Η Αμερική μετά την κρίση

Η Αμερική μετά την κρίση

Η Αμερική κλυδωνίζεται. Οι νεκροί από την πανδημία υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν τις 150 χιλιάδες. Απώλειες υπερδιπλάσιες αυτών του Βιετνάμ σε καιρό ειρήνης. Η κυβέρνηση Τραμπ κατηγορείται για ολιγωρία, ανεπάρκεια, έλλειψη συντονισμού με τις πολιτείες και συνεχή επίρριψη ευθυνών σε τρίτους. Χαοτική την χαρακτήρισε ο Ομπάμα. Οι δημοκρατικοί κατηγορούν τον Τραμπ ότι διχάζει την Αμερική και την οδηγεί διεθνώς στην ανυποληψία. Ο Τραμπ, όμως, είναι το σύμπτωμα, βαθύτερων δομικών προβλημάτων.

Ο Φουκουγιάμα εστιάζει στις δυσλειτουργίες (gridlock) που προκύπτουν από την επικάλυψη αρμοδιοτήτων και λειτουργιών ανάμεσα στην εκτελεστική εξουσία, τη δικαστική, κυρίως το Ανώτατο Δικαστήριο, και το Κογκρέσο. Στη σημερινή εποχή της ακραίας πόλωσης, τα θεσμικά αντίβαρα έχουν μετατραπεί σε αγκυλώσεις κι σ’ ένα καθεστώς συνεχών βέτο (vetocracy) που δυσχεραίνουν την διακυβέρνηση.

Υπάρχουν, όμως, και οι συνέπειες της ανατροπής των πολιτικών του New Deal του Ρούζβελτ από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, την παγκοσμιοποίηση και την τεχνολογική επανάσταση. Οι ανισότητες ανάμεσα στην τεχνοκρατική κεφαλαιοκρατική ελίτ των μητροπολιτικών αστικών κέντρων και τα αγροτικά και εργατικά στρώματα διευρύνθηκαν.

Ο Τραμπ εκμεταλλεύτηκε τις αγωνίες των φτωχότερων στρωμάτων και εξελέγη μετατρέποντας το ρεπουμπλικανικό κόμμα σε ένα τζακσονικό κόμμα λαϊκιστικού εθνικισμού. Ο αντισυστημικός του λόγος, η προστατευτική οικονομική πολιτική, η σκληρή αντιμεταναστευτική του στάση και οι εμπορικές αψιμαχίες με την Κίνα και την Ευρώπη θυσίασαν πλεονεκτήματα της Αμερικής στο βωμό της ψηφοθηρίας στα εργατικά και αγροτικά στρώματα.

Υπάρχει, τέλος, και μια αίσθηση απώλειας των πρωτείων στους δείκτες της ήπιας ισχύος.

Η καλοήθης ηγεμονία των ΗΠΑ στον πλανήτη στηρίχθηκε σε τρείς πυλώνες. Στους πόρους της, στο σύστημα θεσμών και συμμαχιών που έχτισε πάνω στις αξίες της ελευθερίας της δημοκρατίας και των ανοιχτών αγορών. Και, κυρίως, στον αέρα υπεροχής που δημιουργούσε μια κουλτούρα ικανότητας και αποτελεσματικότητας. Η Αμερική ήταν σκαπανεύς σε ό,τι καινοτόμο και προοδευτικό σε κάθε κλάδο.

Αυτή η αμερικανική υπεροχή άρχισε να αμφισβητείται μετά την 11/9, τους πολέμους σε Ιράκ και Αφγανιστάν, τις αποτυχημένες επεμβάσεις στη Λιβύη στην Υεμένη και στη Συρία, την οικονομική κρίση του 2008, τα προβλήματα με το Μποϊνγκ 737 ΜΑΧ.

Η Αμερική μοιάζει να μην εμπνέει δέος, να μην αποπνέει επάρκεια, να φαντάζει τρωτή. Ο εφησυχασμός έφερε τη σταδιακή έκπτωση στα αυστηρά αξιοκρατικά κριτήρια, την έλλειψη λογοδοσίας, και μια κουλτούρα εγωιστικού ατομοκεντρισμού. Από τον πατριωτισμό του Κένεντυ, «τι μπορείς να κάνεις εσύ για την πατρίδα σου και όχι η πατρίδα σου για σένα», περάσαμε στην απενοχοποίηση της απληστίας την εποχή του Ρέιγκαν. Η απληστία είναι καλό πράγμα έλεγε ο Γκόρντον Γκέκο στην ταινία “Wall Street» του Όλιβερ Στόουν. Και ο Τραμπ έφερε τον ναρκισσιστικό λαϊκισμό υποστηρίζοντας ότι θα εκλεγόταν ακόμη και αν πυροβολούσε κάποιον στην 5η οδό.

