, όμως, στόχευσε και πέτυχε κάτι πολύ περισσότερο με αυτή του την απόφαση. Βαθύς και διεισδυτικός μελετητής της ελληνικής ιστορίας, ήταν γνώστης των μεγάλων προτερημάτων και των μεγάλων ελαττωμάτων του ελληνικού λαού.

Με την επιλογή του «ανήκομεν εις την Δύσιν», ανήκουμε στην Ευρώπη, πέρα από τη δημοκρατία, την ευημερία και την εθνική ασφάλεια της χώρας, επιδίωξε και κάτι πολύ μεγαλύτερο. Να δώσει στους Έλληνες το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορούσαν να ξεδιπλώσουν τις αρετές τους και να τιθασεύσουν τα ελαττώματά τους.

Αυτό το πλαίσιο κανόνων, θεσμών, ορθολογισμού και ασφάλειας που κάνει τους Έλληνες να μεγαλουργούν εκτός Ελλάδος. Αυτό το πλαίσιο, που θα τους ανάγκαζε να τιθασεύσουν τα ελαττώματα που οδήγησαν στο παρελθόν το ελλαδικό κράτος σε υπανάπτυξη, θεσμική καχεξία και εθνικές συμφορές.

Αυτό το πλαίσιο διαρρηγνύεται σήμερα με αφροσύνη, από ανθρώπους που η ιστορία θα τους καταδικάσει με τα πιο μελανά χρώματα. Από ανθρώπους που δεν μπορούν να ηγηθούν, αλλά άγονται. Η επικράτηση του όχι θα σημάνει έξοδο από την Ευρώπη. Δεν πρέπει να το επιτρέψουμε. Έχουμε ιστορική ευθύνη απέναντι στις επερχόμενες γενιές. Για αυτό, την Κυριακή, θα ψηφίσουμε ναι στην Ευρώπη.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το δημοψήφισμα του τέλους

Το δημοψήφισμα του τέλους

Δεν γνωρίζω αν είχαν σχέδιο να βγάλουν την Ελλάδα από την Ευρώπη. Το σίγουρο είναι ότι την οδηγούν εκτός Ευρώπης. Με ένα δημοψήφισμα που συνιστά εκτροπή. Το ερώτημα που θέτουν στον ελληνικό λαό είναι δημοσιονομικού ενδιαφέροντος. Γιατί αφορά την τελευταία πρόταση των Θεσμών στην διαπραγμάτευση με την Κυβέρνηση. Που φαίνεται από την ανακοίνωση της Κομισιόν ότι δεν ήταν καν η τελευταία. Και που, εν πάση περιπτώσει, αυτή τη στιγμή δεν βρίσκεται στο τραπέζι. Άρα το δημοψήφισμα, με το ερώτημα όπως έχει τεθεί, είναι άνευ αντικειμένου.

Συνεπώς, η αιτιολογική βάση της διενέργειας δημοψηφίσματός είναι πράγματι «κρίσιμο εθνικό θέμα». Μόνο που αυτό δεν αφορά το ερώτημα που θέτουν στον ελληνικό λαό. Το πραγματικό ερώτημα που de jure μπορούσαν να θέσουν, ως θέμα μείζονος σημασίας για το έθνος, και de facto πλέον θέτουν, εφόσον το κείμενο των Θεσμών δεν υπάρχει, είναι ένα. Ευρώ ή δραχμή. Η Ελλάδα εντός ή εκτός Ευρώπης.

Η Κυβέρνηση πήρε σαφή εντολή από τον ελληνικό λαό. Λύση «πάση θυσία» εντός του ευρώ. Αντ’ αυτού σκηνοθέτησε τη ρήξη στη διαπραγμάτευση με τους εταίρους. Φόρτωσε τις ευθύνες για τη ρήξη σε εταίρους και δανειστές μιλώντας για ένα απαράδεκτο τελεσίγραφο. Που το φέρνει προς ψήφιση παίρνοντας θέση εναντίον του. Απευθυνόμενη στο θυμικό μιας εξουθενωμένης κοινωνίας, της ζητάει με εκκλήσεις περηφάνιας και αξιοπρέπειας να καταψηφίσει το τελεσίγραφο. Πρόκειται ουσιαστικά για την προσπάθεια υφαρπαγής μιας λαϊκής εντολής εξόδου από το ευρώ.