Η κυβέρνηση Τραμπ και η διαχείριση της πανδημικής κρίσης συμβολίζουν την απώλεια των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της Αμερικής. Η εκλογική αναμέτρηση του Νοεμβρίου, στη δίνη της πανδημικής και οικονομικής κρίσης, θα είναι σημείο καμπή για τη δυνατότητα της Αμερικής να ανακάμψει, και να ηγηθεί πάλι της Δύσης.

πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”

Υπνοβάτες σε έναν δυστοπικό κόσμο

Υπνοβάτες σε έναν δυστοπικό κόσμο

Η ίδια η πανδημική κρίση δεν είναι φορέας αλλαγών. Είναι όμως επιταχυντής εξελίξεων που είχαν ήδη δρομολογηθεί.

Από την αλλαγή του αιώνα είχαμε εισέλθει σε μια παρατεταμένη περίοδο δυστοπίας. Οι βεβαιότητές μας κατέρρεαν η μία μετά την άλλη. Η αλαζονεία από την επικράτηση στον ψυχρό πόλεμο μας οδήγησε από την θριαμβολογία του ‘89 στη δυστοπία του 21ου αιώνα.

Στο γεωπολιτικό επίπεδο, η 11η Σεπτεμβρίου οδήγησε σε στρεβλώσεις την πολιτική των ΗΠΑ οδηγώντας στην αποκαθήλωση της μονοπολικής τους ηγεμονίας. Οι αποκλίσεις και οι τριβές στον ευρωατλαντικό χώρο αποδυνάμωσαν ακόμη περισσότερο τη δυτική φιλελεύθερη τάξη. Αναθεωρητικές δυνάμεις, και κυρίως η Κίνα, αμφισβητούν συντεταγμένα, πλέον, τις ΗΠΑ αλλά και τη Δύση συνολικά.

Στο οικονομικό επίπεδο, οι κρίσεις ήταν αλλεπάλληλες αλλά ακόμη σοβαρότερες ήταν οι ανισότητες που δημιουργούσαν οι ανεξέλεγκτες δυνάμεις της αγοράς, η νεοφιλελεύθερη εκδοχή της παγκοσμιοποίησης, και η τεχνολογική επανάσταση.

Οι ανισότητες δημιούργησαν κοινωνίες δυο ταχυτήτων. Διάβρωσαν τις δυτικές δημοκρατίες, απονομιμοποίησαν την πολιτική διαδικασία, εξέθρεψαν τον λαϊκισμό και τα άκρα.

Την ίδια ώρα, το δυτικό καπιταλιστικό μοντέλο πλησίαζε το σημείο τήξης και σε άλλα σημεία. Το μοντέλο της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης και η πληθυσμιακή έκρηξη απομείωνε τους πεπερασμένους πόρους του πλανήτη και έφερνε το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής.

Αλλά και στο επίπεδο της υγείας, από το ‘85 και μετά, είχαμε αλλεπάλληλες κρίσεις: HIV, SARS, H1N1, Ebola. Ούτε οι κρίσεις αυτές, ούτε οι προειδοποιήσεις του Ομπάμα το 2014, αποδείχθηκαν αρκετές για να μας προετοιμάσουν για την κρίση πανδημίας που έφερε ο ιός CONVID19.

Η ύβρις έφερε τη δυστοπία. Οι πολιτικές ηγεσίες τρέχουν αγκομαχώντας να προστατεύσουν δημόσια αγαθά και δημόσιες δομές που είχαν αφεθεί στη λειτουργία της αγοράς, στο νόμο της προσφοράς και ζήτησης, όπως η υγεία. Οι πολίτες τέθηκαν σε κατ᾽ οίκον περιορισμό. Ο υψηλά εκτεχνικευμένος πολιτισμός που δημιουργήσαμε μας έδωσε ψευδαίσθηση ελευθερίας και συνέχειας. Μεταφέραμε την εργασία, τη διασκέδαση, ακόμη και την άσκηση στον ιδιωτικό μας χώρο. Η εικονική πραγματικότητα του χώρου και του χρόνου μέσα από διαδυκτιακές πλατφόρμες δεν μπορεί, όμως, να είναι η νέα πραγματικότητα. Η εικονική αίσθηση της ελευθερίας δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πραγματική μας ελευθερία.

Ούτε μπορούμε να κλειστούμε στο κράτος φρούριο εθνικοποιώντας την παραγωγή για να προστατευτούμε από τους ιούς και τους άλλους.

Οι ερινύες από τις εκατοντάδες χιλιάδες των νεκρών θα πρέπει να μας κάνουν να ξανασκεφτούμε τον τρόπο ζωής μας. Να ξανασκεφτούμε τον ρόλο και τις πολιτικές του κράτους στην προάσπιση των δημόσιων αγαθών. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η οικονομία δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πολιτική.

Να ενισχύσουμε τους πολυμερείς θεσμούς σε τομείς της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Που θα οριοθετούν την οικονομική δραστηριότητα, την τεχνολογία, την κλιματική αλλαγή, την υγεία, σε έναν πλανήτη που η αλληλεξάρτηση είναι αναπόφευκτη.

Αν συνεχίσουμε να υπνοβατούμε, ο 21ος αιώνας θα αποδειχθεί όχι απλά δυστοπικός αλλά ο τραγικότερος της ανθρώπινης Ιστορίας.

Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”

Φάκελος Προσφυγικό: Οπλοποίηση

Φάκελος Προσφυγικό: Οπλοποίηση

Όταν αναλύεις τη διεθνή πολιτική με λάθος εργαλεία και δεν μελετάς τον αντίπαλό σου, η σύγκρουση με την πραγματικότητα είναι αναπόφευκτη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι τελευταίες εξελίξεις. Ενώ η Τουρκία προετοίμαζε την οπλοποίηση του προσφυγικού-μεταναστευτικού, οι εγχώριοι γνωμηγήτορες προσπαθούσαν να φτιάξουν κλίμα για προσφυγή στη Χάγη.

Η Ερντογανική, αυταρχική και Ισλαμική Τουρκία μας κάνει, εδώ και καιρό, μπούλινγκ για να μας εξαναγκάσει σε συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο παραβιάζοντας κάθε κανόνα δικαίου και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Ενδεικτική των προθέσεών της είναι και η παράνομη συμφωνία που υπέγραψε με τη Λιβύη.

Τώρα οπλοποίησε πρόσφυγες και μετανάστες. Οπλοποιεί και κατευθύνει μια πλημμυρίδα απελπισμένων ανθρώπων που μπορούν να καταλύσουν οποιοδήποτε κράτος. Είναι μια σοβαρή κλιμάκωση της επιθετικότητάς της. Είναι μια γκρίζα υβριδική εκδοχή ενός θερμού επεισοδίου.

Η Τουρκία οπλοποιεί το προσφυγικό-μεταναστευτικό εκβιάζοντας Ευρώπη και Ελλάδα. Εκβιάζει την Ευρώπη για ανταλλάγματα και επιδιώκει να παραλύσει, να φινλανδοποιήσει την Ελλάδα.

Ο Ερντογάν συμπεριφέρεται με όρους ισχύος, γνωρίζοντας ότι η σημερινή διεθνοπολιτική συγκυρία του αφήνει περιθώρια τέτοιων συμπεριφορών χωρίς σοβαρές κυρώσεις.

Η Τουρκία αποτελεί διαχρονική και σοβαρή απειλή για τη χώρα μας. Από το 1974 και μετά, η Κεμαλική Τουρκία έβαλε στο τραπέζι μια σειρά από αιτιάσεις, όπως το εύρος του εθνικού εναέριου χώρου και της αιγιαλίτιδας ζώνης, το FIR, τις γκρίζες ζώνες, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών κ.λπ. Τις αιτιάσεις αυτές τις προωθεί μέσα από συνεχείς παραβιάσεις και παραβάσεις και πολιτικοστρατιωτικές κρίσεις τύπου Ιμίων. Ο στόχος είναι προφανής. Με μια συνεχή πίεση αυξομειούμενης έντασης να προσπορίσει πολιτικά οφέλη σταματώντας ένα βήμα πριν τη γενική σύρραξη. Ενίοτε το επιτυγχάνει, όπως μετά τα Ίμια ανάγκασε την κυβέρνηση Σημίτη στη Μαδρίτη να αναγνωρίσει ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο.

Υπό τον Ερντογάν η Τουρκία, σταδιακά, απομακρύνθηκε από τη Δύση. Η ευρωπαϊκή της προοπτική κατέρρευσε, μαζί και η λογική του Ελσίνκι. Όχι γιατί εγκατέλειψε το Ελσίνκι η κυβέρνηση Καραμανλή, όπως πονηρά ισχυρίζεται ο κ. Σημίτης. Αλλά γιατί το εγκατέλειψε η πραγματικότητα. Γιατί, τελικά η Τουρκία, αλλά και η Ευρώπη, εξυπηρετήθηκαν αμφότερες από μια αμιγώς εργαλειακή και ανταλλακτική σχέση. Αντί για δημοκρατικό μετασχηματισμό και σύγκλιση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, η Τουρκία αποχαλινώθηκε. Ο Ερντογάν διολίσθησε σε αυταρχισμό στο εσωτερικό και επιθετικότητα στα εξωτερικά.

Αυτοί, λοιπόν, που μας σπρώχνουν στη Χάγη κρύβοντας από πίσω ένα νέο Μόναχο, πρέπει να καταλάβουν ότι δεν μπορείς να δαμάσεις έναν διεθνή ταραξία, που υπακούει μόνο σε όρους ισχύος, βασιζόμενος στην καχεκτική διεθνή δικαιοταξία. Η επιθετικότητα της Τουρκίας δεν αντιμετωπίζεται με κατευνασμό αλλά με ανάσχεση και αποτροπή.