Εν τω μεταξύ, μέρα με τη μέρα με τις ενέργειες τους, απομακρύνουν την Ελλάδα από το ευρώ, την Ευρώπη και τη Δύση. Γιατί καταστρέφουν την οικονομία ολοσχερώς. Και θα χρειαστούν δυσβάσταχτες θυσίες για την ανάταξή της. Γιατί διαλύουν το τραπεζικό σύστημα. Και κατά τρόπο πρωτοφανή κλείνουν τις τράπεζες και επιβάλλουν capital controls. Γιατί δεν θα πληρώσουν τη δόση στο ΔΝΤ και αυτό συνιστά πιστωτικό γεγονός. Δηλαδή, πτώχευση. Και γιατί η αξιοπιστία της χώρας συνολικά έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα. Με άλλα λόγια, έχουμε ήδη καταστραφεί και είμαστε με το ένα πόδι εκτός ευρώ πριν καν φτάσουμε στο δημοψήφισμα.

Αυτήν την ύστατη ώρα μια λύση υπάρχει. Να συγκληθεί Συμβούλιο πολιτικών αρχηγών υπό τον ΠτΔ και να πεισθεί ο Πρωθυπουργός να αποσύρει την πρόταση του δημοψηφίσματος. Να συγκροτηθεί κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία και να διασφαλιστεί η παραμονή της χώρας στην Ευρώπη και στο ευρώ. Να αποφευχθεί ο εθνικός διχασμός. Και να ορισθούν εθνικές εκλογές για το φθινόπωρο. Εδώ που φτάσαμε ή θα αποφευχθεί το δημοψήφισμα ή το δημοψήφισμα θα επισφραγίσει το τέλος της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Το χρονικό μιας κακής διαπραγμάτευσης

Το χρονικό μιας κακής διαπραγμάτευσης

Η κυβέρνηση χάνει κατά κράτος μια διαπραγμάτευση από την οποία θα μπορούσε να έχει αποκομίσει κάποια οφέλη. Υπό προϋποθέσεις: Ότι θα είχε προσέλθει στη διαπραγμάτευση με μία σοβαρή διαπραγματευτική ομάδα. Ότι θα είχε σαφή ιεράρχηση των προτεραιοτήτων της. Ότι θα είχε απόλυτη συναίσθηση των εσωτερικών συσχετισμών της πλευράς με την οποία διαπραγματεύεται. Θα είχε απόλυτη συναίσθηση της διαφοράς ισχύος ανάμεσα στα διαπραγματευόμενα μέρη. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για μία διαπραγμάτευση. Και θα είχε απόλυτη κατανόηση για το ποιόν ευνοεί και ποιόν επιβαρύνει η χρονική παράταση μίας διαπραγμάτευσης.

Αντ’ αυτών η κυβέρνηση προσήλθε στη διαπραγμάτευση με μία ομάδα η οποία γρήγορα αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων και αντικαταστάθηκε. Έδειξε ότι δεν έχει συναίσθηση των ευρωπαϊκών διαδικασιών. Η ανεδαφική φιλοδοξία για αλλαγή των συσχετισμών στην Ευρώπη γρήγορα εγκαταλείφθηκε. Όσο γρήγορα εγκατέλειψαν την κυβέρνηση οι “σύντροφοι” του Νότου. Έδειξε τέλος έλλειψη σχεδίου, προετοιμασίας, και ρεαλισμού. Με άλλα λόγια, ούτε ήξερε ούτε κατάλαβε τι μπορούσε και τι δεν μπορούσε να πετύχει σε αυτή την διαπραγμάτευση.

Η κυβέρνηση πόνταρε πολλά στην αβεβαιότητα που δημιουργεί το σενάριο της ρήξης. Και οδήγησε τη διαπραγμάτευση στα άκρα. Πράγματι, το σενάριο της ρήξης μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για την Ευρώπη. Αυτή η αβεβαιότητα οδήγησε τους Ευρωπαίους στην εξάντληση κάθε περιθωρίου για να αποφευχθεί το Grexit. Και σε μία προσπάθεια, τουλάχιστον στην αρχή, για ανεύρεση πεδίου συμβιβασμού. Σε καμμία περίπτωση όμως σε ευρωπαϊκή συνθηκολόγηση στις απαιτήσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Οι Ευρωπαίοι έχουν φτάσει πλέον στο συμπέρασμα, καλώς ή κακώς, ότι το κόστος μίας τέτοιας υποχώρησης είναι μεγαλύτερο από το κόστος ενός Grexit. Για το οποίο μάλιστα είχαν χρόνο να προετοιμαστούν προς τη μεριά του περιορισμού της ζημιάς.