Η Ελλάδα δεν είναι αδύναμη και η Τουρκία δεν είναι παντοδύναμη. Αντί να σπεύδουμε να κατευνάσουμε την Τουρκία πρέπει να αυξήσουμε τους πολλαπλασιαστές ισχύος μας (διμερείς συμμαχίες κ.ά.) και να θωρακίσουμε την άμυνα και την αποτροπή μας. Μια ισχυρή Ελλάδα μπορεί να αναγκάσει την Τουρκία να εγκαταλείψει τις μαξιμαλιστικές αιτιάσεις της. Αλλιώς, η Τουρκία θα συνεχίσει να προκαλεί καταρρακώνοντας κάθε κανόνα διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου, που εμείς επικαλούμαστε. Θα συνεχίσει να γκριζάρει ζώνες εθνικής κυριαρχίας και στο τέλος θα έχει κερδίσει με τη φοβέρα, χωρίς να χρειαστεί να ρίξει ούτε μια σφαίρα.

Πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”

The EU’s Transformation from Political to Geopolitical

The EU’s Transformation from Political to Geopolitical

This three-person panel was part of a series of panels at the “European Conference 2020: The World is Watching”.

  • Dr. Constantine Arvanitopoulos, Fletcher School, Karamanlis Chair of Hellenic and European Studies & Former Greek Minister.
  • Mr. Diego Martinez Belío, Chief of Staff, Spanish Secretary of State for Europe.
  • Dr. Lisbeth Aggestam, Associate Professor of Political Science, University of Gothenburg.
The Pandemic as a Threat to European Unity

The Pandemic as a Threat to European Unity

Thucydides, in his Peloponnesian war, narrates how, in 430 B.C. – the first year of the war – a deadly plague devastated the city-state of Athens. It killed one third of its population leaving a deep scar on its society and its democracy.

Today, a deadly pandemic is threatening the world and the unity of Europe. Struggling to recover from the Eurozone crisis of 2009 and the refugee-migration crisis of 2015, Europe is now overwhelmed by a pandemic crisis of almost biblical proportions; disasters come in triads, says an old Greek saying.

As countries are scrambling to deal with the immediate requirements of a colossal health emergency, an even greater threat looms on the horizon. Economists are warning us of the threat of an economic depression greater than that of 1929.

Both aspects of the crisis require a concerted and comprehensive pan-European response. If the response to the health crisis is the prologue, however, the future looks ominous.

Italy’s cry for help remained unanswered for weeks from the European Union member states, dealing a blow to European solidarity. We will always be haunted by the images of the military lorries carrying the dead of the city of Bergamo. The pandemic has led to the renationalization of the decision-making process, the return of national sovereignty and national borders. This is due to the lack of a European Health Agency and the fact that invoking state of emergency measures has remained a prerogative of the member states. Even in the American federal system, local governors are leading the fight. The federal government, however, even under the erratic leadership of Donald Trump, has also come to the rescue.

It is to the detriment of Europe that instead of a show of solidarity and a concerted and comprehensive European response, we see member states looking to China for health aid and equipment.

The Chinese state, after an initial phase of denial and cover-up that has worsened the spread of the virus across the planet, ultimately resorted to Draconian measures to contain the virus. Now, the regime has engaged in a public relations campaign to absolve itself of its grave responsibilities. Adding health aid to its Belt and Road Initiative, it is trying to exploit the absence of European solidarity to increase its influence in the south of Europe. It is also trying to project its efficacy in contrast to the slow and ineffective western democracies.

If European solidarity crumbled under the health emergency, the upcoming economic Armageddon will be the real test for Europe. The first signs are alarming. Germany, which has rightly criticized the Trump administration for a very narrow conception of the national interest and the dismantling of the liberal order, is doing exactly the same. As America is sacrificing the liberal multilateral order on the altar of America First, Germany is sacrificing European unity and solidarity on the altar of German fiscal responsibility and Germany First.

We often conceptualize the European experiment as a winding road full of turns, steep curves, and detours. A process of muddling through trial, error, and adjustment. This pandemic, however, is a defining moment for the “European polis” because it threatens to infect the European “body politic” irreparably. In political philosophy’s great tradition, the analogy between disease and civil disorder was proposed to encourage rulers to show foresight (Machiavelli) and reason (Hobbes) to prevent fatal disorder, as Susan Sontag had shown in her brilliant 1973 essay.

The challenge now for the European leadership is to act decisively, collectively, and expediently to prevent the recession from turning into a prolonged depression. The tragic loss of life should mobilize European leadership to take action to avert loss of livelihood that will affect European societies and democracies. As Mario Draghi, the man that kept Europe alive during the Eurozone crisis, wrote echoing Keynes: unforeseen circumstances require a change of mindset. Keynes had also stated that, “when the facts change, I change my mind.” This is a war and wars are financed by public debt. Otherwise, the cost of inaction will be devastating. And, this time, those in Europe that do not listen to reason and adapt to change will have no one to blame but themselves.

  • Working Paper
Ανεξέλεγκτη

Ανεξέλεγκτη

Βρισκόμαστε σε μια ακροσφαλή ιστορική περίοδο μεγάλων αλλαγών σε πλανητικό επίπεδο. Η μετατροπή του άναρχου διεθνούς συστήματος σε οργανωμένη διεθνή κοινωνία μέσα από την επέκταση της δυτικής φιλελεύθερης τάξης αποδείχθηκε χίμαιρα. Επιστρέφουμε σε ένα κρατοκεντρικό περιβάλλον ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων με αλλαγές στη διεθνή κατανομή της ισχύος. Αυτές οι συστημικές αλλαγές συνυπάρχουν διαλεκτικά με τις σαρωτικές δομικές αλλαγές της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, των μεταναστευτικών ρευμάτων, της κλιματικής αλλαγής.

Είμαστε σε μια μεσοπερίοδο της ιστορίας, όπου oι παραδοχές του χθες δεν ισχύουν πια. Για μικρά κράτη-έθνη, όπως η Ελλάδα, αυτές οι μεταβατικές περίοδοι είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες.

Η χώρα μας, αποδυναμωμένη από μια πολύχρονη κρίση, αντιμετωπίζει την κλιμακούμενη απειλή της Τουρκίας. Η Τουρκία χαρακτηρίζεται αυτήν την εποχή από μια «υπερχείλιση γεωπολιτικού δυναμικού». Επιδιώκει επέκταση και διεξόδους σε ευρύτερους χώρους. Δεν κανοναρχείται, πλέον, ούτε από τις ορίζουσες ούτε και από τους περιορισμούς του διπολισμού του Ψυχρού Πολέμου ή του μεταψυχροπολεμικού αμερικανικού μονοπολισμού. Αντίθετα, σε ένα πολυπολικό περιβάλλον μεγάλων δυνάμεων αυτοπροσδιορίζεται ως μια μεγάλη δύναμη του συστήματος. Συνομιλεί επί ίσοις όροις με τη Ρωσία, την Αμερική, την Κίνα. Η ευρωπαϊκή της προοπτική έχει προ πολλού ενταφιαστεί. Συμβαδίζει με τη Δύση μόνο επιλεκτικά, όταν συμπίπτουν τα συμφέροντα της.

Η Νέα Τουρκία έχει φέρει σε στρατηγική αμηχανία τη Δύση. Η πολιτική της «εξημέρωσης» και του ελέγχου της Τουρκίας μέσα από την ενσωμάτωσή της στους δυτικούς θεσμούς είναι ένα αδειανό πουκάμισο. Η Δύση αρκείται, πλέον, στο να κατευνάζει την Τουρκία για να περισώσει ότι μπορεί από τα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα της.

Το πρόβλημα γίνεται οξύτερο στη δική μας περίπτωση. Πρώτον, γιατί είμαστε οι κύριοι αποδέκτες του τουρκικού επεκτατισμού. Δεύτερον, γιατί πέραν από δηλώσεις συμπάθειας, η Δύση, κατ’ ουσίαν τηρεί πολιτική ίσων αποστάσεων. Τρίτον, γιατί εναποθέτουμε τις ελπίδες μας σε μια δικαιοταξία που υποχωρεί.

Σπεύδουμε να μιλήσουμε για συνεκμετάλλευση και Χάγη, και να τα βρούμε με τη Τουρκία. Ενώ γνωρίζουμε ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να συμφωνήσει σε προσφυγή στη Χάγη για τα μόνα ουσιαστικά ζητήματα προς διευθέτηση (δηλ. υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ). Η Τουρκία, με συνέπεια και συνέχεια, κλιμάκωσε τις διεκδικήσεις της από το ‘74 μέχρι σήμερα. Και σήμερα, επιδιώκει συνολική αναθεώρηση του status quo στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Θεωρεί ότι οι συνθήκες της επιτρέπουν να κεφαλαιοποιήσει τις διεκδικήσεις της. Γιατί η επιστροφή σε ένα πολυπολικό διεθνές σύστημα, η ανοχή στη προβολή ισχύος και χρήση βίας, και η δική μας αδυναμία της επιτρέπουν να προχωρήσει.

Με αυτήν την ανεξέλεγκτη Τουρκία δεν είναι εφικτός ούτε καν ένας έντιμος συμβιβασμός.

Οι λύσεις δεν είναι ούτε πολλές ούτε εύκολες. Οι επικλήσεις του διεθνούς δικαίου δεν θα μας σώσουν όπως δεν έσωσαν τους Μήλιους. Η συμμετοχή στην Ενωμένη Ευρώπη, δυστυχώς, δεν επαρκεί στη νέα εποχή. Θα πρέπει να εμβαθύνουμε και να αξιοποιήσουμε στο έπακρον τις διμερείς συμμαχίες. Η αναβάθμιση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα δεν μπορεί να μην συνοδεύεται από χειροπιαστές εγγυήσεις για την ακεραιότητα της χώρας.

Θα πρέπει, κατεπειγόντως, να ενισχύσουμε την αποτρεπτική ισχύ της χώρας με «έξυπνους τρόπους».