Πόσο μάλλον όταν η ρήξη σημαίνει την απόλυτη καταστροφή για την άλλη πλευρά. Δηλαδή για την Ελλάδα. Γι’ αυτό και οι συνεχείς κραυγές των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για επιστροφή στη δραχμή δεν είχαν καμμία χρησιμότητα. Ούτε καν σε ρόλο του κακού στη διαπραγμάτευση. Όταν βάζεις το πιστόλι στον κρόταφο και απειλείς ότι θα αυτοκτονήσεις, αυτό δεν συνιστά απειλή. Τουλάχιστον όταν ο Παπανδρέου έλεγε το περίφημο «βυθίσατε το Χόρα» προσέφερε υπηρεσία. Μιλούσε για κόστος στον αντίπαλο.

Η περήφανη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης οδήγησε τη χώρα σε στρατηγικό εγκλωβισμό. Με την πλάτη στον τοίχο και χωρίς επιλογές. Θα πρέπει τώρα να κατανοήσει ότι στο Κούγκι της ρήξης θα είμαστε μόνοι μας. Ας σβήσει λοιπόν τον δαυλό και ας κάνει τον συμβιβασμό. Όσο μένει ακόμα χρόνος.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”

Ζάμπια

Ζάμπια

Τελικά τα κατάφεραν. Μας έκαναν Ζάμπια. Δεν θα πληρώσουν τη δόση στο ΔΝΤ και κατέθεσαν αίτημα ομαδοποίησης των πληρωμών για το τέλος του μήνα. Ότι είχε κάνει η Ζάμπια πριν από τρεις δεκαετίες. Το στίγμα της αναξιοπιστίας θα κηλιδώνει τη χώρα για πολλά χρόνια. Την ίδια ώρα που η Ιρλανδία και η Πορτογαλία αποπληρώνουν πρόωρα τα δάνειά τους προς το ΔΝΤ. Εξοικονομώντας εκατομμύρια ευρώ από τους τόκους. Και η Κύπρος είναι σε τροχιά εξόδου από το μνημόνιο νωρίτερα από το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα του 2016. Θα μου πείτε, δεν πιάσαμε πάτο ακόμη. Δεν γίναμε Ζιμπάμπουε. Θα πληρώσουμε, έστω και με καθυστέρηση. Στα σοβαρά όμως, αυτή η απόφαση είναι η απαρχή της εισόδου σε αχαρτογράφητα νερά. Με απρόβλεπτες οικονομικές και πολιτικές συνέπειες.

Είναι να απορεί κανείς. Τι είχαν κατά νου οι ερασιτέχνες του ΣΥΡΙΖΑ; Ότι θα άλλαζε πολιτική η Ευρώπη υπό την πίεση του λαϊκισμού; Κάτι τέτοιο θα άνοιγε το κουτί της Πανδώρας στα ευρωπαϊκά πολιτικά πράγματα. Όχι ότι στην Ευρώπη ή στο Βερολίνο είναι τόσο άκαμπτοι ή πολιτικά μύωπες όσο θέλουμε να νομίζουμε. Ήταν αρχικά διατεθειμένοι να επιδείξουν πνεύμα συμβιβασμού. Αλλά είπαμε, αρχικά. Και απέναντι σε κάποια συγκεκριμένα και ορθολογικά αιτήματα. Αιτήματα που όμως δεν διατυπώθηκαν ποτέ. Μόνο κάτι γενικόλογες θεωρίες και μεσιανικές αντιλήψεις για αλλαγή συσχετισμών στην Ευρώπη με εβρυουλκό την αριστερή κυβέρνηση της Ελλάδος. Εν τω μεταξύ οι μήνες περνάγανε. Τα ταμεία στεγνώσανε, η οικονομία πισωγύρισε στην ύφεση, και η διαπραγματευτική μας θέση χειροτέρεψε.

Είχε πει κάποτε ο Keynes ότι όταν τα στοιχεία αλλάζουν τότε αλλάζω άποψη. Αυτό επιβάλει ο πραγματισμός. Ο Έλληνας πρωθυπουργός θα μπορούσε να προσγειωθεί γρήγορα στην πραγματικότητα. Να την αντιμετωπίσει κατάματα και να αλλάξει πολιτική. Δεν το έπραξε. Παγιδεύτηκε στις προεκλογικές του δεσμεύσεις. Ξόδεψε χρόνο διαπραγματευόμενος με το εσωτερικό του κόμματός του. Και καθυστέρησε να πάρει αποφάσεις. Όταν διαπίστωσε το αδιέξοδο και έδωσε εντολή για να γίνει σοβαρή διαπραγμάτευση ήταν πια πολύ αργά. Είχαμε χάσει τη διαπραγματευτική μας αξιοπιστία. Οι εταίροι μας απηυδισμένοι από την πολυγλωσσία του ΣΥΡΙΖΑ και την ασυναρτησία του οικονομικού του επιτελείου ενώθηκαν πίσω από ένα σκληρό κείμενο. Το οποίο επιδόθηκε στην ελληνική πλευρά εν είδει τελεσιγράφου.