“Με ντουφέκι και παζάρι” ήταν η εξωτερική πολιτική του Βενιζέλου στις δύσκολες ιστορικές περιόδους.

πηγή: εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”

Το τέλειο τηλεφώνημα

Το τέλειο τηλεφώνημα

Μια σαιξπηρική τραγωδία εκτυλίσσεται στην καρδιά της Αμερικής. Δύο εβδομάδες δημοσίων ακροάσεων στο Κογκρέσο ανέδειξαν μια εικόνα βαθιάς πολιτειακής κρίσης. Ο Πρόεδρος, με τη συμπεριφορά και τη ρητορική του, έχει προκαλέσει σοβαρή και διαρκή βλάβη στους θεσμούς της αμερικανικής δημοκρατίας και, κατά πολλούς, στα αμερικανικά συμφέροντα. Το Κογκρέσο είναι διχασμένο στα κομματικά χαρακώματα. H φωτεινή όψη της Αμερικής ήταν οι δημόσιοι λειτουργοί που κατέθεταν επί ώρες και μέρες με υψηλό αίσθημα καθήκοντος και αφοσίωσης στο Σύνταγμα, τους νόμους και το δημόσιο συμφέρον. Αψήφησαν τους κινδύνους από τη δημόσια έκθεση και το μπούλινγκ του Προέδρου, που τουιτάριζε εναντίον τους την ίδια ώρα που κατέθεταν. Οι καταθέσεις τους ήταν αποκαλυπτικές. Το επίσημο κράτος απέναντι σε έναν παράλληλο μηχανισμό που εκτελούσε “πολιτικά θελήματα” για τον Πρόεδρο. Να πιεστεί η Ουκρανική κυβέρνηση να κατασκευάσει ενοχοποιητικά στοιχεία για την οικογένεια Μπάιντεν, με αντάλλαγμα την αμερικανική βοήθεια. Βοήθεια, που είχε εγκρίνει το Κογκρέσο αλλά κατακρατούσε ο Λευκός Οίκος, ως μοχλό άσκησης πίεσης.

Από την ακροαματική διαδικασία στο Κογκρέσο προέκυψε κατάχρηση εξουσίας του Προέδρου, αλλά και παρακώλυση της δικαιοσύνης. Ο Λευκός Οίκος αρνείται πεισματικά να παραδώσει στοιχεία ή να επιτρέψει σε εμπλεκόμενα μέλη της εκτελεστικής εξουσίας να καταθέσουν στην έρευνα του Κογκρέσου.

Η ηγεσία των δημοκρατικών, παρά τις επανειλημμένες ευκαιρίες που είχε, δίσταζε να ξεκινήσει διαδικασία καθαίρεσης κατά του Τραμπ. Φοβόταν ότι με την πόλωση που επικρατεί θα είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Στην περίπτωση του «Ουκρανικού τηλεφωνήματος» άλλαξε στρατηγική γιατί θεώρησε ότι προέκυπταν αδιάσειστα στοιχεία για κατάχρηση εξουσίας που μπορούσαν εύκολα να εξηγηθούν στη κοινή γνώμη.

Σε άλλη εποχή, τα στοιχεία που προέκυψαν θα είχαν παρασύρει οποιαδήποτε Προεδρία. Ο Τραμπ, όμως, ανέβηκε στην εξουσία εκμεταλλευόμενος την απονομιμοποίηση της πολιτικής διαδικασίας, το αντισυστημικό ρεύμα, τις διαιρέσεις και τα χειρότερα ένστικτα της αμερικανικής κοινωνίας. Έκτοτε, κάνει ό,τι μπορεί για να τα υποδαυλίζει. Πολιτεύεται με διχαστική και πολωτική ρητορική, υβρίζει και στοχοποιεί αντιπάλους, υιοθετεί θεωρίες συνωμοσίας, χρησιμοποιεί όρους trash culture και παραποιεί συστηματικά την αλήθεια. Έχει δύο συμμάχους στο πλευρό του. Την καλή πορεία της οικονομίας, και τα μίντια. Χρησιμοποιεί τα φιλικά μέσα και στοχοποιεί τα αντιπολιτευόμενα εξίσου αποτελεσματικά.

Η συσπείρωση της εκλογικής του βάσης δεν αφήνει, για την ώρα, περιθώρια αποστασίας στους ρεπουμπλικανούς αντιπροσώπους. Οι ρεπουμπλικάνοι έχουν χαράξει δυο γραμμές αμύνης. Η πρώτη ταυτίζεται με τον Τραμπ στην εκδοχή του “τέλειου τηλεφωνήματος”. Η δεύτερη υποστηρίζει ότι η συμπεριφορά του μπορεί να ήταν ανάρμοστη, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τεκμηριώνεται λόγος έκπτωσης από το προεδρικό αξίωμα.