Τώρα έφτασε η ώρα της αλήθειας. Και το ποτήρι είναι πικρό. Πολύ πιο πικρό από το e-mail Χαρδούβελη, όπως παραδέχονται και οι στενοί συνεργάτες του Πρωθυπουργού. Και θα αναγκαστεί να το πιεί μέχρι το τέλος. Αλλιώς θα γίνει ο Πρωθυπουργός της δραχμής και θα τερματίσει άδοξα την πολιτική του σταδιοδρομία. Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΑ στα “ΝΕΑ”

Η τελευταία πράξη του δράματος

Η τελευταία πράξη του δράματος

Η κυβέρνηση σχοινοβατεί ανάμεσα στο ναυάγιο και στη διάσωση. Ανάμεσα στο αδιέξοδο και στη λύση. Που εξαρτάται, τελικά, από την απόφαση του Πρωθυπουργού. Θα έρθει σε ρήξη με την Ευρώπη ή με το κόμμα του; Μετά από 100 ημέρες φτάνουμε στην τελευταία πράξη του δράματος. Ακόμα κι αν η ΕΚΤ δώσει στη χώρα μια ανάσα ρευστότητας, τα πράγματα είναι δραματικά. Όσον αφορά στη δυνατότητα του κράτους να καλύψει τις τρέχουσες υποχρεώσεις. Δόσεις, μισθούς, συντάξεις. Και να τα καταφέρουν και αυτή τη φορά, ξύνοντας τον πάτο του βαρελιού, ξέρουν ότι είναι η τελευταία.

Εν τω μεταξύ, η αβεβαιότητα από τη συνεχιζόμενη εκκρεμότητα έχει καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία. Τα πρωτογενή πλεονάσματα που πετύχαμε γίνονται ελλείμματα, οι επενδυτές φεύγουν, και από την ανάκαμψη με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ξαναγυρνάμε στην ύφεση.

Με άλλα λόγια, η παράταση της διαπραγμάτευσης μπορεί να ήταν χρήσιμη, ή και αναγκαία, για το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Για να αμβλυνθούν οι εσωκομματικές αντιδράσεις, να θολώσουν οι κόκκινες γραμμές, και να προετοιμαστεί η μεγάλη στροφή. Χτίζοντας και πάνω στην αγωνία των πολιτών, οι οποίοι έντρομοι πλέον, ζητούν λύση «πάση θυσία», εντός ευρώ. Η καθυστέρηση, όμως υπήρξε καταστροφική για τα εθνικά συμφέροντα. Γιατί και η οικονομία ξανακύλησε και η ευκαιρία χάθηκε για την επίτευξη συμφωνίας με καλύτερους όρους.

Αλλά ας πάμε στο καλό σενάριο. Αυτό της συμφωνίας. Πόσοι πιστεύουν, εντός και κυρίως εκτός Ελλάδας, ότι αυτή η κυβέρνηση με τις ιδεοληψίες, τις αγκυλώσεις, και τον απίστευτο ερασιτεχνισμό της μπορεί να ψηφίσει στη Βουλή τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις. Και ακόμα σημαντικότερο. Να τα εφαρμόσει.

Επί της ουσίας, δηλαδή, η κυβέρνηση αυτή έχει εκμετρίσει το ζην. Γιατί η απόσταση από τις προεκλογικές της δεσμεύσεις μέχρι τη συμφωνία που θα υπογράψει, αν την υπογράψει τελικά, είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορεί να την αντέξει πολιτικά. Φανταστείτε. Αντί του προγράμματος παροχών της Θεσσαλονίκης των 11 δις, θα σερβίρουν στο λαό ένα τρίτο μνημόνιο. Ένα πρόγραμμα λιτότητας, φόρων, και περικοπών της τάξης των 14 δις. Ακόμα και να το αντέξουν, θα έχουν ξοδέψει όλα τα πολιτικά τους αποθέματα. Αναπόφευκτα, ο «ιστορικός συμβιβασμός» θα φέρει πολιτικό κατακλυσμό.

Μόνο μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, στηριζόμενη από όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, θα μπορέσει να διαχειριστεί την οδυνηρή πραγματικότητα. Και αυτή τη φορά, εάν έχουμε διδαχθεί από τα σφάλματά μας, και πετύχουμε την ομοψυχία των Πορτογάλων, θα διασφαλίσουμε τη λύση μέσα στο ευρώ. Την επιστροφή στην ομαλότητα και, τελικά, την ανασυγκρότηση της χώρας.

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ στα “ΝΕΑ”