Rebus sic stantibus, οι γραμμές θα αντέξουν και, στη χειρότερη περίπτωση, ο Τραμπ θα εισπράξει μια επίπληξη (censure) από τη Γερουσία. Οι δυο πλευρές θα οδηγηθούν, έτσι, στη μητέρα όλων των μαχών, τις προεδρικές εκλογές του 2020. Δεν θα πρέπει, όμως, να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ανατροπής καθώς, μετά από τρία χρόνια, το βαθύ κράτος των ΗΠΑ δείχνει σημάδια αφύπνισης και ενεργοποίησης.

εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”

Καθαίρεση

Καθαίρεση

Η πολιτική ζωή στις ΗΠΑ έχει εισέλθει στο λυκόφως της διαδικασίας καθαίρεσης του Προέδρου από το αξίωμά του. Η διαδικασία αυτή, γνωστή ως impeachment, έχει δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση, η Βουλή των Αντιπροσώπων διερευνά αν έχει παραβιαστεί το άρθρο 2, παράγραφος 4, του Αμερικανικού συντάγματος, που αναφέρει ότι “ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και όλοι οι δημόσιοι λειτουργοί των ΗΠΑ καθαιρούνται από το αξίωμά τους εάν καταδικαστούν για προδοσία, δωροδοκία και άλλα σοβαρά εγκλήματα και πταίσματα.”

Εάν η έρευνα της Βουλής των Αντιπροσώπων καταλήξει ότι τεκμαίρεται κατάχρηση εξουσίας ή άλλα σοβαρά εγκλήματα και πταίσματα, ψηφίζει την παραπομπή του Προέδρου στη Γερουσία, η οποία λειτουργεί ως ειδικό δικαστήριο.

Η διαδικασία φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, νομική αλλά είναι βαθιά πολιτική καθώς απαιτείται απλή πλειοψηφία των παρόντων στην Βουλή των Αντιπροσώπων για την παραπομπή και πλειοψηφία δύο τρίτων στη Γερουσία για την καθαίρεση.

Η διαδικασία της καθαίρεσης είναι ένα απομεινάρι μιας άλλης εποχής. Θεσμοθετήθηκε από το αγγλικό Κοινοβούλιο το 1376 για να ελέγχονται οι υπουργοί του Βασιλέα, που είχε το αλάθητο, για κατάχρηση εξουσίας. Για να αποτραπεί, με τον τρόπο αυτό, τυχόν διολίσθηση σε ένα απολυταρχικό καθεστώς.

Η πρακτική αυτή, που είχε ατονήσει πλέον στο αγγλικό πολιτικό σύστημα, υιοθετήθηκε 400 χρόνια μετά από την αμερικανική συντακτική συνέλευση του 1787 στη Φιλαδέλφεια. Διευρύνθηκε μάλιστα για να συμπεριλάβει τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ. Αυτό ήταν ένα συνταγματικό παράδοξο καθώς η διάταξη δεν αφορούσε έναν Βασιλέα, αλλά τον Πρόεδρο μιας νεότευκτης δημοκρατίας. Στις δημοκρατίες ο τρόπος άσκησης της εξουσίας ενός προέδρου κρίνεται, ελέγχεται και αξιολογείται κάθε τέσσερα χρόνια. Ελέγχεται επίσης μέσω της διάκρισης των εξουσιών και από τα θεσμικά αντίβαρα που, στην περίπτωση του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, είναι αρκετά ισχυρά.

Οι ιδρυτές της αμερικανικής δημοκρατίας, όμως, επιζητούσαν μια επιπλέον δικλείδα ασφαλείας, όπως υποστήριξαν ο Τζέϊμς Μάντισον, αλλά και ο Τζώρτζ Μέϊσον από τη Βιρτζίνια.

Έκτοτε, δυο πρόεδροι, ο Άντριου Τζόνσον το 1868, και ο Κλίντον το 1998, παραπέμφθηκαν από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αθωώθηκαν, όμως, τελικά στη Γερουσία γιατί δεν συγκεντρώθηκε η απαιτούμενη πλειοψηφία των δύο τρίτων για την καθαίρεσή τους.

Τον Οκτώβριο του 1973, η Βουλή των Αντιπροσώπων ξεκίνησε την έρευνα κατά του προέδρου Νίξον για το σκάνδαλο Γουωτεργκέιτ. Στις 9 Αυγούστου του 1974, πριν η Ολομέλεια ψηφίσει την πρόταση μομφής, ο Νίξον παραιτήθηκε.

Η έρευνα για τη στοιχειοθέτηση κατάχρησης εξουσίας που θα οδηγήσει σε πρόταση μομφής κατά του Προέδρου Τραμπ, είναι η τέταρτη στην ιστορία των ΗΠΑ.

Εάν το παρελθόν αποτελεί τον πρόλογο, σε τέτοιες διχαστικές πολιτικές διαδικασίες, οι βουλευτές και οι γερουσιαστές στοιχίζονται πίσω από τις κομματικές διαχωριστικές γραμμές. Εκτός αν υπάρξουν αδιάσειστα ενοχοποιητικά στοιχεία, όπως έγινε στην περίπτωση Νίξον.

Στην πολιτικά πολωμένη Αμερική, το πιθανότερο είναι ότι η ελεγχόμενη από τους δημοκρατικούς Βουλή των Αντιπροσώπων θα παραπέμψει τον Τραμπ, αλλά η ελεγχόμενη από τους ρεπουμπλικανούς Γερουσία θα τον αθωώσει.

εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”

Αλλαγή ισορροπιών στη Μέση Ανατολή

Αλλαγή ισορροπιών στη Μέση Ανατολή

Η απόφαση του Προέδρου των ΗΠΑ για την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία δεν υπακούει σε καμία διεθνοπολιτική λογική. Αντίκειται στα συμφέροντα των ΗΠΑ και δυναμιτίζει τις ισορροπίες στην περιοχή. Η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων αφήνει την περιοχή στο έλεος της Ρωσίας, του Ιράν και της Τουρκίας. Εγκαταλείπει τους Κούρδους της Συρίας που σήκωσαν όλο το βάρος των στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον του ISIS. Επιβαρύνει την ασφάλεια του Ισραήλ αφήνοντας χώρο ανάπτυξης εχθρικών ιρανικών δυνάμεων. Δίνει την ευκαιρία στον ISIS να ανασυνταχθεί. Επιβραβεύει την Τουρκία που, με κάθε τρόπο, δείχνει εδώ και καιρό την απομάκρυνσή της από τη Δύση, την περιφρόνησή της προς τις ΗΠΑ και την προσέγγισή της με τη Ρωσία. Στέλνει ένα μήνυμα αναδίπλωσης των ΗΠΑ που αποθαρρύνει φίλους και συμμάχους και αποθρασύνει αναθεωρητικές χώρες.

Ο Τραμπ πήρε την απόφαση αυτή υπό τη σκιά της έρευνας του Κογκρέσου για κατάχρηση εξουσίας και το ενδεχόμενο της καθαίρεσης να πλανάται πάνω από την Προεδρία του. Με το πρόσχημα της εκπλήρωσης της προεκλογικής του υπόσχεσης για επαναπατρισμό των Αμερικανών στρατιωτών απευθύνεται στο θυμικό των εκλογέων του βλάπτοντας όμως, μακροπρόθεσμα, τα αμερικανικά συμφέροντα. Προσπαθεί να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του για να εγκλωβίσει τους αντιπροσώπους τους, ρεπουμπλικανούς Γερουσιαστές, που τους έχει ανάγκη εάν η υπόθεση καθαίρεσης φτάσει στη Γερουσία.

Από την άλλη πλευρά, ο τακτικιστής Ερντογάν βρίσκεται σε διαρκή κινητικότητα, μέσα σε ένα λαβύρινθο αντιφατικών αποφάσεων. Αλλάζει συμμαχίες, δημιουργεί εξωτερικούς εχθρούς, αναμετριέται με το φάντασμα του Κεμάλ, αλλά πάντοτε με το βλέμμα στραμμένο στο εσωτερικό και με γνώμονα την πολιτική του επιβίωση. Στο συριακό έχει κατά καιρούς συμμαχήσει με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Από τον ISIS, τον Άσαντ, μέχρι και τους Κούρδους.

Τώρα άδραξε την ευκαιρία που του προσέφερε ο Τραμπ για να διευρύνει τη ζώνη ασφαλείας που είχε ήδη δημιουργήσει στη βορειοδυτική Συρία. Ο στόχος του είναι να παγιώσει μια ζώνη τουρκικού ελέγχου, κατά μήκος των συνόρων με τη Συρία, για να μεταφέρει δύο με τρία εκατομμύρια από τα 3,6 προσφύγων που βρίσκονται σε τουρκικό έδαφος. Η μόνιμη μετεγκατάσταση των προσφύγων κατά μήκος των συνόρων της Τουρκίας με τη Συρία θα αλλοιώσει την εθνοτική σύνθεση της περιοχής εις βάρος των Κούρδων. Και θα δημιουργήσει εντάσεις στις σχέσεις Κούρδων-Αράβων προς όφελος της Τουρκίας.

Η Ρωσία και το Ιράν είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι από τις εξελίξεις. Η Ρωσία εκμεταλλεύεται το ανέλπιστο δώρο της αμερικανικής αποχώρησης για να σημάνει την πλήρη επιστροφή της στη Μέση Ανατολή. Αφού διέσωσε τον Άσαντ χρησιμοποιεί τώρα την Τουρκική επίθεση για να φέρει τους Κούρδους κοντύτερα στο καθεστώς του Άσαντ. Το χειρότερο είναι ότι η αμερικανική αποχώρηση δημιουργεί εκ των πραγμάτων συνθήκες για περαιτέρω προσέγγιση της Ρωσίας με την Τουρκία και το Ιράν. Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει ως αποτέλεσμα την αναδιάταξη των ισορροπιών στη Μέση Ανατολή εις βάρος των δυτικών συμφερόντων.

εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ” – στήλη “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”